Αιθίνιο
Αιθίνιο | |||
---|---|---|---|
Γενικά | |||
Όνομα IUPAC | Αιθίνιο | ||
Άλλες ονομασίες | Ακετυλένιο Ασετυλίνη | ||
Χημικά αναγνωριστικά | |||
Χημικός τύπος | C2H2 | ||
Μοριακή μάζα | 26,04 amu | ||
Σύντομος συντακτικός τύπος |
HC≡CH | ||
Αριθμός CAS | 74-86-2 | ||
SMILES | C#C | ||
InChI | 1/C2H2/c1-2/h1-2H | ||
Αριθμός UN | 1001[1] 3138[2] | ||
ChemSpider ID | 6086 | ||
Δομή | |||
Μήκος δεσμού | C-H: 106 pm C≡C: 120,6 pm | ||
Είδος δεσμού | C-H: σ (2sp-1s) C≡C: σ (2sp-2sp) π (2py-2py) π (2pz-2pz) | ||
Πόλωση δεσμού | C--H+: 3% | ||
Μοριακή γεωμετρία | Ευθύγραμμη | ||
Φυσικές ιδιότητες | |||
Σημείο τήξης | −84 °C | ||
Σημείο βρασμού | -80,8 °C | ||
Πυκνότητα | 1,097 kg/m3 | ||
Εμφάνιση | Άχρωμο αέριο | ||
Χημικές ιδιότητες | |||
pKa | 25 | ||
Θερμότητα πλήρους καύσης |
1.067 kJ | ||
Επικινδυνότητα | |||
Εξαιρετικά εύφλεκτο (F+) | |||
Κίνδυνοι κατά NFPA 704 |
|||
Εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά, τα δεδομένα αφορούν υλικά υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος (25°C, 100 kPa). |
Το αιθίνιο ή ακετυλένιο[3] (αγγλικά ethyne) είναι οργανική χημική ένωση, που περιέχει άνθρακα και υδρογόνο, με μοριακό τύπο C2H2 και ημισυντακτικό τύπο HC≡CH. Είναι υδρογονάνθρακας και, πιο συγκεκριμένα, το απλούστερο μέλος της ομόλογης σειράς των αλκινίων[4]. Το χημικά καθαρό αιθίνιο, στις «κανονικές συνθήκες», δηλαδή θερμοκρασία 25 °C και υπό πίεση 1 atm, είναι εξαιρετικά εύφλεκτο άχρωμο αέριο. Χρησιμοποιείται ως καύσιμο και ως πρόδρομη ένωση για την παραγωγή άλλων χημικών προϊόντων. Είναι ασταθές σε χημικά καθαρή μορφή και γι' αυτό συνήθως διατίθεται και χρησιμοποιείται σε διαλύματα[5]. Το χημικά καθαρό αιθίνιο είναι άοσμο, αλλά το εμπορικού βαθμού καθαρότητας αιθίνιο έχει μια χαρακτηριστική οσμή, εξαιτίας προσμείξεων[6].
Ονοματολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ονομασία «αιθίνιο» προέρχεται από την ονοματολογία κατά IUPAC. Συγκεκριμένα, το πρόθεμα «αιθ-» δηλώνει την παρουσία δύο (2) ατόμων άνθρακα ανά μόριο της ένωσης, το ενδιάμεσο «-ιν-» δείχνει την παρουσία ενός (1) τριπλού δεσμού μεταξύ ατόμων άνθρακα στο μόριο και η κατάληξη «-ιο» φανερώνει ότι δεν περιέχει χαρακτηριστικές ομάδες, δηλαδή ότι είναι υδρογονάνθρακας.
Ανακάλυψη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το αιθίνιο ανακαλύφθηκε το 1836 από τον Έντμουντ Νταίυβυ (Edmund Davy) που το ταυτοποίησε ως «νέο ανθρακούχο υδρογόνο» (new carburet of hydrogen)[7]. Ανακαλύφθηκε ξανά το 1860 από τον Γάλλο χημικό Μαρσελέν Μπερτελό, που χρησιμοποίησε την ονομασία «ακετυλένιο». Το παρασκεύασε περνώντας ατμούς από οργανικές ενώσεις (π.χ. μεθανόλη, αιθανόλη, κ.ά.. ) μέσα από ερυθροπυρωμένο σωλήνα, και συλλέγοντας τα προϊόντα που παράγονταν. Συνέθεσε ακόμη αιθίνιο με ηλεκτρική εκκένωση, μέσα σε μίγμα δικυανίου και υδρογόνου, και αργότερα διαπερνώντας το υδρογόνο ανάμεσα από τους πόλους «ανθρακικού τόξου»[8][9].
Φυσική παρουσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το αιθίνιο είναι μέτρια συνηθισμένο χημικό είδος στο Σύμπαν, που συχνά βρίσκεται στις ατμόσφαιρες των αέριων γιγάντων πλανητών[10]. Μια περίεργη ανακάλυψη αιθινίου έγινε στον Εγκέλαδο, τον δορυφόρο του Κρόνου. Το φυσικό αιθίνιο πιστεύεται ότι σχηματίζεται από την καταλυτική (μερική) αποσύνθεση υδρογονανθράκων μακρύτερης αλυσίδας σε θερμοκρασίες 1.500 °C και πάνω. Επειδή τέτοιες θερμοκρασίες είναι απίθανο να συμβούν σε ένα τόσο μικρό και μακρυνό ουράνιο σώμα (όπως ο Εγκέλαδος), η ανακάλυψη αιθινίου εκεί (δηλαδή στον Εγκέλαδο) εν δυνάμει υποθέτει ότι (σχετικές) καταλυτικές αντιδράσεις έγιναν στο εσωτερικό του δορυφόρου, γεγονός που (τον κάνει) κάνει ενδιαφέρουσα τοποθεσία για έρευνα πάνω στην «προβιοτική χημεία»[11][12]
Δομή, δεσμολογία και ιδιότητες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ως ένα αλκίνιο, το αιθίνιο είναι ακόρεστο, γιατί τα δυο άτομα άνθρακα, που περιέχει, συνδέονται μεταξύ τους με έναν (1) τριπλό δεσμό C≡C, που τοποθετεί και τα τέσσερα (4) άτομα του μορίου του (2 άνθρακα + 2 υδρογόνου), σε (νοητή) ευθεία γραμμή, δηλαδή οι γωνίες CCH είναι 180°. Επομένως, η μοριακή συμμετρία του αιθινίου βρίσκεται στην ομάδα σημείων D∞h[13].
Σε όρους της θεωρίας σθένους - δεσμού, σε κάθε ένα από τα άτομα άνθρακα της ένωσης υβριδίζονται τα 2s και τα 2px ατομικά τροχιακά, σχηματίζοντας ένα 2sp υβριδισμένο ατομικό τροχιακό. Τα ατομικά τροχιακά 2py και 2pz παραμένουν χωρίς υβριδισμό. Οι δυο άκρες των δυο 2sp ατομικών υβριδισμένων τροχιακών των δυο ατόμων άνθρακα επικαλύπτονται σχηματίζοντας έναν ισχυρό ομοιοπολικό δεσμό τύπου σ, μεταξύ των δυο ατόμων άνθρακα, ενώ το καθένα από τα δυο άλλα άκρα των άλλων 2sp ατομικών υβριδισμένων τροχιακών των δυο ατόμων άνθρακα επικαλύπτονται το καθένα με τα 1s ατομικά τροχιακά των ατόμων υδρογόνου, σχηματίζοντας έτσι δυο δεσμούς C-H, επίσης τύπου σ. Τα μη υβριδισμένα ατομικά τροχιακά 2py και 2pz των δυο ατόμων άνθρακα σχηματίζουν, αντίστοιχα, δυο ασθενέστερους (από τους σ) δεσμούς τύπου π, σε δυο κάθετα μεταξύ τους επίπεδα. Η περιστροφή του δεσμού C≡C απαιτεί (σχετικά) υψηλή ποσότητα ενέργειας, γιατί απαιτεί την (προσωρινή) διάσπαση των δύο (2) π-δεσμών.
Οι π-δεσμοί στο μόριο του αιθινίου είναι υπεύθυνοι για τη χρήσιμη χημική δραστικότητά του. Η περιοχή του τριπλού δεσμού χαρακτηρίζεται από (σχετικά) υψηλή ηλεκτρονιακή πυκνότητα, που επομένως είναι ευάλωτη σε επιδράσεις ηλεκτρονιόφιλων. Πολλές αντιδράσεις του αιθινίου καταλύoνται από διάφορα μέταλλα μετάπτωσης, που σχηματίζουν προσωρινά σύμπλοκα με τα π και τα π* μοριακά τροχιακά του αιθινίου[14].
Δεσμοί[15] | ||||
Δεσμός | τύπος δεσμού | ηλεκτρονική δομή | Μήκος δεσμού | Ιονισμός |
---|---|---|---|---|
C-H | σ | 2sp-1s | 106 pm | 3% C- H+ |
C≡C | σ | 2sp-2sp | 120,6 pm | |
C≡C | π | 2py-2py | 120,6 pm | |
C≡C | π | 2pz-2pz | 120,6 pm | |
Κατανομή φορτίων σε ουδέτερο μόριο | ||||
C | -0,03 | |||
H | +0,03 |
Παραγωγή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από ανθρακασβέστιο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με υδρόλυση ανθρακασβέστιου (CaC2) παράγεται αιθίνιο[16]:
- Το ανθρακασβέστιο προέρχεται από τον ασβεστόλιθο (CaCO3), με την ακόλουθη διαδικασία:
Με απόσπαση υδραλογόνων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με απόσπαση δύο ισοδυνάμων υδραλογόνου από 1,1- ή 1,2- διαλαιθάνιο, με χρήση υδροξειδίου του νατρίου (NaOH), παράγεται αιθίνιο[16]:
ή
Με απόσπαση αλογόνων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με απόσπαση δύο ισοδυνάμων αλογόνου από 1,1,2,2-τετραλοαιθάνιο, με χρήση ψευδαργύρου (Zn), παράγεται αιθίνιο[17]:
Φυσικές ιδιότητες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αλλαγές καταστάσεων της ύλης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διαλύεται δύσκολα στο νερό και πολύ πιο εύκολα σε οργανικούς διαλύτες. Ιδιαίτερα διαλυτό είναι σε ακετόνη, μέσα στην οποία και μεταφέρεται διαλελυμένο υπό πίεση, επειδή, αν και υγροποιείται εύκολα, αυτό γενικά αποφεύγεται, γιατί σε υγρή κατάσταση είναι ιδιαίτερα εκρηκτικό. Υπό κανονική ατμοσφαιρική πίεση, δηλαδή πίεση 1 atm, το αιθίνιο δεν μπορεί να υπάρξει στην υγρή κατάσταση, και γι' αυτό δεν έχει πραγματικό (κανονικό) σημείο τήξης. Το τριπλό σημείο του, στο διάγραμμα φάσεών του, αντιστοιχεί στο φερόμενο ως σημείο τήξης του αιθινίου, δηλαδή τους −80,8 °C, αλλά υπό την ελάχιστη πίεση στην οποία μπορεί να υπάρξει υγρό αιθίνιο, δηλαδή υπό πίεση 1,27 atm. Σε θερμοκρασίες κάτω από το τριπλό σημείο, το στερεό αιθίνιο μπορεί να γίνει απευθείας αέριο, με εξάχνωση. Το σημείο εξάχνωσης, υπό πίεση 1 atm, είναι −84 °C.
Άλλες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η θερμοκρασία της αδιαβατικής φλόγας του αιθινίου στον αέρα, υπό πίεση 1 atm, είναι 2.534 °C.
Το αιθίνιο μπορεί να διαλυθεί σε προπανόνη ή διμεθυλομεθαναμίδιο, σε θερμοκρασία δωματίου και υπό πίεση 1 atm.
Χημικές ιδιότητες, παράγωγα και εφαρμογές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Καύση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μια σημαντική αντίδραση του αιθινίου είναι η καύση του, που είναι η βάση των τεχνολογιών συγκόλλησης. Με το οξυγόνο του αέρα καίγεται παρέχοντας κυανή φλόγα υψηλότατης θερμοκρασίας (οξυακετυλενική φλόγα), θερμοκρασίας ως και περίπου 3.000οC, που αξιοποιείται στην κοπή, στην τήξη και συγκόλληση μετάλλων και μεταλλικών κατασκευών. Μίγματα ακετυλενίου με αέρα είναι ιδιαίτερα εύφλεκτα και εκρηκτικά:
Καταλυτική υδρογόνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μια (σχετικά) νέα πρακτική εφαρμογή των χημικών ιδιοτήτων του αιθίνου είναι η μετατροπή του σε αιθένιο, που είναι κατάλληλο για μια ποικιλία πολυαιθυλενικών πλαστικών. Με καταλυτική υδρογόνωση αιθινίου σχηματίζεται αρχικά αιθένιο, και στη συνέχεια, με περίσσεια υδρογόνου, αιθάνιο.[18]:
Όξινη συμπεριφορά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σε σύγκριση με τους περισσότερους υδρογονάνθρακες, το αιθίνιο είναι σχετικά όξινο, αν και είναι πολύ λιγότερο όξινο σε σύγκριση με το νερό ή την αιθανόλη. Πάντως αντιδρά με ισχυρές βάσεις και με ορισμένα μέταλλα, σχηματίζοντας αιθινικά άλατα. Παραδείγματα[19]:
1. Αντιδρά με το νατραμίδιο, σε υγρή αμμωνία, σχηματίζοντας αιθινικό νάτριο[19]:
2. Αντιδρά με το βουτυλολίθιο, σε ψυχρό τετραϋδροφουράνιο, σχηματίζοντας αιθινικό λίθιο και βουτάνιο[19]:
3. Αντιδρά με το μεταλλικό νάτριο, σχηματίζοντας αιθινικό νάτριο[20]:
- Το αιθινικό νάτριο αποτελεί πρόδρομη ύλη για την παραγωγή άλλων παραγώγων με τριπλό δεσμό, γιατί αντιδρά με αλκυλαλογονίδια (RX):
4. Με επίδραση ιόντων αργύρου (Ag+) και παρουσία αμμωνίας (NH3) παράγεται ένα λευκό στερεό, ο αιθινικός άργυρος[21]:
5. Με επίδραση ιόντων μονοσθενούς χαλκού (Cu+) και παρουσία αμμωνίας (NH3) παράγεται ένα κεραμιδί στερεό, ο αιθινικός υποχαλκός[22]:
- Οι αντιδράσεις #4 και #5 χρησιμοποιούνται γενικά για την ανίχνευση της ομάδας -C ≡ CH.
Χημεία Reppe
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Γουώλτερ Ρέππε (Walter Reppe) ανακάλυψε ότι, παρουσία διαφόρων καταλυτών, το αιθίνιο μπορεί να αντιδράσει με διάφορα αντιδραστήρια παράγοντας μια ευρεία ποικιλία βιομηχανικά σημαντικών χημικών[23][24].
1. Με αλκοόλες (ROH), με το υδροκυάνιο (HCN), με το υδροχλώριο (HCl) και με καρβοξυλικά οξέα (RCOOH), το αιθίνιο παράγει βινυλενώσεις (δηλαδή ενώσεις γενικού τύπου ACH=CH2, όπου A οποιαδήποτε μονοσθενής ρίζα)[5][25][26]:
2. Με αλδεΰδες (RCHO) δίνει αιθινυλοδιόλες[5], σύμφωνα με την αντίδραση Φαβόρσκιυ (Favorskii reaction):
- Με τον παραπάνω τρόπο παράγεται (μεταξύ άλλων) η 1,4-βουτινοδιόλη, με αντίδραση Φαβόρσκιυ μεταξύ μεθανάλης και αιθινίου:
3. Με αντίδραση αιθινίου με μονοξείδιο του άνθρακα και νερό ή αλκοόλη παράγεται προπενικό οξύ ή προπενικός εστέρας, αντιστοίχως, που χρησιμοποιούνται, με τη σειρά τους, για την παραγωγή ακρυλικού γυαλιού και άλλων ακρυλικών προϊόντων[27]:
4. Με κυκλοποίηση (μαζί με ολιμερισμό) αιθινίου παράγονται το βενζόλιο, το κυκλοοκτατετραένιο[5] και η υδροκινόνη[24][28][29]:
Ενυδάτωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με επίδραση θειικού οξέος και στη συνέχεια νερού (ενυδάτωση) σε αιθίνιο, παρουσία ιόντων υδραργύρου (Hg2+), παράγεται αιθανάλη (CH3CHO)[30]:
- Ενδιάμεσα παράγεται αιθενόλη (ασταθής ενόλη), που ισομερειώνεται στην ταυτομερή της αιθανάλη.
Προσθήκη υπαλογονώδους οξέος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με επίδραση (προσθήκη) υποαλογονώδους οξέος (HOX) σε αιθίνιο παράγεται αλαιθανάλη[31][32]:
- Ενδιάμεσα παράγεται αλαιθενόλη (ασταθής ενόλη) που ισομερειώνεται σε αλαιθανάλη.
Αλογόνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με επίδραση αλογόνου (X2) (αλογόνωση) σε αιθίνιο έχουμε προσθήκη στον τριπλό δεσμό. Παράγεται αρχικά 1,2-διαλαιθένιο και στη συνέχεια (με περίσσεια αλογόνου) 1,1,2,2-τετραλαιθάνιο.[33][34]:
Υδραλογόνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με προσθήκη υδραλογόνων (HX) (υδραλογόνωση) σε αιθίνιο παράγεται αρχικά αλαιθένιο και στη συνέχεια (με περίσσεια υδραλογόνου) 1,1-διαλαιθάνιο.[35][36]:
Διυδροξυλίωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η διυδροξυλίωση αιθινίου, αντιστοιχεί σε προσθήκη H2O2 και παράγει υδροξυαιθανάλη. Πρακτικά, αυτό μπορεί να γίνει με τις ακόλουθες δυο μεθόδους[37]:
1. Επίδραση αραιού διαλύματος υπερμαγγανικού καλίου (KMnO4). Π.χ.:
2. Επίδραση καρβοξυλικού οξέος και υπεροξείδιου του υδρογόνου:
- Ενδιάμεσα παράγεται 1,2-αιθενοδιόλη (η ασταθή ταυτομερή ενόλη), που ισομερειώνεται σε υδροξυαιθανάλη.
Οζονόλυση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με επίδραση όζοντος (οζονόλυση) σε αιθίνιο, παράγεται αρχικά ασταθές οζονίδιο που τελικά διασπάται σε αιθανοδιάλη[38]:
Επίδραση πυκνού υπερμαγγανικού καλίου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με επίδραση πυκνού διαλύματος υπερμαγγανικού καλίου (KMnO4) παράγεται οξαλικό οξύ[39]:
Επίδραση καρβονυλικών ενώσεων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με επίδραση καρβονυλικής ένωσης (RCOR') παράγεται αιθινυλοαλκοόλη[40]:
- όπου R,R' μπορεί να είναι και υδρογόνα.
- Αν η καρβονυλική ένωση είναι αλδεΰδη (RCHO) και υπάρχει σε περίσσεια και με την παρουσία του κατάλληλου καταλύτη, μπορεί να παραχθεί και διόλη:
Πολυμερισμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Τα προϊόντα πολυμερισμού του αιθινίου ποικίλλουν ανάλογα με τις συνθήκες, που περιλαμβάνουν και την παρουσία (διαφορετικών κατά περίπτωση) καταλυτών:
1. Το αιθίνιο διμερίζεται προς βουτενίνιο παρουσία χλωριούχου υποχαλκού (Cu2Cl2)[41]:
2. Το αιθίνιο διμερίζεται προς βουταδιίνιο παρουσία οξειδωτικών μέσων, όπως τα ιόντα δισθενούς χαλκού (Cu2+). Αποσπούνται δύο πρωτόνια[42]:
- Ο τριμερισμός και ο τετραμερισμός αναφέρθηκαν παραπάνω, στα πλαίσια της ενότητας «Χημεία Reppe».
Προσθήκη καρβενίων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά την προσθήκη μεθυλενίου σε αιθίνιο σχηματίζονται προπίνιο και κυκλοπροπένιο[43]:
- Η αντίδραση είναι ελάχιστα εκλεκτική και αυτό σημαίνει ότι κατά προσέγγιση έχουμε:
- 1. Παρεμβολή στους δύο (2) δεσμούς C-H: Προκύπτει προπίνιο, ένα αλκίνιο.
- 2. Προσθήκη στον έναν (1) τριπλό δεσμό: Προκύπτει κυκλοπροπένιο, ένα κυκλοαλκένιο.
- Προκύπτει επομένως μίγμα προπινίου ~67% και κυκλοπροπενιου ~33%.
- Με τη χρήση μεθυλενοδιιωδιδίου (CH2I2) και ψευδαργύρου (Zn) επικρατεί η προσθήκη, οπότε είναι:
Εφαρμογές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μεταλλουργία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Περίπου το 20% της παγκόσμιας παραγωγής αιθινίου χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία για αέριο οξυγονοκόλλησης και κοπής μετάλλων, εξαιτίας της υψηλής θερμοκρασίας που δίνει η φλόγα του. Η καύση αιθινίου με οξυγόνο παράγει φλόγα θερμοκρασίας πάνω από 3.300 °C, απελευθερώνοντας (κατά την καύση) 11,8 kJ/g αιθινίου. Η φλόγα αιθινίου-οξυγόνου ονομάζεται «οξυακετυλενική» και είναι η θερμότερη που λαμβάνεται από την καύση συνηθισμένων αερίων καυσίμων[44]. Συνολικά είναι η 3η κατά σειρά θερμότερη φλόγα, μετά από τη φλόγα του βουτινοδινιτρίλιου (NCC≡CCN), που δίνει φλόγα θερμοκρασίας ως 4.990 °C, και του δικυανίου [(CN)2], που δίνει φλόγα θερμοκρασίας ως 4.525 °C. Η οξυγονοκόλληση με οξυακετυλενική φλόγα ήταν πολύ χρησιμοποιούμενη για τη συγκόλληση και κοπή μετάλλων τις προηγούμενες δεκαετίες, αλλά η ανάπτυξη άλλων πιο εξελιγμένων τεχνολογιών με βάση συγκόλληση - κοπή με χρήση ηλεκτρικού τόξου έκαναν την οξυγονοκόλληση - κοπή με οξυακετυλενική φλόγα να εκλείψει, σχεδόν, από πολλές τέτοιες εφαρμογές. Η χρήση αιθινίου για συγκόλληση - κοπή είναι σημαντικά φθίνουσα. Από την άλλη, ο εξοπλισμός που απαιτεί η οξυακετυλενική φλόγα είναι (σχετικά) πιο ευέλικτος, όχι μόνο γιατί η φλόγα αυτή προτιμάται για κάποια είδη συγκόλλησης - κοπής σιδήρου ή και χάλυβα, ιδιαίτερα σε κάποιες καλλιτεχνικές εφαρμογές, αλλά επίσης κάνει το ίδιο ευκολότερη τη συγκόλληση, τη συγκόλληση με ορείχαλκο και τη θέρμανση μετάλλων, για ανόπτηση ή σκλήρυνση, κάμψη ή διαμόρφωση, η χαλάρωση των διαβρωμένων «καρυδιών» και των μπουλονιών, και άλλες εφαρμογές. Συνεργεία τεχνικών επιδιόρθωσης καλωδίων στον Καναδά συνεχίζουν να χρησιμοποιούν φορητές συσκευές οξυγονοκόλλησης με αιθίνιο ως εργαλείο συγκόλλησης για τη σφράγιση συναρμογών μολύβδου σε καμπές φρεατίων, καθώς και σε κάποιες τοποθεσίες με εναέρια καλώδια. Η οξυακετυλενική συγκόλληση - κοπή είναι επίσης διαθέσιμη σε περιοχές που δεν υπάρχει άμεσα ηλεκτρικό δίκτυο. Σε κάθε περίπτωση, η οξυακετυλενική συγκόλληση - κοπή είναι διαθέσιμη πολύ συχνά σχεδόν σε κάθε κατάστημα επεξεργασίας μετάλλων. Για τη χρήση της συγκόλλησης - κοπής οι πιέσεις εργασίας πρέπει να ελέγχονται από ρυθμιστή, αφού πάνω από τα 15 psi[45], το αιθίνιο διασπάται εκρηκτικά σε άνθρακα και υδρογόνο, με αποτέλεσμα κρουστικό κύμα[46]. Το αιθίνιο χρησιμοποιήθηκε, ακόμη, για τη «βαφή» χάλυβα, όταν τα αντικείμενα που έπρεπε να την υποστούν ήταν πολύ μεγάλα για να χωρέσουν στους (ειδικούς) κλιβάνους[47].
Φωτισμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η υδρόλυση του ανθρακασβεστίου χρησιμοποιήθηκε για να παράγει αιθίνιο για φορητές λάμπες ή άλλες φωτιστικές εφαρμογές σε (σχετικά) απομονωμένες περιοχές. Χρησιμοποιήθηκε από εργαζόμενους σε ορυχεία, από εξερευνητές σπηλαίων, σε φάρους και από πλανόδιους πωλητές, κύρια ως φωτιστικό, αλλά ενίοτε και ως καύσιμο ψησίματος (γι' αυτό έφερε και την επωνυμία «αέριο των καστανάδων»). Αργότερα, η χρήση φακών με λαμπτήρες πυρακτώσεως, και ακόμη μεταγενέστερα, με λαμπτήρες LED αντικατέστησαν τις φωτιστικές εφαρμογές του αιθινίου. Κατά τον πρώιμο 20ό αιώνα το αιθίνιο χρησιμοποιούνταν για το φωτισμός, ακόμη και των δρόμων σε κάποιες πόλεις[48]. Μερικά από τα πρώτα αυτοκίνητα χρησιμοποιούσαν επίσης λάμπες αιθινίου, πριν τελικά υιοθετηθούν οι ηλεκτρικοί προβολείς.
Άλλες εφαρμογές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1881, ο Ρώσος χημικός Μιιχαήλ Κουτσέροφ (Mikhail Kucherov)[49] περιέγραψε την αντίδραση ενυδάτωσης του αιθινίου με (τελικό) αποτέλεσμα την παραγωγή αιθανάλης, χρησιμοποιώντας καταλύτες όπως το διβρωμιούχο υδράργυρο (HgBr2, δείτε παραπάνω, στις χημικές ιδιότητες). Πριν από την ανακάλυψη της διεργασίας Βάκερ (Wacker process), η παραγωγή της αιθανάλης, σε βιομηχανική κλίμακα, γινόταν με καταλυτική ενυδάτωση αιθινίου[50].
Ο πολυμερισμός του αιθινίου με καταλύτες Ζίγκλερ - Νάττα (Ziegler-Natta catalysts) παράγει λεπτά φύλλα πολυακετυλένιου. Το πολυακετυλένιο δομικά αποτελείται από κέντρα CH με εναλλάξ απλούς και διπλούς δεσμούς και αποτελεί έναν από τους πρώτους, κατά σειρά ανακάλυψης, οργανικούς ημιαγωγούς. Μετά από αντίδραση (πολυακετυλενίου) με ιώδιο παράγεται ένα υλικό με πολύ καλή ηλεκτρική αγωγιμότητα. Παρόλο που τέτοια υλικά δεν είναι πλέον άμεσα χρήσιμα, αυτές οι ανακαλύψεις οδήγησαν στην ανάπτυξη οργανικών ημιαγωγών, όπως αναγνωριστηκε από το βραβείο Νόμπελ χημείας του 2000, που δόθηκε γι' αυτόν το σκοπό στους Άλαν Χίγκερ (Alan J. Heeger), Άλαν Μακ Νταρμίντ (Alan G MacDiarmid) και Χιντέκι Σιρακάβε (Hideki Shirakawa)[5].
Το αιθίνιο χρησιμοποιείται για την «πτητικοποίηση άνθρακα» (volatilize carbon) κατά τη ραδιοχρονολόγηση με άνθρακα-14: Το ανθρακούχο υλικό από ένα αρχαιολογικό δείγμα επιδράται με μεταλλικό λίθιο σε ένα μικρό ειδικό κλίβανο για να σχηματίσει καρβίδιο του λιθίου (Li2C2). Το καρβίδιο αυτό μετά υδρολύεται σχηματίζοντας αέριο αιθίνιο που χρησιμοποιείται ως δείγμα σε φασματόμετρο μάζας για να μετρηθεί η αναλογία μεταξύ άνθρακα-14 και άνθρακα-12[51].
Ασφάλεια και χειρισμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το αιθίνιο δεν είναι ιδιαίτερα τοξικό, αλλά όταν παράγεται απο το ανθρακασβέστιο μπορεί να περιέχει τοξικές προσμείξεις, όπως ίχνη φωσφίνης (PH3) και αρσίνης (AsH3), οι οποίες δίνουν στο εκλυόμενο αέριο οσμή που μοιάζει με αυτήν του σκόρδου. Επίσης, το αιθίνιο είναι πολύ εύφλεκτο, όσο οι πιο εύφλεκτοι από τους υδρογονάνθρακες, και γι' αυτό άλλωστε χρησιμοποιείται στη μεταλλουργία. Ο πιο εξειδικευμένος κίνδυνος του αιθινίου είναι η αστάθειά του, ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιείται υπό πίεση ή και σε διάφορες άλλες συνθήκες, σχηματίζοντας ένα σωρό παράγωγα εξώθερμης αντίδρασης προσθήκης ή και ολιγομερισμού, παράγοντας βουτενίνιο ή και βενζόλιο. Μπορεί, ακόμη, να διασπαστεί σε άνθρακα και υδρογόνο. Το αιθίνιο μπορεί να αναφλεγεί με έντονη θέρμανση ή και με κρούση. Συνήθως η ανάφλεξή του δίνει έκρηξη με πίεση αερίων πάνω από 200 kPa (29 psi). Οι περισσότεροι εξοπλισμοί χρήσης φλόγας αιθινίου έχουν ρυθμιστές πίεσης και μανόμετρα. Το όριο ασφαλούς συμπίεσης για το αιθίνιο θεωρείται ότι είναι η πίεση των 101 kPa ή 15 psi[52][53]. Εξαιτίας της αστάθειάς του το αιθίνιο μεταφέρεται και αποθηκεύεται όχι χημικά καθαρό, αλλά σε διαλύματα προπανόνης ή διμεθυλοφορμαμίδιου (DMF)[54], που περιέχονται σε κυλίνδρους αερίων με πορώδες γέμισμα (Agamassan), για την ασφαλέστερη μεταφορά, χειρισμό και χρήση. Ο χαλκός καταλύει τη διάσπαση του αιθινίου σε άνθρακα και υδρογόνο, και γι' αυτό οι χάλκινοι σωλήνες πρέπει να αποφεύγονται για τη μεταφορά του αιθινίου. Οι μπρούτζινοι σωλήνες ή διασυνδέσεις αυτών επίσης πρέπει να αποφεύγονται.
Παρατηρήσεις, υποσημειώσεις και αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Σε διάλυμα
- ↑ Σε μίγμα με αιθένιο και προπένιο
- ↑ Για εναλλακτικές ονομασίες δείτε τον πίνακα πληροφοριών.
- ↑ R.H.Petrucci, W.S.Harwood and F.G.Herring "General Chemistry", 8th edn.(Prentice-Hall 2002), σελ. 1072
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 Pässler, Peter; Hefner, Werner; Buckl, Klaus; Meinass, Helmut; Meiswinkel, Andreas; Wernicke, Hans-Jürgen; Ebersberg, Günter; Müller, Richard; Bässler, Jürgen; Behringer, Hartmut; Mayer, Dieter (2008). "Acetylene". Ullmann's Encyclopedia of Industrial Chemistry. doi:10.1002/14356007.a01_097.pub3. ISBN 3527306730.. Article Online Posting Date: 15 October 2008
- ↑ Compressed Gas Association (1995) Material Safety and Data Sheet – Acetylene.
- ↑ Miller, S.A. (1965). Acetylene: Its Properties, Manufacture and Uses 1. Academic Press Inc.
- ↑ Δηλαδή ηλεκτρικής εκκένωσης διαμέσου ηλεκτροδίων από άνθρακα.
- ↑ Acetylene
- ↑ "Precursor to Proteins and DNA found in Stellar Disk" (Press release). W.M. Keck Observatory. 20 Δεκεμβρίου 2005.
- ↑ Emily Lakdawalla (17 Μαρτίου 2006). "LPSC: Wednesday afternoon: Cassini at Enceladus". The Planetary Society.[dead link]
- ↑ John Spencer and David Grinspoon (25 Ιανουαρίου 2007). "Planetary science: Inside Enceladus". Nature 445 (7126): 376–377. doi:10.1038/445376b. PMID 17251967.
- ↑ Housecroft, C. E.; Sharpe, A. G. (2008). Inorganic Chemistry (3rd ed.). Prentice Hall. pp. 94–95. ISBN 978-0131755536.
- ↑ Organic Chemistry 7th ed. by J. McMurry, Thomson 2008
- ↑ Τα δεδομένα προέρχονται εν μέρει από τον «Table of periodic properties of the Elements», Sagrent-Welch Scientidic Company και το Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν.Α. Πετάση, 1982, σελ. 34.
- ↑ 16,0 16,1 Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.153, §6.4.3.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.153, §6.3.1β.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.4α.
- ↑ 19,0 19,1 19,2 Midland, M. M.; McLoughlin, J. I.; Werley, Ralph T. (Jr.) (1990), "Preparation and Use of Lithium Acetylide: 1-Methyl-2-ethynyl-endo-3,3-dimethyl-2-norbornanol", Org. Synth. 68: 14; Coll. Vol. 8: 391.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 159, §6.9.10α.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 159, §6.9.10β.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 159, §6.9.10γ.
- ↑ Peter Pässler, Werner Hefner, Klaus Buckl, Helmut Meinass, Andreas Meiswinkel, Hans-Jürgen Wernicke, Günter Ebersberg, Richard Müller, Jürgen Bässler, Hartmut Behringer and Dieter Mayer (2007). "Acetylene". Ullmann's Encyclopedia of Industrial Chemistry: pg. 44. doi:10.1002/14356007.a01_097.pub2. Retrieved 26 December 2013.
- ↑ 24,0 24,1 Reppe, Walter; Kutepow, N; and Magin, A (1969). "Cyclization of Acetylenic Compounds". Angewandte Chemie International Edition in English 8 (10): 727–733. doi:10.1002/anie.196907271. Retrieved 26 December 2013.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.5.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.6.
- ↑ Takashi Ohara, Takahisa Sato, Noboru Shimizu, Günter Prescher, Helmut Schwind, Otto Weiberg, Klaus Marten and Helmut Greim (2003). "Acrylic Acid and Derivatives". Ullmann's Encyclopedia of Industrial Chemistry: pg. 7. doi:10.1002/14356007.a01_161.pub2. Retrieved 26 December 2013.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 159, §6.9.11γ.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 159, §6.9.11δ.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.3.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 156, §6.8.4.
- ↑ Σημείωση: Όπου X (θεωρητικά) οποιοδήποτε αλογόνο, εκτός από το το αστάτιο, που έχει ερευνηθεί ελάχιστα, αλλά επίσης το υποφθοριώδες οξύ γενικά αποφεύγεται, αν δε θεωρηθεί απαραίτητη η χρήση του, για λόγους ασφαλείας.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.2.
- ↑ Σημείωση: Όπου X (θεωρητικά) οποιοδήποτε αλογόνο, εκτός από το αστάτιο, που έχει ερευνηθεί ελάχιστα, και το φθόριο, που αποφεύγεται για λόγους ασφαλείας.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.1.
- ↑ Σημείωση: Όπου X (θεωρητικά) οποιοδήποτε αλογόνο, εκτός από το το αστάτιο, που έχει ερευνηθεί ελάχιστα.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 157, §6.8.9.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.7α.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.8.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 159, §6.9.9.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 159, §6.9.11α.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 159, §6.9.11β.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 157, §6.8.7., σελ. 155, §6.7.3, R = CH2=CH
- ↑ "Acetylene". Products and Supply > Fuel Gases. Linde. Retrieved November 30, 2013.
- ↑ Acetylene - Properties, Purity and Packaging - Acetylene is simplest member of unsaturated hydrocarbons called alkynes or acetylenes. Most important of all starting materials ...
- ↑ ESAB Oxy-acetylene welding handbook - Acetylene properties
- ↑ "Acetylene". Products and Services. BOC. Archived from the original on May 17, 2006.
- ↑ The 100 most important chemical compounds: a reference guide
- ↑ Kutscheroff, M. (1881). "Ueber eine neue Methode direkter Addition von Wasser (Hydratation) an die Kohlenwasserstoffe der Acetylenreihe". Berichte der deutschen chemischen Gesellschaft 14: 1540–1542. doi:10.1002/cber.188101401320.
- ↑ Dmitry A. Ponomarev and Sergey M. Shevchenko (2007). "Hydration of Acetylene: A 125th Anniversary". J. Chem. Ed. 84 (10): 1725. doi:10.1021/ed084p1725.
- ↑ Geyh, Mebus (1990). "Radiocarbon dating problems using acetylene as counting gas". Radiocarbon 32 (3): 321–324. doi:10.2458/azu_js_rc.32.1278. Retrieved 26 December 2013.
- ↑ Korzun, Mikołaj (1986). 1000 słów o materiałach wybuchowych i wybuchu. Warszawa: Wydawnictwo Ministerstwa Obrony Narodowej. ISBN 83-11-07044-X. OCLC 69535236.
- ↑ "Acetylene Specification". CFC StarTec LLC. Retrieved 2012-05-02.
- ↑ Downie, N. A. (1997). Industrial Gases. London; New York: Blackie Academic & Professional. ISBN 978-0-7514-0352-7.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Speight J. G., “Chemical and Process Design Handbook”, McGraw-Hill, 2002.
- Γ. Βάρβογλη, Ν. Αλεξάνδρου, Οργανική Χημεία, Αθήνα 1972
- Α. Βάρβογλη, «Χημεία Οργανικών Ενώσεων», παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1991
- SCHAUM'S OUTLINE SERIES, ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ, Μτφ. Α. Βάρβογλη, 1999
- Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982
- University College of Cork