Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Συντεταγμένες: 41°01′45″N 28°57′06″E / 41.0292°N 28.9517°E
Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον Κωνσταντινουπόλεως (Τουρκικά: Rum Ortodoks Patrikhanesi, İstanbul Ekümenik Patrikhanesi) | |
---|---|
Ο Πατριαρχικός Ναός Αγίου Γεωργίου, στην έδρα του Πατριαρχείου στο Φανάρι | |
Ιδρυτής | Απόστολος Ανδρέας |
Ανεξαρτησία | 330 μ.Χ. |
Αναγνώριση | Ορθόδοξη Εκκλησία |
Προκαθήμενος | Πατριάρχης Βαρθολομαίος |
Έδρα | Φανάρι, Κωνσταντινούπολη, Τουρκία |
Επικράτεια | Κωνσταντινούπολη, το μεγαλύτερο τμήμα της Τουρκίας, Άγιο Όρος, Κρήτη, Κορέα, τμήμα της βόρειας Ελλάδας (Νέες Χώρες), Δωδεκάνησα, Ελληνικές Ορθόδοξες Εκκλησίες της διασποράς |
Κυριότητες | Εκκλησιαστική Δικαιοδοσία |
Γλώσσα | Ελληνική, Αγγλική, Γαλλική, Κορεατική, Τουρκική |
Πιστοί | ~5.000 στην Τουρκία, ~3.800.000 στην Ελλάδα (Νέες χώρες), ~2.800.000 στη διασπορά |
Δικτυακός τόπος | ec-patr.org |
Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως (λατινικά: Patriarchatus Oecumenicus Constantinopolitanus· τουρκικά: Rum Ortodoks Patrikhanesi, İstanbul Ekümenik Patrikhanesi) ή Ορθόδοξο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ή απλώς Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, που αναφέρεται και ως Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία,[1] είναι η ονομασία της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως. Υφίσταται ως η «πρώτη μεταξύ ίσων» στην τάξη των Ορθοδόξων Εκκλησιών και ιστορικά είναι η μόνη Εκκλησία που αποξένωσε μέρη της δικαιοδοσίας της αποδίδοντας αυτοκεφαλίες, και ως εκ τούτου δημιουργίας τοπικών εκκλησιαστικών διοικήσεων, όπως συνέβη π.χ. με την Εκκλησία της Ελλάδος.
Η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος (της Χαλκηδόνας) στα 451 απέδωσε ίσα πρεσβεία στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως - Νέας Ρώμης με τον Πάπα της πρεσβυτέρας Ρώμης.
Ιστορία του Οικουμενικού Πατριαρχείου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ίδρυση του Οικουμενικού Πατριαρχείου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Άγιο Οικουμενικό Πατριαρχείο ή Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία είναι ένα από τα αρχαιότερα κέντρα της χριστιανικής πατροπαράδοτης εκκλησίας. Ιδρύθηκε ως «επισκοπή Βυζαντίου», κατά την παράδοση από τον Απόστολο Ανδρέα[α]. Πρώτος επίσκοπος τοποθετήθηκε από αυτόν ο Στάχυς, ακολουθούμενος από είκοσι τέσσερις άλλους επισκόπους, με τελευταίο τον Άγιο Μητροφάνη.
Η αρχαία πόλη του Βυζαντίου καταστάθηκε αργότερα (331 μ.Χ.) πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο (306-337 μ.Χ.) με το επίσημο όνομα της Νέας Ρώμης, αλλά έμεινε γνωστή ως Κωνσταντινούπολη. Από το μεγαλείο της θέσης της ως «βασιλίδος των πόλεων» και πρωτεύουσας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας κατέστη μια ιδιαίτερα σημαντική αξία του χριστιανικού κόσμου.
Περίοδος των Πατέρων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Πατριάρχης του τέταρτου αιώνα Γρηγόριος ο Θεολόγος, παρείχε ανεκτίμητη υπηρεσία στη Χριστιανική Εκκλησία ενάντια στην πρώτη μεγάλη αίρεση, τον Αρειανισμό. Διαδραμάτισε επίσης βασικό ρόλο στην υιοθέτηση από την Εκκλησία του δόγματος της πλήρους θεότητας του Αγίου Πνεύματος και της ομοουσιότητάς του με τον Πατέρα και τον Υιό.
Σημαντική υπήρξε και η πατριαρχεία του Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Με το ασκητικό ήθος που απέκτησε ως μοναχός στην Αντιόχεια άσκησε δριμύ έλεγχο ενάντια στους αιρετικούς και στηλίτευσε τον προκλητικό βίο των ευγενών στην πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας. Δε δίστασε ακόμα να συγκρουστεί και με τη βασιλική εξουσία όταν αυτό χρειάστηκε.
Σε απάντηση στην ανάγκη για συμφωνία στις δογματικές πεποιθήσεις και λόγω των αυξανόμενων διαφορών σε θέματα εκκλησιαστικής διοίκησης και λειτουργικής πρακτικής, συνεκλήθησαν επτά Οικουμενικές Σύνοδοι από τους Αυτοκράτορες Κωνσταντινουπόλεως. Η προσκόλληση και η απαρέγκλητη αφοσίωση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και των άλλων Πατριαρχών της Ανατολής στις αποφάσεις των Συνόδων έχουν δώσει στην Ορθόδοξη Εκκλησία το προσωνύμιο «Εκκλησία των επτά Οικουμενικών Συνόδων».
Η δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος το 381 μ.Χ. (Κανών Γ') αναγνώρισε την έδρα της Κωνσταντινουπόλεως ως Πατριαρχείο και της έδωσε τη δεύτερη θέση στα πρεσβεία, ενώ η τέταρτη Οικουμενική Σύνοδος της Χαλκηδόνας στα 451 μ.Χ. (Κανών ΚΗ') την κατέστησε ως πρωτόθρονη εκκλησία της ανατολής και της έδωσε τα πρωτεία μετά της Ρώμης και ίσα πρεσβεία με αυτή. Επίσης με την τέταρτη Οικουμενική Σύνοδο, αναγνωρίστηκε στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης η ευρύτατη υπερμητροπολιτική δικαιοδοσία του στις επαρχίες της Ασίας, του Πόντου και της Θράκης.[3]
Το έτος 595 ο Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Ιωάννης ο Νηστευτής χρησιμοποίησε τον όρο «Οικουμενικός Πατριάρχης» και ονομάτισε την έδρα του ως «Οικουμενικό Θρόνο», γεγονός που προκάλεσε αντεγκλήσεις και ανταλλαγή επιστολών με τον Πατριάρχη Ρώμης. Κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου του Πατριαρχείου η δικαιοδοσία του αυξήθηκε βαθμιαία, αν και έμοιαζε μερικές φορές να κηδεμονεύεται από την αυτοκρατορική Αυλή.
Εικονομαχία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Αυτοκράτορες για πολιτικούς λόγους επεδίωξαν περιστασιακά ακόμα και να αλλάξουν τα δόγματα που θεσπίστηκαν από τις Οικουμενικές Συνόδους προκειμένου να εξευμενιστούν πολιτικά επικίνδυνες αιρετικές ομάδες στην ανατολή όπως οι Μονοφυσίτες, οι Νεστοριανοί και οι Μονοθελήτες. Αυτή η τάση των αυτοκρατόρων να επιδιώκουν παρεμβάσεις στην εσωτερική ζωή της Εκκλησίας έφθασε στο αποκορύφωμά της με τη δυναστεία των Ισαύρων, κατά τη διάρκεια της Εικονομαχίας (726 - 843).
Μετά από έναν αιώνα συνεχών αντεγκλήσεων μεταξύ εικονολατρών και εικονοκλαστών, οι εικονολάτρες επεκράτησαν τελικά και οι εικόνες αποκαταστάθηκαν. Η βασική θεολογική στήριξη της εικονολατρικής μερίδας προέρχονταν από δύο κορυφαίους θεολόγους, τον Ιωάννη Δαμασκηνό και τον Θεόδωρο τον Στουδίτη, οι οποίοι διατύπωσαν το επίσημο ορθόδοξο δόγμα για την προσκύνηση των εικόνων. Η αποκατάσταση των εικόνων από την Αυγούστα Θεοδώρα στα 843 τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ως «Κυριακή της Ορθοδοξίας».
Αποτέλεσμα του θριάμβου των απόψεων των Εικονολατρών ήταν να ενισχυθεί σημαντικά η εξουσία των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως, που καθοδηγούσαν συνήθως την προσπάθεια ενάντια στους εικονολάτρες.
Πατριάρχης Φώτιος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Φώτιος Α΄ ο Μέγας, που θεωρείται ο μέγιστος όλων των βυζαντινών πατριαρχών, κατέλαβε τον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης το 858. Ήταν εξαίρετος γνώστης και διδάσκαλος της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας καθώς επίσης και της χριστιανικής θεολογίας.
Είναι ιδιαίτερα γνωστός για τον ρόλο του στον εκχριστιανισμό των σλαβικών λαών. Το 862 απέστειλε ως ιεραποστόλους στους Μοραβούς, μετά από αίτημά τους, τους Θεσσαλονικείς αδελφούς Κύριλλο και Μεθόδιο γνώστες της σλαβικής γλώσσας. Αυτοί χρησιμοποίησαν ως λειτουργική γλώσσα τη σλαβική και μετέφρασαν την ορθόδοξη λειτουργία. Κατ' αυτό τον τρόπο τους προσκόλλησε στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, αντί της Ρώμης, που επιδίωκε επίσης να τους μεταστρέψει στον Χριστιανισμό αλλά δεν θα επέτρεπε η λειτουργία να μεταφραστεί στη σλαβική, βάσει της αρχής των «Τριών Ιερών Γλωσσών».
Ο Φώτιος ήταν επίσης πρώτιστα αρμόδιος για τη μεταστροφή των Βουλγάρων, οι οποίοι ταλαντεύονταν μεταξύ Ρώμης και Κωνσταντινούπολης. Αυτό προκάλεσε ρήξη ανάμεσα στην Ανατολική και Δυτική Εκκλησία λόγω της ανάμιξης της Ρωμαϊκής Εκκλησίας στην οργάνωση της νέας Εκκλησίας της Βουλγαρίας. Ο Πατριάρχης Φώτιος συγκάλεσε Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη το 867 και κατηγόρησε τη Ρωμαϊκή Εκκλησία για δογματικές παρεκκλίσεις σχετικά με την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος.
Το Μεγάλο Σχίσμα του 1054
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Περισσότερα στο Σχίσμα του 1054
Θεολογικές και λειτουργικές διαφορές όξυναν ακόμα περισσότερο τη διχογνωμία μεταξύ των δύο Εκκλησιών ιδιαίτερα μετά τη νορμανδική κατάκτηση της νότιας Ιταλίας, στην οποία κυριαρχούσαν ελληνόφωνοι πληθυσμοί προσκολλημένοι στην Ανατολική Εκκλησία. Αυτήν την περίοδο οι Πάπες προσπαθούν να εκλατινίσουν τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μεγάλης Ελλάδας, γεγονός που οδήγησε στα γεγονότα του 1054, όταν έλαβε χώρα το Σχίσμα μεταξύ των εκκλησιών Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως. Μετά από το μεγάλο Σχίσμα του 1054 το Οικουμενικό Πατριαρχείο προέκυψε ως παγκόσμιο κέντρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ο προκαθήμενός του αναγνωρίστηκε από τους ορθόδοξους ηγέτες ως «πρώτος μεταξύ ίσων».
Λατινική Άλωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι σχέσεις μεταξύ της λατινικής δύσης και του Βυζαντίου χειροτέρευαν, όχι μόνο εκκλησιαστικά αλλά και πολιτικά. Η εχθρότητα αυτή οδήγησε στην πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τον στρατό των Σταυροφόρων. Η έδρα του Πατριαρχείου μεταφέρθηκε προσωρινά στη μικρασιατική Νίκαια της Βιθυνίας, καθώς εκεί είχε δημιουργηθεί η Αυτοκρατορία της Νίκαιας. Στην Κωνσταντινούπολη ιδρύθηκε Λατινικό Πατριαρχείο.
Το 1261, μετά από πενήντα επτά έτη λατινικής κατοχής, οι Βυζαντινοί της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας ανέκτησαν την Κωνσταντινούπολη, υπό τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο και η έδρα του Πατριαρχείου επανήλθε στο παραδοσιακό κέντρο του.
Οθωμανική Κυριαρχία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1453, η διαδικασία της προσαύξησης της δύναμης του Οικουμενικού Πατριάρχη επιταχύνεται. Ο Σουλτάνος ανέλαβε τον ρόλο του Βυζαντινού Αυτοκράτορα και επένδυσε την εξουσία του με το κύρος του. Από τον Σουλτάνο Μωάμεθ τον Πορθητή ο πρώτος Πατριάρχης μετά την Άλωση Γεννάδιος Σχολάριος κατόρθωσε να εξασφαλίσει σημαντικές παραχωρήσεις για την Εκκλησία. Στον Πατριάρχη δόθηκε εξουσία όχι μόνο θρησκευτική αλλά και πολιτική ως ανώτατη αρχή όλων των ορθόδοξων λαών των υποκείμενων στους Τούρκους, συμπεριλαμβανομένων Σέρβων, Βουλγάρων, Αλβανών και Ελλήνων[4]. Έτσι, η ανασύσταση του Πατριαρχείου ήταν προϊόν της επιθυμίας για ενσωμάτωση των υπόδουλων χριστιανικών πληθυσμών εκ μέρους των Τούρκων.
Πολύ νωρίς πάντως ετέθησαν σε αμφισβήτηση τα προνόμια του Πατριαρχείου-γύρω στα 1470- όταν κλήθηκε ο Γεννάδιος να εξηγήσει αν ο Χριστιανισμός ήταν μονοθεϊστική θρησκεία ή όχι και επομένως αν σε τελική ανάλυση δικαιούνταν οι χριστιανοί να έχουν αυτά τα προνόμια βάσει του μουσουλμανικού δικαίου προς τους λαούς της Βίβλου. Το 1474 το Πατριαρχείο εκδήλωσε την πρωτοβουλία να πληρώνει φόρο στο οθωμανικό δημόσιο, φόρο τον οποίο θα ήταν υποχρεωμένο να εισπράττει. Η τελευταία αυτή πρωτοβουλία ήταν προϊόν επιθυμίας αγκίστρωσης του Πατριαρχείου από το οθωμανικό δημόσιο και καλύτερης κατοχύρωσης της θέσης του έναντι των Οθωμανών. Πάντως προς την κατεύθυνση αυτή είχε αρχίσει να κινείται και ο Γεννάδιος όταν κατέβαλε χρηματικό ποσό στον Τούρκο δυνάστη ως ανταπόδοση για την παραχώρηση σε σε εκείνον ενός αξιώματος.[5]
Το Πατριαρχείο συνέβαλε στη συντήρηση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς μαζί με την ορθόδοξη λειτουργική και εκκλησιαστική παράδοση. Όταν ξέσπασε τελικά η ελληνική Επανάσταση το 1821 ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε', υπό την απειλή γενικής σφαγής των χριστιανών της Κωνσταντινούπολης, αναγκάστηκε να αφορίσει τους επαναστάτες.[6] Παρά την ενέργειά του αυτή, την ημέρα του Πάσχα του 1821 απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχικού Οίκου, η οποία από τότε παραμένει σφραγισμένη.
Ως οθωμανικός φορολογικός μηχανισμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη σύγχρονη (αρχές 21ου αιώνα) ιστορική άποψη, ο Πατριάρχης εθεωρείτο από το Οθωμανικό κράτος ως ιδιοκτήτης μιας φορολογητέας ύλης (iltizam), την οποία αποκτούσε μέσω ενός εγγράφου διορισμού, του βερατίου. Το φορολογικό σύστημα της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν έχει ακόμα πλήρως διερευνηθεί. Μέχρι τα τέλη του 16ου αιώνα φαίνεται ότι ίσχυε το εξής: Ο Πατριάρχης διοριζόταν αφού πλήρωνε τον φόρο τον λεγόμενο peşkeş (πεσκέσι = δώρο). Αυτός ο φόρος φαίνεται ότι καθιερώθηκε γύρω στο 1465 και αρχικά ήταν 5.000 χρυσά (φλουριά). Επίσης ο Πατριάρχης υποσχόταν να πληρώνει ετησίως τον φόρο haraç (χαράτσι). Μετά από αυτά, με σουλτανικό βεράτιο ο Πατριάρχης λάμβανε την άδεια να λειτουργεί ως αξιωματούχος του δημοσίου. Σύμφωνα με ελληνικές πηγές, το χαράτσι καθιερώθηκε το 1474 και αρχικά ήταν 2.000 χρυσά νομίσματα.[7]
Η Μητέρα Εκκλησία και τα αυτοκέφαλα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η δημιουργία ανεξαρτήτων εθνικών κρατών στον χώρο της Βαλκανικής είχε ως συνέπεια τη δημιουργία αυτοκεφάλων τοπικών Εκκλησιών. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο παρεχώρησε δια της κανονικής οδού το αυτοκέφαλο στις Εκκλησίες των νέων κρατών της Βαλκανικής.
Η ευρυτάτη δικαιοδοσία της Κωνσταντινουπόλεως άρχισε σταδιακά να μειώνεται με την παραχώρηση της αυτοκεφάλου αξίας στις τοπικές Εκκλησίες: στην Εκκλησία της Ρωσίας (1448), στην Εκκλησία της Ελλάδος (1850), στην Εκκλησία της Σερβίας (1879), στην Εκκλησία της Ρουμανίας (1885), στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας (1937) και στην Εκκλησία της Βουλγαρίας (1945).
Πορεία στον 20ό αιώνα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σοβαρότερη ήταν η συρρίκνωση της δικαιοδοσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που προέκυψε μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή και την επακόλουθη ανταλλαγή πληθυσμών.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι ένα από τα πιο ενεργά κέντρα της σύγχρονης οικουμενικής κίνησης. Από το 1902, πήρε την πρωτοβουλία πρόσκλησης όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών προκειμένου να υιοθετήσουν ενιαία στάση στην πιθανότητα επανέναρξης του διαλόγου με τους άλλους χριστιανικούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Εκκλησίας της Ρώμης, της Αγγλικανικής Εκκλησίας και άλλων προτεσταντικών ομολογιών.
Αυτή η τοποθέτηση κατέληξε στην ιστορική Εγκύκλιο του 1920 που εστάλη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε όλες τις Χριστιανικές Εκκλησίες και καλούσε τους ηγέτες τους να καθιερώσουν στενότερη συνεργασία. Σκοπός αυτής της εγκυκλίου ήταν να προωθηθεί ο στόχος της ενότητας των Εκκλησιών με τη δημιουργία ενός οργανισμού αποκαλούμενου Κοινωνία των Εκκλησιών του Χριστού, στα πρότυπα της Κοινωνίας των Εθνών. Γενικά αναγνωρίζεται ότι η Εγκύκλιος του 1920 αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες που οδήγησαν αργότερα στη δημιουργία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών το 1948.
Το Πατριαρχείο σήμερα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο άγιος Απόστολος Ανδρέας θεωρείται ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως (τότε Βυζαντίου), ενώ ο σημερινός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, είναι ο 270ος στη σειρά διαδοχής. Έδρα του Πατριαρχείου είναι ο Πατριαρχικός Οίκος του Φαναρίου, όπου βρίσκεται και ο Πατριαρχικός ναός του Αγίου Γεωργίου (1599). Το Πατριαρχείο διοικείται από τη δωδεκαμελή Ενδημούσα Ιερά Πατριαρχική Σύνοδο υπό την προεδρία του Πατριάρχη.
Στην Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως σήμερα ανήκουν 37 Κοινότητες, 46 Ενοριακοί ναοί (4 από τους οποίους κατέχονται από το λεγόμενο «τουρκορθόδοξο πατριαρχείο»), 5 Κοιμητηριακοί ναοί, 10 Πατριαρχικές και Σταυροπηγιακές Μονές, 6 Προσκυνήματα, 8 Φιλόπτωχες Αδελφότητες, 6 Ιδρύματα (το Νοσοκομείο, το Γηροκομείο και το Ψυχιατρείο στο Βαλουκλή, το Ορφανοτροφείο Πριγκήπου, η Θερινή Στέγη Εργαζομένων νεανίδων και η Παιδόπολις της Ι. Μονής Μεταμορφώσεως Χριστού Πρώτης) και 14 Σύνδεσμοι, μεταξύ των οποίων 3 μορφωτικοί, 2 αθλητικοί και 1 θεατρικός.
Αγία και Ιερά Σύνοδος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι υποθέσεις του Πατριαρχείου διενεργούνται από την Ιερά Σύνοδο, υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη. Η Σύνοδος υπήρχε από κάποιο χρονικό διάστημα πριν από τον 4ο αιώνα και βοηθά τον πατριάρχη να καθορίζει τις υποθέσεις των περιουσιών που υπάγονται στη δικαιοδοσία του.
Η Σύνοδος αναπτύχθηκε για πρώτη φορά, αποτελούμενη από τον πατριάρχη, τους τοπικούς επισκόπους και όλους τους ορθόδοξους επισκόπους που επισκέπτονταν στην αυτοκρατορική πρωτεύουσα της Κωνσταντινούπολης. Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, η Σύνοδος περιορίστηκε στους επισκόπους του πατριαρχείου.
Αυτή τη στιγμή και μετά την τακτική ανασυγκρότησή της[8], την Σύνοδο αποτελούν για την περίοδο 01.09.2024 έως 28.02.2025, υπό την προεδρία του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, οι παρακάτω Ιεράρχες[9]:
- Αγκύρας Ιερεμίας
- Καναδά Σωτήριος
- Ανέων Μακάριος
- Λαοδικείας Θεοδώρητος
- Γορτύνης και Αρκαδίας Μακάριος
- Βελγίου Αθηναγόρας
- Κυδωνίας και Αποκορώνου Δαμασκηνός
- Κώου και Νισύρου Ναθαναήλ
- Κυδωνιών Αθηναγόρας
- Σικάγου Ναθαναήλ
- Ιρλανδίας Ιάκωβος
- Σελευκείας Θεόδωρος
Εκκλησιαστική Δικαιοδοσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Οικουμενικό Πατριαρχείο εκτός από την Αρχιεπισκοπή της Κωνσταντινούπολης έχει επαρχίες στην Τουρκία, στην Ευρώπη, στην Ασία, στην Αμερική και στην Ωκεανία.
Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Α΄ Περιφέρεια Σταυροδρομίου
- Β΄ Περιφέρεια Ταταούλων
- Γ΄ Περιφέρεια Βοσπόρου
- Δ΄ Περιφέρεια Υψωμαθείων
- Ε΄ Περιφέρεια Φαναρίου – Κερατίου Κόλπου
Ιερές Μητροπόλεις στην Τουρκία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- η Ιερά Μητρόπολις Χαλκηδόνος με έδρα τη Χαλκηδόνα,
- η Ιερά Μητρόπολις Δέρκων με έδρα τα Θεραπειά,
- η Ιερά Μητρόπολις Πριγκηποννήσων με έδρα την Πρίγκηπο,
- η Ιερά Μητρόπολις Ίμβρου και Τενέδου με έδρα την Παναγία Ίμβρου,
- η Ιερά Μητρόπολις Πισιδίας με έδρα την Αττάλεια,
- η Ιερά Μητρόπολη Σηλυβρίας με έδρα τη Σηλυβρία,
- η Ιερά Μητρόπολις Αδριανουπόλεως με έδρα την Αδριανούπολη,
- η Ιερά Μητρόπολις Σμύρνης με έδρα τη Σμύρνη και
- η Ιερά Μητρόπολις Προύσης με έδρα την Τρίγλια.
Ιερές Μητροπόλεις στην Ελλάδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- η Ημιαυτόνομη Εκκλησία της Κρήτης
- η Αρχιεπισκοπή Κρήτης με έδρα το Ηράκλειο
- η Μητρόπολη Γορτύνης και Αρκαδίας με έδρα τις Μοίρες,
- η Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου με έδρα το Ρέθυμνο,
- η Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου με έδρα τα Χανιά,
- η Μητρόπολη Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων με έδρα το Σπήλι,
- η Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας με έδρα την Ιεράπετρα,
- η Μητρόπολη Πέτρας και Χερρονήσου με έδρα τη Νεάπολη,
- η Μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου με έδρα τον Κίσαμο και
- η Μητρόπολη Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου με έδρα το Αρκαλοχώρι.
- οι Ιερές Μητροπόλεις Δωδεκανήσου:
- η Μητρόπολη Ρόδου με έδρα τη Ρόδο,
- η Μητρόπολη Κώου και Νισύρου με έδρα την Κω,
- η Μητρόπολη Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας με έδρα τη Λέρο,
- η Μητρόπολη Καρπάθου και Κάσου με έδρα το Απέριο Καρπάθου και
- η Μητρόπολη Σύμης, Τήλου, Χάλκης και Καστελλορίζου με έδρα τη Σύμη.
- οι Ιερές Μητροπόλεις «Νέων Χωρών» (Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη, Νησιά Βορείου Αιγαίου), οι οποίες με τον Πατριαρχικό και Συνοδικό Τόμο της 4ης Σεπτεμβρίου του 1928 αποφασίσθηκε να διοικούνται από την Εκκλησία της Ελλάδος:
- η Μητρόπολη Αλεξανδρουπόλεως, Τραϊανουπόλεως και Σαμοθράκης με έδρα την Αλεξανδρούπολη,
- η Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας με έδρα τη Βέροια,
- η Μητρόπολη Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου με έδρα τη Γουμένισσα,
- η Μητρόπολη Γρεβενών με έδρα τα Γρεβενά,
- η Μητρόπολη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου με έδρα το Διδυμότειχο,
- η Μητρόπολη Δράμας με έδρα τη Δράμα,
- η Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης με έδρα το Δελβινάκι,
- η Μητρόπολη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας με έδρα την Έδεσσα,
- η Μητρόπολη Ελασσώνος με έδρα την Ελασσώνα,
- η Μητρόπολη Ελευθερουπόλεως με έδρα την Ελευθερούπολη,
- η Μητρόπολη Ζιχνών και Νευροκοπίου με έδρα τη Νέα Ζίχνη,
- η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης με έδρα τη Θεσσαλονίκη,
- η Μητρόπολη Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου με έδρα την Αρναία,
- η Μητρόπολη Ιωαννίνων με έδρα τα Ιωάννινα,
- η Μητρόπολη Κασσανδρείας με έδρα τον Πολύγυρο,
- η Μητρόπολη Καστορίας με έδρα την Καστοριά,
- η Μητρόπολη Κίτρους, Κατερίνης και Πλαταμώνος με έδρα την Κατερίνη,
- η Μητρόπολη Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης με έδρα τον Λαγκαδά,
- η Μητρόπολη Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου με έδρα τη Μύρινα,
- η Μητρόπολη Μαρωνείας και Κομοτηνής με έδρα την Κομοτηνή,
- η Μητρόπολη Μηθύμνης με έδρα την Καλλονή,
- η Μητρόπολη Μυτιλήνης, Ερεσσού και Πλωμαρίου με έδρα τη Μυτιλήνη,
- η Μητρόπολη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως με έδρα τη Νεάπολη Θεσσαλονίκης,
- η Μητρόπολη Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς με έδρα την Καλαμαριά,
- η Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης με έδρα την Πρέβεζα,
- η Μητρόπολη Ξάνθης και Περιθεωρίου με έδρα την Ξάνθη,
- η Μητρόπολη Παραμυθίας, Φιλιατών, Γηρομερίου και Πάργας με έδρα την Παραμυθιά,
- η Μητρόπολη Πολυανής και Κιλκισίου με έδρα το Κιλκίς,
- η Μητρόπολη Σάμου, Ικαρίας και Κορσεών με έδρα τη Σάμο,
- η Μητρόπολη Σερβίων και Κοζάνης με έδρα την Κοζάνη,
- η Μητρόπολη Σερρών και Νιγρίτης με έδρα τις Σέρρες,
- η Μητρόπολη Σιδηροκάστρου με έδρα το Σιδηρόκαστρο,
- η Μητρόπολη Σισανίου και Σιατίστης με έδρα τη Σιάτιστα,
- η Μητρόπολη Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου με έδρα την Καβάλα,
- η Μητρόπολη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας με έδρα τη Φλώρινα και
- η Μητρόπολη Χίου, Ψαρών και Οινουσών με έδρα τη Χίο.
Επαρχίες του Οικουμενικού Θρόνου στην Ευρώπη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- η Αρχιεπισκοπή Θυατείρων και Μεγάλης Βρεταννίας με έδρα το Λονδίνο,
- η Μητρόπολη Γαλλίας με έδρα το Παρίσι,
- η Μητρόπολη Γερμανίας με έδρα τη Βόννη,
- η Μητρόπολη Αυστρίας με έδρα τη Βιέννη,
- η Μητρόπολη Σουηδίας και πάσης Σκανδιναυΐας με έδρα τη Στοκχόλμη,
- η Μητρόπολη Βελγίου με έδρα τις Βρυξέλλες,
- η Μητρόπολη Ελβετίας με έδρα το Σαμπεζύ της Γενεύης,
- η Μητρόπολη Ιταλίας με έδρα τη Βενετία,
- η Μητρόπολη Ισπανίας και Πορτογαλίας με έδρα τη Μαδρίτη,
- η Μητρόπολη Ιρλανδίας με έδρα το Δουβλίνο
Επαρχίες του Οικουμενικού Θρόνου στην Αμερική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- η Αρχιεπισκοπή Αμερικής με έδρα τη Νέα Υόρκη,[10]
- η Μητρόπολη Σικάγου με έδρα το Σικάγο,
- η Μητρόπολη Πιττσβούργου με έδρα το Πίτσμπουργκ,
- η Μητρόπολη Βοστώνης με έδρα τη Βοστώνη,
- η Μητρόπολη Ντένβερ με έδρα το Ντένβερ,
- η Μητρόπολη Ατλάντας με έδρα την Ατλάντα,
- η Μητρόπολη Ντιτρόιτ με έδρα το Ντητρόιτ,
- η Μητρόπολη Αγίου Φραγκίσκου με έδρα το Σαν Φρανσίσκο και
- η Μητρόπολη Νέας Ιερσέης με έδρα το Νιου Τζέρσι.
- η Αρχιεπισκοπή Καναδά με έδρα το Τορόντο,
- η Μητρόπολη Μπουένος Άιρες με έδρα το Μπουένος Άιρες,
- η Μητρόπολη Μεξικού με έδρα την Πόλη του Μεξικού,
Επαρχίες του Οικουμενικού Θρόνου στην Ασία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- η Μητρόπολη Χονγκ Κονγκ με έδρα το Χονγκ Κονγκ,
- η Μητρόπολη Κορέας με έδρα τη Σεούλ,
- η Μητρόπολη Σιγκαπούρης με έδρα τη Σιγκαπούρη,
Επαρχίες του Οικουμενικού Θρόνου στην Ωκεανία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- η Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας με έδρα το Σύδνεϋ,
- η Επισκοπή Μελβούρνης με έδρα τη Μελβούρνη,
- η Επισκοπή Πέρθης με έδρα το Περθ,
- η Επισκοπή Αδελαΐδος με έδρα την Αδελαΐδα,
- η Επισκοπή Βρισβάνης με έδρα το Μπρίσμπεϊν,
- η Επισκοπή Χώρας με έδρα το Νόρθκοτ και
- η Επισκοπή Καμπέρας και Τασμανίας με έδρα τη Καμπέρα.
- η Μητρόπολη Νέας Ζηλανδίας με έδρα το Ουέλλιγκτον,
Αυτόνομες Εκκλησίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ορθόδοξη Εκκλησία της Φινλανδίας με έδρα το Κουόπιο και
- Ορθόδοξη Εκκλησία της Εσθονίας με έδρα το Τάλιν.
Στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου ανήκουν ακόμη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- η Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία του Αγίου Όρους Άθω,
- η Πατριαρχική Εξαρχία Πάτμου, με τη Βασιλική, Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Κοινοβιακή Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου με όλες τις άλλες Μονές, Ενοριακούς ναούς, παρεκκλήσια και προσκυνήματα της Ιεράς Νήσου Πάτμου, των Λειψών, του Αγαθονησίου, των Αρκιών, των Λεβίθων, της Κινάρου και των υπολοίπων νησίδων,
- η Πατριαρχική Εξαρχία Μελίτης με έδρα την Βαλέτα,
- η Πατριαρχική Εξαρχία Λιθουανίας με έδρα το Βίλνιους,
- η Σταυροπηγιακή Πατριαρχική Μονή Αγίας Αναστασίας Φαρμακολυτρίας Χαλκιδικής,
- η Σταυροπηγιακή Πατριαρχική Μονή Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη,
- η Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ Αγγλίας,
- η Σταυροπηγιακή Μονή Εισοδίων της Θεοτόκου στην Αλαμπάμα Η.Π.Α.,
- η Σταυροπηγιακή Πατριαρχική Μονή Οσίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου στην Αστόρια Νέας Υόρκης Η.Π.Α.
- ο Σταυροπηγιακός Ναός του Αγίου Ανδρέα στο Κίεβο της Ουκρανίας
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο διατηρεί επίσης εκτός Κωνσταντινουπόλεως τα παρακάτω Ιδρύματα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- το Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, στη Μονή Βλατάδων Θεσσαλονίκης,
- το Ορθόδοξο Κέντρο, στο Σαμπεζύ (Chambesy) της Γενεύης,
- το Ίδρυμα Ορθοδόξου Ιεραποστολής Άπω Ανατολής, στην Αθήνα,
- το Ινστιτούτο Μεταπτυχιακών σπουδών Ορθοδόξου Θεολογίας, στο Σαμπεζύ (Chambesy) Γενεύης,
- το Ορθοδόξο Ίνστιτούτο «Πατριάρχης Ἀθηναγόρας» στο Μπέρκλεϊ (Berkeley) Καλιφορνίας,
- το Ίδρυμα Υποστηρίξεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στην Αθήνα,
- τη μη Κυβερνητική Οργάνωση Oecumenica,
- τη μη Κυβερνητική Οργάνωση ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ,
- την Ορθόδοξο Ακαδημία Κρήτης.
Επίσης διατηρεί στο εξωτερικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- τη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στην έδρα του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών στη Γενεύη,
- τη Γραμματεία Προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Σαμπεζύ (Chambesy) της Γενεύης,
- την Αδελφότητα Οφφικιάλων της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας «Παναγία η Παμμακάριστος» στην Αθήνα,
- το Γραφείο της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις Βρυξέλλες, και
- το Γραφείο Εκπροσωπήσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Αθήνα.
Συνοδικές Επιτροπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Εφορεία Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Χάλκη
- Νομικό Συμβούλιο
- Κανονική Επιτροπή
- Επιτροπή επί των Διορθοδόξων Ζητημάτων
- Επιτροπή επί των Επαρχιών του Θρόνου στο Εξωτερικό
- Επιτροπή επί των Ιδρυμάτων του Θρόνου στο Εξωτερικό
- Επιτροπή επί των Διαχριστιανικών και Διαθρησκειακών Διαλόγων
- Επιτροπή επί του Διαλόγου μετά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας
- Επιτροπή επί των Θεολογικών Μελετών
- Επιτροπή επί του Αγίου Όρους
- Οικονομική Επιτροπή
- Εξελεγκτική Επιτροπή
- Επιτροπή επί της έκδοσης της Επετηρίδος και του Περιοδικού ‘ΟΡΘΟΔΟΞΊΑ’
- Επιτροπή επί της Πνευματικής Διακονίας
- Επιτροπή Μοναστηρίων και Αγιασμάτων
- Επιτροπή επί της Ανακαινίσεως, Εξωραϊσμού και Συντηρήσεως του Πατριαρχικού Ναού και Οίκου
- Επιτροπή επί του Πατριαρχικού Αρχειοφυλακίου-Βιβλιοθηκών
- Επιτροπή επί του Σκευοφυλακίου-Μυροφυλακίου
- Επιτροπή επί της Θείας Λατρείας και επί του Κανονίου
- Επιτροπή επί των Ευρωπαϊκών Θεμάτων
- Επιτροπή επί των Συντάξεων-Νοσηλείων
- Επιτροπή επί της αξιοποιήσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας
- Επιτροπή επί της Βιοηθικής
- Συνοδικό Γραφείο
- Ιδιαίτερο Πατριαρχικό Γραφείο
- Α΄ Πατριαρχικό Γραφείο
Μεγάλη Πρωτοσυγκελλία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Μεγάλη Πρωτοσυγκελλία
- Μεγάλη Αρχιδιακονία
- Πατριαρχική Κεντρική Εκκλησιαστική Επιτροπή
- Τμήμα Θρησκευτικών Πράξεων
- Τουρκικό Γραφείο
- Πατριαρχικό Αρχειοφυλάκιο
- Πατριαρχική Βιβλιοθήκη
- Γραφείο Τύπου και Επικοινωνίας
- Πατριαρχικός Ναός
- Λοιπές Υπηρεσίες (Τεχνικό Γραφείο, Τηλεφωνικό Κέντρο, Τροφοδοσία)
- Λογιστήριο και Ταμείο
Βλέπε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Υποσημειώσεις και παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Υποσημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Είναι ισχυρή η άποψη ότι η παράδοση της ίδρυσης της Εκκλησίας του Βυζαντίου από τον Απόστολο Ανδρέα ήρθε ως απάντηση στις αυξημένες απαιτήσεις πρωτείου της Εκκλησίας της Ρώμης, τις οποίες βάσιζε στην ίδρυσή της από τον Απόστολο Πέτρο, αδελφό του Ανδρέα, και πως αυτή η παράδοση πήρε την οριστική της μορφή μόλις στα τέλη του 6ου-αρχές του 7ου αιώνα[2].
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Μήνυμα τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου πρός τόν Εὐσεβῆ Οὐκρανικόν Λαόν ἐπί τῇ 1025ῃ Ἐπειτείῳ ἀπό τοῦ Βαπτίσματος τῶν Ρώς τοῦ Κιέβου ec-patr.org
- ↑ Rapp, Claudia (2021). «The Early Patriarchate (325–726)». A Companion to the Patriarchate of Constantinople (Leiden-Boston): 5. ISBN 978-90-04-42443-2.
- ↑ Φειδάς, Βλάσιος. ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄ - Από την Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση. Αθήνα: ΒΛΑΣΙΟΣ ΙΩ. ΦΕΙΔΑΣ. σελ. 825.
- ↑ Ιωάννης Α. Μελισσείδης, "Η Επιβίωση, Οδοιπορικό σε χρόνους μετά την Άλωση της Βασιλεύουσας (1453-1605 περίπου)", επιμ. Πουλχερία Ζαβολέα Μελισσείδη, σελ. 21-30, 1η έκδ., Εκδόσεις Βεργίνα, Αθήνα 2010, ISBN 9608280079
- ↑ Δημήτρης Αποστολόπουλος, «Η ποικίλη δράση των στοχαστικών προσαρμογών. Μια αποτίμηση,είκοσι περίπου χρόνια μετά την Άλωση», Πανεπιστήμιο Κρήτης-τμ.Ιστορίας και Αρχαιολογίας, 1453 Η άλωση της Κωνσταντινούπολης και η μετάβαση από τους μεσαιωνικούς στους νεώτερους χρόνους, επιστημ. επιμ. Τόνια Κιουσοπούλου, εκδ.Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2005, σελ.62-64
- ↑ Κανδηλώρος, Τάκης (1909). Ιστορία του εθνομάρτυρος Γρηγορίου Ε΄. σελίδες 219–220.
- ↑ Kotzageorgis Phokion P., "About the fiscal status of the Greek Orthodox Church in the 17th century", Turcica, 40 (2008) σ. 67 - 68.
- ↑ «Ανασυγκρότηση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου». Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ανακτήθηκε στις 2 Μαρτίου 2024.
- ↑ «Ανασυγκρότηση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου». Οικουμενικό Πατριαρχείο. 1 Σεπτεμβρίου 2024. Ανακτήθηκε στις 1 Σεπτεμβρίου 2024.
- ↑ Στο Οικουμενικό Πατριαρχείο μέσω της Αρχιεπισκοπής Αμερικής υπάγονται ακόμη: 1) Οι υπό το Οικουμενικό Πατριαρχείο Ουκρανοί της Διασποράς και 2) Οι υπό το Οικουμενικό Πατριαρχείο Καρπαθορώσσοι των Η.Π.Α.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Δημήτρης Αποστολόπουλος, «Η ποικίλη δράση των στοχαστικών προσαρμογών. Μια αποτίμηση,είκοσι περίπου χρόνια μετά την Άλωση», Πανεπιστήμιο Κρήτης-τμ.Ιστορίας και Αρχαιολογίας, 1453 Η άλωση της Κωνσταντινουπόλης και η μετάβαση από τους μεσαιωνικούς στους νεώτερους χρόνους, επιστημ. επιμ. Τόνια Κιουσοπούλου, εκδ.Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης,Ηράκλειο 2005, σελ.61-71
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ιερώνυμος Μητροπολίτης Ροδοπόλεως, Φαναριώται, (Με την ευγενική συνεργασία του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως), Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήναι 2002, ISBN 9604608495, KA 22431 (ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ)
- Δημήτρης Σταματόπουλος, Μεταρρύθμιση και εκκοσμίκευση. Προς μια ανασύνθεση της ιστορίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον 19ο αιώνα, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2003
- Επιστημονική διημερίδα: Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η οικονομία του Γένους-εισηγήσεις, εκδ. Αδελφότης Οφφικιάλων του Οικουμενικού Πατριαρχείου Παναγία η Παμμακάριστος, Αθήνα, 2007
- Γεώργιος Σπυρίδων Μάμαλος, Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως κατά την περίοδο 1918-1972. Διεθνής πολιτική και οικουμενικός προσανατολισμός, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα, 2011
- Γιώργος Ιατρού, Η θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην εκκλησιαστική, την ελληνική και τη διεθνή έννομη τάξη, εκδ. Σάκκουλας, Αθήνα, 2011
- Νικόλαος Σ. Ακριτίδης, Η ιστορική γεωγραφία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εκδ. Σταμούλης Αθήνα,2009
- Γεώργιος Διακοφωτάκης, Το Οικουμενικό Πατριαρχείο μετά τη Λωζάννη. Ζητήματα θρησκευτικής ελευθερίας, εκδ. Σάκκουλας,Αθήνα, 2007
- Βασίλειος Θ.Σταυρίδης, Ο Συνοδικός Θεσμός εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1986
- Θεοχάρης Μιχ. Προβατάκης, Η Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη και ο Πατριαρχικός Οίκος, εκδ. Αρσενίδη, ISBN 9602530146, Αθήνα 1992 (ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, Ελληνική Εθνική Βιβλιογραφία 1992)
- Ιωάννης Α. Μελισσείδης, Η Επιβίωση, Οδοιπορικό σε χρόνους μετά την Άλωση της Βασιλεύουσας (1453-1605 περίπου), επιμ. Πουλχερία Ζαβολέα Μελισσείδη, έκδ.1η, Εκδ.Βεργίνα, ISBN 9608280079, Αθήνα 2010 (ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, Ελληνική Εθνική Βιβλιογραφία 9217/10, Regesta Imperii κ.ά.)
- Ακριτίδης, Νικόλαος Σ. Η εκκλησιαστική γεωγραφία του Οικουμενικού Πατριαρχείου: από τον 9ο αιώνα μέχρι το 1453, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ). Σχολή Θεολογική. Τμήμα Θεολογίας, 2003
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Επίσημος ιστότοπος
- Μητροπολίτου Σάρδεων Μαξίμου Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ