Πατριάρχης Άνθιμος ΣΤ΄
Πατριάρχης Άνθιμος ΣΤ΄ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1782 (περίπου)[1] Κούταλη |
Θάνατος | 7 Δεκεμβρίου 1877 |
Χώρα πολιτογράφησης | Οθωμανική Αυτοκρατορία |
Θρησκεία | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ορθόδοξος ιερέας |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Άνθιμος ΣΤ΄ (κατά κόσμον Ιωαννίδης) διετέλεσε Οικουμενικός Πατριάρχης τρεις φορές.
Ονομαζόταν και Κουταλιανός, προσωνύμιο που πήρε από την ιδιαίτερη πατρίδα του, το νησί Κούταλη της Προποντίδας της Μικράς Ασίας. Μόνασε για αρκετό χρόνο στη Μονή Εσφιγμένου στο Άγιο Όρος. Αργότερα έγινε Πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης Δέρκων[2]. Τον Νοέμβριο του 1829 εξελέγη Μητροπολίτης Σερρών, το 1833 Μητροπολίτης Προύσης και το 1837 Μητροπολίτης Εφέσου. Περιγράφεται ως άνθρωπος μορφωμένος, ικανός και δραστήριος, αλλά και πονηρός και ακραία φιλοχρήματος[2] και αδιάφορος για την παιδεία του ποιμνίου του[3]. Στις Σέρρες δεν άφησε καλές αναμνήσεις, και μάλιστα θεωρήθηκε υπεύθυνος για την διάλυση των εκεί σχολείων[4].
Εξελέγη για πρώτη φορά Πατριάρχης στις 4 Δεκεμβρίου 1845, μία εβδομάδα μετά τον θάνατο του Μελετίου Γ΄, και επαύθη στις 18 Οκτωβρίου 1848. Οκτώ ημέρες μετά τον θάνατο του Γερμανού Δ΄[5] επανεξελέγη Πατριάρχης στις 24 Σεπτεμβρίου 1853[6] και επαύθη εκ νέου στις 21 Σεπτεμβρίου του 1855. Σε μεγάλη πλέον ηλικία επανεξελέγη στις 5 Σεπτεμβρίου 1871 και παραιτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 1873.
Κατά την Πατριαρχία του ανασυστήθηκε η Αρχιεπισκοπή Πωγωνιανής και καταδικάστηκε η χρήση τετραφωνίας στην εκκλησιαστική μουσική[7]. Ψύχρανε τις σχέσεις του Πατριαρχείου, τόσο με τις σλαβικές Εκκλησίες, όσο και με το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και η πολιτική του στο θέμα της Βουλγαρικής Εκκλησίας χαρακτηρίζεται άφρων, καθώς αρχικά συλλειτουργούσε με καθαιρεμένους Βούλγαρους αρχιερείς, κατόπιν τους καταδίκασε και στο τέλος συγκάλεσε Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη για να καταδικαστεί ο βουλγαρικός κλήρος και λαός[8]. Επί των ημερών του ανετέθη στο Πατριαρχείο και η επίλυση της διένεξης μεταξύ Ελλήνων και Αρμενίων για το σπήλαιο της Βηθλεέμ[9]. Το 1872 επικύρωσε απόφαση της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, με βάση την οποία εξέπιπτε του θρόνου ο Πατριάρχης Κύριλλος Β΄[10].
Μετά την τελευταία του παραίτηση από τον Οικουμενικό Θρόνο, αποσύρθηκε στο χωριό Κανδηλί του Βοσπόρου, όπου και πέθανε στις αρχές του 1878. Ετάφη στο προαύλιο του ναού της Μεταμορφώσεως στο Κανδηλί.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Faceted Application of Subject Terminology. 1598849. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 2,0 2,1 Μανουήλ Γεδεών, σελ. 697.
- ↑ Χαμχούγιας 2006, σελ. 34.
- ↑ Χαμχούγιας 2006, σελ. 33.
- ↑ Μανουήλ Γεδεών, σελ. 699.
- ↑ Καλλίφρων, Βασίλειος Δ. (1867). Εκκλησιαστικά ή Εκκλησιαστικόν Δελτίον. Κωνσταντινούπολη. σελ. 149.
- ↑ Μανουήλ Γεδεών, σελ. 698.
- ↑ Μανουήλ Γεδεών, σελ. 705.
- ↑ Κ. Δελικάνης, Πατριαρχικά Έγγραφα Β´, 530
- ↑ «Υπόμνημα της Ιεραρχίας του Ιεροσολυμιτικού Πατριαρχείου». Γρηγόριος ο Παλαμάς ΜΘ: 680. Ιανουάριος 1920. http://digital.lib.auth.gr/record/139966/files/5076_1.pdf. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2022.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Γεδεών, Μανουήλ (1885). Πατριαρχικοί Πίνακες: Ειδήσεις ιστορικαί βιογραφικαί περί των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως: από Ανδρέου του Πρωτοκλήτου μέχρις Ιωακείμ Γ' του από Θεσσαλονίκης, 36-1884. Κωνσταντινούπολη: Lorenz & Keil.
- «Άνθιμος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ο Στ´». Ιερά Μονή Εσφιγμένου Αγίου Όρους. Ανακτήθηκε στις 22 Ιουλίου 2022.
- Χαμχούγιας, Χρήστος (2006). Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ΣΤ' ο Φουρτουνιάδης εν μέσω εθνικών και εθνοφυλετικών ανταγωνισμών, διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Θεολογική Σχολή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας.