Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ιωάσαφ Α΄ Κόκκας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιωάσαφ Α΄ Κόκκας
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
᾿Ιωάσαφ ὁ Α´ Κό(κ)κας (Κούσας) (Ελληνικά)
Γέννηση15ος αιώνας
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΟικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ο Ιωάσαφ Α΄ (κατά κόσμον Αντώνιος Κόκκας[1]) διετέλεσε Οικουμενικός Πατριάρχης μεταξύ των ετών 1465 και 1466.

Είχε λατινική καταγωγή[1]. Πατριάρχευσε σε κρίσιμη εποχή και προκάλεσε αντιδράσεις. Συγκρούστηκε με τον Τραπεζούντιο Γεώργιο Αμιρούτζη ή Αμοιρούτζη, ισχυρό παράγοντα της Υψηλής Πύλης, καθώς αρνήθηκε να ευλογήσει παράνομο γάμο του, ενώ ήταν ήδη έγγαμος, με τη χήρα του Δούκα των Αθηνών Ατζαγιόλι. Μετά την άρνηση του Πατριάρχη Ιωάσαφ να ευλογήσει τέτοιο γάμο, επενέβη ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής και τον διέταξε να το κάνει. Ο Ιωάσαφ συνέχιζε να αρνείται, οπότε ο Σουλτάνος διέταξε να κοπεί η μύτη του Μεγάλου Εκκλησιάρχου Μαξίμου[2], μετέπειτα Πατριάρχη, ο οποίος εισηγούταν με θέρμη να μην ευλογηθεί ο γάμος αυτός. Κατόπιν ο Σουλτάνος διέταξε τους γενίτσαρους να κόψουν τη γενειάδα του Πατριάρχη[3], ο οποίος ευθαρσώς δήλωνε: «ουχί μόνον τα γένεια, αλλά και τας χείρας και τους πόδας και την κεφαλήν, εάν μοι κόψητε, ένεκα της αληθείας, δεν θα παραβώ ποτέ τους νόμους, των οποίων διατελώ φύλαξ και προστάτης».

Την Κυριακή του Πάσχα του 1466 αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει πέφτοντας στην δεξαμενή της Παμμακαρίστου[1], από την οποία τον έβγαλαν ζωντανό[4][5]. Κατόπιν αυτών, επαύθη τελικά από τον Πατριαρχικό Θρόνο, εξορίστηκε στην Αγχίαλο και λίγο αργότερα θανατώθηκε από τον Γεώργιο Αμιρούτζη.

  1. 1,0 1,1 1,2 Laurent 1968, σελ. 233.
  2. Ζαχαριάδου 1996, σελ. 95.
  3. Αριστείδης Πανώτης (2008). Το Συνοδικόν της εν Ελλάδι Εκκλησίας. A. Εκδόσεις Σταμούλη. σελ. 360. ISBN 978-960-8116-17-7. 
  4. Philippides 1990, σελ. 58.
  5. Γεδεών 1885, σελ. 481.


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Γεννάδιος Β΄
Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
1465-1466
Διάδοχος
Μάρκος Β΄