Πατριάρχης Άνθιμος Γ΄
Πατριάρχης Άνθιμος Γ΄ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1762 Νάξος |
Θάνατος | 1842 Σμύρνη |
Θρησκεία | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ορθόδοξος ιερέας |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1822–1824) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Άνθιμος Γ΄ (1762 - 1842) ήταν Οικουμενικός Πατριάρχης την περίοδο 1822-1824.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Καταγόταν από την Κορωνίδα (Κωμιακή) της Νάξου, όπου γεννήθηκε το 1762. Ο πατέρας του ήταν παπάς στο χωριό αυτό και καταγόταν από την Πελοπόννησο (Λακωνία, Σπάρτη[1]). Το επίθετό του ήταν Χωριανόπουλος και είχε μέτρια μόρφωση, αλλά γλυκό χαρακτήρα[2]. Διετέλεσε διάκονος του Πατριαρχείου επί Πατριαρχίας Νεοφύτου Ζ΄ και Μέγας Αρχιδιάκονος από το 1791. Κατόπιν έλαβε το αξίωμα του πορτάρη[3], ενώ τον Απρίλιο του 1797 έγινε Μέγας Πρωτοσύγκελος του Πατριαρχείου[2].
Τον Μάιο του 1797 εξελέγη Μητροπολίτης Σμύρνης ως διάδοχος του Γρηγορίου, ο οποίος εξελέγη Πατριάρχης ως Γρηγόριος Ε΄[2]. Έφτασε στην πόλη στις 11 Ιουνίου του ίδιου έτους[3]. Οι Σμυρναίοι του προσέδωσαν το προσωνύμιο Βδελλάς ή Αβδελλάς, διότι τα φρύδια του είχαν σχήμα βδέλλας. Ως Μητροπολίτης Σμύρνης, ο Άνθιμος φρόντισε για την επισκευή του ναού της Αγίας Φωτεινής, ο οποίος είχε υποστεί ζημιές, ενώ επέβλεψε την ανέγερση των ναών των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Μπουνάρμπασι (1799), των Αγίων Πέτρου και Παύλου στον Κουκλουτζά (1801), του Αγίου Θεοδώρου του Στρατηλάτη στην Αγριά της Παλαιάς Φώκαιας (1802) και του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στον Απάνω Μαχαλά (1804)[3].
Στις 20 Οκτωβρίου 1821 εξελέγη Μητροπολίτης Χαλκηδόνος[4]. Οι Τούρκοι σε αντίποινα για την εξάπλωση της Ελληνικής επανάστασης τον συνέλαβαν μαζί με άλλους ιεράρχες και τον φυλάκισαν επί 7 μήνες στα μπουντρούμια της πιο άγριας φυλακής της Κωνσταντινούπολης. Στις 30 Ιουλίου 1822[5], μετά τον απαγχονισμό του Γρηγορίου Ε΄ και την ολιγόμηνη άνοδο στον Οικουμενικό θρόνο του Ευγένιου Β΄, ο οποίος πέθανε από τα βασανιστήρια που υπέστη από τους Τούρκους, ο Άνθιμος, που ήταν ακόμη φυλακισμένος[4], εξελέγη Πατριάρχης σε μια δύσκολη εποχή λόγω της Ελληνικής Επανάστασης.
Ως Πατριάρχης πέτυχε να διατηρηθεί η ανεξαρτησία της Αρχιεπισκοπής Κύπρου και τα προνόμιά της, σε μια περίοδο που οι Οθωμανοί προέβαιναν σε εκτελέσεις κληρικών και προκρίτων, ενώ ακόμη και συνοδικοί αρχιερείς τάσσονταν υπέρ της κατάργησης της Αρχιεπισκοπής[3]. Ο Άνθιμος αρνήθηκε επίσης στον Άγγλο προτεστάντη Λιβς την έκδοση από το Πατριαρχικό Τυπογραφείο μετάφρασης της Αγίας Γραφής στη δημοτική.
Στις 9 Ιουλίου 1824 ο Άνθιμος Γ΄ καθαιρέθηκε από τον Σουλτάνο, γιατί αρνιόταν να συνεργαστεί μαζί του εναντίον της Ελληνικής Επανάστασης και με την κατηγορία ότι η χειραφέτηση των Μητροπόλεων Βελιγραδίου και Ουζίτσης, η οποία αποτέλεσε τον αρχικό πυρήνα ανεξάρτητης Σερβικής Εκκλησίας, ευνοεί και την πολιτική ανεξαρτησία των Σέρβων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ήταν από τους πιο αγαπητούς Πατριάρχες του 19ου αιώνα[4] και η καθαίρεσή του ακολουθήθηκε από διήμερες διαδηλώσεις πλήθους λαού στο προαύλιο του Πατριαρχείου με το σύνθημα «τον Άνθιμο θέλουμε» (Antimozu isteriz)[4].
Σπουδὴ σῆμ' αἰὼν δείματο σοὶ, θύτα,
Σμύρνης πρὶν ἓδραν, Ἂνθιμε, ἀγλαΰναντ’ ἐρίτιμον,
Παγκοίνου σκάφους εὖ τ’ ἰθύναντ’ οἴακας,
Ἀλλ' ἱρὸν ὓστατα μητρὶ λίπες χθονὶ γήραϊ σκῆνος,
Επιγραφή στον τάφο του Ανθίμου Γ΄[6]
Μετά την παύση του κατέφυγε στη Χρυσούπολη (Σκούταρι) και κατόπιν εξορίστηκε στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Μετά από πολύμηνη εξορία και πολλές κακουχίες που κλόνισαν την υγεία του, το Δεκέμβριο του 1825 ο Σουλτάνος του επέτρεψε να επιστρέψει στη Σμύρνη. Εκεί έμεινε σε ένα μικρό διαμέρισμα στον Πάνω Μαχαλά και συμμετείχε συχνά στην τοπική εκκλησιαστική ζωή. Διετέλεσε μάλιστα και τοποτηρητής της Μητρόπολης Σμύρνης το 1831 και το 1833. Πέθανε στις 13 Αυγούστου 1842 στο Γραικικό Νοσοκομείο Σμύρνης και κληροδότησε όλη του την περιουσία σε ναούς και ευαγή ιδρύματα της πόλης. Τη μεγαλοπρεπή κηδεία του τέλεσε ο Μητροπολίτης Εφέσου Άνθιμος και ετάφη στο προαύλιο του ναού του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στον Απάνω Μαχαλά, όπου μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή σωζόταν και μεγάλη εικόνα του[6].
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Νίκος Λεβογιάννης «Κωμιακή» τ. Α΄(1995)
- ↑ 2,0 2,1 2,2 Μητροπολίτης από Μ.Πρωτοσυγκέλλων, Αθηναγόρας (1932). «Ο θεσμός των συγκέλλων εν τω Οικουμενικώ Πατριαρχείω». Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών: 273. https://ir.lib.uth.gr/xmlui/bitstream/handle/11615/19053/article.pdf?sequence=1&isAllowed=y. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2022.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 3,3 «Άνθιμος Γ΄ Κωνσταντινουπόλεως». Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2022.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 Χαμχούγιας 2006, σελ. 44.
- ↑ Μανουήλ Γεδεών, σελ. 686.
- ↑ 6,0 6,1 «Σμύρνης Αναμνήσεις». Χρυσαλλίς Δ (78): 126. 30. https://lekythos.library.ucy.ac.cy/bitstream/handle/10797/26034/chr_issue78.pdf?sequence=6&isAllowed=y. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2022.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Γεδεών, Μανουήλ (1885). Πατριαρχικοί Πίνακες: Ειδήσεις ιστορικαί βιογραφικαί περί των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως: από Ανδρέου του Πρωτοκλήτου μέχρις Ιωακείμ Γ' του από Θεσσαλονίκης, 36-1884. Κωνσταντινούπολη: Lorenz & Keil.
- «Άνθιμος Γ΄ Κωνσταντινουπόλεως». Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2022.
- Χαμχούγιας, Χρήστος (2006). Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ΣΤ' ο Φουρτουνιάδης εν μέσω εθνικών και εθνοφυλετικών ανταγωνισμών, διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Θεολογική Σχολή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας.