Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μαρκιανός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαρκιανός
Απεικόνιση σε βυζαντινό νόμισμα
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Μαρκιανός (Ελληνικά)
Γέννηση392
Θράκη
Θάνατος26  Ιανουαρίου 457[1]
Κωνσταντινούπολη
Αιτία θανάτουνόσος
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςΝαός των Αγίων Αποστόλων
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΧριστιανισμός
Eορτασμός αγίου17 Φεβρουαρίου
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΣύζυγοςΠουλχερία
ΤέκναΜαρκία Ευφημία
ΟικογένειαΘεοδοσιανή Δυναστεία
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΡωμαίος συγκλητικός
Βυζαντινός Αυτοκράτορας (450–457)
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Αυτοκράτορας Μαρκιανός
Ο Άγιος και ορθός πιστός αυτοκράτορας των Ρωμαίων Μαρκιανός
Γέννηση392
Θράκη
Κοίμηση26  Ιανουαρίου 457[1]
Κωνσταντινούπολη
Τιμάται απόΑνατολική Ορθόδοξη Εκκλησία
Εορτασμός17 Φεβρουαρίου
ΣύμβολαΑυτοκρατορική ενδυμασία
Σημαντικά έργαΣυγκάλεσε Σύνοδο της Χαλκηδόνας
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μαρκιανός (Θράκη, Ιλλυρία, 392 - Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη 26 Ιανουαρίου 457) ήταν Αυτοκράτορας της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από το 450 μέχρι τον θάνατο του. Το 451, συγκάλεσε την Σύνοδο της Χαλκηδόνας (Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος), όπου αποφασίστηκε ότι σωστότερη ορολογία του χριστιανικού δόγματος είναι η δυοφυσιτική εις Χριστόν εν δύο φύσεσι μετά την ένωση χωρίς να αναιρεί την Εφεσιανή φόρμουλα μια φύση του Θεού Λόγου σεσαρκωμένη του 431, όπως διαμορφώθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Κύριλλο. Με την απόφαση της Χαλκηδόνας πολλές εκκλησίες αποσχίστηκαν, λόγω του ότι θεώρησαν το δόγμα ως Νεστοριανικό. Αυτές είναι γνωστές ως Προχαλκηδόνιες Εκκλησίες.

Δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τα προηγούμενα χρόνια πέρα ότι τα τελευταία 15 διετέλεσε Δομέστικος επί του Αρδαβούριου και του γιου του Άσπαρ. Όταν πέθανε ο Θεοδόσιος Β´ ήταν ένας από τους υποψήφιους διαδόχους αν και ο Άσπαρ είχε μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη. Μετά από διαπραγματεύσεις που κράτησαν έναν μήνα η αδελφή του Θεοδοσίου Β΄ Πουλχερία αποφάσισε να τον παντρευτεί. Ο Ύπατος Ζήνων συμμετείχε πιθανότατα στις διαπραγματεύσεις για αυτό όταν ανέβηκε ο Μαρκιανός στον θρόνο πήρε του αξίωμα του Πατρίκιου, ο Μαρκιανός ορκίστηκε (25 Αυγούστου 450). Οι Ούννοι με τον αρχηγό τους Αττίλα αποτελούσαν την μεγαλύτερη απειλή που κληρονόμησε από τον Θεοδόσιο Β΄, ο Μαρκιανός τους αντιμετώπισε αποτελεσματικά και διέκοψε τον φόρο που τους πλήρωναν. Ο Αττίλας επιτέθηκε στην Ρωμαϊκή Ιταλία που ανήκε στην Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ο Μαρκιανός επιτέθηκε μέσω του Δούναβη και της Μεγάλης Ουγγρικής πεδιάδας ώστε να τους χτυπήσει στην καρδιά τους. Η πείνα ωστόσο και οι επιδημίες που ξέσπασαν στην βόρεια Ιταλία επέτρεψαν στους κατοίκους να τον δωροδοκήσουν ώστε να αποχωρήσει από την Ιταλία. Μετά τον θάνατο του Αττίλα (453) ο Μαρκιανός εκμεταλλεύτηκε την διάσπαση των Ούννων, τα Γερμανικά φύλα εγκαταστάθηκαν ως Φοιδεράτοι. Με τον Μαρκιανό συγκλήθηκε η Σύνοδος της Χαλκηδόνας η οποία διακήρυξε ότι ο Ιησούς Χριστός είχε "δύο φύσεις", την θεία και την ανθρώπινη. Η απόφαση αυτή τους έφερε σε σύγκρουση με τις ανατολικές επαρχίες όπου κυριαρχούσαν οι Μιαφυσιτιστές, εκέινη πίστευαν ότι ο Ιησούς είχε μόνο μια φύση την "θεία". Ο Μαρκιανός πέθανε (27 Ιανουαρίου 457) και άφησε στα αυτοκρατορικά ταμεία ένα τεράστιο ποσό της τάξης των 7.000.000 Σόλιδος, πριν από αυτόν είχαν ρημάξει από τον φόρο που πλήρωνε ο Θεοδόσιος Β΄ στους Ούννους. Μετά τον θάνατο του επόμενος επόμενος αυτοκράτορας εξελέγη ο Λέων Α΄, γαμπρός του Δυτικού αυτοκράτορα Ανθέμιου.

Ο Μαρκιανός γεννήθηκε (392) στην Θράκη ή στην Ιλλυρία.[2][3][4] Ο Ιωάννης Μαλάλας τον περιγράφει ως ψηλό με δυσκολία στο ένα πόδι.[5] Δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τα πρώτα χρόνια της ζωής του, ο πατέρας υπηρέτησε ως στρατιωτικός και ο ίδιος σε νεανική ηλικία βρισκόταν στην Φιλιππούπολις της Θράκης. Την εποχή που ξέσπασαν οι Ρωμαιο-Σασσανίδικοι πόλεμοι (421-422) ο Μερκιανός διορίστηκε Χιλίαρχος, ο Θεοφάνης Ομολογητής τον καταγράφει ως διοικητή στρατιωτικής μονάδας.[6] στην Ιλλυρία[7] ή τη Θράκη[8] Δεν συμμετείχε στον πόλεμο αφού αρρώστησε στην Λυκία, τον φρόντισε ο Τατιανός που τον διόρισε Ύπατο της Κωνσταντινούπολης.[3][9][10][11] Με προσωπική υποστήριξη του Άσπαρ ο Μαρκιανός διορίστηκε Δομέστικος της Ανατολικής αυτοκρατορίας, παρά το γεγονός ότι ο Άσπαρ ήταν μισός Γότθος και μισός Αλανός είχε μεγάλη εξουσία.[3][11][12][13] Στις αρχές της δεκαετίας του 430 ο Μαρκιανός υπηρέτησε τον Άσπαρ στην Ρωμαϊκή επαρχία της Αφρικής, τον συνέλαβαν οι Βάνδαλοι. Ο Ευάγριος Σχολαστικός, ο Προκόπιος και άλλοι ιστορικοί έγραψαν μια ψευδή πληροφορία, ότι τον συνάντησε ο Γιζέριχος ο οποίος τον βοήθησε να γίνει αυτοκράτορας. Δεν υπάρχει καμιά πληροφορία για τον ίδιο στην περίοδο που μεσολάβησε από την ελευθέρωση του μέχρι τον θάνατο του Θεοδοσίου Β΄.[3]

Οι απειλές που αντιμετώπιζε η Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία την εποχή του Θεοδοσίου Β΄ ήταν τεράστιες. Οι Βάνδαλοι υπό τον Γιζέριχο κατέκτησαν την βόρεια Αφρική (429), ο Θεοδόσιος Β΄ έστειλε τον Άσπαρ και άλλους τρεις στρατηγούς με εντολή να τους εκδιώξουν (431). Οι Ούννοι επιτέθηκαν στα βόρεια, αργότερα απαίτησαν από τον Θεοδόσιο Β΄ να δώσει φόρο υποτέλειας για να διακόψουν τις επιδρομές (431). Ο Θεοδόσιος Β΄ συμφώνησε να τους δίνει 160 κιλά χρυσό κάθε χρόνο. Την εποχή που ο Ρωμαϊκός στρατός ηττήθηκε στην Αφρική και οπισθοχώρησε οι Ούννοι ζήτησαν διπλάσιο φόρο 320 κιλά χρυσό τον χρόνο, ο Θεοδόσιος Β΄ αναγκάστηκε να συμφωνήσει ξανά στις απαιτήσεις τους. Η απειλή των Ούννων τον ανάγκασε να ανακαλέσει τον στρατό του από την Αφρική, όταν επέστρεψε ο Θεοδόσιος Β΄ αρνήθηκε να πληρώσει στους Ούννους τον φόρο υποτέλειας και συνέχισε να το κάνει μέχρι το 439 ενώ είχε ανεβεί στον θρόνο τους ο Αττίλας.[14] Οι Βάνδαλοι νίκησαν τον εξασθενημένο Ρωμαϊκό στρατό και κατέλαβαν την Καρχηδόνα (19 Οκτωβρίου 439). Οι δύο μεγάλες αυτοκρατορίες αποφάσισαν μεγάλη αντεπίθεση, την άνοιξη του 440 απέπλευσαν από την Κωνσταντινούπολη για την Αφρική 1.100 πλοία.[14] Ο Θεοδόσιος Β΄ πίστευε ότι οι οχυρωμένες πόλεις θα μπορούσαν να αποκρούσουν τις επιθέσεις των Ούννων. Η αντοχή κράτησε δύο χρόνια μέχρι την εποχή που ο επίσκοπος του Μάργου λεηλάτησε και κατέστρεψε τους βασιλικούς τάφους των Ούννων (442). Ο Αττίλας ετοιμάστηκε να εκδικηθεί με στόχο να συλλάβει και να κρεμάσει τον επίσκοπο, ο ίδιος όμως για να σώσει την ζωή του συμφώνησε να του παραδώσει την Μάργου. Με πλεονέκτημα την κατοχή της Μάργου ο Αττίλας ξεκίνησε επιθέσεις στις υπόλοιπες πόλεις του Δούναβη. Ο Θεοδόσιος Β΄ αναγκάστηκε να ανακαλέσει τον Άσπαρ στην Κωνσταντινούπολη αλλά ο στρατός του γνώρισε την συντριβή, ο Θεοδόσιος έγινε υποτελής του Αττίλα και παρέμεινε μέχρι τον θάνατο του (450).[15]

Η αυτοκρατορία του Αττίλα λίγο μετά την άνοδο του Τραιανού (451)

Ο Θεοδόσιος Β΄ πέθανε αιφνίδια σε ατύχημα (28 Ιουλίου 450), δεν είχε παιδιά και δεν είχε ορίσει διάδοχο με αποτέλεσμα να ξεσπάσει η πρώτη κρίση διαδοχής μετά από 60 χρόνια.[3] Η ανάρρησή του στο θρόνο έγινε όταν ήταν σε ηλικία 58 ετών.[16] Μερικές πηγές αναφέρουν ότι ο ίδιος ο Θεοδόσιος Β΄ όρισε στο νεκροκρέβατο του διάδοχο τον Μαρκιανό, αυτό πιθανότατα είναι προπαγάνδα των οπαδών του μετά την εκλογή του.[3] Ο Μαρκιανός υπηρέτησε πιστά για 15 χρόνια τον Άσπαρ και τον πατέρα του Αρδαβίρ, ο Άσπαρ ως σκοτεινή δύναμη πίσω από τον θρόνο και ικανός να ανεβάσει αυτοκράτορες παρά το ότι δεν μπορούσε να γίνει ο ίδιος.[11] Μετά από έναν μήνα διαπραγματεύσεων στον οποίο ο θρόνος έμεινε κενός η Πουλχερία αποφάσισε τελικά να παντρευτεί τον Μαρκιανό και να τον ορίσει νέο αυτοκράτορα.[11] Η Πουλχερία παντρεύτηκε τον Μαρκιανό υπό τον όρο ότι θα απαρνηθεί την θρησκευτική πολιτική του Θεοδοσίου Β΄ και θα ορίσει νέα εκκλησιαστική Σύνοδο.[17] Με τον γάμο νομιμοποιήθηκε ο Μαρκιανός σαν αυτοκράτορας χάρη στην σύνδεση του με την Δυναστεία του Θεοδοσίου.[11] Η Πουλχερία τήρησε τον όρκο παρθενίας που είχε κάνει σε ηλικία 14 ετών (413), τα τρία χρόνια που ήταν παντρεμένη με τον Μαρκιανό δεν προχώρησε σε ερωτική επαφή μαζί του.[11][18][19]

Ο ιστορικός Νταγκ Λι έγραψε ότι στις διαπραγματεύσεις συμμετείχαν έντονα τόσο ο Άσπαρ όσο και ο Φλάβιος Ζήνων που είχε εξίσου υψηλή θέση στον αυτοκρατορικό στρατό. Με την άνοδο του Μαρκιανού στον θρόνο (450) ο Φλάβιος Ζήνων προήχθη σε Πατρίκιο, η προαγωγή έγινε πιθανότητα ως ανταμοιβή για την βοήθεια που του είχε προσφέρει.[11] Ο Φλάβιος Ζήνων πέθανε ωστόσο έναν χρόνο αργότερα.[20] Ο γιος του Άσπαρ Αρδαβούρ αμέσως μετά την άνοδο του Μαρκιανού προήχθη σε Στρατιωτικό Μάγιστρο της Ανατολής.[3][20][21] Ο Μαρκιανός ανέβηκε στον θρόνο (25 Αυγούστου 450) και η Πουλχερία τήρησε την συμφωνία να τον παντρευτεί για να νομιμοποιήσει τον γάμο.[3][22] Ο Μαρκιανός πήρε με την στέψη του το αυτοκρατορικό όνομα "Καίσαρ Φλάβιος Μαρκιανός Αύγουστος".[23] Η άνοδος του Μαρκιανού επέφερε μεγάλες αλλαγές στην αυτοκρατορική διοίκηση. Ο ευνούχος Χρυσάφιος που είχε μεγάλες εξουσίες επί Θεοδοσίου Β΄ αλλά είχαν αντιδράσει εναντίον του η Πουλχερία και ο Ζήνων εκτελέστηκε. Ο Μαρκιανός κράτησε σκληρή στάση απέναντι στους Ούννους και προχώρησε σε ισχυρή επέμβαση στα εκκλησιαστικά θέματα. Ο Βυζαντινολόγος Κόνστανς Χενς τον καταγράφει ως "ανεξάρτητο και ευφυή αυτοκράτορα".[24] Ο Λη με την σειρά του αναφέρει ότι ήταν "μια από τις ισχυρότερες αυτοκρατορικές μορφές του 5ου αιώνα μ.Χ.", προσθέτει ότι "ο Χρυσάφιος είχε έντονη σύγκρουση με τον Ζήνων και την Πουλχερία, αυτό αποδεικνύει ότι είχαν ισχυρή επίδραση στον ίδιον".[3][25]

Μεταρρυθμίσεις και αντίκτυπος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η στήλη του Τραιανού στην Κωνσταντινούπολη

Τα κύρια πρόσωπα που επηρέασαν άμεσα τον Μαρκιανό όταν ανέβηκε στον θρόνο (450) ήταν η αδελφή του Πουλχερία, ο Φλάβιος Ζήνων και ο Άσπαρ. Ο Φλάβιος Ζήνων πέθανε αμέσως μετά (451), η αδελφή του Πουλχερία λίγο αργότερα (453), παρέμειναν μονάχα ο Άσπαρ και ο γιος του Αρδαβίρ που διορίστηκε Στρατιωτικός Μάγιστρος.[3][20] Δεν είναι γνωστός ο βαθμός που είχαν επίδραση ο Άσπαρ και ο γιος του στις ανώτερες τάξεις της αυλής, παρέμειναν έντονα αντι-Γερμανικές παρά τις προσπάθειες που έκαναν για το αντίθετο.[3] Η κόρη του Μαρκιανού από προηγούμενο γάμο Μαρκία Ευφημία παντρεύτηκε τον Ανθέμιο έναν ικανότατο στρατηγό ο οποίος θα γίνει αργότερα αυτοκράτορας στην Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.[3][26] Ο Μαρκιανός ευνόησε προκλητικά την πολιτική παράταξη των Βένετων κάτι που τον έφερε σε σύγκρουση με την αντίπαλη παράταξη των Πράσινων. Οι δύο πολιτικές ομάδες ξεκίνησαν αρχικά σαν αθλητικοί Σύλλογοι, αργότερα μετασχηματίστηκαν σταδιακά και σε πολιτικά κόμματα. Δεν είναι γνωστός ο λόγος για τον οποίο ο Μαρκιανός υποστήριξε τους Βένετους, ο πιθανότερος λόγος είναι η εύνοια που είχε δείξει ο Χρυσάφιος απέναντι στους Πράσινους.[3][27][28]

Η επί επτά ετών βασιλεία του Μαρκιανού, εξασφάλισε πολιτική και θρησκευτική σταθερότητα στο Βυζάντιο, ένα κράτος το οποίο μέχρι τότε ταλανιζόταν από πολιτειακή και κοινωνική κρίση. Ο Μαρκιανός πραγματοποίησε ριζικές αλλαγές σε διάφορους τομείς και διασφάλισε τη συνοχή της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης. Το ευτύχημα για τον Μαρκιανό ήταν ότι οι Ούννοι στράφηκαν στη δύση και έτσι το κράτος δεν ήταν πλέον αναγκασμένο να πληρώνει φόρους υποτέλειας σε βαρβαρικά φύλα, όπως συνέβαινε με τους προκατόχους του Μαρκιανού. Αυτή η κίνηση του Αττίλα, επέτρεψε στην Κωνσταντινούπολη να αναπτυχθεί οικονομικά με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Έτσι ο Μαρκιανός προχώρησε σε φοροαπαλλαγές και μειώσεις φόρων, μέτρα που ευνόησαν ιδιαίτερα τα κατώτερα λαϊκά στρώματα. Επίσης το Βυζάντιο γνώρισε δραστικές αλλαγές και σε θέματα που αφορούσαν τη διοίκηση και την απονομή δικαιοσύνης. Ο Μαρκιανός πάντα φρόντιζε να διατηρεί από στρατιωτικής πλευράς ουδέτερη στάση σε συγκρούσεις που ξεσπούσαν στην Ευρώπη, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο ειρήνη και εδαφική ακεραιότητα στην επικράτειά του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πολιτικής ήταν η αδράνεια που επέδειξε η Κωνσταντινούπολη όταν οι Βάνδαλοι λεηλάτησαν τη Ρώμη το 455 (επακόλουθο της δολοφονίας του Βαλεντινιανού Γ΄). Επί της βασιλείας του ακόμη, στην Κωνσταντινούπολη διεκπεραιώθηκαν πολλά δημόσια έργα που άλλαξαν την εικόνα της πόλης.

Η διάλυση των Ούννων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Κολοσσός της Βαρλέττα που παριστάνει πιθανότατα τον αυτοκράτορα Μαρκιανό

Αμέσως μετά την ανάρρηση του στον θρόνο ο Μαρκιανός αντιμετώπισε αποτελεσματικά την υποταγή στον Αττίλα που κληρονόμησε από τον Θεοδόσιο, δήλωσε την διακοπή της πληρωμής των φόρων. Ο Μαρκιανός δήλωσε στον Αττίλα ότι θα του δώσει δώρα αν είναι φιλικός, αντίθετα αν επιχειρήσει εισβολή θα τον αποκρούσει. Την ίδια εποχή ο Αττίλας ετοιμαζόταν να επιτεθεί στην Δυτική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία με την δικαιολογία ότι ήθελε να βοηθήσει τον αυτοκράτορα Ουαλεντιανό Γ΄ στον οποίο είχαν επιτεθεί οι Βησιγότθοι. Ο Αττίλας εξοργίστηκε με την άρνηση πληρωμής του φόρου αλλά η προτεραιότητα του αποτελούσε η επίθεση στην δύση, την άνοιξη του 451 ξεκίνησε την επίθεση από την Παννονία (451).[10] Ο Φλάβιος Αέτιος συγκρότησε τον στρατό της άμυνας των Δυτικών Ρωμαίων τον οποίο συγκροτούσαν Βησιγότθοι, Φράγκοι, Βουργουνδοί, Αλανοί, Σάξονες και Κέλτες της Αρμορικής, έφτανε συνολικά τους 60.000 άνδρες. Τις δυνάμεις του Αττίλα αποτελούσαν Γέπιδες, Αλανοί, Έρουλοι, Ρογοί και λίγοι Φράγκοι, Βουργουνδοί και Οστρογότθοι.[29] Ο Αττίλας κυρίευσε το Μετς και προσπάθησε να κατακτήσει την Ορλεάνη πριν διεξαχθεί στην βορειοανατολική Γαλατία η περίφημη Μάχη των Εθνών. Στην μάχη συμμετείχαν συνολικά 100.000, κατέληξε με τεράστιες απώλειες και από τις δύο πλευρές. Μετά την μάχη ο Αττίλας οπισθοχώρησε στην Μεγάλη Ουγγρική Πεδιάδα και ο Αέτιος διέλυσε τον στρατό του στέλνοντας τους άντρες στις περιοχές τους. Την άνοιξη του 452 ο Αττίλας ετοιμάστηκε να προχωρήσει νέα μεγάλη εκδικητική επίθεση στην ανυπεράσπιστη βόρεια Ιταλία. Οι στόχοι του ήταν να σταθεροποιήσει την εξουσία του απέναντι στα υποτελή σε αυτόν κράτη και νέα πλούτη από τις λεηλασίες. Ο Αττίλας κατέλαβε την Ακυληία μετά από μακρόχρονη και δύσκολη πολιορκία, την λεηλάτησε αρπάζοντας πολλά Λάφυρα. Μετά την κατάληψη της Ακυληίας προχώρησε στην κατάκτηση του Μιλάνου και πολλών άλλων μεγάλων πόλεων της βόρειας Ιταλίας, απείλησε να επιτεθεί ακόμα και στην ίδια την Ρώμη που τα τείχη της ήταν αρκετά εξασθενημένα. Ο Φλάβιος Αέτιος απέφυγε απ΄ευθείας σύγκρουση με τον Αττίλα, προσπάθησε να του κόψει μόνο τις γραμμές επικοινωνίας για να εξασθενήσει τον στρατό του.[30]

Οι λεηλατημένες πόλεις της βόρειας Ιταλίας αποκαταστάθηκαν σύντομα χάρη στις ταχύτατες στρατιωτικές επεμβάσεις της Δυτικής και της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ο Αττίλας είχε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα επειδή οι δύο αυτοκρατορίες είχαν διακόψει την παροχή των φόρων. Η περιοχή του επίσης στην Μεγάλη Ουγγρική Πεδιάδα δεχόταν μεγάλες απειλές επειδή στα μέσα του 452 οι Βυζαντινοί ξεκίνησαν μεγάλες εκδικητικές επιθέσεις.[30] Οι περιοχές που επιτέθηκαν οι Ρωμαίοι αποτελούσαν κοιτίδες των Οστρογότθων και των Γέπιδων οι οποίοι είχαν κατακτηθεί από τον Αττίλα και μισούσαν την κυριαρχία του. Η έλλειψη εσόδων, η πείνα και οι επιδημίες που ξέσπασαν στην βόρεια Ιταλία έπεισαν τον Αττίλα να δωροδοκηθεί και να αποχωρήσει, αποσύρθηκε στην Μεγάλη Ουγγρική πεδιάδα, από εκεί απείλησε ότι θα εισβάλλει στην Βυζαντινή αυτοκρατορία και θα την καταστρέψει.[30][31] Ο Μαρκιανός και ο Άσπαρ αγνόησαν τις απειλές και αναζητούσαν την εύρεση στρατού από τις πλούσιες επαρχίες για να συγκροτήσουν στρατό. Ο Αττίλας πέθανε ωστόσο (453) από Αιμορραγία ή από αλκοολική Ασφυξία την ώρα που γιόρταζε τον γάμο του με την τελευταία από τους συζύγους του. Με τον θάνατο του η Ουννική αυτοκρατορία κατέρρευσε, οι Οστρογότθοι ήταν οι πρώτοι που εξεγέρθηκαν και διεκδίκησαν την ανεξαρτησία τους.[32] Η διάσπαση αυτή έστρεψε την μία Ουννική φυλή απέναντι στην άλλη, καμιά φυλή δεν κατάφερε ωστόσο να παραμείνει η ισχυρότερη. Ο βασιλιάς των Γέπιδων Αρδάριχος προχώρησε σε συμμαχία με τον Μαρκιανό, οι Οστρογότθοι στρατηγοί Θεοδέμιρος, Βαλάμηρος και οι αρχηγοί των Αμαλιδών συνέτριψαν τον μεγαλύτερο γιο του Αττίλα που έπεσε στην μάχη (455). Η Συνομοσπονδία των Ούννων διαλύθηκε μετά την μάχη.[33] Ο Μαρκιανός δέχτηκε την πρόταση των Οστρογότθων, τους τοποθέτησε στην Παννονία Πρίμα και στην Παννονία Βαλερία όπου τον υπηρέτησαν ως Φοιδεράτοι.[3][34][35] Η τακτική των Βυζαντινών από τότε ήταν να τοποθετούν τους βαρβαρικούς λαούς στα σύνορα του Δούναβη ως συμμάχους. Οι φυλές αυτές θα βοηθούσαν στρατιωτικά την αυτοκρατορία σε καιρό πολέμου με ανταλλάγματα δώρα, συνθήκες και αξιώματα.[3][34] Ο Μαρκιανός είχε από τότε ειρηνική βασιλεία, προετοιμάστηκε για τις επιθέσεις απέναντι στους Σαρακηνούς στην Συρία και τους Βλέμμυες στην Αίγυπτο.[3][36]

Θάνατος και διαδοχή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
O θάνατος του Μαρκιανού σε έγγραφο του 12ου αιώνα

Ο Μσρκιανός τακτοποίησε τις εσωτερικές υποθέσεις του κράτους, περιορίζοντας την τότε παντοδυναμία των ευνούχων, τις καταχρήσεις των διοικητών και αρχόντων κι επέβαλε σωστή διοίκηση και διαχείριση των οικονομικών.[37] Ο Μαρκιανός πέθανε σε ηλικία 65 ετών από Γάγγραινα.[9][38][39][40] Ο Θεόδωρος Λέκτωρ και ο Θεοφάνης ο Ομολογητής γράφουν ότι πέθανε μετά από μια πεζοπορία με πολλά χιλιόμετρα από το Μέγα Παλάτιον στο Μπακίρκιοϊ, αυτό ήταν θανατηφόρο για την υγεία του επειδή είχε Φλεγμονή στο πόδι από Ουρική αρθρίτιδα.[3][41][42] Η ταφή του έγινε στον Ναό των Αγίων Αποστόλων της Κωνσταντινούπολης δίπλα στην αγαπημένη του σύζυγο Πουλχερία.[3][41] Την πορφυρή σαρκοφάγο στην οποία τοποθετήθηκε το σώμα του περιγράφει αναλυτικά ο Κωνσταντίνος Ζ΄ στο έργο του Περί βασιλείου τάξεως.[43] Ο Μαρκιανός άφησε ένα τεράστιο αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο με 7.000.000 Σόλιδος, μεγάλο κατόρθωμα αν κρίνουμε ότι το κληρονόμησε άδειο χάρη στους φόρους που πλήρωνε ο προκάτοχος του Θεοδόσιος Β΄ στον Αττίλα.[44]

Ο γαμπρός του Ανθέμιος δεν μπορούσε να τον διαδεχθεί επειδή και ο ίδιος ο Μαρκιανός δεν ανήκε στην Θεοδοσιανή δυναστεία, έγινε αυτοκράτορας ως γαμπρός οπότε θα έπρεπε να ξεκινήσει μια νέα δυναστεία. Ο Άσπαρ διάλεξε τον πολύ έμπιστο σύμβουλο του Λέων Α΄, καθολικά αποδεκτός επειδή ήταν Ελληνικής καταγωγής και Ορθόδοξος.[45] Μια μετέπειτα πηγή αναφέρει ότι πρόσφεραν το στέμμα στον ίδιο τον Άσπαρ αλλά το αρνήθηκε με την φράση "δεν θέλω να καταστρέψω την αυτοκρατορία καθιερώνοντας μια ξένη σε αυτήν παράδοση που θα ξεκινήσει από εμένα". Ο Άσπαρ εννοούσε την άνοδο στον θρόνο αυτοκρατόρων ξένων με την παράδοση επειδή όπως είναι γνωστό ο ίδιος ήταν Αρειανιστής και Γότθος.[3][41][46][47] Ο Ανθέμιος θα αποσταλεί αργότερα από τον Λέων Α΄ στην δύση όπου την άνοιξη του 467 θα ανακηρυχτεί αυτοκράτορας της Δυτικής Ρωμαικής αυτοκρατορίας.[3][26][48] Ο θρόνος της Δυτικής αυτοκρατορίας ήταν κενός από την εποχή που πέθανε ο τελευταίος αυτοκράτορας Λίβιος Σεβήρος (465). Ο Λέων Α΄ έστειλε στον Ανθέμιο ως ενίσχυση ένα ισχυρό στρατιωτικό σώμα υπό την ηγεσία του Μαρκελλίνος (μάγιστρος του στρατού), Στρατιωτικού Μαγίστρου της Δαλματίας. Ο Ανθέμιος ορκίστηκε αυτοκράτορας της Δυτικής Ρωμαικής αυτοκρατορίας (12 Απριλίου 467).[49] Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του Μαρκιανού στις 17 Φεβρουαρίου.

Σύνοδος της Χαλκηδόνας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 5ο αιώνα μ.Χ. ξέσπασε ένα ισχυρό θεολογικό θέμα σχετικά με την ανθρώπινη και την θεία φύση του Ιησού, σε αντίστροφη θέση με τον Αρειανισμό. Η Σχολή της Αλεξάνδρειας με κορυφαίους θεολόγους όπως ο Αθανάσιος Αλεξανδρείας εξίσωσε τον Ιησού με τον Θεό δηλώνοντας ότι μοναδική του φύση είναι η θεική. Η Θεολογική σχολή της Αντιόχειας αντίθετα τονίζει την ανθρώπινη φύση του Χριστού η οποία είναι διπλή. Η Δεύτερη Σύνοδος της Εφέσου συνεκλίθη πριν την άνοδο στον θρόνο του Μαρκιανού (449), αποφάσισε ότι η φύση του Ιησού είναι μόνο η θεική, θεωρία του έμεινε γνωστή ως Μιαφυσιτισμός. Ο πατριάρχης της Αλεξανδρούπολης και ο πάπας αντέδρασαν έντονα κατηγορώντας την απόφαση αυτή ως Αίρεση.[50][51][52] Ο Μαρκιανός αποφάσισε με την άνοδο του να συγκαλέσει μια νέα Σύνοδο η οποία θα απορρίψει την Σύνοδο της Εφέσου (451). Η Πουλχερία είχε στόχο να την καταργήσει από την εποχή που ζούσε ο αδελφός της, ήταν όρος των διαπραγματεύσεων που είχε κάνει με τον Άσπαρ για να παντρευτεί τον Μαρκιανό. Η Σύνοδος έπρεπε να γίνει κοντά στην Κωνσταντινούπολη, επελέγη αρχικά η Νίκαια Βιθυνίας, μια ιστορική πόλη στην οποία είχε τελεστεί η Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας (325). Ο Μαρκιανός την απέρριψε, ήθελε να βρίσκεται σε περιοχή που θα μπορούσε να αποκρούσει άμεσα οποιαδήποτε επίθεση στον Δούναβη, επέλεξε την Χαλκηδόνα. Τον Οκτώβριο του 451 συνεκλήθη η Σύνοδος της Χαλκηδόνας, συμμετείχαν 500 Βυζαντινοί επίσκοποι, 2 Αφρικανοί και 2 παπικοί απεσταλμένοι του πάπα Λέοντος Α΄. Η Σύνοδος αποκήρυξε την απόφαση της Εφέσου και δήλωσε ότι ο Ιησούς είχε 2 Φύσεις ή Υποστάσεις, την θεία και την ανθρώπινη ενωμένες σε ένα πρόσωπο.[53]

Ο Κόπτης πάπας Διόσκορος Α΄ Αλεξανδρείας που ήταν πρόεδρος στην Σύνοδο της Εφέσου αφορίστηκε, ο Θεοδώρητος ο Κύρου πήρε απαλλαγή από τον αφορισμό. Η Σύνοδος αποφάσισε επίσης ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως θα είναι δεύτερο σε τάξη μετά την Αγία Έδρα αλλά θα είναι αυτόνομο και θα μπορεί να διορίζει τους δικούς του επισκόπους. Ο Πάπας Λέων Α΄ και ο πατριάρχης Αλεξάνδρειας αντέδρασαν έντονα στην άνοδο του πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης.[3][54][55][56] Το Συμβούλιο έληξε τον Νοέμβριο του 451, είχε σοβαρές διαφωνίες και δεν έγινε αποδεκτό καθολικά.[57] Σε ένα Έδικτο διατάζει την δίωξη των Ευτυχιανιστών οι οποίοι δεν θα μπορούν να κατέχουν κρατικά αξιώματα, διέταξε επίσης το κάψιμο των βιβλίων τόσο των Ευτυχιανών όσο και των Νεστοριανιστών.[58] Το αποτέλεσμα προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στους κατοίκους των ανατολικών επαρχιών επειδή η συντριπτική πλειοψηφία ήταν Μιαφυσιτιστές, ξέσπασαν εξεγέρσεις που καταπνίγηκαν στο αίμα από τον στρατό. Ο πατριάρχης της Αλεξάνδρειος Διόσκουρος καθαιρέθηκε, τον αντικατέστησε ο Προτέριος Αλεξανδρείας.[59] Ο Βυζαντινολόγος Αλεξάντρ Βασίλιεφ έγραψε ότι η αντίδραση των κατοίκων ήταν τόσο έντονη που από μίσος στην Κωνσταντινούπολη δήλωσαν αργότερα την υποταγή τους στους Άραβες και το Ισλάμ χωρίς μάχη.[60] Ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων δραπέτευσε αυτόματα σε εδάφη που κατείχε η Αυτοκρατορία των Σασσανιδών.[61] Το χάσμα θα ενταθεί αργότερα, ο Ιουστινιανός Α΄ θα είναι ο τελευταίος αυτοκράτορας που θα προσπαθήσει να τους συμφιλιώσει, κατόπιν διαχωρίστηκαν από τις Προχαλκηδόνιες Εκκλησίες του χριστιανισμού.[62] Ο Μαρκιανός οικοδόμησε εκπληκτικά θρησκευτικά οικοδομήματα, το σπουδαιότερο ήταν η Παναγία των Βλαχερνών.[63] Ο Μαρκιανός συγκρίνεται με θρυλικά θρησκευτικά πρόσωπα όπως ο Απόστολος Παύλος και ο Βιβλικός βασιλιάς Δαβίδ.[64]

Νυμφεύτηκε πρώτα μία γυναίκα αγνώστου ονόματος και είχε τέκνο:

Ο Μαρκιανός έκανε δεύτερο γάμο το 450 με την Πουλχερία (398/9-453), κόρη του Αρκάδιου Αυτοκράτορα των Ρωμαίων στην Ανατολή.

  1. 1,0 1,1 pantheon.world/profile/person/Marcian. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. Meijer 2004, σ. 153
  3. 3,00 3,01 3,02 3,03 3,04 3,05 3,06 3,07 3,08 3,09 3,10 3,11 3,12 3,13 3,14 3,15 3,16 3,17 3,18 3,19 3,20 Nathan 1998
  4. Vasiliev 1980, σ. 104
  5. Baldwin 1982, σ. 98
  6. Χρονικό Πασχάλη, σ. 457.
  7. Θεόδωρος Αναγνώστης, Historia Tripartita, σ.354.
  8. Ευάγριος Σχολαστικός, Εκκλησιαστική Ιστορία II.1.
  9. 9,0 9,1 Jones, Martindale & Morris 1980, σσ. 714–715
  10. 10,0 10,1 Friell & Williams 2005, σ. 84
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 11,4 11,5 11,6 Lee 2013, σ. 96
  12. Προκόπιος, Ὑπὲρ τῶν πολέμων λόγοι
  13. Friell & Williams 2005, σσ. 45, 75, 84
  14. 14,0 14,1 Thompson 1950, σσ. 60–65
  15. Thompson 1950, σσ. 60–78
  16. Warren Treadgold 1997, σελ. 97
  17. Lee 2013, σ. 104
  18. Smith 2008, σ. 537
  19. Holum 1989, σ. 209
  20. 20,0 20,1 20,2 Lee 2013, σ. 98
  21. Lee 2001, σ. 43
  22. Burgess 1993–1994
  23. Babcock 2005, σ. 157
  24. Head 1982, σ. 20
  25. Lee 2013, σσ. 97–98
  26. 26,0 26,1 Dzino & Parry 2017, σ. 258
  27. Christophilopoulou 1986, σ. 286
  28. Bury 1889, σ. 85
  29. Friell & Williams 2005, σ. 85
  30. 30,0 30,1 30,2 Friell & Williams 2005, σ. 87
  31. Thompson 1950, σ. 70
  32. Friell & Williams 2005, σ. 88
  33. Friell & Williams 2005, σ. 89
  34. 34,0 34,1 Friell & Williams 2005, σσ. 89–91
  35. Elton 2018, σ. 172
  36. Kazhdan 1991, σ. 1296
  37. Encyclopaedia Britannica. 1911. 
  38. Kazhdan 1991
  39. Croke 1978, σσ. 5–9
  40. Lee 2001, σ. 45
  41. 41,0 41,1 41,2 Meijer 2004, σ. 154
  42. Kelly 2013, σ. 240
  43. Vasiliev 1948, σσ. 1, 3–26
  44. Gallagher 2008, σ. 243
  45. Warren Treadgold 1997, σελ. 149
  46. Lee 2013, σσ. 92, 98
  47. Norwich 1998, σ. 51
  48. Mathisen 1998
  49. Lacey 2016, σ. 142
  50. Lee 2013, σ. 145
  51. Vasiliev 1980, σσ. 99 & 105
  52. Davis 2004, σ. 81
  53. Lee 2013, σ. 146
  54. Lee 2013, σ. 147
  55. Lee 2001, σ. 814
  56. Bauer 2010, σ. 122
  57. Lee 2013, σ. 148
  58. Bury 2012, σ. 380
  59. Vasiliev 1980, σ. 105
  60. Vasiliev 1980, σσ. 105–106
  61. Bauer 2010, σσ. 122–123
  62. Meyendorff 1989, σσ. 194–202
  63. Grant 1985, σ. 306
  64. Herrin 2009, σ. 11
  • Warren Treadgold. A history of the Byzantine State and Society, Stanford University Press 1997. ISBN 0-8047-2630-2
  • "Ιστορικός άτλας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας" του Roger Michael Kean
  • "Βυζαντινός Πολιτισμός" του Στήβεν Ράνσιμαν,
  • "Τί είναι το ΒΥΖΑΝΤΙΟ" της Τζούντιθ Χέριν, (συντάκτης,Ιωάννης Σαρρής)
  • Amirav, Hagit (2015). Authority and Performance: Sociological Perspectives on the Council of Chalcedon (AD 451). Göttingen, Germany: Vandenhoeck & Ruprecht.
  • Babcock, Michael A. (2005). The Night Attila Died: Solving the Murder of Attila the Hun (1st ed.). Ann Arbor, Michigan: University of Michigan.
  • Baldwin, Barry (1982). "Some Addenda to the Prosopography of the Later Roman Empire". Historia: Zeitschrift für Alte Geschichte. 31 (1): 97–111.
  • Bauer, Susan Wise (2010). The History of the Medieval World: From the Conversion of Constantine to the First Crusade. New York: W.W. Norton.
  • Baynes, Norman H. (1922). "A Note on Professor Bury's 'History of the Later Roman Empire'". The Journal of Roman Studies. 12: 207–229.
  • Bjornlie, M. Shane (2016). The Life and Legacy of Constantine: Traditions through the Ages. New York: Taylor and Francis.
  • Burgess, R.W. (1993–1994). "The Accession of Marcian in the Light of Chalcedonian Apologetic and Monophysite Polemic". Byzantinische Zeitschrift. 86/87: 47–68.
  • Bury, J.B. (2012) [1923]. History of the Later Roman Empire from the Death of Theodosius I to the Death of Justinian. New York: Dover Publications.
  • Bury, John Bagnell (1889). A History of the Later Roman Empire, from Arcadius to Irene (395 A.D. to 565 A.D.). University Park, Pennsylvania: Pennsylvania State University. OCLC 83109100.
  • Clover, Frank M. (1978). "The Family and Early Career of Anicius Olybrius". Historia: Zeitschrift für Alte Geschichte. 27 (1): 169–196.
  • Croke, Brian (1978). "The Date and Circumstances of Marcian's Decease". Byzantion. 48.
  • D'Ayala, Dina; Fodde, Enrico (2008). Structural Analysis of Historic Construction: Preserving Safety and Significance. Bath: CRC Press.
  • Davis, Stephen J. (2004). The Early Coptic Papacy: The Egyptian Church and Its Leadership in Late Antiquity. Cairo, Egypt: American University in Cairo Press.
  • Dzino, Danijel; Parry, Ken (2017). Byzantium, Its Neighbours and Its Cultures. Leiden: BRILL.
  • Elton, Hugh (2018). The Roman Empire in Late Antiquity: A Political and Military History. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Evans, J. A. S. (2002). The Age of Justinian: The Circumstances of Imperial Power. Abingdon: Routledge.
  • Freely, John; Çakmak, Ahmet S. (2004). Byzantine Monuments of Istanbul. New York: Cambridge University Press.
  • Friell, Gerard; Williams, Stephen (2005). The Rome that Did Not Fall: The Survival of the East in the Fifth Century. Hoboken: Routledge.
  • Gallagher, Clarence (2008). "The Two Churches". The Oxford Handbook of Byzantine Studies. By Jeffreys, Elizabeth; Haldon, John; Cormack, Robin. Oxford: Oxford University Press.
  • Grant, Michael (1985). The Roman Emperors: A Biographical Guide to the Rulers of Imperial Rome 31 BC – AD 476. New York: Scribner's.
  • Kazhdan, Alexander P., ed. (1991). "Marcian". The Oxford Dictionary of Byzantium. Oxford: Oxford University Press. pp. 1296–1297.
  • Kazhdan, Alexander P., ed. (1991a). "Eparchius Avitus". The Oxford Dictionary of Byzantium. Oxford: Oxford University Press.
  • Kazhdan, Alexander P., ed. (1991b). "Mese". The Oxford Dictionary of Byzantium. Oxford: Oxford University Press.
  • Christophilopoulou, Aikaterinē (1986). Byzantine History. A. M. Hakkert.
  • Head, Constance (1982). Imperial Byzantine Portraits: A Verbal and Graphic Gallery. Ann Arbor, Michigan: University of Michigan.
  • Herrin, Judith (2009). Byzantium: The Surprising Life of a Medieval Empire. Princeton: Princeton University Press.
  • Holmes, Richard; Singleton, Charles; Jones, Spencer (2001). "Arms Trade". The Oxford Companion to Military History. Oxford University Press.
  • Holum, Kenneth G. (1989). Theodosian Empresses: Women and Imperial Dominion in Late Antiquity. Oakland, California: University of California Press.
  • Jones, Arnold Hugh Martin; Martindale, J. R.; Morris, J. (1980). The Prosopography of the Later Roman Empire: Volume 2, AD 395–527. Cambridge: Cambridge University Press.
  • Jones, Arnold Hugh Martin (1986). The Later Roman Empire, 284-602: A Social Economic and Administrative Survey. Vol. 1st. Baltimore, Maryland: Johns Hopkins University Press.
  • Kelly, Christopher (2010). The End of Empire: Attila the Hun & the Fall of Rome. New York: W. W. Norton & Company.
  • Kelly, Christopher (2013). Theodosius II: Rethinking the Roman Empire in Late Antiquity. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Kostenec, Jan (2008). "Chrysotriklinos". Encyclopaedia of the Hellenic World, Constantinople.
  • Lacey, James (2016). Great Strategic Rivalries: From The Classical World to the Cold War. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Lee, A. D. (2001). "The Eastern Empire: Theodosius to Anastasius". The Cambridge Ancient History, Volume 14. By Cameron, Averil; Ward-Perkins, Bryan; Whitby, Michael. Cambridge: Cambridge University Press.
  • Lee, A. D. (2013). From Rome to Byzantium AD 363 to 565: The Transformation of Ancient Rome. Edinburgh: Edinburgh University Press.
  • Lilie, Ralph-Johannes (2014). "Reality and Invention: Reflections on Byzantine Historiography". Dumbarton Oaks Papers. 68: 157–210.
  • Mathisen, Ralph W. (1981). "Avitus, Italy and the East in A.D. 455–456". Byzantion. 51 (1): 232–247.
  • Mathisen, Ralph W. (1998). "Roman Emperors – DIR Anthemius". www.roman-emperors.org. Archived from the original on 24 June 2018.
  • McEvoy, Meaghan A. (2013). Child Emperor Rule in the Late Roman West, AD 367–455. Oxford University Press.
  • Meijer, Fik (2004). Emperors Don't Die in Bed. New York: Routledge.
  • Meyendorff, John (1989). Imperial Unity and Christian Divisions: The Church 450-680 A.D. The Church in history. Vol. 2. Crestwood, NY: St. Vladimir's Seminary Press.
  • Mikaberidze, Alexander (2015). Historical Dictionary of Georgia (2 ed.). Rowman & Littlefield.
  • Manoogian, Torkom (1984). Vardanankʻ ew Vahaneankʻ. Ann Arbor, Michigan: University of Michigan.
  • Nathan, Geoffrey S. (1998). "Roman Emperors – DIR Marcian". www.roman-emperors.org. Archived from the original on 6 July 2018.
  • Norwich, John Julius (1998). A Short History of Byzantium. New York: Vintage Books.
  • Pharr, Clyde; Davidson, Theresa Sherrer; Pharr, Mary Brown (2001) [1952]. The Theodosian Code and Novels, and the Sirmondian Constitutions. Union: Lawbook Exchange.
  • Smith, Bonnie G. (2008). The Oxford Encyclopedia of Women in World History. Vol. 1st. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Thompson, E. A. (1950). "The Foreign Policies of Theodosius II and Marcian". Hermathena. 76 (76): 58–75.
  • Vasiliev, A. A. (1948). "Imperial Porphyry Sarcophagi in Constantinople". Dumbarton Oaks Papers. 4: 1+3–26.
  • Vasiliev, A. A. (1980) [1958]. History of the Byzantine Empire, 324–1453. Volume I. Madison: University of Wisconsin Press.
  • Whitworth, Patrick (2017). Constantinople to Chalcedon: Shaping the World to Come. Sacristy Press.
  • Rösch, Gerhard (1978). Onoma Basileias: Studien zum offiziellen Gebrauch der Kaisertitel in spätantiker und frühbyzantinischer Zeit. Byzantina et Neograeca Vindobonensia (in German). Verlag der österreichischen Akademie der Wissenschaften.
Μαρκιανός
Γέννηση: 392 Θάνατος: 26 Ιανουαρίου 457
Προκάτοχος
Θεοδόσιος Β´
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου
450-457
Διάδοχος
Λέων Α΄