Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ερρίκος Δ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ερρίκος Δ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Heinrich IV (Γερμανικά)
Γέννηση11  Νοεμβρίου 1050
Imperial Palace of Goslar
Θάνατος7  Αυγούστου 1106
Λιέγη
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός Ναός του Σπάιερ
Χώρα πολιτογράφησηςΑγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΧριστιανισμός
Ύψος1,8 m Edit this on Wikidata
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
αυτοκράτορας[1]
συγγραφέας[1]
Οικογένεια
ΣύζυγοςΜπέρτα της Σαβοΐας[2]
Ευπραξία του Κιέβου[2]
ΤέκναΑγνή του Βάιμπλινγκεν[2]
Κορράδος Β´ της Ιταλίας[3]
Ερρίκος Ε΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας[2]
ΓονείςΕρρίκος Γ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και Αγνή του Πουατιέ
ΑδέλφιαΚορράδος Β΄ της Βαυαρίας
Αδελαΐδα Β΄
Ιουδήθ της Σουαβίας
Βεατρίκη Α΄, ηγουμένη του Κβέντλινμπουργκ
Ματθίλδη της Σουαβίας
ΣυγγενείςΑδελαΐδα της Σαβοΐας (κουνιάδα)
ΟικογένειαΟίκος των Σαλίων
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΑυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1056–1105)
δούκας της Βαυαρίας
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ερρίκος Δ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (γερμανικά: Heinrich IV, 11 Νοεμβρίου 1050 - 7 Αυγούστου 1106) ήταν Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1084 - 1105), Βασιλιάς της Γερμανίας (1053 - 1087), Βασιλιάς της Ιταλίας (1056 - 1093), Βασιλιάς της Αρλ (1056 - 1105) και Δούκας της Βαυαρίας (1052 - 1054). Ο Ερρίκος Δ΄ ήταν γιος του αυτοκράτορα Ερρίκου Γ΄ μέλους του Οίκου των Σαλίων και της Αγνής του Πουατιέ.[4] Όταν πέθανε ο πατέρας του (5 Οκτωβρίου 1056) και ο μικρός Ερρίκος τέθηκε υπό την κηδεμονία της μητέρας του, η Αγνή έκανε μεγάλες δωρεές στους Γερμανούς αριστοκράτες για να τη στηρίξουν. Σε αντίθεση με τον σύζυγό της, δεν μπόρεσε να ελέγξει την παπική εκλογή, και έτσι στη διάρκεια της αντιβασιλείας ενισχύθηκε η ιδέα της «Ελευθερίας της Εκκλησίας». Ο αρχιεπίσκοπος Άννο Β΄ της Κολωνίας απήγαγε τον Απρίλιο του 1062 τον μικρό Ερρίκο και κυβέρνησε τη Γερμανία μέχρι την ενηλικίωση του (1065).

Ο Ερρίκος Δ΄ αποφάσισε να ανακτήσει τα εδάφη που έχασε όταν ήταν ανήλικος, έδωσε αξιώματα σε χαμηλόβαθμους υπαλλήλους και προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στη Σαξονία και τη Θουριγγία. Συνέτριψε μία εξέγερση στη Σαξονία (1069) και την επανάσταση του Όθωνα του Νόρτχαϊμ (1071). Ο διορισμός κοινών ανθρώπων σε ψηλά αξιώματα ενόχλησε τους αριστοκράτες, και πολύ από αυτούς αποστασιοποιήθηκαν από την Αυλή. Επέμεινε να διορίζει ο ίδιος επισκόπους και ηγουμένους μοναστηριών, μολονότι οι κληρικοί καταδίκαζαν την πρακτική αυτή σαν σιμωνία, απαγορευμένη από την εκκλησία. Ο Πάπας Αλέξανδρος Β΄ κατηγόρησε τους συμβούλους του Ερρίκου για τις πράξεις τους και τους αφόρισε (1073). Οι συγκρούσεις του Ερρίκου με την Αγία Έδρα και τους δούκες τον εξασθένησαν σημαντικά, οι Σάξονες επαναστάτησαν ξανά το καλοκαίρι του 1074. Ο Ερρίκος εκμεταλλεύτηκε τον εμφύλιο ανάμεσα στους Σάξονες αριστοκράτες και τους χωρικούς, τον Οκτώβριο του 1075 τους υπέταξε. Ο Ερρίκος Δ΄ ενδιαφέρθηκε έντονα για την Ιταλία, ο Πάπας Γρηγόριος Ζ΄ ανησύχησε και τον απείλησε να τον αφορίσει για τη Σιμωνία, ο αυτοκράτορας πέτυχε ωστόσο να πείσει τους επισκόπους να κηρύξουν την παπική εκλογή άκυρη (24 Ιανουαρίου 1076). Ο πάπας τον αφόρισε, ο Ερρίκος για να προστατευτεί από τους Σάξονες ευγενείς που ήθελαν να τον δικάσουν πήγε στην Ιταλία. Ο "Δρόμος στην Κανόσα" ήταν επιτυχής, ο Γρηγόριος Ζ΄ τον απήλλαξε τελικά τον Ιανουάριο του 1077. Οι αντίπαλοι ευγενείς στη Γερμανία αγνόησαν την παπική απαλλαγή, εξελέγη νέος διεκδικητής βασιλιάς ο Ροδόλφος του Ράινφελντεν (14 Μαρτίου 1077). Ο πάπας στάθηκε ουδέτερος στη σύγκρουση ανάμεσα στους δύο βασιλείς, ο Ερρίκος Δ΄ συνέχισε να διορίζει τους υψηλόβαθμους κληρικούς με αποτέλεσμα να τον αφορίσει ο πάπας ξανά (7 Μαρτίου 1080). Οι Γερμανοί επίσκοποι έμειναν πιστοί στον Ερρίκο Δ΄ εκλέγοντας νέο αντίπαπα τον Κλήμη Γ΄. Ο Ροδόλφος του Ράινφελντεν τραυματίστηκε θανάσιμα σε μάχη, ο διάδοχος του Χέρμαν του Ζαλμ διατήρησε μόνο τη Σαξονία. Ο Ερρίκος Δ΄ ξεκίνησε μια σειρά από στρατιωτικές εκστρατείες στην Ιταλία (1081), ο Κλήμης Γ΄ τον έστεψε αυτοκράτορα στη Ρώμη (1 Απριλίου 1084).

Ο Χέρμαν του Ζαλμ πέθανε και η Σαξονία πέρασε στα χέρια του Ερρίκου με την υποστήριξη της αριστοκρατίας (1088), προχώρησε σε εκστρατεία στη Ματθίλδη της Κανόσα που ήταν σύμμαχος του πάπα (1089). Η Ματθίλδη έπεισε τον μεγαλύτερο γιο της Κορράδο να επιτεθεί στον Ερρίκο (1093), ο σύμμαχος της Γουέλφος Α΄ της Βαυαρίας εμπόδισε τον Ερρίκο να επιστρέψει στη Γερμανία μέχρι την εποχή που συμφιλιώθηκε μαζί του (1096). Μετά τον θάνατο του Κλήμη Γ΄ ο Ερρίκος Δ΄ δεν υποστήριξε νέους αντίπαπες αλλά ούτε έκλεισε ειρήνη με τον νέο πάπα Πασχάλη Β΄ που τον αφόρισε ξανά. Ο Ερρίκος Δ΄ ανακήρυξε αυτοκρατορική ειρήνη που κάλυπτε ολόκληρη τη Γερμανία (1130), ο μικρότερος γιος του Ερρίκος Ε΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον ανάγκασε να παραιτηθεί με τη βία (31 Δεκεμβρίου 1105). Οι προσπάθειες του να επιστρέψει στον θρόνο με τη βοήθεια αριστοκρατίας από τη Λοθαριγγία απέτυχαν, ο Ερρίκος Δ΄ πέθανε από ασθένεια χωρίς να αρθεί ο αφορισμός του από τον πάπα.

Διάδοχος του θρόνου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (10ος - 11ος αιώνας).

Ο Ερρίκος Δ΄ γεννήθηκε στα αγαπημένα ανάκτορα του πατέρα του στο Γκόσλαρ.[5] Ο Ερρίκος Γ΄ που είχε ήδη τρεις κόρες περίμενε με πάθος τη γέννηση ενός γιου για να φέρει την ενότητα στο βασίλειο όπως τόνισε σε κήρυγμα του ο Χέρμαν Β΄ της Κολωνίας.[5][6] Ο μικρός Ερρίκος πήρε αρχικά το όνομα του παππού του Κορράδου, ο ηγούμενος Ούγος του Κλυνύ που είχε οριστεί από τον αυτοκράτορα Νονός πρότεινε στον Ερρίκο Γ΄ να του δώσει το δικό του όνομα.[6] Τα Χριστούγεννα του 1050 ο Ερρίκος Γ΄ όρισε τον μικρό του γιο διάδοχο, κάλεσε τους ευγενείς να δώσουν όρκους "πίστης και υποταγής" στον Ερρίκο.[6][7] Ο αρχιεπίσκοπος Χέρμαν βάπτισε τον μικρό Ερρίκο το Πάσχα του 1051 στην Κολωνία.[5] Ο αυτοκράτορας συγκάλεσε Συμβούλιο τον Νοέμβριο του 1051 για να εξασφαλίσει τη διαδοχή.[8] Οι Γερμανοί πρίγκιπας συμφώνησαν στη στέψη του μικρού Ερρίκου σαν βασιλιά υπό την προϋπόθεση ότι θα είχε μια "δίκαιη βασιλεία" όσο ζούσε ο πατέρας του.[8] Ο Ρόμπινσον γράφει ότι οι ευγενείς προσπάθησαν να πείσουν τον αυτοκράτορα να αλλάξει τη διακυβέρνηση του και να δώσει περισσότερες εξουσίες στον γιο του, τα Χριστούγεννα του 1052 διορίστηκε Δούκας της Βαυαρίας.[6][9]

Ο αρχιεπίσκοπος Χέρμαν Β΄ έστεψε τον Ερρίκο βασιλιά στο Άαχεν (17 Ιουλίου 1054).[9] Ο δίχρονος μικρότερος αδελφός του Ερρίκου Κορράδος Β΄ της Βαυαρίας στέφτηκε από τον πατέρα τους κυβερνήτης στη Βαυαρία, όταν πέθανε (1055) ο Ερρίκος Γ΄ την έδωσε στη σύζυγο του Αγνή.[9] Στα τέλη του 1055 ο αυτοκράτορας αρραβώνιασε τον μικρότερο γιο του Ερρίκο με την Μπέρτα της Σαβοΐας.[10][11] Οι γονείς της Όθων της Σαβοΐας και Αδελαΐδα της Σούζα είχαν υπό τον έλεγχο τους τη βόρεια Ιταλία και ο αυτοκράτορας ήθελε να εξασφαλίσει συμμαχία απέναντι στον επαναστάτη Δούκα της Λωρραίνης Γοδεφρείδο τον Γενειοφόρο.[11] Ο Ερρίκος Γ΄ αρρώστησε βαριά στα τέλη Σεπτεμβρίου 1056 και κάλεσε τον πάπα Βίκτωρ Β΄ που βρισκόταν στη Γερμανία να προστατεύσει τον γιο του.[11][12] Ο Ερρίκος Γ΄ πέθανε λίγο αργότερα (5 Οκτωβρίου 1056).[13]

Άνοδος σε βρεφική ηλικία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι γονείς του Ερρίκου Δ΄, Ερρίκος Γ΄ και Αγνή.

Ο Ερρίκος Δ΄ διαδέχθηκε τον πατέρα του μόλις 6 ετών χωρίς σοβαρή αντίσταση.[12][13] Ο πάπας Βίκτωρ έπεισε τους Γερμανούς αριστοκράτες να ορκιστούν πίστη στον νέο βασιλιά που ενθρονίστηκε στο Άαχεν.[13][14] Τους υπενθύμισε επιπλέον να δείξουν την πίστη στη μητέρα του Αγνή σε περίπτωση που ο γιος της πεθάνει πριν από αυτήν μέχρι τον ορισμό του διαδόχου.[15][16] Η Αγνή που ήταν έτοιμη να αποσυρθεί σε μοναστήρι παρέμεινε για να ασχοληθεί με την κηδεμονία και την εκπαίδευση του γιου της.[12][17] Έκανε μεγάλες δωρεές σε αριστοκράτες και για να συμφιλιωθεί μαζί τους, συμφιλιώθηκε και με τους παλιούς εχθρούς του συζύγου της όπως ο Γοδεφρείδος ο Γενειοφόρος και ο Κορράδος Γ΄ της Καρινθίας που διορίστηκε Δούκας της Καρινθίας.[18][19] Όταν ο πάπας έφυγε από τη Γερμανία η Αγνή ανέλαβε αποκλειστικά την κηδεμονία του γιου της (1057), αδιαφόρησε για το Βασίλειο της Αρλ και την Ιταλία.[20][21] Η μεγάλη της ευσέβεια την απέτρεψε από τις παρεμβάσεις της στην εκλογή επισκόπων και έχασε τον έλεγχο στην παπική εκλογή.[12][22] Ο Ερρίκος Δ΄ κληρονόμησε από τον πατέρα του τον τίτλο του Πατρικίου και το δικαίωμα να παρέχει την πρώτη ψήφο στην παπική εκλογή, η "ελευθερία της εκκλησίας" διατηρήθηκε και ενισχύθηκε όσο ήταν ανήλικος.[23]

Ο διάδοχος του Βίκτωρ Πάπας Στέφανος Θ΄, αδελφός του Γοδεφρείδου του Γενειοφόρου εξελέγη τον Αύγουστο του 1057 χωρίς βασιλική παρέμβαση, οι μεταρρυθμιστές ήθελαν να αποτρέψουν τους αντιπάλους τους να ορίσουν δικό τους διάδοχο.[24] Όταν έφτασε στην ενηλικίωση ευγενείς που φοβήθηκαν την εξουσία του αποφάσισαν να τον ανατρέψουν, αρχηγός των συνωμοτών ο Όθων του Νόρντμαρκ που επέστρεψε από την εξορία. Οι συγγενείς του αυτοκράτορα Μπρούνο Β΄ και Εγβέρτος Α΄ του Μπάουνσβαϊγκ επιτέθηκαν στους συνωμότες, ο Μπρούνο θανάτωσε τον Όθωνα αλλά τραυματίστηκε και ο ίδιος θανάσιμα.[25] Η Αγνή διόρισε έναν πλούσιο αριστοκράτη τον Ροδόλφο του Ράινφελντεν δούκα της Σουαβίας, του έδωσε επίσης τα απέραντα εδάφη της Βουργουνδίας για να φέρει την ειρήνη στους ευγενείς.[18][26][27] Ο Γοδεφρείδος ο Γενειοφόρος ανέλαβε το Σπολέτο και το Φέρμο στα Παπικά Κράτη.[28] Την ίδια εποχή πολλές φήμες διαδόθηκαν στην Ιταλία ότι ο Γοδεφρείδος είχε στόχο να πάρει το αυτοκρατορικό στέμμα με τη βοήθεια του πάπα Στεφάνου Θ΄ αλλά ο πάπας πέθανε αιφνίδια (25 Μαρτίου 1058).[28] Οι Ρωμαίοι αριστοκράτες όρισαν νέο πάπα τον καρδινάλιο του Βελέτρι ως Αντίπαπας Βενέδικτος Ι΄, οι μεταρρυθμιστές κληρικοί όρισαν αντίθετα τον επίσκοπο Γεράρδο της Φλωρεντίας ως Πάπας Νικόλαος Β΄.[23][28] Έστειλαν απεσταλμένους στη Γερμανία και ο Ερρίκος Δ΄ συμφώνησε στο Άουγκσμπουργκ να οριστεί νέος πάπας ο Γεράρδος (7 Ιουνίου 1058).[24]

Επέμβαση στον Ουγγρικό εμφύλιο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ανδρέας Α΄ της Ουγγαρίας έστειλε τον Σεπτέμβριο του 1058 απεσταλμένους από την Ουγγαρία.[29] Ο Ερρίκος Γ΄ είχε επιχειρήσει δύο εκστρατείες στην Ουγγαρία για να εξασφαλίσει όρκους πίστης από τον Ανδρέα αλλά απέτυχε.[8] Ο Ανδρέας ήθελε αυτή τη φορά να εξασφαλίσει τη διαδοχή στον 5χρονο γιο του Σολομώντα της Ουγγαρίας και να την ακυρώσει από τον αδελφό του Μπέλα Α΄ της Ουγγαρίας.[29] Οι Ούγγροι απεσταλμένοι και οι αντιπρόσωποι του Ερρίκου έκλεισαν συνθήκη, η 11χρονη κόρη του Ερρίκου Ιουδήθ αρραβωνιάστηκε τον Σολομώντα.[24][29] Οι μεταρρυθμιστές όρισαν νέο πάπα στη Φλωρεντία τον Γεράρδο ως Νικόλαο Β΄.[24][30] Ο σύμβουλος του, ο μοναχός Χίλντεμπραντ ανέλαβε να ενισχύσει την εξουσία των παπών.[31][32] Ο πάπας συγκάλεσε Σύνοδο προκειμένου να καθορίσει τα δικαιώματα των καρδιναλίων στην παπική εκλογή.[33][34] Με τη φράση "σήμερα βασιλιάς και με τη βοήθεια του Θεού αυτοκράτορας" επιβεβαίωσε τα δικαιώματα του αυτοκράτορα στην παπική εκλογή αλλά χωρίς να τα καθορίζει.[35][36] Ένα άλλο διάταγμα καθόριζε τη λαϊκή συμβολή στην εκλογή των κατώτερων κληρικών επειδή οι μονάρχες συνέχιζαν να διορίζουν επισκόπους χωρίς παπική παρέμβαση.[37][38] Ο Καρδινάλιος Χυμπέρτ Όφα Σίλβα Καντίτα έθεσε το ζήτημα αν μπορούν οι μονάρχες να παραχωρούν στους κληρικούς επισκοπές και αβαεία.[39][40][41]

Ο Ανδρέας Α΄ της Ουγγαρίας αντιμετώπισε την επανάσταση του αδελφού του (1060), η Αγνή έστειλε τρεις στρατούς στην Ουγγαρία για να πολεμήσουν τον Μπέλα και τους Πολωνούς συμμάχους του αλλά δεν συντονίστηκαν.[42] Ο Μπέλα νίκησε τον αδελφό του που θανατώθηκε από τα τραύματα του και στέφτηκε βασιλιάς, η οικογένεια του Ανδρέα δραπέτευσε στη Γερμανία.[29][42] Μετά τη νίκη του Μπέλα η Αγνή έδωσε εντολή να ενισχυθούν τα Γερμανικά δουκάτα στα σύνορα με την Ουγγαρία.[42] Η Βαυαρία παραχωρήθηκε σε έναν πλούσιο άρχοντα τον Όθων του Νόρτχαϊμ, στις αρχές του 1061 ο Κορράδος της Καρινθίας αντικαταστάθηκε με τον Βερθόλδος Α΄ του Τσέρινγκεν.[43]

Ο Ερρίκος Δ΄ πηδάει από το πλοίο του αρχιεπισκόπου Άννο Β΄ της Κολωνίας στο Κάιζερσβερθ (1062).

Οι σχέσεις ανάμεσα στον πάπα Νικόλαο και τους Γερμανούς ιερείς ήταν τεταμένες για άγνωστους λόγους (1061), μια Γερμανική σύνοδος κατηγόρησε τον πάπα και αρνήθηκε τις αποφάσεις του.[44][45][46] Ο πάπας Νικόλαος Β΄ πέθανε (20 Ιουλίου 1061), οι Ρωμαίοι αριστοκράτες έστειλαν επιστολή στον Ερρίκο και του ζήτησαν να εκλέξει κάποιον άλλον πάπα (30 Σεπτεμβρίου 1061).[34] Ο Χίλντεμπραντ και οι μεταρρυθμιστές ιερείς εξέλεξαν τον Άνσελμο Α΄, επίσκοπο της Λούκκα με το όνομα Πάπας Αλέξανδρος Β΄ χωρίς την έγκριση του Ερρίκου Δ΄.[30][45][47][48] Ο βασιλιάς συγκάλεσε τους Ιταλούς επισκόπους σε Σύνοδο στη Βασιλεία για να συζητήσει την κατάσταση, παρέστη και ο ίδιος φορώντας το σύμβολο του Πατρικίου των Ρωμαίων.[30][49] Η Σύνοδος εξέλεξε νέο αντίπαπα τον επίσκοπο της Πάρμας με το όνομα Αντίπαπας Ονώριος Β΄ (28 Οκτωβρίου 1061).[49] Το Σχίσμα ανάμεσα στους δυο πάπες έφερε εμφύλια σύγκρουση στους Γερμανούς κληρικούς.[48] Ο αρχιεπίσκοπος Αδαλβέρτος της Βρέμης ήταν ο φανατικότερος οπαδός του Ονώριου και ο αρχιεπίσκοπος Άννο Β΄ της Κολωνίας ήταν αντίστοιχα του Αλεξάνδρου.[50] Η μητέρα του αυτοκράτορα Αγνή υποστήριζε τον Ονώριο και οι οπαδοί της αφορίστηκαν από τον Αλέξανδρο.[50] Η εύνοια που έδειξε στον Ερρίκο Β΄ του Άουγκσμπουργκ έφεραν δυσαρέσκεια στον Γερμανικό κλήρο απέναντι της, ο αρχιεπίσκοπος Άννο, ο Εγβέρτος του Μπράουνσβαϊγκ και ο Όθων του Νόρτχαϊμ της αφαίρεσαν την αντιβασιλεία.[51][52][53] Ο αρχιεπίσκοπος Άννο εξόπλισε τον Απρίλιο 1062 ένα πλοίο, εξέπλευσε βόρεια στον Ρήνο και έφτασε στα βασιλικά ανάκτορα του Κάιζερσβερθ.[51][54] Ο Ερρίκος Δ΄ γοητεύτηκε, έπεσε στην παγίδα και μπήκε στο πλοίο.[51] Ο βασιλιάς αναγνώρισε την πλάνη και πήδηξε στο ποτάμι για να γλυτώσει και παρά λίγο να πνιγεί, μόλις τον έσωσε ο Εγβέρτος του Μπράουνσβαϊγκ.[51][52]

Αποκατάσταση του Σολομώντα στην Ουγγαρία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το "Κίνημα του Κάιζερσβερθ" έριξε σημαντικά το κύρος της Αγνής που αποσύρθηκε στα εδάφη της.[54][55] Ο Άννο την αντικατέστησε στην αντιβασιλεία, στον τίτλο του Μάγιστρου και την εκπαίδευση του Ερρίκου, διόρισε τους ευγενείς και τους φίλους του σε ψηλές θέσεις.[56][57] Πίεσε τον Ερρίκο Δ΄ να παραχωρήσει το ένα δέκατο από τα αυτοκρατορικά έσοδα στον ίδιο και στους διαδόχους του στη Βρέμη, υποσχέθηκε επίσης να τερματίσει το σχίσμα.[7][58]. Η Σύνοδος των Γερμανών επισκόπων διόρισε τον ανεψιό του Μπέρχαρντ Β΄, επίσκοπο του Χάλμπερσταντ με εντολή να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τον πάπα Αλέξανδρο Β΄.[59] Ο γνωστός μοναχός Πίτερ Ντέμιαν (1007-1072) υπερασπίστηκε έντονα την εκλογή του Αλεξάνδρου Β΄ στη θέση του πάπα.[36] Ο Ντέμιαν παρουσίασε "το κληρονομικό δικαίωμα του βασιλιά να έχει συμμετοχή στην παπική εκλογή" το οποίο θα μπορούσε να το χάσει.[36] Το κύρος του αυτοκράτορα ύστερα από αυτές τις εξελίξεις μειώθηκε σημαντικά.[60]

Ο Μπέλα Α΄ ήθελε να κλείσει ειρήνη με τον Ερρίκο επειδή ήθελε να προστατεύσει τον θρόνο του από τον ανεψιό του Σολομώντα που βρισκόταν στη Γερμανία.[61] Ο Ερρίκος Δ΄ αντίθετα ήθελε σε κάθε περίπτωση να αποκαταστήσει τον Σολομώντα στον Ουγγρικό θρόνο, τον Αύγουστο του 1063 επιτέθηκε με τα Γερμανικά στρατεύματα στην Ουγγαρία και νίκησε στην πρώτη εκστρατεία.[61][62] Ο Μπέλα Α΄ πέθανε αιφνίδια και ο Γερμανικός στρατός εισήλθε στο Σεκεσφεχερβάρ.[62] Ο Σολομών αποκαταστάθηκε στον Ουγγρικό θρόνο και ο Ερρίκος Δ΄ πριν επιστρέψει στη Γερμανία παρέστη στον αρραβώνα του με την Ιουδήθ.[61][63] Ο Αδαλβέρτος της Βρέμης συνόδευσε τον αυτοκράτορα στη Γερμανία και έγινε από τους πιο πιστούς οπαδούς του, εμφανίστηκε "προστάτης του" στα βασιλικά διατάγματα με θέση ισάξια με αυτή του Άννο.[61] Ο Άννο πήγε τον Μάιο του 1064 στη Μάντοβα για να παραστεί σε Σύνοδο, αναγνώρισε τον Αλέξανδρο Β΄ σαν πάπα και προσκάλεσε τον αυτοκράτορα στη Ρώμη.[64][65] Ο Αδαλβέρτος εκμεταλλεύτηκε την απουσία του Άννο για να ενισχύσει την εξουσία του και την επίδραση του στον Ερρίκο.[64]

Αδαλβέρτος της Βρέμης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως περιγράφει ένας Σάξονας ιστορικός ο Λάμπερτ του Χέρσφελντ ο Ερρίκος Δ΄ ήρθε με ένα σπαθί στη Βορμς, επιτέθηκε στον αρχιεπίσκοπο Άννο της Κολωνίας αλλά τον εμπόδισε η μητέρα του να του κάνει κακό.[66][67] Η αναφορά του Άννο ίσως να μην είναι αξιόπιστη, το βέβαιο είναι ότι ο Άννο εκδιώχτηκε από τη βασιλική αυλή.[68] Ο Ερρίκος Δ΄ δέχτηκε πρόσκληση από το πάπα Αλέξανδρο Β΄ να επισκεφτεί τη Ρώμη, η Αγνή έφυγε για την Ιταλία δύο μήνες αργότερα.[69][70] Όταν έφυγε η μητέρα του βασιλιά ολόκληρη την εξουσία ανέλαβε ο Αδαλβέρτος της Βρέμης.[61] Το ταξίδι του βασιλιά στη Ρώμη αναβλήθηκε στην αρχή για το φθινόπωρο και στη συνέχεια μόνιμα, ο πάπας τον χρειαζόταν για να τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει τους εχθρούς του.[18][71] Ο Ερρίκος Δ΄ προτίμησε να πάει στη Βουργουνδία για να του δηλώσουν οι ευγενείς υποταγή, η άφιξη του στη Βουργουνδία θεωρείται σαν η αρχή για τη βασιλεία του στην περιοχή. Αργότερα μετέβη στη Λωρραίνη, αποκατέστησε τον Γοδεφρείδο τον Γενειοφόρο τον Οκτώβριο στην Κάτω Λωρραίνη.[72][73]

Ο Αδαλβέρτος της Βρέμης σε συμφωνία με τον φίλο του βασιλιά Βέρνερ έκανε κατάσχεση της βασιλικής περιουσίας για να κερδίσουν βασιλικά δώρα, τα έδωσαν στους δυσαρεστημένους ιερείς και κληρικούς.[74] Με πλεονέκτημα την επίδραση του στον βασιλιά ο Αδαλβέρτος αντιμετώπισε επιτυχώς τους αντιπάλους του.[75] Οι προσπάθειες του να καταλάβει με τη βία το Αββαείο του Λορς προκάλεσε αντιδράσεις (1065), οι αρχιεπίσκοποι Ζίγκφριντ του Μάιντζ και Άννο της Κολωνίας προχώρησαν σε εξέγερση.[76] Ο Όθων του Νόρτχαϊμ, ο Ροδόλφος του Ράινφενλντεν και ο Βερθόλδος Α΄ του Τσέρινγκεν ενώθηκαν και έπεισαν τον Ερρίκο Δ΄ να απολύσει τον Αδαλβέρτο (13 Ιανουαρίου 1066).[18][77] Ο Άννο κέρδισε ξανά την εμπιστοσύνη του Ερρίκου αλλά οι βασιλικοί σύμβουλοι δεν μπορούσαν να έχουν πλέον τον έλεγχο στην κρατική διοίκηση.[78] Ο Ερρίκος Δ΄ αρρώστησε βαριά τον Μάιο του 1066, κινδύνευσε να πεθάνει και οι αριστοκράτες ξεκίνησαν την αναζήτηση του διαδόχου, σε έναν μήνα ωστόσο ανέκαμψε και παντρεύτηκε την αρραβωνιαστικιά του Μπέρθα.[78][79] Στα τέλη του χρόνου ο Ριχάρδος Α΄ του Κάπουα επιτέθηκε στα Παπικά Κράτη, η μητέρα του Αγνή επέστρεψε από τη Ρώμη και του ζήτησε να έρθει να βοηθήσει τον πάπα.[80] Ο Ερρίκος Δ΄ συγκέντρωσε τον στρατό του αλλά τον διάλυσε όταν ο Γοδεφρείδος ο Γενειοφόρος προχώρησε σε αντεπίθεση εναντίον του Ριχάρδου Α΄.[30][80] Η Σλαβική φυλή των Λουτίκων διέσχισε τον Έλβα και επιτέθηκε στο Αμβούργο, στις αρχές του 1069 ο βασιλιάς προχώρησε σε αντεπίθεση και τους νίκησε.[81][82]

Πρώτες επιχειρήσεις στη Σαξονία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεγάλα τμήματα της περιουσίας του Ερρίκου ιδιαίτερα στη Σαξονία είχαν κατασχεθεί την περίοδο που ο βασιλιάς ήταν ανήλικος, ο Ερρίκος Δ΄ αποφάσισε να τα ανακτήσει (1069).[83] Ο Ερρίκος έστειλε τους Σουηβούς υπουργούς στο δουκάτο για να ελέγξουν τα νομικά δικαιώματα, ο διορισμός ξένων υπαλλήλων εξόργισε τους Σάξονες επειδή η πράξη παραβίαζε την Πολιτική Δικονομία.[83][84] Ο Ερρίκος οικοδόμησε νέα κάστρα στη Σαξονία και τα παρέδωσε σε Σουηβούς στρατιώτες, ασχολήθηκε με τη Σαξονία περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο μέρος στη Γερμανία όπως ο πατέρας του.[83][85][86] Οι Θουρίγγιοι εξοργίστηκαν επειδή ο βασιλιάς παραχώρησε στον αρχιεπίσκοπο Ζίγκφριντ του Μάιντζ το δικαίωμα να τους πάρει τα δέκατα.[87] Ο μαργράβος της Κάτω Λουσατίας Ντέντι Α΄ του Σαξονικού Όστμαρκ ήταν ο πρώτος Σάξονας ευγενής που επαναστάτησε.[87] Διεκδίκησε τα δώρα του πρώην συζύγου της συζύγου του Όθων Α΄ του Μέισσεν αλλά ο Ερρίκος του το αρνήθηκε (1069).[87][88]. Ο Ντέντι πήγε να βοηθήσει τους Θουρίγγιους αλλά οπισθοχώρησε όταν ο βασιλιάς τον απείλησε να τον εξαιρέσει από τα δώρα τους, ο Ερρίκος Δ΄ του επιτέθηκε και τον ανάγκασε να παραδοθεί.[87]

Ο Όθων του Νόρτχαϊμ είχε μεγάλες εκτάσεις στη Σαξονία.[83] Ένας ευγενής ο Έγκενο τον κατηγόρησε για συνωμοσία ενάντια στη ζωή του Ερρίκου, ο Όθων κλήθηκε τον Αύγουστο του 1070 να απαντήσει στις κατηγορίες. Ο Μπρούνο της Σαξονίας ένας ιστορικός της εποχής έγραψε ότι τον Έγκενο δωροδόκησε ο ίδιος ο βασιλιάς, η αναφορά θεωρείται αναξιόπιστη.[89] Με τον φόβο της καταδίκης ο Όθων δραπέτευσε στη Θουριγγία, έγινε κατάσχεση της περιουσίας του.[83][89][90] Ο Ερρίκος Δ΄ επιτέθηκε στα εδάφη του Όθωνα στη Σαξονία και ο Όθων απάντησε με επίθεση στα βασιλικά εδάφη στη Θουριγγία.[89] Ο Όρντουλφ της Σαξονίας και οι περισσότεροι Σάξονες αριστοκράτες παρέμειναν πιστοί στον Ερρίκο αλλά ο γιος του Όρντουλφ Μάγκνους της Σαξονίας συμμάχησε με τον Όθων.[89] Τα Χριστούγεννα του 1070 ο βασιλιάς παραχώρησε τη Βαυαρία στον Γουέλφο Α΄.[88][91] Ο Όθων του Νόρτχαϊμ και ο Μάγκνους της Σαξονίας χωρίς υποστήριξη παραδόθηκαν στον Ερρίκο Δ΄, τοποθετήθηκαν στη συνοδεία των Γερμανών πριγκίπων (12 Ιουνίου 1071).[92]

Επεμβάσεις στις επισκοπές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Δ΄ μετά τον θάνατο του Αδαλβέρτου της Βρέμης (1072) έκανε κατάσχεση της περιουσίας του, ήταν ο πρώτος μονάρχης που προχώρησε σε τέτοια ενέργεια.[93] Οι διορισμοί των ανώτατων κληρικών ήταν θέμα προτεραιότητας για την εξουσία του Ερρίκου αλλά οι μεταρρυθμιστές κληρικοί τον κατηγόρησαν για Σιμωνία.[94] Όταν ο Ερρίκος τοποθέτησε έναν Μιλανέζο ευγενή τον Γκότιφρεντ στην αρχιεπισκοπή του Μιλάνου ο πάπας Αλέξανδρος Β΄ αφόρισε τον Γκότιφρεντ, ο Ερρίκος Δ΄ επέμεινε στην τοποθέτηση του και αυτό τον έφερε σε σύγκρουση με την Αγία Έδρα.[95][96][97] Η επισκοπή της Κωνσταντίας στάθηκε άλλο ένα πεδίο συγκρούσεων, οι κληρικοί έκαναν αίτημα προστασίας στον πάπα να εμποδίσει τον Ερρίκο να τοποθετήσει αρχιεπίσκοπο τον εκλεκτό του Κάρολο του Βραδεμβούργου (1070).[98] Ο Ερρίκος Δ΄ αρνήθηκε ότι δωροδοκήθηκε από τον Κάρολο αλλά αναγνώρισε δημόσια ότι κάποιοι σύμβουλοι του ίσως να πήραν χρήματα.[98] Ο Κάρολος δεν είχε άλλη επιλογή από την παραίτηση για να μην κατηγορηθεί για Σιμωνία.[98] Οι μοναχοί στο αβαείο του Ράιχεναου έκαναν επίσης αίτημα προστασίας στον πάπα από την επιλογή του Ερρίκου.[99] Ο Αλέξανδρος Β΄ κάλεσε στη Ρώμη όλους τους Γερμανούς επισκόπους που είχαν κατηγορηθεί για Σιμωνία να εξετάσει την περίπτωση τους.[94]

Άνοδος Γρηγορίου Ζ΄

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ερρίκος Δ΄ και η πρώτη σύζυγος του Μπέρτα της Σαβοΐας.

Ο Ερρίκος Δ΄ απελευθέρωσε τον Μάιο του 1072 τον Όθων του Νόρτχαϊμ αλλά ο Μάγκνους της Σαξονίας παρέμεινε φυλακισμένος.[83][100] Ο διορισμός ταπεινών ανδρών σε ψηλά αξιώματα εξόργισε τη Γερμανική αριστοκρατία.[101] Ο Ροδόλφος του Ράινφελντεν και ο Βερθόλδος Α΄ του Τσέρινγκεν έφυγαν από τη βασιλική αυλή, αυτό δημιούργησε πολλές φήμες για αριστοκρατική συνωμοσία.[101] Ο Ροδόλφος κάλεσε την Αγνή του Πουατού και της ζήτησε να τον συμφιλιώσει με τον γιο της.[102] Η Αγνή επέστρεψε στη Γερμανία και πέτυχε τη συμφιλίωση αλλά αποδείχτηκε προσωρινή, ο Ερρίκος διατήρησε τους συμβούλους του.[103] Ο Ροδόλφος και ο Μπέρτολτ αποσύρθηκαν στα δουκάτα τους και ο Γουέλφος Α΄ της Βαυαρίας εγκατέλειψε τη βασιλική αυλή.[104] Η βασιλομήτωρ αναγνώρισε τους κακούς διορισμούς του Ερρίκου και τον Φεβρουάριο του 1073 πίεσε τον πάπα να αφορίσει τους πέντε.[105][106] Ο βασιλιάς δεν διέκοψε τους δεσμούς με τους αφορισμένους συμβούλους του.[107]

Ο πάπας Αλέξανδρος πέθανε και τον διαδέχθηκε ο Χίλντεμπραντ ως Πάπας Γρηγόριος Ζ΄ (22 Απριλίου 1073).[105][106] Δεν ζήτησε την επικύρωση από τον Ερρίκο αν και η εκλογή του δεν έγινε σύμφωνα με το διάταγμα που είχε εκδώσει για τις παπικές εκλογές.[96][105] Δεν αμφισβήτησε τον ίδιο τον Ερρίκο αλλά δήλωσε ότι ένας μονάρχης που έχει αφορισμένους συμβούλους δεν έχει δικαίωμα να επεμβαίνει στις εκκλησιαστικές υποθέσεις.[105][107] Ο επίσκοπος Γρηγόριος του Βερτσέλλι συγκάλεσε μία συνέλευση Γερμανών επισκόπων και ζήτησε από τον βασιλιά να κηρύξει την εκλογή του Γρηγορίου άκυρη, οι Γερμανοί δούκες και η χήρα του Γοδεφρείδου του Γενειοφόρου Ματθίλδη της Τοσκάνης τον έπεισαν να συμφιλιωθεί τελικά μαζί του.[108] Ο νέος πάπας άκουσε τα παράπονα πολλών Γερμανών επισκόπων και ακύρωσε μερικούς βασιλικούς διορισμούς.[109]

Επανάσταση στη Σαξονία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Δ΄ αποφάσισε να τιμωρήσει τον Δούκα της Πολωνίας Μπολέσλαφ τον Γενναιόδωρο για την επίθεση του στη Βοημία στις αρχές του 1073.[100] Διέταξε τους αριστοκράτες της Σαξονίας να συγκεντρωθούν στο Γκόσλαρ (29 Ιουνίου 1073).[110] Οι Σάξονες αρνήθηκαν από τον Ερρίκο τη συμμετοχή τους στην εκστρατεία και του ζήτησαν να διαμένει στην περιοχή τους λιγότερο συχνά.[111][112] Ο Ερρίκος έφυγε από το Γκόσλαρ για το Χάρτσμπουργκ χωρίς να δεχτεί τα αιτήματα τους.[111] Ο Όθων του Νόρτχαϊμ συγκάλεσε μια Συνέλευση από Σάξονες ευγενείς και ζήτησε επανάσταση για να αποκτήσουν την ελευθερία τους.[84][111] Οι Σάξονες βάδισαν για το Χάρτσμπουργκ αλλά ο βασιλιάς δραπέτευσε ξανά. Οι Θουρίγγιοι και οι Σάξονες προχώρησαν σε συμμαχία και κυρίευσαν το Λύνεμπουργκ.[113] Ο Ερρίκος προκειμένου να σώσει τον διοικητή του Λύνεμπουργκ ελευθέρωσε τον Μάγκνους της Σαξονίας, οι Σάξονες τον αναγνώρισαν αμέσως σαν νόμιμο δούκα χωρίς βασιλική έγκριση.[114] Οι Γερμανοί δούκες και επίσκοποι δεν ήρθαν να βοηθήσουν τον Ερρίκο και οι επαναστάτες επιτέθηκαν στα βασιλικά κάστρα στη Σαξονία και τη Θουριγγία.[115]

Ο Ερρίκος σε απελπιστική κατάσταση έστειλε επιστολή στον πάπα αναγνώρισε τη Σιμωνία και ζήτησε συγχώρεση.[116] Έριξε τις ευθύνες για τις αμαρτίες στη νεανική του αλαζονεία και στους κακούς συμβούλους που τον είχαν παρασύρει.[117] Ο Ζίγκφριντ του Μάιντζ, ο Άννο της Κολωνίας, ο Ρούντολφ του Ράινφενλντεν, ο Βερθόλδος Α΄ του Τσέρινγκεν και άλλοι Γερμανοί αριστοκράτες συναντήθηκαν τον Οκτώβριο του 1073 με τους Γερμανούς επαναστάτες.[115] Προσπάθησαν να πείσουν τον Ερρίκο να δεχτεί τα αιτήματα των Σαξόνων αλλά εκείνος αρνήθηκε και έδειξε αποφασισμένος να συντρίψει την επανάσταση με κάθε μέσο.[115] Σε έναν μήνα ένας υπηρέτης του Ερρίκου πληροφόρησε τον Ρούντολφ και τον Μπέρτολτ ότι ο βασιλιάς είχε στόχο να τους θανατώσει, ήταν έτοιμος να υποβληθεί σε δοκιμαστική δίκη για να αποδείξει ότι λέει αλήθεια αλλά τον Ιανουάριο του 1074 πέθανε αιφνίδια.[118] Ο Ερρίκος Δ΄ ανέκαμψε πλήρως από την ασθένεια του και μετακινήθηκε στη Βορμς.[118] Ο τοπικός επίσκοπος Αδαλβέρτος αρνήθηκε την είσοδο του στην πόλη αλλά ο λαός της πόλης επαναστάτησε εναντίον του επισκόπου και άνοιξε τις πύλες στον βασιλιά.[118][119] Ο Ερρίκος απήλλαξε τους κατοίκους της Βορμς από όλους τους δασμούς για να τους ευχαριστήσει επειδή "στάθηκαν στο πλευρό του την εποχή που ολόκληρο το βασίλειο ήταν εναντίον του".[120]

Οπισθοχώρηση του Ερρίκου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο γαμπρός του Ερρίκου Δ΄ Σολομών της Ουγγαρίας ζητάει βοήθεια από τον πεθερό του.

Οι αρχιεπίσκοποι της Βρέμης, του Τρίερ και οκτώ ακόμα επίσκοποι ήρθαν στις αρχές του 1074 στη Βορμς για να συναντηθούν με τον Ερρίκο.[118] Οι οπαδοί τους και οι κάτοικοι του Βορμς ενώθηκαν μαζί του στην εκστρατεία εναντίον των Σαξόνων και των Θουριγγίων.[121] Οι Θουρίγγιοι άρχισαν να πολιορκούν το κάστρο στο οποίο βρισκόταν η έγκυος σύζυγος του βασιλιά, την άφησαν να δραπετεύσει για το αβαείο του Χέρσφιλντ.[121] Ο Ερρίκος έσπευσε στο Χέρσιλντ αλλά κατάλαβε σύντομα ότι ο στρατός του ήταν σημαντικά μικρότερος από τους επαναστάτες και αποφάσισε να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις μαζί τους.[121] Τα στρατεύματα του Ερρίκου ήταν απρόθυμα να πολεμήσουν και πίεσαν τον βασιλιά να κλείσει ειρήνη (2 Φεβρουαρίου 1074).[121] Ο Ερρίκος Δ΄ συμφώνησε να καταστρέψει τα κάστρα του και να διορίσει μόνο Σάξονες κυβερνήτες στη Σαξονία, σε αντάλλαγμα θα έπρεπε και οι ίδιοι οι Σάξονες να καταστρέψουν τα δικά τους νεόκτιστα κάστρα.[122][123] Όταν άκουσαν την απόφαση οι Σάξονες χωρικοί κατέστρεψαν το Χάρτσμπουργκ και βεβήλωσαν τους τάφους του μικρότερου αδελφού του βασιλιά και του νεογέννητου γιου του.[122][124] Η καταστροφή των βασιλικών τάφων θεωρήθηκε ιεροσυλία και έφερε μεγάλη δημόσια οργή, ο Ερρίκος δήλωσε ότι ήταν παραβίαση της συνθήκης.[88][125] Ο πάπας ανέθεσε στους καρδιναλίους επισκόπους Γεράλδο της Όστια και Χούμπερτ της Παλεστρίνα να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με τον Ερρίκο, η Αγνή τους συνόδευσε στην αυλή του γιου της.[28] Ο Ερρίκος ανακοίνωσε δημόσια ποινή για τη Σιμωνία και οι απεσταλμένοι τον απήλλαξαν (27 Απριλίου 1074).[126] Συγκλήθηκε μια Σύνοδος Γερμανών επισκόπων με στόχο να εξετάσει την περίπτωση του επισκόπου Χέρμανν Α΄ του Μπάμπεργκ που είχε κατηγορηθεί για Σιμωνία αλλά οκτώ ιερείς δεν τήρησαν την κλήση τους.[126] Ο Ερρίκος Δ΄ δεν συμμετείχε στις Συνόδους επειδή οι περισσότεροι ιερείς που είχαν κατηγορηθεί για Σιμωνία ήταν φανατικοί οπαδοί του.[117]

Ανταρσία του Γκέζα στην Ουγγαρία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο γαμπρός του Ερρίκου Σολομών της Ουγγαρίας έστειλε απεσταλμένους στον πεθερό του για να του ζητήσει βοήθεια απέναντι στον πρώτο του ξάδελφο Γκέζα Α΄ της Ουγγαρίας μεγαλύτερο γιο του Μπέλα Α΄.[127] Ο Γκέζα Α΄ νίκησε τον Σολομώντα και τον ανάγκασε να καταφύγει στα κάστρα του Μοσονμαγιαροβάρ και της Μπρατισλάβα.[128] Ο Σολομών υποσχέθηκε να παραχωρήσει έξι κάστρα στον πεθερό του και να αναγνωρίσει την υποτέλεια του με την προϋπόθεση να τον βοηθήσει να ανακτήσει το βασίλειο του.[128][129] Ο Ερρίκος Δ΄ επιτέθηκε στην Ουγγαρία αλλά ο Γκέζα δεν παραδόθηκε.[130] Ο πάπας Γρηγόριος κατηγόρησε τον Σολομώντα για την απόφαση του να αναγνωρίσει την υψηλή επικυριαρχία επειδή η Ουγγαρία ήταν παπικό δώρο.[131]

Ο πάπας Γρηγόριος ζήτησε από τον Ερρίκο να καλέσει τους Γερμανούς ιερείς που είχαν αρνηθεί να παραστούν στη Σύνοδο που είχε συγκαλέσει στη Ρώμη.[132] Πληροφόρησε επίσης τον Ερρίκο για τα σχέδια του να προχωρήσει σε Σταυροφορία στην Ιερουσαλήμ για να υπερασπιστεί τους τοπικούς χριστιανούς.[133] Ο πάπας αναγνώρισε τον ρόλο του σαν προστάτη της Αγίας Έδρας αλλά τα σχέδια για ένοπλο προσκύνημα παραβίαζε τη "Διδασκαλία των Δύο Ξιφών" στην οποία την πνευματική προστασία είχαν οι πάπες και όχι οι βασιλείς.[38][134] Ο πάπας σε Σύνοδο που συγκάλεσε τον Φεβρουάριο του 1075 υποπτεύτηκε πέντε Γερμανούς επισκόπους για ανυπακοή, τους απείλησε με αφορισμό και τους κατηγόρησε για τη σύγκρουση τους με τον αρχιεπίσκοπο του Μιλάνου.[135] Οι Γερμανοί ήθελαν να αποφύγουν τη σύγκρουση, οι αρχιεπίσκοποι του Μαίντς και της Βρέμης ταξίδευσαν για τη Ρώμη για διαπραγματεύσεις με τον πάπα.[135] Αναγνώρισαν την απόφαση του πάπα για την καθαίρεση του επισκόπου Χέρμαν του Μπάμπεργκ, ο πάπας ανέθεσε στον Ζίγκφριντ να συγκαλέσει μεταρρυθμιστική Σύνοδο στη Γερμανία.[135]

Τελική νίκη επί των Σαξόνων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ερείπια του "κάστρου του Χόμπουργκ" στο οποίο ο Ερρίκος Δ΄ πέτυχε σημαντική νίκη επί των Σαξόνων (1074).

Ο Ερρίκος Δ΄ αποφάσισε να επιτεθεί στη Σαξονία, υποσχέθηκε αμνηστία και δώρα σε όλους όσους τον ακολουθούσαν.[88][127] Οι περισσότεροι Γερμανοί αριστοκράτες έσπευσαν τον Ιούνιο του 1074 να ενωθούν με τον βασιλικό στρατό, οι Σάξονες ιερείς και κληρικοί αποχώρησαν.[136] Υπό τις διαταγές του Ρούντολφ του Ράινφενλντεν ο βασιλικός στρατός έκανε αιφνίδια επίθεση στους Σάξονες που βρίσκονταν στο κάστρο του Χόμπουργκ (9 Ιουνίου 1074).[137] Οι περισσότεροι Σάξονες ευγενείς δραπέτευσαν από το πεδίο της μάχης αλλά πολλοί απλοί Σάξονες στρατιώτες σφαγιάστηκαν.[138] Όσοι διασώθηκαν κατηγόρησαν τους ευγενείς ότι τους εγκατέλειψαν, η αγροτιά της Σαξονίας στράφηκε εναντίον των αρχόντων.[138] Ο πάπας Γρηγόριος Ζ΄ συνεχάρη τον βασιλιά για τη νίκη του στο Χόμπουργκ, του δήλωσε ότι ήταν "Θεία τιμωρία" απέναντι στους Σάξονες.[139] Ο Ερρίκος σε απάντηση ζήτησε από τον πάπα να κρατήσει τη συνομιλία τους μυστική επειδή υπήρχε περίπτωση οι Γερμανοί ευγενείς να προσπαθήσουν να επαναλάβουν τη σύγκρουση.[120][139]

Ο Ερρίκος Δ΄ επιτέθηκε ξανά στη Σαξονία το φθινόπωρο του 1075, ο Γοδεφρείδος Δ΄ της Κάτω Λωρραίνης ήταν ο μοναδικός Γερμανός δούκας που πήγε μαζί του στην εκστρατεία αλλά οι Σάξονες στάθηκαν ανίκανοι να αντισταθούν.[140] Ο Όθων του Νόρτχαϊμ παραδόθηκε με τη θέληση του στον βασιλιά (26 Οκτωβρίου 1075), ο Ερρίκος τον συγχώρεσε και του έδωσε πίσω την περιουσία του εκτός από τη Βαυαρία.[105][122][140] Δεν έδειξε την ίδια επιείκεια στους υπόλοιπους ευγενείς, τους φυλάκισε και έκανε κατάσχεση στην περιουσία τους.[141][142] Ο Ερρίκος Δ΄ συγκάλεσε τους Γερμανούς ευγενείς στο Γκόσλαρ για να ορκιστούν πίστη στον δίχρονο γιο του Κορράδο ως διάδοχο, μονάχα ο Βρατίσλαος Β΄ της Βοημίας υπάκουσε.[143]

Σύγκρουση με την εκκλησία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προστριβές με τον πάπα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Δ΄ γνώριζε ότι η εξάρτηση του από τον πάπα Γρηγόριο Ζ΄ μείωνε τη μεγάλη αξία που του έδιναν οι νίκες του στους Σαξονικούς πολέμους.[139][144] Έστειλε στην Ιταλία τον Εβεράρδο τον Γενειοφόρο σαν αντιπρόσωπο, ο Εβεράρδος έθεσε παράνομους τους οπαδούς του κινήματος της Παταρίας και ζήτησε όρκο πίστης από τον υποτελή του πάπα Ροβέρτο Γυισκάρδο Κόμη της Απουλίας.[145][146] Ο Ερρίκος τοποθέτησε τον Καγκελάριο του αρχιεπίσκοπο του Μιλάνου σε πλήρη αντίθεση με τον πάπα, ο πάπας τον απείλησε με αφορισμό αν δεν αλλάξει την πολιτική του.[147][148] Ο Ερρίκος Δ΄ αναγνώρισε ξεκάθαρα ότι οι ενέργειες του πάπα ήταν ενάντια στην ιερή φύση της βασιλείας του.[149] Συγκάλεσε Σύνοδο στη Βορμς (24 Ιανουαρίου 1076) στην οποία συμμετείχαν δυο αρχιεπίσκοποι, 24 Γερμανοί επίσκοποι, ένας Βουργούνδιος, ένας Ιταλός επίσκοπος και ο Γοδεφρείδος Δ΄ της Κάτω Λωρραίνης.[150][151] Με τις εντολές του Ερρίκου οι αποφάσεις του πάπα κηρύχτηκαν άκυρες και απαίτησαν την παραίτηση του.[150][152] Μια Συνέλευση με Λομβαρδούς επισκόπους και αριστοκράτες στην Πιατσέντσα (5 Φεβρουαρίου 1076) έβγαλε την ίδια απόφαση.[153][154] Ο σημαντικότερος σύμμαχος του Ερρίκου Γοδεφρείδος δολοφονήθηκε (22 Φεβρουαρίου 1076), ο Γερμανός βασιλιάς αγνόησε τη διαθήκη του που κληροδοτούσε την Κάτω Λωρραίνη στον ανεψιό του Γοδεφρείδο του Μπουιγιόν, την έδωσε στον γιο του Κορράδο.[154][155]

Ο πάπας Γρηγόριος Ζ΄ όταν πληροφορήθηκε τις αποφάσεις των δύο Συνόδων συγκάλεσε δύο Συνόδους τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή στη Ρώμη.[150] Αφόρισε δημόσια τον Ερρίκο Δ΄ και απήλλαξε όλους τους υπηκόους του από τον όρκο πίστης στον βασιλιά σε δημόσια προσευχή που έκανε στον Απόστολο Πέτρο.[150][153] Ο αφορισμός ενός μονάρχη ήταν πρωτοφανές γεγονός στα χριστιανικά χρονικά αλλά ο Γρηγόριος πίστευε ότι η αλαζονεία του Ερρίκου είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο που δεν γινόταν διαφορετικά.[156] Ο Ερρίκος με τη σειρά του όταν έμαθε τις αποφάσεις του πάπα συγκάλεσε νέα Σύνοδο στην Ουτρέχτη αλλά μόνο ένας τοπικός επίσκοπος ο Γουλιέλμος Α΄ δέχτηκε να αφορίσει τον πάπα.[157] Ο Ερρίκος πίστευε ότι η άρνηση του πάπα να συμμετέχουν οι μονάρχες στη διοίκηση των χριστιανικών κοινοτήτων ήταν η αιτία της σύγκρουσης.[158] Ο καγκελάριος έγραψε μια επιστολή στην οποία τόνιζε ότι μόνο ο θεός μπορούσε να δικάσει έναν μονάρχη.[159] Η επιστολή πήγε στον πάπα με το όνομα "ψευδομοναχός Χίλντεμπραντ" με μια δραματική προειδοποίηση "Κατέβαινε! Κατέβαινε!".[153] Δύο τυχαία δραματικά γεγονότα στη συνέχεια έφεραν μεγάλο τρόμο στους οπαδούς του Ερρίκου, η φωτιά στον Καθεδρικό ναό της Ουτρέχτης (27 Μαρτίου 1076) και ο αιφνίδιος θάνατος του επισκόπου Γουλιέλμου (27 Απριλίου 1076).[159]

Οι αντίπαλοι του Ερρίκου είδαν τα γεγονότα αυτά σαν "θεία τιμωρία" για τις πράξεις του.[144][159] Ο επίσκοπος Χέρμαν του Μαίντς πήρε πίσω τους Σάξονες επαναστάτες που είχε στείλει στη συνοδεία του. Ο επίσκοπος Μπούρχαρτ Β΄ του Χάλμπερσταντ ένας από τους αρχηγούς της επανάστασης των Σαξόνων δραπέτευσε από τη φυλακή και επέστρεψε στη Σαξονία.[160] Άλλα δύο μέλη από τον Οίκο του Βέττιν ο Θεοδώριχος και ο Γουλιέλμος επέστρεψαν από την εξορία και επαναστάτησαν εναντίον του Ερρίκου. Ο Ερρίκος Δ΄ επιτέθηκε τον Αύγουστο του 1076 στη Σαξονία αλλά μονάχα ο Βρατίσλαος Β΄ της Βοημίας τον συνόδευσε.[161] Η άφιξη του βασιλικού στρατού προκάλεσε ολική εξέγερση και ο Ερρίκος αναγκάστηκε να δραπετεύσει στη Βοημία.[162]

Τα ερείπια του "κάστρου της Κανόσα", οι αμυνόμενοι νίκησαν τα στρατεύματα του Ερρίκου Δ΄.

Ο Ερρίκος πιέστηκε σκληρά να διώξει όλους τους αφορισμένους συμβούλους του, να αναγνωρίσει τη νομιμότητα του πάπα Γρηγορίου Ζ΄ και την πλήρη εξουσία του σε όλες τις συγκρούσεις ανάμεσα στους Γερμανούς δούκες και επισκόπους.[162] Οι ίδιοι αριστοκράτες τον απείλησαν να τον ανατρέψουν από βασιλιά αν δεν βρει λύση με τον πάπα μέχρι την επέτειο αφορισμού του, κάλεσαν τέλος τον ίδιο τον Γρηγόριο Ζ΄ στη Γερμανία σε μία Σύνοδο στο Άουγκσμπουργκ (2 Φεβρουαρίου 1077).[163] Ο Ερρίκος Δ΄ μετακινήθηκε στο Σπάιερ, στη συνέχεια αποφάσισε να πάει στη Ρώμη να παραστεί στη Σύνοδο για να μην αφήσει τον πάπα να γίνει όργανο των εχθρών του.[164][165] Ο χειμώνας ήταν πολύ βαρύς αλλά ο ίδιος με τη σύζυγο και τη συνοδεία του διέσχισαν τον Δεκέμβριο το Τορίνο.[166] Έφτασαν στο κάστρο της Κανόσα (25 Ιανουαρίου 1067) στο οποίο είχε καταφύγει ο πάπας από φόβο μήπως τον αιχμαλωτίσει ο Ερρίκος, έμεινε εκεί τρεις μέρες ξυπόλητος και δεμένος με σκοινιά.[167] Η Ματθίλδη της Κανόσα, η Αδελαΐδα της Σούζα και ο Ούγος του Κλυνύ παρακάλεσαν τον πάπα να απαλλάξει τον βασιλιά που είχε μετανιώσει και καταρρεύσει.[167][168] Ο πάπας τον απήλλαξε, πριν το κάνει του ζήτησε να είναι ο ίδιος δικαστής στις διαφορές που θα είχε με τους υπηκόους του.[169]

Εκλογή αντί-βασιλιά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος μετά την απαλλαγή του παρέμεινε στην Ιταλία, εξέδωσε διατάγματα με τα οποία παραχωρούσε δώρα στους Ιταλούς οπαδούς του.[170] Η απαλλαγή εξόργισε τους αντιπάλους του στη Γερμανία, συγκάλεσαν Συνέλευση και αποφάσισαν ότι ο πάπας τον αθώωσε παράνομα χωρίς να τηρήσει τους θρησκευτικούς όρκους.[171] Οι τρεις αρχιεπίσκοποι, οι τέσσερις επίσκοποι, οι τρεις δούκες και αντιπρόσωποι των Σαξόνων αποφάσισαν να τοποθετήσουν νέο αντί-βασιλιά, εξελέγη ο Ροδόλφος του Ράινφελντεν (14 Μαρτίου 1078).[172][173] Οι παπικοί απεσταλμένοι στη Γερμανία αναγνώρισαν τον νέο βασιλιά αλλά ο πάπας παρέμεινε ουδέτερος στην εμφύλια διαμάχη.[174] Αποφάσισε να λύσει ο ίδιος τη διαφορά και πληροφόρησε τον Ερρίκο και τον Ροδόλφο ότι θα ακούσει τα αιτήματα τους σε συνέλευση στη Γερμανία.[174] Όταν άκουσε ο Ερρίκος ότι εξελέγη νέος αντί-βασιλιάς αντικατέστησε στο δουκάτο της Καρινθίας τον Μπέρτολτ Β΄ με τον Λιούτολντ του Έπσταϊν και παραχώρησε στον πατριάρχη της Ακυληία το Φρίουλι.[175] Προχώρησε σε κατάσχεση της Σουαβίας από τον Ροδόλφο και της Βαυαρίας από τον Γουέλφο, οι δύο περιοχές πέρασαν απ΄ευθείας στον ίδιο.[176] Τον Απρίλιο του 1078 λίγο πριν αναχωρήσει για την Ιταλία όρισε τον τρίχρονο γιο του Κορράδο υπολοχαγό, ανέθεσε σε δύο αφορισμένους Ιταλούς ιερείς του Μιλάνου και της Πιατσέντζα την κηδεμονία του Κορράδου.[175]

Ο Ροδόλφος του Ράινφελντεν δεν μπόρεσε να εμποδίσει την επιστροφή του Ερρίκου στη Γερμανία και μετακινήθηκε στη Σαξονία.[177] Ο Ερρίκος επισκέφτηκε την Ουλμ, τη Νυρεμβέργη, τη Μάιντς, το Στρασβούργο, την Ουτρέχτη και την Άουγκσμπουργκ για να αποδείξει ότι αποκαταστάθηκε πλήρως η βασιλική εξουσία.[178] Έδωσε πολλά δώρα στους οπαδούς του και έκανε κατάσχεση της περιουσίας των αντιπάλων του, δεν μπορούσε να τα κάνει όμως χωρίς να χρησιμοποιήσει βία.[179] Οι στρατοί του Ερρίκου και του Ροδόλφου συναντήθηκαν τον Αύγουστο κοντά στο Βύρτσμπουργκ, ο Ερρίκος απέφυγε να δώσει μάχη επειδή ο στρατός του ήταν αριθμητικά μικρότερος.[180] Οι αριστοκράτες που ήθελαν ειρήνη και από τα δύο στρατόπεδα συμφώνησαν να συναντηθούν στον Ρήνο χωρίς τους βασιλιάδες τους, ο Ερρίκος εμπόδισε με τη βία τους οπαδούς του να πάνε.[181]

Προσπάθειες για ειρήνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο παπικός λεγάτος καρδινάλιος Μπερνάρντ αφόρισε τον Ερρίκο (12 Νοεμβρίου 1077).[182][183] Ο Ερρίκος έστειλε στη Ρώμη τους επισκόπους του Οσναμπρύκ και του Βερντέν για διαπραγματεύσεις με τον πάπα που είχε εξασθενήσει σημαντικά η θέση του.[184] Ο πάπας διόρισε νέο λεγάτο που γιόρτασε το Πάσχα μαζί με τον Ερρίκο στην Κολωνία (8 Απριλίου 1078), αυτό δείχνει ότι ο πάπας διαφωνούσε με τον αφορισμό.[184] Ο Ερρίκος επιτέθηκε στη Λοθαριγγία και πίεσε τον επίσκοπο Χέρμανν του Μαίντς να πάει εξορία, αλλά ο Βερθόλδος Α΄ του Τσέρινγκεν και ο Γουέλφ της Βαυαρίας νίκησαν τους οπαδούς του από τη Σουαβία και τη Φραγκονία.[185][186] Ο Ροδόλφος του Ράινφελντεν πήγε στη Φραγκονία και συναντήθηκε με τον Ερρίκο και τον στρατό του που περιείχε 12.000 Φράγκονες χωρικούς (7 Αυγούστου 1078).[186] Η μάχη ήταν αποφασιστικής σημασίας αλλά τελικά τόσο ο Ερρίκος όσο και ο Ροδόλφος δραπέτευσαν.[187]

Ο πάπας Γρηγόριος Ζ΄ απαγόρευσε τον Νοέμβριο του 1078 σε όλους τους κληρικούς να λάβουν βασιλικά αξιώματα σε επισκοπές και αβαεία, τις κήρυξε παράνομες και απείλησε τους κληρικούς που θα τις λάβουν με αφορισμό.[188][189] Οι χορηγίες ήταν στοιχείο της βασιλικής εξουσίας, έδειχναν τη δύναμη του βασιλιά και την εξάρτηση των ιερέων από τους μονάρχες.[190] Στη Σύνοδο της Μεγάλης Σαρακοστής οι αντίπαλοι επίσκοποι του Ερρίκου Άλτμαν του Πάσσαου και Χέρμανν του Μάιντς έπεισαν τον πάπα να στείλει νέους λεγάτους στη Γερμανία, τους απαγόρευσε ωστόσο να πάρουν μέτρα κατά των κληρικών που είχαν διοριστεί από τον Ερρίκο.[191] Ο Ερρίκος Δ΄ έκανε κατάσχεση των εδαφών του Ροδόλφου του Ράινφελντεν στη Σουαβία και τα παραχώρησε στον επίσκοπο Μπέρχαρντ της Λωζάνης.[192] Τον ίδιο μήνα διόρισε έναν πλούσιο αριστοκράτη τον Φρειδερίκο γενάρχη του Οίκου των Χοενστάουφεν πρώτο Δούκα της Σουαβίας.[183][193] Ο Φρειδερίκος Α΄ πήρε τα τμήματα της Σουαβίας βόρεια του Δούναβη, τα νότια είχε καταλάβει ο Μπέρτχολντ, γιος του Ροδόλφου του Ράινφελντεν.[194]

Δεύτερος αφορισμός

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ερρίκος Δ΄ ικετεύει τη Ματθίλδη της Κανόσα και τον Ούγο του Κλυνύ.

Ο Ερρίκος Δ΄ είχε μια πρώτη συνάντηση με τους παπικούς λεγάτους στο Ρέγκενσμπουργκ (12 Μαίου 1079).[195] Οι λεγάτοι τον έπεισαν να στείλει απεσταλμένους στο Φρίτσλαρ να ξεκινήσουν ειρηνικές διαπραγματεύσεις με τον Ροδόλφο του Ράινφελντεν.[195] Οι δύο πλευρές συμφώνησαν για νέα συνάντηση στο Βύρτσμπουργκ αλλά ο Ροδόλφος απέτυχε να διορίσει τους απεσταλμένους του επειδή πίστευε ότι ο Ερρίκος είχε δωροδοκήσει τους λεγάτους.[196] Ο Ερρίκος ξεκίνησε τον Αύγουστο εκστρατεία στη Σαξονία αλλά ο Ροδόλφος έπεισε τους αριστοκράτες στον στρατό του Ερρίκου να ζητήσουν ειρήνη.[196] Ο Ερρίκος έστειλε απεσταλμένους στη Σαξονία και έπεισε πολλούς Σάξονες ηγέτες να αποκηρύξουν τον αντί-βασιλιά.[196] Τον Ιανουάριο του 1080 συγκέντρωσε στρατεύματα από τα Γερμανικά δουκάτα, τη Βουργουνδία και τη Βοημία και επιτέθηκε στη Σαξονία.[197] Δεν μπόρεσε να αιφνιδιάσει τον Ροδόλφο που πέτυχε μεγάλη νίκη στις 27 Ιανουαρίου, δεν μπόρεσε όμως να την εκμεταλλευτεί επειδή όσοι είχαν αποστατήσει από τον στρατό του δεν επέστρεψαν.[198]

Ο Ερρίκος έστειλε απεσταλμένους στη Σύνοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής στη Ρώμη και ζήτησε τον αφορισμό του Ροδόλφου από τον πάπα, απείλησε μάλιστα ότι θα τοποθετήσει ο ίδιος έναν αντίπαπα στη θέση του.[190][199] Η Σύνοδος απαγόρευσε τους μονάρχες να επεμβαίνουν στην εκκλησία και αποφάσισε τον αφορισμό όσων ακολουθούσαν την πρακτική.[188][200] Ο πάπας Γρηγόριος Ζ΄ αφόρισε για δεύτερη φορά τον Ερρίκο και αναγνώρισε τον Ροδόλφο σαν νόμιμο βασιλιά.[190][201] Ακολούθησε η έκδοση ενός κειμένου από τον Ερρίκο με τίτλο "Η Άμυνα του βασιλιά Ερρίκου" στο οποίο υπερασπιζόταν τα κληρονομικά του δικαιώματα, το κείμενο βασίστηκε στο Ρωμαϊκό Δίκαιο και τον Ιουστινιάνειο Κώδικα που εφαρμόστηκαν πολλούς αιώνες στην Ιταλία. Οι απεσταλμένοι του Ερρίκου αρχιεπίσκοποι της Βρέμης και του Μπάμπεργκ πριν επιστρέψουν στη Γερμανία επαναστάτησαν απέναντι στη Ματθίλδη της Κανόσα, σύμμαχο του πάπα και εξασφάλισαν την υποστήριξη της Λομβαρδικής αριστοκρατίας.[202] Ο δεύτερος αφορισμός του Ερρίκου όχι μόνο του στοίχισε πολύ λιγότερο από τον πρώτο αλλά θα του αποδειχτεί εξαιρετικά επικερδής.[166] Συγκάλεσε Συμβούλιο στο Μάιντς (31 Μαΐου 1080), οι 19 Γερμανοί ιερείς και αριστοκράτες που συμμετείχαν εκθρόνισαν τον πάπα Γρηγόριο Ζ΄ με τη φράση ότι "παραβιάζει τους θείους και τους ανθρώπινους νόμους".[202] Ακολούθησε δεύτερη Σύνοδος στην Μπρεσανόνε με 19 Ιταλούς ιερείς, 7 Γερμανούς και 1 Βουργούνδιο που επιβεβαίωσε την εκθρόνιση του Γρηγορίου και τον κατηγόρησε για Σιμωνία, αιρετικό και άλλα αμαρτήματα (25 Ιουνίου 1080).[190][203] Η Σύνοδος εξέλεξε αντίπαπα τον αρχιεπίσκοπο Γιβέρτο της Ραβένας ως Αντίπαπας Κλήμης Γ΄ με αναφορές στον πάπα Κλήμη Β΄, τον πρώτο μεταρρυθμιστή πάπα που είχε εκλεγεί από τον πατέρα του Ερρίκου.[204][205]

Πολιορκία της Ρώμης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος επέστρεψε στη Γερμανία και συγκέντρωσε τον στρατό του για επίθεση στη Σαξονία, ο στρατός του συναντήθηκε με αυτόν του Ροδόλφου (14 Οκτωβρίου 1080).[206][207] Ο στρατός του Ερρίκου συνετρίβη αλλά ο Ροδόλφος τραυματίστηκε θανάσιμα στο χέρι και πέθανε από τα τραύματα του.[207][208] Ο Ερρίκος το εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο τρόπο διαδίδοντας φήμες για τη "θεία τιμωρία του Ροδόλφου" με τον ίδιο τρόπο που είχε πέσει θύμα ο ίδιος.[204][209] Ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τους Σάξονες, τους πρότεινε να τοποθετήσει βασιλιά τους τον γιο του Κορράδο αλλά ο Όθων του Νόρτχαϊμ τους έπεισε να αρνηθούν.[210] Τον Μάρτιο του 1081 ο Ερρίκος πήγε με μικρό στρατό στην Ιταλία, οι Λομβαρδοί οπαδοί του είχαν νικήσει τη Ματθίλδη της Τοσκάνης την προηγούμενη χρονιά και του άνοιξαν τον δρόμο να πάει εύκολα στη Ρώμη.[211] Οι Ρωμαίοι δήλωσαν ωστόσο πιστοί στον Γρηγόριο Ζ΄, ο Ερρίκος αναγκάστηκε στα τέλη Ιουνίου 1081 να αποσυρθεί στη βόρεια Ιταλία.[212] Ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό για συμμαχία απέναντι στον Ροβέρτο Γυισκάρδο.[213] Παραχώρησε προνόμια στη Λούκκα και την Πίζα, τις απελευθέρωσε από την κηδεμονία της Ματθίλδης.[214] Την εποχή που ο Ερρίκος βρισκόταν στην Ιταλία οι Σάξονες επιτέθηκαν στη Φρανκονία, οι αντίπαλοι του ανακήρυξαν αντί-βασιλιά τον Αύγουστο τον ευγενή του Γουέλφ Χέρμαν του Ζαλμ αλλά οι Σάξονες του έδωσαν όρκο υποτέλειας μόνο 4 μήνες αργότερα.[204][215][216] Το φθινόπωρο του 1081 ο Ερρίκος εγκατέλειψε την Ιταλία για τη Γερμανία, επέστρεψε τον Φεβρουάριο του 1082, ξεκίνησε την πολιορκία της Ρώμης αλλά δεν μπόρεσε να λυγίσει την αντίσταση τους.[217][218] Κατηγόρησε τον αντίπαπα Γιβέρτο της Ραβένας για την αποτυχία της πολιορκίας και ξεκίνησε τη λεηλασία των εδαφών της Ματθίλδης.[219] Οι φήμες ότι ετοίμαζε επίθεση ο Χέρμαν του Ζαλμ ανάγκασαν τον Ερρίκο να παραμείνει στη βόρεια Ιταλία αλλά ο ίδιος ο Χέρμαν δεν τόλμησε Ιταλική εκστρατεία, ο Ερρίκος επέστρεψε στη Ρώμη στα τέλη του 1082.[220]

Αυτοκρατορική στέψη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ερρίκος Δ΄ και ο Αντίπαπας Κλήμης Γ΄ στη διάρκεια της αυτοκρατορικής στέψης.

Ο αυτοκράτορας Αλέξιος του έστειλε 144.000 χρυσά τεμάχια και του υποσχέθηκε να του στείλει άλλα 216.000 για να αντιμετωπίσει τον Ροβέρτο Γυισκάρδο.[221] Ο θησαυρός του επέτρεψε να προχωρήσει σε γάμους με τη Ρωμαϊκή αριστοκρατία, τα στρατεύματα του κατέλαβαν την πόλη των Λεονίνων στη Ρώμη (3 Ιουνίου 1083) αλλά ο Γρηγόριος Ζ΄ συνέχισε να αντιστέκεται στο Καστέλ Σαντ'Άντζελο.[222][223] Ο Ερρίκος έφυγε από τη Ρώμη στα τέλη Ιουλίου αλλά είχε κάνει μυστική συμφωνία με τους Ρωμαίους αριστοκράτες να ανατρέψουν τον Γρηγόριο ή να στέψουν τον ίδιο αυτοκράτορα.[224] Τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1084 ο Ερρίκος προχώρησε σε στρατιωτική εκστρατεία εναντίον του Ροβέρτου Γυισκάρδου.[225] Στη διάρκεια της απουσίας του ο αντίπαπας έπεισε περισσότερους από 10 καρδιναλίους να ανατρέψουν τον Γρηγόριο Ζ΄, τους υποστήριξαν και άλλοι κληρικοί και αξιωματούχοι.[226][227] Η αντίσταση εναντίον του Ερρίκου κατέρρευσε και ο ίδιος εισήλθε στη Ρώμη (21 Μαρτίου 1084).[225][226] Μία νέα Σύνοδος καταδίκασε τον Γρηγόριο Ζ΄ για προδοσία και τον εκθρόνισε αλλά ο ίδιος δεν παραιτήθηκε.[228] Ο Γιβέρτος της Ραβένας ορκίστηκε νέος πάπας ως Κλήμης Γ΄ και έστεψε τον Ερρίκο αυτοκράτορα στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου ως Ερρίκος Δ΄ (1 Απριλίου 1084).[223][229] Ο Ερρίκος Δ΄ παρέμεινε στο Ανάκτορο του Λατερανού για 6 βδομάδες αλλά έφυγε από τη Ρώμη πριν έρθει ο στρατός του Ροβέρτου Γυισκάρδου για να βοηθήσει τον Γρηγόριο (24 Μαΐου 1084).[230] Τα στρατεύματα του Ροβέρτου Γυισκάρδου κατέστρεψαν τη Ρώμη εξοργίζοντας τους Ρωμαίους και ο Γρηγόριος Ζ΄ δραπέτευσε για το Σαλέρνο.[223][231] Ο Ερρίκος Δ΄ διέταξε τους Λομβαρδούς οπαδούς του να κατακτήσουν τα εδάφη της Ματθίλδης της Κανόσα πριν φύγει για τη Γερμανία αλλά ο στρατός της τους συνέτριψε στη "μάχη της Σορμπάρα" (2 Ιουλίου 1084).[230]

Νέα ανταρσία των Σαξόνων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γρηγόριος Ζ΄ αφόρισε ξανά τον Ερρίκο (1084) αλλά οι πρώην οπαδοί του πάπα ήρθαν στην Κολωνία τα Χριστούγεννα να του δηλώσουν υποτέλεια.[232] Οι οπαδοί και οι αντίπαλοι του αυτοκράτορα συναντήθηκαν στον ποταμό Βέρρα (20 Ιανουαρίου 1085) αλλά δεν ήρθαν σε συμφωνία.[233] Ο κόμης Θεοδώριχος Α΄ του Κάλτενμπουργκ και ο επίσκοπος Ούντο του Χιλντεσχάιμ ξεκίνησαν μυστικές διαπραγματεύσεις με τον Ερρίκο αλλά οι αντίπαλοι ευγενείς θανάτωσαν τον Θεοδώριχο και ανάγκασαν τον επίσκοπο να φύγει από τη Σαξονία.[234] Όταν ο Ερρίκος μετά από πίεση του επισκόπου δήλωσε ότι θα σεβαστεί τις ελευθερίες των Σαξόνων οι περισσότεροι ευγενείς κατέθεσαν τα όπλα.[235] Ο παπικός λεγάτος Όντο της Όστια συγκάλεσε Σύνοδο στο Κβέντλινμπουργκ με τους ευγενείς που ήταν πιστοί στον Γρηγόριο Ζ΄.[236] Η Σύνοδος αποφάσισε να μην συγχωρέσουν κανέναν από τους ιερείς που αποστάτησαν και να παραμείνουν αφορισμένοι.[236] Ο Ερρίκος Δ΄ απάντησε με τη σύγκλιση δικής του Συνόδου στο Μάιντς στα τέλη Απριλίου.[235][237] Οι τέσσερις αρχιεπίσκοποι, οι 15 επίσκοποι και οι δύο δούκες υπάκουσαν στην αυτοκρατορική κλήση, οι δύο αρχιεπίσκοποι και οι 13 επίσκοποι που δεν εμφανίστηκαν έχασαν τα δώρα τους.[26][235] Η Σύνοδος ίδρυσε την "Ειρήνη του Θεού" και προειδοποίησε για ένοπλες συγκρούσεις στις Χριστουγεννιάτικες γιορτές.[237][238] Στη Σύνοδο ο πιο πιστός οπαδός του Ερρίκου Βρατίσλαος Β΄ της Βοημίας πήρε τον τίτλο του βασιλιά.[239]

Ο Ερρίκος Δ΄ ταξίδευσε τον Ιούνιο του 1085 στην Κάτω Λωρραίνη για να τερματίσει τη σύγκρουση ανάμεσα στους δύο οπαδούς του, τους επισκόπους Θεοδώριχο του Βερντέν και Ερρίκο της Λιέγης.[240] Παραχώρησε το Βερντέν στον ευγενή του Ερρίκου Γοδεφρείδο του Μπουιγιόν και έδωσε στον Θεοδώριχο τις εκτάσεις που είχαν κατασχεθεί από τη Ματθίλδη.[241] Η ειρήνη δεν αποκαταστάθηκε επειδή ο Γοδεφρείδος του Μπουιγιόν ζητούσε τις εκτάσεις της Ματθίλδης.[241] Ο αυτοκράτορας επιτέθηκε στη Σαξονία και έφτασε τον Ιούλιο μέχρι το Μαγδεβούργο.[242] Ο Χέρμαν του Ζαλμ, ο Χάρτγουιγκ, αρχιεπίσκοπος του Μαγδεβούργου και οι τρεις βοηθοί του αρχιεπισκόπου δραπέτευσαν στη Δανία, οι Σάξονες ορκίστηκαν υποτέλεια στον Ερρίκο.[242] Ο αυτοκράτορας δεν έδωσε στους επαναστάτες τις περιουσίες τους που είχαν κατασχεθεί, οι Σάξονες προχώρησαν σε νέα επανάσταση και ο Ερρίκος Δ΄ δραπέτευσε στη Φρανκονία.[243] Ο Ερρίκος συγκέντρωσε ξανά στρατό και επιτέθηκε τον Ιανουάριο του 1066 στη Σαξονία, οι Σάξονες απέφυγαν να τον αντιμετωπίσουν.[244] Ο αυτοκράτορας οπισθοχώρησε στο Ρέγκενσμπουργκ, το Πάσχα ο Γουέλφος της Βαυαρίας πολιόρκησε την πόλη αλλά βοήθησαν τον Ερρίκο οι οπαδοί του.[245] Οι Βαυαροί, οι Σουηβοί και οι Σάξονες αντίπαλοι ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 1086 την πολιορκία του Βύρτσμπουργκ, ήθελαν την πόλη επειδή ήταν σε στρατηγικό σημείο.[245] Ο Ερρίκος Δ΄ τους πίεσε να λύσουν την πολιορκία αλλά οι επαναστάτες συνέτριψαν τον στρατό του (11 Αυγούστου 1086).[246] Πριν τη μάχη οι Σουηβοί επαναστάτες που θεωρούσαν τους εαυτούς τους εκπροσώπους ενός ιερού πολέμου έφεραν στο πεδίο έναν ψηλό σταυρό. Το Βύρτσμπουργκ παραδόθηκε στους επαναστάτες αλλά σύντομα το εγκατέλειψαν.[247] Ο αυτοκράτορας ξεκίνησε νέα εκστρατεία εναντίον των εχθρών του στη Βαυαρία.[248] Σε μία προσπάθεια να κλείσουν ειρήνη συναντήθηκαν τον Φεβρουάριο του 1087 Σουηβοί και Βαυαροί στρατιώτες και από τα δύο στρατεύματα, ο αυτοκράτορας απουσίαζε.[248] Ο Ερρίκος Δ΄ παρέστη στη στέψη του γιου του Κορράδου ως συμβασιλέα στο Άαχεν (30 Μαίου 1067).[237][248] Ο Γοδεφρείδος του Μπουιγιόν έγινε κατόπιν Δούκας της Κάτω Λωρραίνης.[249]

Υποταγή των Σαξόνων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Καθεδρικός ναός του Σπάιερ.

Τον Αύγουστο του 1087 ακολούθησε νέα συνάντηση από Γερμανούς ιερείς και αριστοκράτες, οι αντίπαλοι του Ερρίκου του πρότειναν να του δώσουν υποτέλεια υπό τον όρο να πάρει απαλλαγή από τον πάπα, εκείνος αρνήθηκε επειδή ήταν αφορισμένος παράνομα. Ο διάδοχος του Γρηγορίου Ζ΄ Πάπας Βίκτωρ Γ΄ συγκάλεσε Σύνοδο στο Μπενεβέντο, δεν βρήκε λύση αλλά εγγυήθηκε ότι θα ήταν ειρηνικός.[250] Μία ξαφνική ασθένεια εμπόδισε τον Ερρίκο Δ΄ σε νέο πόλεμο, όταν ανάρρωσε ξεκίνησε νέα εκστρατεία στη Σαξονία. Ο Εγβέρτος Β΄ του Μπράουνσβαϊγκ ξεκίνησε διαπραγματεύσεις για ειρήνη με τον αυτοκράτορα, ο Ερρίκος του πρόσφερε το Μέισεν, αυτό εξόργισε τον Βρατίσλαο Β΄ της Βοημίας που το κατείχε. Ο Εγβέρτος Β΄ του Μπράουνσβαϊγκ προτίμησε να συνεχίσει τον πόλεμο επειδή δύο Σάξονες ιερείς ο Χάρτγουιγκ του Μαγδεβούργου και ο Μπέρχαρντ του Χάλμπερσταντ του υποσχέθηκαν να τον στέψουν βασιλιά.[251] Οι δύο ιερείς δεν κράτησαν την υπόσχεση τους και ο Εγβέρτος ορκίστηκε πίστη στον Ερρίκο (1088). Η περίεργη συμπεριφορά του Εγβέρτου και ο αιφνίδιος θάνατος του Μπέρχαρντ του Χάλμπερσταντ (7 Απριλίου 1088) έφεραν διάλυση στους επαναστάτες.[252][253] Ο Χάρτγουιγκ του Μαγδεβούργου έδωσε όρκο υποτέλειας στον αυτοκράτορα, τον ακολούθησαν και οι υπόλοιποι Σάξονες ευγενείς.[253] Ο Ερρίκος Δ΄ διόρισε τον Χάρτγουιγκ του Μαγδεβούργου υπολοχαγό του στη Σαξονία.[253]

Όταν τον εγκατέλειψαν οι σύμμαχοι του ο Χέρμαν του Ζαλμ ζήτησε από τον Ερρίκο Δ΄ άδεια να φύγει από τη Σαξονία, πήγε στη Λωρραίνη όπου και πέθανε (28 Σεπτεμβρίου 1088).[252][254] Ο Εγβέρτος Β΄ του Μπράουνσβαϊγκ ξεκίνησε νέα επανάσταση και νίκησε τον στρατό του αυτοκράτορα (25 Δεκεμβρίου 1088), τον Φεβρουάριο του 1089 έγινε κατάσχεση της περιουσίας του.[255][256] Ο Ερρίκος Δ΄ που είχε χηρέψει πήγε το καλοκαίρι του 1089 στην Κολωνία για να παντρευτεί την Ευπραξία του Κιέβου.[257] Το φθινόπωρο επέστρεψε στη Σαξονία για να προστατέψει το Χιλντεσχάιμ από την επίθεση του Εγβέρτου αλλά ο ίδιος συνέχισε να αντιστέκεται.[256] Ο Ερρίκος Δ΄ ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις με τους Βαυαρούς και τους Σουηβούς αντιπάλους του, δήλωσαν πρόθυμοι να υποταχθούν αν παραιτηθεί ο αντίπαπας Κλήμης Γ΄.[258] Ο Ερρίκος ήταν έτοιμος να δεχτεί τα αιτήματα τους αλλά οι δικοί του επίσκοποι τον έπεισαν να αρνηθεί επειδή φοβήθηκαν αφορισμό από τον νέο πάπα.[258] Ο Πάπας Ουρβανός Β΄ μεσολάβησε για ειρήνη, ρύθμισε το φθινόπωρο του 1089 τον γάμο ανάμεσα στον 18χρονο γιο του Γουέλφου της Βαυαρίας Γουέλφο τον Παχύ με την 43χρονη Ματθίλδη της Κανόσα.[259][260]

Εκστρατεία στην Ιταλία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αυτοκράτορας ήταν έτοιμος για μια νέα επίθεση στην Ιταλία.[261] Οι Ιουδαίοι του Σπάιερ τον πλησίασαν και του ζήτησαν να κατοχυρώσει τα δικαιώματα τους.[262] Κατέγραψε τις ελευθερίες τους σε ένα διάταγμα, τους προστάτευσε από καταστροφές και απαγόρευσε το βίαιο βάπτισμα τους, έκανε το ίδιο και με τους Ιουδαίους του Βορμς.[263][264] Ο ιστορικός Ίαν Ρόμπινσον γράφει ότι ο αυτοκράτορας είχε ανάγκη τους Ιουδαίους, του έδιναν μεγάλα χρηματικά ποσά με αντάλλαγμα την προστασία.[265] Ο Ερρίκος Δ΄ επιτέθηκε τον Μάρτιο του 1090 στα εδάφη της Ματθίλδης και την ανάγκασε να καταφύγει τον Απρίλιο στα βουνά.[261] Οι οπαδοί της αδελφής του αυτοκράτορα Αδελαΐδας Β΄ του Κβέντλινμπουργκ θανάτωσαν τον Εγβέρτο του Μπράουνσβαϊγκ (3 Ιουλίου 1090).[226][266] Ο Ερρίκος τοποθέτησε τον γαμπρό του Εγβέρτου Ερρίκο του Νόρτχαϊμ αντιπρόσωπο του στη Σαξονία.[266] Ο θάνατος του Εγβέρτου τερμάτισε στις συγκρούσεις του αυτοκράτορα με τη Σαξονία, ο Ερρίκος εξασφάλισε την υποστήριξη του Νόρτχαϊμ με βασιλικά δώρα.[226][267] Ο Ερρίκος Δ΄ προχώρησε σε νέες εκστρατείες στην Ιταλία, κατέλαβε στα τέλη του 1091 πολλά κάστρα της Ματθίλδης βόρεια από τον Πάδο.[268] Τον Ιούνιο του 1092 διέσχισε ξανά τον Πάδο και πίεσε τη Ματθίλδη να παραδοθεί, η ίδια και οι οπαδοί της αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τον Κλήμεντα Γ΄ σαν νόμιμο πάπα.[269] Ο Ερρίκος ξεκίνησε την πολιορκία της Κανόσα αλλά η φρουρά του δέχτηκε μια αιφνίδια επίθεση και αναγκάστηκε τον Οκτώβριο να εγκαταλείψει την πολιορκία.[270] Ο Μπέρτολτ Α΄ της Σουαβίας πρόωρα (1090), οι αντίπαλοι του αυτοκράτορα όρισαν νέο δούκα τον γαμπρό του Βερθόλδος Β΄ του Τσέρινγκεν ως "υποτελή της Αγίας Έδρας".[271] Ο Ερρίκος Δ΄ έστειλε τα στρατεύματα του πίσω στη Γερμανία για να πολεμήσουν στη Σουαβία και τη Βαυαρία.[272] Ξεκίνησε διαπραγματεύσεις για συμμαχία με τον Λαδίσλαο Α΄ της Ουγγαρίας αλλά ο Γουέλφος Α΄ εμπόδισε τη συνάντηση τους.[272] Ο Ερρίκος οπισθοχώρησε στην Παβία και τα στρατεύματα της Ματθίλδης πήραν πίσω τα κάστρα τους.[273]

Η αποστασία της οικογένειας του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ματθίλδη της Τοσκάνης και ο σύζυγος της Γουέλφος ο Παχύς έστρεψαν το καλοκαίρι του 1093 τον γιο του Ερρίκου Δ΄ Κορράδο εναντίον του πατέρα του.[260][272] Ο Ερρίκος αιχμαλώτισε τον γιο του αλλά ο Κορράδος δραπέτευσε στο Μιλάνο.[273] Ο Μπέρνολντ της Κωνσταντίας έγραψε ότι ο αυτοκράτορας ήθελε να αυτοκτονήσει από τη λύπη του για την αποστασία του γιου του, αυτό πιθανότατα είναι έμπνευση του Μπέρνολντ για να συγκρίνει τον Ερρίκο με τον βασιλιά Σάουλ.[274] Ο αυτοκράτορας έγινε εξαιρετικά καχύποπτος με την οικογένεια του, διέταξε τη φυλάκιση της συζύγου του.[275][276] Οι Λομβαρδικές πόλεις Μιλάνο, Κρεμόνα, Λόντι και Πιατσέντζα συμμάχησαν με τη Ματθίλδη της Τοσκάνης.[273] Ο Ερρίκος Δ΄ δραπέτευσε στη Βερόνα επειδή ο μαργράβος της και ο αδελφός του παρέμεναν οι μόνοι οπαδοί του στην Ιταλία.[277] Η εξουσία του Ερρίκου περιορίστηκε μονάχα στη βορειοανατολική Ιταλία, τα στρατεύματα της Ματθίλδης και του συζύγου της τον εμπόδισαν να επιστρέψει στη Γερμανία.[278][279] Η αυτοκράτειρα Ευδοξία ζήτησε από τη Ματθίλδη να την ελευθερώσει.[275] Η Ματθίλδη έστειλε οπαδούς της στη Βερόνα (1094), ελευθέρωσαν την Ευδοξία και τη συνόδευσαν στην Τοσκάνη.[279] Η αυτοκράτειρα κατηγόρησε τον σύζυγο της για κακομεταχείριση και για ομαδικό βιασμό των μελών του Συμβουλίου της Πιασέντσα τον Μάρτιο του 1095.[280][281] Οι κατηγορίες διαδόθηκαν ταχύτατα από τους εχθρούς του Ερρίκου αλλά ήταν αναξιόπιστες.[279] Σε έναν μήνα ο πάπας αναγνώρισε τον Κορράδο νόμιμο βασιλιά.[276]

Ο γάμος της Ματθίλδης με τον νεαρό σύζυγο της διαλύθηκε, ο Γουέλφος ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τον Ερρίκο, αυτό ήταν ισχυρό πλήγμα για τον πάπα.[260][282][283] Ο Ερρίκος Δ΄ συναντήθηκε στη Βενετία τον Ιούνιο του 1095 με τον Δόγη Βιτάλε Φαλιέρ, ανανέωσαν μια ετήσια εμπορική συνθήκη και ο Δόγης υποσχέθηκε ετήσιο φόρο στον αυτοκράτορα.[284][285] Ο πάπας Ουρβανός Β΄ ανακήρυξε τον Νοέμβριο του 1095 στο Συμβούλιο της Κλερμόντ την Α΄ Σταυροφορία.[286][287] Το Συμβούλιο αποφάσισε επίσης να ορκιστούν όλοι οι κληρικοί και οι ηγούμενοι πίστη στους κοσμικούς βασιλείς τους.[288] Τα πλήθη που συνόδευαν την Α΄ Σταυροφορία ιδιαίτερα χωρικοί αναχώρησαν για τους Αγίους Τόπους (1096), επιτέθηκαν στις πόλεις κατά μήκος του Ρήνου και έσφαξαν χιλιάδες Ιουδαίους.[289][290] Οι Ιουδαίοι έστειλαν ένα γράμμα στον αυτοκράτορα και ζήτησαν την προστασία του, ο Ερρίκος Δ΄ διέταξε τους πρίγκιπες και τους επισκόπους να τους προστατεύσουν αλλά δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν τις σφαγές.[265][291]

Αποκατάσταση της ειρήνης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ηλικιωμένος πατέρας του Γουέλφου Αλβέρτος Άτσο Β΄ του Μιλάνου μεσολάβησε για να συμφιλιωθεί ο γιος του με τον Ερρίκο (1096).[283] Ο Ερρίκος Δ΄ αποκατέστησε τον Γουέλφο στη Βαυαρία και ο Γουέλφος με τη σειρά του άνοιξε τις Άλπεις στον αυτοκράτορα που επέστρεψε τον Μάιο στη Γερμανία.[292][293] Οι αριστοκράτες που επαναστάτησαν εναντίον του Ερρίκου έπρεπε να του δώσουν φόρο υποτέλειας όπως αποφασίστηκε σε Συνόδους που συγκλήθηκαν στο Ρέγκενσμπουργκ, στη Νυρεμβέργη και στο Μαίντς.[294] Επέτρεψε στους Ιουδαίους που είχαν προσηλυτιστεί με τη βία στον χριστιανισμό να επιστρέψουν στη θρησκεία τους.[291][295] Στις αρχές του 1098 ο Βερθόλδος Β΄ του Τσέρινγκεν συμφιλιώθηκε με τον αυτοκράτορα και παρέλαβε τον κληρονομικό τίτλο του δούκα.[294][296] Οι Γερμανοί ιερείς και ευγενείς εκθρόνισαν τον Κορράδο που είχε επαναστατήσει εναντίον του πατέρα του, τον Μάιο του 1098 αντικαταστάθηκε με τον 12χρονο αδελφό του Ερρίκο.[297][298] Ο νεώτερος Ερρίκος υποσχέθηκε ότι δεν θα επαναστατήσει ποτέ εναντίον του πατέρα του.[299] Την εποχή που έμενε στο Μαίντς ο Ερρίκος Δ΄ διέταξε έρευνα για την περιουσία των Ιουδαίων που είχαν σφαγιαστεί από τους Σταυροφόρους.[295] Πολλοί δήλωσαν ότι ο αρχιεπίσκοπος του Μαίντς είχε κλέψει μεγάλα ποσά, ο αρχιεπίσκοπος δραπέτευσε στη Θουριγγία λόγω του φόβου τιμωρίας και άρχισε να συνωμοτεί εναντίον του αυτοκράτορα.[291][295]

Ο Ερρίκος Δ΄ συναντήθηκε το Πάσχα του 1099 στο Ρέγκενσμπουργκ με τον Μπρετίσλαφ Β΄ της Βοημίας, ήθελε να εξασφαλίσει τη διαδοχή του θρόνου στον αδελφό του Μποζιβόι Β΄ της Βοημίας.[300] Ο Ερρίκος έχρισε τον Μποζιβόι διάδοχο στη Βοημία (19 Απριλίου 1100). Οι δούκες της Βοημίας είχαν αναγνωρίσει την υποτέλεια στον Γερμανό βασιλιά, ήταν η πρώτη φορά ωστόσο που το χρίσμα δόθηκε σύμφωνα με τα Γερμανικά πρότυπα.[300] Ο στόχος του αυτοκράτορα τα επόμενα χρόνια ήταν η αποκατάσταση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.[301] Σε συνελεύσεις που συγκλήθηκαν στο Μπάνμπεργκ και το Μαίντς διέταξε τους ευγενείς να καταδιώξουν τους κακοποιούς και τους ληστές.[301]

Τρίτος αφορισμός από τον νέο πάπα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αντίπαπας Κλήμης Γ΄ πέθανε (8 Σεπτεμβρίου 1100), τον διαδέχθηκε ο καρδινάλιος του Θεοδώριχος του Αλμπάνο.[302][303] Οι οπαδοί του Ερρίκου στην Ιταλία τον αναγνώρισαν σαν νόμιμο πάπα αλλά ο ίδιος δεν ήθελε να συναντηθεί μαζί του.[297][301] Ο Ερρίκος Β΄ του Λίμπουργκ κατέλαβε τα εδάφη που ανήκαν στο Αββαείο του Προυμ.[304] Ο αυτοκράτορας πολιόρκησε τη Λιμβουργία και ανάγκασε τον Μάιο του 1101 τον κόμη να παραδοθεί.[305] Ο αυτοκράτορας συγχώρεσε τον Ερρίκο του Λίμπουργκ για την εξέγερση και τον τοποθέτησε στα τέλη του χρόνου Δούκα της Κάτω Λωρραίνης.[305] Μία συγκέντρωση Γερμανών δουκών πρότεινε στον αυτοκράτορα να κλείσει ειρήνη με τον νέο πάπα Πασχάλη Β΄ (1101) αλλά δεν ακολούθησε τη συμβουλή τους.[306] Ο πάπας ήταν αποφασισμένος να υποτάξει τον Ερρίκο, διέταξε τον λεγάτο του στη Γερμανία να προχωρήσει σε ισχυρή αντίσταση.[306] Η Σύνοδος των επισκόπων αποφάσισε να απαγορεύσει στους ιερείς να κατέχουν αυτοκρατορικά αξιώματα και αφόρισε τον Ερρίκο Δ΄ στο Λατερανό (3 Απριλίου 1102).[297][307][308] Ο Ροβέρτος Β΄ της Φλάνδρας συμμάχησε με τον επίσκοπο Μανασσή του Καμπραί εναντίον του επισκόπου Γουόλτσερ τον οποίο είχε διορίσει ο Ερρίκος Δ΄ επίσκοπο του Καμπραί.[309] Ο Ροβέρτος άρχισε να πολιορκεί το Καμπραί αλλά ήρθε ο Ερρίκος για να βοηθήσει τον Γουόλτσερ και ανάγκασε τον Οκτώβριο του 1102 τον Ροβέρτο να φύγει.[309] Ο Ροβέρτος επιτέθηκε ξανά στον Γουόλτσερ όταν έφυγαν ο αυτοκράτορας.[310] Ο Ερρίκος Δ΄ συγκάλεσε Σύνοδο στο Μαίντς (6 Ιανουαρίου 1103), ανακήρυξε την ειρήνη για πρώτη φορά σε ολόκληρη την αυτοκρατορία και την απαγόρευση πρακτικών βίας.[297][308] Η Σύνοδος απείλησε όσους παραβιάσουν τη συμφωνία με ακρωτηριασμό, οι πλούσιοι μπορούσαν να μην τιμωρηθούν.[302]

Ο Ερρίκος Δ΄ ανακοίνωσε τις σκέψεις του να ξεκινήσει για Σταυροφορία στους Αγίους Τόπους.[302] Έγραψε επιστολή στον Ούγο του Κλυνύ πιστό οπαδό του πάπα, τους εξήγησε τις προθέσεις του και τους στόχους του να κλείσει ειρήνη με την εκκλησία.[311][312] Ο πάπας ωστόσο αποκαλούσε τον Ερρίκο "αρχηγό των αιρετικών", έκανε έκκληση στον Ροβέρτο Β΄ της Φλάνδρας να ξεκινήσει Σταυροφορία με αντάλλαγμα την "άφεση των αμαρτιών του".[308][313] Ο Ροβέρτος Β΄ φοβήθηκε την απώλεια των αυτοκρατορικών δώρων και δήλωσε στη Λιέγη την υποταγή του στον αυτοκράτορα (29 Ιουνίου 1103).[310]

Ανταρσία του γιου του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ερρίκος Δ΄ με τους δύο γιους του Κορράδο και Ερρίκο.

Ένας Βαυαρός κόμης ο Σίγκαρντ κατηγόρησε τον Ιανουάριο του 1104 τον Ερρίκο Δ΄ για την εύνοια που έδειξε στην αριστοκρατία από τη Σαξονία και τη Φρανκονία.[314] Ο Σίγκαρντ ήρθε στο Ρέγκενσμπουργκ με μια μεγάλη συνοδεία, δημιουργήθηκαν υποψίες στον αυτοκράτορα ότι ήθελε να τον ανατρέψει.[314] Όταν ο Σίγκαρντ έδιωξε μια μεγάλη ομάδα υπουργών του εχθρικών στον Ερρίκο οι ίδιοι τον δολοφόνησαν (4 Φεβρουαρίου 1104).[315][316] Οι απολυμένοι υπουργοί πιθανότατα εκδικήθηκαν την εκδίωξη τους αλλά οι ευγενείς του Σίγκαρντ κατηγόρησαν τον Ερρίκο Δ΄ για τη δολοφονία επειδή αδιαφόρησε για την προστασία του.[297][317]

Ο αρχιεπίσκοπος Χάρτγουιγκ του Μαγδεβούργου πέθανε το φθινόπωρο του 1204, ο αδελφός του Χέρμαν και ο ανεψιός του Χάρτγουικ ήρθαν στον αυτοκράτορα για να διορίσει τον νεώτερο Χάρτγουικ αρχιεπίσκοπο.[318] Ο κόμης Θεοδώριχος Γ΄ του Κάτλενμπουργκ τους συνέλαβε και τους φυλάκισε αφού τους κατηγόρησε για Σιμωνία, ο Ερρίκος Δ΄ προχώρησε σε εκστρατεία εναντίον του.[318] Η εκστρατεία είχε μια τραγική εξέλιξη, ο 18χρονος γιος του αυτοκράτορα Ερρίκος αποστάτησε και δραπέτευσε στη Βαυαρία (12 Δεκεμβρίου 1204).[318] Ο μικρότερος Ερρίκος δήλωσε ότι αιτία της αποστασίας ήταν η αποτυχία του πατέρα του να δεχτεί απαλλαγή από τον πάπα, οι ιστορικοί πιστεύουν ότι ήθελε να πετύχει την υποστήριξη των αριστοκρατών σε περίπτωση που ο ηλικιωμένος πατέρας του πέθαινε.[319][320] Οι δυσαρεστημένοι αριστοκράτες μετέφεραν τον νεώτερο Ερρίκο στον πάπα Πασχάλη Β΄, στις αρχές του 1105 τον απήλλαξε από τον αφορισμό.[293][321] Ο Ερρίκος Δ΄ μετέφερε απεσταλμένους στον γιο του αλλά εκείνος αρνήθηκε κάθε διαπραγμάτευση επειδή ήταν αφορισμένος.[321] Οι ευγενείς από τη Σουηδία και τη Φρανκονία υποστήριξαν τον μικρότερο Ερρίκο στην επανάσταση εναντίον του πατέρα του, σε μια επίσκεψη στη Σαξονία τον Απρίλιο του 1105 εξασφάλισε και την υποστήριξη των Σαξόνων.[322] Προχώρησε τον Ιούνιο του 1105 σε στρατιωτική εκστρατεία στο Μαίντς για να επαναφέρει στην έδρα του τον αρχιεπίσκοπο Ρούτχαρντ αλλά ο στρατός του πατέρα του δεν τον άφησε να διασχίσει τον Ρήνο.[323]

Η παραίτηση του Ερρίκου Δ΄ για χάρη του γιου του Ερρίκου Ε΄.

Η εξουσία του γηραιότερου Ερρίκου σύντομα κατέρρευσε, ο γιος του εκμεταλλεύτηκε τον θάνατο του Φρειδερίκου του Μπούρεν και ανέλαβε την εξουσία στη Σουαβία.[324] Ο Λεοπόλδος Γ΄ Μπάμπενμπερκ της Αυστρίας και ο Μποζιβόι Β΄ της Βοημίας εγκατέλειψαν τον αυτοκράτορα στο Ρέγκενσμπουργκ στα τέλη Σεπτεμβρίου, ο Μποζιβόι το μετάνιωσε και επέστρεψε.[325] Υποστήριξε τον Ερρίκο Δ΄ να δραπετεύσει από το Ρέγκενσμπουργκ στη Σαξονία και ο γαμπρός του τον συνόδευσε μέχρι το Μαίντς.[326] Ο Ερρίκος Δ΄ έστειλε ένα γράμμα στον γιο του, τον παρακάλεσε θερμά να διακόψει την ανταρσία και να τον δεχτεί αλλά εκείνος αρνήθηκε κατηγορηματικά.[327] Ο Ερρίκος Δ΄ μετακινήθηκε στην Κολωνία αλλά σύντομα επέστρεψε στο Μαίντς επειδή ήθελε να υπερασπιστεί τον εαυτό του στη Συνέλευση των Γερμανών πριγκίπων που είχε συγκαλέσει ο γιος του.[327] Ο γιος Ερρίκος συνάντησε τον πατέρα του στο Κόμπλεντς (21 Δεκεμβρίου 1105), του εγγυήθηκε την ασφάλεια του αλλά δεν κράτησε τον λόγο του, τον συνέλαβε και τον φυλάκισε.[328][329] Ο Ερρίκος Δ΄ πιέστηκε έντονα να παραδώσει τα αυτοκρατορικά παράσημα στον γιο του.[330] Οι κάτοικοι του Μαίντς παρέμειναν πιστοί στον αυτοκράτορα, ο γιος του συγκάλεσε Σύνοδο των ευγενών στο Ίνγκελχαϊμ.[328] Ο Ερρίκος Δ΄ παραβρέθηκε στη συνάντηση αλλά κυριάρχησαν πλήρως οι εχθροί του, παραιτήθηκε υπέρ του γιου του (31 Δεκεμβρίου 1105).[331] Αργότερα δήλωσε ότι αναγκάστηκε να παραιτηθεί από "φόβο μήπως τον εκτελέσουν".[332]

Μετά την παραίτηση του ο Ερρίκος έμενε στο Ίνγκελχαϊμ, οι οπαδοί του τον προειδοποίησαν ότι ο γιος του είχε στόχο να τον φυλακίσει ή να τον εκτελέσει, τον Φεβρουάριο του 1106 δραπέτευσε στην Κολωνία και οι κάτοικοι τον δέχτηκαν με μεγάλο σεβασμό. Αρνήθηκε να παραστεί σε όλες τις θρησκευτικές δηλώνοντας ότι το κάνει γα να συγχωρεθεί για τις αμαρτίες του. Ο πιο πιστός οπαδός του επίσκοπος της Λιέγης έκλεισε ειρήνη με τον Ερρίκο του Λίμπουργκ για να αποκτήσει την υποστήριξη του δούκα, στη συνέχεια συναντήθηκαν με πρωτοβουλία του Ερρίκου Δ΄ ο Ερρίκος του Λίμπουργκ και ο Αλβέρτος Γ΄ του Ναμύρ. Ο πρώην εχθρός του Ροβέρτος Β΄ της Φλάνδρας δήλωσε επίσης τη συμπαράσταση του στον Ερρίκο Δ΄.[333] Ακολούθησαν επιστολές του Ερρίκου στον Ούγο του Κλυνύ που δήλωσε αποφασισμένος να δεχτεί κάθε όρο για την απαλλαγή του.[340] Έγραψε και άλλες επιστολές στον γιο του, τους Γερμανούς πρίγκιπες και τον Φίλιππο Α΄ της Γαλλίας, σε όλες έδειχνε αποφασισμένος να απαλλαγεί και να αναλάβει ξανά τον θρόνο του.[330]

Η κηδεία του αυτοκράτορα Ερρίκου Δ΄.

Ο Ερρίκος Ε΄ επιτέθηκε στη Λωρραίνη αλλά ο στρατός του πατέρα του τον συνέτριψε (22 Μαρτίου 1106).[330][334] Ο Ερρίκος του Λίμπουργκ, οι κάτοικοι της Κολωνίας και της Λιέγης πίεζαν έντονα τον πατέρα Ερρίκο να "διεκδικήσει ξανά τον τίτλο του αυτοκράτορα".[335] Ο Ερρίκος Ε΄ πολιόρκησε την Κολωνία αλλά ο στρατός του αναγκάστηκε να αποχωρήσει σε τέσσερις βδομάδες από την καλά οχυρωμένη πόλη.[335] Ο Ερρίκος Δ΄ έστειλε επιστολές στους Γερμανούς πρίγκιπες στις οποίες κατηγορούσε τον γιο του για προδοσία και υποκρισία.[336] Την εποχή που ήταν αποφασισμένος για δυναμική αντεπίθεση αρρώστησε αιφνίδια και πέθανε (7 Αυγούστου 1106).[337][338] Στο νεκροκρέβατο του αναγνώρισε τον γιο του και του ζήτησε να συγχωρέσει τους εχθρούς του με τον όρο να ταφεί μαζί με τους προγόνους του στον Καθεδρικό ναό του Σπάιερ.[337][339] Ο επίσκοπος της Λιέγης έθαψε το σώμα του βασιλιά στον Καθεδρικό ναό της Λιέγης, το αφορισμένο σώμα δεν μπορούσε όμως να τοποθετηθεί σε μια καθορισμένη θέση.[337][340] Έγινε εκταφή του σε οκτώ μέρες και τάφηκε σε ένα παρεκκλήσι κοντά στη Λιέγη, ο γιος του ζήτησε ξανά την εκταφή του για να εκτελέσει την τελευταία του επιθυμία.[341] Ο λαός της Λιέγης αντέδρασε έντονα επειδή ήθελε τη σορό στην πόλη του, ο Ερρίκος Ε΄ τη μετέφερε με μια σαρκοφάγο σε ένα παρεκκλήσι στον Καθεδρικό ναό της Σπάιερ όπως είχε υποσχεθεί (3 Σεπτεμβρίου 1106). Πέντε χρόνια αργότερα ο πάπας Πασχάλης Β΄ έδωσε την άδεια στον Ερρίκο Ε΄ να μεταφέρει τη σορό του πατέρα του επίσημα στον Καθεδρικό ναό, τοποθετήθηκε δίπλα από τον πατέρα του Ερρίκο Γ΄ (7 Αυγούστου 1111).[45]

Η πρώτη σύζυγος του Ερρίκου Δ΄ Μπέρτα της Σαβοΐας ήταν έναν χρόνο νεώτερη του.[342] Η Μπέρτα καταγράφεται στα βασιλικά διατάγματα μέχρι τις 5 Αυγούστου 1068 ως "σύζυγος του βασιλείου μου και του βασιλικού μου κρεβατιού".[343] Η εξαφάνιση της στη συνέχεια από τα διατάγματα είναι δείγμα της δυσαρέσκειας του Ερρίκου για αυτήν και της επιθυμίας του για διαζύγιο.[344] Ο Ερρίκος Δ΄ συγκάλεσε τον Ιούνιο του 1069 Σύνοδο και ζήτησε δημόσια διαζύγιο.[79][344] Οι Γερμανοί ευγενείς διαφώνησαν έντονα, συγκάλεσαν Σύνοδο και έκαναν έκκληση στην Αγία Έδρα.[343] Ο πάπας Αλέξανδρος Β΄ όταν το άκουσε εξοργίστηκε, δήλωσε με σαφήνεια στον Ερρίκο ότι αν προχωρήσει στο διαζύγιο δεν θα τον στέψει αυτοκράτορα, ο Ερρίκος υποχώρησε από τότε η Μπέρτα εμφανιζόταν κανονικά στα βασιλικά διατάγματα.[342][345] Ο Ερρίκος Δ΄ και η Μπέρτα απέκτησαν πέντε παιδιά, από τα οποία τα δύο, η Αδελαΐδα (1070-πριν το 1079) και ο Ερρίκος (1071) απεβίωσαν σε βρεφική ηλικία. Τα επιζώντα παιδιά τους ήταν:[342][346]

Τα παλιότερα Νορβηγικά και Ιρλανδικά Σάγκας καταγράφουν την κόρη ενός αυτοκράτορα που έχει αναγνωριστεί ως ο Ερρίκος Δ΄ με το όνομα Ματθίλδη.[347] Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές ο βασιλιάς Μάγκνους Γ΄ της Νορβηγίας αντάλλαξε μεταξύ της επιστολές και συνέθεσε για χάρη της μία Στροφή.[348] Οι ιστορικές πηγές ωστόσο δεν καταγράφουν τη Ματθίλδη στα παιδιά του Ερρίκου Δ΄.[349] Η Μπέρτα της Σαβοΐας πέθανε πρόωρα (27 Δεκεμβρίου 1087).[342]

Η δεύτερη σύζυγος του Ερρίκου Δ΄ Ευπραξία του Κιέβου γνωστή στη Γερμανία ως "Αδελαΐδα" γεννήθηκε το 1068, ήταν κόρη του Βσέβολοντ Α΄ του Κιέβου αλλά δεν συνδέεται με το Κράτος των Ρως.[350] Όταν πέθανε ο πρώτος της σύζυγος Ερρίκος Α', Μαργράβος του Νόρντμαρκ (1087) ο αυτοκράτορας την είδε σαν ιδανικότερη λύση για να την παντρευτεί σε δεύτερο γάμο.[226][351] Ο Ερρίκος του Νόρντμαρκ ήταν ένας πλούσιος Σάξονας αριστοκράτης, ο γάμος του αυτοκράτορα με τη χήρα του βελτίωσε τις σχέσεις του με τους Σάξονες, παντρεύτηκαν το 1088.[237][342] Η Ευπραξία σε αντίθεση με την Μπέρτα καταγράφεται μόνο μια φορά στα βασιλικά διατάγματα, οι σχέσεις τους ήταν πάντα άσχημες, η Ευπραξία δεν κέρδισε ποτέ την εμπιστοσύνη του Ερρίκου Δ΄.[352] Μετά τη σκανδαλώδης διάλυση του γάμου τους η Ευπραξία επέστρεψε στο Κίεβο όπου και πέθανε (10 Ιουλίου 1109).[280]

  1. 1,0 1,1 1,2 (Ιταλικά) Mirabile: Digital Archives for Medieval Culture. SISMEL – Edizioni del Galluzzo.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 «Kindred Britain»
  3. Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  4. Hill 2020, σ. 93
  5. 5,0 5,1 5,2 Robinson 2003, σ. 19
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 Schutz 2010, σ. 139
  7. 7,0 7,1 Robinson 2003, σσ. 20–21
  8. 8,0 8,1 8,2 Robinson 2003, σ. 21
  9. 9,0 9,1 9,2 Robinson 2003, σ. 22
  10. Robinson 2003, σσ. 28, 98
  11. 11,0 11,1 11,2 Robinson 2003, σ. 25
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 Fuhrmann 2001, σ. 52
  13. 13,0 13,1 13,2 Robinson 2003, σ. 26
  14. Whitney 1968, σ. 31
  15. Schutz 2010, σ. 141
  16. Robinson 2003, σ. 28
  17. Robinson 2003, σ. 48
  18. 18,0 18,1 18,2 18,3 Fuhrmann 2001, σ. 57
  19. Robinson 2003, σ. 31
  20. Robinson 2003, σ. 27
  21. Schutz 2010, σ. 143
  22. Robinson 2003, σ. 29
  23. 23,0 23,1 Fuhrmann 2001, σσ. 52–53
  24. 24,0 24,1 24,2 24,3 Robinson 2003, σ. 37
  25. Robinson 2003, σ. 63
  26. 26,0 26,1 Vollrath 1995, σ. 52
  27. Robinson 2003, σσ. 33–34
  28. 28,0 28,1 28,2 28,3 Robinson 2003, σ. 33
  29. 29,0 29,1 29,2 29,3 Zupka 2016, σ. 73
  30. 30,0 30,1 30,2 30,3 Tabacco 1995, σ. 84
  31. Schutz 2010, σ. 144
  32. Fuhrmann 2001, σσ. 44, 53
  33. Fuhrmann 2001, σ. 53
  34. 34,0 34,1 Vollrath 1995, σ. 53
  35. Robinson 2003, σ. 39
  36. 36,0 36,1 36,2 Blumenthal 2010, σ. 94
  37. Blumenthal 2010, σ. 95
  38. 38,0 38,1 Fuhrmann 2001, σ. 54
  39. Blumenthal 2010, σ. 89
  40. Robinson 2003, σ. 115
  41. Vollrath 1995, σ. 51
  42. 42,0 42,1 42,2 Robinson 2003, σ. 35
  43. Robinson 2003, σσ. 35–36
  44. Robinson 2003, σ. 40
  45. 45,0 45,1 45,2 Blumenthal 2010, σ. 96
  46. Robinson 2003, σ. 38
  47. Robinson 2003, σσ. 40–41, 42
  48. 48,0 48,1 Fuhrmann 2001, σ. 56
  49. 49,0 49,1 Robinson 2003, σ. 42
  50. 50,0 50,1 Schutz 2010, σ. 145
  51. 51,0 51,1 51,2 51,3 Robinson 2003, σ. 43
  52. 52,0 52,1 Vollrath 1995, σ. 54
  53. Robinson 2003, σσ. 43–44
  54. 54,0 54,1 Hill 2020, σ. 99
  55. Robinson 2003, σ. 44
  56. Robinson 2003, σσ. 45–46
  57. Robinson 2003, σσ. 46–47
  58. Robinson 2003, σ. 47
  59. Robinson 2003, σσ. 48–49
  60. Robinson 2003, σσ. 61–62
  61. 61,0 61,1 61,2 61,3 61,4 Robinson 2003, σ. 53
  62. 62,0 62,1 Zupka 2016, σ. 75
  63. Zupka 2016, σσ. 75–76
  64. 64,0 64,1 Robinson 2003, σ. 49
  65. Robinson 2003, σσ. 49, 54
  66. Robinson 2003, σσ. 51–52
  67. Robinson 2003, σ. 52
  68. Robinson 2003, σσ. 50–52
  69. Robinson 2003, σ. 54
  70. Robinson 2003, σσ. 45, 53
  71. Robinson 2003, σσ. 54–55
  72. Robinson 2003, σ. 55
  73. Tabacco 1995, σ. 85
  74. Robinson 2003, σ. 56
  75. Robinson 2003, σ. 58
  76. Robinson 2003, σσ. 58–59
  77. Robinson 2003, σ. 59
  78. 78,0 78,1 Robinson 2003, σ. 61
  79. 79,0 79,1 Schutz 2010, σ. 147
  80. 80,0 80,1 Robinson 2003, σ. 108
  81. Schutz 2010, σ. 148
  82. Robinson 2003, σ. 65
  83. 83,0 83,1 83,2 83,3 83,4 83,5 Fuhrmann 2001, σ. 62
  84. 84,0 84,1 Schutz 2010, σ. 150
  85. Robinson 2003, σσ. 82–83
  86. Leyser 1982, σσ. 93–94
  87. 87,0 87,1 87,2 87,3 Robinson 2003, σ. 64
  88. 88,0 88,1 88,2 88,3 Blumenthal 2010, σ. 112
  89. 89,0 89,1 89,2 89,3 Robinson 2003, σ. 68
  90. Robinson 2003, σσ. 65–66, 68
  91. Robinson 2003, σσ. 69–71
  92. Robinson 2003, σ. 71
  93. Leyser 1982, σ. 223
  94. 94,0 94,1 Robinson 2003, σ. 120
  95. Fuhrmann 2001, σ. 63
  96. 96,0 96,1 Barber 2004, σ. 87
  97. Robinson 2003, σ. 124
  98. 98,0 98,1 98,2 Robinson 2003, σ. 118
  99. Robinson 2003, σ. 119
  100. 100,0 100,1 Robinson 2003, σ. 72
  101. 101,0 101,1 Robinson 2003, σ. 92
  102. Robinson 2003, σσ. 125–126
  103. Robinson 2003, σσ. 92, 126
  104. Robinson 2003, σ. 127
  105. 105,0 105,1 105,2 105,3 105,4 Blumenthal 2010, σ. 113
  106. 106,0 106,1 Robinson 2003, σ. 125
  107. 107,0 107,1 Robinson 2003, σ. 129
  108. Robinson 2003, σσ. 129–130
  109. Schutz 2010, σσ. 148–149
  110. Robinson 2003, σσ. 72–73
  111. 111,0 111,1 111,2 Robinson 2003, σ. 73
  112. Leyser 1982, σ. 94
  113. Robinson 2003, σσ. 73–74
  114. Robinson 2003, σ. 90
  115. 115,0 115,1 115,2 Robinson 2003, σ. 91
  116. Barber 2004, σσ. 87–88
  117. 117,0 117,1 Schutz 2010, σ. 160
  118. 118,0 118,1 118,2 118,3 Robinson 2003, σ. 93
  119. Schutz 2010, σσ. 152–153
  120. 120,0 120,1 Barber 2004, σ. 182
  121. 121,0 121,1 121,2 121,3 Robinson 2003, σ. 95
  122. 122,0 122,1 122,2 Schutz 2010, σ. 151
  123. Robinson 2003, σσ. 95–96
  124. Robinson 2003, σ. 98
  125. Robinson 2003, σσ. 98–99
  126. 126,0 126,1 Robinson 2003, σσ. 132–133
  127. 127,0 127,1 Robinson 2003, σ. 99
  128. 128,0 128,1 Zupka 2016, σ. 82
  129. Barber 2004, σ. 335
  130. Zupka 2016, σσ. 82–83
  131. Barber 2004, σ. 334
  132. Robinson 2003, σ. 133
  133. Robinson 2003, σσ. 133–134
  134. Robinson 2003, σ. 134
  135. 135,0 135,1 135,2 Robinson 2003, σ. 135
  136. Robinson 2003, σ. 100
  137. Robinson 2003, σσ. 100–101
  138. 138,0 138,1 Robinson 2003, σ. 101
  139. 139,0 139,1 139,2 Robinson 2003, σ. 138
  140. 140,0 140,1 Robinson 2003, σ. 102
  141. Robinson 2003, σσ. 102–103
  142. Robinson 2003, σ. 103
  143. Robinson 2003, σ. 104
  144. 144,0 144,1 Barber 2004, σ. 88
  145. Robinson 2003, σ. 139
  146. Schutz 2010, σ. 162
  147. Robinson 2003, σσ. 139–140
  148. Robinson 2003, σσ. 140–141
  149. Schutz 2010, σσ. 162, 168
  150. 150,0 150,1 150,2 150,3 Fuhrmann 2001, σ. 64
  151. Robinson 2003, σσ. 143–145
  152. Robinson 2003, σσ. 145–146
  153. 153,0 153,1 153,2 Blumenthal 2010, σ. 121
  154. 154,0 154,1 Robinson 2003, σ. 147
  155. Robinson 2003, σσ. 147–148
  156. Blumenthal 2010, σ. 122
  157. Robinson 2003, σ. 149
  158. Barber 2004, σ. 90
  159. 159,0 159,1 159,2 Robinson 2003, σ. 151
  160. Robinson 2003, σ. 152
  161. Robinson 2003, σ. 153
  162. 162,0 162,1 Robinson 2003, σ. 156
  163. Robinson 2003, σ. 157
  164. Robinson 2003, σ. 159
  165. Schutz 2010, σ. 167
  166. 166,0 166,1 Barber 2004, σ. 89
  167. 167,0 167,1 Fuhrmann 2001, σ. 65
  168. Schutz 2010, σσ. 167–168
  169. Schutz 2010, σ. 168
  170. Robinson 2003, σ. 165
  171. Schutz 2010, σσ. 169–170
  172. Robinson 2003, σσ. 167–168
  173. Vollrath 1995, σ. 60
  174. 174,0 174,1 Robinson 2003, σσ. 171–172
  175. 175,0 175,1 Robinson 2003, σ. 166
  176. Robinson 2003, σ. 173
  177. Robinson 2003, σ. 171
  178. Robinson 2003, σσ. 174, 176
  179. Leyser 1982, σ. 174
  180. Robinson 2003, σ. 176
  181. Robinson 2003, σ. 177
  182. Robinson 2003, σ. 172
  183. 183,0 183,1 Schutz 2010, σ. 171
  184. 184,0 184,1 Robinson 2003, σ. 179
  185. Robinson 2003, σ. 180
  186. 186,0 186,1 Robinson 2003, σ. 181
  187. Robinson 2003, σσ. 181–182
  188. 188,0 188,1 Blumenthal 2010, σ. 139
  189. Robinson 2003, σ. 183
  190. 190,0 190,1 190,2 190,3 Schutz 2010, σ. 172
  191. Robinson 2003, σσ. 185–186
  192. Robinson 2003, σ. 188
  193. Robinson 2003, σ. 189
  194. Robinson 2003, σσ. 189–190
  195. 195,0 195,1 Robinson 2003, σ. 190
  196. 196,0 196,1 196,2 Robinson 2003, σ. 192
  197. Robinson 2003, σσ. 192–193
  198. Robinson 2003, σ. 193
  199. Robinson 2003, σ. 195
  200. Robinson 2003, σσ. 194–195
  201. Fuhrmann 2001, σ. 67
  202. 202,0 202,1 Robinson 2003, σ. 197
  203. Robinson 2003, σ. 198
  204. 204,0 204,1 204,2 Schutz 2010, σ. 173
  205. Robinson 2003, σ. 200
  206. Robinson 2003, σ. 202
  207. 207,0 207,1 Barber 2004, σ. 183
  208. Robinson 2003, σσ. 203–204
  209. Robinson 2003, σσ. 204–205
  210. Robinson 2003, σσ. 205–206
  211. Robinson 2003, σ. 212
  212. Robinson 2003, σ. 213
  213. Robinson 2003, σσ. 214–215
  214. Robinson 2003, σ. 215
  215. Robinson 2003, σ. 208
  216. Robinson 2003, σσ. 208–209
  217. Robinson 2003, σ. 216
  218. Robinson 2003, σσ. 217–218
  219. Robinson 2003, σσ. 220–221
  220. Robinson 2003, σ. 222
  221. Robinson 2003, σσ. 222–223
  222. Robinson 2003, σσ. 223–224
  223. 223,0 223,1 223,2 Schutz 2010, σ. 174
  224. Robinson 2003, σ. 224
  225. 225,0 225,1 Robinson 2003, σ. 227
  226. 226,0 226,1 226,2 226,3 226,4 Fuhrmann 2001, σ. 68
  227. Robinson 2003, σσ. 227–228
  228. Robinson 2003, σ. 229
  229. Robinson 2003, σ. 230
  230. 230,0 230,1 Robinson 2003, σ. 233
  231. Barber 2004, σ. 210
  232. Robinson 2003, σ. 234
  233. Robinson 2003, σσ. 242–244
  234. Robinson 2003, σ. 244
  235. 235,0 235,1 235,2 Robinson 2003, σ. 246
  236. 236,0 236,1 Robinson 2003, σ. 245
  237. 237,0 237,1 237,2 237,3 Schutz 2010, σ. 175
  238. Robinson 2003, σσ. 249–250
  239. Robinson 2003, σσ. 250–251
  240. Robinson 2003, σ. 253
  241. 241,0 241,1 Robinson 2003, σ. 254
  242. 242,0 242,1 Robinson 2003, σ. 255
  243. Robinson 2003, σ. 256
  244. Robinson 2003, σσ. 258–259
  245. 245,0 245,1 Robinson 2003, σ. 260
  246. Robinson 2003, σσ. 260–261
  247. Robinson 2003, σ. 261
  248. 248,0 248,1 248,2 Robinson 2003, σ. 262
  249. Robinson 2003, σ. 263
  250. Robinson 2003, σ. 264
  251. Robinson 2003, σ. 265
  252. 252,0 252,1 Vollrath 1995, σ. 64
  253. 253,0 253,1 253,2 Robinson 2003, σ. 267
  254. Robinson 2003, σ. 268
  255. Robinson 2003, σσ. 270–271
  256. 256,0 256,1 Robinson 2003, σ. 271
  257. Robinson 2003, σσ. 269, 271
  258. 258,0 258,1 Robinson 2003, σ. 274
  259. Barber 2004, σ. 92
  260. 260,0 260,1 260,2 Tabacco 1995, σ. 87
  261. 261,0 261,1 Robinson 2003, σ. 281
  262. Chazan 2006, σ. 173
  263. Chazan 2006, σσ. 173–174
  264. Chazan 2006, σ. 174.
  265. 265,0 265,1 Robinson 2003, σ. 302
  266. 266,0 266,1 Robinson 2003, σ. 272
  267. Robinson 2003, σσ. 272–273, 281
  268. Robinson 2003, σσ. 282–283
  269. Robinson 2003, σσ. 284–285
  270. Robinson 2003, σ. 285
  271. Robinson 2003, σσ. 285–286
  272. 272,0 272,1 272,2 Robinson 2003, σ. 286
  273. 273,0 273,1 273,2 Robinson 2003, σ. 287
  274. Robinson 2003, σ. 288
  275. 275,0 275,1 Robinson 2003, σσ. 289–290
  276. 276,0 276,1 Schutz 2010, σ. 176
  277. Robinson 2003, σ. 289
  278. Vollrath 1995, σ. 65
  279. 279,0 279,1 279,2 Robinson 2003, σ. 290
  280. 280,0 280,1 Robinson 2003, σ. 291
  281. Fuhrmann 2001, σ. 69
  282. Fuhrmann 2001, σ. 84
  283. 283,0 283,1 Robinson 2003, σ. 295
  284. Robinson 2003, σ. 294
  285. Robinson 2003, σσ. 293–294
  286. Fuhrmann 2001, σ. 76
  287. Robinson 2003, σ. 278
  288. Robinson 2003, σ. 279
  289. Schutz 2010, σ. 180
  290. Vollrath 1995, σ. 66
  291. 291,0 291,1 291,2 Schutz 2010, σ. 181
  292. Robinson 2003, σσ. 295–296
  293. 293,0 293,1 McLaughlin 2010, σ. 175
  294. 294,0 294,1 Robinson 2003, σσ. 296–297
  295. 295,0 295,1 295,2 Robinson 2003, σ. 303
  296. Fuhrmann 2001, σσ. 84–85
  297. 297,0 297,1 297,2 297,3 297,4 Fuhrmann 2001, σ. 85
  298. Robinson 2003, σ. 300
  299. Robinson 2003, σ. 301
  300. 300,0 300,1 Robinson 2003, σ. 305
  301. 301,0 301,1 301,2 Robinson 2003, σ. 307
  302. 302,0 302,1 302,2 Schutz 2010, σ. 187
  303. Robinson 2003, σσ. 308–309
  304. Robinson 2003, σσ. 314–315
  305. 305,0 305,1 Robinson 2003, σ. 315
  306. 306,0 306,1 Robinson 2003, σ. 309
  307. Robinson 2003, σ. 312
  308. 308,0 308,1 308,2 Robinson 2003, σ. 311
  309. 309,0 309,1 Robinson 2003, σ. 316
  310. 310,0 310,1 Robinson 2003, σ. 317
  311. Robinson 2003, σ. 310
  312. Robinson 2003, σσ. 310–311
  313. Schutz 2010, σ. 188
  314. 314,0 314,1 Robinson 2003, σ. 321
  315. Fuhrmann 2001, σσ. 85–86
  316. Robinson 2003, σσ. 321–322
  317. Robinson 2003, σσ. 322–323
  318. 318,0 318,1 318,2 Robinson 2003, σ. 323
  319. Robinson 2003, σ. 327
  320. Leyser 1982, σ. 200
  321. 321,0 321,1 Robinson 2003, σ. 324
  322. Robinson 2003, σ. 326
  323. Robinson 2003, σ. 330
  324. Robinson 2003, σσ. 330–331
  325. Robinson 2003, σσ. 332–333
  326. Robinson 2003, σ. 332
  327. 327,0 327,1 Robinson 2003, σ. 333
  328. 328,0 328,1 Robinson 2003, σ. 334
  329. McLaughlin 2010, σ. 176
  330. 330,0 330,1 330,2 Fuhrmann 2001, σ. 86
  331. Robinson 2003, σ. 336
  332. Robinson 2003, σ. 337
  333. Robinson 2003, σ. 338
  334. Robinson 2003, σ. 339
  335. 335,0 335,1 Robinson 2003, σ. 340
  336. Robinson 2003, σσ. 340-341
  337. 337,0 337,1 337,2 Robinson 2003, σ. 343
  338. Barber 2004, σ. 184
  339. Schutz 2010, σσ. 188–189
  340. Vollrath 1995, σ. 68
  341. Robinson 2003, σ. 344
  342. 342,0 342,1 342,2 342,3 342,4 Robinson 2003, σ. 266
  343. 343,0 343,1 Robinson 2003, σσ. 109–110
  344. 344,0 344,1 Robinson 2003, σ. 109
  345. Robinson 2003, σ. 110
  346. Fuhrmann 2001, σ. 117
  347. Andersson & Gade 2012, σσ. 307, 450
  348. Andersson & Gade 2012, σσ. 307–308
  349. Andersson & Gade 2012, σ. 450
  350. Robinson 2003, σσ. 266, 269
  351. Robinson 2003, σ. 269
  352. Robinson 2003, σσ. 266, 290
  •  Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Henry IV. (Roman emperor)» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press 
  • Andersson, Theodore M.; Gade, Kari Ellen (2012). Morkinskinna: The Earliest Icelandic Chronicle of the Norwegian Kings (1030–1157). Cornell University Press.
  • Barber, Malcolm (2004) [1992]. The Two Cities: Medieval Europe 1050-1320. University of Pennsylvania Press.
  • Blumenthal, Uta-Renate (2010) [1982]. The Investiture Controversy: Church and Monarchy from the Ninth to the Twelfth Century. University of Pennsylvania Press.
  • Chazan, Robert (2006). The Jews of Medieval Western Christendom: 1000-1500. Cambridge medieval textbooks. University of Pennsylvania Press.
  • Fuhrmann, Horst (2001) [1986]. Germany in the high middle ages, c. 1050-1200. Cambridge medieval textbooks. Cambridge University Press.
  • Hill, Boyd H. (2020) [1972]. Medieval Monarchy in Action: The German Empire from Henry I to Henry IV. Routledge Library Editions: The Medieval World. 21. Routledge.
  • Leyser, K.J. (1982). Medieval Germany and its Neighbours: 1000-1500. History. 12. The Hambledon Press.
  • McLaughlin, Megan (2010). Sex, Gender, and Episcopal Authority in an Age of Reform, 1000-1122. Cambridge University Press.
  • Robinson, I. S. (2003) [1999]. Henry IV of Germany, 1056-1106. Cambridge University Press.
  • Schutz, Herbert (2010). The Medieval Empire in Central Europe: Dynastyc Continuity in the Post-Carolingian Frankish Realm,, 900-1300. Cambridge Scholars Publishing.
  • Tabacco, Giovanni (1995). "Northern and central Italy". In Luscombe, David Edward; Riley-Smith, Jonathan (eds.). The New Cambridge Medieval History. Volume IV: c. 1024-c. 1198, Part II. Cambridge University Press.
  • Vollrath, Hanna (1995). "The western empire under the Salians". In Luscombe, David Edward; Riley-Smith, Jonathan (eds.). The New Cambridge Medieval History. Volume IV: c. 1024-c. 1198, Part II. Cambridge University Press. pp. 38–71.
  • Zubka, Dusan (2016). Ritual and Symbolic Communication in Medieval Hungary under the Arpad Dynasty (1000-1301). East Central and Eastern Europe in the Middle Ages, 450-1450. 39. BRILL.
  • Brooke, Z.N. (1968). "Germany under Henry IV and Henry V". In Tanner, J.R.; Previte-Orton, C.W.; Brooke, Z.N. (eds.). The Cambridge Medieval History. Volume V. Cambridge University Press.
  • Brooke, Z.N. (1968). "Gregory VII and the first Contest between Empire and Papacy". In Tanner, J.R.; Previte-Orton, C.W.; Brooke, Z.N. (eds.). The Cambridge Medieval History. Volume V. Cambridge University Press.
  • Creber, Alison (2019-04-22). "Breaking Up Is Hard To Do: Dissolving Royal and Noble Marriages in Eleventh-Century Germany". German History. 37 (2): 149–171.
  • Tul Israngura Na Ayudhya. “‘Not against the kingdom, but for the kingdom and my freedom’ Revisiting the Saxon War (1073-1075): Opposition to the King or a Revolt for the Kingdom?.” Veridian E-Journal Silpakorn University 11, 5 (July–December 2018): 123–150.
  • T. J. H. McCarthy: Chronicles of the Investiture Contest: Frutolf of Michelsberg and his continuators (Manchester, 2014).
  • Gerd Althoff (Ed.): Heinrich IV. (Ostfildern, 2009) (Vortrage und Forschungen; 69).
  • Gerd Althoff: Heinrich IV. (Darmstadt, 2006)
  • Charter given by Henry to the bishopric of Bamberg, 17.8.1057. Photography taken from the collections of the Lichtbildarchiv alterer Originalurkunden at Marburg University showing the emperor's seal.
  • Whitney, J.P. (1968). "The Reform of the Church". In Tanner, J.R.; Previte-Orton, C.W.; Brooke, Z.N. (eds.). The Cambridge Medieval History. Volume V. Cambridge University Press.
Ερρίκος Δ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
Γέννηση: 11 Νοεμβρίου 1050 Θάνατος: 7 Αυγούστου 1106
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Ερρίκος ο Ευσεβής
Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας

1084 - 1105
Διάδοχος
Ερρίκος Ε΄
Βασιλιάς της Αρλ

1056 - 1105
Βασιλιάς της Ιταλίας

1056 - 1093
Διάδοχος
Κορράδος Β΄ της Ιταλίας
Βασιλιάς της Γερμανίας

1053-1087