Πάπας Βίκτωρ Β΄

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πάπας
Βίκτωρ Β'
Από13 Απριλίου 1055
Έως28 Ιουλίου 1057
ΠροκάτοχοςΛέων Θ΄
ΔιάδοχοςΣτέφανος Θ΄
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση1020
Γερμανία, Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία
Θάνατος28 Ιουλίου 1057 (39 ετών)
Αρέτσο, Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Ο Βίκτωρ Β΄ (Viktor II, 1020 - 28 Ιουλίου 1057) ήταν Πάπας από τις 13 Απριλίου του 1055 έως το θάνατό του το 1057[1].

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε περίπου το 1020. Ο πατέρας του ήταν Σουηβός βαρόνος. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γκέµπχαρντ. Ήταν κόμης του Καλβ, του Τoλλενστάιν και του Χίρσμπεργκ (γερμανικά Gebhard Graf von Calw, Tollenstein und Hirschberg), και συγγενής του αυτοκράτορα Ερρίκου Γ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1039–56)[2]. Λόγω της επιμονής ενός άλλου Γκέµπχαρντ, επισκόπου του Ρέγκενσμπουρκ και θείου του Ερρίκου Γ΄, διορίστηκε σε ηλικία είκοσι τεσσάρων ετών επίσκοπος του Έιχστετ. Από τη θέση αυτή στήριξε τα συμφέροντα του αυτοκράτορα και τελικά έγινε ένας από τους στενότερους συμβούλους του. Τέθηκε υποψήφιος για το παπικό αξίωμα από τον ίδιο τον αυτοκράτορα Ερρίκο στο Μάιντς το Σεπτέμβριο του 1054, με αφορμή μία ρωμαϊκή αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον Χίλντερμπραντ, τον μετέπειτα Πάπα Γρηγόριο Ζ΄, που πιθανότατα ήθελε να στερήσει τον αυτοκράτορα από έναν από τους ικανότερους συμβούλους του. Χειροτονήθηκε στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη στις 13 Απριλίου του 1055. Ανήκει σε μία σειρά Γερμανών Παπών που εκλέχτηκαν κατά τη Γρηγοριανή Μεταρρύθμιση (περίπου 1050–80).

Τον Ιούνιο του 1055, ο Πάπας Βίκτωρ συνάντησε τον αυτοκράτορα στη Φλωρεντία και διεξήγαγε μία σύνοδο, που επικύρωσε την καταδίκη του γάμου των κληρικών και της σιμωνίας από τον Πάπα Λέοντα Θ΄ (1049–54) και την απώλεια της εκκλησιαστικής περιουσίας. Το επόμενο έτος, τάχθηκε στο πλευρό του αυτοκράτορα, και ήταν μαζί του όταν αυτός πέθανε στο Μπόντφελντ του Χαρτζ στις 5 Οκτωβρίου του 1056. Ως φύλακας του γιου του Ερρίκου Γ΄, Ερρίκου Δ΄ (1056–1105), που ήταν ακόμη βρέφος και σύμβουλος της αυτοκράτειρας Αγνής, μητέρας και αντιβασίλισσας του Ερρίκου Δ΄, ο Βίκτωρ κατείχε πλέον τεράστια δύναμη, την οποία χρησιμοποίησε για να διατηρήσει την ειρήνη μέσα στην αυτοκρατορία και να ενισχύσει την παποσύνη ενάντια στις επιθέσεις των βαρόνων. Πέθανε λίγο μετά την επιστροφή του στην Ιταλία, στις 28 Ιουλίου του 1057 στο Αρέτσο.

Η ακολουθία του Βίκτωρα Β΄ επιθυμούσε να ταφεί η σορός του ποντίφικα στον καθεδρικό του Έιχστετ. Ωστόσο πριν φτάσουν στην πόλη, ορισμένοι κάτοικοι της Ραβέννα «έκλεψαν» τη σορό και την ενταφίασαν στο ναό της Σάντα Μαρία Ροτόντα, τόπο ταφής του Θευδέριχου του Μεγάλου.

Αν και έχουν υπάρξει οκτώ Γερμανοί Πάπες, ο Βίκτωρ Β΄ είναι ένας από τους τρεις που προέρχονται από τα όρια της σημερινής Γερμανίας. Οι άλλοι δύο είναι ο Κλήμης Β΄ (1046–47) και ο Βενέδικτος ΙΣΤ΄.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Charles A. Coulombe, Vicars of Christ: A History of the Popes, σελ. 208, Citadel Press (2003)
  2. Αριστείδης Πανώτης (2008). Το Συνοδικόν της εν Ελλάδι Εκκλησίας. A. Εκδόσεις Σταμούλη. σελ. 312. ISBN 978-960-8116-17-7. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]