Κρεμόνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 45°8′0″N 10°1′29″E / 45.13333°N 10.02472°E / 45.13333; 10.02472

Κρεμόνα

Σημαία

Έμβλημα
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Κρεμόνα
45°8′0″N 10°1′29″E
ΧώραΙταλία
Διοικητική υπαγωγήΕπαρχία της Κρεμόνας
Ίδρυση400 π.Χ.
ΠροστάτηςSaint Homobonus
Έκταση70,49 km²[1]
Υψόμετρο47 μέτρα
Πληθυσμός70.637 (1  Ιανουαρίου 2023)[2]
Ταχ. κωδ.26100
Τηλ. κωδ.0372
Ζώνη ώραςUTC+01:00 (επίσημη ώρα)
UTC+02:00 (θερινή ώρα)
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Κρεμόνα (ιταλικά: Cremona) είναι ιταλικός δήμος στην Επαρχία της Κρεμόνας, στην περιφέρεια της Λομβαρδίας. Το ιστορικό της κέντρο αποτελεί δημοφιλή τουριστικό προορισμό και διαθέτει πλούσιο πολιτισμικό υπόβαθρο, κυρίως γύρω από τη μουσική, καθώς στο παρελθόν υπήρξε κέντρο κατασκευαστών μουσικών οργάνων, με πιο γνωστούς την οικογένεια Αμάτι[3], τον Τζουζέπε Γκουαρνέρι και τον περίφημο Αντόνιο Στραντιβάρι.

Στη συνοικία της Σάντα Μαρία ντελ Μποσκέττο γεννήθηκε ο κληρικός, συγγραφέας και αντιφασίστας Πρίμο Ματσολάρι, σημαντική μορφή του ιταλικού καθολικισμού.

Ιστορικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προϊστορική εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κρεμόνα πρωτοαναφέρεται ως οικισμός των Κενομάνων, μιας Κελτικής φυλής που φέρεται να κατοικεί στην κοιλάδα του Πάδου ποταμού γύρω στα 400 π.Χ. Πιθανότατα το όνομα Κρεμόνα να ανάγεται σε ακόμη παλαιότερες εποχές, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν συμπαγείς αποδείξεις. Στα 218 π.Χ. η περιοχή επικείται από τους Ρωμαίους (οι οποίοι διατηρούν το τοπωνύμιο) και αναπτύσουν αρχικά στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Μαζί με τη γειτονική Πλακεντία θα αποτελέσουν για τις επόμενες δεκαετίες ισχυρά προπύργια της μετέπειτα επαρχίας της Γαλατίας εντεύθεν των Άλπεων.

Σύντομα, η γεωστρατηγική σημασία της περιοχής κατέστησε την Κρεμόνα μια από τις μεγαλύτερες και σπουδαιότερες πόλεις της επαρχίας· η Ποστούμια οδός, που συνέδεε τη Γένοβα με την Ακουιληία (Aquileia), περνούσε από την πόλη και θεωρούνταν σημαντικός διάδρομος για τον εφοδιασμό των ρωμαϊκών στρατευμάτων. Η πόλη γνώρισε καλές εποχές μέχρι το 69 μ.Χ. οπότε και λεηλατήθηκε από τον Βεσπασιανό κατά την εκστρατεία του εναντίον του Βιτέλλιου. Ο νικητής Βεσπασιανός θα ξαναχτίσει την πόλη, η οποία ωστόσο παραμένει στην αφάνεια μέχρι και τον 6ο αι., οπότε και θα αποτελέσει εκ νέου στρατιωτικό προπύργιο.

Μεσαιωνική εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα μισά του 6ου αι. το μεγαλύτερο μέρος της Ιταλικής χερσονήσου καταλαμβάνεται από τους Λομβαρδούς· η Κρεμόνα αντιστέκεται στην εισβολή και -ως μέρος του Εξαρχάτου της Ραβέννας- παραμένει προπύργιο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Το έτος 603 μ.Χ. καταλαμβάνεται από τον Λομβαρδό βασιλιά Αγιλούλφο και αφού ισοπεδώνεται, η γη διανέμεται ανάμεσα στα Δουκάτα της Μπρέσια και του Μπέργκαμο. Εντούτοις, λίγα χρόνια αργότερα το 615, η βασίλισσα Θεοδελίνδη -βαθιά θρησκευόμενη- καταφέρνει την αναγέννηση της πόλης, όπου και εγκαθιστά επίσκοπο, με ανώτερο σκοπό τη μεταστροφή των υποτελών της στην Καθολική Εκκλησία. Ο επίσκοπος σταδιακά απέκτησε όλο και περισσότερες εξουσίες, αναλαμβάνοντας ουσιαστικά τη διοίκηση της πόλης· μετά δε την κατάληψη της Ιταλίας από τον Καρλομάγνο ο επίσκοπος λειτούργησε ως εντεταλμένος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Κάτω απ' αυτές τις περιστάσεις η Κρεμόνα ανέκτησε το παλαιό της κύρος και οικονομική ευμάρεια, με τους επισκόπους της να παίζουν συχνά σπουδαίο ρόλο στον ρου της ιστορίας της κατά τους επόμενους αιώνες. Ένας απ' αυτούς, ο Λιουτπράνδος της Κρεμόνας υπηρέτησε ως μέλος της Αυλής της Σαξωνίας και ως εξέχων διπλωμάτης έλαβε μέρος σε πολλές αποστολές της εποχής. Άλλοι επίσκοποι ωστόσο δεν έτυχαν θερμής αποδοχής του ποίμνιού τους και έφεραν την πόλη σε ρήξη με την Αυτοκρατορία. Η περίοδος της «επισκοποκρατίας» τερματίζεται το έτος 1037, όταν ο Αυτοκράτορος Κορράδος Β΄ εισβάλει και καταλαμβάνει την πόλη, με την υποστήριξη του οποίου αποκαθίσταται ο Πάπας Βενέδικτος Θ΄ στον αρχιεπισκοπικό θρόνο.

Ύστερος Μεσαίωνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την εποχή του ύστερου μεσαίωνα ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης υπάγεται στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία· πλήθος πόλεων, πριγκηπάτων και άλλων οργανωμένων οικισμών τίθενται ολοένα και εντονότερα εναντίον αυτής της άνισης σχέσης, που τους εξαναγκάζει σε υψηλή ετήσια καταβολή φόρων. Το 1093 η Κρεμόνα συμμαχεί με την Ματθίλδη της Κανόσα καθώς και άλλες πόλεις της βορείου Ιταλίας εναντίον του Αυτοκράτορα· μόλις πέντε χρόνια αργότερα ο Αυτοκράτορας Ερρίκος Δ΄ βρίσκεται με τους ηττημένους, ενώ η Κρεμόνα «κερδίζει» την Insula Fulcheria, εδάφη που περιβάλουν την κοντινή και παρώνυμη πόλη Κρέμα.

Με αφορμή το παραπάνω γεγονός η Κρεμόνα υιοθετεί με επεκτατική πολιτική, καταλαμβάνοντας το 1107 την Τορτόνα, αλλά αργότερα «χάνοντας» το Μπρεσανόρο. Οι κάτοικοί της διχάζονται ως προς τη νέα αυτή τάξη πραγμάτων και -όπως και σε άλλες πόλεις- σχηματίζουν δύο αντίπαλα στρατόπεδα, τους Γουέλφους και Γιβελλίνους: οι μεν, εκπροσωπώντας το «νέο αίμα», τάσσονται υπέρ του Πάπα και κατοικούν στη νέα πλευρά της πόλης· οι δε υποστηρίζουν τον Αυτοκράτορα και αντιπροσωπεύουν τον παλαιό, συντηρητικό κόσμο, παραμένοντας στο ιστορικό κέντρο. Οι διαφορετικές αντιλήψεις μεταξύ τους είναι δε τόσο ανυπέρβλητες, που οι Γουέλφοι ιδρύουν το δικό τους Κοινοβούλιο -το λεγόμενο Palazzo Cittanova- το οποίο και σώζεται μέχρι τις μέρες μας.

Το 1154 ο Φρειδερίκος Α΄ Βαρβαρόσσα επελαύνει στην Ιταλία και η Κρεμόνα -υπολογίζοντας στην υποστήριξή του εναντίον της Κρέμας- τάσσεται στην υπηρεσία του. Ο Φρειδερίκος εν τέλει θα κατακτήσει τον αυτοκρατορικό θρόνο και για να τιμήσει τη συμμαχία της, δίνει στην Κρεμόνα το δικαίωμα κοπής του δικού της νομίσματος.

Δύο δεκαετίες αργότερα, το 1162, τα αυτοκρατορικά στρατεύματα με τη βοήθεια της Κρεμόνας εισβάλουν στο Μιλάνο, το οποίο και καταλαμβάνουν. Εντούτοις, πέντε χρόνια μετά, η Κρεμόνα αλλάζει πλευρά και συμμαχεί με τη Λομβαρδική Ένωση. Αν και κατανικούν τον Βαρβαρόσσα στη Μάχη του Λενιάνο το 1176, η Λέγκα θα αποδειχθεί βραχύβια. Στα 1213 οι Κρεμονέζοι υπερτερούν πολλών πόλεων, που δημιουργούν συμμαχίες, συμπεριλαμβανομένων των Μιλάνου, Λόντι, Κρέμα, Νοβάρα, Κόμο και Μπρέσια. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1232, η Κρεμόνα αλλάζει πάλι πλευρά, αυτή τη φορά υπέρ του Φρειδερίκου Β΄, ο οποίος επιχειρεί να ανακτήσει τα εδάφη της βορείου Ιταλίας. Οι Κρεμονέζοι είναι για άλλη μία φορά στο βάθρο των νικητών, γεγονός που τούς εξασφαλίζει παροχές και κύρος.

Ο μεσαίωνας εν τέλει αποδεικνύεται μια ταραχώδης εποχή, κατά την οποία ολόκληρη η περιοχή της βόρειας Ιταλίας γίνεται θέατρο επεισοδίων και μεγάλων μαχών. Στην προσπάθεια επιβολής πολλών αντιμαχόμενων πλευρών η Κρεμόνα άλλοτε βρίσκεται με τους νικητές, άλλοτε με τους χαμένους, εντούτοις καταφέρνει και αναπτύσεται, φτάνοντας μάλιστα στον εντυπωσιακό πληθυσμό των 80.000 κατοίκων, εν συγκρίσει με τους 69.000 το 2001.

Το Δεσποτάτο της Κρεμόνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο θυρεός της Κρεμόνας

Στα 1266, η Οικογένεια Παλλαβιτσίνο εκδιώκεται από την πόλη και οι Γιβελλίνοι παραδίδουν την εξουσία σε μια αντιπροσωπεία των πολιτών. Λίγα χρόνια αργότερα έχει παγιωθεί η νέα τάξη και μάλιστα το 1271 ορίζεται ο τίτλος του «Καπετάνιου του Λαού» (Capitano del Popolo). Το Δεσποτάτο, όπως πλέον αναφέρεται, ηγείται το 1276 από τον Μαρκήσιο Καβαλκαμπό και αργότερα από τον υιό του Γουλιέλμο· η Κρεμόνα διανύει τη χρυσή της εποχή, κατά την οποία κατασκευάζονται σημαντικές υποδομές και κτήρια, τα οποία στέκουν μέχρι τις μέρες μας. Ανάμεσα σ' αυτά ξεχωρίζει το περίφημο καμπαναριό, η ρομανικού ρυθμού εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου, οι νέες πτέρυγες του καθεδρικού ναού και η «Στρατιωτική Στοά» (Loggia dei Militi). Επιπλέον, η κατασκευή ενός δικτύου καναλιών δίνει μεγάλη ανάπτυξη στη γεωργία και η πόλη συσσωρεύει πλούτο και κύρος.

Οι Καβαλκαμπό θα κρατήσουν τα σκήπτρα της περιοχής μέχρι το 1322, οπότε και σημειώνεται η εισβολή του Αυτοκράτορα Ερρίκου Η΄. Από τη μάχη αναδεικνύεται μια νέα οικογένεια, αυτή των Βισκόντι, η οποία και θα ηγεμονέψει την Κρεμόνα για τον επόμενο ενάμιση αιώνα. Το Δεσποτάτο θα δεχθεί πολλές επιθέσεις, με κυριότερες αυτή του Λουδοβίκου του Βαυαρού (1327), του Ιωάννη της Βοημίας (1331) και των πάλαι ποτέ Καβαλκαμπό (1403). Το 1406 ο Καμπρίνο Φόντουλο δολοφονεί τον Ουμπάλντο Καβαλκαμπό, καθώς και όλους τους άρρενες απογόνους του οίκου του, καταλαμβάνοντας την εξουσία. Αργότερα, αδυνατώντας να τα βγάλει πέρα με τα διοικητικά του καθήκοντα, παραδίδει την πόλη πίσω στους Βισκόντι, με αντίτιμο 40.000 χρυσά φιορίνια.

Αναληφθέντος του Φιλίππου Μαρία Βισκόντι η Κρεμόνα περιέρχεται στη δικαιοδοσία του Δουκάτου των Μεδιολάνων, κάτι που θα διαρκέσει μέχρι την Ιταλική ενοποίηση στα μισά του 19ου αιώνα. Υπό τους Βισκόντι και αργότερα τους Σφόρτσα η Κρεμόνα θα γνωρίσει μεγάλη πολιτιστική, οικονομική και θρησκευτική ανάπτυξη. Το 1441 η πόλη φιλοξενεί τους γάμους του Φραγκίσκου Α΄ Σφόρτσα και της Μπιάνκα Μαρία Βισκόντι στον ιερό ναό του Αγ. Σιγισμούνδου. Επί τη ευκαιρία των γάμων ένα νέο γλύκισμα επινοήθηκε, το οποίο συνεχίζει να παρασκευάζεται μέχρι τη σημερινή εποχή, το περίφημο τορρόνε (είδος μαντολάτου). Ο δε Λουδοβίκος Σφόρτσα υπήρξε μέγας χορηγός πολιτιστικών δράσεων στην Κρεμόνα, ενώ συνέδραμε σημαντικά στην κατασκευή εκκλησιών και άλλων κτηρίων.

Το 1446 η πόλη περικυκλώνεται από τους κοντοτιέρους των Φραντσέσκο Πιτσινίνο και Λουίτζι νταλ Βέρμε. Η πολιορκία τελείωσε με την παρέμβαση του Σκαραμούτσια ντα Φορλί, ο οποίος λειτουργούσε για λογαριασμό της Βενετίας.

Η Κρεμόνα υπό ξένη κατοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το 1499 έως το 1509 η Κρεμόνα τελεί υπό την κατοχή των Βενετσιάνων, οι οποίοι ηττώνται κατά τη Μάχη του Ανιαντέλλο και κατά συνέπεια επιστρέφουν την πόλη στο Δουκάτο του Μιλάνου. Εντούτοις το Μιλάνο δεσμεύεται από τη Συνθήκη του Νογιόν (1513), κατά την οποία υποχρεούται να διαθέσει -μεταξύ άλλων- την Κρεμόνα στην Ισπανία. Οι Κρεμονέζοι δεν παραδίδονται παρά το 1524, όταν καταλαμβάνεται το κάστρο του Σάντα Κρότσε. Δύο χρόνια μετά, με την υπογραφή της Συνθήκης της Μαδρίτης, οι Ισπανοί εκδιώκουν τους Γάλλους από το Δουκάτο, το οποίο και παραμένει έκτοτε και για μεγάλο διάστημα υπό ξένη κατοχή. Παρόλη την ταραχώδη κατάσταση η πόλη αναπτύσεται, με την κατασκευή ακόμη περισσότερων κτηρίων και εκκλησιών.

Οι Ισπανοί αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων, όταν αποτυγχάνουν να διαχειριστούν τον λιμό του 1628 και την επικείμενη επιδημία πανώλης το 1630. Κατόπιν μιας βραχύβιας κατάληψης από τους Γάλλους το 1701 -παρελκόμενο του Πολέμου της Ισπανικής Διαδοχής- το Δουκάτο του Μιλάνου, μαζί με την Κρεμόνα και ολόκληρη τη Λομβαρδία περνάει το 1707 στην Αυστρία.

Μουσική παράδοση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σπουδαίο επιστέγασμα του πολιτιστικού υποβάθρου της πόλης αποτελεί δίχως άλλο η μουσική της παράδοση. Με επίκεντρο τον καθεδρικό της ναό, η Κρεμόνα θεωρείται πως υπήρξε πόλος έλξης καλλιτεχνών ήδη από τον ύστερο μεσαίωνα. Τον 16ο αιώνα είχε πλέον καθιερωθεί ως σημείο όσμωσης μουσικών, εικαστικών και άλλων ανθρώπων των τεχνών και των γραμμάτων· άλλωστε, οι Κρεμονέζοι είχαν έναν θερμό υποστηρικτή της αντιμεταρρύθμισης και φιλόμουσο, τον επίσκοπο Νικολό Σφοντράτι, ο οποίος το 1590 ανέλαβε τον αρχιεπισκοπικό θρόνο ως Πάπας Γρηγόριος ΙΔ΄ και συνεπώς προσέθεσε στην αναγνωρισιμότητα του μουσικού επιπέδου της πόλης.

Ανάμεσα στις αξιοσημείωτες προσωπικότητες ξεχωρίζουν τα ονόματα των Κλαούντιο Μοντεβέρντι και του διδασκάλου του Μαρκ' Αντόνιο Ιντζενιέρι και πάνω απ' όλους ο περιφημότερος όλων των εποχών κατασκευαστής βιολιών, Αντόνιο Στραντιβάρι. Η Κρεμόνα αναδείχθηκε σε λίκνο των κατασκευαστών μουσικών οργάνων[3], τα σωζόμενα όργανα των οποίων ακόμη και στην εποχή μας θεωρούνται αξεπέραστα. Φημολογείται πως το άρτιο της κατασκευής τους οφείλεται σε μυστικά αλχημηστικά βερνίκια που χρησιμοποιούσαν, αν και πιθανότερα πιστώνεται στην καλής ποιότητας ξυλεία που υπήρχε στην ευρύτερη περιοχή. Σε κάθε περίπτωση η κρεμονέζικη συντεχνία οργανοκατασκευαστών έμεινε στην ιστορία και συνεχίζει να παράγει αξιόλογα όργανα[4].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Superficie di Comuni Province e Regioni italiane al 9 ottobre 2011». Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής της Ιταλίας. Ανακτήθηκε στις 16  Μαρτίου 2019.
  2. demo.istat.it?l=it.
  3. 3,0 3,1 Yin, Steph (2016-12-20). «The Brilliance of a Stradivari Violin Might Rest Within Its Wood» (στα αγγλικά). The New York Times. ISSN 0362-4331. https://www.nytimes.com/2016/12/20/science/stradivari-violin-wood.html. Ανακτήθηκε στις 2021-11-01. 
  4. Colombo, Sergio. «The dark future for the world's greatest violin-makers». www.bbc.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2021. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]