Σέρρες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Yobot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Διόρθωση συντακτικών λαθών του κώδικα με τη χρήση AWB (11457)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 21: Γραμμή 21:
Οι '''Σέρρες''' είναι πρωτεύουσα του [[Νομός Σερρών|ομώνυμου νομού]] και δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της [[Μακεδονία]]ς γεωγραφικά βρίσκεται στην Βόρεια Ελλάδα. Ανήκει στην [[Κεντρική Μακεδονία|Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας]]. Σύμφωνα με την [[Ελληνική απογραφή 2011|απογραφή του 2011]], ο πληθυσμός των Σερρών ανέρχεται σε 58.287 κατοίκους. Απέχει 587 χιλιόμετρα από την [[Αθήνα]] και 89 χιλιόμετρα από τη [[Θεσσαλονίκη]].
Οι '''Σέρρες''' είναι πρωτεύουσα του [[Νομός Σερρών|ομώνυμου νομού]] και δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της [[Μακεδονία]]ς γεωγραφικά βρίσκεται στην Βόρεια Ελλάδα. Ανήκει στην [[Κεντρική Μακεδονία|Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας]]. Σύμφωνα με την [[Ελληνική απογραφή 2011|απογραφή του 2011]], ο πληθυσμός των Σερρών ανέρχεται σε 58.287 κατοίκους. Απέχει 587 χιλιόμετρα από την [[Αθήνα]] και 89 χιλιόμετρα από τη [[Θεσσαλονίκη]].


Στην πόλη στεγάζονται το Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (Τ.Ε.Ι.) Κεντρικής Μακεδονίας και το Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (Τ.Ε.Φ.Α.Α.Σερρών) του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Στην πόλη στεγάζονται το Πανεπιστίμιο της πόλης, και το Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (Τ.Ε.Φ.Α.Α.Σερρών) του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.


== Όνομα ==
== Όνομα ==

Έκδοση από την 16:00, 19 Σεπτεμβρίου 2015

Συντεταγμένες: 41°05′N 23°33′E / 41.09°N 23.55°E / 41.09; 23.55

Σέρρες
Πόλη
Εικόνα
"Τα Σέρρας"

Έμβλημα
Τοποθεσία στον χάρτη
Τοποθεσία στον χάρτη
Σέρρες
ΧώραΕλλάδα
ΠεριφέρειαΚεντρική Μακεδονία
ΔήμοςΣερρών
Έκταση252,973 km2
Υψόμετρο50 m
Πληθυσμός58.400[1]
Ταχυδρομικός κώδικας621 xx ΣΕΡΡΕΣ
Τηλεφωνικός κωδικός23210
ΙστοσελίδαΕπίσημος ιστότοπος

Οι Σέρρες είναι πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού και δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Μακεδονίας γεωγραφικά βρίσκεται στην Βόρεια Ελλάδα. Ανήκει στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, ο πληθυσμός των Σερρών ανέρχεται σε 58.287 κατοίκους. Απέχει 587 χιλιόμετρα από την Αθήνα και 89 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη.

Στην πόλη στεγάζονται το Πανεπιστίμιο της πόλης, και το Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (Τ.Ε.Φ.Α.Α.Σερρών) του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Όνομα

Οι Σέρρες αναφέρονται πάντα στον πληθυντικό. Όταν αναφέρονται στο τρίτο πρόσωπο, αρκετοί από τους ντόπιους χρησιμοποιούν τον τύπο: "τας Σέρρας" (της Καθαρευούσης), αντίθετα με τη χρήση στη Δημοτική(τις Σέρρες). Παράδειγμα χρήσης: "Είμαι από τας Σέρρας". Υπάρχουν μερικοί που υποστηρίζουν ότι το όνομα της πόλης δεν είναι "ΟΙ ΣΕΡΡΕΣ" αλλά "ΤΑ ΣΕΡΡΑΣ" (χωρίς το "Σ" του άρθρου στην αιτιατική). Τούτο φαίνεται να πηγάζει από το ότι στην τοπική ντοπιολαλιά το "Σ" "τρώγεται" κι όταν ρωτήσεις κάποιον :"από πού είσαι;" θα σου απαντήσει: ΑΠ'ΤΑ ΣΕΡΡΑΣ. Υποστηρικτής αυτής της άποψης είναι ο εκδότης του τοπικού περιοδικού "ΓΙΑΤΙ" και συγγραφέας της "Εικονογραφημένης ιστορίας των Σερρών" Βασίλης Τζανακάρης. Επίσης, το ίδιο υποστηρίζει ο Γεώργιος Καφταντζής, συγγραφέας του βιβλίου "Ιστορία της πόλεως Σερρών". Σύμφωνα με τον Βασίλη Φόρη, ο τύπος «τα Σέρρας» προήλθε από την αιτιατική πληθυντικού «τας Σέρρας» κατά την συνεκφώνηση των δυο σ.[2]

Στα Τουρκικά η πόλη ονομάζεται Σέρεζ (Serez) ή Σιρόζ (Siroz) ενώ στις Σλαβικές γλώσσες (Βουλγάρικα - Σέρβικα - Σλαβομακεδονικά) ως Σιάρ (Сяр) ή Σερ (Сер).

Ιστορία

Σώμα Σερραίων Μακεδονομάχων υπό τoν Δούκα Γαϊτατζή
Το κτήριο της Περιφεριακής Ενότητας Σερρών.
Άγαλμα του Εμμανουήλ Παππά στις Σέρρες

Αρχαία εποχή

Η αρχαία πόλη, αν και μνημονεύεται για πρώτη φορά (τον 5ο π.Χ. αιώνα) από τον Ηρόδοτο με το όνομα Σίρις, ωστόσο η ίδρυσή της φαίνεται πως ανάγεται τουλάχιστον στις αρχές της 2ης π.Χ. χιλιετίας, αν όχι και νωρίτερα. [3] Υπήρξε φυλετικό κέντρο (πρωτεύουσα) της περιοχής, χτισμένη στον ψηλό, απόκρημνο και οχυρό από τη φύση λόφο του «Κουλά», που υψωνόταν ανάμεσα σε δυο χειμάρρους και από την κορυφή του (όπου η ακρόπολη), ασκούσε κανείς οπτικό έλεγχο ολόγυρα σε μια ακτίνα πολλών χιλιομέτρων. Η πόλη κατείχε μια σπουδαία, από γεωστρατηγική και γεωοικονομική άποψη, θέση, καθώς δέσποζε στον εύφορο σερραϊκό κάμπο και ήλεγχε έναν πολύ σημαντικό δρόμο, ο οποίος, οδεύοντας κατά μήκος του Στρυμόνα, έφερνε από τις ακτές του Βόρειου Αιγαίου στις παραδουνάβιες χώρες, καθώς και έναν υδάτινο δρόμο που, μέσω της Κερκινίτιδας λίμνης και του πλωτού ποταμού Στρυμόνα, εξασφάλιζε την επικοινωνία ανάμεσα στη θρακική ενδοχώρα και το Στρυμονικό κόλπο. Από την εθνοδημογραφική μελέτη διαπιστώνεται η ύπαρξη ενός αυτόχθονου πληθυσμιακού υποστρώματος και διαφόρων άλλων πληθυσμιακών στρωμάτων, από τα οποία το αρχαιότερο ήταν οι Φρύγες, γνωστοί στη Μακεδονία ως Βρύγες, και οι Θράκες Στρυμόνιοι. Από τον 11ο ως τον 6ο π.Χ. αιώνα βρίσκονται εδώ εγκατεστημένοι οι Σιριοπαίονες και αργότερα, από τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα ως το τέλος της αρχαιότητας, οι Θράκες Οδόμαντες, στους οποίους οφείλει το όνομά της η Οδομαντική. Όσον αφορά την ιστορική τοπογραφία, στην Οδομαντική διαπιστώνεται η ύπαρξη τριών «περιοικίδων» πόλεων της Σίριος (που ήταν οι Ίχνες, η Γάζωρος και η Σκοτούσσα) και επίσης ενός αξιόλογου αριθμού αγροτικών οικισμών. Οι κάτοικοι της Σίριος και της ευρύτερης φυλετικής περιοχής της Οδομαντικής ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Σχετικά πάλι με τις λατρείες τους, εκτός από τις γνωστές πανελλήνιες θεοτήτες (Δίας, Άρτεμη, Δήμητρα κ.ά.), οι κυριότερες φαίνεται πως ήταν οι λατρείες του Ήλιου και του Διόνυσου, καθώς και του θεοποιημένου ποταμού Στρυμόνα.[4]

Ρωμαϊκή εποχή

Κατά τη ρωμαϊκή εποχή (168 π.Χ.–315 μ.Χ.), για την οποία υπάρχουν μάλιστα περισσότερες πληροφορίες (επιγραφικές), η πόλη αναφέρεται στις φιλολογικές πηγές με το όνομα Σίρρα και σε επιγραφή (αυτοκρατορικών χρόνων) ως Σιρραίων πόλις. Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση, η Σίρρα ακολούθησε τη μοίρα των υπόλοιπων πόλεων της ρωμαϊκής επαρχίας Μακεδονίας. Έτσι, κατά τη λεγόμενη δημοκρατική περίοδο, γνώρισε μια παρακμή, συνέπεια των βαρβαρικών επιδρομών και αναταραχών, καθώς και της κατάχρησης εξουσίας από τους Ρωμαίους διοικητές της επαρχίας. Αντίθετα, κατά την αυτοκρατορική περίοδο και ως τις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα, χάρη στην pax Romana, γνώρισε μια ιδιαίτερη ακμή (οικονομική, κοινωνική, δημογραφική, πολιτιστική κλπ). Στη συνέχεια, κατά τη μεγάλη κρίση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (235-284 μ.Χ.), η πόλη παρακμάζει και μόνο στα χρόνια του Διοκλητιανού, με τις διοικητικές του μεταρρυθμίσεις (σύστημα Τετραρχίας), καταφέρνει πάλι να ορθοποδήσει.[5]

Η Σίρρα ήταν μια αξιόλογη πόλη της Μακεδονίας, που είχε το καθεστώς της civitas stipendiaria, δηλαδή της «υπήκοης» και (βαριά) φορολογούμενης πόλης. Υπήρξε έδρα «ομοσπονδίας» πέντε πόλεων (Πεντάπολις) και συμμετείχε ενεργά στην επαρχιακή οργάνωση του «κοινού των Μακεδόνων», όπου μάλιστα κατάφερε να αναδείξει και δικούς της ανώτατους άρχοντες («μακεδονιάρχες»). Στο πλαίσιο της πολιτογραφικής πολιτικής των Ρωμαίων και των «πελατειακών» τους σχέσεων, είχε χορηγηθεί ατομικά σε αρκετούς κατοίκους της, κυρίως μέλη της τοπικής αριστοκρατίας, το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη (civitas Romana),[6] πριν ακόμη από τη μαζική χορήγησή του επί Καρακάλλα (212 μ.Χ.), και ορισμένοι από αυτούς είχαν προωθηθεί στη συνέχεια σε ανώτερα επαρχιακά αξιώματα. Από επιγραφικές μαρτυρίες πληροφορούμαστε ότι η Σίρρα είχε τη γνωστή αστική δομή των ελληνικών πόλεων με την αγορά της, το βουλευτήριο, το θέατρο, το γυμνάσιο, τους ναούς της κ.ά. Επίσης, η τοπική αυτοδιοίκηση λειτουργούσε με βάση τους γνωστούς ελληνικούς θεσμούς, που ήταν η βουλή, ο δήμος και οι άρχοντες (πολιτάρχες, αγορανόμοι, γυμνασίαρχοι, αγωνοθέτες, επιμελητές μνημείων, αρχιερείς κ.ά.). Όσον αφορά την εθνοδημογραφική δομή του πληθυσμού της, με βάση τα ανθρωπωνύμια αναγνωρίζονται ορισμένα πληθυσμιακά υποστρώματα των προϊστορικών και αρχαϊκών χρόνων (αυτόχθονα και φρυγικά) αλλά τη συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού της αποτελούσε το ελληνοθρακικό στοιχείο. Σχετικά πάλι με την κοινωνική διαστρωμάτωση της πόλης, κύριο χαρακτηριστικό της ήταν, όπως και σε άλλες ελληνικές πόλεις, η διάκριση των πολιτών σε ανώτερα και κατώτερα κοινωνικά στρώματα, δηλαδή σε πλούσιους (honestiores) και φτωχούς (=humiliores, αντίστοιχοι με τη λεγόμενη plebs rustica της αγροτικής κοινωνίας).[7]

Ως «πόλη-κράτος» η Σίρρα διέθετε τη δική της επικράτεια («χώρα»), που η οργάνωσή της βασιζόταν στις «κώμες», δηλαδή στην κοινοτική διοίκηση με επικεφαλής τους «κωμάρχες». Μέσα στα όρια της Σιρραϊκής «χώρας», η οποία εκτεινόταν περίπου στο έδαφος της πρώην επαρχίας Σερρών, έχουν εντοπιστεί ίχνη από αρκετές αρχαίες κώμες (πεδινές, ημιορεινές και ορεινές) και κάστρα (υστερορωμαϊκών χρόνων) σε διάφορες τοποθεσίες κοντά στα σημερινά χωριά Λευκώνας, Ορεινή,Άνω Βροντού, Νέο Σούλι,Άγιο Πνεύμα, Χρυσό, Δαφνούδι, Παραλίμνιο, Ψυχικό κ.ά. Επίσης, στην επικράτειά της ανακαλύφθηκαν ίχνη από λατομεία μαρμάρου[8] και μεταλλεία σιδήρου (αυτοκρατορικών χρόνων)[9] κοντά στα χωριά Άγιο Πνεύμα και Ορεινή, τα οποία μαρτυρούν συστηματική εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της περιοχής. Βέβαια η οικονομία της δεν έπαψε σε όλη την αρχαιότητα να έχει αγροτικό κυρίως χαρακτήρα και να στηρίζεται στη γεωργία και την κτηνοτροφία, που την ανάπτυξή τους ευνοούσε ιδιαίτερα η μορφολογία του εδάφους της με τις απέραντες καλλιεργήσιμες εκτάσεις και τα πλούσια βοσκοτόπια της. Τέλος, όσον αφορά τις λατρείες των κατοίκων της, από τις επιγραφές και τα θεοφόρα ονόματα μαρτυρούνται διάφορες τοπικές και θρακικές λατρείες, όπως του Θράκα ιππέαΉρωα), ορισμένες ρωμαϊκές ( Ρώμης και αυτοκρατόρων), και πολλές πανελλήνιες λατρείες, όπως του Διόνυσου, του Δία, των Διοσκούρων, της Άρτεμης, του Ασκληπιού, του Ερμή, του Ποσειδώνα, της Ίσιδας και του Απόλλωνα, που είχε πιθανώς ταυτιστεί με τον παιονικό θεό Ήλιο.[10]

Βυζαντινή εποχή

Η πόλη αναφέρεται στους βυζαντινούς χρόνους ως "μέγα και θαυμαστόν άστυ", μεγάλη, ισχυρή και πλούσια, ενώ αποτέλεσε πρωτεύουσα του θέματος του Στρυμόνα. Το 1204 μ.Χ. πέρασε στα χέρια των Φράγκων, όπου και παρέμεινε μέχρι το 1230, οπότε την κατέλαβαν οι Βούλγαροι. Το 1245 ανακατέλαβε την πόλη το Βυζάντιο υπό την εξουσία των Παλαιολόγων.[11]

Νεότεροι χρόνοι

Από το 1383 έως το 1913 η πόλη ήταν κάτω από την εξουσία των Οθωμανών.[12] Το 1530 η πόλη είχε 343 χριστιανικά και 387 μουσουλμανικά νοικοκυριά[εκκρεμεί παραπομπή]. Σερραίος ήταν ο Φίλιππος Πέτροβιτς, ο νεαρότερος οπαδός του Ρήγα Φεραίου που συνελήφθη το 1798 στη Βιέννη.[13][14] Αρκετοί Σερραίοι πολέμησαν στην επανάσταση του 1821, όπως ο Ζαχαρίας Αθανασίου, ο Χατζή Πολυχρόνης Αδάμ, ο Δημήτριος Αδάμης και ο πυροβολητής Κωνσταντίνος Μπαλτάς, ο πρώτος νεκρός στην πολιορκία του Μεσολογγίου.[15]

Κατά το Μακεδονικό Αγώνα οι Σερραίοι αγωνίστηκαν κατά Βουλγάρων κομιτατζήδων και Οθωμανών τοπικών αρχόντων με κυριότερους οπλαρχηγούς, τους Δούκα Γαϊτατζή (καπετάν Ζέρβα), Ιωάννη Δεμερτζή και Θεόδωρο Μπουλασίκη, ενώ στον οργανωτικό τομέα πρωτοστάτησαν ο Θωμάς Αβραμιάδης, ο Οδυσσέας Αργυριάδης, ο Θεόδωρος Ιωαννίδης, ο Δημοσθένης Μέλφος, ο Ιωάννης Παπάζογλου, ο Μιλτιάδης Σκόρδας, ο Αναστάσιος Χρυσάφης και ο μητροπολίτης Ζιχνών και Νευροκοπίου Θεοδώρητος.[16]

Στις 28 Ιουνίου 1913 η πόλη πυρπολήθηκε άγρια από τους Βουλγάρους, καθώς αυτοί οπισθοχωρούσαν προβλέποντας την ήττα τους από τον Ελληνικό Στρατό που προήλαυνε και στις 29 Ιουνίου του 1913 απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό.

Στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η πόλη κατακτήθηκε από τους Γερμανούς, οι οποίοι δεν κατόρθωσαν να "σπάσουν" τα οχυρά του Ρούπελ στην πορεία τους μέσω της Βουλγαρίας από την κοιλάδα του Στρυμόνα, αλλά παρακάμπτοντας τα οχυρά μπήκαν στη Θεσσαλονίκη κι εκ των υστέρων η διοίκηση των οχυρών αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει και να παραδώσει την πόλη στους κατακτητές. Οι Γερμανοί θαυμάζοντας τον ηρωισμό των φυλάκων των οχυρών, στην τελετή παράδοσης τους απέδωσαν τιμές ηρώων και τους επέτρεψαν να πάνε στις Σέρρες με κανονική φάλαγγα και με τον οπλισμό τους για να τον παραδώσουν εκεί στη στρατιωτική διοίκηση κατοχής. Οι Γερμανοί δεν έμειναν στην πόλη ως στρατός κατοχής, αλλά την παρέδωσαν στους Βουλγάρους συμμάχους τους. Οι τελευταίοι, έχοντας και τα προηγούμενα των παλαιοτέρων κατοχών της πόλης, ήταν πολύ σκληροί, προσπάθησαν άλλη μια φορά να εξαλείψουν τα εθνικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού, επιβάλλοντας μέχρι και εκβουλγαρισμό των ελληνικών ονομάτων στους πολίτες και σε όσους δέχτηκαν αυτή την αλλαγή έδωσαν ειδικά προνόμια, κυρίως διπλή μερίδα τροφίμων. Σε όσους Έλληνες το φάσμα της πείνας και η ανάγκη οικογενειακής επιβίωσης ανάγκασε να Βουλγαρογραφούν (ατόφιος όρος της εποχής, που δείχνει ότι οι περισσότεροι απλώς "ενεγράφησαν" ως δήθεν "Βούλγαροι"), οι υπόλοιποι Σερραίοι τους έδωσαν τον σαρκαστικό προσδιορισμό "Λαδοβούλγαροι" (αφού λάμβαναν διπλό κουπόνι τροφίμων έχοντας βουλγαρογραφεί). Το πόσο σκληρότερη ήταν η βουλγαρική κατοχή φαίνεται και από το γεγονός ότι πολλοί Σερραίοι δραπέτευαν (με κίνδυνο της ζωής τους) στην περιφέρεια Θεσσαλονίκης που την κατείχαν οι Γερμανοί με πολύ πιο ήπια συμπεριφορά προς τον Ελληνικό πληθυσμό, αλλά κυρίως θα ζούσαν στην γερμανοκρατούμενη μεν, αλλά τουλάχιστον Ελλάδα. Από τον Στρυμόνα μέχρι σχεδόν τις όχθες του Έβρου ήταν πλέον "Βουλγαρία" και παρέμεινε έτσι μέχρι τον Οκτώβριο του 1944. Μετά την ήττα του άξονα και την επερχόμενη απελευθέρωση, οι Βούλγαροι εγκαταλείποντας την πόλη, την πυρπόλησαν σε ένα τμήμα της για δεύτερη φορά. Στις πυρκαγιές οφείλεται το ότι η σημερινή πόλη είναι νεόκτιστη με ελάχιστα παλαιά κτίρια να σώζονται. Αλλά και κτίρια που διασώθηκαν από τους εμπρησμούς κατεδαφίστηκαν αργότερα, στη δεκαετία του '60 κι έπειτα και στη θέση τους χτίστηκαν πάνω στο παλιό σχέδιο Δοξιάδη μέσω του συστήματος της αντιπαροχής.

Μερικά ιστορικά κτίρια που είχαν απομείνει, επειδή δεν υπήρξαν ποτέ σχέδιο και βούληση διατήρησης του χρώματος της πόλης, επιτράπηκε να κατεδαφιστούν, είτε από τους ιδιοκτήτες τους, αφού η πολιτεία δεν είχε φροντίσει να τα διασώσει χαρακτηρίζοντάς τα ως διατηρητέα, είτε από τις δημοτικές αρχές της πόλης, παρά την κατακραυγή μεγάλης μερίδας των κατοίκων.

Μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, παρόλο που της κυβέρνησης ηγείτο Σερραίος πρωθυπουργός, ο Νομός και η πόλη δεν αναπτύχθηκαν όπως χρειαζόταν. Οι χαμηλές τιμές των αγροτικών προϊόντων οδήγησαν τον κάμπο σε μαρασμό και τους κατοίκους σε μετανάστευση, εσωτερική και εξωτερική, με πολλούς μετανάστες στη Δυτική Γερμανία.

Ο πραγματικός πληθυσμός της πόλης σήμερα ανέρχεται σε 100.000 κατοίκους περίπου συμπεριλαμβανόμενων των φοιτητών της πόλης. Το Τ.Ε.Ι Σερρών έχει αριθμό φοιτητών που ξεπερνά τους 10.000 με τάσεις αύξησης. Είναι η δεύτερη πόλη σε πληθυσμό της Μακεδονίας μετά τη Θεσσαλονίκη, ενώ ο Νομός έχει πληθυσμό περίπου 200.000. Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές (2007) το σύνολο των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων ήταν 250.903.

Βυζαντινά μνημεία

Ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα Ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα
Ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα

Στο παρελθόν υπήρχαν στις Σέρρες πολλοί βυζαντινοί ναοί ο οποίοι κάηκαν το 1913.[17] Στη θέση τους υπάρχουν σήμερα προσκυνητάρια όπως η Παναγία των Βλαχερνών, η Αγία Βαρβάρα, ο Άγιος Βλάσιος, η Αγία Επίσκεψη, ο Άγιος Αθανάσιος, οι Δώδεκα Απόστολοι, η Αγία Ελεούσα, ο Άγιοι Αθανάσιος και Κύριλλος, οι Τρεις Παίδες και το Ταξιαρχούδι. Κάποιοι άλλοι ναοί ξανακτίστηκαν-αναστηλώθηκαν πρόχειρα χωρίς να διατηρηθεί η αρχιτεκτονική αρχιτεκτονική όπως η Παναγία Λιόκαλη, η Αγία Παρασκευή, ο Άγιος Συμεών, η Αγία Κυριακή, η Αγία Φωτεινή, οι Μεγάλοι Ταξιάρχες και ο Άγιος Παντελεήμονας.[18] Στο λόφο Κουλά υπάρχει η Βυζαντινή Ακρόπολη Σερρών.[19]

Aκρόπολη (Κουλάς)

Ακρόπολη Σερρών - Ο Πύργος του Ορέστη.

Η Ακρόπολη (Κουλάς) είναι επίσης γνωστή ως ο "Πύργος του Ορέστη". Κατά τη Βυζαντινή περίοδο, σε χρυσόβουλα αυτοκρατόρων, αναφέρεται ως «Κάστρο». Είναι σημαντικός πύργος που υψώνεται στο δυτικό άκρο ενός πευκόφυτου λόφου στις Σέρρες. Χρονολογείται από το Ζ' και ΣΤ' π.Χ. αιώνα και ήταν αρχαίο οχυρωματικό φρούριο που υπεράσπιζε την αρχαία πόλη. Η ίδρυση της Ακρόπολης ανάγεται στον 9ο μ.χ αιώνα , όταν ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς κατασκεύασε οχυρωματικά έργα στην πόλη των Σερρών.[20]

Στον λόφο του Κουλά σήμερα σώζεται ο "Πύργος του Oρέστη", γνωστός και ως ο "Πύργος του Βασιλέως". Η ονομασία "Πύργος του Ορέστη" οφείλεται από το όνομα του κατασκευαστή του. Σήμερα το ύψος του είναι περίπου 18 μέτρα αλλά υπολογίζεται ότι αρχικά και με τις επάλξεις του ότι έφτανε τα 20 μέτρα. Αυτός ο πύργος ήταν το τελευταίο σημείο άμυνας σε περίπτωση που ο εχθρός καταλάμβανε την Ακρόπολη. Είναι γνωστός για τις δυο κεραμικές επιγραφές που υπάρχουν στην δυτική του πλευρά οι οποίες όμως με το πέρασμα των αιώνων έγιναν δυσανάγνωστες. Περισσότερο ενδιαφέρον έχει η επιγραφή στο δεξιό άκρο η οποία κατα την επικρατέστερη άποψη γράφει: "ΠΥΡΓΟΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΟΝ ΕΚΤΙΣΕΝ ΟΡΕΣΤΗΣ".[21]

Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων (παλιά μητρόπολη Σερρών). Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων (παλιά μητρόπολη Σερρών).
Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων (παλιά μητρόπολη Σερρών).

Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων (Παλαιά Μητρόπολη)

Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων, γνωστός και ως Παλαιά Μητρόπολη θεωρείται το σημαντικότερο βυζαντινό μνημείο της πόλης. Ο Ναός λειτούργησε ως μητροπολιτικός ναός από τα βυζαντινά μέχρι τα νεότερα χρόνια. Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, ο ναός χρονολογείται από το 5ο-6ο αιώνα. Η πρώτη έμμεση πληροφορία για το μνημείο προέρχεται από μολυβδόβουλλο του 12ου αιώνα. Κατά το 14ο αιώνα το περιέγραψε ο ρήτορας Θεόδωρος Πεδιάσιμος, ενώ από το 17ο αιώνα και μετά αναφέρεται αρκετά συχνά σε επιγραφές σκευών, εικόνων και αφιερωμάτων. Υπέστη επανειλημμένες επισκευές και μετασκευές κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο (10ος-11ος αιώνας) και στους επόμενους αιώνες, όπως υποδεικνύουν οι οικοδομικές φάσεις που διακρίνονται στο μνημείο και οι σχετικές γραπτές μαρτυρίες. Από τις κυριότερες επεμβάσεις είναι η αντικατάσταση του μαρμάρινου τέμπλου και η κατασκευή νάρθηκα το 1602/3, καθώς και η ανακατασκευή του νοτίου τοίχου, που έγινε το 1725, σύμφωνα με την πλίνθινη επιγραφή που υπάρχει εκεί. Ο ναός καταστράφηκε από πυρκαγιές το 1849 και το 1913. Συγκεκριμένα στις 28 Ιουνίου 1913 καταστράφηκε ολοκληρωτικά από φωτιά καθώς υποχώρησαν οι Βούλγαροι πυρπολώντας την πόλη. Η σημερινή μορφή είναι η αναστήλωση που έγινε το 1928-1935. Το 1992 έγιναν νέες επισκευές από την Ιερά Μητρόπολη Σερρών και Νιγρίτης με την συνεργασία του Υπουργείου Πολιτισμού και σήμερα χρησιμοποιείται ως χώρος λατρείας.[18][22][23]

Ο ναός Αγίου Νικολάου της Ακρόπολης

H εκκλησία του Αγίου Νικολάου της Ακρόπολης.

Ο ναός Αγίου Νικολάου είναι ένας διώροφος ναός ο οποίος χρονολογείται από το 12ο αιώνα. Είναι κοιμητηριακός ναός με κρύπτη η οποία βρίσκεται στην ανατολική πλευρά. Στο ναό εκκλησιάζονταν οι στρατιώτες της φρουράς του κάστρου ενώ στη κρύπτη ήταν το κοιμητήριο αυτών. Η σημερινή μορφή του ναού είναι η αναστήλωση του 1937 η οποία έγινε πάνω στα ερείπια του ήδη κατεστραμμένου ναού από το 17ο αιώνα. Η αναστήλωση αυτή έγινε από μια ομάδα χριστιανών χωρίς τη γνώμη της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Ο σημερινός ναός έχει διαφορετικό αρχιτεκτονικό σχέδιο από τον παλαιότερο ναό και λόγων των αλλαγών η αναστήλωση δεν θεωρείται απόλυτα επιτυχημένη. Σε ανασκαφές του 1926 βρεθήκανε λείψανα τοιχογραφιών όπως η παράσταση της Θείας Μετάληψης αλλά και λείψανα κοσμημάτων με τεχνοτροπία η οποία σχετίζεται με την εποχή των Παλαιολόγων.[18][24]

Ο ναός του Αγίου Γεωργίου του Κρυονερίτου

Άγιος Γεώργιος Κρυονερίτης

Ο ναός του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται ανατολικά των Σερρών και αποτελείται από δύο ναούς. Αναφορά στο ναό υπάρχει στα χρυσόβουλα του αυτοκράτορα Ανδρόνικου το 1298 μ.Χ. Το 1384 μ.Χ. δωρήθηκε στην Μονή του Τίμιου Προδρόμου όπου υπάγεται μέχρι και σήμερα.[18][25] Στη θέση του ναού υπήρχε πηγή κρύου νερού στην οποία οφείλεται το όνομα "Κρυονερίτης". Κατά την διάρκεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το 1572 υπέστη ζημιές και κατέπεσε ο τρούλος. Ο τρούλος αντικαταστήθηκε με ημισφαιρική οροφή πιθανόν το 1864.[26]

Ιερά Μονή Εικοσιφοίνισσας στο Παγγαίο

κατά την παράδοση χτίστηκε το 450 μ.Χ. με συνδρομή του Μητροπολίτη Φιλίππων Σώζοντος. Πολλοί πιστεύουν ότι η μονή είναι κτισμένη στα ερείπια του Μαντείου του Διονύσου, Θεού των Σατρών. Η ετυμολογία της ονομασίας της μονής προέρχεται κατά μια παράδοση από το εξής περιστατικό. Όταν ο πρώτος κτήτωρας της μονής Γερμανός έψαχνε απελπισμένος για νερό, είδε οπτασία κατά την οποία η Παναγία του έστειλε ένα κοτσύφι που ανακάλυψε το νερό μέσα σε πυκνούς θάμνους. Έτσι η μονή ονομάστηκε Κοσυφίνισσα. Άλλη παράδοση αναφέρει ότι η μονή πήρε το όνομα της από την Αχειροποίητη εικόνα που είχε κόκκινο χρώμα (εικών-φοινίσουσα) (κόκκινη).[27]

Βυζαντινά μνημεία έξω από τις Σέρρες

  • Μονή Τιμίου Προδρόμου Σερρών: Βρίσκεται σε απόσταση 9 χιλιομέτρων περίπου βορειοανατολικά της πόλης των Σερρών. Ιδρύθηκε το 1270-1278 από το μοναχό Ιωαννίκιο και σήμερα θεωρείται από τα ιστορικότερα μοναστήρια της Μακεδονίας.[28]
  • Ο Ναός του Αγίου Νικολάου βρίσκεται στον Ελαιώνα Σερρών και χρονολογείται στον 12ο αιώνα.[29]

Οθωμανικά μνημεία

Στην πόλη σώζονται σε κατάσταση φθοράς τέσσερα σημαντικά οθωμανικά μνημεία τα οποία χρονολογούνται από το 15ο αιώνα. Τα μνημεία αυτά θεωρούνται από τα αρχαιότερα της ευρώπης και είναι σημαντικά στην ιστορία της ισλαμικής αρχιτεκτονικής.[30]

Στο κέντρο της πόλης υπήρχε το Τέμενος Έσκι (παλαιό) το οποίο ήταν το αρχαιότερο οθωμανικό μνημείο της πόλης. Χτίστηκε το 1385 και βρισκόταν δίπλα στο Μπεζεστένι. Στις αρχές του 20ου αιώνα βρισκόταν σε κακή κατάσταση και τελικά κατεδαφίστηκε το 1937 για να ανεγερθούν στην θέση του μια σειρά εμπορικών καταστημάτων. Σήμερα στην θέση του μνημείου αυτού υπάρχει μια πολυώροφη οικοδομή με γραφεία.[31][32][33] Σύμφωνα με τον Βασίλη Βαφειάδη, ζωγράφο από τις Σέρρες [34] τα Οθωμανικά μνημεία των Σερρών κινδύνευσαν να εξαφανιστούν (όπως έγινε με την κατεδάφιση του Έσκι Τέμενους) λόγω αδιαφορίας των τοπικών παραγόντων, σε προκαταλήψεις, στενόμυαλες αντιλήψεις αλλά και πολιτικές εθνικής εθνοκάθαρσης.[35]

Τέμενος Μεχμέτ Μπέη (ή Αχμέτ Πασά)

Το Τέμενος Μεχμέτ Μπέη.

Το Τέμενος Μεχμέτ Μπέη ή Αχμέτ Πασά, γνωστό στους κατοίκους των Σερρών ως Αγιά Σοφία, χτίστηκε το 1492-1493 και είναι το μεγαλύτερο και αρχαιότερο από τα σωζόμενα τεμένη των Σερρών. Βρίσκεται δίπλα στο ρέμα των Αγίων Ανάργυρων νοτιοανατολικά στις Σέρρες. Ανοικοδομήθηκε από τον Μεχμέτ Μπέη ο οποίος ήταν σύζυγος της πριγκίπισσας Σελτζούκ Χατούν (κόρη του Βαγιαζίτ Β΄). Τα υλικά με τα οποία κτίστηκε το μνημείο είναι ο κίτρινος πωρόλιθος ενώ οι θόλοι του είναι κτισμένοι με πλίνθους και ήταν σκεπασμένοι από μόλυβδο. Οι τοίχοι στο εσωτερικό ήταν επιχρυσωμένοι και σύμφωνα με περιηγητές ένας κήπος περιέβαλε όλο το μνημείο. Δεν είναι γνωστό πότε σταμάτησε να λειτουργεί το μνημείο ως ισλαμικό τέμενος. Στα τέλη του 19ου αιώνα οι πλημμύρες του γειτονικού χειμάρρου προκάλεσαν ζημιές στο μνημείο.[36] Ήταν διάσημο Τέμενος κατά την διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου. Σύμφωνα με τον Τούρκο περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή το Τέμενος αυτό είναι το καλύτερο της Ρούμελης και της Περσίας.[18]

Τέμενος Ζινζιρλί

Το Τέμενος Ζινζιρλί. Το Τέμενος Ζινζιρλί.
Το Τέμενος Ζινζιρλί.

Το Τέμενος Ζινζιρλί είναι κτίσμα της σχολής Σινάν από το τέλος του 16ου αιώνα. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της πόλης.[37] Το Τέμενος πρόσφατα συντηρήθηκε και χρησιμοποιείται ως αποθήκη αρχαιότητων.[38][39]

Τέμενος Μουστάφα Μπέη

Το Τέμενος Μουστάφα Μπέη χτίστηκε το 1519 και βρίσκεται στην περιοχή Καμενίκια (η περιοχή κατά την διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ονομαζόταν με το παρόμοιο όνομα Kamenica). Στην ίδια περιοχή με το μνημείο υπάρχουν και τα Οθωμανικά Λουτρά. Το τέμενος αυτό κινδυνεύει από την φθορά του χρόνου.[32][38]

Σημαντικά κτήρια

Το Διοικητήριο Σερρών

Διοικητήριο Σερρών

Πρόκειται για έργο του φημισμένου αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη, κατασκευασμένο την περίοδο 1898-1905. Το σχήμα του κτηρίου (κεφαλαίο Ε) παραπέμπει στα ιδανικά Ελλάς-Ελευθερία.[40]

Παλιός Ορφέας - ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Σερρών

Ο Παλιός Ορφέας ή αλλιώς ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Σερρών είναι ένα αρχιτεκτονικό κόσμημα ιστορικής μνήμης αποτελεί το κτίριο του παλιού Ορφέα που χτίστηκε από τον ομώνυμο Όμιλο το 1905 και φιλοξένησε στην αίθουσά του την νεότερη ιστορική (καθοριστική θεωρείται η συμβολή του στον Μακεδονικό Αγώνα) και πολιτιστική ζωή της πόλης των Σερρών. [εκκρεμεί παραπομπή]

  • Κτίριο Νάσιουτζικ: Από τον Οκτώβριο του 1984 το κτίριο αυτό, στεγάζεται το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Σερρών μετά τη διάλυση του Κρατικού Θεάτρου Ανατολικής Μακεδονίας που με έδρα τις Σέρρες λειτουργούσε από το 1979. Σήμερα αποτελεί κύτταρο της πολιτιστικής και κοινωνικής ζωής του τόπου. [εκκρεμεί παραπομπή]

Μουσεία Σερρών

Μουσείο Φυσικής Ιστορίας

Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Σερρών, εκθέτει ενότητες που περιλαμβάνουν ζώα, πουλιά, φυτά, έντομα και πετρώματα και έχει ως βάση τη γνώση, τη μελέτη, αλλά και την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής.[41]

Μουσείο Παλαιάς Μητρόπολης Σερρών

Το Μουσείο της Παλαιάς Μητρόπολης Σερρών, ιδρύθηκε με αφορμή την επαναλειτουργία του βυζαντινού ναού των Αγίων Θεοδώρων (Παλαιά Μητρόπολη) ως προσκυνηματικού ναού. Εκτείθονται τα βυζαντινά γλυπτά που προέρχονται από το ίδιο το μνημείο. Η έκθεση έχει αναπτυχθεί στο βόρειο πρόσκτισμα του μνημείου και στον αύλειο χώρο και ακόμη διάφορα γλυπτά που ανήκαν άλλοτε στο γλυπτό διάκοσμο του ναού, καθώς και διάφορα επιτύμβια μνημεία. Στο εποπτικό υλικό παρουσιάζεται συνοπτικά η ιστορία της πόλης, η οχύρωσή της, καθώς και η ιστορία του μνημείου. Στον αύλειο χώρο τακτοποιήθηκαν σε αναβαθμούς και στους τοίχους γλυπτά και επιγραφές διαφόρων εποχών που προέρχονται από την πόλη των Σερρών και την περιοχή της.[41]

Αρχαιολογικό Μουσείο Σερρών (Μπεζεστένι)

Το Μπεζεστένι Σερρών.

Το Αρχαιολογικό Μουσείο Σερρών βρίσκεται στο κέντρο της πόλης και στεγάζεται από το 1970 [41] στο Μπεζεστένι κλειστή στεγασμένη αγορά του β' μισού του 15ου αιώνα (εκτιμάται ότι χτίστηκε το 1485 από τον Τσανταρλί Ιμπραχήμ Πασά [42]) που βρίσκεται στο σημερινό κέντρο της πόλης. Είναι μνημείο Οθωμανικής περιόδου [30][43] χτίστηκε κατά το πρότυπο των βυζαντινών αγορών [41] και το όνομα Μπεζεστένι προέρχεται από τα Τούρκικα και τα Περσικά και μεταφράζεται ως αγορά υφασμάτων.[44] Το μνημείο αυτό το 1968 γλίτωσε την κατεδάφιση όταν αποφασίστηκε να στεγάσει το Αρχαιολογικό Μουσείο Σερρών.[35] Το κτήριο έχει ορθογώνια κάτοψη 20,5 X 31,45 μέτρα και είναι εξάτρουλο θολωτό οικοδόμημα. Στο παρελθόν οι θόλοι του ήταν μολυβδοσκέπαστοι και αργότερα αντικαταστάθηκαν με κεραμίδια. Ο καθηγητής πανεπιστημίου Αθηνών Αναστάσιος Ορλάνδος μελέτησε το μνημείο και με βάση τις μελέτες αυτές ο Υπουργείο Παιδείας διέθεσε χρήματα για την ανακαίνισή του. Ο Οθωμανός περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή αναφέρεται στο μπεζεστένι Σερρών: "Στις Σέρρες εκτός από τα 2000 μαγαζιά, μέσα στο Μπεζεστένι του με τους έξι μολυβδοσκέπαστους τρούλους και τις τέσσερις θύρες του, αγοράζονταν και πουλιούνταν πλούσια και πολύτιμα εμπορεύματα". Οι τέσσερις θύρες που αναφέρεται ο Τσελεμπή διατηρούνται σήμερα.[42]

Εκτίθενται ευρήματα, από την Μέση και Ύστερη Νεολιθική εποχή, Πρώιμη και Ύστερη εποχή του Χαλκού (αγγεία, πήλινα ειδώλια), από τον 4ο έως και 6ο -7ο π.Χ, τους Ρωμαϊκούς χρόνους, την Ελληνιστική και Βυζαντινή εποχή.[41]

Λαογραφικό Μουσείο Βλάχων Γεωργάκης Ολύμπιος

Το Λαογραφικό Μουσείο Βλάχων στεγάζεται σε 3όροφο κτίριο στο κέντρο της πόλης των Σερρών, επί της οδού Καραϊσκάκη 2 και ανήκει στον Σύλλογο Βλάχων Ν.Σερρών "Γεωργάκης Ολύμπιος". Το κτίριο αποτελείται από τρία επίπεδα : το ημιυπόγειο που είναι χώρος διδασκαλίας παραδοσιακών χορών, τον πρώτο όροφο (αναπαράσταση οντά βλάχικου σπιτιού) και τον δεύτερο όροφο που είναι καθαρά χώρος εκθεμάτων. Επίσης υπάρχει βιβλιοθήκη με αξιόλογα ιστορικά βιβλία καθώς και ιματιοθήκη με παραδοσιακές βλάχικες φορεσιές.[45]

Λαογραφικό Μουσείο Σαρακατσάνων

Είναι σημαντικό μουσείο το οποίο λειτουργεί από το 1979 και περιέχει εκθέματα σχετικά με τις παραδόσεις των Σαρακατσάνων.[46] Το 1987 τιμήθηκε με το Ευρωπαϊκό Βραβείο του Μουσείου της Χρονιάς. Το μουσείο αρχικά βρισκόταν σε μια παλιά οικία των Σερρών αλλά από το 1997 έχει εγκατασταθεί σε ιδιόκτητο κτίριο (στην οδό Κωνσταντινουπόλεως 62 στις Σέρρες).[47]

Γνωστοί Σερραίοι

Ιστορικά πρόσωπα

Άλλοι Σερραίοι

Πολιτικοί

Συγγραφείς - Λογοτέχνες

* Γιώργος Καφταντζής(1920-1998), δικηγόρος, ποιητής, συγγραφέας, ιστορικός.

Σκηνοθέτες - Ηθοποιοί - Τραγουδιστές

Δημοσιογράφοι

Αδελφοποιημένες πόλεις

Δείτε επίσης

Παραπομπές

  1. Ελληνική απογραφή 2021.
  2. Β. Φόρη, Τα Σέρρας (μια απροσδόκητη ονομαστική), Νέα Εστία 57(1955)363-365
  3. Δ. Κ. Σαμσάρης, Ιστορική γεωγραφία της Ανατολικής Μακεδονίας κατά την αρχαιότητα, Θεσσαλονίκη 1976 (Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών), σ. 126-128
  4. [1] Δημήτρης Κ. Σαμσάρης, Ιστορία των Σερρών κατά την αρχαία και ρωμαϊκή εποχή, Θεσσαλονίκη 1999, σ. 27-96 (Ιστoσελίδα του Δήμου Σερρών)
  5. [2] Δ. Κ. Σαμσάρης, Ιστορία των Σερρών κατά την αρχαία και ρωμαϊκή εποχή, σ. 97-113 (Ιστoσελίδα του Δήμου Σερρών)
  6. [3] Δ. Κ. Σαμσάρης, Ατομικές χορηγήσεις της Ρωμαϊκής πολιτείας (civitas Romana) και η διάδοσή της στη ρωμαϊκή επαρχία Μακεδονία, ΙΙΙ. Το ανατολικό τμήμα της επαρχίας, Μακεδονικά 28 (1991-92), σ. 156-196
  7. [4] Δ. Κ. Σαμσάρης, Ιστορία των Σερρών κατά την αρχαία και ρωμαϊκή εποχή, σ. 116-136, 202-212 (Ιστoσελίδα του Δήμου Σερρών)
  8. [5] Δ. Κ. Σαμσάρης. Το λατομείο μαρμάρου του αρχαίου Μονοίκου (;) του Οδομαντικού, Μακεδονικά 18 (1978), σ. 226-240
  9. [6] Δ. Κ. Σαμσάρης, Αρχαίο κάστρο και μεταλλουργείο σιδήρου κοντά στο σημερινό χωριό Ορεινή Σερρών, Μακεδονικά 19 (1979), σ. 240-251
  10. [7] Δ. Κ. Σαμσάρης, Ιστορία των Σερρών κατά την αρχαία και ρωμαϊκή εποχή, σ. 137-198, 213-254 (Ιστoσελίδα του Δήμου Σερρών)
  11. [8] Πέτρος Κ. Σαμσάρης, Σχεδίασμα της ιστορίας της πόλης των Σερρών, σ. 20-24 (Ιστοσελίδα του Δήμου Σερρών)
  12. [9] Π. Κ. Σαμσάρης, Σχεδίασμα της ιστορίας της πόλης των Σερρών, σ. 25-30 (Ιστοσελίδα του Δήμου Σερρών)
  13. Αθανάσιος Ε. Καραθανάσης, Εταιρεία μακεδονικών Σπουδών, "Μια Ελληνική μαρτυρία από τη Βιέννη για τις πρώτες συλλήψεις των συνεργατών του Ρήγα Βελεστινλή", Θεσσαλονίκη, σ. 92
  14. Λότη Πέτροβιτς Ανδρουτσοπούλου
  15. Επετειακή ομιλία του Πάνου Πουλή, Ομότιμου Καθηγητή Πανεπιστημίου Θράκης στη Μεγάλη Αίθουσα Τελετών του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών για την 186η Επέτειο της Εξόδου της Φρουράς του Μεσολογγίου, 13 Απριλίου 2012
  16. Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος (επιστημονική επιμέλεια), Αφανείς, γηγενείς Μακεδονομάχοι, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2008, σσ. 151 - 158
  17. [10] Πέτρος Κ. Σαμσάρης, Βυζαντινοί τόποι και μνημεία της κάτω κοιλάδας του Στρυμόνα (Ο σημερινός νομός Σερρών). Συμβολή στη μελέτη της ιστορικής γεωγραφίας και μνημειακής τοπογραφίας της Μακεδονίας, Σέρρες 2006 (Ιστοσελίδα του Δήμου Σερρών)
  18. 18,0 18,1 18,2 18,3 18,4 Παπακυριάκος Κυριάκος. «Βυζαντινές Αρχαιότητες». Ιστοσελίδα Βιβλιοθήκης Σερρών. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2011. 
  19. Σταυρούλα Δαδάκη. «Βυζαντινή Ακρόπολη Σερρών». Ιστοσελίδα Οδυσσεύς - Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2012. 
  20. «Aκρόπολη (Κουλάς)». Δικτυακή Πύλη Ενδιαφέροντος - Υπουργείο Μακεδονίας Θράκης. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2012. 
  21. Δ. Κ. Σαμσάρης,Το κάστρο των Σερρών, Σέρρες 1968
  22. Δαδάκη Σταυρούλα. «Ναός Παλαιάς Μητρόπολης Σερρών». Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2011. 
  23. «Ναός Παλαιάς Μητρόπολης Σερρών». Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2011. 
  24. «Εκκλησία Αγίου Νικολάου». Επίσημη ιστοσελίδα Δήμου Σερρών. 8 Ιανουαρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2011. 
  25. «Μονύδριο του Αγ. Γεωργίου του Κρυονερίτη». Ιστοσελίδα δήμου Σερρών. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2012. 
  26. «Εκκλησία Αγ. Γεωργίου Κρυονερίτη». Ιστοσελίδα δήμου Σερρών. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2012. 
  27. «Ιερά Μονή Εικοσιφοίνισσας στο Παγγαίο». Ιστοσελίδα δήμου Σερρών. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2012. 
  28. «Μονή Τιμίου Προδρόμου». Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2011. 
  29. «Ναός Αγίου Νικολάου Ελαιώνα». Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2011. 
  30. 30,0 30,1 Αποστολάκης Σάκης (2009-03-27). «Οι Σέρρες δεν φοβούνται τα τζαμιά τους». Εφημερίδα Ελευθεροτυπία. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-04-06. http://web.archive.org/20090406082255/archive.enet.gr/online/online_text/c=113,dt=27.03.2009,id=13125492. Ανακτήθηκε στις 2011-10-31. 
  31. «Χρονολόγιο των Σερρών». Ιστοσελίδα Δήμου Σερρών. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2011. 
  32. 32,0 32,1 «Οθωμανικά Μνημεία Σερρών». Ιστοσελίδα Βιβλιοθήκης Σερρών. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2011. 
  33. «Μελέτη "Υπαίθριοι δημόσιοι χώροι στο κεντρικό αστικό ιστό της πόλης των Σερρών"» (PDF). Δημοτική Πρωτοβουλία Σερρών. σελίδες 8–9. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 9 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2011. 
  34. «Βασίλης Βαφειάδης». Ιστοσελίδα Κεντρικής Βιβλιοθήκης Σερρών. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2011. 
  35. 35,0 35,1 Βασίλης Βαφειάδης. «ΤΖΙΤΖΙΡΛΗ ΤΖΑΜΙ: Το Μνημείο και οι πιθανές χρήσεις του». Ιστοσελίδα του πολιτικού Μάρκου Μπόλαρη από τις Σέρρες. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2011. 
  36. Δαδάκη Σταυρούλα. «Τέμενος Μεχμέτ Μπέη, Σέρρες». Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2011. 
  37. Δαδάκη Σταυρούλα. «Ζινζιρλί τζαμί». Ιστοσελίδα Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού. Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2011. 
  38. 38,0 38,1 Αποστολάκης Σάκης (2009-03-27). «Οι Σέρρες δεν φοβούνται τα τζαμιά τους». Εφημερίδα Ελευθεροτυπία. http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=29803. Ανακτήθηκε στις 2011-11-01. 
  39. Αιμιλία Στεφανίδου, Αργύρης Μπακιρτζής (Θεσσαλονίκη 2009). «Zincirli mosque of the city of Serres and its conservation interventions (1995–2000)». Η συντήρηση και η αποκατάσταση των οθωμανικών μνημείων στην Ελλάδα, επιμ. Αιμιλία Στεφανίδου, ,. University Studio Press. σελίδες 105–117. Ανακτήθηκε στις 2012-04-13.  Ελέγξτε τις τιμές ημερομηνίας στο: |date= (βοήθεια)
  40. Δημοσια Κεντρικη Βιβλιοθηκη Σερρων
  41. 41,0 41,1 41,2 41,3 41,4 «Μουσεία Νομού Σερρών». Ιστοσελίδα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Σερρών. Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2011. 
  42. 42,0 42,1 Neval Konuk (2010). Η Οθωμανική Αρχικεκτονική στην Ελλάδα - Τόμος Ι. σελ. 256. ISBN 978-605-88427-1-7. 
  43. Παπακυριάκος Κυριάκος (8 Ιουλίου 2004). «Οι αρχαιότητες του Νομού Σερρών και η ίδρυση εφορείων αρχαιοτήτων στις Σέρρες». Ιστοσελίδα Κεντρικής Βιβλιοθήκης Σερρών. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2012. [νεκρός σύνδεσμος]
  44. Zeitschrift für Ethnologie. Springer-Verlag. 1974. σελ. 226. Ανακτήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 2011. 
  45. «Λαογραφικό Μουσείο των Βλάχων». Ιστοσελίδα του Συλλόγου Βλάχων Ν.Σερρών "Γεωργάκης Ολύμπιος". Ανακτήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2012. 
  46. «Λαογραφικό Μουσείο Σαρακατσάνων στις Σέρρες». Ιστοσελίδα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Σερρών. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2012. 
  47. «Λαογραφικό Μουσείο Σαρακατσάνων». Δικτυακή Πύλη Ενδιαφέροντος - Υπουργείο Μακεδονίας Θράκης. Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2012. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Αρχείο ΕΡΤ