Μέση Ανατολή
Η Μέση Ανατολή είναι μια περιοχή που καλύπτει τη συντριπτική πλειοψηφία της Δυτικής Ασίας και την Αίγυπτο (η οποία ανήκει κατά κύριο λόγο στη Βόρεια Αφρική). Ο όρος έχει γίνει περισσότερο διαδεδομένος αντικαθιστώντας την Εγγύς Ανατολή (σε αντίθεση με την Άπω Ανατολή) ξεκινώντας στις αρχές του 20ου αιώνα. Η ευρύτερη έννοια της "Ευρύτερης Μέσης Ανατολής" (γνωστή και ως Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική) περιλαμβάνει επίσης τις εξής περιοχές: Μαγκρέμπ, Σουδάν, Τζιμπουτί, Σομαλία, οι Κομόρες, Αφγανιστάν, Πακιστάν, και λιγότερο συχνά την Υπερκαυκασία και την Κεντρική Ασία. Ο όρος "Μέση Ανατολή" έχει οδηγήσει σε κάποια σύγχυση σχετικά με τους μεταβαλλόμενους ορισμούς της. Τα όρια της Μέσης Ανατολής δεν είναι αυστηρώς καθορισμένα, διαφέρουν ανά ιστορική περίοδο και ποικίλουν ανάλογα την εθνολογική, πολιτισμική, ή γεωπολιτική σκοπιά. Κατά κανόνα όμως περικλείουν την αραβική χερσόνησο και χώρες γύρω από την Ερυθρά Θάλασσα και τον Περσικό κόλπο.
Οι περισσότερες χώρες της Μέσης Ανατολής (13 από τις 18) ανήκουν στον Αραβικό κόσμο. Οι πιο πυκνοκατοικημένες χώρες της περιοχής είναι η Αίγυπτος, το Ιράν και η Τουρκία, ενώ η Σαουδική Αραβία είναι η μεγαλύτερη χώρα της Μέσης Ανατολής ως προς την έκταση. Η ιστορία της Μέσης Ανατολής χρονολογείται από την αρχαιότητα, με τη γεωπολιτική σημασία της περιοχής να αναγνωρίζεται εδώ και χιλιετίες. Αρκετές μεγάλες θρησκείες έχουν τις ρίζες τους στη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένου του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού, και του Ισλάμ. Οι Άραβες αποτελούν την κυριότερη εθνότητα στην περιοχή,[1] ακολουθούμενοι από τους Τούρκους, τους Πέρσες, τους Κούρδους, τους Αζέρους, τους Κόπτες, τους Εβραίους, τους Ασσύριους, τους Ιρακινούς Τουρκομάνους και τους Κύπριους.
Πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Βρετανοί αποκαλούσαν «Εγγύς Ανατολή» (Near East) τον χώρο που περιελάμβανε πρώην κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε αντίθεση με τον όρο «Άπω Ανατολή» (Far East) που ήταν συνεπέστερος και περιελάμβανε την Κίνα, την Ινδοκίνα και την Ιαπωνία. Κατά τη διάρκεια όμως των στρατιωτικών επιχειρήσεων, με την εγκατάσταση του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής στην Αίγυπτο, ο όρος Μέση Ανατολή (Middle East) ενώ χρησιμοποιήθηκε αρχικά για τη Συρία και το Ιράκ, άρχισε να επεκτείνεται σ' όλα τα εδάφη όπου εκτείνονταν βαθμιαία και η δράση των βρετανικών δυνάμεων, συμπεριλαμβάνοντας έτσι τελικά από μεν την Ευρώπη τη Δωδεκάνησο, τις χώρες, πρώην κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και Γαλλίας, (Λίβανο, Συρία), χώρες της Αφρικής όπως Σουδάν, Σομαλία μέχρι και τη Λιβύη.
Η Μέση Ανατολή έχει γενικά ένα ζεστό, άνυδρο κλίμα, με πολλά μεγάλα ποτάμια που αρδεύουν τις καλλιέργειες σε περιορισμένους τομείς όπως το Δέλτα του Νείλου στην Αίγυπτο, ο Τίγρης και ο Ευφράτης στη Μεσοποταμία (Ιράκ, Κουβέιτ, και ανατολική Συρία), περιοχές που ως επί το πλείστον ανήκουν στην Γόνιμη Ημισέληνο. Οι περισσότερες του Περσικού Κόλπου έχουν τεράστια αποθέματα πετρελαίου, με τους μονάρχες στην Αραβική Χερσόνησο να επωφελούνται οικονομικά από τις εξαγωγές πετρελαίου. Λόγω του άγονου κλίματος και της μεγάλης εξάρτησης από τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων, η Μέση Ανατολή συνεισφέρει σημαντικά στην κλιματική αλλαγή και αναμένεται να επηρεαστεί σοβαρά από αυτή.
Σήμερα στον όρο αυτό θεωρείται ότι ανήκουν οι χώρες: Συρία, Λίβανος, Κύπρος, Ιορδανία, Παλαιστινιακά Εδάφη, Ισραήλ, Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, Υεμένη, Κατάρ, Ομάν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Μπαχρέιν, Κουβέιτ, Ιράκ, Ιράν, Αρμενία και Τουρκία.
Ορολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο όρος "Μέση Ανατολή" μπορεί να προέρχεται από τη δεκαετία του 1850, όταν πρωτοχρησιμοποιήθηκε στο βρετανικό Γραφείο της Ινδίας.[2] Ωστόσο, ο όρος έγινε ευρύτερα γνωστός όταν ο Αμερικανικός ναυτικός στρατηγικός Άλφρεντ Τάγιερ Μέιαν χρησιμοποίησε τον όρο το 1902[3] για να "ορίσει την περιοχή μεταξύ Αραβίας και Ινδίας".[4][5] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η Βρετανική και η Ρωσική Αυτοκρατορία αγωνίζονταν για επιρροή στην Κεντρική Ασία, μια αντιπαλότητα που θα γινόταν γνωστή ως Το Μεγάλο Παιχνίδι. Ο Μέιαν συνειδητοποίησε όχι μόνο τη στρατηγική σημασία της περιοχής, αλλά και του κέντρου της, της περιοχής του Περσικού Κόλπου.[6][7] Χαρακτήρισε την περιοχή που περιβάλλει τον Περσικό Κόλπο ως Μέση Ανατολή, γράφοντας ότι μετά το Σουέζ, ήταν το πιο σημαντικό πέρασμα που έπρεπε να ανήκει στον έλεγχο των Βρετανών για να αποτρέψουν τους Ρώσους από το να προσεγγίσουν τη Βρετανική Ινδία. Ο Μέιαν χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο στο άρθρο του "Ο Περσικός Κόλπος και οι διεθνείς σχέσεις", που δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο του 1902 στο National Review, ένα βρετανικό περιοδικό. Το άρθρο του Μέιαν ανατυπώθηκε στους Τάιμς και τον Οκτώβριο ακολούθησε μια σειρά 20 άρθρων με τίτλο "Το ζήτημα της Μέσης Ανατολής", που γράφτηκαν από τον σερ Ιγκνάτιους Βαλεντίν Σιρόλ. Κατά τη διάρκεια αυτής της σειράς, ο σερ Ιγκνάτιους επέκτεινε τον ορισμό του Μέση Ανατολή να συμπεριλάβει "εκείνες τις περιοχές της Ασίας που εκτείνονται στα σύνορα της Ινδίας ή διοικούν τις περιοχές κοντά στην Ινδία."[8] Μετά τη λήξη της σειράς άρθρων το 1903, οι Τάιμς αφαίρεσαν τα εισαγωγικά από τις επόμενες χρήσεις του όρου.[9]
Μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν σύνηθες να αποκαλούνται οι περιοχές γύρω από την Τουρκία ως "Εγγύς Ανατολή", ενώ οι περιοχές της "Άπως Ανατολής" βρίσκονται γύρω από την Κίνα,[10] ενώ ο όρος Μέση Ανατολή υποδήλωνε τότε την περιοχή από τη Μεσοποταμία έως τη Βιρμανία, δηλαδή την περιοχή μεταξύ της Εγγύς Ανατολής και της Άπω Ανατολής. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930, οι Βρετανοί ίδρυσαν το Διοίκηση Μέσης Ανατολής με έδρα την πόλη του Καΐρου, για τις στρατιωτικές δυνάμεις της στην περιοχή. Μετά από αυτό το διάστημα, ο όρος "Μέση Ανατολή" απέκτησε ευρύτερη χρήση στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ το 1946 ιδρύθηκε το Ινστιτούτο της Μέσης Ανατολής στην Ουάσιγκτον των ΗΠΑ.[11]
Κριτική και χρήση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η αλλαγή των ορισμών έχει προκαλέσει κάποια σύγχυση για τις αλλαγές των ορισμών. Πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο όρος "Μέση Ανατολή" αναφερόταν στα Βαλκάνια και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενώ ο όρος "Μέση Ανατολή " αναφέρεται Ιράν, τον Καύκασο, Αφγανιστάν, Κεντρική Ασία, και Τουρκεστάν. Αντίθετα, η" Άπω Ανατολή " αναφέρθηκε στις χώρες της Ανατολική Ασία (π. χ. Κίνα, Ιαπωνία, Κορέα, κ. λπ.)
Με τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1918, ο όρος Εγγύς Ανατολή σε μεγάλο βαθμό εγκαταλείφθηκε, ενώ η "Μέση Ανατολή" ήταν ο νέος όρος για τις επανεμφανιζόμενες χώρες του ισλαμικού κόσμου. Ωστόσο, η χρήση "Εγγύς Ανατολή" διατηρήθηκε από διάφορους ακαδημαϊκούς κλάδους, όπως η Αρχαιολογία και η αρχαία ιστορία, περιγράφοντας μια περιοχή ταυτόσημη με τον όρο Μέση Ανατολή, ο οποίος δεν χρησιμοποιείται σε αυτούς τους ακαδημαϊκούς κλάδους (βλ. Αρχαία Εγγύς Ανατολή).
Η πρώτη επίσημη χρήση του όρου "Μέση Ανατολή" από την Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν στο Δόγμα του Αϊζενχάουερ του 1957, όρους που αφορούσε την Κρίση του Σουέζ. Ο υπουργός εξωτερικών Τζον Φόστερ Ντάλες όρισε τη Μέση Ανατολή ως "την περιοχή που βρίσκεται μεταξύ και συμπεριλαμβάνει τη Λιβύη στη Δύση και το Πακιστάν στα ανατολικά, τη Συρία και το Ιράκ στα βόρεια και την Αραβική Χερσόνησο προς τα νότια, συν το Σουδάν και Αιθιοπία."[10] Το 1958, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξήγησε ότι οι όροι "Εγγύς Ανατολή" και "Μέση Ανατολή" ήταν εναλλάξιμοι, και όρισε ότι σε αυτό τον ορισμό βρίσκονται οι εξής χώρες; Αίγυπτος, Συρία, Ισραήλ, Λίβανος, Ιορδανία, Ιράκ, Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Μπαχρέιν, και Κατάρ.[12]
Το εγχειρίδιο μορφής του Associated Press λέει ότι ο όρος Εγγύς Ανατολή παλαιότερα αναφερόταν στις δυτικές χώρες ενώ η Μέση Ανατολή αναφερόταν στις ανατολικές, αλλά τώρα οι όροι αυτοί είναι συνώνυμοι.
Ο όρος Μέση Ανατολή έχει επικριθεί ως Ευρωκεντρικός ("βασισμένος σε μια βρετανοδυτική αντίληψη") σε μελέτη του Χαναφί (1998).[13]
Μετάφραση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Υπάρχουν όροι που έχουν παρόμοια σημασία με την Εγγύς και τη Μέση Ανατολή σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες, αλλά επειδή είναι μια σχετική περιγραφή, οι έννοιες εξαρτώνται από τη χώρα και διαφέρουν από τους ελληνικούς και τους αγγλικούς όρους γενικά. Στα Γερμανικά ο όρος Naher Osten (Εγγύς Ανατολή) είναι ακόμα σε κοινή χρήση (σήμερα ο όρος Mittlerer Osten γίνεται όλο και πιο συνηθισμένος σε κείμενα του τύπου που που μεταφράζονται από αγγλικές πηγές, αν και έχουν ξεχωριστό νόημα) ενώ στα ρωσικά (Ближний Восток), τα βουλγαρικά (Близкия Изток), τα πολωνικά (Bliski Wschód) και τα κροατικά (Bliski istok) (αυτά σημαίνουν Εγγύς Ανατολή στις τέσσερις σλαβικές γλώσσες) παραμένει ως ο μόνος κατάλληλος όρος για την περιοχή. Ωστόσο, ορισμένες γλώσσες έχουν ορολογία για τη Μέση Ανατολή, όπως τα γαλλικά (Moyen-Orient), τα σουηδικά (Mellanöstern), τα ισπανικά (Oriente Medio ή Medio Oriente) και τα ιταλικά (Medio Oriente).[note 1]
Ίσως λόγω της επιρροής του δυτικού τύπου, ο αραβικός όρος που σημαίνει Μέση Ανατολή (Αραβικά: الشرق الأوسط ash-Sharq al-Awsaṭ) έχει εδραιωθεί στον αραβικό τύπο, έχοντας την ίδια σημασία με τη "Μέση Ανατολή" της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης. Η αραβική λέξη Μασρίκ, από την αραβική ρίζα για την Ανατολή, υποδηλώνει επίσης μια ποικιλοτρόπως καθορισμένη περιοχή γύρω από το Λεβάντε, το ανατολικό τμήμα του αραβόφωνου κόσμου (σε αντίθεση με το Μαγκρέμπ, το δυτικό τμήμα).[14] Παρόλο που ο όρος προέρχεται από τη Δύση, εκτός από τα αραβικά, άλλες γλώσσες χωρών της Μέσης Ανατολής χρησιμοποιούν μετάφραση του όρου αυτού. Το Περσική ισοδύναμο για τη Μέση Ανατολή είναι το خاورمیانه (Khāvar-e miyāneh), το εβραϊκό ισοδύναμο είναι το המזרח התיכון (hamizrach hatikhon) και το τουρκικό ισοδύναμο είναι το Orta Doğu.
Εδάφη και περιφέρειες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εδάφη και περιοχές που συνήθως περιλαμβάνονται στους ορισμούς της Μέσης Ανατολής
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραδοσιακά περιλαμβάνονται στη Μέση Ανατολή Ιράν (Περσία), Μικρά Ασία, Μεσοποταμία, το Λεβάντ, την Αραβική Χερσόνησο, και Αίγυπτος. Σε όρους σύγχρονης χώρας είναι αυτοί:
Εθνόσημο | Σημαία | Όνομα κράτους | Έκταση σε τ.χλμ. | Πληθυσμός (2021) | Πληθυσμιακή πυκνότητα ανά τ.χλμ. | Πρωτεύουσα | Ονομαστικό ΑΕΠ το 2018[15] | Ονομαστικό ΑΕΠ κατά κεφαλήν το 2018[16] | Όνομα νομίσματος | Τύπος διακυβέρνησης | Επίσημες γλώσσες |
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Αίγυπτος | 1.010.407 | 101.478.581 | 90 | Κάιρο | $249.559.000.000 | $2.573 | Αιγυπτιακή λίρα | Προεδρική δημοκρατία | Αραβικά | ||
Ακρωτήρι και Δεκέλεια | 254 | 18.300 | - | Επισκοπή | - | - | Ευρώ | Ντε φάκτο στρατοκρατική εξαρτώμενη περιοχή υπό συνταγματική μοναρχία | Αγγλικά | ||
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα | 82.880 | 9.991.000 | 97 | Άμπου Ντάμπι | $424.635.000.000 | $40.711 | Ντιρχάμ Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων | Ομοσπονδιακή απόλυτη μοναρχία | Αραβικά | ||
Ιράν | 1.648.195 | 85.029.000 | 45 | Τεχεράνη | $452.275.000.000 | $5.491 | Ιρανικό ριάλ | Ισλαμική δημοκρατία | Περσικά | ||
Ιράκ | 438.317 | 41.190.700 | 73.5 | Βαγδάτη | $226.070.000.000 | $5.930 | Δηνάριο Ιράκ | Κοινοβουλευτική δημοκρατία | Αραβικά, Κουρδικά | ||
Ιορδανία | 92,300 | 10.945.512 | 68.4 | Αμμάν | $42.371.000.000 | $4.278 | Δηνάριο Ιορδανίας | Συνταγματική μοναρχία | Αραβικά | ||
Ισραήλ | 20.770 | 9.369.000 | 365.3 | Ιερουσαλήμa | $369.843 | $41.644 | Ισραηλινό σεκέλ | Κοινοβουλευτική δημοκρατία | Εβραϊκά | ||
Κατάρ | 11.437 | 2.504.910 | 123.2 | Ντόχα | $192.450.000.000 | $70.780 | Ριάλ Κατάρ | Απόλυτη μοναρχία | Αραβικά | ||
Κουβέιτ | 17.820 | 4.464.521 | 167.5 | Πόλη του Κουβέιτ | $141.050.000.000 | $30.839 | Δηνάριο Κουβέιτ | Συνταγματική μοναρχία | Αραβικά | ||
Κύπρος | 9,250 | 888.000 (τμήματα υπό τον έλεγχο των αρχών της Κυπριακής Δημοκρατίας) | 117 | Λευκωσία | $24.492.000.000 | $28.340 | Ευρώ | Προεδρική δημοκρατία | Ελληνικά, Τουρκικά | ||
Λίβανος | 10.452 | 6.769.000 | 404 | Βηρυτός | $56.409.000.000 | $9.257 | Λίρα Λιβάνου | Κοινοβουλευτική δημοκρατία | Αραβικά | ||
Μπαχρέιν | 780 | 1.748.000 | 1.582,8 | Μανάμα | $30.355.000.000 | $25.851 | Δηνάριο Μπαχρέιν | Απόλυτη μοναρχία | Αραβική γλώσσα | ||
Ομάν | 212.460 | 4.500.999 | 9.2 | Μουσκάτ | $82.243.000.000 | $19.302 | Ριάλ Ομάν | Απόλυτη μοναρχία | Αραβικά | ||
Παλαιστίνη | 6.220 | 5.164.173 | 667 | Ραμάλλαa | - | - | Ισραηλινό σέκελ, Δηνάριο Ιορδανίας |
Ημιπροεδρική δημοκρατία | Αραβικά | ||
Σαουδική Αραβία | 2.149.690 | 35.013.414 | 12 | Ριάντ | $782.483.000.000 | $23.566 | Ριάλ Σαουδικής Αραβίας | Απόλυτη μοναρχία | Αραβικά | ||
Συρία | 185.180 | 18.276.000 | 118.3 | Δαμασκός | - | - | Λίρα Συρίας | Προεδρική δημοκρατία | Αραβικά | ||
Τουρκία | 783.562 | 83.614.362 | 94.1 | Άγκυρα | $766.428.000.000 | $9.346 | Τουρκική λίρα | Προεδρική δημοκρατία | Τουρκικά | ||
Υεμένη | 527.970 | 30.491.000 | 44.7 | Σανάb Άντεν (προσωρινή πρωτεύουσα) |
$26.914.000.000 | $872 | Ριάλ Υεμένης | Προσωρινή προεδρική δημοκρατία | Αραβικά |
- α. ^ ^ Η Ιερουσαλήμ είναι η ανακηρυγμένη πρωτεύουσα του Ισραήλ. Η θέση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ αμφισβητείται, πάντως εκεί εδρεύει η Κνεσέτ, το Ισραηλινό Ανώτατο Δικαστήριο, και άλλοι κυβερνητικοί θεσμοί του Ισραήλ. Η Ραμάλα είναι η πραγματική έδρα της κυβέρνησης της Παλαιστίνης, ενώ η διακηρυγμένη πρωτεύουσα της Παλαιστίνης είναι Ανατολική Ιερουσαλήμ, θέση η οποία αμφισβητείται.
- β ^ Η Σανά ελέγχεται από τους Χούτι λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου. Η έδρα της κυβέρνησης έχει μεταφερθεί προσωρινά στο Άντεν.
Άλλοι ορισμοί της Μέσης Ανατολής
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διάφορες έννοιες συχνά παραλληλίζονται με τη Μέση Ανατολή, κυρίως οι έννοιες της Εγγύς Ανατολής, της Γόνιμης Ημισέληνου και του Λεβάντε. Η Εγγύς Ανατολή, το Λεβάντε και η Εύφορη Ημισέληνος είναι γεωγραφικές έννοιες, που αναφέρονται σε μεγάλα τμήματα της σύγχρονης καθορισμένης Μέσης Ανατολής, με την Εγγύς Ανατολή να είναι η πλησιέστερη στη Μέση Ανατολή με τη γεωγραφική της έννοια. Λόγω της αραβόφωνης φύσης του το Μαγκρέμπ της Βόρειας Αφρικής περιλαμβάνεται και αυτό μερικές φορές.
Οι χώρες του Νότιου Καυκάσου—η Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, και η Γεωργία- περιστασιακά συμπεριλαμβάνονται στους ορισμούς της Μέσης Ανατολής.[17]
Ο όρος Ευρύτερη Μέση Ανατολή ήταν ένας πολιτικός όρος που επινοήθηκε από τη δεύτερη κυβέρνηση Μπους την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα,[18] για να υποδηλώσει διάφορες χώρες, που αφορούν το Μουσουλμανικό κόσμο (συγκεκριμένα το Ιράν, την Τουρκία, το Αφγανιστάν και το Πακιστάν). Μερικές φορές στους ορισμούς της περιοχής εντάσσονται και τμήμα της Κεντρικής Ασίας.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Μέση Ανατολή βρίσκεται στο σταυροδρόμι της Ευρασίας και της Αφρικής, της του Μεσόγειο και του Ινδικού Ωκεανού. Είναι η γενέτειρα και το πνευματικό κέντρο πολλών σημαντικών θρησκειών, οι οποίες είναι οι παρακάτω: Χριστιανισμός, Ισλάμ, Ιουδαϊσμός, Μανιχαϊσμός, Γιαζιντισμός, Δρουζισμός, Γιαρσανισμός και Μανδαιανισμός, ενώ στο Ιράν δημιουργήθηκε ο Μιθραϊσμός, ο Ζωροαστριανισμός, ο Μανιχαϊσμός και η πίστη Μπαχάι. Σε όλη την ιστορία της, η Μέση Ανατολή υπήρξε ένα σημαντικό κέντρο παγκόσμιων υποθέσεων. Είναι στρατηγικά, πολιτικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά ευαίσθητη περιοχή. Η Μέση Ανατολή ανήκει στις περιοχές στις οποίες η γεωργία ανακαλύφθηκε ανεξάρτητα. Από τη Μέση Ανατολή εξαπλώθηκε, κατά τη Νεολιθική εποχή, σε διάφορες περιοχές του κόσμου όπως η Ευρώπη, η κοιλάδα του Ινδού και η Ανατολική Αφρική.
Πριν από το σχηματισμό των πολιτισμών, στη Μέση Ανατολή σχηματίστηκαν πολλοί προχωρημένοι πολιτισμοί κατά τη διάρκεια της εποχής του Λίθου. Η αναζήτηση γεωργικών εκτάσεων από γεωπόνους και ποιμαντικών εδαφών από κτηνοτρόφους σήμαινε ότι έλαβαν χώρα διαφορετικές μεταναστεύσεις στην περιοχή και έτσι διαμορφώθηκε η εθνολογική και δημογραφική σύνθεση της περιοχής.
Η Μέση Ανατολή είναι ευρέως γνωστή ως το λίκνο του πολιτισμού. Οι πρώτοι πολιτισμοί του κόσμου, οι μεσοποταμικοί (Σουμέριοι, Ακκάδες, Ασσύριοι και Βαβυλώνιοι), αλλά και ο πολιτισμός της αρχαίας Αιγύπτου και τους Κις στο Λεβάντε, προέρχονταν από τις περιοχές της κοιλάδας του Νείλου της Αρχαίας Εγγύς Ανατολής. Οι επόμενοι αξιόλογοι πολιτισμοί στη Μέση Ανατολή ήταν αυτοί των Χετταίων, των Ελλήνων, των Χουρριτών και των Ουραρτιανών στη Μικρά Ασία. Στο Ιράν οι κύριοι πολιτισμοί ήταν αυτοί των Ελαμιτών και των Μήδων. Στο Λεβάντε ευημέρησαν πολλοί σημαντικοί πολιτισμοί της αρχαιότητας (π.χ. Έμπλα, Μαρίτες, Ναγκάρ, Ουγκαρίτ, Χαναάν, Αραμαίοι, Μιτάνιοι, Φοινίκες και Εβραίοι). Οι Μαγκάν, οι Σεβά και η Ατλαντίδα της Ερήμου ήταν οι κύριοι πολιτισμοί της αρχαιότητας στην Αραβική Χερσόνησο. Η Νέα Ασσυριακή Αυτοκρατορία ένωσε για πρώτη φορά σε μεγάλο βαθμό την περιοχή της Μέσης Ανατολής. Οι επόμενες μεγάλες αυτοκρατορίες στην περιοχή ήταν η Αχαιμενιδική Αυτοκρατορία, η Μακεδονική Αυτοκρατορία. Οι επόμενες μερικές ενοποιήσεις της Μέσης Ανατολής έγιναν από τις Ιρανικές αυτοκρατορίες (τους Πάρθες και τους Σασσανίδες), καθώς και από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας η Μέση Ανατολή ήταν πνευματικό και οικονομικό κέντρο, ενώ λόγω και της εγγύτητάς της με την Αυτοκρατορία των Σασσανιδώνη σημασία της περιοχής ήταν μεγάλη. Έτσι, οι Ρωμαίοι στάθμευαν πέντε ή έξι λεγεώνες στην περιοχή με μοναδικό σκοπό την προστασία της από τις επιδρομές και τις εισβολές των Σασσανιδών και των Βεδουίνων.
Από τον 4ο αιώνα μ. Χ. και μετά, η Μέση Ανατολή έγινε το κέντρο των δύο κύριων δυνάμεων της εποχής: της ελληνικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της περσικής Αυτοκρατορίας των Σασσανιδών. Ωστόσο, τα Ισλαμικά Χαλιφάτα του Μεσαίωνα (μια ιστορική περίοδος που αποκαλείται Χρυσή Εποχή της Ισλάμ), τα οποία άρχισαν να αναδύονται με την εμφάνιση του Ισλάμ και την ισλαμική επέκταση της Αραβίας κατά τα μέσα του 7ου αιώνα μ.Χ., ήταν τα κράτη που ενοποίησαν τη Μέση Ανατολή δημιουργώντας την Ισλαμική Αραβική εθνότητα, η οποία σε μεγάλο βαθμό υπάρχει μέχρι και σήμερα. Τα 4 χαλιφάτα που κυριάρχησαν για περισσότερα από 600 χρόνια στη Μέση Ανατολή ήταν τοΧαλιφάτο των Ρασιντούν, οι Ουμαγιάδες, οι Αββασίδες και οι Φατιμίδες. Επιπλέον, κατά τον 13ο αιώνα μ.Χ. η νέα εθνότητα που κυριάρχησε στη Μέση Ανατολή ήταν οι Μογγόλοι, προκαλώντας μεγάλες αλλαγές στην εδαφική και πολιτική σύσταση της Μέσης Ανατολής. Από τον 7ο μέχρι τον 14ο αιώνα, οι κύριες αλλαγές στη Μέση Ανατολή ήταν ο εξισλαμισμός των προηγουμένως χριστιανικών και ζωροαστρικών (κατά κύριο λόγο στο Ιράν) περιοχών, η επέκταση του Βασίλειου της Αρμενίας, η επικράτηση των Σελτζούκων (ιδίως στη Μικρά Ασία) και η διάδοση του τουρκοπερσικού πολιτισμού, με αποτέλεσμα την απώλεια του ελληνικού στοιχείου σε μεγάλα τμήμα της Μικράς Ασίας και όχι μόνο, αλλά και τα φραγκικά σταυροφορικά κράτη τα οποία υπήρξαν μέχρι τα τέλη του 13ου αιώνα. Ο Τζοσάια Ράσελ εκτιμά τον πληθυσμό αυτού που ονομάζει "Ισλαμικά εδάφη" σε περίπου 12,5 εκατομμύρια το 1000 – εκ των οποίων 8 εκατομμύρια ζούσαν στη Μικρά Ασία, 2 εκατομμύρια στη Συρία και 1,5 εκατομμύρια στην Αίγυπτο.[19] Από τον 16ο αιώνα και μετά, οι κύριες δυνάμεις στη Μέση Ανατολή ήταν η τουρκική Οθωμανική Αυτοκρατορία και η περσική Δυναστεία των Σαφαβιδών.
Η σύγχρονη ιστορία της Μέσης Ανατολής ξεκινά με τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου, όταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία συμμάχησε με τις Κεντρικές Δυνάμεις, ηττήθηκε από τη Βρετανική Αυτοκρατορία και τους συμμάχους. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία διαμελίστηκε μεταξύ της Βρετανίας και των συμμάχων της. Αρχικά τα πρώην οθωμανικά εδάφη αποτελούσαν μέρος γαλλικών και βρετανικών εντολών. Γεγονότα καθοριστικής σημασίας για τη σύγχρονη ιστορία της Μέσης Ανατολής είναι η ανεξαρτητοποίησης του Ισραήλ το 1948 και η αποχώρηση των ευρωπαϊκών δυνάμεων, ιδίως τηςΒρετανίας και της Γαλλίας μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1960. Από τη δεκαετία του 1970 η επιρροή των Αμερικανών άρχισε να αυξάνεται σταθερά στη περιοχή, ειδικά σε χώρες όπως το Ισραήλ και χώρες στο Περσικό κόλπο.
Τον 20ο αιώνα, τα σημαντικά αποθέματα του αργού πετρελαίου προσέδωσε στη Μέση Ανατολή μια νέα στρατηγική και οικονομική σημασία. Η μαζική παραγωγή πετρελαίου ξεκίνησε γύρω στο 1945, με τη Σαουδική Αραβία, το Ιράν, το Κουβέιτ, το Ιράκ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να είναι οι χώρες οι οποίες έχουν υψηλά αποθέματα πετρελαίου.[20] Τα εκτιμημένα αποθέματα πετρελαίου, ειδικά στη Σαουδική Αραβία και το Ιράν, συγκαταλέγονται μεταξύ των υψηλότερων του κόσμου, ενώ ο διεθνής οργανισμός ΟΠΕΚ αποτελείται (και κυριαρχείται) κυρίως από χώρες της Μέσης Ανατολής.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Μέση Ανατολή ήταν το θέατρο μιας ιδεολογικής πάλης μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων της εποχής: το ΝΑΤΟ και οι Ηνωμένες Πολιτείες από τη μία πλευρά, και οι Σοβιετικοί με το Σύμφωνο Της Βαρσοβίας. Αυτοί ανταγωνίζονταν για να ασκήσουν πίεση και επιρροή στους περιφερειακούς τους συμμάχους. Εκτός από τους πολιτικούς λόγους μεταξύ των δύο συστημάτων στην περιοχή κυριαρχούσε, όπως είναι φυσικό, και μια ιδεολογική σύγκρουση. Επιπλέον, όπως υποστηρίζει η Λουίζ Φόσετ, μεταξύ των πολλών σημαντικών τομέων διαμάχης που υπήρχαν στην περιοχή, ήταν, πρώτον, οι επιθυμίες των υπερδυνάμεων να αποκτήσουν στρατηγικό πλεονέκτημα στην περιοχή και δεύτερον, το γεγονός ότι η περιοχή περιείχε περίπου τα δύο τρίτα των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου σε μια χρονική περίοδο όπου η αναγκαιότητα του πετρελαίου στην οικονομία του δυτικού κόσμου αυξανόταν ολοένα και περισσότερο [...][21] Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπάθησαν να καταπολεμήσουν τη σοβιετική επιρροή στην αραβική Χερσόνησο. Κατά τη διάρκεια του 20ου και του 21ου αιώνα, στην περιοχή έχουν υπάρξει περίοδοι ανοιχτών συγκρούσεων και σχετικής ειρήνης, ιδίως μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών Μουσουλμάνων.
Δημογραφικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εθνογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Άραβες είναι η μεγαλύτερη εθνότητα στη Μέση Ανατολή. Οι άλλες μεγάλες εθνότητες της Μέσης Ανατολής είναι οι Πέρσες (και οι λοιπές ιρανογενείς εθνότητες, π.χ. Κούρδοι, Λούροι, κ.ά.), ακολουθούμενοι από τιςτουρκικές εθνότητες (Τούρκοι, Αζέροι, Ιρακινοί Τουρκομάνοι, Κασκάι). Οι γηγενείς εθνότητες στην περιοχή είναι μεταξύ άλλων οι Άραβες, οι Αραμαίοι, οι Ασσύριοι, οι Βαλούχοι, οι Βερβέροι, οι Κόπτες, οι Δρούζοι, οι Ελληνοκύπριοι (και οι Έλληνες γενικότερα, ιδιαίτερα μέχρι τον 20ό αιώνα), οι Εβραίοι, οι Κούρδοι, οι Λούροι, οιΜανδαίοι, οι Πέρσες, οι Σαμαρείτες, οι Σαμπάκοι, οι Τάτες και οι Ζάζα. Οι ευρωπαϊκές εθνότητες που ζουν στη Μέση Ανατολή είναι κατά κύριο λόγο οι Αλβανοί, οι Βόσνιοι, οι Κιρκάσιοι (συμπεριλαμβανομένων των Καμπάρντιων), οι Τάταροι της Κριμαίας, οι Φραγκολεβαντίνοι, οι Ιταλο-Λεβαντίνες και οι Ιρακινοί Τουρκομάνοι. Επίσης στη Μέση Ανατολή ζουν πολλοί μετανάστες (π.χ. Κινέζοι, Φιλιππινέζοι, Ινδοί, Ινδονήσιοι, Πακιστανοί, Παστούν, Ρομά, και άραβες αφρικανικής καταγωγής).
Μετανάστευση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η μετανάστευση ήταν πάντα μια σημαντική διέξοδος για τις ελλείψεις θέσεων εργασίας στη Μέση Ανατολή. Μεταξύ της δεκαετίας του 1970 και της δεκαετίας του 1990, τα αραβικά κράτη του Περσικού Κόλπου ήταν μια πλούσια πηγή απασχόλησης για μετανάστες εργάτες από την Αίγυπτο, την Υεμένη και τις χώρες του Λεβάντε, ενώ η Ευρώπη προσέλκυε νέους εργαζόμενους από χώρες της Βόρειας Αφρικής λόγω τόσο της εγγύτητας τους με την Ευρώπη αλλά και λόγω των αποικιακών δεσμών των χωρών αυτών με τη Γαλλία, ενώ υψηλή μετανάστευση προς την Ευρώπη καταγράφεται και στην Τουρκία.[22] Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, σε όλο τον κόσμο υπάρχουν 13 εκατομμύρια μετανάστες πρώτης γενιάς που προέρχονται από Αραβικά έθνη, εκ των οποίων 5,8 εκατομμύρια από αυτούς κατοικούν σε άλλες αραβικές χώρες. Οι μετανάστες που κατάγονται από αραβικές χώρες συμβάλλουν στην κυκλοφορία του οικονομικού και ανθρώπινου κεφαλαίου στην περιοχή προωθώντας σημαντικά την περιφερειακή ανάπτυξη. Το 2009 οι αραβικές χώρες έλαβαν συνολικά 35,1 δισεκατομμύρια δολάρια σε εμβάσματα. Τα εμβάσματα από άλλες αραβικές χώρες με προορισμό την Ιορδανία, την Αίγυπτο και τον Λίβανο είναι 40 με 190% υψηλότερα σε αξία από τα εμπορικά έσοδα μεταξύ αυτών και άλλων αραβικών χωρών.[23] Στη Σομαλία, ο Σομαλικός Εμφύλιος Πόλεμος έχει μεγεθύνει κατά πολύ το μέγεθος της Σομαλικής διασποράς, καθώς πολλοί μορφωμένοι Σομαλοί έχουν φύγει από τη χώρα τους, με προορισμό τις χώρες της Μέσης Ανατολής, την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική.
Επίσης, πολλοί μετανάστες από τη Μέση Ανατολή κατάγονται από την Τουρκία, το Ισραήλ και το Ιράν.
Ένα σημαντικό ποσοστό μεταναστών από τα αραβικά έθνη προέρχονται από εθνοθρησκευτικές μειονότητες που αντιμετωπίζουν φυλετικές και θρησκευτικές διώξεις και δεν είναι απαραίτητα Άραβες, Ιρανοί ή Τούρκοι. Μεγάλος αριθμός Κούρδων, Εβραίων, Ασσύριων, Ελλήνων και Αρμενίων, καθώς και πολλοί Μανδαίοι έχουν εγκαταλείψει το Ιράκ, το Ιράν, τη Συρία και την Τουρκία για τους λόγους αυτούς κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα. Στο Ιράν, πολλές θρησκευτικές μειονότητες όπως οι Χριστιανοί, οι Μπαχάι και οι Ζωροάστρες έχουν εγκαταλείψει σε σημαντικούς αριθμούς τη χώρα μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979.
Θρησκεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Μέση Ανατολή είναι πολύ διαφορετική ως προς τη θρησκεία, ενώ πολλές σημαντικές θρησκείες προέρχονται από αυτή. Το Ισλάμ είναι η μεγαλύτερη θρησκεία στη Μέση Ανατολή, ενώ αξιόλογο αριθμό ακολούθων έχει ο Ιουδαϊσμός και ο Χριστιανισμός. Οι Χριστιανοί αντιπροσωπεύουν το 40,5% του πληθυσμού του Λιβάνου, όπου ο Πρόεδρος του Λιβάνου, το ήμισυ του υπουργικού συμβουλίου και το ήμισυ του Κοινοβουλίου είναι Χριστιανοί. Υπάρχουν επίσης σημαντικές μειονοτικές θρησκείες όπως η πίστη Μπαχάι, ο Γιαρσανισμός, ο Γιαζιδισμός, ο Ζωροαστριανισμός, ο Μανδαϊσμός, ο Δρουζισμός και ο Σαμπακισμός. Στην αρχαιότητα επικρατούσαν Μεσοποταμικές θρησκείες, Χαναναϊκές θρησκείες, ο Μανιχαϊσμός, ο Μιθραϊσμός και διάφορες μονοθεϊστικές γνωστικιστικές αιρέσεις.
Γλώσσες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι έξι σημαντικότερες γλώσσες της Μέσης Ανατολής είναι η Αραβική, η Περσική, η Τουρκική, η Κουρδική, η Εβραϊκή και η Ελληνική γλώσσα. Τα αραβικά και τα εβραϊκά ανήκουν στην αφροασιατική γλωσσική οικογένεια. Τα περσικά, τα κουρδικά και τα ελληνικά ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή γλωσσική οικογένεια. Η τουρκική ανήκει στην τουρκική γλωσσική οικογένεια. Περίπου 20 μειονοτικές γλώσσες ομιλούνται στη Μέση Ανατολή.
Οι αραβικές διάλεκτοι και τα αραβικά γενικότερα είναι η πιο διαδεδομένη γλώσσα στη Μέση Ανατολή, με τα Λογοτεχνικά Αραβικά να είναι επίσημη γλώσσα στις χώρες της Βόρειας Αφρικής και στις περισσότερες χώρες της Δυτικής Ασίας. Οι αραβικές διάλεκτοι ομιλούνται επίσης σε ορισμένες παρακείμενες περιοχές σε γειτονικές μη αραβόφωνες χώρες της Μέσης Ανατολής. Ανήκει στον Σημιτικό κλάδο των αφροασιατικών γλωσσών. Αρκετές σύγχρονες γλώσσες της Νότιας Αραβίας όπως τα Μεχρικά και τα Σοκοτρικά ομιλούνται σε περιοχές της Υεμένη και του Ομάν. Μια άλλη σημιτική γλώσσα, τα Αραμαϊκά και οι διάλεκτοι της, ομιλούνται κυρίως από Ασσύριους και Μανδαίους. Υπάρχει επίσης βερβερόφωνη κοινότητα στην Αίγυπτο, η οποία ομιλεί τη γλώσσα Σίβα. Είναι μια μη σημιτική αφροασιατική γλώσσα.
Η περσική είναι η δεύτερη πιο ομιλούμενη γλώσσα στη περιοχή. Ενώ ομιλείται κυρίως στο Ιράν και ορισμένες παραμεθόριες περιοχές σε γειτονικές χώρες, η χώρα είναι μία από τις μεγαλύτερες και πολυπληθέστερες της Μέσης Ανατολής και της Ασίας. Ανήκει στον ινδοϊρανικό κλάδο των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Άλλες δυτικές ιρανικές γλώσσες που ομιλούνται στην περιοχή περιλαμβάνουν την Αχωμική, τα νταϊλαμί, τα Κουρδικά, τη σεμνανική γλώσσα και τη λουρική, μεταξύ πολλών άλλων.
Η τρίτη πιο διαδεδομένη γλώσσα, η Τουρκική, με πάνω από 60 εκατομμύρια ομιλητές, περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό στην Τουρκία, η οποία είναι επίσης μία από τις μεγαλύτερες και πολυπληθέστερες χώρες της περιοχής, αλλά είναι παρούσα σε περιοχές σε γειτονικές χώρες (π.χ. Συρία, Ιρακινοί Τουρκομάνοι). Ανήκει στις Τουρκικές γλώσσες, που πηγάζουν από την Κεντρική Ασία. Μια άλλη τουρκική γλώσσα, η αζερική, ομιλείται από περίπου 15 εκατομμύρια Αζέρους στο Ιράν και περίπου 10 εκατομμύρια Αζέρους στο Αζερμπαϊτζάν.
Η εβραϊκή είναι η επίσημη γλώσσα του Ισραήλ. Η κυριότερη μειονοτική γλώσσα είναι η αραβική, η οποία ήταν συνεπίσημη έως το 2018, ενώ από το 2018 έχει ειδικό καθεστώς. Τα εβραϊκά ομιλούνται και χρησιμοποιούνται από πάνω από το 80% του πληθυσμού του Ισραήλ, είτε ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα, ενώ ένα 20% μιλάει αραβικά.
Τα ελληνικά είναι μία από τις δύο επίσημες γλώσσες της Κύπρου και αποτελεί την κύρια γλώσσα της χώρας. Μικρές κοινότητες ελληνόφωνων υπάρχουν σε όλη τη Μέση Ανατολή. Μέχρι τον 20ό αιώνα υπήρχε μια πολύ μεγάλη ελληνόφωνη κοινότητα στη Μικρά Ασία (όπου ήταν η δεύτερη πιο ομιλούμενη γλώσσα εκεί, μετά την τουρκική) και την Αίγυπτο. Κατά την αρχαιότητα, Αρχαία Ελληνικά ήταν η λίνγκουα φράνκα για πολλές περιοχές της Δυτικής Μέσης Ανατολής και μέχρι τη μουσουλμανική επέκταση ομιλούταν ευρέως στην περιοχή. Μέχρι τα τέλη του 11ου αιώνα, ήταν επίσης η κύρια ομιλούμενη γλώσσα στη Μικρά Ασία. Μετά από αυτή τη χρονική περίοδο αντικαταστάθηκε σταδιακά από την τουρκική γλώσσα καθώς οι Τούρκοι επεκτάθηκαν και οι ντόπιοι Έλληνες εξισλαμίστηκαν και εκτουρκίστηκαν, ειδικά στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας.
Τα αγγλικά είναι μία από τις επίσημες γλώσσες των βρετανικών βάσεων του Ακρωτηρίου και της Δεκέλειας.[24][25] Διδάσκεται και χρησιμοποιείται ως δεύτερη γλώσσα, ιδιαίτερα μεταξύ της μεσαίας και της ανώτερης τάξεις, σε χώρες όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία, το Ιράν, το Κουρδιστάν, το Ιράκ, το Κατάρ, το Μπαχρέιν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κουβέιτ.[26][27] Είναι επίσης κύρια γλώσσα σε ορισμένα Εμιράτα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Λόγω της σταθερής μετανάστευσης Εβραίων από αγγλόφωνες χώρες στο Ισραήλ περίπου 200.000 άτομα μιλούν τα αγγλικά ως μητρική γλώσσα και είναι δεύτερη γλώσσα των περισσότερων κατοίκων.
Τα γαλλικά διδάσκεται και χρησιμοποιούνται σε πολλές κυβερνητικές εγκαταστάσεις και μέσα ενημέρωσης στον Λίβανο και διδάσκεται σε ορισμένα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Αιγύπτου και της Συρίας. Τα μαλτέζικα, μια σημιτική γλώσσα που ομιλείται κυρίως στην Ευρώπη, χρησιμοποιείται επίσης από τη γαλλομαλτέζικη διασπορά στην Αίγυπτο. Λόγω της εκτεταμένης μετανάστευσης Γάλλων Εβραίων τα τελευταία χρόνια στο Ισραήλ περίπου 200.000 άτομα μιλούν τα γαλλικά ως μητρική γλώσσα.
Υπάρχουν επίσης ομιλητές της αρμενικής στην περιοχή, διασκορπισμένοι στην Τουρκία, τον Λίβανο και αλλού. Μέχρι τον 20ό αιώνα αποτελούσαν πλειοψηφία σε πολλά μέρη της ανατολικής Τουρκίας. Η γεωργιανή γλώσσα ομιλείται από τη γεωργιανή διασπορά.
Η ρωσική γλώσσα ομιλείται από ένα μεγάλο μέρος του Ισραηλινού πληθυσμού, λόγω της μετανάστευση στα τέλη της δεκαετίας του 1990.[28] Η ρωσική σήμερα είναι η τρίτη γλώσσα του Ισραήλ αν και δεν έχει επίσημο καθεστώς. Τη μιλούν ως μητρική γλώσσα πάνω από 1 εκατομμύριο μετανάστες από την πρώην Σοβιετική Ένωση, και περίπου 25.000 κάτοικοι χωρών της πρώην ΕΣΣΔ (κυρίως από Ρωσία και Ουκρανία) εβραϊκής καταγωγής μεταναστεύουν στη χώρα κάθε χρόνο. Υπάρχουν ραδιοφωνικοί σταθμοί, τηλεοπτικά κανάλια στα ρωσικά και πολλές πινακίδες στο Ισραήλ, πέρα από τα εβραϊκά και τα αραβικά, περιλαμβάνουν και την αντίστοιχη μετάφραση του αναγραφόμενου κειμένου στα ρωσικά και αγγλικά. Τα κιρκασσιανά ομιλούνται επίσης από τη διασπορά στην περιοχή και από σχεδόν όλους τους Κιρκάσιους στο Ισραήλ που μιλούν εβραϊκά και αγγλικά επίσης. Η μεγαλύτερη ρουμανόφωνη κοινότητα στη Μέση Ανατολή βρίσκεται στο Ισραήλ, ενώ το 1995 υπήρχαν περίπου 250.000 ομιλητές της ρουμανικής σ ένα πληθυσμό 5,5 εκατομμυρίων ατόμων τότε, δηλαδή το 5% περίπου των κατοίκων ήταν ρουμανόφωνοι.[note 2][29][30]
Τα βεγγαλικά, τα χίντι και τα ούρντου ομιλούνται ευρέως από κοινότητες μεταναστών σε πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής, όπως η Σαουδική Αραβία (όπου το 20-25% του πληθυσμού προέρχεται από τις χώρες της Νότιας Ασίας), τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (όπου το 50-55% του πληθυσμού προέρχεται από τις χώρες της Νότιας Ασίας) και το Κατάρ, που έχουν μεγάλο αριθμό Πακιστανών, Μπαγκλαντεσιανών και Ινδών μεταναστών.
Οικονομία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το μέσο ετήσιο εισόδημα μεταξύ των χωρών της Μέσης Ανατολής χαρακτηρίζεται από μεγάλη ανισότητα. Υπάρχουν πολύ φτωχά έθνη όπως η λωρίδα της Γάζας και η Υεμένη και πολύ πλούσια έθνη όπως το Κατάρ και τα ΗΑΕ, και εύπορα έθνη όπως το Ισραήλ, η Κύπρος, το Μπαχρέιν και η Σαουδική Αραβία, καθώς και κράτη μεσαίου εισοδήματος όπως η Τουρκία και το Ιράν. Συνολικά, το 2007, σύμφωνα με το CIA World Factbook, όλα τα έθνη στη Μέση Ανατολή διατηρούν θετικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τους Παγκόσμιους Οικονομικούς Δείκτες της Παγκόσμιας Τράπεζας οι οποίοι δημοσιεύθηκαν την 1η Ιουλίου 2009, οι τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της Μέσης Ανατολής το 2008 ήταν η Τουρκία (με ΑΕΠ 794.228.000.000), η Σαουδική Αραβία (με ΑΕΠ 467.601.000.000 δολαρίων) και το Ιράν (με ΑΕΠ 385.143.000.000 δολαρίων).[31] Όσον αφορά το ονομαστικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, οι χώρες με την υψηλότερη κατάταξη είναι το Κατάρ (93.204 δολάρια), τα ΗΑΕ (55.028 δολάρια), το Κουβέιτ (45.920 δολάρια) και η Κύπρος (32.745 δολάρια).[32] Η Τουρκία (με ΑΕΠ σε ΙΑΔ ύψους 1.028.897.000.000 δολαρίων), το Ιράν (με ΑΕΠ σε ΙΑΔ ύψους 839.438.000.000 δολαρίων) και η Σαουδική Αραβία (με ΑΕΠ σε ΙΑΔ ύψους 589.531.000.000 δολαρίων) είχαν τις μεγαλύτερες οικονομίες με βάση το ΑΕΠ-ΙΑΔ.[33] Όσον αφορά το κατά κεφαλήν εισόδημα σε ΙΑΔ, οι χώρες με την υψηλότερη κατάταξη είναι το Κατάρ (86.008 δολάρια), το Κουβέιτ (39.915 δολάρια), τα ΗΑΕ (38.894 δολάρια), το Μπαχρέιν (34.662 δολάρια) και η Κύπρος (29.853 δολάρια). Η φτωχότερη χώρα στη Μέση Ανατολή, όσον αφορά το κατά κεφαλήν εισόδημα εκφρασμένο σε ΙΑΔ, είναι η αυτόνομη Παλαιστινιακή Αρχή της Γάζας και η Δυτική Όχθη (1.100 δολάρια), γεγονός που προκαλείται από τον ισραηλινό αποκλεισμό και άλλες αιτίες.
Η οικονομική δομή των εθνών της Μέσης Ανατολής διαφέρει τόσο πολύ ανά χώρα όπως και το ετήσιο μέσο εισόδημα. Υπάρχουν έθνη τα οποία εξαρτώνται οικονομικά σε μεγάλο βαθμό από την εξαγωγή πετρελαίου και πετρελαιοειδών (όπως η Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ και το Κουβέιτ), ενώ άλλα κράτη έχουν μια πολυμορφική και διαφοροποιημένη οικονομία (όπως η Κύπρος, το Ισραήλ, η Τουρκία και η Αίγυπτος). Η Μέση Ανατολή παράγει πετρέλαιο, παράγωγα πετρελαίου, γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα (βοοειδή, γαλακτοκομικά προϊόντα), βαμβάκι, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, δερμάτινα προϊόντα, χειρουργικά εργαλεία, αμυντικό εξοπλισμό (όπλα, πυρομαχικά, τεθωρακισμένα οχήματα, υποβρύχια, μαχητικά αεροσκάφη, μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα και πυραύλους). Ο τραπεζικός τομέας είναι σημαντικός τομέας της οικονομίας κάποιων χωρών της Μέσης Ανατολής, ιδιαίτερα στην περίπτωση των ΗΑΕ και του Μπαχρέιν. Η Κύπρος διαθέτει οικονομία βασισμένη στις υπηρεσίες.
Η ανεργία είναι ένα πρόβλημα που μαστίζει πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Το πρόβλημα είναι πιο έντονο στους νέους ηλικίας 15-29 ετών, την ηλικιακή ομάδα που αποτελεί το 30% του συνολικού πληθυσμού της περιοχής. Το 2005, σύμφωνα με τη Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, το ποσοστό ανεργίας στη Μέση Ανατολή ήταν 13,2%.[34] Στους νέους φτάνει ακόμα και το 25%,[35] στο Μαρόκο είναι 37% και στη Συρίαείναι ακόμη υψηλότερο, φτάνοντας το 73%.[36]
Κλιματική αλλαγή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Κλιματική αλλαγή στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική αναφέρεται στις αλλαγές του κλίματος στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική και τις επακόλουθες στρατηγικές αντίδρασης, προσαρμογής και μετριασμού των επιπτώσεων της στις χώρες της περιοχής. Το 2018, η περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής εξέπεμπε το 8,7% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου[37] παρά το γεγονός ότι αποτελεί μόνο το 6% του παγκόσμιου πληθυσμού.[38] Οι εκπομπές αυτές προέρχονται κυρίως από τον τομέα της ενέργειας,[39] αναπόσπαστο στοιχείο πολλών οικονομιών της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής λόγω των εκτεταμένων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου που βρίσκονται στην περιοχή.[40][41]
Η κλιματική αλλαγή είναι μια από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες προκλήσεις του 21ου αιώνα σύμφωνα με τον ΟΗΕ, την Παγκόσμια Τράπεζα και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Η κλιματική αλλαγή αυτή τη στιγμή έχει πρωτοφανή επίδραση στα φυσικά συστήματα της Γης.[42][43][44] Μεταξύ άλλων προκαλεί απότομες αλλαγές στη θερμοκρασία και της στάθμης της θάλασσας, μετατοπίζοντας τα μοτίβα των βροχοπτώσεων και αυξάνει τη συχνότητα και την ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως προσδιορίζεται από τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την αλλαγή του κλίματος.[45] Η περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής είναι ιδιαίτερα ευάλωτη σε τέτοιες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής λόγω του άγονου και ημιάνυδρου περιβάλλοντος της, αντιμετωπίζοντας κλιματολογικές προκλήσεις (λίγες βροχοπτώσεις, υψηλές θερμοκρασίες και ξηρά, άγονα εδάφη).[45][46] Κατά τη διακυβερνητική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή αυτές οι συνέπειες και προκλήσεις θα ενταθούν εντός του 21ου αιώνα.[45] Αν οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου δεν μειωθούν σημαντικά, τμήμα της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής κινδυνεύει να γίνει ακατοίκητο πριν από το έτος 2100.[47][48][49]
Η κλιματική αλλαγή αναμένεται να ασκήσει σημαντική πίεση στα ήδη λιγοστά ύδατα και τους γεωργικούς πόρους στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, απειλώντας την εθνική ασφάλεια και την πολιτική σταθερότητα όλων των χωρών της περιοχής.[50] Αυτό ώθησε ορισμένες χώρες της περιοχής να ασχοληθούν με το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής σε διεθνές επίπεδο μέσω της εμπλοκής σε περιβαλλοντικές συμφωνίες όπως η Συμφωνία του Παρισιού. Η πολιτική καθιερώνεται επίσης σε εθνικό επίπεδο μεταξύ των χωρών της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, με έμφαση στην ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.[51]
Φωτοθήκη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]-
Άμπου Ντάμπι – Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
-
Αμμάν – Ιορδανία
-
Βαγδάτη – Ιράκ
-
Βηρυτός – Λίβανος
-
Κάιρο – Αίγυπτος
-
Δαμασκός – Συρία
-
Ντόχα – Κατάρ
-
Ντουμπάι – Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
-
Κωνσταντινούπολη - Τουρκία
-
Ιερουσαλήμ - Ισραήλ
-
Πόλη του Κουβέιτ - Κουβέιτ
-
Μανάμα – Μπαχρέιν
-
Μουσκάτ - Ομάν
-
Λευκωσία – Κύπρος
-
Ραμάλλα – Παλαιστίνη
-
Σανά - Υεμένη
-
Τεχεράνη - Ιράν
-
Τελ Αβίβ - Ισραήλ
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Στα ιταλικά, η έκφραση "Vicino Oriente" (Εγγύς Ανατολή) χρησιμοποιούταν ευρέως για να αναφερθεί στην Τουρκία, ενώ η έκφραση Estremo Oriente (Άπω Ανατολή ή Ακραία Ανατολή) αναφερόταν σε ολόκληρη την Ασία ανατολικά της Μέσης Ανατολής.
- ↑ According to the 1993 Statistical Abstract of Israel there were 250,000 Romanian speakers in Israel, at a population of 5,548,523 (census 1995).
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Shoup, John A. (31 Οκτωβρίου 2011). Ethnic Groups of Africa and the Middle East: An Encyclopedia. ISBN 978-1-59884-362-0. Ανακτήθηκε στις 26 Μαΐου 2014.
- ↑ Beaumont, Blake & Wagstaff 1988, σελ. 16.
- ↑ Koppes, CR (1976). «Captain Mahan, General Gordon and the origin of the term "Middle East"». Middle East Studies 12: 95–98. doi: .
- ↑ Lewis, Bernard (1965). The Middle East and the West. σελ. 9.
- ↑ Fromkin, David (1989). A Peace to end all Peace. σελ. 224. ISBN 978-0-8050-0857-9.
- ↑ Melman, Billie (November 2002), Companion to Travel Writing, Collections Online, 6 The Middle East/Arabia, Cambridge, http://cco.cambridge.org/extract?id=ccol052178140x_CCOL052178140XA010, ανακτήθηκε στις January 8, 2006.
- ↑ Palmer, Michael A. Guardians of the Persian Gulf: A History of America's Expanding Role in the Persian Gulf, 1833–1992. New York: The Free Press, 1992. (ISBN 0-02-923843-9) pp. 12–13.
- ↑ Adelson 1995, σελ. 24.
- ↑ Adelson 1995, σελ. 26.
- ↑ 10,0 10,1 Davison, Roderic H. (1960). «Where is the Middle East?». Foreign Affairs 38 (4): 665–75. doi:. https://semanticscholar.org/paper/b0f99025d232494803f84f1a4578d7a11dcf1be2.
- ↑ Held, Colbert C. (2000). Middle East Patterns: Places, Peoples, and Politics. Westview Press. σελ. 7. ISBN 978-0-8133-8221-0.
- ↑ «'Near East' is Mideast, Washington Explains». The New York Times. August 14, 1958. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις October 15, 2009. https://web.archive.org/web/20091015044505/http://select.nytimes.com/gst/abstract.html?res=F70E10FC3D59127A93C6A81783D85F4C8585F9&scp=1&sq=%27Near%20East%27%20is%20Mideast%2C%20Washington%20Explains&st=cse. Ανακτήθηκε στις 2009-01-25.(απαιτείται συνδρομή)
- ↑ Hanafi, Hassan. «The Middle East, in whose world? (Primary Reflections)». Nordic Society for Middle Eastern Studies (The fourth Nordic conference on Middle Eastern Studies: The Middle East in globalizing world Oslo, 13–16 August 1998). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Οκτωβρίου 2006. ("unedited paper as given at the Oslo conference. An updated and edited version has been published in Utvik and Vikør, The Middle East in a Globalized World, Bergen/London 2000, 1–9. Please quote or refer only to the published article") "The expression Middle East is an old British label based on a British Western perception of the East divided into middle or near and far". see also Shohat, Ella. «Redrawing American Cartographies of Asia». City University of New York. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2007.
- ↑ Anderson, Ewan W., William Bayne Fisher (2000). The Middle East: Geography and Geopolitics. Routledge. σελίδες 12–13.
- ↑ «World Economic Outlook Database». International Monetary Fund. 10 Απριλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2019.
- ↑ «Report for Selected Countries and Subjects». International Monetary Fund. Απριλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2019.
- ↑ Novikova, Gayane (Δεκεμβρίου 2000). «Armenia and the Middle East» (PDF). Middle East Review of International Affairs. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 21 Αυγούστου 2014. Ανακτήθηκε στις 14 Αυγούστου 2014.
- ↑ Haeri, Safa (2004-03-03). «Concocting a 'Greater Middle East' brew». Asia Times. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2004-04-07. https://web.archive.org/web/20040407112015/http://www.atimes.com/atimes/Middle_East/FC04Ak06.html. Ανακτήθηκε στις 2008-08-21.
- ↑ Russell 1985, σελ. 298.
- ↑ Goldschmidt (1999), p. 8
- ↑ Louise, Fawcett. International Relations of the Middle East. (Oxford University Press, New York, 2005)
- ↑ Hassan, Islam; Dyer, Paul (2017). «The State of Middle Eastern Youth.». The Muslim World 107 (1): 3–12. doi: . Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-04-03. https://web.archive.org/web/20170403002800/http://www.academia.edu/31029084/The_Muslim_World_CIRS_Special_Issue_The_State_of_Middle_Eastern_Youth.
- ↑ «IOM Intra regional labour mobility in Arab region Facts and Figures (English)» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 30 Απριλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2012.
- ↑ «Europe :: Akrotiri — The World Factbook - Central Intelligence Agency». www.cia.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιανουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουλίου 2021.
- ↑ «Europe :: Dhekelia — The World Factbook - Central Intelligence Agency». www.cia.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιανουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουλίου 2021.
- ↑ «World Factbook – Jordan».
- ↑ «World Factbook – Kuwait».
- ↑ Dowty 2004, σελ. 95.
- ↑ «Reports of about 300,000 Jews that left the country after WW2». Eurojewcong.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Αυγούστου 2010. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουλίου 2010.
- ↑ «Evenimentul Zilei». Evz.ro. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Δεκεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουλίου 2010.
- ↑ The World Bank: World Economic Indicators Database. GDP (Nominal) 2008. Σφάλμα στο πρότυπο webarchive: Ελέγξτε την τιμή
|url=
. Empty. Data for 2008. Last revised on July 1, 2009. - ↑ Data refer to 2008. World Economic Outlook Database-October 2009, International Monetary Fund. Retrieved October 1, 2009.
- ↑ The World Bank: World Economic Indicators Database. GDP (PPP) 2008. Σφάλμα στο πρότυπο webarchive: Ελέγξτε την τιμή
|url=
. Empty. Data for 2008. Last revised on July 1, 2009. - ↑ «Unemployment Rates Are Highest in the Middle East». Progressive Policy Institute. 30 Αυγούστου 2006. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Ιουλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 31 Ιουλίου 2008.
- ↑ Navtej Dhillon· Tarek Yousef (2007). «Inclusion: Meeting the 100 Million Youth Challenge». Shabab Inclusion. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Νοεμβρίου 2008.
- ↑ Hilary Silver (12 Δεκεμβρίου 2007). «Social Exclusion: Comparative Analysis of Europe and Middle East Youth». Middle East Youth Initiative Working Paper. Shabab Inclusion. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Αυγούστου 2008. Ανακτήθηκε στις 31 Ιουλίου 2008.
- ↑ «CO2 Emissions | Global Carbon Atlas». www.globalcarbonatlas.org. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2020.
- ↑ «Population, total - Middle East & North Africa, World | Data». data.worldbank.org. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2020.
- ↑ Abbass, Rana Alaa; Kumar, Prashant; El-Gendy, Ahmed (February 2018). «An overview of monitoring and reduction strategies for health and climate change related emissions in the Middle East and North Africa region». Atmospheric Environment 175: 33–43. doi: . ISSN 1352-2310. Bibcode: 2018AtmEn.175...33A. http://epubs.surrey.ac.uk/845102/1/An%20Overview%20of%20Monitoring%20and%20Reduction%20Strategies%20for%20Health%20and%20Climate%201%20Change%20Related%20Emissions%20in%20the%20Middle%20East%20and%20North%20Africa%20Region.pdf.
- ↑ Al-mulali, Usama (2011-10-01). «Oil consumption, CO2 emission and economic growth in MENA countries» (στα αγγλικά). Energy 36 (10): 6165–6171. doi: . ISSN 0360-5442. http://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0360544211005226.
- ↑ Tagliapietra, Simone (2019-11-01). «The impact of the global energy transition on MENA oil and gas producers» (στα αγγλικά). Energy Strategy Reviews 26: 100397. doi: . ISSN 2211-467X. http://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S2211467X19300902.
- ↑ Bhargava, Viy K., επιμ. (28 Αυγούστου 2006). Global Issues for Global Citizens. The World Bank. ISBN 978-0-8213-6731-5.
- ↑ «Ten health issues WHO will tackle this year». www.who.int (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 12 Απριλίου 2020.
- ↑ Nations, United. «The Greatest Threat To Global Security: Climate Change Is Not Merely An Environmental Problem». United Nations (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 12 Απριλίου 2020.
- ↑ 45,0 45,1 45,2 IPCC, 2014: Climate Change 2014: Synthesis Report. Contribution of Working Groups I, II and III to the Fifth Assessment Report of the Intergovernmental Panel on Climate Change [Core Writing Team, R.K. Pachauri and L.A. Meyer (eds.)]. IPCC, Geneva, Switzerland, 151 pp.
- ↑ El-Fadel, M.; Bou-Zeid, E. (2003). «Climate change and water resources in the Middle East: vulnerability, socio-economic impacts and adaptation». Climate Change in the Mediterranean. doi: . ISBN 9781781950258.
- ↑ Broom, Douglas. «How the Middle East is suffering on the front lines of climate change». World Economic Forum. Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2020.
- ↑ Gornall, Jonathan (24 April 2019). «With climate change, life in the Gulf could become impossible». Euroactive. https://www.euractiv.com/section/climate-environment/opinion/with-climate-change-life-in-the-gulf-could-become-impossible/. Ανακτήθηκε στις 4 February 2020.
- ↑ Pal, Jeremy S.; Eltahir, Elfatih A. B. (2015-10-26). «Future temperature in southwest Asia projected to exceed a threshold for human adaptability». Nature Climate Change 6 (2): 197–200. doi: . ISSN 1758-678X.
- ↑ Waha, Katharina; Krummenauer, Linda; Adams, Sophie; Aich, Valentin; Baarsch, Florent; Coumou, Dim; Fader, Marianela; Hoff, Holger και άλλοι. (2017-04-12). «Climate change impacts in the Middle East and Northern Africa (MENA) region and their implications for vulnerable population groups». Regional Environmental Change 17 (6): 1623–1638. doi: . ISSN 1436-3798.
- ↑ Brauch, Hans Günter (2012), «Policy Responses to Climate Change in the Mediterranean and MENA Region during the Anthropocene», Climate Change, Human Security and Violent Conflict, Hexagon Series on Human and Environmental Security and Peace, 8, Springer Berlin Heidelberg, σελ. 719–794, doi: , ISBN 978-3-642-28625-4
Περαιτέρω ανάγνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Adelson, Roger (1995). London and the Invention of the Middle East: Money, Power, and War, 1902–1922. Yale University Press. ISBN 978-0-300-06094-2.
- Anderson, R· Seibert, R· Wagner, J. (2006). Politics and Change in the Middle East (8th έκδοση). Prentice-Hall.
- Barzilai, Gad· Aharon, Klieman· Gil, Shidlo (1993). The Gulf Crisis and its Global Aftermath. Routledge. ISBN 978-0-415-08002-6.
- Barzilai, Gad (1996). Wars, Internal Conflicts and Political Order. State University of New York Press. ISBN 978-0-7914-2943-3.
- Beaumont, Peter· Blake, Gerald H· Wagstaff, J. Malcolm (1988). The Middle East: A Geographical Study. David Fulton. ISBN 978-0-470-21040-6.
- Bishku, Michael B. (2015). «Is the South Caucasus Region a Part of the Middle East?». Journal of Third World Studies 32 (1): 83–102.
- Cleveland, William L., and Martin Bunton. A History Of The Modern Middle East (6th ed. 2018 4th ed. online
- Cressey, George B. (1960). Crossroads: Land and Life in Southwest Asia. Chicago, IL: J.B. Lippincott Co. xiv, 593 pp. ill. with maps and b&w photos.
- Fischbach, ed. Michael R. Biographical encyclopedia of the modern Middle East and North Africa (Gale Group, 2008).
- Freedman, Robert O. (1991). The Middle East from the Iran-Contra Affair to the Intifada, in series, Contemporary Issues in the Middle East. 1st ed. Syracuse, NY: Syracuse University Press. x, 441 pp. (ISBN 0-8156-2502-2) pbk.
- Goldschmidt, Arthur Jr (1999). A Concise History of the Middle East. Westview Press. ISBN 978-0-8133-0471-7.
- Halpern, Manfred. Politics of Social Change: In the Middle East and North Africa (Princeton University Press, 2015).
- Ismael, Jacqueline S., Tareq Y. Ismael, and Glenn Perry. Government and politics of the contemporary Middle East: Continuity and change (Routledge, 2015).
- Lynch, Marc, ed. The Arab Uprisings Explained: New Contentious Politics in the Middle East (Columbia University Press, 2014). p. 352.
- Palmer, Michael A. (1992). Guardians of the Persian Gulf: A History of America's Expanding Role in the Persian Gulf, 1833–1992. New York: The Free Press. ISBN 978-0-02-923843-1.
- Reich, Bernard. Political leaders of the contemporary Middle East and North Africa: a biographical dictionary (Greenwood Publishing Group, 1990).
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- "Middle East – Articles by Region" Αρχειοθετήθηκε 2014-02-09 στο Wayback Machine. – Council on Foreign Relations: "A Resource for Nonpartisan Research and Analysis"
- "Middle East – Interactive Crisis Guide" Αρχειοθετήθηκε 2009-11-30 στο Wayback Machine. – Council on Foreign Relations: "A Resource for Nonpartisan Research and Analysis"
- Middle East Department University of Chicago Library
- Middle East Business Intelligence since 1957: "The leading information source on business in the Middle East" – MEED.com
- Carboun – advocacy for sustainability and environmental conservation in the Middle East
- Μέση Ανατολή στο Curlie
- Middle East News Αρχειοθετήθηκε 2009-05-09 στο Wayback Machine. from Yahoo! News
- Middle East Business, Financial & Industry News – ArabianBusiness.com