Αλκίνια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Vchorozopoulos (συζήτηση | συνεισφορές)
Fixed PDF Compilation
Γραμμή 13: Γραμμή 13:
Με [[αντίδραση απόσπασης|απόσπαση]] δύο μορίων υδραλογόνου από κατάλληλο διαλαλκάνιο, με χρήση [[υδροξείδιο του νατρίου|υδροξειδίου του νατρίου]] (NaOH), παράγεται αλκίνιο<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.153, §6.4.3.</ref>:
Με [[αντίδραση απόσπασης|απόσπαση]] δύο μορίων υδραλογόνου από κατάλληλο διαλαλκάνιο, με χρήση [[υδροξείδιο του νατρίου|υδροξειδίου του νατρίου]] (NaOH), παράγεται αλκίνιο<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.153, §6.4.3.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{RCH_2CX_2R + 2NaOH \xrightarrow{} RC \equiv CR + 2NaX + 2H_2O}</math><br />
<math>RCH_2CX_2R + 2NaOH \xrightarrow{} RC \equiv CR + 2NaX + 2H_2O</math><br />
</div>
</div>


Γραμμή 20: Γραμμή 20:
Με [[αντίδραση απόσπασης|απόσπαση]] δύο μορίων [[αλογόνα|αλογόνου]] από τετρααλαλκάνιο, με χρήση [[ψευδάργυρος|ψευδαργύρου]] (Zn), παράγεται αλκίνιο<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.153, §6.3.1β.</ref>:
Με [[αντίδραση απόσπασης|απόσπαση]] δύο μορίων [[αλογόνα|αλογόνου]] από τετρααλαλκάνιο, με χρήση [[ψευδάργυρος|ψευδαργύρου]] (Zn), παράγεται αλκίνιο<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.153, §6.3.1β.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{RCX_2CX_2R + 2Zn \xrightarrow{} RC \equiv CR + 2ZnX_2}</math>
<math>RCX_2CX_2R + 2Zn \xrightarrow{} RC \equiv CR + 2ZnX_2</math>
</div>
</div>


Γραμμή 36: Γραμμή 36:
* Με το [[οξυγόνο]] του αέρα '''καίγονται''' παρέχοντας κυανή φλόγα υψηλότατης θερμοκρασίας (οξυακετυλενική φλόγα)<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 155, §6.7.1.</ref>:
* Με το [[οξυγόνο]] του αέρα '''καίγονται''' παρέχοντας κυανή φλόγα υψηλότατης θερμοκρασίας (οξυακετυλενική φλόγα)<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 155, §6.7.1.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{C_nH_{2n-2} + \frac{2n-1}{2}O_2 \xrightarrow{} nCO_2 + (n-1)H_2O + (657n - 230) \;kJ }</math>
<math>C_nH_{2n-2} + \frac{2n-1}{2}O_2 \xrightarrow{} nCO_2 + (n-1)H_2O + (657n - 230) \;kJ </math>
</div>
</div>
* Η καύση αναπτύσσει θερμοκρασίες περίπου 3000<sup>ο</sup>C και χρησιμοποιείται στην κοπή και την τήξη μετάλλων και μεταλλικών κατασκευών. Μίγματα αλκινίων με αέρα είναι ιδιαίτερα εύφλεκτα και εκρηκτικά.
* Η καύση αναπτύσσει θερμοκρασίες περίπου 3000<sup>ο</sup>C και χρησιμοποιείται στην κοπή και την τήξη μετάλλων και μεταλλικών κατασκευών. Μίγματα αλκινίων με αέρα είναι ιδιαίτερα εύφλεκτα και εκρηκτικά.
Γραμμή 44: Γραμμή 44:
Με επίδραση [[θειικό οξύ|θειικού οξέος]] και στη συνέχεια [[νερό|νερού]] ([[ενυδάτωση]]) σε αλκίνιο, παρουσία ιόντων [[υδράργυρος|υδραργύρου]] (Hg), παράγεται [[αιθανάλη]] (από αιθίνιο) ή [[κετόνες|κετόνη]] (από τα άλλα αλκίνια)<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.3.</ref>:
Με επίδραση [[θειικό οξύ|θειικού οξέος]] και στη συνέχεια [[νερό|νερού]] ([[ενυδάτωση]]) σε αλκίνιο, παρουσία ιόντων [[υδράργυρος|υδραργύρου]] (Hg), παράγεται [[αιθανάλη]] (από αιθίνιο) ή [[κετόνες|κετόνη]] (από τα άλλα αλκίνια)<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.3.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{HC \equiv CH + H_2O \xrightarrow[H_2SO_4]{Hg^{2+}} CH_3CHO } </math>
<math>HC \equiv CH + H_2O \xrightarrow[H_2SO_4]{Hg^{2+}} CH_3CHO </math>
<br />
<br />
ή
ή
<br />
<br />
<math>\mathrm{RC \equiv CR + H_2O \xrightarrow[H_2SO_4]{Hg^{2+}} RCH_2COR } </math>
<math>RC \equiv CR + H_2O \xrightarrow[H_2SO_4]{Hg^{2+}} RCH_2COR </math>
</div>
</div>
* Ενδιάμεσα παράγεται ασταθής [[αλκενόλες|αλκενόλη]] που ισομερειώνεται σε αιθανάλη ή κετόνη.
* Ενδιάμεσα παράγεται ασταθής [[αλκενόλες|αλκενόλη]] που ισομερειώνεται σε αιθανάλη ή κετόνη.
Γραμμή 57: Γραμμή 57:
Με επίδραση ([[προσθήκη]]) [[υποαλογονώδη οξέα|υποαλογονώδους οξέος]] (HOX) σε αλκίνιο παράγεται αλαιθανάλη (από αιθίνιο) ή [[κετόνες|αλοκετόνη]] (από τα άλλα αλκίνια)<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 156, §6.8.4.</ref>:
Με επίδραση ([[προσθήκη]]) [[υποαλογονώδη οξέα|υποαλογονώδους οξέος]] (HOX) σε αλκίνιο παράγεται αλαιθανάλη (από αιθίνιο) ή [[κετόνες|αλοκετόνη]] (από τα άλλα αλκίνια)<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 156, §6.8.4.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{HC \equiv CH + HOX \xrightarrow{} XCH_2CHO } </math>
<math>HC \equiv CH + HOX \xrightarrow{} XCH_2CHO </math>
<br />
<br />
ή
ή
<br />
<br />
<math>\mathrm{RC \equiv CR + HOX \xrightarrow{} RCHXCOR } </math>
<math>{RC \equiv CR + HOX \xrightarrow{} RCHXCOR </math>
</div>
</div>
* Το HOX παράγεται συνήθως επιτόπου με την αντίδραση:
* Το HOX παράγεται συνήθως επιτόπου με την αντίδραση:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
2H_2O + X_2 \xrightarrow{} 2HOX
2H_2O + X_2 \xrightarrow{} 2HOX
}</math>
</math>
</div>
</div>
* Ενδιάμεσα παράγεται ασταθής [[αλκενόλες|αλαλκενόλη]] που ισομερειώνεται σε αλαιθανάλη ή αλοκετόνη.
* Ενδιάμεσα παράγεται ασταθής [[αλκενόλες|αλαλκενόλη]] που ισομερειώνεται σε αλαιθανάλη ή αλοκετόνη.
Γραμμή 76: Γραμμή 76:
Με καταλυτική [[υδρογόνωση]] αλκινίου σχηματίζεται αρχικά [[αλκένιο]] και στη συνέχεια (με περίσσεια [[υδρογόνο|υδρογόνου]]) [[αλκάνιο]].<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.4α.</ref>:
Με καταλυτική [[υδρογόνωση]] αλκινίου σχηματίζεται αρχικά [[αλκένιο]] και στη συνέχεια (με περίσσεια [[υδρογόνο|υδρογόνου]]) [[αλκάνιο]].<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.4α.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + H_2 \xrightarrow{Ni\;\acute{\eta}\; Pd \;\acute{\eta}\; Pt} E-RCH=CHR \xrightarrow[+ H_2]{Ni\;\acute{\eta}\; Pd \;\acute{\eta}\; Pt} RCH_2CH_2R
RC \equiv CR + H_2 \xrightarrow{Ni\;\acute{\eta}\; Pd \;\acute{\eta}\; Pt} E-RCH=CHR \xrightarrow[+ H_2]{Ni\;\acute{\eta}\; Pd \;\acute{\eta}\; Pt} RCH_2CH_2R
}</math>
</math>
</div>
</div>


Γραμμή 87: Γραμμή 87:
και στη συνέχεια (με περίσσεια [[αλογόνο|αλογόνου]]) τετρααλαλκάνιο.<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.2.</ref>:
και στη συνέχεια (με περίσσεια [[αλογόνο|αλογόνου]]) τετρααλαλκάνιο.<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.2.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + X_2 \xrightarrow{CCl_4} RCX=CXR \xrightarrow[+X_2]{CCl_4} RCX_2CX_2R
RC \equiv CR + X_2 \xrightarrow{CCl_4} RCX=CXR \xrightarrow[+X_2]{CCl_4} RCX_2CX_2R
}</math>
</math>
</div>
</div>


Γραμμή 96: Γραμμή 96:
Με προσθήκη [[υδραλογόνα|υδραλογόνων]] (HX) ([[υδραλογόνωση]]) σε αλκίνιο παράγεται αρχικά αλαλκένιο και στη συνέχεια (με περίσσεια [[υδραλογόνο|υδραλογόνου]]) διαλαλκάνιο.<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.1.</ref>:
Με προσθήκη [[υδραλογόνα|υδραλογόνων]] (HX) ([[υδραλογόνωση]]) σε αλκίνιο παράγεται αρχικά αλαλκένιο και στη συνέχεια (με περίσσεια [[υδραλογόνο|υδραλογόνου]]) διαλαλκάνιο.<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.1.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + HX \xrightarrow{} RCH=CXR \xrightarrow{+HX} RCH_2CX_2R
RC \equiv CR + HX \xrightarrow{} RCH=CXR \xrightarrow{+HX} RCH_2CX_2R
}</math>
</math>
</div>
</div>
* Σε ακραία αλκίνια, δηλ. τύπου RC &equiv; CH, παράγεται αρχικά αλαλκένιο του τύπου RCX=CH<sub>2</sub> και τελικά διαλαλκάνιο του τύπου RCX<sub>2</sub>CH<sub>3</sub>. Δηλαδή η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια <sup>δ+</sup>H-X<sup>δ-</sup>.
* Σε ακραία αλκίνια, δηλ. τύπου RC &equiv; CH, παράγεται αρχικά αλαλκένιο του τύπου RCX=CH<sub>2</sub> και τελικά διαλαλκάνιο του τύπου RCX<sub>2</sub>CH<sub>3</sub>. Δηλαδή η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια <sup>δ+</sup>H-X<sup>δ-</sup>.
Γραμμή 107: Γραμμή 107:
Με προσθήκη [[υδρακυάνιο|υδροκυανίου]] (HCN) ([[υδροκυάνωση]]) σε αλκίνιο παράγεται αλκενονιτρίλιο:
Με προσθήκη [[υδρακυάνιο|υδροκυανίου]] (HCN) ([[υδροκυάνωση]]) σε αλκίνιο παράγεται αλκενονιτρίλιο:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + HCN \xrightarrow{} RCH=C(R)CN
RC \equiv CR + HCN \xrightarrow{} RCH=C(R)CN
}</math>
</math>
</div>
</div>
* Η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια <sup>δ+</sup>H-CN<sup>δ-</sup>.
* Η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια <sup>δ+</sup>H-CN<sup>δ-</sup>.
Γραμμή 117: Γραμμή 117:
1. Με προσθήκη [[μονοξείδιο του άνθρακα|μονοξειδίου του άνθρακα]] (CO) και [[νερό|νερού]] (H<sub>2</sub>O), παράγεται αλκενικό οξύ:
1. Με προσθήκη [[μονοξείδιο του άνθρακα|μονοξειδίου του άνθρακα]] (CO) και [[νερό|νερού]] (H<sub>2</sub>O), παράγεται αλκενικό οξύ:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + CO + H_2O \xrightarrow{} RCH=C(R)COOH
RC \equiv CR + CO + H_2O \xrightarrow{} RCH=C(R)COOH
}</math>
</math>
</div>
</div>
* Η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια <sup>δ+</sup>H-COOH<sup>δ-</sup>.
* Η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια <sup>δ+</sup>H-COOH<sup>δ-</sup>.
Γραμμή 125: Γραμμή 125:
2. Με προσθήκη [[μονοξείδιο του άνθρακα|μονοξειδίου του άνθρακα]] (CO) και [[αλκοόλη|αλκοόλης]] (ROH), παράγεται αλκενικός αλκυλεστέρας:
2. Με προσθήκη [[μονοξείδιο του άνθρακα|μονοξειδίου του άνθρακα]] (CO) και [[αλκοόλη|αλκοόλης]] (ROH), παράγεται αλκενικός αλκυλεστέρας:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + CO + ROH \xrightarrow{} RCH=C(R)COOR
RC \equiv CR + CO + ROH \xrightarrow{} RCH=C(R)COOR
}</math>
</math>
</div>
</div>


Γραμμή 136: Γραμμή 136:
1. Επίδραση αραιού διαλύματος [[υπερμαγγανικό κάλιο|υπερμαγγανικού καλίου]] (KMnO<sub>4</sub>). Π.χ.:
1. Επίδραση αραιού διαλύματος [[υπερμαγγανικό κάλιο|υπερμαγγανικού καλίου]] (KMnO<sub>4</sub>). Π.χ.:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
5RC \equiv CR + 4KMnO_4 + 2H_2SO_4 \xrightarrow{} 5RCH(OH)COR + 4MnO + 2K_2SO_4 + 2H_2O }</math>
5RC \equiv CR + 4KMnO_4 + 2H_2SO_4 \xrightarrow{} 5RCH(OH)COR + 4MnO + 2K_2SO_4 + 2H_2O </math>
</div>
</div>
2. Επίδραση [[καρβονικά οξέα|καρβονικού οξέος]] και [[υπεροξείδιο του υδρογόνου|υπεροξείδιου του υδρογόνου]]:
2. Επίδραση [[καρβονικά οξέα|καρβονικού οξέος]] και [[υπεροξείδιο του υδρογόνου|υπεροξείδιου του υδρογόνου]]:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + H_2O_2 \xrightarrow{RCOOH} RCH(OH)COR }</math>
RC \equiv CR + H_2O_2 \xrightarrow{RCOOH} RCH(OH)COR </math>
</div>
</div>
* Ενδιάμεσα παράγεται ασταθής [[ταυτομέρεια|ταυτομερής]] αλκενοδιόλη που ισομερειώνεται σε υδροξυαλδεΰδη ή υδροξυκετόνη.
* Ενδιάμεσα παράγεται ασταθής [[ταυτομέρεια|ταυτομερής]] αλκενοδιόλη που ισομερειώνεται σε υδροξυαλδεΰδη ή υδροξυκετόνη.
Γραμμή 150: Γραμμή 150:
Με επίδραση [[αλκοόλες|αλκοόλης]] (ROH) σε αλκίνιο παράγεται αλκενυλαλκυλαιθέρας<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.5.</ref>:
Με επίδραση [[αλκοόλες|αλκοόλης]] (ROH) σε αλκίνιο παράγεται αλκενυλαλκυλαιθέρας<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.5.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + ROH \xrightarrow{\triangle} RCH=C(R)OR}
RC \equiv CR + ROH \xrightarrow{\triangle} RCH=C(R)OR
</math>
</math>
</div>
</div>
Γραμμή 160: Γραμμή 160:
Με επίδραση [[καρβονικά οξέα|καρβονικών οξέων]] (RCOOH) σε αλκίνιο παράγεται [[εστέρες|καρβονικός αλκενυλεστέρας]]<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.6.</ref>:
Με επίδραση [[καρβονικά οξέα|καρβονικών οξέων]] (RCOOH) σε αλκίνιο παράγεται [[εστέρες|καρβονικός αλκενυλεστέρας]]<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.6.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + RCOOH \xrightarrow{} RCOOC(R)=CHR}
RC \equiv CR + RCOOH \xrightarrow{} RCOOC(R)=CHR
</math>
</math>
</div>
</div>
Γραμμή 170: Γραμμή 170:
Με επίδραση [[όζον|όζοντος]] ([[οζονόλυση]]) σε αλκίνιο, παράγεται αρχικά ασταθές [[οζονίδια|οζονίδιο]] που τελικά διασπάται σε [[αιθανοδιάλη]] (αιθίνιο), [[αλδεΰδες|κεταλδεΰδη]] (άλλα εξωτερικά αλκίνια) ή [[κετόνες|δικετόνη]] (εσωτερικά αλκίνια)<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.7α.</ref>:
Με επίδραση [[όζον|όζοντος]] ([[οζονόλυση]]) σε αλκίνιο, παράγεται αρχικά ασταθές [[οζονίδια|οζονίδιο]] που τελικά διασπάται σε [[αιθανοδιάλη]] (αιθίνιο), [[αλδεΰδες|κεταλδεΰδη]] (άλλα εξωτερικά αλκίνια) ή [[κετόνες|δικετόνη]] (εσωτερικά αλκίνια)<ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.7α.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
RC \equiv CR + \frac{2}{3}O_3 \xrightarrow{H_2O} RCOCOR }</math>
RC \equiv CR + \frac{2}{3}O_3 \xrightarrow{H_2O} RCOCOR </math>
</div>
</div>


Γραμμή 178: Γραμμή 178:
Με επίδραση πυκνού διαλύματος [[υπερμαγγανικό κάλιο|υπερμαγγανικού καλίου]] (KMnO<sub>4</sub>) παράγεται [[οξαλικό οξύ]] (αιθίνιο), [[κετοξέα|κετοξύ]] ή [[κετόνες|δικετόνη]](εσωτερικά αλκίνια) (άλλα εξωτερικά αλκίνια) <ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.8.</ref>:
Με επίδραση πυκνού διαλύματος [[υπερμαγγανικό κάλιο|υπερμαγγανικού καλίου]] (KMnO<sub>4</sub>) παράγεται [[οξαλικό οξύ]] (αιθίνιο), [[κετοξέα|κετοξύ]] ή [[κετόνες|δικετόνη]](εσωτερικά αλκίνια) (άλλα εξωτερικά αλκίνια) <ref>Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.8.</ref>:
<div style='text-align: center;'>
<div style='text-align: center;'>
<math>\mathrm{
<math>
5HC \equiv CH + 8KMnO_4 + 4H_2SO_4 \xrightarrow{} 5HOOCCOOH + 8MnO_2 + 4K_2SO_4 + 4H_2O
5HC \equiv CH + 8KMnO_4 + 4H_2SO_4 \xrightarrow{} 5HOOCCOOH + 8MnO_2 + 4K_2SO_4 + 4H_2O
}</math>
</math>
<br />
<br />
ή
ή
<br />
<br />
<math>\mathrm{
<math>
5RC \equiv CH + 6KMnO_4 + 3H_2SO_4 \xrightarrow{} 5RCOCOOH + 6MnO_2 + 3K_2SO_4 + 3H_2O
5RC \equiv CH + 6KMnO_4 + 3H_2SO_4 \xrightarrow{} 5RCOCOOH + 6MnO_2 + 3K_2SO_4 + 3H_2O
}</math>
</math>
<br />
<br />
ή
ή
<br />
<br />
<math>\mathrm{
<math>
5RC \equiv CH + 4KMnO_4 + 2H_2SO_4 \xrightarrow{} 5RCOCOR + 4MnO_2 + 2K_2SO_4 + 2H_2O
5RC \equiv CH + 4KMnO_4 + 2H_2SO_4 \xrightarrow{} 5RCOCOR + 4MnO_2 + 2K_2SO_4 + 2H_2O
}</math>
</math>
</div>
</div>



Έκδοση από την 17:33, 28 Ιανουαρίου 2015

Ένα μοντέλο 3D model του αιθινίου, του απλούστερου αλκινίου

Τα αλκίνια είναι ομόλογη σειρά ακόρεστων υδρογονανθράκων, που φέρουν ένα τριπλό δεσμό στο μόριό τους. Παραδοσιακά ονομάζονται μερικές φορές και «ακετυλένια», αφού όλα τους μπορούν να θεωρηθούν παράγωγα του ακετυλενίου. Ο γενικός χημικός τύπος τους είναι CnH2n-2 (n>1). Έχουν βαθμό ακορεστότητας 2 και είναι ισομερή με τα αλκαδιένια, τα κυκλοαλκένια και τα δικυκλοαλκάνια. Με βάση την ονοματολογία κατά IUPAC, λαμβάνουν το χαρακτηριστικό ενδιάμεσο «-ιν-», π.χ. αιθίνιο. Όπως και οι υπόλοιποι υδρογονάνθρακες είναι γενικά υδρόφοβες ενώσεις αλλά είναι από τους πιο δραστικούς σε χημική συμπεριφορά. Διακρίνονται σε δυο κύριες υπομόλογες σειρές: τα «εξωτερικά αλκίνια», που έχουν το τριπλό δεσμό τους στην άκρη του μορίου τους (οπότε περιέχουν τη δομή H-C≡C...) και τα «εσωτερικά αλκίνια», που έχουν τον τριπλό δεσμό τους ενδιάμεσα στο μόριό τους (οπότε περιέχουν τη δομή ...C-C≡C-C...).

Δομή

Στα αιθίνια, ο δεσμός C≡C είναι ευθύγραμμος και οι γωνίες δεσμών του είναι 180°. Γι' αυτό, κυκλικές ενώσεις με τριπλό δεσμό είναι σπάνιες. Π.χ. το βενζίνιο είναι εξαιρετικά ασταθές. Το μήκος του δεσμού C≡C είναι 120 pm, δηλαδή πολύ βραχύτερος από το δεσμό C=C (π.χ. στα αλκένια), που έχει μήκος 134 pm και ακόμη περισσότερο από το δεσμό C-C που έχει (συνήθως) μήκος 154 pm. Ο τριπλός δεσμός είναι ακόμη πολύ ισχυρός με συνολική ισχύ 839 kJ/mol. Πιο συγκεκριμένα, περιέχει ένα σ (2sp-2sp) δεσμό με ισχύ 369 kJ/mol, και δύο π (2py-2py και 2pz-2pz) δεσμούς με ισχύ 268 kJ/mol και 202 kJ/mol, αντίστοιχα, σύμφωνα με τη θεωρία των μοριακών τροχιακών, της Κβαντομηχανικής. Οι σ δεσμοί με τα άτομα που συνορεύουν με τον τριπλό δεσμό είναι επίσης βραχύτεροι από τους συνηθισμένους, γιατί είναι τύπου (1s - 2sp), οι δεσμοί C-H (106 pm), και (2sp3-2sp), οι C-C (147 pm)«Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.34, §2.6.-§2.7.».

Παραγωγή

Με απόσπαση υδραλογόνων

Με απόσπαση δύο μορίων υδραλογόνου από κατάλληλο διαλαλκάνιο, με χρήση υδροξειδίου του νατρίου (NaOH), παράγεται αλκίνιο[1]:


Με απόσπαση αλογόνων

Με απόσπαση δύο μορίων αλογόνου από τετρααλαλκάνιο, με χρήση ψευδαργύρου (Zn), παράγεται αλκίνιο[2]:

  • Αναφέρονται οι γενικές μέθοδοι. Για ορισμένα αλκίνια, όπως το αιθίνιο, υπάρχουν και μερικές ειδικές μέθοδοι.
  • Όπου R αλκύλιο ή υδρογόνο. Τα R δεν είναι αναγκαίο να είναι ίδια μεταξύ τους.

Χημικές ιδιότητες και παράγωγα

  • Εμφανίζουν όλες τις χαρακτηριστικές ιδιότητες των ακόρεστων υδρογονανθράκων:
  • Όπου R αλκύλιο ή υδρογόνο. Τα R δεν είναι αναγκαίο να είναι ίδια μεταξύ τους.
  • Όπου X αλογόνο, δηλαδή φθόριο, χλώριο, βρώμιο ή ιώδιο, εκτός αν εξαιρείται κάποιο, όπως σημειώνεται παρακάτω.

Καύση

  • Με το οξυγόνο του αέρα καίγονται παρέχοντας κυανή φλόγα υψηλότατης θερμοκρασίας (οξυακετυλενική φλόγα)[3]:

  • Η καύση αναπτύσσει θερμοκρασίες περίπου 3000οC και χρησιμοποιείται στην κοπή και την τήξη μετάλλων και μεταλλικών κατασκευών. Μίγματα αλκινίων με αέρα είναι ιδιαίτερα εύφλεκτα και εκρηκτικά.

Ενυδάτωση

Με επίδραση θειικού οξέος και στη συνέχεια νερού (ενυδάτωση) σε αλκίνιο, παρουσία ιόντων υδραργύρου (Hg), παράγεται αιθανάλη (από αιθίνιο) ή κετόνη (από τα άλλα αλκίνια)[4]:


ή

  • Ενδιάμεσα παράγεται ασταθής αλκενόλη που ισομερειώνεται σε αιθανάλη ή κετόνη.
  • Σε ακραία αλκίνια, δηλ. τύπου RC ≡ CH, παράγεται μεθυλοκετόνη, δηλ. του τύπου RCOCH3. Δηλαδή η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια δ+H-OHδ-.

Προσθήκη υπαλογονώδους οξέος

Με επίδραση (προσθήκη) υποαλογονώδους οξέος (HOX) σε αλκίνιο παράγεται αλαιθανάλη (από αιθίνιο) ή αλοκετόνη (από τα άλλα αλκίνια)[5]:


ή
Δεν μπόρεσε να γίνει ανάλυση του όρου. (Λάθος σύνταξης): {\displaystyle {RC \equiv CR + HOX \xrightarrow{} RCHXCOR }

  • Το HOX παράγεται συνήθως επιτόπου με την αντίδραση:

  • Ενδιάμεσα παράγεται ασταθής αλαλκενόλη που ισομερειώνεται σε αλαιθανάλη ή αλοκετόνη.
  • Σε ακραία αλκίνια, δηλ. τύπου RC ≡ CH, παράγεται (αλομεθυλο)κετόνη, δηλ. του τύπου RCOCH2X, εκτός αν το αλογόνο είναι το φθόριο, οπότε σχηματίζεται φθοραλδεΰδη του τύπου RCHFCHO. Αυτό συμβαίνει γιατί η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια δ+X-OHδ-, για τα εκτός φθορίου αλογόνα και δ-F-OHδ+.

Καταλυτική υδρογόνωση

Με καταλυτική υδρογόνωση αλκινίου σχηματίζεται αρχικά αλκένιο και στη συνέχεια (με περίσσεια υδρογόνου) αλκάνιο.[6]:


Αλογόνωση

Με επίδραση αλογόνου (X2) (αλογόνωση) σε αλκίνιο έχουμε προσθήκη στον τριπλό δεσμό. Παράγεται αρχικά διαλαλκένιο και στη συνέχεια (με περίσσεια αλογόνου) τετρααλαλκάνιο.[7]:

Υδραλογόνωση

Με προσθήκη υδραλογόνων (HX) (υδραλογόνωση) σε αλκίνιο παράγεται αρχικά αλαλκένιο και στη συνέχεια (με περίσσεια υδραλογόνου) διαλαλκάνιο.[8]:

  • Σε ακραία αλκίνια, δηλ. τύπου RC ≡ CH, παράγεται αρχικά αλαλκένιο του τύπου RCX=CH2 και τελικά διαλαλκάνιο του τύπου RCX2CH3. Δηλαδή η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια δ+H-Xδ-.


Υδροκυάνωση

Με προσθήκη υδροκυανίου (HCN) (υδροκυάνωση) σε αλκίνιο παράγεται αλκενονιτρίλιο:

  • Η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια δ+H-CNδ-.

Προσθήκη μονοξειδίου του άνθρακα

1. Με προσθήκη μονοξειδίου του άνθρακα (CO) και νερού (H2O), παράγεται αλκενικό οξύ:

  • Η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια δ+H-COOHδ-.

2. Με προσθήκη μονοξειδίου του άνθρακα (CO) και αλκοόλης (ROH), παράγεται αλκενικός αλκυλεστέρας:

Διυδροξυλίωση

Η διυδροξυλίωση αλκινίου, αντιστοιχεί σε προσθήκη H2O2 και παράγει υδροξυαλδεΰδη ή υδροξυκετόνη[9]:

1. Επίδραση αραιού διαλύματος υπερμαγγανικού καλίου (KMnO4). Π.χ.:

2. Επίδραση καρβονικού οξέος και υπεροξείδιου του υδρογόνου:

  • Ενδιάμεσα παράγεται ασταθής ταυτομερής αλκενοδιόλη που ισομερειώνεται σε υδροξυαλδεΰδη ή υδροξυκετόνη.

Προσθήκη αλκοολών

Με επίδραση αλκοόλης (ROH) σε αλκίνιο παράγεται αλκενυλαλκυλαιθέρας[10]:

  • Η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια δ-RO-Hδ+.

Προσθήκη καρβονικών οξέων

Με επίδραση καρβονικών οξέων (RCOOH) σε αλκίνιο παράγεται καρβονικός αλκενυλεστέρας[11]:

  • Η προσθήκη γίνεται κατά την έννοια δ-RCOO-Hδ+.

Οζονόλυση

Με επίδραση όζοντος (οζονόλυση) σε αλκίνιο, παράγεται αρχικά ασταθές οζονίδιο που τελικά διασπάται σε αιθανοδιάλη (αιθίνιο), κεταλδεΰδη (άλλα εξωτερικά αλκίνια) ή δικετόνη (εσωτερικά αλκίνια)[12]:

Επίδραση πυκνού υπερμαγγανικού καλίου

Με επίδραση πυκνού διαλύματος υπερμαγγανικού καλίου (KMnO4) παράγεται οξαλικό οξύ (αιθίνιο), κετοξύ ή δικετόνη(εσωτερικά αλκίνια) (άλλα εξωτερικά αλκίνια) [13]:


ή

ή

Παρατηρήσεις, υποσημειώσεις και αναφορές

  1. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.153, §6.4.3.
  2. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.153, §6.3.1β.
  3. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 155, §6.7.1.
  4. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.3.
  5. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 156, §6.8.4.
  6. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.4α.
  7. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.2.
  8. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.1.
  9. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 157, §6.8.9.
  10. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.5.
  11. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.6.
  12. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.7α.
  13. Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.8.

Πηγές

  • Speight J. G., “Chemical and Process Design Handbook”, McGraw-Hill, 2002.
  • Γ. Βάρβογλη, Ν. Αλεξάνδρου, Οργανική Χημεία, Αθήνα 1972
  • Α. Βάρβογλη, «Χημεία Οργανικών Ενώσεων», παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1991
  • SCHAUM'S OUTLINE SERIES, ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ, Μτφ. Α. Βάρβογλη, 1999
  • Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982
  • University College of Cork| Δικτυακός τόπος Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Κορκ


CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Alkyne της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).