Πολυτονική γραφή της ελληνικής γλώσσας
Η πολυτονική γραφή της ελληνικής γλώσσας ή, διαφορετικά, το πολυτονικό σύστημα γραφής της ελληνικής γλώσσας, χρησιμοποιεί μια ποικιλία τονικών σημείων και πνευμάτων, σε αντίθεση με το μονοτονικό σύστημα. Η πολυτονική ορθογραφία χρονολογείται από την ελληνιστική περίοδο (323–30 π.Χ.) και βρισκόταν σε επίσημη χρήση στα κράτη της Ελλάδας και Κύπρου και τους δημόσιους οργανισμούς τους έως και το 1982, οπότε καθιερώθηκε το μονοτονικό σύστημα, το οποίο είναι πολύ ευκολότερο από το πολυτονικό και διατηρεί μόνο δύο κύρια σημεία: την οξεία και τα διαλυτικά.
Η πολυτονική ορθογραφία είναι το πρότυπο σύστημα ορθογραφίας για την αρχαία και μεσαιωνική Ελληνική. Οι τόνοι της οξείας ( ´ ), της βαρείας ( ` ), και της περισπωμένης ( ˜ ) υποδηλώνουν διαφορετικούς τύπους τονισμού στην προφορά των λέξεων. Το πνεύμα της δασείας ( ῾ ) υποδηλώνει την παρουσία δασέος φθόγγου [/h/] πριν το γράμμα στο οποίο τοποθετείται, ενώ το πνεύμα της ψιλής ( ᾿ ) υποδηλώνει την απουσία δασύτητας.[1]
Ο μουσικός τόνος της αρχαίας ελληνικής έχει αντικατασταθεί στη σύγχρονη ελληνική γλώσσα από δυναμικό τονισμό και ο δασύς φθόγγος [/h/] έχει εκλείψει. Έτσι, τα περισσότερα διακριτικά σημεία του πολυτονικού δεν έχουν φωνητική αξία και απλώς καταδεικνύουν την αρχαία ελληνική φωνολογία.
Η μονοτονική ορθογραφία είναι από το 1982 το επίσημο σύστημα για τη Νέα Ελληνική, σε χρήση από το κράτος, τους περισσότερους εκδοτικούς οίκους και ΜΜΕ, καθώς και τη δημόσια εκπαίδευση (με εξαίρεση το μάθημα των αρχαίων ελληνικών). Περιέχει τον τόνο ( ΄ ), που υποδηλώνει την τονιζόμενη συλλαβή και το σημείο των διαλυτικών ( ¨ ), για την παρουσία διφθόγγου (π.χ.: παϊδάκια, όπου τα α και ι συναποτελούν δίφθογγο /ai/, ενώ: παιδάκια, όπου το αι /e/ είναι απλό δίψηφο φωνήεν. Ο τόνος και τα διαλυτικά μπορούν επίσης να συνδυαστούν ( ΅ ) στο ίδιο γράμμα, π.χ.: ταΐζω ή 1η Μαΐου.[1]
Το πολυτονικό σύστημα γραφής αν και η χρήση του πλέον έχει ατονήσει σημαντικά, διατηρείται και σήμερα σε περιορισμένο βαθμό στην ιδιωτική και δημόσια σφαίρα. Για παράδειγμα, η συντηρητική εφημερίδα Εστία[2], μερικοί εκδοτικοί οίκοι [3] [4][5], Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος[6][7] και μεμονωμένοι υποστηρικτές του[8] συνεχίζουν να το χρησιμοποιούν.
Χρονικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το αρχικό ελληνικό αλφάβητο δεν διέθετε σημεία στίξης και πεζά (μικρά) γράμματα, ούτε καν κενά διαστήματα ανάμεσα στις λέξεις. Οι πρώτες μορφές του ελληνικού αλφαβήτου εμφανίζονται τον 8ο αιώνα π.Χ. (η προγενέστερη Γραμμική Β´ ήταν διαφορετικού τύπου σύστημα γραφής της ελληνικής γλώσσας). Έως το 403 π.Χ., διάφορες παραλλαγές του ελληνικού αλφαβήτου ήταν σε χρήση στις διάφορες πόλεις-κράτη, βασίλεια, και ελληνικές αποικίες. Το 403 π.Χ., οι Αθηναίοι αποφάσισαν να χρησιμοποιούν εφεξής το ιωνικό αλφάβητο. Με τη διάδοση της ελληνιστικής κοινής, η οποία αποτελεί μετεξέλιξη της αττικής διαλέκτου, η ιωνική μορφή του αλφαβήτου επισκίασε τις υπόλοιπες εκδοχές του. Παρόλα αυτά, το ιωνικό αλφάβητο εξακολουθούσε να γράφεται με κεφαλαία γράμματα.
Πνεύματα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το δασύ και το ψιλό πνεύμα άρχισαν να χρησιμοποιούνται κατά την κλασική περίοδο, για τη γραφική αναπαράσταση της παρουσίας ή απουσίας του δασέως φθόγγου [/h/] της αττικής διαλέκτου, της οποίας η προηγούμενη μορφή αλφαβήτου χρησιμοποιούσε το γράμμα ήτα (Η) για να αναπαριστά τον μακρό φθόγγο /ē/. Ο δασύς φθόγγος δηλωνόταν επίσης με το Η, στα κείµενα της αττικής διαλέκτου, μέχρι την επισηµοποίηση του ευκλείδειου αλφαβήτου (403 π.Χ.). Τότε το Η χρησιµοποιήθηκε για να δηλώσει αποκλειστικά τον μακρό φθόγγο /ē/, αφού για ένα διάστηµα δήλωνε συγχρόνως τη δασύτητα (/h/), το /ē/, ακόµη και τον βραχύ φθόγγο /ĕ/· π.χ.: ΗΡΑΚΛΗΣ (/hēraklēs/, Ἡρακλῆς), αλλά και: ΗΕΡΜΕΣ (/hermēs/, Ἑρμῆς), γεγονός που γεννούσε δυσχέρειες στην ανάγνωση. Η σύγχυση υπερκεράστηκε στις διαλέκτους της Κάτω Ιταλίας, με τη χρήση του Ͱ ͱ για τη δήλωση του δασέος πνεύµατος (ͰΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ, ͰΗΜΕΡΑ, ͰΩΡΑΙ). Το σηµείο αυτό υιοθετήθηκε και από τους αρχαίους γραµµατικούς, που δήλωσαν με το Ͱ. τον δασύ φθόγγο, όταν άρχισαν να δηλώνουν και τα σηµεία των τόνων. Οπωσδήποτε, γενίκευση της δηλώσεως του δασέος πνεύµατος και της έλλειψής του (του ψιλού με το ┤) έχουµε – όπως και για τους τόνους – μόλις τον 9ο αιώνα στο Βυζάντιο.[1]
Τόνοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά την ελληνιστική περίοδο, τον 3ο αιώνα π.Χ., ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος εισήγαγε και πρωτοχρησιμοποίησε τα πνεύματα και τους τόνους, ακανόνιστα αρχικά, για τη διάκριση κυρίως οµόγραφων τύπων που διαφοροποιούνταν μόνο τονικά ή με την παρουσία δασέος πνεύµατος (νόµος – νοµός, ποιῆσαι – ποιήσαι, ὅρος – ὄρος, ἣ – ἢ). Με την πάροδο τού χρόνου, όσο υποχωρούσε η διάκριση τής προσωδίας και των τόνων (με παράλληλη σίγηση τού δασέος πνεύµατος), τα τονικά σηµεία και τα πνεύµατα προσλάµβαναν λειτουργική και διαφοροποιητική σηµασία. Η χρήση των τονικών σημείων άρχισε να διαδίδεται, έως ότου καθιερώθηκε πλήρως στις αρχές του Μεσαίωνα. Δεν ήταν παρά τον 2ο αιώνα μ.Χ., όταν τα πνεύματα και οι τόνοι έκαναν την εμφάνισή τους στα κείμενα των παπύρων. Η ανάγκη για τα συγκεκριμένα τονικά σημεία δημιουργήθηκε από τη βαθμιαία απόκλιση μεταξύ προφοράς και γραφής.[1]
Κεφαλαιογράμματη γραφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η γραφή με κεφαλαία γράμματα χρησιμοποιείτο ως τον 8ο αιώνα μ.Χ., όταν και επικράτησε η χρήση των πεζών γραμμάτων.
Βαρεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έως τη βυζαντινή περίοδο, είχε πλήρως καθιερωθεί ο σύγχρονος κανόνας που δηλώνει πως η οξεία μετατρέπεται στην τελευταία συλλαβή σε βαρεία (εκτός αν έπεται σημείο στίξης ή εγκλιτική λέξη). Ορισμένοι συγγραφείς έχουν υποστηρίξει πως αρχικά η βαρεία δημιουργήθηκε για να υποδηλώσει την απουσία τόνου και πως ο σύγχρονος κανόνας είναι, κατά την άποψή τους, μια καθ' όλα ορθογραφική σύμβαση. Αρχικά, διάφορες προκλιτικές λέξεις έχαναν τον τόνο τους πριν από άλλη λέξη και λάμβαναν τη βαρεία, αργότερα δε αυτό γενικεύτηκε σε όλες τις λέξεις με την ίδια ορθογραφία. Άλλοι πάλι θεωρούν πως η βαρεία ήταν γλωσσολογικά γνήσια ηχητική αναπαράσταση και δήλωνε τροποποίηση του οξέος τονισμού στο τέλος της λέξης.[9][10][11]
Δυναμικός τόνος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά την ύστερη εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας, χάθηκε ο αρχαίος μουσικός τονισμός και αντικαταστάθηκε από τον δυναμικό, καθιστώντας έτσι τα τρία τονικά σημεία ίδια και ουσιαστικά άχρηστα, όσον αφορά στην προφορά του λόγου, διότι πλέον η ελληνική δεν έκανε διάκριση μεταξύ ψηλού, χαμηλού ή αυξομειούμενου τόνου, ενώ παράλληλα εξέλιπε και ο δασύς φθόγγος [/h/].[1]
Απλοποίηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις αρχές του 20ού αιώνα (και επίσημα κατά τη δεκαετία του 1960), η βαρεία αντικαταστάθηκε από την οξεία, ενώ καταργήθηκαν και τα πνεύματα στα ρ και η υπογεγραμμένη, εκτός από τα έντυπα κείμενα.[12] Οι Έλληνες τυποθέτες της εποχής δεν είχαν τρόπο να εκτυπώσουν τη βαρεία και την υπογεγραμμένη, κατά συνέπεια η χρήση τους εγκαταλείφθηκε, όπως και η διδασκαλία τους στα δημόσια σχολεία.
Αντικατάσταση από το μονοτονικό σύστημα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η επίσημη χρήση του μονοτονικού συστήματος καθιερώθηκε επίσημα στην Ελλάδα, δια νόμου τον Ιανουάριο του 1982.[13] Οι τόνοι και τα πνεύματα καταργήθηκαν και ως μόνο σημείο τονισμού χρησιμοποιείται ο τόνος, που συμβολίζεται με την παλιά οξεία ( ΄ ) ή ένα κατακόρυφο σημαδάκι ( ' ). Οι μονοσύλλαβες λέξεις δεν τονίζονται πλην ορισμένων εξαιρέσεων και τα διαλυτικά παραμένουν ως διακριτικό σημείο γραφής. Η μεταβολή αυτή εφαρμόστηκε την ίδια εποχή και στην Κύπρο.[14] Τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της κατάργησης του πολυτονικού συστήματος ήταν πως το μονοτονικό κάνει ευκολότερη τη διδασκαλία της γραφής στους μαθητές και οικονομικότερη την εκτύπωση κειμένων από εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία. Επίσης πως οι τόνοι και τα πνεύματα δεν έχουν πλέον ουσιαστική αξία στη νεοελληνική γλώσσα. Π.χ., για τους τόνους, ο Γ. Μπαμπινιώτης έχει αναφέρει πως, γλωσσολογικά, μόνο η θέση τους είναι σημαντική και όχι η μορφή τους και, κατά τον Γ. Παπαναστασίου, η χρήση του πολυτονικού συστήματος γίνεται για συναισθηματικούς ή ιδεολογικούς λόγους[15].
Η απλοποίηση του μονοτονικού συστήματος δέχτηκε σφοδρές επικρίσεις, με τα επιχειρήματα ότι η πολυτονική ορθογραφία εξακολουθεί να έχει αξία, προσφέροντας την ικανότητα ανάλυσης και σύνθεσης των λέξεων, καθώς και ένα πολιτιστικό σύνδεσμο με το παρελθόν, ανάμεσα σε άλλα πρακτικά και αισθητικά οφέλη.[16][17][18] Μάλιστα, κατά τον Γ. Γιατρομανωλάκη, η εφαρμογή του μονοτονικού ήταν εθνική μειοδοσία.[15]
Έτσι, παρόλο που το πολυτονικό σύστημα δεν υπήρχε στην αττική διάλεκτο της κλασικής περιόδου, υπάρχει η άποψη πως τα σύγχρονα ελληνικά, ως συνέχεια των μεσαιωνικών ελληνικών, θα πρέπει να συνεχίσουν τις ορθογραφικές συμβάσεις τους. Για παράδειγμα, για τη δασεία έχει υποστηριχθεί ότι χρησιμεύει στην κατανόηση των λέξεων, καθώς το τελικό σύμφωνο του πρώτου συνθετικού αλλάζει σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν ακολουθεί δασυνόμενη λέξη ως δεύτερο συνθετικό. Παραδείγματα: καχύποπτος: κακ(ός) + ὕποπτος, ἀφοπλισμός : ἀπ(ό) + ὁπλισμός, κάθοδος = κατ(ά) + ὁδός κλπ.[19] Κατά τους Ν. Σαραντάκο και Β. Βασιλείου, η γνώση της δασείας δεν βοηθά γιατί, όταν μιλάμε, χρησιμοποιούμε λέξεις που έχουμε απομνημονεύσει και όχι κανόνες δάσυνσης, όπως δείχνουν τα παραδείγματα λέξεων όπου το τελικό σύμφωνο του πρώτου συνθετικού δεν αλλάζει παρ' όλο που ακολουθεί δασυνόμενο δεύτερο συνθετικό Π.χ. αντηλιακό αντί ανθηλιακό: ἀντ(ί) + ἣλιος, τώρα αντί θώρα: τ(ῇ) + ὥρᾳ (ταύτη), απ' όλα αντί αφ' όλα: ἀπ(ό) + ὅλα, πεντέξι αντί πενθέξι: πέντ(ε) + ἕξ).[20][21]
Για τη βαρεία έχει εκφραστεί η άποψη πως βοηθάει στην καλύτερη διάκριση ορισμένων λέξεων και συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση του συντακτικού. Παραδείγματα: ο σύνδεσμος «γιατὶ» παίρνει οξεία όταν είναι ερωτηματικὸς και βαρεία όταν είναι αναφορικός, οι λέξεις νὰ και γιὰ παίρνουν βαρεία όταν είναι αναφορικοὶ σύνδεσμοι και οξεία όταν είναι δεικτικοί, οι αντωνυμίες ποιός, ποιά, ποιό, παίρνουν βαρεία όταν είναι αναφορικές και οξεία όταν είναι ερωτηματικές, "τί" με οξεία είναι ερωτηματικό, ενώ "τὶ" με βαρεία είναι αιτιολογικό. Με την παρουσία της βαρείας δίδεται η δυνατότητα εμφαντικών οξυτονισμών που υποβοηθούν την ανάγνωση και, σε συνδυασμό με μη τονισμένες λέξεις (μα γραμματικώς τονιζόμενες), καταδεικνύουν το μετρικό χασοτόνισμα, ένα γλωσσικό μηχανισμό που δεν εξαντλείται στον στιχηρό λόγο.[22][23] Από την άλλη πλευρά, ο Ν. Σαραντάκος υποστηρίζει ότι η χρησιμότητας της βαρείας είναι πάρα πολύ μικρή, καθώς αποσαφηνίζει «μόνο μια-δυο περιπτώσεις αμφισημίας από τις χιλιάδες που υπάρχουν», για αυτό και εγκαταλείφθηκε η διδασκαλία της πολλά χρόνια πριν την καθιέρωση του μονοτονικού.[24]
Κατά τον Φ. Αδράδος, συνολικά, η γνώση των τόνων και των πνευμάτων επιβεβαιώνει την αδιαίρετη συνέχεια της Ελληνικής Γραμματείας διαμέσου των αιώνων.[25] Κατά την Α. Ρούσου, το πολυτονικό συνδέεται μεν με την ιστορία της γραφής, καθιστώντας το εργαλείο της δουλειάς των μελετητών της αρχαίας και λόγιας γραμματείας, αλλά δεν συνδέεται με το φωνολογικό σύστημα της νέας ελληνικής. Επομένως, κατά την ίδια, η χρήση του πολυτονικού γίνεται με σκοπό τη διαφοροποίηση, ως δείκτης καλλιέργειας και μόρφωσης.[26] Ο Γ. Κεχαγιόγλου χαρακτηρίζει τη χρήση του πολυτονικού «κούφια συνήθεια», υποστηρίζοντας πως η εκφορά του λόγου είναι που έχει σημασία και όχι το ορθογραφικό σύστημα[15].
Σύγχρονη χρήση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η χρήση του πολυτονικού συστήματος δεν συνδέεται απαραίτητα με τη χρήση παλαιότερων μορφών της γλώσσας, όπως η καθαρεύουσα και τα αρχαία και συχνά συναντάται σε κείμενα γραμμένα στη νέα ελληνική γλώσσα, ακόμη και στη δημοτική. Διάφοροι ιδιώτες, σύλλογοι, ιδρύματα και εκδότες συνεχίζουν τη χρήση του, με ή χωρίς τη βαρεία καθώς δεν απαγορεύεται η υιοθέτησή του από τους πολίτες στη δημόσια και ιδιωτική τους ζωή.[27]
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος και οι εκκλησίες και πατριαρχεία ανά τον κόσμο που χρησιμοποιούν ως λειτουργική γλώσσα την ελληνιστική κοινή – γλώσσα των Ευαγγελίων – εξακολουθούν να κάνουν χρήση της πολυτονικής ορθογραφίας, όπως και η καθημερινή εφημερίδα της Αθήνας, Εστία, η οποία κάνει χρήση της καθαρεύουσας.
Μερικά εγχειρίδια μάθησης αρχαίων ελληνικών εξακολουθούν να κάνουν χρήση των πνευμάτων, ενώ κάποια άλλα τα παραλείπουν και διατηρούν μόνο τους τόνους, ώστε να απλοποιήσουν τη μάθηση.[28]
Περιγραφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα πολυτονικά ελληνικά χρησιμοποιούν πολλά διαφορετικά τονικά σημεία σε διάφορες κατηγορίες. Κατά την εποχή που χρησιμοποιούνταν τα αρχαία ελληνικά, καθένα από αυτά τα σημεία υποδήλωνε μια σημαντική διαφοροποίηση στην προφορά του λόγου.
Η μονοτονική ορθογραφία των σύγχρονων ελληνικών χρησιμοποιεί μόνο δύο σημεία, τον τόνο και τα διαλυτικά, τα οποία μερικές φορές συνδυάζονται. Το αρχικό [/h/] δεν προφέρεται πλέον, και έτσι τα πνεύματα της δασείας και της ψιλής δεν χρησιμοποιούνται πλέον. Η διαφοροποίηση της προφοράς ανάλογα με το ποιος από τους τρεις τόνους χρησιμοποιείται έχει επίσης εξαφανιστεί, και το μόνο που απομένει είναι ένας δυναμικός τονισμός. Η υπογεγραμμένη, διακριτικό σημείο το οποίο εφευρέθηκε για να υποδηλώσει ένα ετυμολογικό φωνήεν το οποίο δεν προφερόταν πλέον, καταργήθηκε επίσης.
Οξεία | Οξεία, Διαλυτικά |
Διαλυτικά |
---|---|---|
Άά Έέ Ήή Ίί Όό Ύύ Ώώ | ΐ ΰ | Ϊϊ Ϋϋ |
Η μεταγραφή των ελληνικών ονομάτων ακολουθεί την μεταγραφή των αρχαίων ελληνικών στα λατινικά. Η σύγχρονη μεταγραφή είναι διαφορετική και δεν διακρίνει πολλά γράμματα και διφθόγγους που έχουν ενοποιηθεί υπό την επίδραση του ιωτακισμού.
Τόνοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οξεία | Βαρεία |
περισπωμένη
(διαφορετικές μορφές) |
Οι τόνοι τοποθετούνται σε ένα τονισμένο φωνήεν ή στο τελευταίο από τα δύο φωνήεντα ενός διφθόγγου (π.χ. ά στην πρώτη περίπτωση, αλλά αί στην δεύτερη) και στα αρχαία ελληνικά υποδήλωναν τρόπους έντασης του τονισμού. Η ακριβής φύση των τρόπων δεν είναι βέβαιη, αλλά η γενική τους χρήση είναι γνωστή.[1]
Η οξεία — ά — υποδήλωνε υψηλό μουσικό τόνο σε ένα βραχύ φωνήεν ή αυξανόμενο σε ένα μακρό φωνήεν.
Η βαρεία — ὰ — υποδήλωνε κανονικό ή χαμηλό τόνο.
Η βαρεία αρχικά χρησιμοποιούνταν σε όλες τις άτονες συλλαβές,[29] αλλά πλέον αντικαθιστά μόνο την οξεία στο τέλος μια λέξης αν ακολουθεί μια άλλη τονισμένη λέξη χωρίς παύση.
Η περισπωμένη – ᾶ — υποδήλωνε αυξομειούμενο τόνο σε μια συλλαβή. Για να διαχωριστεί από την γωνιώδη λατινική περισπωμένη, η ελληνική απεικονίζεται με τη μορφή κυματοειδούς γραμμής ή ανεστραμμένης καμπύλης. Ήταν επίσης γνωστή ως οξύβαρυς, και στην αρχική της μορφή γραφόταν ως ^, από τον συνδυασμό της οξείας και της βαρείας. Εμφανιζόταν μόνο στα μακρά φωνήεντα ή τις διφθόγγους.
Πνεύματα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Δασεία | Ψιλή |
Συνδυασμός με τόνους |
Τα πνεύματα γραφόταν πάνω από φωνήεντα ή το ρ.[1]
Η δασεία, ἁ, υποδηλώνει την παρουσία ενός [/h/] πριν το φωνήεν. Πριν από σύμφωνα δεν αναγράφεται δασεία με εξαίρεση το ρω στα αρχαία ελληνικά. Για τα δασέα σύμφωνα χρησιμοποιούνταν ξεχωριστά γράμματα (Θ = [tʰ], Φ = [pʰ], Χ = [kʰ]) Το Ρω (Ρ ρ) στην αρχή μια λέξης ήταν πάντα δασύ. Στα λατινικά η μεταγραφή έχει γίνει ως rh.
Το Ύψιλον (Υ υ) στην αρχή μια λέξης προφέρεται επίσης με δασύ τρόπο, επομένως η μεταγραφή έχει γίνει ως hy και όχι ως y.
Η ψιλή — ἀ — υποδήλωνε την απουσία του [/h/].
Η παρουσία ενός διπλού Ρω στη μέση μιας λέξης αρχικά γραφόταν με ψιλή στο πρώτο ρω και δασεία στο δεύτερο (π.χ. διάῤῥοια). Στα λατινικά, η γραφή αυτή μεταγράφηκε ως rrh (diarrhoea ή diarrhea).
Κορωνίδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η κορωνίδα αναγράφεται πάνω από φωνήεν που προέκυψε ως αποτέλεσμα του φαινομένου της κράσης, συγχώνευσης του τελικού φωνήεντος ή διφθόγγου μιας λέξης με το αρχικό φωνήεν ή την αρχική δίφθογγο της ακόλουθης. Αρχικά ήταν μια απόστροφος η οποία τοποθετούνταν μετά το φωνήεν, αλλά πλέον τοποθετείται πάνω από το φωνήεν και είναι παρόμοια με την ψιλή. Αντίθετα με την ψιλή, η κορωνίδα εμφανίζεται συχνά στα ενδότερα γράμματα της λέξης: τὰ ἄλλα – τἆλλα, μέντοι ἄν – μεντἄν, ἐγὼ οἷμαι – ἐγᾦμαι, τὰ αὐτά – ταὐτά, καλὸς καί ἀγαθός – καλὸς κἀγαθός. Όταν όμως η πρώτη από τις λέξεις που συγχωνεύονται είναι τύπος που αποτελείται μόνο από ένα φωνήεν ή μία δίφθογγο με δασεία, τότε στη θέση της κορωνίδας σημειώνεται η δασεία: ὁ ἀνήρ – ἁνήρ, ὁ ἄνθρωπος – ἅνθρωπος, ἅ ἄν – ἅν, οὗ ἕνεκα – οὕνεκα.[1]
Υπογεγραμμένη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διαφορετικοί τρόποι γραφής της υπογεγραμμένης και προσγεγραμμένης |
Η υπογεγραμμένη (ιώτα) — ᾳ — τοποθετείται κάτω από τα μακρά φωνήεντα η, α και ω για να υποδηλώσει τους αρχαίους διφθόγγους ηι, αι και ωι, όπου το ιώτα δεν προφέρεται, π.χ. τῷ ἀνθρώπῳ, τῇ πολιτείᾳ, τῇ γλώσσῃ.[1]
Προσγεγραμμένη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η προσγεγραμμένη (ιώτα) που γράφεται δίπλα από ένα κεφαλαίο γράμμα: (Αι), π.χ. ΕΝ ΤΩι ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩι.[1]
Διαλυτικά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στα αρχαία ελληνικά, τα διαλυτικά εμφανίζονται στα γράμματα ι και υ για να υποδείξουν πως το ζευγάρι των φωνηέντων προφέρεται ξεχωριστά, αντί ως δίφθογγος.
Στα σύγχρονα ελληνικά, όπου πολλές δίφθογγοι έχουν μονοφθογγιστεί, τα διαλυτικά χρησιμοποιούνται σε φωνήεντα τα οποία προφέρονται ως δίφθογγοι παρά μαζί ως δίψηφο φωνήεν π.χ. στη λέξη αϊτός.[1]
Τα διαλυτικά μπορούν να συνδυαστούν με την οξεία, βαρεία, και περισπωμένη, αλλά ποτέ με τα πνεύματα, μια και τα γράμματα που έχουν διαλυτικά δεν εμφανίζονται ποτέ στην αρχή της λέξης.[30]
Προτεραιότητα γραφής τονικών σημείων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα τονικά σημεία αναγράφονται πάνω από τα πεζά γράμματα, και στο άνω αριστερό μέρος των κεφαλαίων γραμμάτων. Σε περίπτωση δίψηφων φωνηέντων τα τονικά σημεία σημειώνονται στο δεύτερο γράμμα. Στους διφθόγγους τα τονικά σημεία μπαίνουν πάνω από το γράμμα που παριστάνει το τονιζόμενο μέρος τους, π.χ νεράιδα, βοήθα, πιάνω.
Τα πνεύματα γράφονται στα αριστερά της οξείας ή βαρείας, αλλά κάτω από την περισπωμένη.
Οι τόνοι γράφονται πάνω από τα διαλυτικά ή ανάμεσά τους στην περίπτωση της οξείας ή της βαρείας.
Όταν μια λέξη γράφεται με κεφαλαία, τα τονικά σημεία δεν χρησιμοποιούνται ποτέ, αν και εμφανίζονται πάνω από κεφαλαία στα μεσαιωνικά κείμενα. Ο διαζευκτικός σύνδεσμος Ἢ (ή), αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα αυτό διότι χρειάζεται να γίνει διάκριση από το θηλυκό άρθρο Η. Τα διαλυτικά γράφονται πάντα σε όλες τις περιπτώσεις.[1]
Παράδειγμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πολυτονικό | Μονοτονικό |
---|---|
Θέλω νὰ πιστεύω — καὶ ἡ πίστη μου αὐτὴ βγαίνει πάντοτε πρώτη στὸν ἀγώνα της μὲ τὴ γνώση — ὅτι, ὅπως καὶ νὰ τὸ ἐξετάσουμε, ἡ πολυαιώνια παρουσία τοῦ ἑλληνισμοῦ πάνω στὰ δῶθε ἢ ἐκεῖθε τοῦ Αἰγαίου χώματα ἔφτασε νὰ καθιερώσει μιὰν ὀρθογραφία, ὅπου τὸ κάθε ὠμέγα, τὸ κάθε ὕψιλον, ἡ κάθε ὀξεία, ἡ κάθε ὑπογεγραμμένη, δὲν εἶναι παρὰ ἕνας κολπίσκος, μιὰ κατωφέρεια, μιὰ κάθετη βράχου πάνω σὲ μιὰ καμπύλη πρύμνας πλεούμενου, κυματιστοὶ ἀμπελῶνες, ὑπέρθυρα ἐκκλησιῶν, ἀσπράκια ἢ κοκκινάκια, ἐδῶ ἢ ἐκεῖ, ἀπὸ περιστεριῶνες καὶ γλάστρες μὲ γεράνια. |
Θέλω να πιστεύω — και η πίστη μου αυτή βγαίνει πάντοτε πρώτη στον αγώνα της με τη γνώση — ότι, όπως και να το εξετάσουμε, η πολυαιώνια παρουσία του ελληνισμού πάνω στα δώθε ή εκείθε του Αιγαίου χώματα έφτασε να καθιερώσει μιαν ορθογραφία, όπου το κάθε ωμέγα, το κάθε ύψιλον, η κάθε οξεία, η κάθε υπογεγραμμένη, δεν είναι παρά ένας κολπίσκος, μια κατωφέρεια, μια κάθετη βράχου πάνω σε μια καμπύλη πρύμνας πλεούμενου, κυματιστοί αμπελώνες, υπέρθυρα εκκλησιών, ασπράκια ή κοκκινάκια, εδώ ή εκεί, από περιστεριώνες και γλάστρες με γεράνια. |
Τονικοί συνδυασμοί
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παρατίθενται παρακάτω οι τονισμένοι χαρακτήρες με τους διάφορους πιθανούς συνδυασμούς. Στα κεφαλαία γράμματα, η υπογεγραμμένη μπορεί να εμφανιστεί ως ευθεία γραμμή ανάλογα με τη γραμματοσειρά που χρησιμοποιείται. Με γαλανό χρώμα σημειώνονται τα κοινά σημεία μεταξύ του πολυτονικού και μονοτονικού συστήματος.
Σημείο 1
(πνεύματα, διαλυτικά, μακρότητα και βραχύτητα) |
+ Σημείο 2
(Οξεία, Βαρεία, Περισπωμένη) |
= Τονισμός | Φωνήεν | Ρο | |||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
(χωρίς προσγεγραμμένη) | με προσγεγραμμένη | ||||||||||||
(κανένα) | (κανένα) | Α | Ε | Η | Ι | Ο | Υ | Ω | ᾼ | ῌ | ῼ | Ρ | |
α | ε | η | ι | ο | υ | ω | ᾳ | ῃ | ῳ | ρ | |||
Οξεία (΄) [σημείωση 1] | ΄ | Ά | Έ | Ή | Ί | Ό | Ύ | Ώ | |||||
ά | έ | ή | ί | ό | ύ | ώ | ᾴ | ῄ | ῴ | ||||
Βαρεία | ` | Ὰ | Ὲ | Ὴ | Ὶ | Ὸ | Ὺ | Ὼ | |||||
ὰ | ὲ | ὴ | ὶ | ὸ | ὺ | ὼ | ᾲ | ῂ | ῲ | ||||
Περισπωμένη (῀) | ῀ | ||||||||||||
ᾶ | ῆ | ῖ | ῦ | ῶ | ᾷ | ῇ | ῷ | ||||||
Ψιλή (᾿) [σημείωση 2] | (κανένα) | ᾿ | Ἀ | Ἐ | Ἠ | Ἰ | Ὀ | Ὠ | ᾈ | ᾘ | ᾨ | ||
ἀ | ἐ | ἠ | ἰ | ὀ | ὐ | ὠ | ᾀ | ᾐ | ᾠ | ῤ | |||
Οξεία (΄) | ῎ | Ἄ | Ἔ | Ἤ | Ἴ | Ὄ | Ὤ | ᾌ | ᾜ | ᾬ | |||
ἄ | ἔ | ἤ | ἴ | ὄ | ὔ | ὤ | ᾄ | ᾔ | ᾤ | ||||
Βαρεία | ῍ | Ἂ | Ἒ | Ἢ | Ἲ | Ὂ | Ὢ | ᾊ | ᾚ | ᾪ | |||
ἂ | ἒ | ἢ | ἲ | ὂ | ὒ | ὢ | ᾂ | ᾒ | ᾢ | ||||
Περισπωμένη (῀) | ῏ | Ἆ | Ἦ | Ἶ | Ὦ | ᾎ | ᾞ | ᾮ | |||||
ἆ | ἦ | ἶ | ὖ | ὦ | ᾆ | ᾖ | ᾦ | ||||||
Δασεία (῾) | (κανένα) | ῾ | Ἁ | Ἑ | Ἡ | Ἱ | Ὁ | Ὑ | Ὡ | ᾉ | ᾙ | ᾩ | Ῥ |
ἁ | ἑ | ἡ | ἱ | ὁ | ὑ | ὡ | ᾁ | ᾑ | ᾡ | ῥ | |||
Οξεία (΄) | ῞ | Ἅ | Ἕ | Ἥ | Ἵ | Ὅ | Ὕ | Ὥ | ᾍ | ᾝ | ᾭ | ||
ἅ | ἕ | ἥ | ἵ | ὅ | ὕ | ὥ | ᾅ | ᾕ | ᾥ | ||||
Βαρεία | ῝ | Ἃ | Ἓ | Ἣ | Ἳ | Ὃ | Ὓ | Ὣ | ᾋ | ᾛ | ᾫ | ||
ἃ | ἓ | ἣ | ἳ | ὃ | ὓ | ὣ | ᾃ | ᾓ | ᾣ | ||||
Περισπωμένη (῀) | ῟ | Ἇ | Ἧ | Ἷ | Ὗ | Ὧ | ᾏ | ᾟ | ᾯ | ||||
ἇ | ἧ | ἷ | ὗ | ὧ | ᾇ | ᾗ | ᾧ | ||||||
Διαλυτικά (¨) | (κανένα) | ¨ | Ϊ | Ϋ | |||||||||
ϊ | ϋ | ||||||||||||
Μακρότητα (ˉ) | ˉ | Ᾱ | Ῑ | Ῡ | |||||||||
ᾱ | ῑ | ῡ | |||||||||||
Βραχύτητα (˘) | ˘ | Ᾰ | Ῐ | Ῠ | |||||||||
ᾰ | ῐ | ῠ | |||||||||||
Διαλυτικά | |||||||||||||
Οξεία | ΅ | ΐ | ΰ | ||||||||||
Βαρεία | ῭ | ῒ | ῢ | ||||||||||
Περισπωμένη | ῁ | ῗ | ῧ |
Ψηφιακή κωδικοποίηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά το παρελθόν υπήρχαν προβλήματα στην ψηφιακή απεικόνιση των πολυτονικών ελληνικών χαρακτήρων, και γενικότερα στην εμφάνιση των χαρακτήρων σε οθόνες υπολογιστών και εκτυπώσεις, αλλά αυτά πλέον έχουν ξεπεραστεί σε μεγάλο βαθμό μέσω του διεθνούς προτύπου Unicode (Γιούνικοντ) στο οποίο ενσωματώθηκαν οι κατάλληλες γραμματοσειρές.
Ενώ ο τόνος της μονοτονικής ορθογραφίας είναι παρόμοιος με την οξεία της πολυτονικής στις περισσότερες γραμματοσειρές, το πρότυπο Unicode διαθέτει ξεχωριστά σύμβολα για τα γράμματα με τα αντίστοιχα τονικά σημεία. Για παράδειγμα, το μονοτονικό πεζό γράμμα α με τόνο (ά) έχει την τιμή U+03AC, ενώ το αντίστοιχο πολυτονικό με οξεία -και με την ίδια μορφή-, τον κωδικό U+1F71. Η πολυτονική και μονοτονική μορφή του μονοτονικού τόνου/οξείας θεσπίστηκαν ως ισότιμες από το 1986, ενώ και οι δύο έχουν την ίδια τιμή με τη λατινική οξεία, U+0301.[31]
Κωδικοί Unicode
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]0 | 1 | 2 | 3 | 4 | 5 | 6 | 7 | 8 | 9 | A | B | C | D | E | F | |
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
U+1F0x | ἀ | ἁ | ἂ | ἃ | ἄ | ἅ | ἆ | ἇ | Ἀ | Ἁ | Ἂ | Ἃ | Ἄ | Ἅ | Ἆ | Ἇ |
U+1F1x | ἐ | ἑ | ἒ | ἓ | ἔ | ἕ | Ἐ | Ἑ | Ἒ | Ἓ | Ἔ | Ἕ | ||||
U+1F2x | ἠ | ἡ | ἢ | ἣ | ἤ | ἥ | ἦ | ἧ | Ἠ | Ἡ | Ἢ | Ἣ | Ἤ | Ἥ | Ἦ | Ἧ |
U+1F3x | ἰ | ἱ | ἲ | ἳ | ἴ | ἵ | ἶ | ἷ | Ἰ | Ἱ | Ἲ | Ἳ | Ἴ | Ἵ | Ἶ | Ἷ |
U+1F4x | ὀ | ὁ | ὂ | ὃ | ὄ | ὅ | Ὀ | Ὁ | Ὂ | Ὃ | Ὄ | Ὅ | ||||
U+1F5x | ὐ | ὑ | ὒ | ὓ | ὔ | ὕ | ὖ | ὗ | Ὑ | Ὓ | Ὕ | Ὗ | ||||
U+1F6x | ὠ | ὡ | ὢ | ὣ | ὤ | ὥ | ὦ | ὧ | Ὠ | Ὡ | Ὢ | Ὣ | Ὤ | Ὥ | Ὦ | Ὧ |
U+1F7x | ὰ | ά | ὲ | έ | ὴ | ή | ὶ | ί | ὸ | ό | ὺ | ύ | ὼ | ώ | ||
U+1F8x | ᾀ | ᾁ | ᾂ | ᾃ | ᾄ | ᾅ | ᾆ | ᾇ | ᾈ | ᾉ | ᾊ | ᾋ | ᾌ | ᾍ | ᾎ | ᾏ |
U+1F9x | ᾐ | ᾑ | ᾒ | ᾓ | ᾔ | ᾕ | ᾖ | ᾗ | ᾘ | ᾙ | ᾚ | ᾛ | ᾜ | ᾝ | ᾞ | ᾟ |
U+1FAx | ᾠ | ᾡ | ᾢ | ᾣ | ᾤ | ᾥ | ᾦ | ᾧ | ᾨ | ᾩ | ᾪ | ᾫ | ᾬ | ᾭ | ᾮ | ᾯ |
U+1FBx | ᾰ | ᾱ | ᾲ | ᾳ | ᾴ | ᾶ | ᾷ | Ᾰ | Ᾱ | Ὰ | Ά | ᾼ | ᾽ | ι | ᾿ | |
U+1FCx | ῀ | ῁ | ῂ | ῃ | ῄ | ῆ | ῇ | Ὲ | Έ | Ὴ | Ή | ῌ | ῍ | ῎ | ῏ | |
U+1FDx | ῐ | ῑ | ῒ | ΐ | ῖ | ῗ | Ῐ | Ῑ | Ὶ | Ί | ῝ | ῞ | ῟ | |||
U+1FEx | ῠ | ῡ | ῢ | ΰ | ῤ | ῥ | ῦ | ῧ | Ῠ | Ῡ | Ὺ | Ύ | Ῥ | ῭ | ΅ | ` |
U+1FFx | ῲ | ῳ | ῴ | ῶ | ῷ | Ὸ | Ό | Ὼ | Ώ | ῼ | ´ | ῾ | ||||
Σημειώσεις |
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 «Νεοελληνική Γραμματική (της Δημοτικής) Τριανταφυλλίδη ΠΟΛΥΤΟΝΙΚΟ-1941-Ανατύπωση-2002».[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ «ΕΣΤΙΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΣ». 27 Απριλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2022.
- ↑ Indiktos. «Εκδόσεις "Ίνδικτος" - ΙΝΔΙΚΤΟΣ». www.indiktos.gr. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2022.
- ↑ «hellasbooks.gr - Αρχική». www.hellasbooks.gr. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2022.
- ↑ «Ινστιτούτο του Βιβλίου - Καρδαμίτσα». www.kardamitsa.gr. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2022.
- ↑ «Ἱερά Μητρόπολις Πατρῶν». i-m-patron.gr. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2022.
- ↑ «Ιερά Μητρόπολις Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού». www.imkifissias.gr. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2022.
- ↑ «Ἡ ἀντιδικία τῶν τόνων αʹ». www.polytoniko.org. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2022.
- ↑ (Αγγλικά) Probert, Philomen (2006). Ancient Greek accentuation. New York: Oxford University Press. σελ. 59. ISBN 9780199279609.
- ↑ (Αγγλικά) Devine, Andrew M.· Stephens, Laurence D. (1994). The prosody of Greek speech. New York: Oxford University Press. σελ. 180. ISBN 0-19-508546-9.
- ↑ (Αγγλικά) Allen, William S. (1987). Vox graeca. London: Cambridge University Press. σελίδες 124–130.
- ↑ Άλης Κ. Τροπαιάτης, Τέλης Πεκλάρης, Φίλιππος Δ. Κολοβός (1976). Συγχρονισμένο ορθογραφικό λεξικό της νεοελληνικής. Κέντρον Εκπαιδευτικών Μελετών και Επιμορφώσεως. σελ. 11.
- ↑ «Τὰ Πρακτικὰ τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων τῆς 11ης Ἰανουαρίου 1982» (PDF).
- ↑ «Δημοτική Εκπαίδευση». 50chrona.moec.gov.cy. Ανακτήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 2020.
- ↑ 15,0 15,1 15,2 Κουζέλη, Λαμπρινή (12 Ιουλίου 2014). «Η μόδα του πολυτονικού: ύφος και όχι γλώσσα». ΤΟ ΒΗΜΑ. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Φεβρουαρίου 2020.
- ↑ «Κείμενα ὑπὲρ τοῦ πολυτονικοῦ».
- ↑ Μερικὰ πρῶτα ἐπιχειρήματα ὑπὲρ τοῦ πολυτονικοῦ - http://www.polytoniko.org
- ↑ «Ἀποφθέγματα».
- ↑ F. Adrados, Ιστορία της Ελληνικής γλώσσας, Από τις απαρχές ώς τις μέρες μας, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2010, Β΄ μέρος, κεφ. 1.
- ↑ Σαραντάκος, Νίκος. Πολυτονικό για διακοσμητικούς λόγους, 17 Μαρτίου 2010. Ανακτήθηκε 6 Φεβρουαρίου 2020.
- ↑ Σαραντάκος, Νίκος. Ἀπετάξω τῷ πολυτονικῷ; (άρθρο του Βενέδικτου Βασιλείου), 25 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε 6 Φεβρουαρίου 2020.
- ↑ Θρασύβουλος Σταύρου, Νεοελληνικὴ Μετρική, Ἰνστιτοῦτον Νεοελληνικῶν Σπουδῶν-Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 20-5.
- ↑ Λ.χ. από το δημοτικό τραγούδι της Λιογέννητης: Καὶ πάλι ναι καὶ πάλι ὀχι καὶ πάλι σὰ μοῦ δόξῃ.Βλ. Ρ. Η. Σ. Ἀποστολίδη, Ἀνθολογία τῆς Νεοελληνικῆς Γραμματείας: Ἡ Ποίηση, Τὰ Νέα Ἑλληνικά, Ἀθῆναι 1970,τόμ. Α΄, σελ. λ΄· 255.
- ↑ Σαραντάκος, Νίκος (6 Φεβρουαρίου 2020). «Η νοηματική ακρίβεια του πολυτονικού ή πώς δεν έσταξε η ουρίτσα του γαϊδάρου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Φεβρουαρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 2020.
- ↑ F. Adrados, Ιστορία της Ελληνικής γλώσσας, Από τις απαρχές ως τις μέρες μας, Συμπεράσματα, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2010.
- ↑ Άννα Ρούσου. Πολυτονικό; Γιατί; Αρχειοθετήθηκε 2020-02-06 στο Wayback Machine., @UP, 2η περίοδος, τ. 14ης Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε 6 Φεβρουαρίου 2020.
- ↑ «Βουλή των Ελλήνων - Περίοδος: ΙΑ, Σύνοδος: Β΄, Συνεδρίαση: Ι΄ 14/10/2005 - Β 13β - Μαριέττα Γιανάκου Κουτσίκου».
- ↑ (Αγγλικά) Betts, G. (2004). Teach Yourself New Testament Greek. London: Teach Yourself Books. ISBN 0-340-87084-2.
- ↑ (Αγγλικά) Smyth, par. 155
- ↑ (Αγγλικά) Abbott, Evelyn· Mansfield, E. D. (1977). A Primer of Greek Grammar. London: Duckworth. σελ. 14. ISBN 0-7156-1258-1.
- ↑ «0301, Unicode Utilities: Character Properties - unicode.org».
- ↑ (Αγγλικά) Official Unicode Consortium code chart (PDF) Αρχειοθετήθηκε 2004-09-20 στο Wayback Machine.
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σχετική βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- (Αγγλικά) Panayotakis, Nicolaos M. (1996). «A Watershed in the History of Greek Script: Abolishing the Polytonic». Στο: Macrakis, Michael S. Greek Letters: From Tablets to Pixels. New Castle, DE: Oak Knoll Press. ISBN 1-884718-27-2. Panayotakis is critical of the adoption of monotonic, and also provides a useful historical sketch.
- Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Συνοπτική ιστορία της ελληνικής γλώσσας, Αθήνα 1986.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γενικές πληροφορίες:
- Το Ελληνικό Πολυτονικό Γραφηματικό Σύστημα στα Ηλεκτρονικά Περιβάλλοντα – Πύλη για την Ελληνική γλώσσα
- Ἀφιέρωμα στο Πολυτονικό – Ἀντίβαρο
- Κίνηση Πολιτῶν γιὰ τὴν Ἐπαναφορὰ τοῦ Πολυτονικοῦ Συστήματος
Εκμάθηση πολυτονικού συστήματος:
Άλλοι
- Δοκιμαστική έκδοση της Βικιπαίδειας στα αρχαία ελληνικά (πολυτονισμένη) – incubator.wikimedia.org