Καθεστώς της 4ης Αυγούστου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βασίλειον τῆς Ἑλλάδος

1936 – 1941
 

Σημαία Έμβλημα του Καθεστώτος 4ης Αυγούστου
Τοποθεσία Καθεστώς της 4ης Αυγούστου
Η θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη
Πρωτεύουσα Αθήνα
Γλώσσες Ελληνικά
Θρησκεία Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία
Πολίτευμα Δικτατορία
Βασιλεύς των Ελλήνων Γεώργιος Β΄ της Ελλάδας
Πρωθυπουργός
 -  4 Αυγούστου 1936 - 29 Ιανουαρίου 1941 Ιωάννης Μεταξάς
 -  29 Ιανουαρίου 1941 - 18 Απριλίου 1941 Αλέξανδρος Κορυζής
Ιστορική εποχή Μεσοπόλεμος
 -  Ίδρυση 4 Αυγούστου 1936
 -  Γερμανική εισβολή στην Ελλάδα 18 Απριλίου 1941
Νόμισμα Δραχμή

Ο όρος Καθεστώς της 4ης Αυγούστου αναφέρεται στο δικτατορικό καθεστώς της Ελλάδας που επιβλήθηκε από τον Ιωάννη Μεταξά.

Διήρκεσε από τις 4 Αυγούστου 1936, μέχρι την κατάληψη της χώρας από τα γερμανικά στρατεύματα, τον Απρίλιο του 1941, τρεις μήνες μετά τον θάνατο του Μεταξά.

Το καθεστώς εμφάνιζε πολλές ομοιότητες με φασιστικά καθεστώτα της περιόδου, και χαρακτηρίζεται ως ολοκληρωτικό. Παρότι εμπνευσμένο σε μεγάλο βαθμό από αυτά, δεν διακρινόταν από αντισημιτισμό. Κατά τη διάρκεια του, έλαβε χώρα μαζική καταστολή πολιτικών αντιφρονούντων, κυρίως μελών και υποστηρικτών του ΚΚΕ.

Τυπικά το καθεστώς καταργήθηκε με βασιλικό διάταγμα τον Φεβρουάριο του 1942, ενώ η χώρα είχε καταληφθεί από τις δυνάμεις του Άξονα και η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση βρισκόταν στην Αίγυπτο.

Πρελούδιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πολιτική αστάθεια της μεσοπολεμικής Ελλάδας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καθ' όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου, με εξαίρεση την τετραετία 1928-1932 η Ελλάδα υπέφερε από πολιτικά πάθη (πραξικοπήματα, δικτατορίες, χρεοκοπία, παλινόρθωση κλπ) Στις 26 Ιανουαρίου του 1936 διεξήχθησαν εκλογές, υπό τον εκλογικό νόμο της απλής αναλογικής (Α.Ν. 30/12/1935). Οι εκλογές οδήγησαν σε πολιτικό αδιέξοδο καθ'ότι οι δύο μεγάλες παρατάξεις της εποχής, οι βενιζελικοί και οι βασιλόφρονες, είχαν κερδίσει 142 και 143 έδρες[1], αντίστοιχα. Λόγω του Εθνικού Διχασμού που αναζωπυρώθηκε από την κινηματική απόπειρα βενιζελικών αξιωματικών υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα το 1935 οι δύο μεγάλες παρατάξεις αδυνατούσαν να έρθουν σε συνεννόηση μεταξύ τους.

Η πορεία προς τη δικτατορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιωάννης Μεταξάς

Το ΚΚΕ έπαιζε πλέον ρυθμιστικό ρόλο, μέσω του εκλογικού του σχήματος, του Παλλαϊκού Μετώπου, που διέθετε 15 έδρες. Με το πέρας των εκλογών, το ΚΚΕ διεξήγαγε διαπραγματεύσεις τόσο με το Λαϊκό κόμμα, όσο και με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Τελικά στις 19 Φεβρουαρίου του 1936 υπογράφτηκε μυστικά το Σύμφωνο Σοφούλη-Σκλάβαινα μεταξύ των Φιλελευθέρων και του Παλλαϊκού Μετώπου. Πρακτικώς, το σύμφωνο αυτό σήμαινε πως το ΚΚΕ και το κόμμα των Φιλελευθέρων δημιουργούσαν ένα λαϊκό δημοκρατικό μέτωπο, όπως όριζε η στρατηγική της Κομιντέρν εκείνη την περίοδο. Στις 2 Μαρτίου,έγινε η πρώτη συνεδρίαση της βουλής και οι βουλευτές έδωσαν την καθιερωμένη ορκωμοσία. Οι βουλευτές του ΚΚΕ κατέθεσαν έγγραφο έντυπο, που ανέφερε ότι οι βουλευτές του Παλλαϊκού Μετώπου δεν δεσμεύονται από τον τυπικό όρκο, που έδωσαν. Στη δεύτερη συνεδρίαση της βουλής στις 6 Μαρτίου διεξήχθη ψηφοφορία για την ανάδειξη προέδρου της βουλής. Οι βουλευτές του ΚΚΕ, βάσει του συμφώνου Σοφούλη-Σκλάβαινα, ψήφισαν για πρόεδρο τον Σοφούλη. Ακολούθησαν έντονοι λεκτικοί διαξιφισμοί μεταξύ των βουλευτών.[2]

Στις 5 Μαρτίου του 1936 ο Ιωάννης Μεταξάς διορίζεται υπουργός στρατιωτικών στην κυβέρνηση Κωνσταντίνου Δεμερτζή. Στις 14 Μαρτίου αναλαμβάνει υπουργός αεροπορίας και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Μετά τον θάνατο του τότε υπηρεσιακού πρωθυπουργού Κων. Δεμερτζή στις 13 Απριλίου, ο βασιλιάς Γεώργιος διόρισε πρωθυπουργό τον Ιωάννη Μεταξά, γνωστό τότε οπαδό της δικτατορικής εκτροπής[3]. Στις 27 Απριλίου μετά τις προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού, η βουλή έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μεταξά με 241 ψήφους υπέρ, 16 κατά και 4 αποχές. Κατά ψήφισαν οι βουλευτές του ΚΚΕ και ο Γεώργιος Παπανδρέου. Στις 30 Απριλίου η βουλή διέκοψε πρόωρα τις εργασίες της έως τις 30 Σεπτεμβρίου, εξουσιοδοτώντας την κυβέρνηση να διοικήσει τη χώρα με νομοθετικά διατάγματα, υπό τον όρο να επιτηρείται από μία 40μελή κοινοβουλευτική επιτροπή. Καίριο ρόλο στην άνοδο του Μεταξά έπαιξε ο θάνατος μεγάλων πολιτικών ηγετών κατά τη διάρκεια του Α' εξαμήνου του 1936 (Γεώργιος Κονδύλης, Ελευθέριος Βενιζέλος, Παναγής Τσαλδάρης, Κωνσταντίνος Δεμερτζής). Τα αιματηρά γεγονότα της Θεσσαλονίκης του Μαΐου 1936 θα δώσουν την πρώτη δικαιολογία για την κατάλυση του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, αφού τα αστικά κόμματα φοβούνταν το ενδεχόμενο μίας γενικευμένης λαϊκής εξέγερσης, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια του ελέγχου και σε επικράτηση κάποιου είδους Κομμουνιστικής εξουσίας, κατά τα πρότυπα της ΕΣΣΔ[4]. Τα αιματηρά γεγονότα της Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια της απεργίας των καπνεργατών, ακολουθήθηκαν από παρόμοια συμβάντα, λίγο καιρό αργότερα, στον Βόλο. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων των διαδηλωτών εργαζομένων με τις δυνάμεις της Χωροφυλακής, ένας εργάτης έπεσε νεκρός και πολλοί άλλοι τραυματίσθηκαν[5]. Μετά τα γεγονότα αυτά ο Ιωάννης Μεταξάς έθεσε στον βασιλιά ζήτημα δικτατορικής διακυβέρνησης της χώρας. Η λήψη των έκτακτων μέτρων μελετήθηκε εντός του πλαισίου της αυξανόμενης έντασης των διεθνών σχέσεων και της επικείμενης απειλής ευρωπαϊκής σύρραξης. «Η δικτατορία εκρίνετο απαραίτητος διά λόγους εξωτερικής πολιτικής». Μάλιστα ένας εκ των κατοπινών υπουργών του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης σε προεκλογική του ομιλία στα πλαίσια των εκλογών του 1950 δήλωσε πως η δικτατορία επιβλήθηκε για λόγους εξωτερικούς.[6] Η αντίδραση των αστικών κομμάτων στη δικτατορία ήταν χλιαρή επειδή και ενωρίτερα είχαν επιβληθεί ή είχαν γίνει απόπειρες επιβολής δικτατορίας και από άλλους πολιτικούς (περιλαμβανομένου του Βενιζέλου), και η άρση των κοινοβουλευτικών θεσμών εθεωρείτο επιτρεπτή προκειμένου να επανέλθει η χώρα στην ομαλότητα.[7]

Το Πραξικόπημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βράδυ (22:00) της 4ης Αυγούστου 1936 ο Μεταξάς πήγε στα Ανάκτορα για να συναντήσει τον Βασιλιά Γεώργιο. Μαζί του είχε έτοιμα τα διατάγματα για την αναστολή ορισμένων βασικών άρθρων του συντάγματος και τη διάλυση της βουλής, με αφορμή τη γενική απεργία που είχαν κηρύξει για τις 5 Αυγούστου τα συνδικάτα, με από κοινού απόφαση της ΓΣΕΕ και της Ενωτικής ΓΣΕΕ. Τα εργατικά σωματεία, με τον τρόπο αυτό, εξέφραζαν την αντίθεσή τους για την επιβολή καθεστώτος υποχρεωτικής διαιτησίας, στις διενέξεις εργαζομένων και εργοδοτών[8]. Το ίδιο βράδυ στο υπουργείο εξωτερικών ο Μεταξάς συγκάλεσε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο. Παρά τις αντιδράσεις και παραιτήσεις κάποιων υπουργών όπως ο Γεώργιος Μαντζαβίνος κι ο Αριστοτέλης Ι. Βαλαωρίτης, ο Μεταξάς κατάφερε την αναστολή σημαντικών άρθρων του Συντάγματος και με τη στήριξη του βασιλιά εγκαθίδρυσε τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου.[9] Ο ίδιος, με διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό, το οποίο δημοσιεύτηκε την επόμενη ημέρα στις εφημερίδες, δικαιολόγησε την επιβολή καθεστώτος περιορισμού των πολιτικών και άλλων δικαιωμάτων (ουσιαστικά ήδη είχε εγκαθιδρύσει δικτατορία με την ψήφιση Βασιλικού Διατάγματος περί κήρυξης στρατιωτικού νόμου και διάλυσης της Γ' Αναθεωρητικής Βουλής), επικαλούμενος επιβεβαιωμένες πληροφορίες των αρχών ασφαλείας, περί επικείμενης κομμουνιστικής δράσης, με πρόσχημα το συλλαλητήριο της επόμενης ημέρας, οι οποίες θα πραγματοποιούνταν βάσει σχεδίου για τη βίαιη ανατροπή του πολιτικού και κοινωνικού καθεστώτος[10].

Ο Μεταξάς γράφει στο ημερολόγιό του:

«Η Ελλάς έγινε από της 4ης Αυγούστου Κράτος αντικομμουνιστικό, Κράτος ολοκληρωτικό. Κράτος με βάση αγροτική και εργατική, και κατά συνέπεια αντιπλουτοκρατικό. Δεν είχε βέβαια κόμμα ιδιαίτερο να κυβερνά. Αλλά κόμμα ήτανε όλος ο Λαός, εκτός από τους αδιόρθωτους κομμουνιστάς και τους αντιδραστικούς παλαιοκομματικούς».[11]

Ο χαρακτήρας και η ιδεολογία του καθεστώτος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φασιστικός χαιρετισμός προς τον Μεταξά

Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου μπορεί να χαρακτηριστεί ως Εθνικιστικό ολοκληρωτικό και ως πατερναλιστικό. Παρά τις επιρροές του από τον φασισμό και τον ναζισμό, η 4η Αυγούστου δεν ταυτίζεται πλήρως με τα καθεστώτα της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας. Εξάλλου, δεν υιοθετούσε τις φυλετικές-ρατσιστικές διακρίσεις του ναζισμού[12] "Παρά τις γενικότερες δηλώσεις του ίδιου του Μεταξά αλλά και άλλων εκπροσώπων του καθεστώτος, στον κανονισμό για τη σύσταση της Ε.Ο.Ν. δεν υπήρχε ισότιμη αντιμετώπιση χριστιανοπαίδων και εβραιοπαίδων. Μέλη της μπορούσαν να γίνουν «Χριστιανοί πολίται ελληνικής εθνικότητος, ανεξαρτήτου φύλου, από ηλικίας 8 ετών μέχρι 25», σύμφωνα με τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας Ε.Ο.Ν.. Βέβαια σε ειδική εγκύκλιο αναφερόταν ότι η εγγραφή Ισραηλιτών αλλά και άλλων εθνοτικών ομάδων (Αρμενίων, μουσουλμάνων) μπορούσε να γίνει σε ειδικές περιπτώσεις και με έγκριση της κεντρικής διοίκησης, αλλά η στάση αυτή φαίνεται ότι απέτρεψε νεαρούς Εβραίες και Εβραίους να ενταχθούν στην Ε.Ο.Ν." (Μαρία, Καβάλα, Η καταστροφή των Εβραίων της Ελλάδας (1941-1944), Σύνδεσμος Ελληνικων Ακαδημαϊκων Βιβλιοθηκών, 2015, σ.42).

Επιπλέον, σε αντίθεση με τον φασισμό και τον ναζισμό, η δικτατορία του Μεταξά δεν απέκτησε ευρεία λαϊκή βάση, παρά τις προσπάθειες της, ούτε είχε ριζοσπαστική-κινηματική βάση. Μια ακόμα σημαντική διαφορά ήταν ο αντι-ιμπεριαλιστικός λόγος του καθεστώτος και του Μεταξά.

Με επιρροές από τη δικτατορία του Σαλαζάρ στην Πορτογαλία (από το 1933) και του στρατοκρατικού "Εστάντο Νόβο" στη Βραζιλία (από το 1937). Άλλωστε στον επίσημο λόγο του καθεστώτος ήταν συχνές οι αναφορές στην Ελλάδα του Μεταξά ως "Νέον Κράτος", μαζί με άλλα χαρακτηριστικά ρητορικά σχήματα όπως "Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια" κτλ

Μια προσπάθεια να αναγνωριστεί η μεταξική δικτατορία ως λαϊκά αποδεκτή, αλλά και να εμφυσήσει την ιδεολογία της στη νεολαία ήταν η ίδρυση της Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας. Ως σύμβολο της Νεολαίας επιλέχθηκε ο μινωικός διπλός πέλεκυς στη λογική του "πρώτου συμβόλου όλων των ελληνικών πολιτισμών". Η ένταξη, ωστόσο, στους κόλπους της δεν υπήρξε υποχρεωτική. Αρχηγός της ΕΟΝ τοποθετήθηκε ο διάδοχος Παύλος.

Εθνικισμός και Γ΄ Ελληνικός Πολιτισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο εθνικισμός ήταν ίσως το πιο κύριο χαρακτηριστικό του καθεστώτος. Ο Μεταξάς στόχευε ακόμα σε πολιτιστική/πολιτισμική καθαρότητα με στόχο έναν νέο "Τρίτο Ελληνικό Πολιτισμό". Δημιούργησε και διέδωσε αυτή την ιδεολογία του "Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού", στην οποία στηρίχτηκε το κράτος της 4ης Αυγούστου. Οι οπαδοί του καθεστώτος θεωρούσαν ότι οι σύγχρονοι Έλληνες οφείλουν να είναι οι συνεχιστές του Αρχαίου (Α΄) και Βυζαντινού (Β΄) Πολιτισμού και ότι πρέπει να έχουν ως σκοπό τη φυλετική ενότητα του έθνους, καθώς και τη διατήρηση των παραδόσεων. Το ιδανικό πολίτευμα κατά τον Μεταξά δεν ήταν η Αθηναϊκή Δημοκρατία, αλλά η στρατοκρατική Σπάρτη και η αρχαία Μακεδονία η οποία ενοποίησε πολιτικά την αρχαία Ελλάδα. Η βασική διαφορά με το Γ΄ Ράιχ έγκειται στο ότι η ιδεολογία περί «Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού» δε βρήκε τόσο πλατιά απήχηση στις μάζες, όσο βρήκε η εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία στη Γερμανία (απουσία μαζικού φασιστικού ή εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος όπως σε Ιταλία και Γερμανία).

Μοναρχία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η υποστήριξη της Μοναρχίας, θεωρώντας τον θεσμό ως σύμβολο εθνικής ενότητας, ήταν ακόμα ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της δικτατορίας. Ακόμα, ο Μεταξάς προσπαθούσε να προβάλει τον εαυτό του ως τη μοναδική ελπίδα σωτηρίας σε ένα διαιρεμένο έθνος, ενώ στρεφόταν εχθρικά απέναντι στον "παλαιοκομματισμό" και τις κοινοβουλευτικές τακτικές του παρελθόντος.

Λογοκρισία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη λογική του κοινωνικού ελέγχου, το καθεστώς προχώρησε στην επιβολή εκτεταμένης λογοκρισίας στον Τύπο, ενώ απαγόρευσε την ηχογράφηση και διακίνηση ρεμπέτικων τραγουδιών που περιείχαν ή βασίζονταν σε «ανατολίτικους» δρόμους, αλλά και τραγούδια με χασικλίδικη θεματολογία ή και κάποια σατιρικά. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονταν και οι διώξεις από την αστυνομία κατά του μπουζουκιού.

Μια ακόμη μεταξική πολιτική ήταν η επιλογή υπέρ της Δημοτικής γλώσσας (σε μια μετριοπαθή βέβαια μορφή). Έτσι έγιναν βήματα για την εισαγωγή της στην εκπαίδευση. Το 1939 ανατέθηκε στον Μανόλη Τριανταφυλλίδη η έκδοση γραμματικής για τη δημοτική γλώσσα, η "Νεοελληνική Γραμματική".

Τέχνες και Γράμματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μεταξάς είχε πλούσια πνευματική καλλιέργεια και καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα.[εκκρεμεί παραπομπή] Αυτή την καλλιέργεια πιστεύεται ότι την απέκτησε κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Γερμανία και κατά την εξορία του στη Γαλλία και την Ιταλία (1917-1920), αφού η οικογένειά του δεν ήταν εύπορη. Κατά τη διάρκεια που είχε την εξουσία, εξακολουθούσε να παρακολουθεί τα καλλιτεχνικά δρώμενα της Αθήνας, όπως μαρτυρεί ο Παντελής Πρεβελάκης, Διευθυντής των Καλών Τεχνών επί καθεστώτος 4ης Αυγούστου. Το καθεστώς 4ης Αυγούστου δεν επιδίωξε τη χρήση της τέχνης και των καλλιτεχνών για την παραγωγή προπαγανδιστικού έργου, όπως συνέβη σε άλλα ολοκληρωτικά καθεστώτα του μεσοπολέμου. Δεν δημιουργήθηκε κάποιου είδους Υπουργείο Προπαγάνδας. Κράτησε ίσες αποστάσεις από τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής, απαγορεύοντας μόνο την παραγωγή εκείνων που ήταν ιδεολογικά αντίθετα με το καθεστώς. Είναι ενδεικτική η απρόσκοπτη συνέχιση του υπερρεαλιστικού ρεύματος. Οι απόψεις του καθεστώτος για τις τέχνες και ειδικότερα της ζωγραφικής παρουσιάστηκε στο πλαίσιο μιας συζήτησης του Μεταξά με ομάδα ζωγράφων (Βικάτος, Προκοπίου κ.ά) το 1937. Οι ζωγράφοι του εξέθεσαν τις ανησυχίες τους για την εύνοια ορισμένων στελεχών του καθεστώτος "προς ανατρεπτικάς της τέχνης κατευθύνσεις, προς την ενίσχυσιν του φουτουρισμού". Ο Μεταξάς υποσχέθηκε ότι δεν στηρίζει ορισμένο κίνημα τέχνης και ότι δεν θα διακοσμήσει τους δημόσιους χώρους με έργα κακής τέχνης. Είχε την άποψη ότι οι τέχνες είναι κυρίως όργανο πολιτισμού και μόνο εμμέσως όργανο προπαγάνδας. Ωστόσο πίστευε ότι συντονισμό της πολιτικής περί της τέχνες έπρεπε να έχει "μόνον ο Αρχηγός της Κυβερνήσεως". Στις αρχές του 1937 υπήγαγε τα θέματα του πολιτισμού στο νεοϊδρυθέν Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού. Επίσης, στο Υπ. Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας δημιούργησε τη Διεύθυνση Γραμμάτων, Καλών Τεχνών και Κρατικών Σκηνών με διευθυντή τον Κωστή Μπαστιά. Τον Μάρτιο του 1938 εγκαινίασε την "Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση", μια εκδήλωση της επιθυμίας του καθεστώτος να θέσει υπό κρατική αιγίδα την καλλιτεχνική δραστηριότητα.[13]

Ύμνος της 4ης Αυγούστου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είναι ευρύτατα διαδεδομένη η αντίληψη ότι το γνωστό ποίημα «Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει, πατέρα;» γράφτηκε από τον λογοτέχνη Τίμο Μωραϊτίνη με σκοπό να εξυμνηθεί το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Σύμφωνα όμως με αφήγηση του γιου του Μωραϊτίνη, Γιώργου, αλλά και με δημοσιεύματα- διαψεύσεις του αθηναϊκού Τύπου από το 1966 έως πρόσφατα (ΑΘΗΝΑΙΚΗ, ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ, ΜΕΣΗΒΡΙΝΗ, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ΕΘΝΟΣ κ.α) επρόκειτο για ποίημα αφιερωμένο στην επέτειο της 25ης Μαρτίου το οποίο η εφημερίδα Διαδοσίας, όργανο του καθεστώτος, παρουσίασε, εν αγνοία του συγγραφέα, ως ύμνο για την 4η Αυγούστου.[14][15] Στη συνέχεια, γράφτηκε και μουσική για τον ύμνο, από τον αρχιμουσικό των Ενόπλων Δυνάμεων Γεράσιμο Φρεν. Η απόδοση του "Ύμνου της 4ης Αυγούστου" στον Τίμο Μωραϊτίνη αποτελεί ιστορική ανακρίβεια.

Οικονομική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τουλάχιστον από τις αρχές του 20ου αιώνα το Ελληνικό Κράτος εφάρμοζε την πολιτική του ελέγχου και της παρέμβασης στην οικονομία, ειδικά την αγροτική. Ο κρατικός παρεμβατισμός εκδηλωνόταν με την ίδρυση μιας σειράς κρατικών οργανισμών όπως το Υπ. Γεωργίας το 1917, ο Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός το 1925, η Αγροτική Τράπεζα το 1929 κλπ. Ο Βενιζέλος από το 1928 αναγνώριζε την ανάγκη ισχυρού κρατικού παρεμβατισμού. Αυτό έγινε αναγκαίο περισσότερο μετά την οικονομική κρίση του 1929 που άγγιξε την Ελλάδα στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '30. Ως οικονομικοί στόχοι του κράτους προβλήθηκαν η αυτάρκεια, η προστασία και κατεύθυνση της οικονομίας. Η πλειοψηφία της πολιτικής σκηνής, περιλαμβανομένης και της μη κομμουνιστικής αριστεράς του Αλ. Παπαναστασίου αποδεχόταν τον κρατικό παρεμβατισμό ως αναγκαίο. Η μετάβαση από το κοινοβουλευτικό στο δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου δεν συνοδεύτηκε από αλλαγή στην οικονομική πολιτική. Αυτή συνεχίστηκε χωρίς ουσιαστικές αλλαγές σε θεσμούς, ιδρύματα, ακόμα και πρόσωπα. Έτσι υπήρξε μια συνέχεια στον κρατικό παρεμβατισμό. Ιδεολογική χροιά είχαν οι επί μέρους παρεμβάσεις, τουλάχιστον στο επίπεδο του λόγου. Για παράδειγμα, το καθεστώς προβάλλεται ως υπερασπιστής των εργατών και των αγροτών.[16]

Το καθεστώς προσπάθησε να εφαρμόσει ένα είδος κορπορατισμού, απαγορεύοντας τις απεργίες και νομοθετώντας υπέρ της παραχώρησης κάποιων οικονομικών και εργασιακών δικαιωμάτων από τους εργοδότες στους εργαζομένους (όπως βελτίωση των συνθηκών εργασίας, κατώτατος μισθός κτλ). Ο Μεταξάς έλαβε τον τίτλο του "Πρώτου Εργάτη" και του "Πρώτου Αγρότη".

Το χρέος προς τη Societe Commerciale de Belgique[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1925 το Ελληνικό Κράτος είχε συνάψει συμφωνία με τη Βελγική Societe Commerciale de Belgique (Socobelge) για την κατασκευή σιδηροδρομικών έργων. Η συμφωνία επικυρώθηκε με νόμο της 6-10-1925 (ΦΕΚ 294 A' / 8-10-1925). Η αξία του έργου εκτιμήθηκε αρχικά περίπου στα 21 εκατομ. δολλάρια ΗΠΑ. Η πληρωμή θα γινόταν σε χρυσό, με χρήματα που θα δάνειζε η εταιρεία στο Ελληνικό Κράτος. Το 1932, λόγω οικονομικής κρίσης το Ελλ. Κράτος εγκατέλειψε τον "χρυσούν κανόνα" και ανέστειλε την πληρωμή του δανείου. Οι δύο πλευρές προσέφυγαν σε διεθνή διαιτησία. Στις 25 Ιουλ. 1936 η Επιτροπή Διαιτησίας εξέδωσε απόφαση σύμφωνα με την οποία το χρέος του Ελλ. Κράτους ήταν 6.771.868 χρυσά δολλάρια με επιτόκιο 5%. Ωστόσο το Ελληνικό Κράτος δεν προχώρησε στην πληρωμή των δόσεων του δανείου, ενώ ανακοίνωσε ότι δεν θα πλήρωνε σε χρυσό. Από τον Δεκέμβριο του 1936 άρχισε μια σειρά άκαρπων διαπραγματεύσεων και το 1937 η υπόθεση πέρασε από τη βελγική εταιρεία στη Βελγική Κυβέρνηση. Η τελευταία προσέφυγε μονομερώς στο Μόνιμο Διεθνές Δικαστήριο στις 4-5-1938, με το αίτημα να αναγνωριστεί ότι η Ελλάδα παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Στη διάρκεια της διαδικασίας η ελληνική πλευρά αποδέχτηκε την ύπαρξη του χρέους αλλά υποστήριξε ότι λόγω οικονομικών δυσκολιών (force majeure) δεν μπορεί να το πληρώσει. Μετά από διαδικασία περίπου δύο μηνών κατά την οποία η Ελληνική Κυβέρνηση επέμενε στις θέσεις της, η Βελγική Κυβέρνηση δήλωσε ότι λαμβάνει υπόψη τη δυνατότητα της Ελλάδος να πληρώσει καθώς και την παραδοσιακή φιλία μεταξύ των δύο κρατών. Κατόπιν αυτού το Δικαστήριο, την 15 Ιουνίου 1939, απέρριψε το αίτημα του Βελγίου και παρέπεμψε την Ελλάδα και τη Βελγική Εταιρεία στην απόφαση της Διαιτησίας του 1936.[17] Μετά τον Β' ΠΠ, και ενώ μέρος της βοήθειας του Σχεδίου Μάρσαλ δινόταν στην Ελλάδα μέσω Βελγικών Τραπεζών, η Socobelge επιχείρησε και πάλι να διεκδικήσει ποσά αυτής της βοήθειας, αίτημα στο οποίο αρχικά συναίνεσε η Βελγική Κυβέρνηση. Με την παρέμβαση των ΗΠΑ το Βέλγιο πείσθηκε να παραπέμψει την εταιρεία σε φιλικό διακανονισμό με την Ελλάδα.[18]

Διώξεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σφοδρός αντικομμουνισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο γνώρισμα της Δικτατορίας της 4ης Αυγούστου ήταν ο σφοδρός αντικομμουνισμός, εξάλλου η επιβολή της στηρίχθηκε στην "κομμουνιστική απειλή". Η δίωξη του κομμουνισμού υπήρξε συστηματική και απέβλεπε στην εξαφάνιση του[19]. Τη δίωξη των κομμουνιστών ανέλαβε το νεοϊδρυθέν Υφυπουργείο Ασφαλείας, επικεφαλής του οποίου τέθηκε ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης. Η δικτατορία καταδίωξε το ΚΚΕ, συλλαμβάνοντας και βασανίζοντας τα μέλη του με πρωτόγνωρες μεθόδους (ρετσινόλαδο, καυτερή πιπεριά, πάγο, φάλαγγα, ευνουχισμό ακόμα και πετάλωμα)[20] και δολοφονώντας άλλα ακόμα και με εκπαραθυρώσεις[21]. Δολοφονήθηκαν από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου οι κομμουνιστές Χρήστος Μαλτέζος, Νίκος Βαλιανάτος, Μήτσος Μαρουκάκης, Λύσανδρος Μηλιαρέσης, Στέφανος Λασκαρίδης, Παύλος Σταυρίδης και άλλοι[22]. Ο Μήτσος Μαρουκάκης, αρχισυντάκτης του Ριζοσπάστη, πετάχτηκε από την ταράτσα της Γενικής Ασφάλειας Πειραιά, στις 13 Οκτώβρη 1936, ο γηραιός συνδικαλιστής, Νίκος Βαλιανάτος, εκπαραθυρώθηκε από τη Ειδική Ασφάλεια Αθηνών, στις 9 Αυγούστου 1938, και ο τσαγκάρης, Στέφανος Λασκαρίδης, εκπαραθυρώθηκε επίσης από την Ειδική Ασφάλεια Θεσσαλονίκης, στις 31 Γενάρη 1938. Οι δολοφονίες τους αποδόθηκαν από την Ασφάλεια σε αυτοκτονία[23]. Πάντως, δεν υπήρχε κάποιος οργανωμένος σχεδιασμός για μαζικές εκτελέσεις των κομμουνιστών, όπως για παράδειγμα συνέβαινε στην Ισπανία του Φράνκο.

Το καθεστώς, από την πρώτη κιόλας μέρα, έκλεισε το Ριζοσπάστη και εξαπέλυσε το πρώτο κύμα συλλήψεων μελών και στελεχών του ΚΚΕ (Βασίλης Βερβέρης, Μανώλης Μανωλέας κ.α). Τον Σεπτέμβριο του 1936, συνέλαβε και φυλάκισε τον αρχηγό του ΚΚΕ, Νίκο Ζαχαριάδη, στην Κέρκυρα στην περιβόητη Ακτίνα Θ'. Μέχρι τα μέσα του 1938, συνέλαβε πολλά στελέχη της ηγεσίας του ΚΚΕ, ενώ, κατά τη διάρκεια του 1939, οι συλλήψεις κλιμακώθηκαν και ελάχιστα ηγετικά στελέχη τη διέφυγαν (από την ΚΕ του ΚΚΕ το μόνο ασύλληπτο μέλος ήταν ο Δαμιανός Μάθεσης). Στις φυλακές της Ακροναυπλίας, που λειτούργησαν από την άνοιξη του 1937, φυλακίστηκε η μεγαλύτερη ομάδα κομμουνιστών, περίπου 600 άτομα[24]. Επίσης, εκτοπίστηκαν στα μικρά νησιά Αη Στράτη, Ανάφη, Φολέγανδρο, Κίμωλο, Γαύδο και αλλού πολλά στελέχη και μέλη του ΚΚΕ. Στα τέλη του 1939, ελάχιστα μέλη του ΚΚΕ είχαν παραμείνει ασύλληπτα. Το ΚΚΕ ουσιαστικά δεν υπήρχε.

Ο Μεταξάς, φανατικός αντικομμουνιστής ο ίδιος, είχε συσπειρώσει γύρω του μερικούς από τους πιο ακραίους αντικομμουνιστές, όπως τους Κωνσταντίνο Μανιαδάκη και Θεόδωρο Σκυλακάκη, απότακτους ταγματάρχες του 1923, τον Κώστα Κοτζιά, τον Ι. Διάκο και άλλους. Επιπλέον, η δικτατορία είχε στείλει ορισμένα στελέχη της Ασφάλειας (μεταξύ άλλων τον Σπύρο Παξινό) στην Γκεστάπο στη ναζιστική Γερμανία για εκπαίδευση στη δίωξη και αντιμετώπιση του Κομμουνισμού[25].

Το καθεστώς ενίσχυσε το νομικό του οπλοστάσιο με νέους νόμους, όπως τον νόμο 117/1936 "περί μέτρων προς καταπολέμησιν του Κομμουνισμού". Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υφυπουργείου Ασφαλείας, 47.000 κομμουνιστές υπέβαλαν "δηλώσεις μετανοίας και αποκήρυξης του κομμουνισμού", μέχρι το 1940, ενώ οι συλληφθέντες ανέρχονταν σε 50.000 περίπου[19].

Δημιουργία πλαστού ΚΚΕ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα τέλη του 1939, ο Μανιαδάκης μαζί με τον ανώτατο αξιωματικό της Γενικής Ασφαλείας Σπύρο Παξινό κατασκεύασαν την Προσωρινή Διοίκηση του ΚΚΕ (ΠΔ) με ηγετικά στελέχη του κόμματος που είχαν προσχωρήσει στο καθεστώς, όπως ο Μιχάλης Τυρίμος, ο Δημήτρης Κουτσογιάννης, ο Μανώλης Μανωλέας και ο Τηλέμαχος Μύτλας.[26].Μάλιστα, η Προσωρινή Διοίκηση εξέδιδε και δικό της πλαστό Ριζοσπάστη και κατάφερε να συσπειρώσει στους κόλπους της αρκετά μέλη του ΚΚΕ[27]. Όμως, παράλληλα με την Προσωρινή Διοίκηση δρούσε και η παλιά ηγεσία του ΚΚΕ, η λεγόμενη Παλιά Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ (ΠΚΕ) υπό την καθοδήγηση των Πλουμπίδη-Σιάντου, η οποία εξέδιδε δικό της Ριζοσπάστη.[28]

Τον Μάιο του 1939, κατ' εντολήν του φυλακισμένου Ζαχαριάδη, το μέλος του Πολιτικού Γραφείου Γιάννης Μιχαηλίδης υπέγραψε δήλωση μετανοίας και αποφυλακίστηκε από την Κέρκυρα για να ξεκαθαρίσει το κόμμα από τους χαφιέδες και να βοηθήσει στην ανασυγκρότησή του. Όμως, μπλέχτηκε στα δίχτυα της ασφάλειας και εντάχθηκε στην Προσωρινή Διοίκηση με αποτέλεσμα και ο Ζαχαριάδης να υποστηρίξει την Προσωρινή Διοίκηση σαν την πραγματική καθοδήγηση του ΚΚΕ. Οι αλληλοκατηγορίες των δύο καθοδηγήσεων για "χαφιεδισμό" αποπροσανατόλισαν πλήρως τα μέλη του ΚΚΕ (ειδικά εκείνα τα ελάχιστα πλέον που είχαν αποφύγει τη σύλληψη), δημιουργώντας μια άνευ προηγουμένου σύγχυση.[29]

Μετά την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο κατά των Ιταλών, η ΠΔ άρχισε να αρθρογραφεί υπέρ του Μεταξά στον Ριζοσπάστη που εξέδιδε, φτάνοντας μέχρι του σημείου να τον υμνεί. Η κατάσταση πάντως ξεκαθάρισε μόνο προς τα τέλη του 1941, όταν συγκροτήθηκε η Νέα Κεντρική Επιτροπή από εξόριστα στελέχη του ΚΚΕ που δραπέτευσαν από τους τόπους κράτησής τους.[30] Τότε, άρχισε να αποκαλύπτεται ο ρόλος της ΠΔ και τα μέλη του ΚΚΕ που είχαν δραπετεύσει από τους τόπους κράτησής τους, καθώς και αυτά της ΠΚΕ εντάχθηκαν στη Νέα Κεντρική Επιτροπή.[31]

Διώξεις συνδικαλιστών και δημοκρατικών πολιτών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το καθεστώς προχώρησε ακόμη σε διώξεις και μη κομμουνιστών, δημοκρατικών πολιτών, συνδικαλιστών, πολιτικών αντιπάλων του και διαφωνούντων, προχωρώντας συχνά στο μέτρο της εκτόπισης σε νησιά του Αιγαίου, κάνοντας χρήση του βενιζελικού νόμου του 1929 "περί Ιδιωνύμου Αδικήματος", αλλά και του νόμου 117/1936 που το ίδιο είχε θεσπίσει[32]. Οι διώξεις πήραν τεράστιες διαστάσεις. Παλιοί συνδικαλιστές, εκπαιδευτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι απολύθηκαν και διώχθηκαν. Καλλιεργήθηκε το πνεύμα της καταδόσεως υπόπτων και καθιερώθηκε τότε για πρόσληψη σε δημόσιες υπηρεσίες και για είσοδο σε στρατιωτικές σχολές το "πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων"[19].

Τα πολιτικά κόμματα απαγορεύτηκαν, οι πολιτικοί εξορίστηκαν ή τέθηκαν σε κατ' οίκον περιορισμό, τα συνδικάτα διαλύθηκαν, ενώ οι βασανισμοί ήταν καθημερινό φαινόμενο στα αστυνομικά τμήματα. Οι συνθήκες διαβίωσης των εξόριστων ήταν τόσο άσχημες ώστε μερικοί πέθαναν από αρρώστιες ή ταλαιπωρίες. Ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγεται και ο πρώην πρωθυπουργός Ανδρέας Μιχαλακόπουλος. Χαρακτηριστικό της τρομοκρατίας είναι ότι η ΓΣΕΕ διαλύθηκε και αναπληρώθηκε από την Εθνική Συνομοσπονδία με πρόεδρο τον ίδιο τον υπουργό εργασίας, Αριστείδη Δημητράτο. Επιπλέον, το καθεστώς ενεπλάκη στα δρώμενα της Εκκλησίας της Ελλάδος και με βασιλικά διατάγματα επέτυχε η εκλογή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος να γίνεται από τον Βασιλιά.

Κάψιμο βιβλίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μία από τις πρώτες πράξεις της δικτατορίας ήταν το κάψιμο των προοδευτικών βιβλίων που κατασχέθηκαν από τα βιβλιοπωλεία, πρακτορεία και σπίτια συλληφθέντων. Τα βιβλία που κάηκαν σε δημόσιους χώρους από μέλη φασιστικών οργανώσεων, στελέχη του καθεστώτος και πληρωμένα ατόμα ήταν Ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Εκτός από τα έργα των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Πλεχάνωφ και άλλων κλασικών του μαρξισμού κάηκαν και έργα των Γκόρκυ, Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Γκαίτε, Δαρβίνου, Φρόυντ, Ανατόλ Φράνς, Μπέρναρ Σω, Παπαδιαμάντη, Καζαντζάκη, Καρκαβίτσα, Κορδάτου και άλλων[33]. Σε εφημερίδες της 16ης Αυγούστου 1936 διαβάζουμε:

"Η Εθνική Φοιτητική Νεολαία Πειραιώς προβαίνουσα εις την εξαφάνισιν δια πυράς ολοκλήρου σειράς κομμουνιστικών εντύπων την προσεχή Κυριακήν και ώραν 8μμ και εν τη πλατεία Πασαλιμανίου Πειραιώς προσκαλεί άπαντας τους εθνικόφρονας νέους, όπως προσέλθουν εν τη πλατεία Τερψιθέας 7μμ ίνα εν σώματι μεταβούν και συμμετέχουν εις την τελετήν'"[34].

Η έννοια του κομμουνιστικού εντύπου ήταν πολύ πλατιά και ερμηνευόταν από το καθεστώς κατά το δοκούν. Συμπεριλαμβάνονταν σε αυτά ακόμα και σχολικά βιβλία όπως Τα Ψηλά Βουνά του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Στο κάψιμο των βιβλίων και στη δίωξη των ιδεών το καθεστώς της 4ης Αυγούστου αντέγραφε επακριβώς τα χιτλερικά πρότυπα.

Ωστόσο, σύμφωνα με μια μελέτη (Κοντού Γεωργία, διδακτορική διατριβή 2013), το καθεστώς της 4ης Αυγούστου θεώρησε ικανοποιητικά τα ήδη υπάρχοντα σχολικά βιβλία και επέτρεψε την κυκλοφορία τους αφού εξέφραζαν κατά μεγάλο μέρος τις ιδεολογικές αρχές του καθεστώτος.[35] Το 1939, τύπωσε νέα σχολικά βιβλία για τη στοιχειώδη και τη μέση εκπαίδευση, ώστε να εκφράζουν πληρέστερα τις ιδεολογικές αρχές του καθεστώτος. Στα νέα σχολικά βιβλία τονίζεται το εθνικό φρόνημα, η αρχαία ιστορία και μυθολογία και η υπεροχή του εθνικού συμφέροντος έναντι το ατομικού. Όμως, σπανίζουν οι εκφράσεις φανατισμού και πολεμόχαρης βίας. Ακόμα και οι ένοπλες δυνάμεις παρουσιάζονται ως έτοιμες να υπερασπιστούν τα κεκτημένα και όχι να διεκδικήσουν νέα εδάφη.[36]

Μειονότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επίσης, στον τομέα των μειονοτήτων, το καθεστώς προσπάθησε να επιβάλλει τη χρήση της ελληνικής γλώσσας σε δημόσιους, αλλά και ιδιωτικούς χώρους, με κυριότερα θύματά του τους σλαβόφωνους πληθυσμούς που κατοικούσαν στη Μακεδονία. Δεν υιοθετήθηκε όμως, κάποιο σχέδιο μαζικής εξόντωσης ή εκτοπισμού, όπως συνέβη με ανάλογα καθεστώτα στην Ευρώπη.

Πολιτικοί κρατούμενοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα από τα μελανότερα σημεία της Δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, τρεις μήνες μετά τον θάνατο του Ι. Μεταξά, ήταν η παράδοση όλων των πολιτικών κρατουμένων στους κατακτητές Γερμανούς και Ιταλούς, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να εκτελεστούν αργότερα από τους κατακτητές κατά τη διάρκεια της κατοχής.[37]

Στις 29 Οκτωβρίου 1940, μία μέρα μετά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, η ομάδα των 600 περίπου κρατούμενων κομμουνιστών της Ακροναυπλίας έστειλε υπόμνημα στην κυβέρνηση Μεταξά και ζήτησε να σταλούν όλοι τους στο μέτωπο για να πολεμήσουν τον εισβολέα. Το υπόμνημα υπέγραψαν εκ μέρους των πολιτικών κρατουμένων οι βουλευτές του ΚΚΕ, Γ. Ιωαννίδης και Κ. Θέος.[38] Στις 6 και στις 13 Νοέμβρη, στάλθηκαν άλλα δύο υπομνήματα που απορρίφθηκαν επίσης από τον Μεταξά, ο οποίος ζήτησε από τους κρατούμενους να υπογράψουν δήλωση μετανοίας για να αφεθούν ελεύθεροι.[39]

Επίσης, εξόριστοι των νησιών των Κυκλάδων (Φολέγανδρου, Κίμωλου, Ανάφης) με αίτησή τους, ζήτησαν από το Υπουργείο Ασφαλείας να σταλούν στο μέτωπο, οι μεν άνδρες στην πρώτη γραμμή, οι δε γυναίκες ως νοσοκόμες σε προωθημένα ιατρεία. Στην Κίμωλο πρωτοστάτησαν η Φούλα Χατζιδάκη και ο Μιλτιάδης Πορφυρογένης. Μετά την αρνητική απάντηση των κρατούντων και μπροστά στον κίνδυνο να τους παραδώσουν στους κατακτητές, οι εξόριστοι συνεδρίασαν και αποφάσισαν δραπέτευση, ομαδική, τμηματική ή και ατομική.[40][41][42]

Εξωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ο Μεταξάς προσπάθησε να ισορροπήσει μεταξύ της Βρετανίας, η οποία ήταν η κυρίαρχη ναυτική δύναμη της Μεσογείου και προς την οποία άλλωστε στρέφονταν οι συμπάθειες του βασιλιά, και της Γερμανίας, με το ολοκληρωτικό καθεστώς της οποίας υπήρχε ιδεολογική συνάφεια, αλλά και στενότατοι οικονομικοί δεσμοί. Φαίνεται, όμως, ότι, ήδη από το 1936, η Ελλάδα είχε ευθυγραμμιστεί απόλυτα με τους Βρετανούς. Οι δεσμεύσεις του Μεταξά προς το Λονδίνο φάνηκαν λίγο μετά την επιβολή της δικτατορίας, στις 20 Αυγούστου 1936, όταν σύνηψε συμφωνία με τους Άγγλους κατόχους Ελληνικών ομολόγων, με την οποία αύξησε το τοκοχρεολύσιο του εξωτερικού δημοσίου χρέους από 30% που προβλεπόταν για τη διετία 1935-1937 σε 40%. Αναφέρει, επίσης, σε επιστολή του στον Πρέσβη της Ελλάδος στην Αγγλία ότι αι μόναι προνομιακαί επιχειρήσεις εν Ελλάδι είναι αι Αγγλικαί. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η απόρριψη της ανανέωσης του συμφώνου Βενιζέλου - Τιτόνι (1928) περί της Ελληνοιταλικής φιλίας από τον Ιωάννη Μεταξά, το 1938, ένα χρόνο πριν το ξέσπασμα του Β' ΠΠ[43]. Παρ΄όλη την επίδραση των Γερμανικών οικονομικών συμφερόντων στην Ελλάδα το αγγλικό μονοπωλιακό κεφάλαιο παρέμενε το ισχυρότερο. Τα 3 δυτικά κεφάλαια (Αγγλία, Γαλλία, Αμερική) κατείχαν το 70% των ξένων κεφαλαίων, ενώ το Γερμανικό και το Ιταλικό 5% και 4,5% αντίστοιχα.[44] Οι Άγγλοι αποδέχονταν, επίσης, την ουδέτερη στάση της Ελλάδας εξαιτίας της αδυναμίας τους να της παράσχουν ουσιαστική στρατιωτική υποστήριξη.[45] Χαρακτηριστικό παράδειγμα των στενών σχέσεων που υπήρχαν μεταξύ των δύο κυβερνήσεων είναι το γεγονός ότι ο Μεταξάς πρότεινε, το 1938, στην αγγλική κυβέρνηση τη σύναψη αμυντικής συμμαχίας, την οποία αυτή αρνήθηκε διπλωματικά αφού δεν είχε λόγο να αμφιβάλλει σχετικά με τη στάση της Ελλάδας σε επικείμενο πόλεμο. Αντίθετα, με τη γερμανική κυβέρνηση οι σχέσεις ήταν τυπικές, αφού η Ελλάδα είχε πολλά οφέλη από τις οικονομικές επενδύσεις των Γερμανών. Σημαντικό ρόλο στις διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών διαδραμάτισε και η στάση της Ιταλίας με τις συνεχείς προκλήσεις. Το γεγονός της βύθισης της Έλλης σηματοδότησε το τέλος των φιλικών σχέσεων με τις δυνάμεις του Άξονα.

Επίσης, σημαντική παράμετρος της εξωτερικής πολιτικής του καθεστώτος υπήρξε και η συνέχιση των καλών σχέσεων και της προσέγγισης με την Τουρκία, η οποία είχε αρχίσει από τα έτη πρωθυπουργίας του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ένας πρόσθετος λόγος που συνέβαλλε σε αυτήν την πολιτική ήταν και η ιταλική παρουσία στα Δωδεκάνησα και το Αιγαίο.

Ο πόλεμος του '40[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξόριστη κυβέρνηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την εισβολή της Γερμανίας, τον Απρίλιο του 1941, ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής αυτοκτόνησε και ο βασιλιάς Γεώργιος διόρισε πρωθυπουργό τον Εμμανουήλ Τσουδερό. Καθώς τα γερμανικά στρατεύματα προέλαυναν, η κυβέρνηση μετακινήθηκε αρχικά στην Κρήτη και έπειτα στο Κάιρο της Αιγύπτου.[46] Από εκεί ο Γεώργιος μετέβη στο Κέηπ Τάουν και έπειτα στο Λονδίνο. Από το Λονδίνο εξέδωσε, τον Οκτώβριο του 1941, μία συντακτική πράξη «περί οργανώσεως των κρατικών εξουσιών» στα ζητήματα εκείνα που «λόγω των περιστάσεων ανωτέρας βίας, δεν δύναται να εφαρμοσθή πλήρως το Σύνταγμα του 1911», αναγνωρίζοντας έτσι την τυπική ισχύ του: ο βασιλιάς θα είχε το δικαίωμα να διορίζει τον πρωθυπουργό και, μετά από πρότασή του, τα μέλη της κυβέρνησης, τη νομοθετική εξουσία θα ασκούσε ο βασιλιάς μέσω της έκδοσης αναγκαστικών διαταγμάτων μετά από πρόταση της κυβέρνησης και τη δικαστική «ειδικά δικαστήρια».[47] Προκειμένου να μην υπάρχει δυσαρμονία με τη ρητορική των Συμμάχων περί μάχης υπέρ της κυριαρχίας και της δημοκρατίας, όπως αυτή είχε εκφραστεί στη Χάρτα του Ατλαντικού, με νέα συντακτική πράξη της 4ης Φεβρουαρίου 1942 χαρακτηρίστηκε άκυρο το διάταγμα της 4ης Αυγούστου 1936 που είχε αναστείλει τις ελευθερίες στην Ελλάδα.[48]

Δείτε ακόμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Παύλος Παπαδόπουλος, "Η δικτατορία Μεταξά και η απλή αναλογική", φύλλο εφημερίδας "Η Καθημερινή" της Κυριακής 26 Ιανουαρίου 2020
  2. Γρηγόριος Δαφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923-1940, τόμος δεύτερος, εκδ.Κάκτος, Αθήνα, 1997,σελ.402-403
  3. Γρηγόριος Δαφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923-1940, τόμος δεύτερος, εκδ. Κάκτος, Αθήνα, 1997, σελ. 401
  4. Παύλος Παπαδόπουλος, "Η Καθημερινή", ο.π.
  5. "Βόλος: Ιστορικός περίπατος στα χνάρια της απεργιακής μάχης του Ιουνίου 1936" Ανακτήθηκε στις 4/8/2020
  6. Γρηγόριος Δαφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923-1940, τόμος δεύτερος, εκδ. Κάκτος, Αθήνα, 1997,σελ.408-409
  7. Π.Γ. Βατικιώτης, "Μια πολιτική βιογραφία του Ιωάννη Μεταξά: Φιλολαϊκή απολυταρχία στην Ελλάδα 1936-1941", Ευρασία, Αθήνα 2005, σ. 383. Αναφέρεται στο Κοντού Γ., "Η πολιτική και κοινωνική ιδεολογία της 4ης Αυγούστου ...", σ. 53. Βλ. επίσης Κοντού Γ. σ. 63.
  8. Φύλλο εφημερίδας "Έθνος" της 4ης Αυγούστου 1936, πρωτοσέλιδο άρθρο με τίτλο "Η Απεργία"
  9. Richard Clogg Συνοπτική ιστορία της Ελλάδας 1770-2000, δεύτερη έκδοση, Κάτοπτρο.
  10. Φύλλο εφημερίδας "Έθνος" της 5 Αυγούστου 1936, σελ. 6: "Τελευταία ώρα - Διάγγελμα του κ. Πρωθυπουργού προς τον λαόν" Ανακτήθηκε από την ιστοσελίδα της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, στις 4/8/2020
  11. "Ημερολόγιο" Μεταξά, σελ. 553
  12. ο.π. Richard Clogg, Κάτοπτρο
  13. Κοντού Γεωργία, σελ. 207-211.
  14. «Η «πλαστογραφία» της 4ης Αυγούστου». ethnos.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2013. 
  15. «Η "απρέπεια" της 4ης Αυγούστου απέναντι στον Τίμο Μωραϊτίνη». biblionet.gr. 
  16. Κοντού Γεωργία, "Η πολιτική και κοινωνική ιδεολογία της 4ης Αυγούστου και ο τρόπος με τον οποίο αυτή επηρέασε την εκπαίδευση και τη νεολαία (Ε.Ο.Ν.)", διδακτορική διατριβή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 2013, σ. 53-55
  17. «Cour Permanente de Justice Internationale, Judgment of June 15th, 1939, Fasciscule No. 78, The "Societe Commerciale de Belgique"» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 12 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2016. 
  18. Michael Waibel, Sovereign Defaults before International Courts and Tribunals, Cambridge University Press, 2011, σ. 97
  19. 19,0 19,1 19,2 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΕ (1978), σελ. 389
  20. Λιναρδάτος (1967), σελ.53-57
  21. Βασίλης Νεφελούδης (2007): Ακτίνα Θ'
  22. Ιστορία της Αντίστασης 1940-45 (1979), σελ.32
  23. Ιστορία της Αντίστασης 1940-45 (1979), σελ.32, Λιναρδάτος (1967), σελ. 57-58 & Βασίλης Νεφελούδης: Ακτίνα Θ' (2007), σελ.158
  24. Ιστορία της Αντίστασης 1940-45 (1979), σελ. 207-212
  25. Γρηγόρης Φαράκος, Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ΚΚΕ και Διεθνές Κομμουνιστικό Κέντρο, Ελληνικά Γράμματα
  26. Γκουντουβάς (2019), σελ. 54-60
  27. Ροδάκης (1987), σελ. 132-138 & Θ. Χατζής (1983), σελ. 62
  28. Γκουντουβάς (2019), σελ. 54-60
  29. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (2012), σελ. 342-348
  30. Γκουντουβάς (2019), σελ. 170-174
  31. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (2012), σελ. 378-380
  32. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΕ (1978), σελ. 388-389
  33. Λιναρδάτος (1967), σελ. 62
  34. Λιναρδάτος (1967), σελ. 63
  35. Κοντού Γ., σ. 340-341
  36. Κοντού Γ., σ. 340, 341, 360.
  37. Λιναρδάτος (1967), σελ.58 & Ιστορία της Αντίστασης 1940-45 (1979)
  38. Επίσημα κείμενα του ΚΚΕ (1981), τόμος πέμπτος, σελ.453
  39. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (2012), τόμος Α, σελ.359
  40. Ιστορία της Αντίστασης 1940-45, εκδόσεις Αυλός Αθήνα 1979
  41. «Η Κίμωλος ως τόπος εξορίας - eikastikosperipatos.com». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2017. 
  42. Εξόριστοι στην Κίμωλο - Ριζοσπάστης, Παρασκευή 31/5/96
  43. Η συνωμοσία της Αγγλίας κατά της Ελλάδος, Ιάκωβος Χονδροματίδης, εκδόσεις Θούλη, σελ.13-14-15
  44. Ιστορική επιθεώρισης, τ.11, 1966
  45. «Για να καταλήξουμε λοιπόν, αγαπητέ Μάικλ, είμαστε παντρεμένοι με τον Μεταξά και έτσι θα παραμείνουμε μέχρι ο θάνατος ή οι Έλληνες να μας χωρίσουν». Ανάλυση Κλάτον, 20 Φεβρουαρίου 1940 σειρά FO371, φάκελοι 24.910
  46. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΣΤ (2000), σελ. 15-16
  47. Αλιβιζάτος, Νίκος (1995). Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση 1922-1974: Όψεις της ελληνικής εμπειρίας. Αθήνα: Θεμέλιο. σελίδες 142–3. 
  48. Αλιβιζάτος, Νίκος (1995). Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση 1922-1974: Όψεις της ελληνικής εμπειρίας. Αθήνα: Θεμέλιο. σελ. 144. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Σωτήρης Γκουντουβάς, "Το ΚΚΕ κατά την περίοδο 1939-41. Η Παλιά Κεντρική Επιτροπή και η Προσωρινή Διοίκηση" Διπλωματική Εργασία, Πάντειο, Αθήνα 2019
  • "4η Αυγούστου: Ο Μεταξάς και η «αυτοκτονία» της δημοκρατίας", Ε΄ Ιστορικά, Αθήνα 2000
  • Clogg, Richard. A Concise History of Greece; 1992
  • Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Α΄ τόμος 1919-1949, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2012
  • Επίσημα Κείμενα του ΚΚΕ, Ε΄ τόμος, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1981
  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΕ & ΙΣΤ, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1978
  • Ιστορία της Αντίστασης 1940-45, τόμος 1ος, Εκδόσεις Αυλός, Αθήνα 1979
  • Βασίλης Νεφελούδης "Ακτίνα Θ'", Εκδόσεις της Εστίας, Αθήνα 2007
  • Σπύρος Λιναρδάτος "Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου", Αθήνα 1967
  • Περικλής Ροδάκης "Νίκος Ζαχαριάδης", Εκδόσεις Επικαιρότητα, Αθήνα 1987
  • Θανάσης Χατζής "Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε", Αθήνα 1983
  • Μάνος Χατζιδάκης "4η Αυγούστου – 21η Απριλίου: Συγκριτική μελέτη", Αθήνα 2011
  • Κωνσταντίνος Πλεύρης "Ιωάννης Μεταξάς - Βιογραφία" Αθήνα 1975
  • Γρηγόριος Δαφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923-1940, τόμος δεύτερος, εκδ. Κάκτος, Αθήνα, 1997,σελ. 401-461

Προτεινόμενη βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]