Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βασιλικός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ώκιμον το βασιλικόν)
Βασιλικός,
Ώκιμον το βασιλικόν,
(Ocimum basilicum)
Πλατύφυλλος βασιλικός.
Πλατύφυλλος βασιλικός.
Συστηματική ταξινόμηση
Σύστημα: κατά Cronquist
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Eudicots)
Υφομοταξία: Αστερίδες (Asteridae)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Χειλανθή (Labiatae) ή Λαμιίδες (Lamiaceae)
Γένος: Ώκιμον (Ocimum)
Είδος: O. basilicum
Διώνυμο
Ώκιμον το βασιλικόν
(Ocimum basilicum)

L.

Ο βασιλικός είναι ετήσιο[Σημ. 1] αρωματικό, ποώδες φυτό, η κοινή ονομασία για το μαγειρικό βότανο Ώκιμον το βασιλικόν της οικογένειας των Χειλανθών Λαμιίδων (δυόσμων) και της τάξης των Σωληνανθών. Σε ορισμένες Αγγλόφωνες χώρες είναι γνωστός και ως «Βότανο του Αγίου Ιωσήφ».

Ο βασιλικός πιθανόν κατάγεται από την Ινδία,[1] ή ίσως από το Ιράν και να έχει καλλιεργηθεί εκεί για περισσότερα από 5.000 χρόνια.[2] Ήταν διεξοδικά αναφερόμενος στους Έλληνες συγγραφείς Θεόφραστο[3] και Διοσκουρίδη. Πρόκειται για ένα ημι-σκληραγωγημένο ετήσιο φυτό, πιο γνωστό ως μαγειρικό βότανο, χαρακτηριστικό κυρίως στην Ιταλική κουζίνα, το οποίο επίσης παίζει σημαντικό ρόλο στις κουζίνες της Νοτιοανατολικής Ασίας της Ινδονησίας, Ταϊλάνδης, Μαλαισίας, Βιετνάμ, Καμπότζης, Λάος και της Ταϊβάν. Αναλόγως με το είδος και την ποικιλία, τα φύλλα μπορούν να έχουν γεύση παρόμοια με το γλυκάνισο, με έντονη, πικάντικη, συχνά γλυκιά, μυρωδιά.

Υπάρχουν πολλές ποικιλίες των Ocimum basilicum καθώς και διάφορα συναφή είδη ή υβρίδια, τα οποία επίσης φέρονται με τη γενική ονομασία "βασιλικός". Ο τύπος, ο οποίος χρησιμοποιείται στα ιταλικά φαγητά, συνήθως, ονομάζεται γλυκός βασιλικός, σε αντίθεση με τον βασιλικό της Ταϊλάνδης (O. basilicum ποικ. thyrsiflora), τον βασιλικό λεμόνι (lemon basil - O. X citriodorum) και τον ιερό βασιλικό (holy basil - Ocimum tenuiflorum), οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην Ασία. Ενώ οι πιο διαδεδομένες ποικιλίες του βασιλικού αντιμετωπίζονται ως μονοετή (annual), κάποιοι, σε ζεστά τροπικά κλίματα, είναι πολυετή (perennial),[Σημ. 2] συμπεριλαμβανομένου του «ιερού βασιλικού» («holy basil») και μια ποικιλία γνωστή ως «Αφρικανικός μπλε βασιλικός» («African Blue»).

Θηλυκή μέλισσα ξυλουργός επάνω στο βασιλικό, σε αναζήτηση τροφής.
Βασιλικός (φρέσκος).
Διατροφική αξία
100 g (3,5 oz)
Ενέργεια 94 kJ
Θερμίδες 22 kcal
Υδατάνθρακες 2,65 g
Ίνες 1,6 g
Λιπαρά 0,64 g
Πρωτεΐνες 3,15 g
Βιταμίνες
Βιταμίνη Α 264 μg (33%)
βήτα-καροτένιο 3142 μg (29%)
Θειαμίνη1) 0,034 mg (3%)
Ριβοφλαβίνη2) 0,076 mg (6%)
Νιασίνη3) 0,902 mg (6%)
Παντοθενικό οξύ5) 0,209 mg (4%)
Βιταμίνη Β6 0,155 mg (12%)
Φυλλικό οξύ9) 68 μg (17%)
Χολίνη 11,4 mg (2%)
Βιταμίνη C 18,0 mg (22%)
Βιταμίνη E 0,80 mg (5%)
Βιταμίνη K 414,8 μg (395%)
Μέταλλα
Ασβέστιο 177 mg (18%)
Σίδηρος 3,17 mg (24%)
Μαγνήσιο 64 mg (18%)
Μαγγάνιο 1,148 mg (55%)
Φωσφόρος 56 mg (8%)
Κάλιο 295 mg (6%)
Νάτριο 4 mg (0%)
Ψευδάργυρος 0,81 mg (9%)
Άλλα συστατικά
Νερό 92,06 g
Μονάδες μέτρησης

μg = micrograms, mg = milligrams
IU = International units
Τα ποσοστά είναι χοντρικά χρησιμοποιώντας τις συστάσεις των ΗΠΑ για τους ενήλικες.
Πηγή: usda[4]

Η λέξη «βασιλικός» προέρχεται από την ελληνική λέξη «βασιλεύς», που σημαίνει «βασιλιάς»,[5] και που εδώ εννοείται ο Ιησούς Χριστός, καθώς έχει συνδεθεί με την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού (Ύψωσις τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ),[6] τιμώντας την εύρεση του Τιμίου Σταυρού από την Αγία Ελένη, μητέρα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Α΄.[7] Σύμφωνα με τον θρύλο, η ονομασία του αποδόθηκε όταν το φυτό φύτρωσε στο χαμένο τάφο του Ιησού και η έντονη μυρωδιά του έγινε αιτία να ανακαλυφθεί, καθώς φύτρωσε στο σημείο, όπου ο Μέγας Κωνσταντίνος και η μητέρα του Αγία Ελένη, ανακάλυψαν τον Τίμιο Σταυρό.

Ο βοτανολόγος Τζον Γκέραρντ (John Gerard) επισήμανε ότι όσοι έχουν τσιμπηθεί από σκορπιό, δεν αισθάνονται πόνο, αν είχαν φάει βασιλικό[8] και ο Νίκολας Καλπέπερ (Nicholas Culpeper) σημείωσε για τον βασιλικό ότι ήταν «ένα βότανο του Άρη και κάτω από το Σκορπιό και ως εκ τούτου ονομάζεται Basilicon» ("an herb of Mars and under the Scorpion, and therefore called Basilicon"),[9] σχετίζοντάς τον με τον βασιλίσκο. Το Oxford English Dictionary αναφέρει εικασίες, ότι ο βασιλικός μπορεί να έχει χρησιμοποιηθεί σε «κάποια βασιλική αλοιφή, μπάνιο ή ιατρική». Ο βασιλικός, εξακολουθεί να θεωρείται από πολλούς συγγραφείς μαγειρικής ως ο «βασιλιάς των βοτάνων».[10]

Ονοματολογία και ταξινομική

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μικρόφυλλος βασιλικός.
Αποξηραμένα φύλλα βασιλικού.
Άνθη βασιλικού.
Σπόροι βασιλικού.

Οι περισσότερες εμπορικά διαθέσιμες ποικιλίες βασιλικού είναι του γλυκού βασιλικού. Υπάρχουν πάνω από 160 κατονομασμένες ποικιλίες διαθέσιμες, με καινούργιες να εμφανίζονται κάθε χρόνο. Υπάρχει, επίσης, μια σειρά από είδη που πωλούνται. Εδώ παρουσιάζονται μερικοί βασιλικοί, που συνήθως πωλούνται στις ΗΠΑ.[2]

  • African blue basil (Ocimum basilicum X O. kilimandscharicum)
  • Anise basil ή Persian basil (Licorice basil || O. basilicum 'Licorice'||)
  • Camphor basil, African basil (O. kilimandscharicum)
  • Cinnamon basil (Ocimum basilicum 'Cinnamon')
  • Dark opal basil (Ocimum basilicum 'Dark Opal')
  • Globe basil, dwarf basil, French basil (Ocimum basilicum 'Minimum')[11]
  • Hoary basil (Ocimum americanum παλαιότερα γνωστού ως O. canum)
  • Holy basil (Ocimum tenuiflorum, παλαιότερα γνωστού ως O. sanctum)
  • Spice basil (μια ποικιλία Ocimum americanum, ο οποίος ορισμένες φορές πωλείται και ως holy basil)
  • Lemon basil (Ocimum americanum)
  • Lettuce leaf basil (Ocimum basilicum 'Crispum')
  • Purple basil (Ocimum basilicum 'Purpurescens')
  • Queen of Siam basil (Ocimum basilicum citriodorum)
  • Rubin basil (Ocimum basilicum 'Rubin')

Τις περισσότερες φορές, ο βασιλικός χρησιμοποιείται φρέσκος στις συνταγές μαγειρικής. Γενικά, προστίθεται την τελευταία στιγμή, καθώς το μαγείρεμα καταστρέφει ταχέως τη γεύση του. Το φρέσκο βότανο μπορεί να διατηρηθεί για μικρό χρονικό διάστημα σε πλαστικές σακούλες στο ψυγείο ή. για μεγαλύτερη χρονική περίοδο, στην κατάψυξη, αφού ζεματιστεί γρήγορα σε βραστό νερό. Το αποξηραμένο βότανο χάνει επίσης το μεγαλύτερο μέρος της γεύσης του και αυτό το λίγο εναπομείναν άρωμα έχει πολύ διαφορετική γεύση, με αδύναμο άρωμα κουμαρίνης, παρόμοιο με αυτό του σανού.

Στη μαγειρική χρησιμοποιούνται κυρίως αποξηραμένα φύλλα της πλατύφυλλης ποικιλίας, το άρωμα των οποίων μοιάζει λίγο με αυτό του γλυκάνισου. Αρωματίζει διάφορα ψητά, σαλάτες, βραστά, κοκκινιστά, σούπες κλπ. ενώ ταιριάζει πολύ σε σάλτσες που έχουν ως βάση τη φρέσκια ντομάτα (π.χ. ιδίως κατά το καλοκαίρι, μια σαλάτα ντομάτας μαζί με φρεσκοκομμένα φύλλα βασιλικού αποτελεί μια ξεχωριστή γευστική εμπειρία). Στην ιταλική κουζίνα, η σάλτσα ζυμαρικών πέστο (pesto), μια πράσινη σάλτσα ελαίου και βοτάνου, έχει ως βάση της τον βασιλικό.

Οι πιο συχνά χρησιμοποιούμενες ποικιλίες βασιλικού της Μεσογείου είναι οι:"Genovese", "Purple Ruffles", "Mammoth", "Cinnamon", "Lemon", "Globe" και η "African Blue". Οι Κινέζοι επίσης, χρησιμοποιούν νωπούς ή αποξεραμένους βασιλικούς, σε σούπες και άλλες τροφές. Στην Ταϊβάν, προστίθενται νωπά φύλλα βασιλικού στις παχιές σούπες (Παραδοσιακά Κινεζικά: 羹湯· πινγίν: gēngtāng). Καταναλώνεται, επίσης, τηγανητό κοτόπουλο με βαθιά τηγανισμένα φύλλα βασιλικού. Ο βασιλικός (συνηθέστερα ο Ταϊλανδέζικος βασιλικός) συνήθως εμβαπτίζεται σε γάλα ή κρέμα, ώστε να δημιουργήσει μια ενδιαφέρουσα γεύση σε παγωτά ή σοκολάτες (όπως τις τρούφες). Τα φύλλα δεν είναι το μόνο τμήμα του βασιλικού που χρησιμοποιούνται σε εφαρμογές της μαγειρικής, οι ανθοφόροι οφθαλμοί (μπουμπούκια), έχουν μια πιο λεπτή γεύση και είναι βρώσιμοι.

Ο βασιλικός της Ταϊλάνδης είναι επίσης καρύκευμα στη Βιετναμέζικη σούπα μανέστρα (noodle soup), phở.

Οι σπόροι των διαφόρων ποικιλιών του βασιλικού, όταν εμποτιστούν στο νερό, γίνονται ζελατινώδεις και χρησιμοποιούνται σε Ασιατικά ποτά και επιδόρπια, όπως το faluda,[Σημ. 3] σερμπέτι (sherbet)[Σημ. 4] ή hột é.

Παραδοσιακή χρήση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Φύλλα βασιλικού.

Χρησιμοποιείται ως αντισπασμωδικό, ορεκτικό, άφυσο (διαλύον τα αέρια), για την έκκριση γάλακτος και ως στομαχικό καταπραϋντικό.[14] Είναι, επίσης, πολύ χρήσιμο για την ανακούφιση από τις κράμπες στο στομάχι, την γαστρική καταρροή, τον εμετό, την εντερική καταρροή, τη δυσκοιλιότητα και την εντερίτιδα.[14] Ως αντισπασμωδικό, ορισμένες φορές έχει χρησιμοποιηθεί για τον κοκκύτη. Συνιστάται επίσης για τον πονοκέφαλο.[14] Γενικά, η χρησιμότητα του βασιλικού σχετίζεται με το στομάχι και τα συγγενεύοντα με αυτό όργανα.[14]

Στην Ελλάδα είναι από τα πιο κοινά οικιακά φυτά. Χρησιμοποιείται στη λαϊκή φαρμακευτική ως βότανο, καθώς πιστεύεται πως είναι καλό διουρητικό, καταπραΰνει τον στομαχόπονο και τον πονοκέφαλο, ενώ στην αρχαιότητα, τον χρησιμοποιούσαν ως επίθεμα, μετά από δάγκωμα εντόμου, σκορπιού ή και φιδιού.

Ο βασιλικός χρησιμοποιείται για τις θεραπευτικές του ιδιότητες στην Αγιουρβέντα, το παραδοσιακό φαρμακευτικό σύστημα της Ινδίας και την ιατρική Σίντα, παραδοσιακό σύστημα ιατρικής των Ταμίλ.

Με την ονομασία «βασιλικός», είναι γνωστά και άλλα είδη που βρίσκονται σε τροπικές περιοχές. Είναι θάμνοι μικρού ύψους και καλλιεργούνται και ως καλλωπιστικοί. Ένα από τα είδη αυτά, έχει την ονομασία φυτό του πυρετού και στις περιοχές της Δυτικής Αφρικής χρησιμοποιείται ως αντιπυρετικό.

Αρκετοί άλλοι βασιλικοί, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων άλλων ειδών Ώκιμον (Ocimum), αναπτύσσονται σε πολλές περιοχές της Ασίας. Οι περισσότεροι από τους Ασιατικούς βασιλικούς, έχουν μια γεύση σαν του γαρίφαλου και που σε γενικές γραμμές, είναι ισχυρότεροι από ό,τι οι βασιλικοί της Μεσογείου. Ο πιο ξεχωριστός είναι ο ιερός βασιλικός ή τουλσί (tulsi), ένα εκτιμώμενο γηγενείς φυτό στην Ινδία και το Νεπάλ. Στην Κίνα, η τοπική ποικιλία ονομάζεται (Παραδοσιακά Κινεζικά: 九層塔· πινγίν: jiǔ céng tǎ· κυριολεκτικά: «παγόδα εννέα επιπέδων» ["nine-level pagoda"]), ενώ, οι εισαγόμενες ποικιλίες ονομάζονται (Παραδοσιακά Κινεζικά: 羅勒· πινγίν: luó lè) ή (Παραδοσιακά Κινεζικά: 巴西里· πινγίν: bā xī lǐ), παρόλο που το 巴西里, συνήθως αναφέρεται σε ένα διαφορετικό φυτό, τον μαϊντανό.

Ο βασιλικός λεμόνι (lemon basil) έχει έντονη μυρωδιά λεμονιού και γεύση πολύ διαφορετική από εκείνη των άλλων ποικιλιών, επειδή περιέχει τη χημική ουσία κιτράλη (citral). Χρησιμοποιείται ευρέως στην Ινδονησία, όπου ονομάζεται kemangi και προσφέρεται ωμός, μαζί με ωμό λάχανο, πράσινα φασολάκια, αγγούρι και ως συνοδευτικό τηγανιτού ψαριού ή πάπιας. Όταν διασπαστούν τα άνθη του, γίνονται πικάντικο άρτυμα σαλάτας.

Οι ποικίλοι βασιλικοί έχουν τόσο ξεχωριστές ευωδίες, επειδή το βότανο έχει μια σειρά από διαφορετικά αιθέρια έλαια, τα οποία έρχονται από κοινού αλλά σε διαφορετικές αναλογίες για τις διάφορες ποικιλίες. Η ισχυρή σαν-γαρίφαλο μυρωδιά του γλυκού βασιλικού προέρχεται από την ευγενόλη, το ίδιο χημικό συστατικό όπως και στο γαρίφαλο.[15] Η ευωδία κίτρου του βασιλικού-λεμόνι και βασιλικού μοσχολέμονο, οφείλουν το υψηλότερο ποσοστό τους στην κιτράλη, η οποία προκαλεί αυτό το φαινόμενο σε αρκετά φυτά, συμπεριλαμβανομένου του μελισσόχορτου και του λιμονένιου, το οποίο δίνει στην πραγματική φλούδα του λεμονιού το άρωμά της. Ο Αφρικανικός μπλε βασιλικός (African blue basil), έχει ισχυρή μυρωδιά καμφοράς, διότι περιέχει καμφορά και καμφένιο σε υψηλότερες αναλογίες. Ο βασιλικός γλυκόριζα περιέχει ανηθόλη, την ίδια χημική ουσία που κάνει το γλυκάνισο να μυρίζει όπως η γλυκόριζα και στην πραγματικότητα μερικές φορές ονομάζεται «βασιλικός γλυκάνισο».

Άλλες χημικές ουσίες, οι οποίες βοηθούν να παραχθούν οι διακριτικές ευωδίες από πολλούς βασιλικούς, ανάλογα με το ποσοστό τους σε κάθε συγκεκριμένη ποικιλία, περιλαμβάνουν:

  • citronellol (πελαργόνια, τριανταφυλλιές και citronella)[16]
  • λιναλοόλη (linalool)[17] (μία λουλουδένια ευωδία και στον κόλιανδρο)
  • myrcene (δαφνόφυλλο, myrcia)[18]
  • pinene (το οποίο, όπως υπονοεί και το όνομα, τη χημική ουσία που δίνει στο έλαιο του πεύκου την ευωδία του)
  • ocimene[18]
  • terpineol
  • linalyl acetate
  • fenchyl acetate
  • trans-ocimene
  • 1,8-cineole
  • camphor octanane
  • μεθυλοευγενόλη (methyl eugenol)
  • μεθυλοχαβικόλη (methyl chavicol)[16]
  • ευγενόλη (eugenol)[16]
  • beta-caryophyllene

Με βάση την χημική περιεκτικότητα, οι βασιλικοί μπορούν να χωριστούν σε τέσσερις ομάδες:

  1. Γαλλική· Το Ώκιμον το βασιλικόν (Ocimum basilicum), περιέχει χαμηλότερες ποσότητες φαινολών
  2. εξωτική· περιέχει μεθυλοχαβικόλη (methyl chavicol) (40–80%)
  3. methyl cinnamatαιθέρας (ether) 90%
  4. ευγενόλη (eugenol)
Time-lapse του αναπτυσσόμενου βασιλικού.

Οι περισσότεροι μαγειρικοί και διακοσμητικοί βασιλικοί είναι ποικιλίες του είδους Ocimum basilicum, Υπάρχουν πολλά υβρίδια μεταξύ των ειδών. Παραδοσιακά, μερικές ποικιλίες, όπως το «Purple Delight» έχουν φύλλα που εμφανίζονται μωβ.[24]

Βασιλικός αναπτυσσόμενος στον ήλιο.
Αποξηραμένος βασιλικός, όπου φαίνεται η διασπορά των σπόρων.

Ο βασιλικός φθάνει σε ύψος μεταξύ 30-130 εκ. (12-51 ίντσες), με αντικριστά, ανοιχτό-πράσινα, μεταξένια φύλλα μήκους 3-11 εκ (1,2 έως 4,3 ίντσες) και πλάτος 1-6 εκ. (0,39 έως 2,36 ίντσες). Τα άνθη είναι μικρά, λευκού χρώματος και τοποθετημένα σε τερματική ακίδα (spike).[Σημ. 5] Ασυνήθιστο μεταξύ των Χειλανθών (Lamiaceae), οι τέσσερις στήμονες και ο ύπερος[Σημ. 6] δεν ωθούνται κάτω από το άνω χείλος της στεφάνης (corolla),[Σημ. 7] αλλά κείται πάνω από το κατώτερο χείλος. Μετά την επικονίαση από έντομα, η στεφάνη αποκολλάται και τέσσερα στρογγυλά αχαίνια (achenes)[Σημ. 8] αναπτύσσονται στο εσωτερικό του διπλόχειλου κάλυκα (bilabiate calyx).[Σημ. 9]

Ο βασιλικός είναι πολύ ευαίσθητος στο κρύο, με καλύτερη ανάπτυξη σε θερμές και ξηρές συνθήκες. Συμπεριφέρεται ως ετήσιος, εάν υπάρχει οποιαδήποτε πιθανότητα παγετού. Στη Βόρεια Ευρώπη, τον Καναδά, τις βόρειες πολιτείες των ΗΠΑ και το Νότιο Νησί της Νέας Ζηλανδίας, θα μεγαλώσει καλύτερα αν σπαρεί κάτω από γυαλί σε δοχείο που περιέχει τύρφη. Κατόπιν μεταφυτεύεται στα τέλη της άνοιξης / αρχές του καλοκαιριού (όταν υπάρχει ελάχιστη πιθανότητα παγετού).[25] Επιπλέον, μπορεί να σπαρθεί στο έδαφος, άπαξ και έχει παρέλθει η πιθανότητα παγετού. Διάγει καλύτερα σε καλά στραγγισμένα ηλιόλουστα σημεία.

Παρά το γεγονός ότι ο βασιλικός αναπτύσσεται καλύτερα σε εξωτερικούς χώρους, μπορεί να καλλιεργηθεί σε εσωτερικούς χώρους σε γλάστρα και, όπως και τα περισσότερα βότανα, θα αναπτυχθεί καλύτερα σε περβάζι παραθύρου με ισημερινό προσανατολισμό. Θα πρέπει να φυλάσσεται μακριά από δυνατά κρύα ρεύματα και αναπτύσσεται καλύτερα στο έντονο ηλιακό φως. Ως εκ τούτου, ένα θερμοκήπιο ή κάλυμμα σειράς (row cover), είναι ιδανικό, εάν είναι διαθέσιμο. Μπορεί ωστόσο, να αναπτυχθεί ακόμη και σε υπόγειο, κάτω από λαμπτήρες φθορισμού.

Αν τα φύλλα του μαραθούν από την έλλειψη νερού, θα ανακάμψει αν ποτιστεί καλά και τοποθετηθεί σε ευήλια τοποθεσία. Τα κίτρινα φύλλα στο κάτω μέρος του φυτού, είναι ένδειξη ότι το φυτό έχει αγχωθεί· συνήθως, αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται λιγότερο νερό ή λιγότερο ή περισσότερο λίπασμα.

Σε πιο ηλιόλουστα κλίματα, όπως της Νότιας Ευρώπης, των νοτίων πολιτειών των ΗΠΑ, του Βόρειου Νησιού της Νέας Ζηλανδίας και στην Αυστραλία, ο βασιλικός θα ευδοκιμήσει, αν φυτευτεί έξω. Ευημερεί επίσης κατά το καλοκαίρι, στις κεντρικές και βόρειες Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά μαραίνεται, όταν οι θερμοκρασίες φτάσουν στο σημείο πήξης. Θα ξανά αναπτυχθεί το επόμενο έτος, αν του επιτραπεί να κάνει σπόρο. Θα χρειαστεί τακτικό πότισμα, αλλά δεν χρειάζεται τόση πολλή προσοχή, όπως απαιτείται στα άλλα κλίματα.

Ο βασιλικός μπορεί επίσης να πολλαπλασιαστεί εύκολα με μοσχεύματα, με τα στελέχη των κοντών μοσχευμάτων να εμβαπτίζονται για δύο εβδομάδες ή περισσότερο, έως ότου το νερό αναπτύξει τις ρίζες.

Άπαξ και το στέλεχος παράξει άνθη, η παραγωγή φυλλώματος σταματά στο συγκεκριμένο στέλεχος, το στέλεχος γίνεται ξυλώδες και μειώνεται η παραγωγή του αιθέριου ελαίου. Για να αποφευχθεί αυτό, ο καλλιεργητής βασιλικού μπορεί να αφαιρέσει όσους μίσχους λουλουδιών κρίνει, πριν αυτοί ωριμάσουν πλήρως. Επειδή μόνο το ανθισμένο στέλεχος επηρεάζεται έτσι, μερικά στελέχη μπορούν να αφαιρεθούν για την παραγωγή φύλλων, ενώ άλλα αφήνονται να ανθίσουν για διακόσμηση ή για σπόρους.

Μόλις το φυτό έχει τη δυνατότητα να ανθίσει, τότε μπορεί να παραγάγει λοβούς σπόρων οι οποίοι περιέχουν μικρά μαύρα σπέρματα, τα οποία μπορούν να αποθηκευτούν και να φυτευτούν το επόμενο έτος. Το μάζεμα των φύλλων από το φυτό, βοηθά στην προώθηση της ανάπτυξης, κυρίως, γιατί το φυτό αντιδρά μετατρέποντας τα ζεύγη των φυλλαδίων, δίπλα από τα κορυφαία φύλλα, σε νέους μίσχους.

Συντροφική φύτευση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ανθισμένο στέλεχος βασιλικού.

Σε διπλές τυφλές γευστικές δοκιμές, έχει βρεθεί, ότι ο βασιλικός δεν επηρεάζει σημαντικά τη γεύση της τομάτας, όταν φυτεύεται δίπλα σε αυτές.[26]

Ο βασιλικός υποφέρει από διάφορα παθογόνα φυτών που μπορούν να καταστρέψουν την καλλιέργεια και να μειώσουν την απόδοση. Η Φουζαρίωση (Fusarium wilt), είναι νόσος οφειλόμενη σε μύκητα που θα σκοτώσει γρήγορα τα νεότερα φυτά του βασιλικού. Τα σποριόφυτα μπορούν επίσης να θανατωθούν από το Pythium(damping off).[Σημ. 10]

Μία κοινή νόσος φυλλώματος του βασιλικού είναι η γκρίζα μούχλα (gray mold), η οποία προκαλείται από τον Botrytis cinerea· μπορεί επίσης να προκαλέσει λοιμώξεις μετά τη συγκομιδή και είναι ικανή να σκοτώσει το σύνολο του φυτού. Η ασθένεια black spot, μπορεί επίσης να φανεί στο φύλλωμα του βασιλικού και προκαλείται από τον μύκητα του γένους Colletotrichum.

Πιο πρόσφατα, ο περονόσπορος (downy mildew) του βασιλικού, ο οποίος προκαλείται από τον Peronospora belbahrii, είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, τόσο για εμπορικούς παραγωγούς όσο και για τους οικιακούς καλλιεργητές. Η ασθένεια αναφέρθηκε για πρώτη φορά στην Ιταλία το 2004,[27] καθώς επίσης και στις ΗΠΑ το 2007 και 2008[28][29] αυξάνεται δε σταθερά στην επικράτηση, τη διανομή και την οικονομική σημασία από τότε.

Δυνητικές επιπτώσεις στην υγεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρόσφατα, έχουν υπάρξει πολλές έρευνες σχετικά με τα οφέλη στην υγεία, που απορρέουν από τα αιθέρια έλαια, που βρέθηκαν στον βασιλικό. In vitro επιστημονικές μελέτες, απέδειξαν ότι οι ενώσεις στο αιθέριο έλαιο του βασιλικού έχουν ισχυρές αντιοξειδωτικές, αντιιικές και αντιμικροβιακές ιδιότητες και δυνητικές για χρήση στην αντιμετώπιση του καρκίνου.[30][31][32][33] Επιπλέον, ο βασιλικός έχει αποδειχθεί ότι μειώνει την ύπαρξη συσσωμάτωσης αιμοπεταλίων και πειραματικών θρόμβων στα ποντίκια.[34] Παραδοσιακά, χρησιμοποιείται στην Ινδία, ως συμπληρωματική θεραπεία κατά του άγχους, του άσθματος και του διαβήτη.[35]

Ο βασιλικός, καθώς και άλλα αρωματικά φυτά, όπως το μάραθο και το εστραγκόν, περιέχει εστραγόλη, γνωστό καρκινογόνο και τερατογόνο, όταν χορηγηθεί σε αρουραίους και ποντίκια. Ενώ οι επιπτώσεις στον άνθρωπο είναι επί του παρόντος άνευ μελέτης, η παρέκταση, χρησιμοποιώντας το σωματικό βάρος από τα πειράματα τρωκτικών, υποδηλώνει ότι 100–1000 φορές την κανονική αναμενόμενη έκθεση, ακόμα πιθανώς παράγει ελάχιστο κίνδυνο καρκίνου.[36]

Πολιτιστικές πτυχές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο πίνακας της «Isabella» (του John Everett Millais) (1849).
Λεπτομέρεια από τον πίνακα της «Isabella» (του John Everett Millais) (1849).

Υπάρχουν πολλά τελετουργικά και δοξασίες που σχετίζονται με τον βασιλικό. Ορισμένες φορές, οι Γάλλοι, αποκαλούν τον βασιλικό "l'herbe royale" ("royal herb" = "βασιλικό βότανο"),[37] ενώ στα Ουαλικά έχει τη συνώνυμη ονομασία "brenhinllys".[38][39] Η Εβραϊκή λαϊκή παράδοση, προτείνει ότι προσθέτει δύναμη, κατά τη νηστεία.[40] Στην Πορτογαλία, ο βασιλικός θάμνος νάνος, παραδοσιακά παρουσιάζεται στην αγαπημένη, εντός σε μιας γλάστρας, μαζί με ένα ποίημα και ένα pom-pom,[Σημ. 11] κατά τις θρησκευτικές εορτές του Αγίου Ιωάννη[χρειάζεται αποσαφήνιση] και του Αγίου Αντωνίου. Ωστόσο στην Αρχαία Ελλάδα, ο βασιλικός αντιπροσώπευε το μίσος και η Ευρωπαϊκή παράδοση ορισμένες φορές, ισχυρίζεται ότι ο βασιλικός είναι σύμβολο του Σατανά.[41] Ο Αφρικανικός θρύλος ισχυρίζεται, ότι ο βασιλικός προστατεύει από τους σκορπιούς, ενώ ο Άγγλος βοτανολόγος Culpeper, επικαλείται ένα «Hilarius, ένας Γάλλος γιατρός» ("Hilarius, a French physician") καθώς η κοινή γνώση βεβαιώνει, ότι μυρίζοντας πάρα πολύ βασιλικό, θα αναπαράγονται σκορπιοί στον εγκέφαλο.

Ο πίνακας «Isabella and the Pot of Basil» (του William Holman Hunt) (1868).

Ο ιερός βασιλικός, ο οποίος επίσης ονομάζεται τουλσί (tulsi), χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης στον Ινδουισμό. Πιστεύεται ότι το βότανο βρέθηκε να αναπτύσσεται στον πρωτότυπο σταυρό του Χριστού, όταν ανακαλύφθηκε από την Αυτοκράτειρα Ελένη και ως εκ τούτου, ο βασιλικός έχει θρησκευτική σημασία στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, όπου χρησιμοποιείται για το ράντισμα του αγιασμού.[42] Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες της Βουλγαρίας, της Σερβίας, της πΓΔΜ και της Ρουμανίας χρησιμοποιούν βασιλικό (Βουλγαρικά και σλαβομακεδονικά: босилек‎‎· Ρουμανικά: busuioc, Σερβικά: босиљак), για την προετοιμασία του αγιασμού και συνήθως τοποθετούνται γλάστρες από βασιλικό, κάτω από την Αγία Τράπεζα των εκκλησιών.[43]

Στην Ευρώπη, ο βασιλικός τοποθετείται στα χέρια των νεκρών, ώστε να διασφαλιστεί ένα ασφαλές ταξίδι.[44] Στην Ινδία, το τοποθετούν στο στόμα του θανόντος, ώστε να εξασφαλίσει ότι θα φτάσουν τον Θεό.[45] Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι και οι αρχαίοι Έλληνες, πίστευαν ότι θα ανοίξουν οι πύλες του ουρανού, στο άτομο που τις περνά.[46]

Στο «Δεκαήμερον» («Decameron»)[Σημ. 12] του Βοκάκιου, στην αξέχαστη νοσηρή ιστορία (νουβέλα V), λέει για την Lisabetta, της οποίας τα αδέρφια φόνευσαν τον εραστή της. Παρουσιάζεται στο όνειρό της και της δείχνει πού είναι θαμμένος. Εκείνη ξεθάβει κρυφά την κεφαλή του και την τοποθετεί μέσα σε μια γλάστρα με βασιλικό, όπου τον ποτίζει καθημερινά, με τα δάκρυα της. Τη γλάστρα της, την απομάκρυναν τα αδέλφια της και λίγο καιρό μετά πεθαίνει από τη θλίψη της. Η ιστορία του Βοκάκιου είναι η πηγή του ποιήματος "Isabella or The Pot of Basil" του Τζον Κητς – το οποίο με τη σειρά του ενέπνευσε τους πίνακες «Isabella» (του Millais) και «Isabella and the Pot of Basil» (του William Holman Hunt). Μια παρόμοια ιστορία, λέγεται και για την Rosalind, βασίλισσα των Λομβαρδών.

Σε ορισμένες κεντρικές περιοχές του Μεξικού, ο βασιλικός χρησιμοποιείται για να προσελκύσει την τύχη, κρεμώντας ένα μάτσο κλώνων του φυτού στην πόρτα ή το παράθυρο του καταστήματος. Η ανάπτυξη του φυτού, αντικατοπτρίζει τον πλούτο της επιχείρησης, δείχνοντας πόσο, ο ευσυνείδητος ιδιοκτήτης, φροντίζει για το κατάστημά του και το βότανό του.

Ο βασιλικός έχει σημαντικό ρόλο στην Ελληνική λαϊκή και θρησκευτική παράδοση.

Στα Θεοφάνια, ο ιερέας ραίνει τους πιστούς με αγιασμό, βουτώντας ένα κλαδί βασιλικό μέσα στο άγιασμα. Στη γιορτή της Υψώσεως του Τίμιου Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου, στις εκκλησίες, μοιράζεται βασιλικός.

Λαογραφικά δίστιχα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Βασιλικέ μου της βραγιάς και κρίνε μου του δάσου
αχού, εγώ πουλάκι μου πως θες να σε ξεχάσω!
Στο παραθύρι που΄σαι συ, βασιλικός δεν πρέπει,
γιατί σαι συ βασιλικός κι οπ΄έχει μάτια βλέπει!
Βασιλικιά και ροζμαρί κι ανθό του γλυκανίσου
ο έρωτας τα μάζεψε, κι έκαμε το κορμί σου!
Βασιλικό κι αρισμαρί δε βάνω πια στ' αφτί μου
γιατί μου την εκλέψανε την αγαπητική μου.

Κρητικές μαντινάδες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ποτέ μου δεν το λόγιαζα, ούτε στο νου μου το΄χα
ν΄αφήσεις το βασιλικό, να πάρεις τη μολόχα.
Ερνήθης το βασιλικό κι αγάπησες τον πρίνο
απού δεν έχει μυρουδιά, διά(ο)λε και σε και κείνο!
Χαλάλι σου Βασιλικέ όσο νερό κι΄αν πίνεις,
γιατί τό κάμεις άρωμα καί πίσω μου τό δίνεις!
Δεν ημπορώ Βασιλικέ συχνά νά σε ποτίζω,
γιατί έχεις μυρωδιές πολλές και δεν τις νταγιαντίζω!

Μελέτες τοξικότητας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια μελέτη του αιθέριου ελαίου έδειξε αντιμυκητιακές και έντομο-απωθητικές ιδιότητες.[47] Μια παρόμοια μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2009, επιβεβαίωσε ότι εκχυλίσματα από το φυτό είναι πολύ τοξικά για τα κουνούπια.[48] Ωστόσο, το φυτό δεν είναι τοξικό σε αρουραίους.[12] Λίγες πληροφορίες είναι διαθέσιμες, για πιθανή τοξικότητα στον άνθρωπο.

Κατάλογος των ποικιλιών και η ονοματολογία τους

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Ετήσιο φυτό είναι το φυτό που ολοκληρώνει τον κύκλο ζωής του από τη βλάστηση έως την παραγωγή σπόρων προς σπορά, εντός ενός έτους και μετά ξεραίνεται. Τα καλοκαιρινά μονοετή φυτά βλασταίνουν την άνοιξη ή νωρίς το καλοκαίρι και ωριμάζουν το φθινόπωρο του ίδιου έτους. Τα χειμερινά μονοετή φυτά βλασταίνουν κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου και ωριμάζουν κατά τη διάρκεια της άνοιξης ή το καλοκαίρι του επόμενου ημερολογιακού έτους.[Παρ. Σημ. 1]
  2. Πολυετές φυτό (perennial plant) ή απλά πολυετές (perennial) (από το Λατινικό per, που σημαίνει "μέσα" και annus, που σημαίνει "χρόνος"), είναι ένα φυτό που ζει για περισσότερο από δύο χρόνια.[Παρ. Σημ. 2]
  3. Το falooda (Χίντι: फ़ालूदा) (επίσης faluda), είναι ένα κρύο ρόφημα, δημοφιλές στην Ινδική υποήπειρο. Παραδοσιακά κατασκευάζεται από την ανάμειξη σιρόπι τριαντάφυλλο, φιδέ, ψύλλιο (ispaghol - Plantago ovata) ή σπόρους βασιλικού (sabza / takmaria), μαργαριτάρια ταπιόκα (ρίζες από το φυτό Manihot esculenta) και κομμάτια ζελατίνης μαζί με γάλα ή νερό.[Παρ. Σημ. 3]
  4. Το sharbat ή sherbet (Περσικά: شربت Sharbat· Αζερμπαϊτζανικά: Şərbət· Τουρκικά: Şerbet· Μαραθικά: सरबत Sarbat· Χίντι: शर्बत· Ουρντού: شربت· Παντζάμπι: ਮੈਨੂੰ ਪੀਤਾ Mainū pītā· Μπενγκάλι: শরবত Shorbot· Ουγγρικά: Sörbet· Αραβικά: شربات Sharbāt), είναι δημοφιλές ποτό στη Δυτική και Νότια Ασία, που παρασκευάζεται από φρούτα ή πέταλα λουλουδιών, είναι γλυκό και σερβίρεται παγωμένο. Μπορεί να σερβιριστεί σε μορφή συμπυκνωμένη και τρώγεται με κουτάλι ή αραιώνεται με νερό προκειμένου να δημιουργηθεί το ποτό. Τα δημοφιλή sharbat, κατασκευάζονται από ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα: ροδόνερο, σανδαλόξυλο, bael (γηγενή καρπό της Ινδίας), gurhal (ιβίσκο), λεμόνι, πορτοκάλι, μάνγκο, ανανά και phalsa (Grewia asiatica).[Παρ. Σημ. 4]
  5. Στη Βοτανική η ακίς (spike), είναι το είδος της ταξιανθίας στην οποία τα άμισχα άνθη είναι τοποθετημένα σε ένα μη διακλαδισμένο επιμήκη άξονα.
  6. Το γυναικείον (gynoecium) (από το Αρχαίο Ελληνικό «γυνή» (gyne), που σημαίνει γυναίκα και το «οἶκος», που σημαίνει σπίτι), συνηθέστερα χρησιμοποιείται ως συλλογικός όρος για το τμήμα του άνθους που παράγει ωάρια και που τελικά εξελίσσεται σε καρπό και σπόρους.
  7. Ο συλλογικός όρος για τα πέταλα ενός άνθους, συνήθως σχηματίζοντας μια σπείρα εντός των σεπάλων και περικλείοντας τα αναπαραγωγικά όργανα.
  8. Αχαίνιο (achene), είναι ο ξηρός 1-σπόρος μη διανοιγόμενος καρπός.
  9. Κάλυξ (calyx πληθυντικός: κάλυκες), ο εξωτερικός βλαστικός κρίκος ενός λουλουδιού, συνήθως πράσινος· συλλογικά τα σέπαλα από ένα άνθος.
  10. Η ριζοκτονία (damping off ή damping-off) είναι κηπευτική ασθένεια ή κατάσταση, που προκαλείται από ένα πλήθος διαφορετικών παθογόνων μικροοργανισμών, που σκοτώνουν ή αποδυναμώνουν τους σπόρους ή τα δενδρύλλια, πριν ή μετά τη βλάστηση. Είναι πιο διαδεδομένη στις υγρές και ψυχρές συνθήκες.[Παρ. Σημ. 5]
  11. Το pom-pom - επίσης γράφεται pom-pon, pompom ή pompon - είναι μια χαλαρή, αφράτη, διακοσμητική μπάλα ή τούφα από ινώδες υλικό. Τα pom-pom μπορεί να έρθουν σε πολλά χρώματα, μεγέθη, ποικιλίες και είναι κατασκευασμένα από ένα ευρύ φάσμα υλικών, συμπεριλαμβανομένων μαλλί, βαμβάκι, χαρτί, πλαστικό και περιστασιακά, φτερά. Τα pom-pom κινούνται από τις μαζορέτες, τις ομάδες χορού και τους φιλάθλους, κατά τη διάρκεια θέασης του σπορ. Μικρά διακοσμητικά pom-pom μπορούν να συνδεθούν στα ρούχα· αυτά ονομάζονται μερικές φορές toories ή bobbles (μικρές μπάλες από νήματα μαλλιού που χρησιμοποιούνται ως διακοσμητικά στα καπέλα ή στα έπιπλα). Το pom-pom προέρχεται από τη Γαλλική λέξη pompon (φούντα), η οποία αναφέρεται σε μια μικρή διακοσμητική μπάλα από ύφασμα ή φτερά.
  12. Έργο του Βοκάκιου, το οποίο γράφτηκε μεταξύ 1348 και 1358 και που περιέχει εκατό ιστορίες, οι οποίες υποτίθεται ότι ειπώθηκαν μέσα σε δέκα μέρες, από μια ομάδα δέκα νέων ανθρώπων, οι οποίοι είχαν γλιτώσει από το Μαύρο Θάνατο στη Φλωρεντία. Το έργο επηρέασε τους μεταγενέστερους συγγραφείς, όπως τον Chaucer και τον Σαίξπηρ.
Παραπομπές σημειώσεων
  1. http://www.illinoiswildflowers.info/files/line_drawings.htm
  2. The Garden Helper. The Difference Between Annual Plants and Perennial Plants in the Garden. Retrieved on 2008-06-22.
  3. «Fall for falooda». The Hindu. 16 August 2008. http://www.thehindu.com/todays-paper/tp-features/tp-metroplus/article1422930.ece. Ανακτήθηκε στις 26 January 2015. 
  4. Molavi, Afshin (2002). Persian Pilgrimages. W. W. Norton & Company. σελ. 113. ISBN 0-393-05119-6. 
  5. Grabowski, M. (1 Ιουνίου 2012). «Cold Wet Soils Help Root Rotting Fungi». University of Minnesota Extension. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουνίου 2012. 
  1. Gernot Katzer. «Spice Pages: Basil (Ocimum basilicum/sanctum/tenuiflorum/canum)». gernot-katzers-spice-pages.com. 
  2. 2,0 2,1 Father Kino's Herbs: Growing & Using them Today, 2011 Jacqueline A. Soule, Ph. D., Tierra del Sol Institute Press, Tucson, AZ.
  3. Theophrastus mentions its woody root, i.vi.6.
  4. [1][νεκρός σύνδεσμος]
  5. In Ancient Greek, basil is ῴκίμον, okymon.
  6. «Jerusalem Patriarchate». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Σεπτεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2016. 
  7. There is no mention of basil in early sources, Eusebius of Caesarea, Socrates Scholasticus and Sozomen.
  8. Gerard, Herball.
  9. Nicholas Culpeper. «Culpeper's Complete Herbal – Garden Bazil, or Sweet Bazil». 
  10. Δείτε π.χ. "Basil, king of the herb garden" Αρχειοθετήθηκε 2014-10-21 στο Wayback Machine..
  11. «Ocimum minimum information from NPGS/GRIN». ars-grin.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2016. 
  12. 12,0 12,1 Fandohan, P.; Gnonlonfin, B; Laleye, A; Gbenou, JD; Darboux, R; Moudachirou, M (2008). «Toxicity and gastric tolerance of essential oils from Cymbopogon citratus, Ocimum gratissimum and Ocimum basilicum in Wistar rats». Food and Chemical Toxicology 46 (7): 2493–2497. doi:10.1016/j.fct.2008.04.006. PMID 18511170. 
  13. Pessoa, L. M.; Morais, SM; Bevilaqua, CM; Luciano, JH (2002). «Anthelmintic activity of essential oil of Ocimum gratissimum Linn. and eugenol against Haemonchus contortus». Veterinary Parasitology 109 (1–2): 59–63. doi:10.1016/S0304-4017(02)00253-4. PMID 12383625. 
  14. 14,0 14,1 14,2 14,3 John Lust (Δεκεμβρίου 1974). «Basil (031)». The Herb Book (The most complete catalog of nature's "miracle plants" ever published). Published simultaneously in the USA & Canada: Bantam. σελίδες 108. ISBN 0-553-26770-1. 
  15. Md Shahidul Islam (4 Φεβρουαρίου 2011). Transient Receptor Potential Channels. Springer. σελίδες 50–. ISBN 978-94-007-0265-3. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. Eugenol is a vanilloid contained in relatively high amounts in clove oil from Eugenia caryophyllata, as well as cinnamon leaf oil (Cinnamomum zeylanicum) and oil from the clove basil Ocimum gratissimum. While eugenol is often referred to as ... 
  16. 16,0 16,1 16,2 Jeffrey B. Harborne· Herbert Baxter (30 Αυγούστου 2001). Chemical Dictionary of Economic Plants. John Wiley & Sons. σελίδες 68–. ISBN 978-0-471-49226-9. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. 
  17. J. Janick (ed.), James E. Simon, Mario R. Morales, Winthrop B. Phippen, Roberto Fontes Vieira, and Zhigang Hao, "Basil: A Source of Aroma Compounds and a Popular Culinary and Ornamental Herb", reprinted from: Perspectives on new crops and new uses (1999), ASHS Press, Alexandria, VA, ISBN 978-0-9615027-0-6.
  18. 18,0 18,1 Eberhard Breitmaier (22 Σεπτεμβρίου 2006). Terpenes: Flavors, Fragrances, Pharmaca, Pheromones. John Wiley & Sons. σελίδες 11–. ISBN 978-3-527-31786-8. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. Acyclic monoterpenoid trienes such as p-myrcene and configurational isomers of p- ocimene are found in the oils of basil (leaves of Ocimum basilicum, Labiatae), bay (leaves of Fimenta acris, Myrtaceae), hops (strobiles of Humulus lupulus, ... 
  19. 19,0 19,1 19,2 19,3 19,4 19,5 Johnson, B. Christopher (1999). «Substantial UV-B-mediated induction of essential oils in sweet basil (Ocimum basilicum L.)». Phytochemistry 51 (4): 507–510. doi:10.1016/S0031-9422(98)00767-5. https://archive.org/details/sim_phytochemistry_1999-06_51_4/page/507. 
  20. 20,0 20,1 Baritaux, O.; Richard, H.; Touche, J.; Derbesy, M. (1992). «Effects of drying and storage of herbs and spices on the essential oil. Part I. Basil, Ocimum basilicum L.». Flavour and Fragrance Journal 7 (5): 267–271. doi:10.1002/ffj.2730070507. https://archive.org/details/sim_flavour-and-fragrance-journal_1992-10_7_5/page/267. 
  21. 21,0 21,1 21,2 21,3 21,4 Klimánková, Eva; Holadová, Kateřina; Hajšlová, Jana; Čajka, Tomáš; Poustka, Jan; Koudela, Martin (2008). «Aroma profiles of five basil (Ocimum basilicum L.) cultivars grown under conventional and organic conditions». Food Chemistry 107 (1): 464–472. doi:10.1016/j.foodchem.2007.07.062. 
  22. Brophy, J. J.; M. K. Jogia (1986). «Essential oils from Fijian Ocimum basilicum L.». Flavour and Fragrance Journal 1 (2): 53–55. doi:10.1002/ffj.2730010203. 
  23. 23,0 23,1 Miele, Mariangela; Dondero, R; Ciarallo, G; Mazzei, M (2001). «Methyleugenol in Ocimum basilicum L. Cv. 'Genovese Gigante'». Journal of Agricultural and Food Chemistry 49 (1): 517–521. doi:10.1021/jf000865w. PMID 11170620. 
  24. «Purple Delight». Backyardgardener.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαΐου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2012. 
  25. «Basil». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2016. 
  26. Bomford, Michael K. (2004) Yield, pest density, and tomato flavor effects of companion planting in garden-scale studies incorporating tomato, basil, and Brussels sprout. Thesis, West Virginia University, Plant and Soil Science, Unpublished
  27. Garibaldi, A., Minuto, A., Minuto, G., Gullino, M.L., 2004. First Report of Downy Mildew on Basil (Ocimum basilicum) in Italy. Plant Disease 88, 312–312
  28. Roberts, P.D., Raid, R.N., Harmon, P.F., Jordan, S.A., Palmateer, A.J., 2009. First Report of Downy Mildew Caused by a Peronospora sp. on Basil in Florida and the United States. Plant Disease 93, 199–199.
  29. Wick, R.L., Brazee, N.J., 2009. First Report of Downy Mildew Caused by a Peronospora Species on Sweet Basil (Ocimum basilicum) in Massachusetts. Plant Disease 93, 318–318.
  30. Bozin B, Mimica-Dukic N, Simin N, Anackov G (March 2006). «Characterization of the volatile composition of essential oils of some lamiaceae spices and the antimicrobial and antioxidant activities of the entire oils». J. Agric. Food Chem. 54 (5): 1822–8. doi:10.1021/jf051922u. PMID 16506839. 
  31. Chiang LC, Ng LT, Cheng PW, Chiang W, Lin CC (October 2005). «Antiviral activities of extracts and selected pure constituents of Ocimum basilicum». Clin. Exp. Pharmacol. Physiol. 32 (10): 811–6. doi:10.1111/j.1440-1681.2005.04270.x. PMID 16173941. 
  32. de Almeida I, Alviano DS, Vieira DP (July 2007). «Antigiardial activity of Ocimum basilicum essential oil». Parasitol. Res. 101 (2): 443–52. doi:10.1007/s00436-007-0502-2. PMID 17342533. 
  33. Manosroi J, Dhumtanom P, Manosroi A (April 2006). «Anti-proliferative activity of essential oil extracted from Thai medicinal plants on KB and P388 cell lines». Cancer Lett. 235 (1): 114–20. doi:10.1016/j.canlet.2005.04.021. PMID 15979235. 
  34. Tohti I, Tursun M, Umar A, Turdi S, Imin H, Moore N (2006). «Aqueous extracts of Ocimum basilicum L. (sweet basil) decrease platelet aggregation induced by ADP and thrombin in vitro and rats arterio—venous shunt thrombosis in vivo». Thromb. Res. 118 (6): 733–9. doi:10.1016/j.thromres.2005.12.011. PMID 16469363. https://archive.org/details/sim_thrombosis-research_2006_118_6/page/733. 
  35. Duke, James A. «Basil as the Holy Hindu Highness». doi:10.1089/act.2008.14101. Ανακτήθηκε στις 10 Μαΐου 2008. 
  36. EMEA (3 Μαρτίου 2004). «Position Paper on the use of HMP containing estragole» (PDF). σελ. 5. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 27 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2006. In particular, rodent studies show that these events are minimal probably in the dose range of 1–10 mg/kg body weight, which is approximately 100–1000 times the anticipated human exposure to this substance 
  37. Anstice Carroll· Embree De Persiis Vona· Gianna De Persiis Vona (2006). The Dictionary of Wholesome Foods: A Passionate A-to-Z Guide to the Earth's Healthy Offerings, with More Than 140 Delicious, Nutritious Recipes. Da Capo Press. σελίδες 16–. ISBN 978-1-56924-395-4. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. The name "basil" comes from the Greek word for "king" — so greatly did the Greeks esteem this king of herbs. Herbe royale, the French respectfully call it. In Italy basil serves the goddess Love; a sprig of it worn by a suitor bespeaks his loving ... [νεκρός σύνδεσμος]
  38. Marcus Zuerius Boxhorn (1654). Originum gallicorum Liber. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. Brenhinllys dqf, basil, Ocimum 
  39. John Walters (1828). An English and Welsh Dictionary: Wherein Not Only the Words, But Also the Idioms and Phraseology of the English Language are Carefully Translated Into Welsh, by Proper and Equivalent Words and Phrases; with a Regular Interspersion of the English Proverbs and Proverbial Expressions Rendered by Corresponding Ones in the Welsh Tongue. 3d Ed., Corrected and Improved. Clwydian-Press. σελίδες 92–. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. [herb] Brenhinllys dot', basil. Wild, or small basil 
  40. Tova Navarra (1 Ιανουαρίου 2004). The Encyclopedia of Vitamins, Minerals, and Supplements. Infobase Publishing. σελίδες 25–. ISBN 978-1-4381-2103-1. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. There is varied folklore pertaining to basil. To the French, basil is the herbe royale (royal herb); Jewish lore holds that basil offers strength during fasting. To the Italians, basil symbolizes love, and to the Greeks, hate, although the Greek word ... 
  41. Nancy Arrowsmith (2009). Essential Herbal Wisdom: A Complete Exploration of 50 Remarkable Herbs. Llewellyn Worldwide. σελίδες 105–. ISBN 978-0-7387-1488-2. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. During one of their talks, Satan told God to pick a bunch of basil flowers, lay them under his pillow, and sleep on them overnight. In the morning, God should take them to a virgin, have her smell them, and she would conceive. This one time ... 
  42. «Blessing of the Waters known as Agiasmos conducted by a Greek Orthodox priest». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2012. 
  43. Mercia MacDermott (1998). Bulgarian Folk Customs. Jessica Kingsley Publishers. σελίδες 114–. ISBN 978-1-85302-485-6. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. 
  44. Amy Felder, CEPC (7 Μαρτίου 2007). Savory Sweets: From Ingredients to Plated Desserts. John Wiley & Sons. σελίδες 92–. ISBN 978-0-470-07968-3. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. 
  45. Lucy Bregman (2010). Religion, Death, and Dying. ABC-CLIO. σελίδες 136–. ISBN 978-0-313-35180-8. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. A basil-like tulsi leaf, which is considered to be a holy plant, may be placed in the mouth as well. 
  46. Robin Nelson-Shellenbarger (25 Φεβρουαρίου 2013). Family Herbal Wellness. Booktango. σελίδες 38–. ISBN 978-1-4689-2481-7. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013. 
  47. Dube, S.· και άλλοι. (1989). «Antifungal, physicochemical, and insect-repelling activity of the essential oil of Ocimum basilicum». Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2009. [νεκρός σύνδεσμος]
  48. 48,0 48,1 Maurya, Prejwltta; Sharma, Preeti; Mohan, Lalit; Batabyal, Lata; Srivastava, C.N. (2009). «Evaluation of the toxicity of different phytoextracts of Ocimum basilicum against Anopheles stephensi and Culex quinquefasciatus». Journal of Asia-Pacific Entomology 12 (2): 113–115 publisher =. doi:10.1016/j.aspen.2009.02.004. 
  49. Copetta, Andrea; Lingua, G; Berta, G (2006). «Effects of three AM fungi on growth, distribution of glandular hairs, and essential oil production in Ocimum basilicum L. var. Genovese». Mycorrhiza 16 (7): 485–494. doi:10.1007/s00572-006-0065-6. PMID 16896796. 
  50. «Three arbuscular mycorrhizal fungi differently affect growth, distribution of glandular trichomes and essential oil composition in Ocimum basilicum var. genovese». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιουνίου 2009. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουλίου 2009. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]