Ερρίκος Γ΄ της Αγγλίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ερρίκος Γ' της Αγγλίας)
Ερρίκος Γ΄
Περίοδος28 Οκτωβρίου 1216 - 16 Νοεμβρίου 1272
Στέψη28 Οκτωβρίου 1216, Γκλόστερ
17 Μαΐου 1220, Αββαείο του Ουέστμινστερ
ΠροκάτοχοςΙωάννης της Αγγλίας
ΔιάδοχοςΕδουάρδος Α΄ της Αγγλίας
Γέννηση1 Οκτωβρίου 1207 (1207-10-01)
Κάστρο του Γουίντσεστερ, Αγγλία
Θάνατος16 Νοεμβρίου 1272 (65 ετών)
Ουέστμινστερ, Λονδίνο
Τόπος ταφήςΑββαείο του Ουέστμινστερ, Λονδίνο
ΣύζυγοςΕλεονώρα της Προβηγκίας
ΕπίγονοιΕδουάρδος Α΄ της Αγγλίας
Μαργαρίτα της Αγγλίας
Βεατρίκη της Αγγλίας
Εδμόνδος Κράουτσμπακ
Αικατερίνη της Αγγλίας
ΟίκοςΟίκος του Ανζού
ΠατέραςΙωάννης της Αγγλίας
ΜητέραΙσαβέλλα του Ανγκουλέμ
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Ερρίκος Γ΄ της Αγγλίας (Henry III of England, 1 Οκτωβρίου 1207 - 16 Νοεμβρίου 1272), γνωστός και ως Ερρίκος του Ουίντσεστερ από τον Οίκο του Ανζού, ήταν βασιλιάς της Αγγλίας, λόρδος της Ιρλανδίας και δούκας της Ακουιτανίας από το 1216 μέχρι τον θάνατό του. Γιος του βασιλιά Ιωάννη και της Ισαβέλλας του Ανγκουλέμ, ο Ερρίκος ανέβηκε στον θρόνο όταν ήταν μόνο εννέα ετών και στη μέση του πρώτου πολέμου των βαρόνων[1].

Ήταν ο μεγαλύτερος γιος και διάδοχος του Ιωάννη της Ακτήμονα και της Ισαβέλλας του Ανγκουλέμ. Γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου 1207 στο κάστρο του Ουίντσεστερ και ανέβηκε στον θρόνο σε ηλικία μόλις 9 ετών, κυβέρνησε την Αγγλία 56 χρόνια.[2] Λίγα είναι γνωστά για την εμφάνιση του, είχε ύψος 1.68, γερή σωματική διάπλαση με στενό μέτωπο και ένα πεσμένο βλέφαρο που κληρονόμησε ο διάδοχος του Εδουάρδος.[3]. Όταν ήταν μικρός ήταν βίαιος χαρακτήρας παρ' όλα αυτά σαν βασιλιάς περιγράφεται από τον ιστορικό Ντέιβιντ Καρπέντερ (γεν. 1947) ήπιος και συμπαθητικός, ήταν θεοσεβούμενος και πολύ συναισθηματικός, ξεσπούσε εύκολα σε δάκρυα στις θρησκευτικές του ομιλίες.[4] Την εποχή του κατασκευάστηκε το μεγαλύτερο μνημείο της Αγγλικής ιστορίας το Αββαείο του Ουέστμινστερ ως επέκταση του τάφου του Εδουάρδου του Ομολογητή.

Όπως και ο πατέρας του, o Ερρίκος Γ' συγκρούστηκε και αυτός με τους βαρόνους. Το 1258 αναγκάστηκε να δεχτεί τις Διατάξεις της Οξφόρδης, που όριζαν ένα δεκαπεταμελές συμούλιο, υπεύθυνο για την διακυβέρνηση του Βασιλείου. [5] Η ακύρωση αυτών των διατάξεων το 1264, από την Διάσκεψη της Αϊμένης, οδήγησε στο ξέσπασμα του Β' Πολέμου των Βαρόνων. Οι εξεγερθέντες βαρόνοι, υπό τον αρχηγό τους, Σίμωνα του Μονφόρ, αιχμαλώτησαν τον Βασιλιά στην Μάχη του Λιούις (1264). Το επόμενο έτος ωστόσο, ο Μονφόρ σκοτώθηκε στην μάχη του Έβεσαμ και ο Ερρίκος Γ' ανέκτησε την ισχύ του. [6]

Διεκδίκηση του Αγγλικού θρόνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πρώτος πόλεμος των βαρόνων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αγγλικές κτήσεις στη Γαλλία την εποχή του πατέρα του Ερρίκου Γ' Ιωάννη του Ακτήμονα (1200).

Ο Ερρίκος Γ΄ πήρε το όνομα του παππού του Ερρίκο Β΄ ο οποίος είχε δημιουργήσει στην ηπειρωτική Γαλλία τη μεγάλη "Ανδεγαυική αυτοκρατορία" με περιοχές από τη Νορμανδία, τη Βρετάνη, το Μαιν, το Ανζού στα βόρεια μέχρι το Πουατού και τη Γασκώνη στα νότια.[7]. Το Γαλλικό στέμμα είχε εξασθενήσει σημαντικά την εποχή του παππού του Ερρίκου Β' και του θείου του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου.[8] Ο πατέρας του Ιωάννης έχασε τις Γαλλικές αποικίες Νορμανδία, Βρετάνη, Μαιν και Ανζού από τον Γάλλο βασιλιά Φίλιππο Αύγουστο (1204), στην ηπειρωτική Γαλλία έμειναν για τους Άγγλους μόνο η Γασκώνη και το Πουατού.[9] Ο Ιωάννης ετοιμάστηκε για εκστρατεία στη Γαλλία προκειμένου να ανακτήσει τα εδάφη του, για να ανταποκριθεί στα έξοδα επέβαλε υψηλές φορολογίες με συνέπεια το μίσος των Άγγλων βαρόνων, ο Ιωάννης αναζήτησε συμμάχους στην εκκλησία και δέχτηκε να μετατρέψει την Αγγλία σε παπικό φέουδο.[10] Ο Ιωάννης και οι εξεγερμένοι βαρόνοι συνθηκολόγησαν με τη Μάγκνα Κάρτα (1215) το πρώτο Σύνταγμα στην Ευρωπαϊκή ιστορία, η Συνθήκη περιόριζε σημαντικά τις εξουσίες του βασιλιά αλλά τελικά δεν εφαρμόστηκε από καμιά πλευρά.[11] Ο βασιλιάς και οι βαρόνοι αποκήρυξαν τη Μάγκνα Κάρτα με συνέπεια να ξεσπάσει ο Α΄ Βαρονικός πόλεμος, οι βαρόνοι κάλεσαν σε βοήθεια τον δελφίνο Λουδοβίκο γιο του Φιλίππου και του πρόσφεραν το Αγγλικό στέμμα. Ο πόλεμος συνεχίστηκε χωρίς κανένα αποτέλεσμα μέχρι που ο βασιλιάς Ιωάννης ο Ακτήμονας αρρώστησε από δυσεντερία και πέθανε στις 18 Οκτωβρίου αφήνοντας διάδοχο τον 9χρονο Ερρίκο.[12]

Άνοδος του Ερρίκου Γ΄ στον θρόνο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την εποχή που πέθανε ο πατέρας του ο Ερρίκος έμενε στο κάστρο του Κορφ στο Ντόρσετ.[13] Ο Ιωάννης ο Ακτήμονας στο νεκροκρέβατο διόρισε 13μελές συμβούλιο αντιβασιλείας υπό την ηγεσία του διάσημου ιππότη Γουίλλιαμ Μάρσαλ με βασικό στόχο να διεκδικήσει ξανά ο Ερρίκος τον θρόνο από τους εξεγερμένους βαρόνους.[14] Οι νομιμόφρονες βαρόνοι αποφάσισαν αμέσως να στέψουν βασιλιά τον μικρό Ερρίκο.[15] Ο Γουλιέλμος έχρισε το παιδί ιππότη και ο παπικός απεσταλμένος καρδινάλιος Γκουάλα Μπιτσιέρι επέβλεψε τη στέψη στις 28 Οκτωβρίου στον καθεδρικό ναό του Γκλούκεστερ.[16] Οι αρχιεπίσκοποι του Καντέρμπερι και της Υόρκης έλλειπαν γι'αυτό διορίστηκαν στη θέση τους οι επίσκοποι του Γούστερ και του Εξετέρ, η στέψη έγινε από τον Πέτρο του Ρος. Το Αγγλικό στέμμα είχε αφαιρεθεί από τον πατέρα του στον εμφύλιο πόλεμο με τους βαρόνους γι'αυτό η στέψη έγινε με μια απλή χρυσή κορδέλα που ανήκε στη μητέρα του Ισαβέλλα.[17]

Ο νέος βασιλιάς κληρονόμησε πολύ δύσκολη κατάσταση, το περισσότερο από το μισό βασίλειο είχε καταληφθεί από τους βαρόνους οι οποίοι είχαν ανατρέψει τον πατέρα του ορίζοντας βασιλιά της Αγγλίας τον Γάλλο δελφίνο Λουδοβίκο.[18] Τη μεγαλύτερη υποστήριξη στον Ερρίκο παρείχε ο καρδινάλιος Γκουάλα Μπιτσιέρι που έφερε σύσφιξη των σχέσεων ανάμεσα στον ίδιο και τον πάπα.[19] Έβαλε τον μικρό Ερρίκο να δώσει όρκο υποτέλειας στον πάπα και να τον αναγνωρίσει κύριο των εδαφών του.[20] Ο Πάπας Ονώριος Γ΄ με τη σειρά του αναγνώρισε τον μικρό Ερρίκο σαν υποτελή του, υποσχέθηκε να τον προστατέψει και να τον βοηθήσει με όλα τα μέσα να ανακτήσει τον θρόνο του, ο Ερρίκος πήρε τον σταυρό ορίζοντας τον εαυτό του Σταυροφόρο στις υπηρεσίες του πάπα.[15]

Δυο επιφανείς ευγενείς ορίστηκαν κηδεμόνες του Ερρίκου.[21] Ο πρώτος ήταν ο Γουλιέλμος ο οποίος αν και ηλικιωμένος ήταν γνωστός για την πίστη του στον βασιλιά και τον βοήθησε σημαντικά με στρατό και χρήματα.[22] Ο δεύτερος ήταν ο Ρανούλφ του Μπλόντεβιλ κόμης του Τσέστερ και ένας από τους ισχυρότερους βαρόνους.[23] Ο Γουλιέλμος με διπλωματία περίμενε από τον Γκουάλα και τον Ρανούλφ να του ζητήσουν από μόνοι τους να αναλάβει την αντιβασιλεία, ο Γουλιέλμος κατόπιν διόρισε τον Πέτρο ντε Ρος υπεύθυνο για την προστασία του Ερρίκου ενώ ο ίδιος ετοιμάστηκε να διευθύνει τη στρατιωτική επιχείρηση.[24]

Οι βαρόνοι τάσσονται εναντίον του δελφίνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μάχη του Λίνκολν και ο θάνατος του κόμητος του Πέρς (1217)- έργο του Ματθαίου των Παρισίων.
Η μάχη του Σάντουιτς (1217) με τη σύλληψη και την εκτέλεση του Ευσταθίου του μοναχού - έργο του Ματθαίου των Παρισίων.

Ο πόλεμος στην αρχή δεν πήγαινε καλά για τον στρατό του βασιλιά και η αντιβασιλεία οπισθοχώρησε στην Ιρλανδία.[25] Ο δελφίνος Λουδοβίκος συνάντησε παρ'όλα αυτά μεγάλες δυσκολίες επειδή αν και είχε υπό τον έλεγχο του το Αββαείο του Ουέστμινστερ τόσο ο πάπας όσο και ο αρχιεπίσκοπος της Αγγλίας του είχαν απαγορεύσει τη στέψη.[26] Ο θάνατος του Ιωάννη έφερε χαλάρωση στους επαναστάτες, ο Ερρίκος επωφελήθηκε και τους υποσχέθηκε αμνηστία, να τους επιστρέψει τα κτήματα και να νομιμοποιήσει τη Μάγκνα Κάρτα εξαιρώντας μόνο τα άρθρα που αναφερόταν στον πάπα.[27][28] Η προσπάθεια απέτυχε και οι επαναστατημένοι βαρόνοι παρέμειναν αμετακίνητοι στις θέσεις τους.[29]

Τον Φεβρουάριο ο Λουδοβίκος εξέπλευσε στη Γαλλία για να συγκεντρώσει ενισχύσεις.[30] Στη διάρκεια της απουσίας του ξέσπασαν μεγάλες ταραχές στην Αγγλία μεταξύ των δυο πλευρών, ο καρδινάλιος Γκουάλα κήρυξε τον πόλεμο εναντίον των βαρόνων και του Λουδοβίκου σαν Σταυροφορία, η απόφαση τρόμαξε τους επαναστάτες και πολλοί άρχισαν να αλλάζουν στρατόπεδο.[31][32] Ο Λουδοβίκος επέστρεψε στα τέλη Απριλίου, αποφάσισε να δώσει τη μάχη μοιράζοντας τον στρατό του στα δύο, έστειλε ένα τμήμα βόρεια να πολιορκήσει το κάστρο του Λίνκολν και κράτησε το δεύτερο τμήμα νότια για να πολιορκήσει το κάστρο του Ντόβερ.[33] Ο Γουλιέλμος Μάρσαλ αποφάσισε να πατάξει τους επαναστάτες με μια μόνο μάχη, βάδισε βόρεια και επιτέθηκε στο Λίνκολν στις 20 Μαΐου, κατέλαβε την πόλη και τα κτίρια αιχμαλωτίζοντας μεγάλο αριθμό επαναστατών.[34][35]. Ο ιστορικός Ντέιβιντ Καρπέντερ το περιγράφει σαν "ένα από τα κυριότερα γεγονότα στην Αγγλική ιστορία".[36]

Παραίτηση του δελφίνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πιστοί στον βασιλιά έμειναν στάσιμοι μέχρι τον Ιούλιο που πλήρωσαν τα λύτρα των αιχμαλώτων, στη Γαλλία εν τω μεταξύ η υποστήριξη στον Λουδοβίκο είχε μειωθεί αισθητά επειδή τον θεωρούσαν χαμένο.[37][38] Ο Γάλλος πρίγκηπας συνθηκολόγησε με τον καρδινάλιο Γκουάλα, συμφώνησε να σταματήσει να διεκδικεί τον Αγγλικό θρόνο με ανταλλάγματα να δοθεί η γη πίσω στους επαναστάτες, να ακυρωθεί κάθε αφορισμός και να εφαρμοστεί η Μάγκνα Κάρτα.[39] Η απόφαση άφησε δυσαρεστημένους πολλούς πιστούς στον βασιλιά που θεωρούσαν ότι η συμφωνία ήταν αρκετά ευνοϊκή στους επαναστάτες ειδικά στους κληρικούς που βοήθησαν την επανάσταση, μέχρι να αποχωρήσει ο Λουδοβίκος παρέμεινε στο Λονδίνο με τις υπόλοιπες δυνάμεις του.[40]

Στις 24 Αυγούστου 1217 μια Γαλλική φρεγάτα έφτασε έξω από το νησί του Σάντουιτς με εξοπλισμό για τον Λουδοβίκο, προμήθειες και στρατιώτες με επικεφαλής τον Ευστάθιο τον Μοναχό.[41] Ο δικαστής του Ερρίκου Ουμβέρτος του Μπουργκ έσπευσε να τις μπλοκάρει με αποτέλεσμα να ξεσπάσει η μάχη του Σάντουιτς, ο Γαλλικός στόλος συνετρίβη, ο Ευστάθιος ο Μοναχός αιχμαλωτίστηκε και εκτελέστηκε.[42] Ο Λουδοβίκος όταν έμαθε τα νέα ζήτησε ειρήνη η οποία κλείστηκε στις 12-13 Σεπτεμβρίου γνωστή σαν Συνθήκη του Λάμπεθ ή Συνθήκη του Κίνγκστον.[42] Η συνθήκη ήταν ίδια με την προηγούμενη με τη διαφορά ότι εξαιρέθηκαν οι κληρικοί από την κατάσχεση εδαφών, ο Λουδοβίκος πήρε 6.666 φράγκα για να επισπεύσει την αναχώρηση του για τη Γαλλία, και να πείσει τον πατέρα του Φίλιππο Β' να τους παραδώσει τα εδάφη τους.[43][44] Ο Λουδοβίκος αναχώρησε για τη Γαλλία για συμμετοχή στη Σταυροφορία των Αλβιγηνών στα νότια της Γαλλίας.[38] To 1259 η Ακουιτανία κηρύσσεται Αγγλική αλλά υπό την ψιλή κυριαρχία του Γαλλικού στέμματος, ο Άγγλος βασιλιάς ήταν υποχρεωμένος να πληρώνει ετήσιο φόρο για την κατοχή της. Η άρνηση του φόρου από τον δισέγγονο του Εδουάρδο Γ΄ θα είναι η αφορμή για την έκρηξη του εκατονταετούς πολέμου.

Δυσκολίες μετά τη λήξη του εμφυλίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Γ' ταξιδεύει για τη Βρετάνη το 1230 - έργο του Ματθαίου των Παρισίων.

Με το τέλος του εμφύλιου πολέμου η κυβέρνηση αντιμετώπισε μεγάλο πρόβλημα σχετικά με την αποκατάσταση της βασιλικής εξουσίας σε μεγάλα τμήματα της χώρας.[45] Στα τέλη του 1217 πολλοί βαρόνοι αγνοούσαν προκλητικά τις βασιλικές οδηγίες εξακολουθώντας να κρατάνε την ανεξαρτησία στα κάστρα τους.[46] Παράνομες οχυρώσεις και αυθαίρετες κατασκευές εμφανίστηκαν παντού, τα ανάκτορα δεν μπορούσαν να τους φορολογήσουν και έμειναν πολύ πίσω στα έσοδα, ο ισχυρός Ουαλός πρίγκηπας Λιουέλιν είχε τον έλεγχο σε ολόκληρη την Ουαλία.[47][48] Παρά τις επιτυχίες που είχε στη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου ο Γουλιέλμος τα βρήκε πολύ δύσκολα στην αποκατάσταση της βασιλικής εξουσίας μετά το κλείσιμο της ειρήνης.[49] Ο Γουλιέλμος στάθηκε ανίκανος να προσφέρει ισχυρή κηδεμονία παρά τις προσδοκίες του ότι οι πιστοί βαρόνοι στο στέμμα θα ανταμειφθούν, προσπάθησε να ισχυροποιήσει τις εξουσίες του στέμματος αλλά με ελάχιστη επιτυχία.[50][51] Κατόρθωσε όμως να οργανώσει το δικαστικό σώμα και να ανοίξει το βασιλικό δημόσιο ταμείο, εξέδωσε και τον Χάρτη των δασών με τον οποίο καθοριζόταν η πολιτική του στέμματος για τα δάση.[52] Η αντιβασιλεία και ο πρίγκηπας Λιγουελίν προχώρησαν στη Συνθήκη του Ουόρκεστερ (1218) αλλά οι όροι της που καθιστούσαν τον Λιουέλιν δικαστή στην Ουαλία απέδειξαν για άλλη μια φορά την αδυναμία του στέμματος.[53]

Η μητέρα του Ερρίκου ήταν ανίκανη να παίξει ρόλο στην κυβέρνηση της αντιβασιλείας και επέστρεψε στη Γαλλία (1217), ξαναπαντρεύτηκε τον Ούγο των Λουζινιάν έναν ισχυρό ευγενή από το Πουατεβίν.[54] Ο Γουλιέλμος Μαρσάλ αρρώστησε και πέθανε τον Απρίλιο του 1219, η κυβέρνηση της αντιβασιλείας σχηματίστηκε από μια ομάδα τριών υπουργών: Ο Παντούλφ ο καρδινάλιος του πάπα, ο Πέτρος ντε λα Ρος και ο Ουμβέρτος του Μπούργκ.[55] Οι τρεις αντιβασιλείς διορίστηκαν από ένα μεγάλο συμβούλιο ευγενών στην Οξφόρδη γι'αυτό η εξουσία τους παρέμεινε εξαρτημένη από το συμβούλιο.[56] Ο Πέτρος ντε λα Ρος και ο Ουμβέρτος του Μπούργκ ήταν αντίπαλοι, ο Ουμβέρτος υποστηριζόταν από Άγγλους βαρόνους και ο Πέτρος από ευγενείς στο Πουατού και την Τουραίνη.[57] Ο Ουμβέρτος κινήθηκε απειλητικά εναντίον του Γουλιέλμου ντε λα Ρος (1221) τον κατηγόρησε για προδοσία και του αφαίρεσε την κηδεμονία, ο καρδινάλιος Παντούλφ έφυγε για Σταυροφορία και ανακλήθηκε από τη Ρώμη την ίδια χρονιά.[58] Ο Ουμβέρτος παρέμεινε ο μοναδικός ισχυρός άντρας στην αντιβασιλεία του Ερρίκου.[59]

Βασιλιάς της Αγγλίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεύτερη επίσημη στέψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η στέψη του Ερρίκου Γ' - μικρογραφία του 13ου αιώνα.
Η δεύτερη στέψη του Ερρίκου Γ' - μικρογραφία του Ματθαίου των Παρισίων

Μετά από τις πρώτες αποτυχίες οι επιτυχίες της αντιβασιλεία βελτιώθηκαν σημαντικά μετά το 1220.[60] Ο πάπας του επέτρεψε τη στέψη για δεύτερη φορά με τα επίσημα βασιλικά εμβλήματα, η νέα στέψη επικύρωσε τη βασιλική εξουσία.[61] Ο Ερρίκος υποσχέθηκε να αποκαταστήσει την εξουσία, να υποτάξει πλήρως τους βαρόνους και να τους αναγκάσει να πληρώσουν κανονικά τον φόρο τους με την απειλή του αφορισμού.[62] Ο Ουμβέρτος συνόδευσε τον βασιλιά στην Ουαλία (1223) για να υποτάξουν τον ατίθασο ευγενή Λιγουελίν, η προσπάθεια για υποταγή των υπόλοιπων βαρόνων ολοκληρώθηκε με την πολιορκία του κάστρου του Μπέντφορντ (1224).[63] Ο Ερρίκος και ο Ουμβέρτος πολιόρκησαν το κάστρο οχτώ βδομάδες, στη συνέχεια το κάστρο έπεσε και ολόκληρη η φρουρά εκτελέστηκε.[64]

Τελικές συμφωνίες με τους βαρόνους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λουδοβίκος Η΄ της Γαλλίας συμμάχησε με τον Ούγο των Λουζινιάν και επιτέθηκε στο Πουατού και στη Γασκώνη.[65] Ο στρατός του Ερρίκου στο Πουατού εγκαταλείφθηκε από τους βαρόνους που ήταν πάντοτε εναντίον του με αποτέλεσμα να πέσει η πόλη εύκολα, στη συνέχεια έπεσε το ίδιο εύκολα και η Γασκώνη παρά τις ενισχύσεις από την Αγγλία.[66] Στις αρχές του 1225 το βασιλικό συμβούλιο ενέκρινε φορολογικά βάρη 40.000 λιρών για τη χρηματοδότηση του στρατού με στόχο την ανακατάληψη της Γασκώνης κάτι που έγινε σύντομα.[67] Ο βασιλιάς σαν αντάλλαγμα επικύρωσε τη Μάγκνα Κάρτα και τον Χάρτη των δασών με τη σφραγίδα του και έγιναν νόμοι του βασιλείου διορθώνοντας όλες τις προηγούμενες ατέλειες.[68] Οι ευγενείς βεβαιώθηκαν ότι ο βασιλιάς θα ενεργεί από τότε μόνο σύμφωνα με τους χάρτες, οι ίδιοι θα είχαν την εποπτεία του νόμου.[69]

Ο Ερρίκος ανέλαβε την κυβέρνηση της χώρας τον Ιανουάριο του 1227 αν και έμεινε επίσημα υπό κηδεμονία μέχρι τα 21α του γενέθλια την επόμενη χρονιά.[70] Ο Ερρίκος αντάμειψε πλούσια τον Ουμβέρτο του Μπούργκ για τις υπηρεσίες του την περίοδο της κηδεμονίας, του έδωσε την κομητεία του Κεντ και πολλά ακόμα εδάφη στην Αγγλία και την Ουαλία.[71] Τα πρώτα χρόνια μετά την ενηλικίωση του εξακολουθούσε έντονα να βρίσκεται υπό την επίδραση των συμβούλων του στην αντιβασιλεία, διατήρησε τον Ουμβέρτο σαν δικαστή της κυβέρνησης που κράτησε τη θέση αυτή μέχρι τον θάνατο του.[72]

Αποτυχημένη εκστρατεία στη Γαλλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τύχη των εδαφών του Ερρίκου στη Γαλλία παρέμενε ανασφαλής, η διεκδίκηση τους αποτελούσε προτεραιότητα για τον ίδιο επειδή η κατοχή εδαφών στη Γαλλία από τους Άγγλους βασιλείς ήταν ένδειξη της δύναμης τους.[73] Από την εποχή του Ιωάννη του Ακτήμονα οι Γάλλοι βασιλείς βελτίωσαν σημαντικά τα οικονομικά τους με σημαντικό πλεονέκτημα απέναντι στους Άγγλους σε αντίθεση με την προηγούμενη κατάσταση, την περίοδο (1204 - 1221) τα ετήσια εισοδήματα των Γάλλων βασιλέων διπλασιάστηκαν.[74] Ο Λουδοβίκος Η' πέθανε αφήνοντας τον θρόνο στον 12χρονο γιο του Λουδοβίκο (1226), την κηδεμονία ασκούσε η μητέρα του Λευκή της Καστίλης.[75] Ο νεαρός Γάλλος βασιλιάς ήταν σε πολύ ασθενέστερη θέση από τον πατέρα του, η Γαλλική αριστοκρατία είχε ταχθεί ανοιχτά υπέρ των Άγγλων κάτι που έφερε μια σειρά από εξεγέρσεις σε όλη τη χώρα.[76] Με αυτές τις συνθήκες στα τέλη του 1228 μια ομάδα ανταρτών από τη Νορμανδία και την Ανδεγαυία κάλεσε τον Ερρίκο να εισβάλει στη Γαλλία και να διεκδικήσει τα εδάφη του, ο Πέτρος Α΄ της Βρετάνης επαναστάτησε κατά του Λουδοβίκου και δήλωσε υποτέλεια στον Ερρίκο.[77] Οι προετοιμασίες του Ερρίκου για επίθεση στη Γαλλία προχώρησαν αργά, όταν έφτασε στη Βρετάνη τον Μάιο του 1230 η εκστρατεία κατέληξε σε ήττα.[78] Σύμφωνα με τη συμβουλή του Ουμβέρτου ο βασιλιάς απέφυγε τη μάχη με εισβολή στη Νορμανδία, βάδισε νότια στο Πουατού όπου το καλοκαίρι αγωνίστηκε σκληρά πριν προχωρήσει με ασφάλεια στη Γασκώνη. Έκλεισε ειρήνη με τον Λουδοβίκο (1234) και επέστρεψε στην Αγγλία χωρίς να πετύχει τίποτα, ο ιστορικός Χιού Ρίτζεγουει περιγράφει την εκστρατεία ως "δαπανηρό φιάσκο".

Εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των βαρόνων της αντιβασιλείας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επικύρωση της Μάγκνα Κάρτα από τον Ερρίκο Γ΄ (1225)

Ο αντιβασιλιάς Ουμβέρτος του Μπούργκ έπεσε από την εξουσία (1232), ο παλιός του αντίπαλος Πέτρος ντε Ρος επέστρεψε τον Αύγουστο του 1231 στην Αγγλία από τη Σταυροφορία και συμμάχησε με αντιπάλους του Ουμβέρτου.[79] Ο Ντε Ρος κατηγόρησε τον Ουμβέρτο στον βασιλιά για κατασπατάληση δημοσίου χρήματος και ότι ήταν υπεύθυνος για μια σειρά από εξεγέρσεις ξένων κληρικών.[80] Ο Ουμβέρτος του Μπουργκ κατέφυγε στο Κολλέγιο Μέρτον αλλά συνελήφθη με εντολή του βασιλιά και φυλακίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου. Ο Ντε Ρος ανέλαβε την αντιβασιλεία με την υποστήριξη της οικογένειας του Πουάτεβιν που βρήκαν την ευκαιρία να πάρουν πίσω τα χαμένα εδάφη τους από τους οπαδούς του Ουμβέρτου.[81] Οι Ντε Ρος προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την εξουσία τους για να απογυμνώσουν τους αντιπάλους τους από τα κτήματα και τους τίτλους τους χωρίς να χρειαστεί να καταφύγουν στα δικαστήρια. Ισχυροί βαρόνοι όπως ο Ριχάρδος γιος του Γουλιέλμου Μαρσάλ διαμαρτυρήθηκαν στον βασιλιά ότι δεν προστατεύονται τα δικαιώματα τους, αυτό είχε αποτέλεσμα να ξεσπάσει νέος εμφύλιος ανάμεσα στους Ντε Ρος και στον Ριχάρδο.[82] Οι Ντε Ρος έστειλαν στρατό στα κτήματα του Ριχάρδου στην Ιρλανδία, σε απάντηση ο Ριχάρδος συμμάχησε με τον πρίγκιπα Λιγουελίν και τους οπαδούς του απειλώντας ολόκληρη την Αγγλία με επανάσταση.[83] Ο Ερρίκος ανησύχησε ιδιαίτερα επειδή φοβόταν επίθεση του Λουδοβίκου στη Βρετάνη μετά τη λήξη της εκεχειρίας.[83]

Ο Ερρίκος αναλαμβάνει προσωπικά την εξουσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εδμόνδος Ριτς αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι παρενέβη (1234) με συμβούλια ζητώντας από τον Ερρίκο Γ' να απολύσει τον Ντε Ρος επειδή έκανε μεγάλη ζημιά στην Αγγλία με τον εμφύλιο που είχε προκαλέσει. Ο Ερρίκος συμφώνησε να κλείσει ειρήνη αλλά εν τω μεταξύ ο Ριχάρδος τραυματίστηκε θανάσιμα σε μάχη και πέθανε, ο μικρότερος αδελφός του Γιλβέρτος κληρονόμησε τα εδάφη του, η τελική συμφωνία έγινε τον Μάιο και ο Ερρίκος εγκωμιάστηκε για τις προσπάθειες του για ειρήνη.[84] Η ανακωχή εν τω μεταξύ με τη Γαλλία είχε λήξει και ο σύμμαχος του Ερρίκου Πέτρος Β΄ της Βρετάνης δέχθηκε επίθεση από τον Λουδοβίκο, ο Ερρίκος δεν είχε μεγάλες δυνατότητες και η Βρετάνη έπεσε στους Γάλλους τον Νοέμβριο.[85] Ο Ερρίκος Γ' τα επόμενα 24 χρόνια ανέλαβε προσωπικά ο ίδιος την κυβέρνηση του βασιλείου του χωρίς συμβούλους και αντιβασιλείς.[86] Η βασιλική πολιτική η οποία μέχρι τότε είχε επικεντρωθεί σε διάφορους κρατικούς συμβούλους που ήταν διακεκριμένοι βαρόνοι άλλαξε με την επέμβαση του βασιλιά, ο Ερρίκος φρόντισε να αφήσει κενό τον θεσμό του δικαστή και να υποβαθμίσει τον θεσμό του καγκελάριου.[87] Διόρισε ένα μικρό βασιλικό συμβούλιο με εντολή να κυβερνήσει σύμφωνα με την προσωπική γνώμη του βασιλιά σε αντίθεση με ότι γινόταν μέχρι τότε στα νεανικά του χρόνια που η πολιτική γινόταν από την αντιβασιλεία χωρίς την έγκριση του βασιλιά.[88] Οι αλλαγές έγιναν προκειμένου να μην κατηγορείται για την πολιτική των βαρόνων που δεν είχε καμιά σχέση με αυτόν αν και γινόταν στόχος ο ίδιος.

Οικονομική και θρησκευτική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σφάλματα στην εφαρμογή των χαρτών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μεγάλη σφραγίδα του Ερρίκου Γ΄

Ο Ερρίκος Γ' άρχισε να αντιλαμβάνεται διαφορετικά τον βασιλικό του ρόλο σε σχέση με τους χριστιανικούς κανόνες, οι προκάτοχοι του είχαν επιτρέψει το κύρος του Αγγλικού στέμματος να μειωθεί αντίθετα ο ίδιος προσπάθησε να το ενισχύσει.[89] Τα γεγονότα του εμφύλιου επηρέασαν βαθιά τον χαρακτήρα του, είχε προστάτη τον Εδουάρδο τον Ομολογητή που είχε ενώσει τον Αγγλοσαξονικό λαό, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τη βασιλική εξουσία με τον ίδιο τρόπο για να φέρει ειρήνη, ευημερία και ενότητα στον Αγγλικό λαό.[90] Ενεργούσε δημοκρατικά με το πνεύμα των χαρτών χωρίς να αναλάβει πρωτοβουλίες απέναντι στους βαρόνους, μπορούσαν οι ίδιοι να ρυθμίσουν ζητήματα όπως τα πρόστιμα και οι απαλλοτριώσεις.[91] Οι χάρτες όμως δεν ασχολήθηκαν με ευαίσθητα ζητήματα όπως ο διορισμός των βασιλικών συμβούλων και η κατανομή της εξουσίας εάν ο βασιλιάς τους αγνοούσε, το τελικό αποτέλεσμα ήταν η φθορά της βασιλικής εξουσίας στα δικαστήρια.[92] Η ασυνέπεια με την οποία εφαρμόστηκαν οι χάρτες αποξένωσε τον Ερρίκο Γ' από πολλούς βαρόνους ακόμα και από οπαδούς του.

Ο όρος "Κοινοβούλιο" εμφανίστηκε τη δεκαετία του 1230 για να περιγράψει συχνές συγκεντρώσεις στη βασιλική αυλή την περίοδο της βασιλείας του Ερρίκου Γ'.[93] Ο στόχος ήταν η συγκέντρωση υψηλών φόρων στην κινητή και ακίνητη περιουσία, τα έσοδα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ο βασιλιάς σε συγκεκριμένα έργα. Την εποχή του Ερρίκου Γ' οι κομητείες άρχισαν να στέλνουν όλο και πιο συχνά αντιπροσώπους στα κοινοβούλια που εκπροσωπούσαν την ευρύτερη κοινότητα προέλευσης τους και όχι μονάχα τον εαυτό τους.[94] Παρά τους χάρτες η παροχή της βασιλικής δικαιοσύνης δεν εφαρμόστηκε σωστά και εξακολουθούσε να στηρίζεται στα συμφέροντα των ισχυρών βαρόνων, μερικές φορές μπορούσαν να εκφραστούν παράπονα απέναντι στους βαρόνους άλλες φορές τα ξεπερνούσαν.[95] Τα βασιλικά δικαστήρια έκαναν περιοδείες στη χώρα για να αποδώσουν δικαιοσύνη συνήθως χρησιμοποιούσαν σαν θύματα ανίσχυρους βαρόνους αφήνοντας τους μεγαλύτερους στο απυρόβλητο.[96] Οι τοπικοί σερίφηδες συνήθως ήταν διορισμένοι από το δημόσιο ταμείο αντί να προέρχονται από τις τοπικές κοινωνίες, ο προορισμός τους ήταν να συγκεντρώσουν έσοδα για την παροχή βασιλικής δικαιοσύνης.[97] Οι προσπάθειες τους να συλλέγουν χρέη με την επιβολή προστίμων τους έκανε αντιδημοτικούς στις κατώτερες τάξεις, σε αντίθεση με τον πατέρα του ο Ερρίκος Γ' δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ τα χρέη των μεγάλων βαρόνων στο στέμμα με αυτό τον τρόπο στάθηκε ανίκανος να μαζέψει τα χρήματα που του χρωστούσαν.[98]

Διοικητικές αναμορφώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Γ΄ της Αγγλίας επισκέπτεται τον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο Θ΄. Τοιχογραφία του 14ου αι.
Πένα με την κεφαλή του Ερρίκου Γ΄ στη μία όψη και μακρύ σταυρό στην άλλη όψη. επιγρ.: HENRICVS REX III / ION ON CANTER[ΒURY] (νομισματοκοπείο του Κάντερμπρυ).

Το βασιλικό δικαστήριο δημιουργήθηκε από έμπιστους φίλους του Ερρίκου όπως ο Ριχάρδος ντε Κλερ, οι αδελφοί Ούγος και Ρογήρος Μπιγκόντ, ο Ούμφρει του Μπόουν και ο αδελφός του Ριχάρδος Α΄ της Κορνουάλης.[99] Ο Ερρίκος χρησιμοποίησε το βασιλικό δικαστήριο για να ενώσει τις υποθέσεις του με τις Ευρωπαϊκές, χαρακτηριστικότερη η περίπτωση του Σίμον ντε Μόνφορτ Γάλλου ευγενή που παντρεύτηκε την αδελφή του Ελεονώρα της Αγγλίας (1215-1275) και έγινε κόμης του Λέστερ.[100] Το δικαστήριο ακολουθούσε Ευρωπαϊκή νοοτροπία και συνήθειες, η επίσημη γλώσσα ήταν τα Γαλλικά πατρική γλώσσα του Ερρίκου από το Ανζού για να βρίσκεται σε συντονισμό με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους κυβερνήτες.[101] Ο Ερρίκος έκανε λιγότερα ταξίδια στο εξωτερικό από τους προκατόχους του, προτιμούσε ήρεμη ζωή με διαμονή για πολλές μέρες στα ανάκτορα τα οποία ήταν μέσα στο βασίλειο του, σύμφωνα με τον καθηγητή της αρχιτεκτονικής Τζον Γκούνταλλ (γεν. το 1970) ήταν ο μεγαλύτερος προστάτης της τέχνης που έχει περάσει από τον Αγγλικό θρόνο.[102] Έκανε επέκταση στα βασιλικά ανάκτορα στο Ουέστμινστερ του Λονδίνου έναν από τους πιο αγαπημένους του τόπους κατοικίας ξανακτίζοντας τα ανάκτορα και το αβαείο με κόστος 55.000 λιρών.[103] Διέμεινε στο Ουέστμινστερ περισσότερο από όλους τους προκατόχους του συμβάλλοντας σημαντικά στη δημιουργία της Αγγλικής πρωτεύουσας.[104]

Σπατάλησε 58.000 λίρες στα βασιλικά κάστρα πραγματοποιώντας μεγάλα έργα στον πύργο του Λονδίνου, στο Λίνκολν και στο Ντόβερ, οι στρατιωτικές άμυνες και η εσωτερική διαμονή στα κάστρα βελτιώθηκε σημαντικά.[105] Στο Ουίνδσορ κατασκεύασε πλούσιο αρχιτεκτονικό συγκρότημα με ρυθμό που ενέπνευσε πολλές μετέπειτα κατασκευές στην Αγγλία και την Ουαλία.[106] Ο Πύργος του Λονδίνου επεκτάθηκε σχηματίζοντας ένα ομόκεντρο φρούριο με εκτεταμένους χώρους διαβίωσης τους οποίους χρησιμοποιούσε σε περίοδο πολέμου ή εμφύλιας σύρραξης, διατήρησε στο κτίριο ένα θηριοτροφείο με έναν ελέφαντα, μια λεοπάρδαλη και μια καμήλα παράδοση που ξεκίνησε ο πατέρας του.[107] Ο Ερρίκος αναμόρφωσε τα ασημένια νομίσματα αντικαθιστώντας τα παλιά που είχαν σχεδιασμένα τον κοντό σταυρό με νέα με μακρύ σταυρό (1247).[108] Το μεγάλο κόστος μετατροπής τον ανάγκασε να ζητήσει τη βοήθεια του αδελφού του Ριχάρδου, έτσι η μετατροπή έγινε γρήγορα και αποτελεσματικά.[109] Την περίοδο (1243 - 1258) ο Ερρίκος συναρμολόγησε δυο μεγάλα αποθέματα χρυσού, το 1257 αποφάσισε το δεύτερο να το μετατρέψει σε πένες σύμφωνα με την τακτική που ακολουθούσαν τότε στην Ιταλία για να κερδίσει πολύ περισσότερα από την άξια του. Οι χρυσές πένες έμοιαζαν πολύ με τα χρυσά νομίσματα που είχε εκδώσει ο Εδουάρδος ο Ομολογητής.[110] Η υπερτιμημένη αξία τους προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις εκείνη την εποχή στο Λονδίνο και η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε.[111]

Αφοσίωση στη λατρεία του Εδουάρδου του Ομολογητή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Γ΄ μεταφέρει το Ιερό Αίμα στο αβαείο του Ουέστμινστερ (1247) - έργο του Ματθαίου των Παρισίων

Ο Ερρίκος ο Γ' ήταν γνωστός για τη μεγάλη του ευσέβεια και το πάθος του στη χριστιανική θρησκεία, οι υπηρεσίες του στην εκκλησία ήταν πλούσιες και ασυνήθιστες για την εποχή.[112] Χρηματοδότησε απλόχερα 500 απόρους και σίτισε πολλά ορφανά, πριν από την εορτή του Εδουάρδου του Ομολογητή νήστευε και έπλενε τα πόδια των λεπρών.[113] Έκανε τακτικά προσκυνήματα στα αβαεία του Μπρόμχολμ και του Αγίου Αλβανού αν και σύμφωνα με φήμες τον κατηγορούσαν ότι σπαταλούσε τον χρόνο του στα προσκυνήματα για να αποφύγει τις βαριές βασιλικές ευθύνες.[114] Προσπάθησε να μιμηθεί τον Εδουάρδο τον Ομολογητή στην εμφάνιση και τον τρόπο ζωής, μέλημα του Εδουάρδου του Ομολογητή ήταν το απλό ντύσιμο γι' αυτό και ο ίδιος ο Ερρίκος Γ΄ δεν φορούσε τις πολυτελείς βασιλικές στολές παρά μόνο τον πιο απλό μανδύα. Τοποθέτησε στην κρεβατοκάμαρά του τεράστια τοιχογραφία του Εδουάρδου Ομολογητή με καθημερινή προσευχή, ονόμασε τον πρώτο γιο και διάδοχο του Εδουάρδο, συνήθεια που ακολούθησαν οι απόγονοι του τέσσερις γενιές. Ανακαίνισε το αβαείο του Ουέστμινστερ που ήταν ο τάφος του Εδουάρδου του Ομολογητή, οι εργασίες την περίοδο 1245 - 1269 έγιναν υπό την επίβλεψη Γάλλων αρχιτεκτόνων, η κατασκευή έγινε σύμφωνα με τα Γοτθικά πρότυπα.

Είχε τις ίδιες θρησκευτικές ανησυχίες με τον μπατζανάκη του Λουδοβίκο τον Άγιο, τα τελευταία χρόνια της ζωής του γιάτρευε πάσχοντες από "στρόφολα" μια ασθένεια γνωστή σαν «το κακό του βασιλιά» σύμφωνα με τις πρακτικές θεραπείας που ακολουθούσε και ο Λουδοβίκος Θ΄.[115] Είχε συγκεντρώσει συλλογή από θρησκευτικά κειμήλια στο Σαιντ Σαπέλ, πήρε στην κατοχή το "Λείψανο του Αγίου Αίματος" από το πατριαρχείο των Ιεροσολύμων (1247), το μετέφερε στο Σαιντ Σαπέλ και από εκεί στο Αββαείο του Ουέστμινστερ για προσκύνημα των πιστών αλλά δεν έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές.[116] Βοήθησε τους επαίτες κτίζοντας σπίτια σε πολλές πόλεις όπως το Καντέρμπερι, το Νόργουιτς, η Οξφόρδη, το Ρέντινγκ και η Γιορκ, υποστήριξε τις Σταυροφορίες και έγινε προστάτης του Τευτονικού τάγματος (1235).[117] Ενίσχυσε σημαντικά το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ ενθαρρύνοντας ακόμα και Γάλλους σπουδαστές από το Παρίσι να έρθουν να φοιτήσουν.[118] Το ίδρυμα στο Νορθάμπτον ορίστηκε από τον βασιλιά να είναι απλό σχολείο αντί για πανεπιστήμιο.[119]

Διωγμοί των Ιουδαίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Γ' της Αγγλίας - έργο του Ματθαίου των Παρισίων (1250 - 1259)

Η μεγάλη υποστήριξη που δέχθηκε από τον πάπα τα πρώτα χρόνια είχε έντονη επίδραση στον χαρακτήρα του.[120] Η Ρώμη τότε ήταν το κέντρο της εκκλησίας και η μεγάλη πανευρωπαϊκή δύναμη αλλά απειλήθηκε από τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο πάπας είχε μια ισχυρή γραφειοκρατική διοίκηση με εφημέριους που εργαζόντουσαν στο παπικό κράτος.[121] Οι συνθήκες οδήγησαν σε ένταση τους παπικούς με τις Αγγλικές ενορίες ιδιαίτερα με τον Ρομπέρ Γκροσετέστη, επίσκοπο του Λίνκολν (1250).[122] Ο Ερρίκος Γ' με τη βοήθεια του πάπα ασκούσε εξουσία ακόμα και σε εκκλησίες ανεξάρτητες από την Αγγλική όπως της Σκωτίας.[123] Το 1240 ο παπικός απεσταλμένος στην Αγγλία ήρθε να συλλέξει φόρους εκ μέρους του πάπα για να καλύψει τα έξοδα πολέμου με τον Φρειδερίκο Χοενστάουφεν, συνάντησε σκληρές αντιδράσεις που ξεπεράστηκαν με την επέμβαση του πάπα και του βασιλιά. Οι ίδιες αντιδράσεις υπήρχαν στα τέλη της δεκαετίας του 1250 με τα Σταυροφορικά δέκατα του Ερρίκου.[124]

Οι Ιουδαίοι της Αγγλίας εθεωρούντο ιδιοκτησία του Στέμματος, οι βασιλείς τους χρησιμοποιούσαν σαν φθηνή πηγή εσόδων λόγω της υψηλότατης φορολογίας και των υψηλότοκων δανείων, σε αντάλλαγμα τους παρείχαν προστασία από τους Άγγλους αντισημίτες. Οι Ιουδαίοι υπέφεραν πολύ στον Α' Πόλεμο των Βαρόνων αλλά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Ερρίκου μετατράπηκαν σε μια από τις πιο ευημερούσες κοινότητες της Ευρώπης, αυτό ήταν αποτέλεσμα των θετικών μέτρων της αντιβασιλείας που είχε σκοπό να τους χρησιμοποιήσει ξανά όταν χρειαστεί τη βοήθεια τους.[125] Η πολιτική ήρθε σε σκληρή αντίθεση με τις επιθυμίες του πάπα ο οποίος καταδίκασε σκληρά τους Ιουδαίους στην Δ' Σύνοδο του Λατεράνου (1215), ο Ουίλλιαμ Μαρσάλ συνέχισε παρά την οργή της εκκλησίας τη φιλοϊουδαϊκή του πολιτική.[126] Το 1239 ο Ερρίκος Γ' άλλαξε στάση προσπαθώντας να μιμηθεί τη στάση απέναντι στους Ιουδαίους του ομόλογου του Λουδοβίκου Θ', οι Ιουδαίοι ηγέτες φυλακίστηκαν και αναγκάστηκαν να πληρώσουν αστρονομικά πρόστιμα που ισοδυναμούσαν με το ένα τρίτο των αγαθών τους.[127] Ακολούθησαν ακόμα πιο παράλογες χρηματικές απαιτήσεις όπως οι 40.000 λίρες που τους ζητήθηκαν το 1244 από τις οποίες τα δύο τρίτα τα πλήρωσαν σε πέντε χρόνια, τα σκληρά μέτρα κατέστρεψαν τις ικανότητες της Εβραϊκής κοινότητας να δίνει χρήματα στο εμπόριο.[128] Ο Ερρίκος έκτισε στο Λονδίνο το Ντόμους Κονβερσόρουμ (1232) με σκοπό να προσηλυτίσει Ιουδαίους στον χριστιανισμό, οι προσπάθειες εντάθηκαν σημαντικά μετά το 1239 και ως τα τέλη της δεκαετίας του 1250 το 10% των Εβραίων στην Αγγλία είχε ασπαστεί τον χριστιανισμό.[129] Αντί - Ιουδαϊκές ιστορίες όπως οι θυσίες παιδιών τους δυσφήμησαν έντονα, ο Ερρίκος υπέγραψε καταστατικό για τον διαχωρισμό των Ιουδαίων από τους Εβραίους και τη χρήση της Εβραϊκής κονκάρδας (1253), παραμένει ασαφές όμως κατά πόσο αυτό το μέτρο υλοποιήθηκε.[130]

Εξωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γάμος με την Ελεονόρα της Προβηγκίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Γ' αναζητούσε σύζυγο που θα του επέτρεπε να αποκτήσει κυριαρχία στην Ευρώπη.[131] Το 1236 προχώρησε σε γάμο με την Ελεονώρα της Προβηγκίας δεύτερη κόρη του Ραυμόνδου Βερεγκάριου Δ' κόμη της Προβηγκίας και της Βεατρίκης της Σαβοΐας. [132] Η Ελεονόρα ήταν αρκετά αξιόλογη, έξυπνη και μορφωμένη αλλά ο βασικός στόχος του γάμου ήταν οι συμμαχίες με τους υπόλοιπους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης ιδιαίτερα τον Γαλλικό.[133] Τα επόμενα χρόνια η Ελεονόρα της Προβηγκίας είχε σημαντική συμβολή στην εξωτερική πολιτική, οι ιστορικοί Μάργκαρετ Χάουελ και Ντέιβιντ Καρπέντερ την περιγράφουν πολύ μαχητική, σκληρή και αποφασιστική σε μεγαλύτερο βαθμό από τον σύζυγο της.[134] Η συνθήκη του γάμου υπεγράφη το 1235 και η Ελεονόρα ταξίδευσε στην Αγγλία για να συναντήσει τον μελλοντικό σύζυγο της για πρώτη φορά.[135] Το ζεύγος παντρεύτηκε στον καθεδρικό ναό του Καντέρμπερι τον Ιανουάριο του 1236 και η Ελεονόρα στέφθηκε βασίλισσα στον καθεδρικό ναό του Ουένστμινστερ σε μια πλούσια τελετή που είχε σχεδιαστεί από τον ίδιο τον Ερρίκο.[136] Το μοναδικό πρόβλημα ήταν η μεγάλη διαφορά ηλικίας, ο Ερρίκος ήταν 28 ετών και η Ελεονόρα 12 αλλά ο καλόκαρδος βασιλιάς ήταν έτοιμος να προστατεύσει την αρκετά μικρότερη σύζυγο του.[137] Ο Ερρίκος της έδωσε πολλά δώρα με ιδιαίτερη προσοχή στο νοικοκυριό της, της ενέπνευσε τη λατρεία του στον χριστιανισμό και την πίστη του στον Εδουάρδο τον Ομολογητή.[138]

Παρά τις αρχικές ανησυχίες ότι η βασίλισσα δεν μπορούσε να κάνει παιδιά απέκτησε στη συνέχεια πέντε.[139] Το πρώτο ήταν ο μελλοντικός Εδουάρδος Α΄ της Αγγλίας (1239), ο Ερρίκος του έδωσε το όνομα του προστάτη του Εδουάρδου του Ομολογητή, η γέννηση γιορτάστηκε με μεγάλα πανηγύρια και τελετές.[140] Το δεύτερο παιδί ήταν η Μαργαρίτα της Αγγλίας προς τιμή της αδελφής της βασίλισσας Ελεονόρας (1240), η γέννηση της γιορτάστηκε με μεγάλα πανηγύρια και προσφορές στους φτωχούς.[141] Το τρίτο παιδί γεννήθηκε σε μια εκστρατεία στο Πουατού (1242), το ονόμασαν Βεατρίκη προς τιμή της μητέρας της βασίλισσας.[142] Το τέταρτο παιδί ήταν ο Εδμόνδος Κράουτσμπακ προς τιμή του ομώνυμου Άγγλου αγίου του 9ου αιώνα, γεννήθηκε ύστερα από πολλές περιπέτειες της υγείας της βασίλισσας στην εγκυμοσύνη.[143] Το πέμπτο παιδί η Κατερίνα γεννήθηκε το 1253 αλλά σύντομα αρρώστησε λόγω μιας σπάνιας ασθένειας γνωστής σαν "σύνδρομο Ρεττ" δεν μπορούσε να μιλήσει και πέθανε τρία χρόνια αργότερα φέρνοντας μεγάλη θλίψη στους γονείς της.[144] Τα παιδιά του Ερρίκου Γ' και της Ελεονόρας μεγάλωσαν στο κάστρο του Ουίνδσορ, ήταν και οι δυο πολύ συνδεδεμένοι με τα παιδιά τους, ο Ερρίκος σπάνια περνούσε τον χρόνο μακριά από την οικογένεια του.[145]

Αποτυχημένη εκστρατεία στο Πουατού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γενεαλογικό χειρόγραφο (1300 - 1308) που δείχνει τον Ερρίκο Γ' και τα παιδιά του.

Μετά τον γάμο με την Ελεονόρα ευγενείς από τη Σαβοΐα, τη Βουργουνδία και τη Φλάνδρα εγκαταστάθηκαν στην Αγγλική αυλή.[146] Καταγράφονται τουλάχιστον 170 ευγενείς που ήρθαν μετά το 1236 από τη Σαβοΐα, τη Βουργουνδία και τη Φλάνδρα μαζί με τους θείους της Ελεονώρας Βονιφάτιο αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι και Γουλιέλμο που έγινε σύμβουλος του Ερρίκου.[147] Ο Ερρίκος άρχισε να τακτοποιεί τους γάμους τους με Αγγλίδες αριστοκράτισσες, αυτό έφερε σκληρές αντιδράσεις στους Άγγλους ευγενείς επειδή δεν ήθελαν να δουν την περιουσία τους στα χέρια των ξένων.[148] Οι Σαβοΐανοι ήταν προσεκτικοί στη συμπεριφορά τους για να μην επιδεινωθεί η κατάσταση, ενσωματώνονταν συνέχεια στην Αγγλική κοινωνία και έγιναν η βάση για την εξουσία της Ελεονόρας στον σύζυγο της και τη χώρα.[149]

Οι βαρόνοι του Πουατού μαζί με τον θετό πατέρα του Ερρίκου Ούγο των Λουζινιάν επαναστάτησαν εναντίον του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου (1241), οι αντάρτες όμως δεν είχαν την υποστήριξη των ντόπιων και η βοήθεια από τον Ερρίκο έφτασε το επόμενο καλοκαίρι.[150] Ο Ερρίκος ήταν αναποφάσιστος και υπονομεύτηκε από τον θετό του πατέρα Ούγο που άλλαξε στάση και υποστήριξε τον Λουδοβίκο. Στις 20 Μαΐου ο στρατός του Ερρίκου ήταν περικυκλωμένος από τους Γάλλους στο Ταίλεμπουργκ, ο αδελφός του Ριχάρδος έπεισε τους Άγγλους να καθυστερήσουν την επίθεση και ο Άγγλος βασιλιάς δραπέτευσε στην Μπορντώ.[150] Ο Σίμον ντε Μοντφόρντ που πολέμησε πολύ σκληρά όταν υποχωρούσε η οπισθοφυλακή ήταν έξαλλος με την ανικανότητα του βασιλιά και του πρότεινε να κλειδωθεί όπως έκανε τον 10ο αιώνα ο Κάρολος Γ΄ της Γαλλίας.[151] Η επανάσταση στο Πουατού απέτυχε και ο Ερρίκος αναγκάστηκε να υπογράψει νέα ταπεινωτική πενταετή συνθήκη, η εκστρατεία τον κατέστρεψε τόσο στρατιωτικά όσο και οικονομικά αφού κόστισε πάνω από 80.000 λίρες.[152]

Ευγενείς από τη Σαβοΐα στη βασιλική αυλή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την καταστολή της επανάστασης στο Πουατού οι Γάλλοι επεκτάθηκαν σε όλη την περιοχή απειλώντας τα συμφέροντα της οικογένειας των Λουζινιάν. Ο Ερρίκος Γ' ενθάρρυνε τους ευγενείς να ταξιδέψουν στην Αγγλία όπου τους παραχώρησε μεγάλες εκτάσεις σε βάρος των Άγγλων βαρόνων.[153] Εκατό ευγενείς από το Πουατού εγκαταστάθηκαν στην Αγγλία, τουλάχιστον τα 2/3 από αυτούς πήραν δωρεάν επιδόματα ύψους 66 λιρών.[154] Πολλοί έγιναν μισθοφόροι στον Αγγλικό στρατό και άλλοι εργάστηκαν σαν διπλωμάτες του Ερρίκου στις Ευρωπαϊκές αυλές ή πήραν κτήματα στην Ουαλία και την Ιρλανδία με αντάλλαγμα να φυλάνε τα σύνορα.[155] Ο Ερρίκος τους έβλεπε σαν το ισχυρό του χαρτί στην προσπάθεια να ανακτήσει ξανά το Πουατού, οι ευγενείς από την οικογένεια των Λουζινιάν έγιναν στενοί φίλοι με τον γιο του Εδουάρδο.[156] Η παρουσία των ξένων στην Αγγλία την εποχή του Ερρίκου Γ' έφερε αντιδράσεις, σύγχρονοι ιστορικοί όπως ο Ματθαίος των Παρισίων είχαν εκφράσει μεγάλες ανησυχίες για το κύμα ξενοφοβίας που δημιούργησαν.[157] Ο όρος "Πουατεβίνος" έγινε υποτιμητικός για τους ξένους της Αγγλίας αν και προέρχονταν και από άλλες περιοχές όπως το Ανζού, μετά το 1250 ξέσπασε εμφύλια διαμάχη ανάμεσα στους παλιούς αλλοδαπούς από τη Σαβοΐα και τους νεοφερμένους από το Πουατεβίν.[158] Οι Λουζινιάν και οι Σαβοιανοί ήρθαν σε σκληρή σύγκρουση και ο Ερρίκος δεν πήρε έγκαιρα μέτρα να τους σταματήσει, μετά το 1258 η απέχθεια εναντίον των Πουατεβίνων μετατράπηκε σε μίσος και ο Σίμον ντε Μοντφόρντ ήταν ένας από τους μεγαλύτερους επικριτές τους.[159]

Ουαλία, Σκωτία και Ιρλανδία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εξουσία του Ερρίκου στην Ουαλία αυξήθηκε σημαντικά τις δυο πρώτες δεκαετίες της βασιλείας του μετά τον θάνατο του Λιουέλιν του Μέγα (1240).[160] Σε τρεις εκστρατείες τη δεκαετία του 1240 κατασκεύασε νέα κάστρα και τα βασιλικά εδάφη επεκτάθηκαν στην κομητεία του Τσέστερ αυξάνοντας την εξουσία του απέναντι στους Ουαλούς πρίγκιπες.[161] Ο Ντάφιντ γιος του Λιουέλιν του Μέγα αντιστάθηκε αλλά πέθανε σύντομα (1246) και τα εγγόνια του Λιουέλιν του Μέγα, Λιουέλιν και Ογουάιν υπέγραψαν την επόμενη χρονιά με τον Ερρίκο Γ' τη Συνθήκη του Γούντστοκ, παραχώρησαν πολλά εδάφη στον Άγγλο βασιλιά αλλά κράτησαν την καρδιά του βασιλείου στο Γκουινέντ.[162] Στη νότια Ουαλία ο Ερρίκος είχε μερικές επιτυχίες αλλά σταμάτησε στην περιοχή του Μάρσερ που σταδιακά ανεξαρτητοποιήθηκε από το Αγγλικό στέμμα.[163] Ο Λιουέλιν ο νεώτερος επαναστάτησε ξανά εναντίον του Ερρίκου με μεγάλη βία σε ολόκληρη την Ουαλία (1256), ο Ερρίκος Γ' τον απείλησε με σκληρά αντίποινα αλλά οι απειλές δεν έφτασαν στην αυλή του.[164] Η Ιρλανδία είχε σημαντική συμβολή ως πηγή εσόδων σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του αφού του παρείχε ετήσιο εισόδημα 1150 λίρες και επιπλέον τα κτήματα θα μπορούσε να τα παραχωρήσει σαν δώρο στους οπαδούς του.[165] Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες γης στην Ιρλανδία έβλεπαν θετικά μια μετάβαση στην Αγγλική αυλή του Ερρίκου προκειμένου να αποκτήσουν πραγματική εξουσία, οι θάνατοι των μεγάλων βαρόνων και οι ταραχές που ξέσπασαν στους κληρονόμους μετά το 1240 έδωσαν στον Ερρίκο Γ' την ευκαιρία να εγκαταστήσει τους οπαδούς του.[166] Το 1250 η πλειοψηφία των κτημάτων στην Ιρλανδία ανήκαν στους οπαδούς του Ερρίκου, οι γηγενείς ένιωσαν έντονα τη βασιλική παρουσία, τα κτήματα δεν είχαν πολλά κέρδη για τους βαρόνους κάτι που τους έστρεψε το ενδιαφέρουν να αποκτήσουν εξουσία στη βασιλική αυλή.[167] Ο Ερρίκος παραχώρησε την Ιρλανδία στον γιο και διάδοχο του Εδουάρδο (1254) με τον όρο να μείνει πάντοτε ενωμένη με το Αγγλικό στέμμα.

Ο Ερρίκος είχε ειρηνικές σχέσεις με τη Σκωτία όπου ήταν βασιλιάς ο υποτελής του Αλέξανδρος Β', είχε την ικανότητα να επέμβει στα εσωτερικά της χώρας να εγγυηθεί την εξουσία των βασιλέων χωρίς τίποτα περισσότερο.[168] Ο Αλέξανδρος είχε καταλάβει πολλά τμήματα της βόρειας Αγγλίας στη διάρκεια του Α' Βαρονικού Πολέμου αλλά ο αφορισμός που δέχθηκε τον ανάγκασε να υποχωρήσει. Ο Αλέξανδρος Β΄ της Σκωτίας παντρεύτηκε την αδελφή του Ερρίκου Ιωάννα (1221) και υπέγραψε την ειρηνική Συνθήκη της Γιορκ (1237).[169] Ο Ερρίκος έστεψε τον διάδοχο του Αλέξανδρο Γ' (1251) και του έδωσε σύζυγο την κόρη του Μαργαρίτα, οι σχέσεις μεταξύ τους παρέμειναν πολύ καλές παρά το ότι αρνήθηκε να του δώσει όρκο υποτέλειας.[170] Ο Αλέξανδρος Γ΄ της Σκωτίας και η Μαργαρίτα φυλακίστηκαν στο κάστρο του Εδιμβούργου από εξέγερση Σκωτσέζων ευγενών (1255) ο Ερρίκος τους απελευθέρωσε και παρείχε προστασία στον νεαρό βασιλιά όλο το υπόλοιπο διάστημα που ήταν ανήλικος.[171] Ο Ερρίκος Γ' δεν είχε περισσότερες ευκαιρίες να ανακαταλάβει τις κτήσεις του στη Γαλλία μετά τον διασυρμό του στρατού του στο Τάιλλεμπουργκ, οι πόροι του Ερρίκου ήταν ανεπαρκείς σε αντίθεση με τον Γάλλο βασιλιά ο οποίος από το 1240 ήταν ξεκάθαρα ο κυρίαρχος σε όλη τη Γαλλία.[172] Ο ιστορικός Μιχαήλ Κλανσί γράφει ότι ο "Ερρίκος προσπαθούσε να αποκτήσει έλεγχο στα Γαλλικά εδάφη περισσότερο μέσω της διπλωματίας και των γάμων παρά μέσω της στρατιωτικής δύναμης". Προσέγγισε στον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Β΄ με ελπίδες να τον βοηθήσει στρατιωτικά εναντίον του Λουδοβίκου ή να στρέψει τη Γαλλική αριστοκρατία εναντίον του βασιλιά της.[172]

Αποτυχία υλοποίησης Σταυροφορίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ελέφαντας του Ερρίκου που του δόθηκε ως δώρο από τον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο Θ' - έργο του Ματθαίου των Παρισίων.

Ο Λουδοβίκος ο Άγιος ανέλαβε την αποτυχημένη Ζ΄ Σταυροφορία (1248), πριν ξεκινήσει έκανε ανακωχή με τον Ερρίκο Γ' και πήρε εγγυήσεις από τον πάπα ότι θα προστατέψει τα εδάφη του σε περίπτωση που ο Ερρίκος επιτεθεί στη Γαλλία.[173] Δεν έλαβε μέρος στη Σταυροφορία αν και βαθιά θρησκευόμενος λόγω της αντιπαλότητας του με τον Λουδοβίκο αλλά μετά την ήττα των Σταυροφόρων στη μάχη του Αλ Μανσούρ (1250) αποφάσισε να πραγματοποιήσει δική του Σταυροφορία στην Ανατολή.[174] Προσπάθησε να συγκεντρώσει χρήματα για τον στρατό από τους ευγενείς αλλά όλοι στάθηκαν απρόθυμοι και τα σχέδια σταμάτησαν πριν καν ξεκινήσουν.[175] Οι στόχοι του Ερρίκου πέρα από τη χριστιανική του ευλάβεια ήταν να αυξήσει το κύρος του απέναντι στους άλλους Ευρωπαίους βασιλείς για να διεκδικήσει με μεγαλύτερη ευκολία τα εδάφη του στη Γαλλία.[176] Αμέσως μετά την αποτυχία οι κάτοικοι της Γασκώνης επαναστάτησαν διαμαρτυρόμενοι για την αντιλαϊκή πολιτική του αντιβασιλιά Σιμόν του Μοντφόρτ (1252) με την υποστήριξη του βασιλιά της Καστίλλης Αλφόνσου του Σοφού.[177] Η Γαλλική αυλή χωρίστηκε στα δύο : Η Ελεονόρα και ο Σιμόν κατηγόρησαν σαν υπεύθυνους της εξέγερσης τους κατοίκους της Γασκώνης αντίθετα ο βασιλιάς που υποστηριζόταν από τους Λουζινιάνους το αρνήθηκε, η αψιμαχία κράτησε περίπου έναν χρόνο.[178] Ο Ερρίκος αποφάσισε να δράσει αποφασιστικά με τη βοήθεια των Λουζινιάνων για να εξασφαλίσει τη σταθερότητα και έκλεισε ειρήνη με τον Αλφόνσο Ι' (1254), η Γασκώνη δόθηκε στον διάδοχο του Ερρίκου Εδουάρδο ο οποίος παντρεύτηκε την ετεροθαλή αδελφή του Αλφόνσου Ελεονόρα εγκαινιάζοντας μακρά εποχή ειρήνης με την Καστίλη.[179]

Στον δρόμο για τη Γασκώνη ο Ερρίκος συνάντησε για πρώτη φορά τον μπατζανάκη του Λουδοβίκο ύστερα από τη μεσολάβηση των συζύγων τους και έγιναν στενοί φίλοι.[180] Η εκστρατεία στη Γασκώνη κόστισε στον Ερρίκο 200.000 λίρες κάτι που τον εξουδετέρωσε οικονομικά καταστρέφοντας τα σχέδια του για τη Σταυροφορία, όλες οι ελπίδες του στηρίχθηκαν στα δάνεια από τον αδελφό του Ριχάρδο και τους Λουζινιάνους.[181] Όταν έληξαν τα σχέδια του για Σταυροφορία έστρεψε την προσοχή του στο βασίλειο της Σικελίας που έβαλε στόχο να το προσφέρει στον γιο του Εδμόνδο, τη διοίκηση της Σικελίας ασκούσε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Φρειδερίκος Β' ο οποίος βρισκόταν σε συνεχή πόλεμο με τον πάπα Ιννοκέντιο Δ'. [182] Με τον θάνατο του Φρειδερίκου Β' (1250) ο πάπας άρχισε να αναζητά νέο βασιλιά περισσότερο φιλικό σε αυτόν, ο Ερρίκος Γ' βρήκε εξαιρετική ευκαιρία να τοποθετήσει στη Σικελία τον γιο του και να τη χρησιμοποιήσει σαν βάση στα σχέδια του για Σταυροφορία.[183] Ο Ιννοκέντιος Δ' συμφώνησε με τον Ερρίκο Γ' να προσφέρει το στέμμα της Σικελίας στον γιο του Εδμόνδο, ο Ερρίκος επέστρεψε στην Αγγλία παραγγέλοντας στον Εδμόνδο να εκστρατεύσει για την κατάληψη της Σικελίας από τον γιο του Φρειδερίκου Μανμφρέδο με μεγάλη χρηματική βοήθεια από τον πάπα.[184]

Ο αδελφός του Ριχάρδος Γερμανός αυτοκράτορας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιννοκέντιο Δ' διαδέχθηκε ο Πάπας Αλέξανδρος Δ΄ ο οποίος όχι μονάχα δεν έδωσε τη χρηματική βοήθεια στον Ερρίκο που του υποσχέθηκε ο προκάτοχος του αλλά του ζήτησε επιπλέον χρηματική εισφορά 90.000 λιρών για τον πόλεμο του με τον αυτοκράτορα.[185] Ο Ερρίκος επέστρεψε στο Αγγλικό κοινοβούλιο για να συγκεντρώσει την εισφορά (1255) αλλά το ποσό που απέσπασε ήταν πολύ μικρό κάτι που δυσαρέστησε έντονα τον πάπα ο οποίος έστειλε αντιπροσωπεία στην Αγγλική αυλή με απειλές να αφορίσει τον Ερρίκο και να αποκηρύξει όλα τα δικαιώματα του στη Σικελία.[186] Το κοινοβούλιο αρνήθηκε ξανά να βοηθήσει τον βασιλιά και ο Ερρίκος στράφηκε στη φορολογία του ανώτατου κλήρου, υπογράφοντας λευκούς χάρτες συγκέντρωσε 40.000 λίρες αλλά τα χρέη της Αγγλικής εκκλησία ήταν πολύ αισθητά λόγω του πολέμου με την Ιταλία.[187][188]

Ο Ερρίκος προσπάθησε να επηρεάσει τις εκλογές για τον νέο ηγεμόνα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ο οποίος είχε προοπτικές να στεφθεί σύντομα στο μέλλον ακόμα και αυτοκράτορας, υποστήριξε την υποψηφιότητα του αδελφού του Ριχάρδου χρηματοδοτώντας γενναία πολλούς εκλέκτορες.[189] Ο Ριχάρδος τελικά εξελέγη βασιλιάς των Γερμανών (1256) αλλά ακόμα και μετά την εκλογή του εξακολουθούσε να έχει ενεργό ρόλο στην πολιτική του Αγγλικού βασιλείου, δέχθηκε κριτική από τους Άγγλους βαρόνους για τη χρηματοδότηση Γερμανικής εκστρατείας σε βάρος της Αγγλίας.[190] Ο Ερρίκος Γ' είχε πλέον αποκτήσει πολλούς συμμάχους στην αυτοκρατορία ενώ για πρώτη φορά αποφάσισε να κλείσει ειρήνη με τον Λουδοβίκο τον Άγιο, αυτό τον βοήθησε να στρέψει το ενδιαφέρον του σε Σταυροφορία στη Σικελία.[191] Το 1258 ο Ερρίκος Γ' ήρθε αντιμέτωπος με μια νέα εξέγερση βαρόνων, οι βαρόνοι ήταν έντονα εξοργισμένοι μαζί του με τη φορολογική του πολιτική, την επίδραση των Πουατεβιανών και από την αντιλαϊκή πολιτική του στη Σικελία.[192] Η εκκλησία είχε επίσης έντονα παράπονα από την πολιτική του, οι Ουαλοί με τη σειρά τους εξεγέρθηκαν σε συνεργασία με τους Σκωτσέζους. Ο Ερρίκος είχε σημαντική έλλειψη από χρήματα ενώ είχε κάποια αποθέματα σε ασήμι και χρυσό αρκετά ανεπαρκή τόσο για τα σχέδια του για εκστρατεία του στη Σικελία όσο και για τα χρέη του στον πάπα, οι συγκομιδές είχαν επίσης αποτύχει. Ο Ερρίκος δέχθηκε σκληρή κριτική ότι δεν είχε ποτέ σαν στόχο του τη Σταυροφορία παρά μονάχα τα Σταυροφορικά τέταρτα, επίσης κατηγορήθηκε ότι ήταν υπεύθυνος για τα προβλήματα που ήταν ανίκανος να επιλύσει.[193][194]

Δεύτερος βαρονικός πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημαντική απώλεια της εξουσίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι δυσαρεστημένοι με τον βασιλιά συγκεντρώθηκαν τον Απρίλιο υπό την ηγεσία του Σιμόν του Μονφόρ, του Ρογήρου και Ούγου Μπιγκόντ, του Ιωάννη Φίτζτζεφρυ, του Πέτρου του Μοντφόρντ, του Πέτρου της Σαβοΐας και του Ριχάρδου ντε Κλερ οι οποίοι με τη σιωπηλή υποστήριξη της βασίλισσας αποφάσισαν να διώξουν τους Λουζινιάνους από την αυλή.[195] Στις 30 Απριλίου οι εξεγερμένοι με επικεφαλής τον Ρογήρο Μπιγκόντ βάδισαν στα βασιλικά ανάκτορα έτοιμοι για πραξικόπημα, ο Ερρίκος Γ' από φόβο μην συλληφθεί και φυλακιστεί αποφάσισε να συνθηκολογήσει.[196] Η τελική συμφωνία ήταν η αντιβασιλεία να ασκείται από ένα συμβούλιο 24 βαρόνων και κληρικών από τους οποίους οι μισοί θα ήταν επιλογή του βασιλιά οι υπόλοιποι επιλογή των βαρόνων, οι δικοί του όμως εξακολουθούσαν να ανήκουν στους μισητούς Λουζινιάνους.[197] Η πίεση για μεταρρυθμίσεις συνεχίστηκε σε αμείωτο ρυθμό, τον Ιούνιο συστάθηκε νέο κοινοβούλιο το οποίο πραγματοποίησε μια σειρά από μεταρρυθμίσεις γνωστές ως "Διατάξεις της Οξφόρδης" στις οποίες ο Ερρίκος υποχρεώθηκε να ορκιστεί.[198] Οι νέες διατάξεις όρισαν ένα μικρότερο 15μελές συμβούλιο με μέλη εκλεγμένα μόνο από τους βαρόνους, το συμβούλιο θα μπορούσε να εκλέγει δικαστές, καγκελάριους και θησαυροφύλακες με τριετή θητεία, οι μεταρρυθμίσεις είχαν σκοπό να μειώσουν περισσότερο την εξουσία του βασιλιά και των μεγάλων βαρόνων.[199] Στο εκλεγμένο συμβούλιο συμμετείχαν μέλη από τη Σαβοΐα αλλά όχι από το Πουατού, το νέο συμβούλιο πήρε αμέσως μέτρα να εξορίσει τους αρχηγούς των Λουζινιάνων και να κυριεύσει τα κάστρα τους.[200]

Οι διαφωνίες μεταξύ των βαρόνων άρχισαν στη συνέχεια να γίνονται ορατές, οι Ντε Μοντφόρτ υποστήριζαν ακόμα μεγαλύτερες αλλαγές που σχεδόν θα εκμηδένιζαν την εξουσία του βασιλιά και των μεγάλων βαρόνων, ο Ούγος Μπιγκόντ ήθελε πιο ήπιες αλλαγές ενώ άλλοι ακόμα συντηρητικότεροι όπως Ντε Κλερ έδειχναν αρκετά ανήσυχοι με τον περιορισμό της εξουσίας του βασιλιά.[201] Ο διάδοχος Εδουάρδος ενώ ήταν αρχικά αντίθετος με τους βαρόνους στη συνέχεια συμμάχησε με τον σκληρότερο Ντε Μοντφόρτ βοηθώντας τον να περάσει τις ριζικές "Διατάξεις του Ουέστμινστερ" (1259) που σχεδόν μηδένισαν την εξουσία του βασιλιά και των μεγάλων βαρόνων.[202] Τα επόμενα τέσσερα χρόνια ούτε ο Ερρίκος ούτε οι βαρόνοι μπόρεσαν να αποκαταστήσουν τη σταθερότητα στη Γαλλία και η εξουσία αμφιταλαντεύτηκε μεταξύ των αντιμαχόμενων παρατάξεων.[203] Η προτεραιότητα του νέου συμβουλίου ήταν να διευθετήσει τις διαφορές με τη Γαλλία, στα τέλη του 1259 ο Ερρίκος και η Ελεονόρα υπό τη συνοδεία του Σιμόν ντε Μοντφόρτ και πολλών από τους βαρόνους ταξίδευσαν στην αυλή του Λουδοβίκου για να υπογράψουν την τελική συμφωνία ειρήνης.[204] Η Συνθήκη προέβλεπε ότι το Αγγλικό βασίλειο παραιτήθηκε από όλες τις αξιώσεις του στα εδάφη της βόρειας Γαλλίας, στον νότο ο Ερρίκος κράτησε τη Γασκώνη με τις γειτονικές της περιοχές υπό την υψηλή κυριότητα του βασιλιά της Γαλλίας.[205]

Προσωρινή υποταγή των βαρόνων με τη βοήθεια του πάπα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος Γ΄ της Αγγλίας αποβιβάζεται στη Ρουαγιάν (Ακουιτανία). Εικόνα του 15ου αιώνα.

Ο Μοντφόρτ επέστρεψε στην Αγγλία, ο Ερρίκος παρέμεινε στο Παρίσι και με την υποστήριξη της Ελεονόρας προσπάθησε να οργανώσει αντεπίθεση εκδίδοντας διατάγματα χωρίς άδεια από τους βαρόνους.[206] Επέστρεψε στην Αγγλία τον Απρίλιο του 1260 την εποχή που το βασίλειο βρισκόταν σε εμφύλια διαμάχη ανάμεσα στον Ντε Κλερ με τον Μοντφόρντ και τον πρίγκιπα Εδουάρδο.[207] Ο αδελφός του βασιλιά Ριχάρδος μεσολάβησε να αποτρέψει τον εμφύλιο, ο Εδουάρδος συμφιλιώθηκε με τον πατέρα του και ο Ντε Μοντφόρντ δικάστηκε για προδοσία εναντίον του βασιλιά.[208] Ο Ερρίκος Γ' πάλι δεν στάθηκε ικανός να κρατήσει την εξουσία και τον Οκτώβριο μια νέα συνωμοσία με τον ντε Μοντφόρντ, τον Κλερ και τον πρίγκιπα έριξε ξανά τη χώρα στο χάος.[209] Ο Ερρίκος συνέχισε δημόσια να δηλώνει την πίστη του στις Διατάξεις της Οξφόρδης αλλά ήρθε κρυφά σε συνεννόηση με τον πάπα Ουρβανό Δ' ζητώντας να τον απαλλάξει από τους όρκους, τον Ιούνιο του 1261 κήρυξε δημόσια ότι έχει παπική υποστήριξη κάνοντας αντιπραξικόπημα με την υποστήριξη του Εδουάρδου.[210] Σε λίγο πήρε υπό τον έλεγχο του τα περισσότερα κάστρα της χώρας, νέα δυναμική αντίσταση εμφανίστηκε με τον ντε Κλερ και τον Ντε Μοντφόρντ που ενώθηκαν εναντίον του βασιλιά με δική τους ανεξάρτητη κυβέρνηση, Κοινοβούλιο και σύστημα αυτοδιοίκησης σε ολόκληρη την Αγγλία.[211] Ο Ερρίκος και η Ελεονώρα κινητοποίησαν τους οπαδούς τους με τη δημιουργία νέου μισθοφορικού στρατού, μπροστά στην απειλή γενικευμένου εμφύλιου πολέμου οι βαρόνοι τελικά υποχώρησαν, ο Ντε Κλερ τάχθηκε στο πλευρό του βασιλιά και ο Μοντφόρντ εξορίστηκε.[212]

Η κυβέρνηση του Ερρίκου Γ' βασίστηκε στην Ελεονόρα και στους οπαδούς της από τη Σαβοΐα, προσπάθησε να επιλύσει την κρίση αναγκάζοντας τους βαρόνους να υπογράψουν τη "Συνθήκη του Κίνγκστον".[213] Η συνθήκη όριζε διαιτητή τον αδελφό του βασιλιά Ριχάρδο αλλά στη συνέχεια λόγω της αποτυχίας του μεταφέρθηκε στον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο.[214] Ο Ερρίκος συμβιβάστηκε στην αρχή σε πολλά σημεία για να μην προκαλέσει τους βαρόνους αλλά σύντομα επανήλθε ξανά στην αντιλαϊκή πολιτική της Σικελίας, η βασιλική πολιτική εξασθένησε με τον θάνατο του Ντε Κλερ αφού ο διάδοχος του Γιλβέρτος άλλαξε στάση.[215] Η θέση του βασιλιά υπονομεύτηκε περισσότερο από τις επιδρομές στην Ουαλία και από την αλλαγή στάσης του πάπα, στις αρχές του 1263 η δύναμη του Ερρίκου είχε εξασθενήσει σημαντικά και η χώρα προετοιμαζόταν για νέο εμφύλιο πόλεμο.[216], η σύγκρουση έμεινε γνωστή ως ο «Δεύτερος Πόλεμος των Βαρόνων».

Η τελευταία εξέγερση των βαρόνων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Μοντφόρντ επέστρεψαν στην Αγγλία τον Απρίλιο του 1263 συγκαλώντας ανανεωμένο επαναστατικό συμβούλιο στην Οξφόρδη που οδήγησε σε νέα επανάσταση εναντίον του βασιλιά και των οπαδών του από το Πουατεβίν, ο βασιλιάς είχε την υποστήριξη του γιου του Εδουάρδου και του Μπιγκόντ.[217][218] Ο Μοντφόρτ βάδισε στο Λονδίνο ξεσηκώνοντας τους κατοίκους σε εξέγερση, το βασιλικό ζεύγος παγιδεύτηκε στον Πύργο του Λονδίνου από τους επαναστάτες, η Ελεονόρα δραπέτευσε μέσω του Τάμεση για να συναντήσει τον Εδουάρδο αλλά αναγνωρίσθηκε από τα πλήθη του κόσμου που την ανάγκασαν να οπισθοχωρήσει.[219] Οι αντάρτες αντικατέστησαν το βασιλικό συμβούλιο με το επαναστατικό συμβούλιο με άντρες της εμπιστοσύνης τους.[220]

Το "Συμβούλιο του Μοντφόρτ" άρχισε να διασπάται, ο Ερρίκος ανέλαβε πάλι πρωτοβουλίες και ζήτησε τη δίκαιη διαιτησία του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου Θ' στο θέμα της επαναφοράς της "Συνθήκης του Κίνγκστον". Ο Μόντφορντ αν και αρχικά αρνήθηκε τελικά συμφώνησε να λυθεί η διαμάχη με τη δίκαιη διαιτησία του Γάλλου βασιλιά, ο Ερρίκος μαζί με τους αντιπροσώπους του Μοντφόρτ ταξίδευσαν για το Παρίσι.[221][222] Ο Μοντφόρτ αρχικά έδειχνε να κερδίζει δικαστικά τη διαμάχη αλλά τον Ιανουάριο του 1264 στη "Σύνοδο της Αμιένης" ο Λουδοβίκος καταδίκασε τους επαναστάτες και κήρυξε άκυρες τις "Διατάξεις της Οξφόρδης", οι λόγοι που οδήγησαν τον Λουδοβίκο στην απόφαση ήταν συναισθηματικοί επειδή η σύζυγος του Μαργαρίτα ήταν αδελφή της Αγγλίδας βασίλισσας αλλά και λόγω του πάπα.[223] Η Ελεονόρα έφτασε στο Παρίσι να συγκεντρώσει ενισχύσεις ενώ ο Ερρίκος επέστρεψε στο Λονδίνο τον Φεβρουάριο του 1264 για να αντιμετωπίσει τους επαναστάτες οι οποίοι ήταν οργισμένοι με την απόφαση του Λουδοβίκου.[224] Ο Β' Βαρονικός πόλεμος ξέσπασε τον Απρίλιο του 1264 όταν ο Ερρίκος οδήγησε τον Αγγλικό στρατό στις περιοχές του Μοντφόρτ για να ανακόψει τον δρόμο τους προς τη Γαλλία.[225] Οι Μοντφόρτ με τη σειρά τους κινήθηκαν απειλητικά, οι δυο στρατοί συναντήθηκαν στη μάχη του Λέβ στις 14 Μαΐου 1264 ο στρατός του Ερρίκου παρά τη μεγάλη αριθμητική του υπεροχή γνώρισε τη συντριβή.[226] Ο αδελφός του βασιλιά Ριχάρδος συνελήφθη, ο ίδιος ο βασιλιάς και ο διάδοχος Εδουάρδος κατέφυγαν στο τοπικό μοναστήρι και παραδόθηκαν την επόμενη μέρα. Ο Ερρίκος αναγκάστηκε να ζητήσει συγνώμη από τους επαναστάτες και να δεχτεί τις "Διατάξεις της Οξφόρδης" ο ίδιος έμεινε όπως περιγράφει ο ιστορικός Άντριαν Τζόμπσον "κάτι περισσότερο από ένα ξόανο".[227]

Οριστική υποταγή των βαρόνων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ακρωτηριασμός του Μοντφόρτ μετά τη μάχη του Έβεσαμ - μικρογραφία 13ου αιώνα

Οι Μοντφόρτ παρά τον θρίαμβο δεν εδραίωσαν την εξουσία τους, νέες ταραχές ξέσπασαν στη χώρα.[228] Η βασίλισσα κατέφυγε στη Γαλλία για να συγκεντρώσει ενισχύσεις με τη βοήθεια του Λουδοβίκου και ο γιος του βασιλιά Εδουάρδος δραπέτευσε για να συγκεντρώσει νέο στρατό.[229] Τα σχέδια του πρίγκιπα Εδουάρδου ήταν η κατάληψη του φρουρίου του Κένιλγουορθ κατορθώνοντας να πάρει επαναστάτες με το μέρος του, ο Μοντφόρτ με τη συνοδεία του αιχμάλωτου Ερρίκου δεν μπόρεσε να υποχωρήσει.[230] Στη "μάχη του Έβεσαμ" που ακολούθησε ο Εδουάρδος ήταν ο μεγάλος θριαμβευτής, ο Μοντφόρντ έπεσε στη μάχη και το σώμα του ακρωτηριάστηκε από τους νικητές. Ο βασιλιάς Ερρίκος που φορούσε δανεική πανοπλία παρά λίγο να σκοτωθεί από τον γιο του που δεν τον γνώρισε, όταν αναγνωρίστηκε μεταφέρθηκε σε ασφαλές σημείο.[231] Οι αντάρτες δεν το έβαλαν κάτω συγκεντρώθηκαν ξανά στο φρούριο του Κένιλγουορθ που ο Ερρίκος και ο Εδουάρδος το κατέλαβαν ύστερα από μακρόχρονη πολιορκία (1266), οι τελευταίοι αντάρτες που κατέφυγαν στο νησί του Ίσλ παραδόθηκαν τον Ιούλιο του 1267 σηματοδοτώντας τη λήξη του πολέμου.[232]

Ο Ερρίκος αποφάσισε να τιμωρήσει σκληρά τους επαναστάτες μετά τη μάχη του Εβεσάμ, διέταξε την κατάσχεση των εδαφών τους δημιουργώντας νέο κύμα χάους σε όλη τη χώρα.[233] Ο Ερρίκος αρνήθηκε αρχικά κάθε σκέψη για υποχώρηση αλλά τελικά δέχτηκε να το κάνει τον Οκτώβριο του 1266 ύστερα από συστάσεις που του έκανε ο απεσταλμένος του πάπα Οττομπουόνο του Φιεσί, με τη "Συνθήκη του Κένιλγουορθ" επέτρεψε στους βαρόνους να πάρουν πίσω τα κτήματα τους σε αντάλλαγμα υψηλών προστίμων.[234] Τον Νοέμβριο του 1267 ακολούθησε το νέο βελτιωμένο καταστατικό του Μάρλμπορο το οποίο περιόρισε την εξουσία των βασιλικών απεσταλμένων και των μεγάλων βαρόνων χωρίς όμως να υποχωρήσει στις κεντρικές βασιλικές εξουσίες.[235] Μετά τον πόλεμο οι εξόριστοι Πουατεβίνοι άρχισαν να επιστρέφουν στην Αγγλία, τον Σεπτέμβριο του 1267 με τη "Συνθήκη του Μοντγκόμερι" αναγνώρισε τον Λιουελίν πρίγκιπα της Ουαλίας παραχωρώντας του εκτάσεις γης.[236] Τα τελευταία χρόνια ο Ερρίκος όλο και περισσότερο αδύναμος ασχολήθηκε με τα θρησκευτικά καθήκοντα αφήνοντας τον γιο του Εδουάρδο να ασκεί την πραγματική εξουσία.[237] Τα οικονομικά του βασιλείου ήταν σε άσχημη κατάσταση λόγω των εμφύλιων συγκρούσεων και όταν ο Εδουάρδος αποφάσισε τη συμμετοχή του στις Σταυροφορίες (1268) η επιβολή φόρων ήταν επιβεβλημένη. Ο Ερρίκος φοβήθηκε ότι με την απουσία του γιου του θα βρουν οι βαρόνοι την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν νέες εξεγέρσεις, ο Εδουάρδος τον πίεσε να διαπραγματευτεί με άλλους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης για τη συγκέντρωση χρημάτων.[238] Ο Μοντφόρτ είχε πάρει σκληρά μέτρα για τους Ιουδαίους, ο Ερρίκος τα ανακάλεσε αλλά υπό την πίεση του Κοινοβουλίου του αναγκάστηκε να τα επαναφέρει.[239] Συνέχισε την ανακαίνιση του αβαείου του Ουένστμινστερ στο οποίο μεταφέρθηκε το Ανδεγαυικό μαυσωλείο που βρισκόταν στο αβαείο του Φοντενεμπλώ, σε μεγαλοπρεπή τελετή που διοργάνωσε μετέφερε σε νέο πλούσιο ιερό τα λείψανα του Εδουάρδου του Ομολογητή του βασιλιά προστάτη του.[240]

Θάνατος και θρύλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θάνατος του Ερρίκου Γ'[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τάφος του Ερρίκου Γ' στο αβαείο του Ουεστμίνστερ

Ο Εδουάρδος αναχώρησε για την Η΄ Σταυροφορία (1270) που είχε οργανώσει ο Λουδοβίκος Θ΄ της Γαλλίας, ο Ερρίκος Γ' άρχισε να ανησυχεί για μια νέα πιθανή εξέγερση και αρρώστησε, έστειλε γράμμα στον Εδουάρδο να γυρίσει επειγόντως πίσω αλλά δεν το έκανε.[241] Ο Ερρίκος ανέκαμψε προσωρινά από την αρρώστια του και αποφάσισε να συμμετέχει ο ίδιος προσωπικά σε Σταυροφορία αλλά δεν έγινε ποτέ καλά και πέθανε στις 16 Νοεμβρίου 1272.[242] Ο Ερρίκος τάφηκε στο Αββαείο του Ουέστμινστερ δίπλα του τάφηκε αργότερα και η σύζυγος του Ελεονώρα, διάδοχος ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Εδουάρδος ο οποίος μετά τον θάνατο του πατέρα του πήρε τον δρόμο της επιστροφής μέσω της Γασκώνης, επέστρεψε τον Αύγουστο του 1274.[243]

Η ταφή του έγινε σύμφωνα με τη δική του επιθυμία στην ίδια θέση που μετέφερε τα οστά του Εδουάρδου του Ομολογητή στον ψηλό βωμό της εκκλησίας του αβαείου.[244] Ο γιος του Εδουάρδος οικοδόμησε στο σημείο εκείνο μεγαλειώδη τάφο (1290) στον οποίο τοποθέτησε τα οστά του πατέρα του.[245] Στη θέση αυτή κατασκεύασε επίχρυσο ομοίωμα του πατέρα του από ορείχαλκο το οποίο είχε νατουραλιστικό στυλ σε αντίθεση με τα άλλα αγάλματα αλλά ακούγεται ότι δεν ανταποκρινόταν στην πραγματική εμφάνιση του Ερρίκου.[246] Η Ελεονόρα με τον θάνατο του συζύγου της άρχισε να κάνει σκέψεις για την αγιοποίηση του όπως και ο γαμπρός της Λουδοβίκος Θ', η ταφή του έγινε με ιερά κειμήλια στο φέρετρο όπως άρμοζε σε έναν άγιο.[247] Όταν έγινε η εκταφή του (1290) όλοι είδαν ότι το σώμα του και η μακριά γενειάδα του ήταν σε άριστη κατάσταση δείγμα ότι έπρεπε να κηρυχθεί άγιος, άρχισαν να πραγματοποιούνται και πολλά μικρά θαύματα γύρω από τον τάφο του αλλά ο γιος του Εδουάρδος ήταν πάντα σκεπτικός γύρω από αυτές τις ιστορίες και τελικά δεν αγιοποιήθηκε.[248][249] Η καρδιά του αφαιρέθηκε και τάφηκε στο αβαείο του Φοντεβρώ (1292) μαζί με τις υπόλοιπες καρδιές των μελών της Ανδεγαυικής οικογένειας.

Νεώτερες ιστορικές έρευνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο βασιλιάς της Αγγλίας Ερρίκος Γ' σε αναπαράσταση του στο Cassell's History of England (1902)

Οι πρώτες πληροφορίες για τον Ερρίκο Γ' από νεώτερους ιστορικούς (16ος - 17ος αιώνας) βασίστηκαν σε σύγχρονους με τον Ερρίκο χρονικογράφους όπως ο Ματθαίος των Παρισίων, ο Ρογήρος του Βεντόβερ και ο Μάθιου Πάρκερ οι οποίοι είχαν σαν κριτήριο τη σχέση κράτους - εκκλησίας.[113] Την εποχή του Ερρίκου δημιουργήθηκε ο Αγγλικός εθνικισμός λόγω της κακής επίδρασης του πάπα στη χώρα, πολλοί έκαναν παραλληλισμούς του Ερρίκου Γ' με τον έκπτωτο βασιλιά Κάρολος Α΄ της Αγγλίας [250] Τον 19ο αιώνα Βικτωριανοί σχολιαστές όπως ο Ουίλιαμ Στουμπς (1825 - 1901), ο Τζέιμς Ράμσεϊ και ο Ουίλιαμ Χαντ προσπάθησαν να μελετήσουν την καθιέρωση του Αγγλικού κοινοβουλευτικού συστήματος την εποχή του Ερρίκου Γ' με τη διεύρυνση των κοινοβουλευτικών θεσμών και τον ρόλο των Πουατεβίνων. Σε πρόωρη έρευνα του 20ου αιώνα από τον ιστορικό Κέιτ Νόργκετ (1853 - 1935) ο συγγραφέας έστρεψε την προσοχή του σε κοινοβουλευτικά θέματα με διακριτές εθνικιστικές προκαταλήψεις.[251] Τον 20o αιώνα οι καταγραφές της βασιλείας του Ερρίκου άρχισαν να γίνονται προσιτές, οι ιστορικοί μελέτησαν τα αρχεία των δικαστηρίων, των βασιλικών δασών και την αλληλογραφία της βασιλικής οικογένειας.[252] Ο συγγραφέας Τόμας Φρέντερικ Τάουτ (1855 - 1929) έκανε μεγαλύτερη χρήση των πηγών τη δεκαετία του 1920, επικεντρώθηκε στην οικονομική κατάσταση την εποχή του Ερρίκου και στις δυσκολίες τις οποίες συνάντησε.[253] Η έρευνα κατέληξε σε δυο σημαντικά βιογραφικά έργα του Σέρ Μαουρίτς Πόουικ για τον Ερρίκο Γ' (1948, 1953) τα οποία ήταν τις επόμενες τρεις δεκαετίες η πληρέστερη βιογραφία του βασιλιά για το Αγγλικό κοινό.[254] Η μελέτη της βιογραφίας του Ερρίκου Γ' δεν σημείωσε καμιά πρόοδο μετά τη δεκαετία του 1950 κανένας δεν προχώρησε περισσότερο από το μεγάλο έργο του Πόουικ, ο ιστορικός Τζον Μπίλερ (γεν. 1956) ήταν ο επόμενος που επισήμανε τη δεκαετία του 1970 ότι η βιογραφία του Ερρίκου χρειάζεται μεγαλύτερη ανάλυση.[255] Στα τέλη του 19ου αιώνα αναζωπυρώθηκε πάλι το ενδιαφέρον των Άγγλων ιστορικών για τη βασιλεία του Ερρίκου, ο ιστορικός Ντέιβιντ Κάρπεντερ τον παρουσίασε σαν έναν αξιοπρεπή άνθρωπο ο οποίος λόγω του αδύναμου χαρακτήρα του δεν κατάφερε να επιβάλλει τις μεταρρυθμίσεις που είχε σκοπό να κάνει, περιγράφεται ειρηνικός και φιλεύσπλαχνος με τους αδύναμους.[256]

Θρύλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ζωή και η εμφάνιση του Ερρίκου απεικονίζεται σε μια σειρά από υδατογραφήματα του ιστορικού της εποχής του Ματθαίου των Παρισίων τα έργα του οποίου βρίσκονται στα Μεγάλα Χρονικά, συνάντησε για πρώτη φορά τον βασιλιά το 1236.[257] Ο Ματθαίος δεν συμφωνούσε πάντα με τον βασιλιά γι'αυτό πολλές φορές οι εικόνες που σχεδίαζε είχαν κολακευτικό χαρακτήρα.[258] Ο Ερρίκος Γ' εμφανίζεται στη Θεία Κωμωδία του Δάντη σαν ένας αμελής βασιλιάς που κάθεται στη μια πλευρά μόνος απέναντι από άλλους αποτυχημένους βασιλείς στο Καθαρτήριο. Ο σαφής διαχωρισμός του Ερρίκου με τους συγχρόνους βασιλείς είναι σαφής από τον Δάντη είτε επειδή δεν ήταν η Αγγλία τμήμα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είτε λόγω της μεγάλης του ευσέβειας.[259] Σε αντίθεση με άλλους μεσαιωνικούς βασιλείς της Ευρώπης ο Ερρίκος Γ' δεν είχε έντονη παρουσία στα έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ ούτε στα σύγχρονα τηλεοπτικά έργα.[260]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τη σύζυγό του Ελεονώρα από τον Οίκο της Βαρκελώνης, κόρη τού Ραϋμόνδου Βερεγγαρίου Δ΄ κόμη της Προβηγκίας, παιδιά του ήταν:

Πρόγονοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. David Carpenter, The Minority of Henry III, Berkeley, US and Los Angeles, US: University of California Press (1990) ISBN 978-0-520-07239-8
  2. Davis 2013, pp. 45–46
  3. Ridgeway, Huw W. (2004)
  4. Carpenter 1996, p. 97; Vincent 2006, p. 7; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  5. Maurois, André. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΑΣ. εκδ. Κουλτούρα. σελ. 112. 
  6. «Barons' War | Magna Carta, King John, Civil War | Britannica». www.britannica.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2024. 
  7. Carpenter 2004, pp. 191–192; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  8. Hallam & Everard 2001, pp. 145–147
  9. Carpenter 2004, pp. 264–267
  10. Carpenter 2004, pp. 271–274, 286
  11. Carpenter 2004, pp. 283–293, 297
  12. Warren 1991, pp. 254–255
  13. Davis 2013, p. 30
  14. Carpenter 1990, pp. 14–15
  15. 15,0 15,1 Carpenter 1990, p. 13
  16. Carpenter 1990, p. 13; McGlynn 2013, p. 189; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  17. Davis 2013, p. 31; Carpenter 1990, p. 188
  18. Weiler 2012, p. 1; Carpenter 1990, p. 1
  19. Mayr-Harting 2011, pp. 259–260
  20. Mayr-Harting 2011, p. 260; Carpenter 1990, p. 13
  21. Carpenter 1990, p. 16
  22. Carpenter 1990, pp. 15–16
  23. Carpenter 1990, pp. 16–17
  24. Carpenter 1990, p. 17
  25. Carpenter 1990, p. 19
  26. Carpenter 2004, p. 301; Carpenter 1990, pp. 19–21
  27. Aurell 2003, p. 30; Carpenter 1990, pp. 19–21
  28. Carpenter 1990, pp. 21–22, 24–25
  29. Carpenter 1990, p. 25
  30. Carpenter 1990, p. 27
  31. Carpenter 1990, pp. 28–29
  32. Carpenter 1990, pp. 27–28
  33. Carpenter 1990, pp. 31, 36
  34. Carpenter 1990, p. 36
  35. Carpenter 1990, pp. 36–40; Carpenter 2004, p. 302; McGlynn 2013, p. 216
  36. Carpenter 1990, pp. 39–40
  37. Carpenter 1990, p. 41
  38. 38,0 38,1 Hallam & Everard 2001, p. 173
  39. Carpenter 1990, pp. 41–42
  40. Carpenter 1990, p. 42
  41. Carpenter 1990, pp. 43–44
  42. 42,0 42,1 Carpenter 1990, p. 44
  43. Carpenter 1990, pp. 44–45
  44. Carpenter 1990, pp. 44–46
  45. Carpenter 1990, pp. 50–51
  46. Carpenter 1990, p. 1
  47. Carpenter 1990, pp. 70–71
  48. Carpenter 2004, p. 321; McGlynn 2013, pp. 189, 223
  49. Carpenter 1990, pp. 55–56, 108–109
  50. Carpenter 1990, pp. 18, 51
  51. Carpenter 1990, pp. 78–79
  52. Carpenter 1990, p. 62
  53. Carpenter 1990, pp. 76–77; Carpenter 2004, pp. 322–323
  54. Vincent 2007, pp. 198–199; Carpenter 2004, p. 304
  55. Carpenter 1990, p. 128
  56. Carpenter 1990, pp. 128–129
  57. Carpenter 1990, pp. 239, 261; Carpenter 2004, pp. 304–305
  58. Carpenter 1990, pp. 239, 258
  59. Carpenter 1990, pp. 254, 26. 289; Carpenter 2004, p. 304
  60. Carpenter 1990, pp. 146, 157–161, 187
  61. Carpenter 1990, pp. 187–188
  62. Carpenter 1990, pp. 188–190
  63. Carpenter 1990, pp. 312–313; Carpenter 2004, p. 305; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  64. Carpenter 1990, pp. 363–366; Carpenter 2004, p. 306
  65. Hallam & Everard 2001, p. 176; Weiler 2012, p. 20
  66. Carpenter 1990, pp. 374–375
  67. Carpenter 1990, pp. 376, 378; Hallam & Everard 2001, pp. 176–177
  68. Carpenter 1990, p. 379; Carpenter 2004, p. 307
  69. Carpenter 1990, pp. 2–3, 383, 386; Carpenter 2004, p. 307
  70. Carpenter 1990, p. 389
  71. Carpenter 1990, pp. 389–390
  72. Hillen 2007, pp. 51–52; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)", Oxford Dictionary of National Biography, online edition, Oxford University Press (published September 2010)
  73. Weiler 2012, p. 2
  74. Gillingham 1984, pp. 83–84; Holt 1984, p. 94; Turner 2009, p. 94; Bradbury 1998, p. 159; Moss 2007, p. 119
  75. Hallam & Everard 2001, p. 267
  76. Hallam & Everard 2001, pp. 232, 235, 267, 269–272, 326
  77. Carpenter 2004, p. 310; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)", Oxford Dictionary of National Biography, online edition, Oxford University Press (published September 2010), doi:10.1093/ref:odnb/12950, archived from the original on 3 August 2013, retrieved 17 August 2013
  78. Carpenter 2004, p. 310
  79. Carpenter 2004, pp. 312–313
  80. Carpenter 2004, p. 313
  81. Carpenter 2004, pp. 313–314
  82. Carpenter 2004, p. 314
  83. 83,0 83,1 Carpenter 2004, p. 315
  84. Carpenter 2004, pp. 315–316
  85. Carpenter 2004, p. 316
  86. Carpenter 2004, pp. 338
  87. Carpenter 1990, pp. 407–408
  88. Carpenter 1990, p. 409
  89. Jobson 2012, p. 2
  90. Carpenter 1996, pp. 76, 97–99; Carpenter 2004, p. 353; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)", Oxford Dictionary of National Biography, online edition, Oxford University Press (published September 2010)
  91. Carpenter 1996, pp. 76, 99; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)", Oxford Dictionary of National Biography, online edition, Oxford University Press (published September 2010)
  92. Carpenter 1996, p. 105; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)", Oxford Dictionary of National Biography, online edition, Oxford University Press (published September 2010)
  93. Carpenter 1996, pp. 382–383
  94. Carpenter 1996, pp. 390–391; Carpenter 2004, p. 356
  95. Carpenter 1996, pp. 26, 29, 37, 43
  96. Carpenter 1996, p. 105
  97. Carpenter 1996, pp. 153–155, 177–181
  98. Carpenter 2004, p. 343; Carpenter 1996, pp. 88–89
  99. Carpenter 2004, pp. 342–343
  100. Carpenter 1996, pp. 95, 98, 220
  101. Vincent 2006, pp. 150–151; Weiler 2012, p. 2
  102. Goodall 2011, pp. 170–171; Carpenter 1996, pp. 208–209
  103. Goodall 2011, p. 187; Carpenter 1996, p. 209
  104. Mayr-Harting 2011, p. 184
  105. Goodall 2011, p. 187
  106. Goodall 2011, pp. 178, 187
  107. Kalof 2007, p. 66; Weiler 2012, p. 71
  108. Eaglen 1992, p. 20
  109. Eaglen 1992, pp. 20–21; Bolton 2012, p. 153
  110. Spufford 1989, p. 185; Eaglen 1992, p. 19; Bolton 2012, p. 155
  111. Spufford 1989, p. 185; Eaglen 1992, p. 19; Jobson 2012, p. 28
  112. Vincent 2006, pp. 35–36; Carpenter 2004, pp. 338–339; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  113. 113,0 113,1 Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)", Oxford Dictionary of National Biography, online edition, Oxford University Press (published September 2010)
  114. Carpenter 1996, p. 97; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  115. Carpenter 2005, p. 28
  116. Vincent 2006, pp. 7–9
  117. Tyerman 1996, p. 112
  118. Carpenter 2004, p. 463; Senocak 2012, pp. 58–59
  119. Carpenter 2004, p. 464
  120. Mayr-Harting 2011, p. 260
  121. Mayr-Harting 2011, p. 261
  122. Mayr-Harting 2011, pp. 264–266
  123. Mayr-Harting 2011, pp. 263–264
  124. Mayr-Harting 2011, p. 273
  125. Stacey 2003, pp. 41, 48; Hillaby 2003, p. 37
  126. Hillaby 2003, p. 37
  127. Jobson 2012, p. 3; Stacey 2003, p. 49
  128. Stacey 2003, pp. 49–50; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  129. Stacey 2003, p. 51
  130. Stacey 2003, pp. 51–52
  131. Weiler 1999, p. 173
  132. Howell 2001, pp. 1–2
  133. Howell 2001, pp. 4–7, 11–12
  134. Carpenter 2004, p. 341; Howell 2001, p. 168
  135. Howell 2001, p. 14
  136. Howell 2001, pp. 15–17
  137. Howell 2001, p. 15
  138. Howell 2001, p. 24
  139. Howell 1992, p. 57; Howell 2001, p. 27.
  140. Howell 2001, pp. 27–28
  141. Howell 2001, p. 30
  142. Howell 2001, p. 35
  143. Howell 2001, pp. 44–45
  144. Howell 2001, pp. 70, 101; Howell 1992, p. 64
  145. Howell 2001, pp. 32, 102; Cole 2002, p. 230
  146. Ridgeway 1988, p. 81
  147. Ridgeway 1988, pp. 81, 84; Jobson 2012, p. 8
  148. Jobson 2012, p. 8
  149. Carpenter 2004, p. 342; Jobson 2012, p. 8
  150. 150,0 150,1 Jobson 2012, p. 11; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  151. Maddicott 2004, pp. 31–32
  152. Jobson 2012, pp. 3, 11; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  153. Jobson 2012, p. 9; Vincent 2006, p. 18
  154. Ridgeway 1988, pp. 81–82
  155. Ridgeway 1988, p. 85
  156. Vincent 2006, p. 18; Howell 2001, pp. 146–148
  157. Aurell 2003, p. 234
  158. Ridgeway 1988, p. 90; Aurell 2003, p. 294
  159. Jobson 2012, pp. 9–10; Ridgeway 1988, pp. 86–87
  160. Davies 2006, p. 82; Carpenter 2004, p. 362
  161. Davies 2006, pp. 82–93; Carpenter 2004, p. 364
  162. Carpenter 2004, p. 364
  163. Carpenter 2004, pp. 365–366
  164. Carpenter 2004, p. 364; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  165. Carpenter 2004, p. 361
  166. Frame 1992, pp. 192–194
  167. Frame 1992, pp. 199–200
  168. Davies 2006, p. 85; Carpenter 2004, p. 327
  169. Davies 2006, p. 84; Carpenter 2004, p. 328
  170. Davies 2006, p. 51; Carpenter 2004, p. 367
  171. Carpenter 2004, p. 367
  172. 172,0 172,1 Aurell 2003, pp. 30–31; Hallam & Everard 2001, p. 275
  173. Hallam & Everard 2001, p. 278; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  174. Maier 2003, p. 63; Weiler 2012, p. 140; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  175. Weiler 2012, pp. 140–141; Tyerman 1996, p. 123; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  176. Weiler 2012, pp. 140–141; Tyerman 1996, p. 123
  177. Carpenter 2004, p. 345; Hallam & Everard 2001, p. 342; Jobson 2012, p. 12
  178. Carpenter 2004, p. 345; Hallam & Everard 2001, p. 342; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  179. Carpenter 2004, p. 345; Hallam & Everard 2001, pp. 342–343
  180. Carpenter 2005, pp. 3, 6
  181. Carpenter 1996, p. 123; Jobson 2012, p. 12; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  182. Weiler 2012, pp. 122, 147
  183. Weiler 2012, p. 151
  184. Weiler 2012, pp. 149, 152; Carpenter 2004, p. 347
  185. Weiler 2012, p. 152; Jobson 2012, p. 13
  186. Weiler 2012, pp. 155–156; Jobson 2012, p. 13
  187. Jobson 2012, p. 13; Carpenter 2004, p. 347
  188. Carpenter 2004, p. 347
  189. Weiler 2012, pp. 163–164
  190. Weiler 2012, pp. 192–193
  191. Weiler 2012, pp. 133; Carpenter 2004, p. 346
  192. Howell 2001, p. 153; Carpenter 2004, pp. 347–349
  193. Tyerman 1996, pp. 113–114
  194. Carpenter 1996, p. 99
  195. Jobson 2012, pp. 18–19; Howell 2001, p. 153; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  196. Howell 2001, p. 153; Carpenter 1996, p. 99
  197. Howell 2001, pp. 154–154; Jobson 2012, p. 20
  198. Howell 2001, p. 156; Jobson 2012, pp. 22, 25
  199. Howell 2001, p. 156
  200. Howell 2001, pp. 156–157; Jobson 2012, p. 25
  201. Jobson 2012, pp. 33–34
  202. Jobson 2012, pp. 26, 38–43
  203. Carpenter 2004, pp. 372–377
  204. Jobson 2012, pp. 21, 45–46
  205. Jobson 2012, p. 46
  206. Jobson 2012, p. 47
  207. Jobson 2012, pp. 51–52
  208. Jobson 2012, pp. 51–53
  209. Jobson 2012, pp. 54–56
  210. Jobson 2012, pp. 61–64, 66
  211. Jobson 2012, pp. 64–67, 69
  212. Jobson 2012, pp. 70–71
  213. Jobson 2012, p. 73
  214. Jobson 2012, pp. 73–74
  215. Jobson 2012, pp. 74–76
  216. Jobson 2012, p. 84
  217. Jobson 2012, pp. 84–85
  218. Jobson 2012, pp. 86–89; Carpenter 2004, pp. 374–375
  219. Jobson 2012, pp. 92–93
  220. Wild 2011, pp. 41–42, 48
  221. Jobson 2012, pp. 100–103
  222. Jobson 2012, p. 103
  223. Hallam & Everard 2001, p. 283
  224. Jobson 2012, pp. 107–109; Howell 2001, p. 208
  225. Jobson 2012, pp. 109–112
  226. Jobson 2012, pp. 115, 117
  227. Jobson 2012, pp. 117, 122
  228. Jobson 2012, pp. 119–120
  229. Jobson 2012, pp. 120–121, 136–137
  230. Jobson 2012, pp. 140–142, 144
  231. Jobson 2012, pp. 140–146
  232. Carpenter 2004, p. 381; Jobson 2012, p. 155
  233. Jobson 2012, pp. 150–151; Carpenter 2004, p. 381
  234. Jobson 2012, pp. 152, 156–157
  235. Jobson 2012, pp. 162–163; Carpenter 2004, p. 382
  236. Jobson 2012, pp. 161–162
  237. Jobson 2012, pp. 164–165
  238. Jobson 2012, p. 164; Carpenter 2004, p. 382; Howell 2001, pp. 248–249
  239. Stacey 2003, p. 53
  240. Jobson 2012, p. 165; Carpenter 2004, p. 382; Howell 2001, p. 247; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  241. Jobson 2012, p. 166; Howell 2001, pp. 252–253; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  242. Jobson 2012, p. 166; Howell 2001, p. 253; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  243. Carpenter 2004, pp. 46, 468
  244. Duffy 2003, pp. 74–75; Howell 2001, p. 247
  245. Duffy 2003, p. 75
  246. Duffy 2003, pp. 75–76
  247. Howell 2001, p. 306; Vincent 2006, p. 194
  248. Stacey 1997, p. 86; Duffy 2003, p. 79;Howell 2001, p. 306
  249. Howell 2001, p. 306; Carpenter 2005, p. 29
  250. Davis 2013, p. 261
  251. Carpenter 1990, pp. 4–5; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  252. Carpenter 1990, p.5; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  253. Carpenter 1990, p. 5; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  254. Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  255. Beeler 1972, p. 50; Davis 2013, p. 12; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  256. Carpenter 2004, pp. 338–340; Ridgeway, Huw W. (2004), "Henry III (1207–1272)"
  257. Lewis 1987, pp. 201–207; Davis 2013, p. 105
  258. Lewis 1987, pp. 201–207
  259. Fritts 2008, p. 466
  260. Davis 2013, pp. 11–12
  261. 261,0 261,1 261,2 261,3 261,4 Howell 1992, p. 57

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Aurell, Martin (2003). L'Empire de Plantagenêt, 1154–1224 (in French). Paris, France: Tempus. ISBN 978-2-262-02282-2.
  • Beeler, John (1972). "Military Developments from Prehistoric Times to 1485". In Higham, Robin. A Guide to the Sources of British Military History. London, UK: Routledge and Keegan Paul. pp. 43–64.
  • Bolton, Jim L. (2012). Money in the Medieval English Economy: 973–1489. Manchester, UK: Manchester University Press. ISBN 978-0-7190-5040-4.
  • Bradbury, Jim (1998). Philip Augustus, King of France 1180–1223. London, UK: Longman. ISBN 978-0-582-06058-6.
  • Carpenter, D. A. (1990). The Minority of Henry III. Berkeley, US and Los Angeles, US: University of California Press. ISBN 978-0-520-07239-8.
  • Carpenter, David (1996). The Reign of Henry III. London, UK: Hambledon Press. ISBN 1-85285-137-6.
  • Carpenter, David (2004). The Struggle for Mastery: The Penguin History of Britain 1066–1284. London, UK: Penguin. ISBN 978-0-14-014824-4.
  • Carpenter, David (2005). "The Meetings of Kings Henry III and Louis IX". In Prestwich, Michael; Britnell, Richard; Frame, Robin. Thirteenth Century England: Proceedings of the Durham Conference, 2004. 10. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 1–30.
  • Clanchy, M. T. (1998). England and its Rulers: 1066–1307 (3rd ed.). Oxford, UK: Blackwell Publishing.
  • Cole, Virginia A. (2002). "Ritual Charity and Royal Children in 13th Century England". In Rollo-Koster, Joëlle. Medieval and Early Modern Ritual: Formalized Behavior in Europe, China and Japan. Leiden, the Netherlands: BRILL. pp. 221–241.
  • Davies, R. R. (2006). Domination and Conquest: the Experience of Ireland, Scotland and Wales 1100–1300. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Davis, John Paul (2013). The Gothic King: a Biography of Henry III. London, UK: Peter Owen.
  • Duffy, Mark (2003). Royal Tombs of Medieval England. Stroud, UK: Tempus.
  • Eaglen, R. J. (1992). "The Evolution of Coinage in Thirteenth-Century England". In Coss, Peter R.; Lloyd, Simon D. Thirteenth Century England: Proceedings of the Newcastle upon Tyne Conference, 1991. 4. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 15–24.
  • Frame, Robin (1992). "King Henry III and Ireland: the Shaping of a Peripheral Lordship". In Coss, Peter R.; Lloyd, Simon D. Thirteenth Century England: Proceedings of the Newcastle upon Tyne Conference, 1991. 4. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 179–202.
  • Fritts, Stephanie (2008). "Henry III of England". In Ruud, Jay. Critical Companion to Dante: a Literary Reference to his Life and Work. New York City: Facts on File. p. 466.
  • Gillingham, John (1984). The Angevin Empire (1st ed.). London, UK: Edward Arnold.
  • Goebel, Stefan (2007). The Great War and Medieval Memory: War, Remembrance and Medievalism in Britain and Germany, 1914–1940. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Goodall, John (2011). The English Castle. New Haven, US and London, UK: Yale University Press.
  • Hallam, Elizabeth M.; Everard, Judith A. (2001). Capetian France, 987–1328 (2nd ed.). Harlow, UK: Longman. ISBN 978-0-582-40428-1.
  • Hillaby, Joe (2003). "Jewish Colonisation in the Twelfth Century". In Skinner, Patricia. Jews in Medieval Britain. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 15–40.
  • Hallam, Elizabeth M.; Everard, Judith A. (2001). Capetian France, 987–1328 (2nd ed.). Harlow, UK: Longman. ISBN 978-0-582-40428-1.
  • Howell, Margaret (1992). "The Children of King Henry III and Eleanor of Provence". In Coss, Peter R.; Lloyd, Simon D. Thirteenth Century England: Proceedings of the Newcastle upon Tyne Conference, 1991. 4. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 57–72.
  • Howell, Margaret (2001). Eleanor of Provence: Queenship in Thirteenth-Century England. Oxford, UK: Blackwell Publishers.
  • Kalof, Linda (2007). Looking at Animals in Human History. London, UK: Reaktion Books.
  • Maddicott, J. R. (2004). Simon de Montfort. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Maier, Christoph T. (2003). Preaching the Crusades: Mendicant Friars and the Cross in the Thirteenth Century. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Mayr-Harting, Henry (2011). Religion, Politics and Society in Britain, 1066–1272. Harlow, UK: Longman.
  • McGlynn, Sean (2013). Blood Cries Afar: the Forgotten Invasion of England, 1216. Stroud, UK: The History Press.
  • Moss, V. D. (2007). "The Norman Exchequer Rolls of King John". In Church, Stephen D. King John: New Interpretations. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 101–116.
  • Pounds, Nigel J. G. (1994). The Medieval Castle in England and Wales: a Social and Political History. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Ridgeway, Huw (1988). "King Henry III and the 'Aliens', 1236–1272". In Coss, Peter R.; Lloyd, Simon D. Thirteenth Century England: Proceedings of the Newcastle upon Tyne Conference, 1987. 2. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 81–92.
  • Robson, Michael (2010). "The Greyfriars of Lincoln, c.1230–1330: the Establishment of the Friary and the Friars' Ministry and Life in the City and its Environs". In Robson, Michael; Röhrkasten, Jens. Franciscan Organisation in the Mendicant Context: Formal and Informal Structures of the Friars' Lives and Ministry in the Middle Ages. Berlin, Germany: Lit. pp. 119–146.
  • Senocak, Neslihan (2012). The Poor and the Perfect: the Rise of Learning in the Franciscan Order, 1209–1310. New York City: Cornell University Press.
  • Spufford, Peter (1989). Money and its Use in Medieval Europe. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Stacey, Robert C. (1997). "Parliamentary Negotiation and the Expulsion of the Jews from England". In Prestwich, Michael; Britnell, Richard H.; Frame, Robin. Thirteenth Century England: Proceedings of the Durham Conference, 1995. 6. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 77–102.
  • Stacey, Robert C. (2003). "The English Jews Under Henry III: Historical, Literary and Archaeological Perspectives". In Skinner, Patricia. Jews in Medieval Britain. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 41–54.
  • Turner, Ralph V. (2009). King John: England's Evil King?. Stroud, UK: History Press.
  • Tyerman, Christopher (1996). England and the Crusades, 1095–1588. Chicago, US: University of Chicago Press.
  • Vincent, Nicholas (2006). The Holy Blood: King Henry III and the Westminster Blood Relic. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Vincent, Nicholas (2007). "Isabella of Angoulême: John's Jezebel". In Church, Stephen D. King John: New Interpretations. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 165–219.
  • Warren, W. Lewis (1991). King John. London, UK: Methuen.
  • Weiler, Björn K. U. (1999). "Henry III's Plans for a German Marriage and their Context". In Prestwich, Michael; Britnell, Richard; Frame, Robin. Thirteenth Century England: Proceedings of the Durham Conference, 1997. 7. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 173–188.
  • Weiler, Björn K. U. (2012). Henry III of England and the Staufen Empire, 1216–1272. Paris: Royal Historical Society: Boydell Press.
  • Wild, Benjamin L. (2011). "A Captive King: Henry III Between the Battles of Lewes and Evesham 1264-5". In Burton, Janet E.; Lachaud, Frédérique; Schofield, Phillipp R.; Stöber, Karen; Weiler, Björn K. Thirteenth Century England: Proceedings of the Paris Conference 2009. 13. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 41–56.
  • Jobson, Adrian (2012). The First English Revolution: Simon de Montfort, Henry III and the Barons' War. London, UK: Bloomsbury.
  • Ridgeway, Huw (1988). "King Henry III and the 'Aliens', 1236–1272". In Coss, Peter R.; Lloyd, Simon D. Thirteenth Century England: Proceedings of the Newcastle upon Tyne Conference, 1987. 2. Woodbridge, UK: Boydell Press. pp. 81–92.
Ερρίκος Γ΄ της Αγγλίας
Γέννηση: 1 Οκτωβρίου 1207 Θάνατος: 16 Νοεμβρίου 1272
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Ιωάννης Ακτήμονας
Βασιλιάς της Αγγλίας

Δούκας τη Ακουιτανίας

Λόρδος της Ιρλανδίας

1216–1272
Διάδοχος
Εδουάρδος Α΄