Ροτόντα (Θεσσαλονίκη)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ροτόντα)

Συντεταγμένες: 40°37′59.884″N 22°57′10.271″E / 40.63330111°N 22.95285306°E / 40.63330111; 22.95285306

Μνημείο Παγκόσμιας
Κληρονομιάς της UNESCO
Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης
Επίσημο όνομα στον κατάλογο μνημείων Π.Κ.
Χάρτης
Χώρα μέλοςΕλλάδα Ελλάδα
ΤύποςΠολιτισμικό
Κριτήριαi, ii, iv,
Ταυτότητα456
ΠεριοχήΕυρώπη και Βόρεια Αμερική
Ιστορικό εγγραφής
Εγγραφή1988 (12η συνεδρίαση)
Ροτόντα
Χάρτης
Είδοςεκκλησία
Αρχιτεκτονικήαρχαία ρωμαϊκή αρχιτεκτονική, βυζαντινή αρχιτεκτονική, παλαιοχριστιανική αρχιτεκτονική και Οθωμανική αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες40°38′0″N 22°57′10″E
Θρησκευτική υπαγωγήΙερά Μητρόπολις Θεσσαλονίκης
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Θεσσαλονίκης
ΤοποθεσίαΘεσσαλονίκη
ΧώραΕλλάδα
Προστασίααρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα
Commons page Πολυμέσα
Οθωμανικός μιναρές Ροτόντας
Μικρογραφία της Ροτόντας που βρίσκεται στον προαύλιο χώρο του μνημείου

Η Ροτόντα είναι θολωτό κυκλικό κτίσμα του 4ου αιώνα στη Θεσσαλονίκη, παρόμοιο με το Πάνθεον της Ρώμης. Η αρχική χρήση της δεν είναι γνωστή αλλά διατυπώθηκαν ως τώρα διάφορες υποθέσεις: ότι υπήρξε ναός του Διός, ή των Καβείρων, ότι κατασκευάστηκε από τον Καίσαρα Γαλέριο ως μαυσωλείο του, ή ως αίθουσα του θρόνου στο ανακτορικό συγκρότημα. Μετατράπηκε σε ναό την παλαιοχριστιανική περίοδο, τον οποίο κάποιοι ερευνητές ταυτίζουν με τον ναό των Ασωμάτων Δυνάμεων που αναφέρουν οι βυζαντινές πηγές. Το 1591 μετετράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος από τον σεϊχη Hortaci Suleiman Efendi[1]. Μετά την Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, το 1912, αφιερώθηκε στον Άγιο Γεώργιο. Συμπεριλαμβάνεται στα Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.[2]

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κτίστηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Γαλέριου γύρω στο 304, ενώ προοριζόταν ως Μαυσωλείο του Γαλέριου. Ωστόσο, εξαιτίας του θανάτου του Γαλέριου το 311, η Ροτόντα έμεινε κενή χωρίς χρήση. Αργότερα χρησιμοποιήθηκε με διαφορετική λειτουργία απο λαούς της εγγύς ανατολής.

Στα τέλη του 4ου αιώνα, την εποχή του Θεοδόσιου Α' και αφότου στη Θεσσαλονίκη είχε επικρατήσει ο Χριστιανισμός, η Ροτόντα μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό και τότε έγιναν στο μνημείο ορισμένες μετασκευές, που ήταν αναγκαίες για τη νέα λατρεία. Έτσι έγινε διάνοιξη της ανατολικής κόγχης και προσθήκη του ιερού, ενώ ανοίχτηκε και η αντίστοιχη δυτική κόγχη και δημιουργήθηκε νέα είσοδος. Ακόμη, σε απόσταση οκτώ μέτρων από τον τοίχο κατασκευάστηκε εξωτερικά ένας άλλος χαμηλότερος κυκλικός τοίχος που δεν υφίσταται σήμερα. Ο χώρος ανάμεσα στους δύο τοίχους στεγάστηκε και, με τη διάνοιξη των υπολοίπων κογχών, δημιουργήθηκε ένα περιμετρικό εξωτερικό κλίτος. Τέλος κατασκευάστηκαν τα περίφημα ψηφιδωτά του μνημείου, που κοσμούν καμάρες κογχών, τοξωτά ανοίγματα φεγγιτών και τον μεγάλο θόλο. Θεωρείται πως ο αρχικός σκοπός ήταν η χρήση του ως βαπτιστήριο των πιστών Χριστιανών της Θεσσαλονίκης.

Αρχιτεκτονική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την Αψίδα του Γαλερίου μία «πομπική οδός» οδηγούσε προς τα βορειοανατολικά στη Ροτόντα, το κορυφαίο κτίριο του Γαλεριανού Συγκροτήματος, στο επιβλητικό, πλινθόκτιστο, κυκλικό στην κάτοψή του οικοδόμημα. Η διάμετρος του κτηρίου είναι 24,50 μέτρα και το ύψος περίπου 30 μέτρα. Εσωτερικά στο πάχος των τοίχων, που είναι 6,30 μέτρα, ανοίγονται οκτώ καμαροσκέπαστες κόγχες. Πάνω από αυτές υπάρχουν μεγάλα παράθυρα με τοξωτές απολήξεις και πιο πάνω, στα ενδιάμεσα, μια ακόμη σειρά από μικρότερα παράθυρα. Το οικοδόμημα είναι καλυμμένο με μεγάλο ημισφαιρικό τρούλο, στην κορυφή του οποίου υπήρχε οπαίο, για να διαχέεται στο εσωτερικό το φως της ημέρας. Τον τρούλο κρύβει εξωτερικά ο υπερυψωμένος περιμετρικός τοίχος, που κλείνει επάνω με ξύλινη κεραμοσκεπή. Η είσοδος του μνημείου, στην αρχική κατασκευή, ήταν από τα νοτιοδυτικά, όπου υπάρχει ένα πρόπυλο και όπου κατέληγε η «πομπική οδός».

Έξω από το νότιο πρόπυλο του μνημείου έχει εντοπιστεί η βάση του μαρμάρινου μονολιθικού άμβωνα, ο οποίος σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης.[3]

Ροτόντα ονομάστηκε από το κυκλικό της σχήμα, ενώ το όνομα Άγιος Γεώργιος έλαβε από το γειτονικό ομώνυμο εκκλησάκι μετά την Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912. Σήμερα λειτουργεί ως επισκέψιμο μνημείο.

Ψηφιδωτό στην Ροτόντα.

Ψηφιδωτά και αγιογραφίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι αγιογραφίες είναι από τις αρχές του 5ου αιώνα, διότι οι εικονιζόμενοι άγιοι μαρτύρησαν όλοι μέχρι την εποχή του Διοκλητιανού και του Μαξιμιανού. Οι αγιογραφίες διασώζονται σήμερα μόνο κάτω από τον θόλο, ενώ οι υπόλοιπες καταστράφηκαν όταν ο ναός μεταβλήθηκε από τους Τούρκους σε μωαμεθανικό τέμενος από τον σεΐχη Σουλεϊμάν Χορτατζή Εφέντη το 1590. Τότε έγινε και η προσθήκη του μιναρέ. Τα ψηφιδωτά που σώζονται στις καμάρες και στα τόξα των φεγγιτών έχουν καθαρά διακοσμητικό χαρακτήρα. Εικονίζονται μέσα σε χρυσό φόντο γεωμετρικά σχήματα σε μεγάλη ποικιλία καθώς και θέματα από το φυσικό κόσμο, όπως καρποί, ζώα, πουλιά, κάνιστρα και άνθη με μια φυσιοκρατική διάθεση και ζωηρά χρώματα. Στον θόλο, στην κορυφή της μεγάλης ψηφιδωτής σύνθεσης εικονιζόταν όρθιος σταυροφόρος Χριστός γεγονός που μας αποκαλύπτεται από το διασωθέν περίγραμμα από κάρβουνο που απέμεινε πάνω σίαμα. Ο Χριστός εικονιζόταν μέσα σε πολύχρωμη «δόξα», τμήματα της οποίας διασώζονται σήμερα, που την υποβάσταζαν τέσσερις άγγελοι. Κατά τον πρόσφατο καθαρισμό των ψηφιδωτών του μνημείου ήρθαν στο φως τα κεφάλια και τα φτερά των αγγέλων. Πιο κάτω υπάρχει μία ζώνη των ψηφιδωτών που έχει καταστραφεί. Χαμηλότερα η τρίτη ζώνη ψηφιδωτών είναι καλύτερα διατηρημένη. Είναι χωρισμένη σε οκτώ τμήματα, σε καθένα από τα οποία παριστάνεται ένα φανταστικό διώροφο πολυτελές και ανάλαφρο οικοδόμημα με πλήθος διακοσμητικών στοιχείων. Μπροστά από αυτά τα οικοδομήματα παριστάνονται, δύο ή τρεις άγιοι όλοι σε στάση δέησης. Οι επιγραφές που τους συνοδεύουν δηλώνουν το όνομα, την ιδιότητά τους και το μήνα που γιορτάζουν. Τα πρόσωπά τους, διατηρούν την ελληνιστική παράδοση και αποτελούν έξοχα δείγματα της πρώιμης χριστιανικής προσωπογραφίας. Στην κόγχη του ιερού υπάρχει τοιχογραφημένη η Ανάληψη, που έχει υποστεί φθορές.

Ψηφιδωτό στην Ροτόντα: οι άγιοι Ονησιφόρος και Πορφύριος.

Μιναρές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Μάρτιο του 1430 η Θεσσαλονίκη μετατρεπόταν από κέντρο του ορθόδοξου χριστιανικού πολιτισμού σε μια νέα εστία της τουρκο-ισλαμικής κουλτούρας[4]. Η τουρκική κατάκτηση άλλαξε τη μορφή της πόλης με την ύψωση μιναρέδων δίπλα στις εκκλησίες που μεταβλήθηκαν σταδιακά σε τζαμιά. Η μετατροπή των εκκλησιών σε τζαμιά έγινε σε δύο φάσεις, μία στο τέλος του 15ου και μία στο τέλος του 16ου αιώνα[5]. Η δεύτερη φάση συνδέεται με το γενικό φόβο για το τέλος του κόσμου στο μουσουλμανικό έτος 1000 (1592). Η Ροτόντα έγινε τζαμί υπό αυτές τις συνθήκες το έτος 999 της Εγίρας (1590 μ.Χ). Ο Σινάν Πασάς ανέλαβε τις απαραίτητες εργασίες για τη μετατροπή, που περιλάμβαναν και την κατασκευή του μιναρέ στον τύπο εκείνο που είχαν κτιστεί οι μιναρέδες στην Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης από τον Σελίμ Β΄[6].

Ο μιναρές της Ροτόντας σώζεται σήμερα χωρίς την κωνική στέγη του και με κατεστραμμένο μετά τον σεισμό του 1978 το υψηλότερο τμήμα του, όπως επίσης και τμήμα του εξώστη του. Το ύψος του μιναρέ φτάνει τα 35,85μ. Η βάση του είναι ορθογωνική, τετράγωνη σε κάτοψη, με μήκος πλευράς 5,65 μ. περίπου. Στο ύψος του κατωφλιού του ανοίγματος η βάση φαρδαίνει και δημιουργείται κρηπίδωμα που προεξέχει 14 εκ. περίπου περιμετρικά από την τοιχοποιία της βάσης. Το άνοιγμα του κλιμακοστασίου είναι κυκλικό με διάμετρο 1,80μ. Στο κέντρο του ανοίγματος είναι τοποθετημένος μαρμάρινος κίονας διαμέτρου 0,27 μ. και ύψους 2,27 μ. Αποτελεί τη βάση του κτισμένου πυρήνα του κλιμακοστασίου που δημιουργείται από επάλληλους πλίνθους κυκλικής διατομής. Το άνοιγμα που οδηγεί στο εσωτερικό του μιναρέ καταλήγει σε οξυκόρυφο τόξο κατασκευασμένο με πλίνθους. Σε χαμηλότερη στάθμη μαρμάρινο μέλος αποτελεί το οριζόντιο ανώφλι του ανοίγματος, ενώ το κενό ανάμεσα στο ανώφλι και το κατακόρυφο τόξο κλείνεται με δεύτερο ημικυκλικό τόξο και γέμισμα του τυμπάνου με λίθους[7].

Το εσωτερικό της Ροτόντας.

Η βάση του κορμού είναι σε κάτοψη εξωτερικά πολύγωνο με τριάντα πλευρές και με διάμετρο εγγεγραμμένου κύκλου που κυμαίνεται από 3,17 μ. στο χαμηλότερο σημείο έως 4,5 μ. στο υψηλότερο τμήμα του. Στην επιφάνεια του στερεού που καλύπτεται με ακτινωτές διακοσμήσεις, ανοίγεται μικρό παράθυρο ύψους 42 εκ. και πλάτους 12 εκ. Ο κορμός του μιναρέ που υψώνεται σαν δωρικός κίονας, είναι σε κάτοψη εσωτερικά κύκλος και εξωτερικά πολύγωνο με είκοσι πλευρές. Φέρει δύο πλίνθινους δακτυλίους, έναν κοντά στη βάση του και έναν κοντά στο ύψος του εξώστη, και πέντε στενόμακρα παράθυρα πλάτους περίπου 10 εκ. και ύψους 40-60 εκ., που φαρδαίνουν στο εσωτερικό και βρίσκονται στην ίδια κατακόρυφο. Το τμήμα του κορμού πάνω από τον εξώστη αλλάζει ελαφρά κλίση και καταλήγει, μετά την μεσολάβηση νέου δακτυλίου, σε εξωτερικό πολύγωνο με διάμετρο εγγεγραμμένου κύκλου 1,2 μ. Στον εξώστη, που έχει πλάτος 0,87 μ. οδηγεί άνοιγμα ύψους 1,5 μ με τοξωτή απόληξη. Η έντονα κωνική στέγαση του μιναρέ που βλέπουμε σε παλιές φωτογραφίες, δεν σώζεται σήμερα. Από τη βάση του κτίσματος μέχρι την κορυφή του μεσολαβούν 129 σκαλοπάτια. Το πάχος της τοιχοποιίας της βάσης είναι 1,4 μ. Παράπλευρα στη θύρα εισόδου βρίσκονται εντοιχισμένοι πεσσίσκοι παλαιοχριστιανικής βασιλικής, που όμοιοί τους σώζονται ανάμεσα στα γλυπτά του περιβόλου της Ροτόντας[8]. Διακρίνονται ακόμη δύο επιτύμβιες πλάκες εντοιχισμένες στη βορειοανατολική και νοτιοανατολική πλευρά της βάσης του μιναρέ[9]. Τη σημερινή κλίμακα ανόδου στο εσωτερικό του μιναρέ αποτελούν επάλληλα μαρμάρινα σκαλοπάτια σε δεύτερη χρήση. Ο κορμός του μιναρέ είναι χτισμένος εξ ολοκλήρου με πλίνθους που του δίνουν εσωτερικά τη μορφή κυλίνδρου και εξωτερικά ραβδωτού κίονα.

Μετά τον σεισμό του 1978 ο μιναρές ζώστηκε με μεταλλικές σκαλωσιές, όπως και η Ροτόντα. Στα άμεσα μέτρα στερέωσης του μνημείου ήταν η κατασκευή εσωτερικού μανδύα από οπλισμένο σκυρόδεμα στο ανώτατο τμήμα του και το περιμετρικό δέσιμο του κατεστραμμένου εξώστη του.

Εικόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Παζαράς, Θεοχάρης (1985). Η Ροτόντα του Αγίου Γεωργίου στη Θεσσαλονίκη. Θεσσαλονίκη: ΙΜΧΑ. σελ. 15-16. 
  2. Maps - Paleochristian and Byzantine Monuments of Thessalonika, Unesco World Heritage List
  3. Τσακταίρα-Παπαευθυμίου-Μάντζιος-Καλογήρου. Θεσσαλονίκη η πόλη και τα μνημεία της. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Παιδεία/Μαλλιάρης. 
  4. M.Kiel (1970). Notes on some turkish monumentsin Thessaloniki. Balkan Studies. σελίδες 125,141,147. 
  5. M.Kiel (1970). Notes on some turkish monumentsin Thessaloniki. Balkan Studies. σελ. 125. 
  6. M.Kiel (1970). Notes on some turkish monumentsin Thessaloniki. Balkan Studies. σελ. 125. 
  7. Ν.Μουτσόπουλος (1980). Ροτόντα, Αρχιτεκτονικά. Θεσσαλονίκη. σελίδες 554–564. 
  8. Χ.Μπούρας (1977). Μαθήματα ιστορίας της αρχιτεκτονικής. Αθήνα. σελίδες 216,217. 
  9. Οι επιγραφές στις επιτύμβιες πλάκες είναι δημοσιευμένεςInscriptiones IGXII. Berolini. 1972. , αρ 509 (Τροφίμη Πυρουλαι τωι ιδίωι ανδρί μνήμης χάριν και εαυτηι ζωσα), 510 (Υγιεία Υαρινη τη μητρί και Υγιεία τη νίννη μνείας χάριν)

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μέντζος Αριστοτέλης. Το ανάκτορο και η Ροτόντα της Θεσσαλονίκης: νέες προτάσεις γιατην ιστορία του συγκροτήματος, Βυζαντινά, τ. 18 (1995-1996), σσ. 339-363
  • Μουτσόπουλος Νικόλαος, Κατσαρός Βασίλης. Η Ροτόντα του Αγίου Γεωργίου στη Θεσσαλονίκη: αρχαιολογική έρευνα και αναστήλωση του μνημείου. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Κυριακίδη, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, 2013..
  • Παζαράς Θεοχάρης Ν. Η Ροτόντα του Αγίου Γεωργίου. Θεσσαλονίκη: ΙΜΧΑ, 1985. 63 σ.
  • Τασσιάς Ιωάννης Χ. (Αρχιμανδρίτης). Ο Άγιος Γεώργιος. Θεσσαλονίκη, 1995. 95 σ.
  • Torp, Hjalmar. Η Ροτόντα της Θεσσαλονίκης και τα ψηφιδωτά της. Θεσσαλονίκη, 2017. 64 σ.