Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κάποτε στη Δύση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κάποτε στη Δύση
(C'era una volta il West)
ΣκηνοθεσίαΣέρτζιο Λεόνε
ΠαραγωγήΜπίνο Τσικόνια
ΣενάριοΣέρτζιο Λεόνε, Sergio Donati, Ντάριο Αρτζέντο και Μπερνάρντο Μπερτολούτσι
ΠρωταγωνιστέςΤσαρλς Μπρόνσον, Χένρι Φόντα, Κλαούντια Καρντινάλε, Τζέισον Ρόμπαρντς, Γκαμπριέλε Φερζέτι, Πάολο Στόπα, Γούντι Στροντ, Τζακ Έλαμ, Al Mulock, Μπενίτο Στεφανέλι, Φάμπιο Τέστι, Claudio Scarchilli, Μπρούνο Καρατσάρι, Frank Braña, Αντόνιο Μολίνο Ρόχο, Κίναν Γουίν, Φρανκ Γουλφ, Έντσο Σαντανιέλο, Λάιονελ Στάντερ, Άλντο Σαμπρέλ, Lorenzo Robledo, Τζον Φρέντερικ, Σέρτζιο Λεόνε, Ντον Γκάλογουεϊ[1], Aldo Berti[1], Ρικάρντο Παλάσιος[1], Κονράντο Σαν Μαρτίν[1], Marco Zuanelli, Saturno Cerra[1], Σπάρτακο Κονβέρσι[1] και Ρομπέρ Χοσεΐν[1]
ΜουσικήΈννιο Μορρικόνε
ΦωτογραφίαΤονίνο Ντέλι Κόλι
ΜοντάζΝίνο Μπαράλι
ΕνδυματολόγοςΚάρλο Σίμι
Εταιρεία παραγωγήςParamount Pictures
ΔιανομήParamount Pictures, Netflix και Xfinity Streampix
Πρώτη προβολή1968 (Ιταλία), 14  Αυγούστου 1969 (Γερμανία)[2][3], 27  Αυγούστου 1969 (Γαλλία)[4] και 1968
Διάρκεια165 λεπτά[4]
ΠροέλευσηΙταλία[5] και Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής[5]
ΓλώσσαΑγγλικά και Ιταλικά
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το Κάποτε στη Δύση (ιταλικά: C'era una volta il West) είναι επικό ιταλικό σπαγκέτι γουέστερν παραγωγής 1968, σκηνοθετημένο από τον Σέρτζιο Λεόνε για την Paramount Pictures. Πρωταγωνιστούν οι Χένρι Φόντα σε κόντρα ρόλο ως ο κακός, ο Τσαρλς Μπρόνσον ως η νέμεση του, ο Τζέισον Ρόμπαρντς ως ένας ληστής, και η Κλαούντια Καρντινάλε ως μια προσφάτως χήρα αγρότισσα με παρελθόν ως πόρνη. Το σενάριο γράφτηκε από τον Λεόνε και τον Σέρτζιο Ντονάτι, βασισμένο σε μια ιστορία των Λεόνε, Μπερνάρντο Μπερτολούτσι και Ντάριο Αρτζέντο. Η widescreen κινηματογράφιση έγινε από τον Τονίνο Ντέλλι Κόλλι, και ο Έννιο Μορικόνε συνέθεσε τη μουσική της ταινίας.

Αφότου σκηνοθέτησε το Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος, ο Λεόνε αποφάσισε να σταματήσει τα γουέστερν και ήθελε να γίνει παραγωγός μιας δικής του ταινίας βασισμένο στο βιβλίο The Hoods, που τελικά έγινε το Κάποτε στην Αμερική. Όμως, ο Λεόνε δέχτηκε μια προσφορά από την Paramount να χρησιμοποιήσει ένα μπάτζετ για την παραγωγή ακόμα μίας ταινίας γουέστερν και πρόσβαση στον Φόντα. Προσέλαβε τον Μπερτολούτσι και τον Αρτζέντο για να φτιάξουν το σενάριο της ταινίας το 1966, μια διαδικασία κατά την οποία μελέτησε και άλλες ταινίες γουέστερν. Στην αρχή πρότεινε το ρόλο του καλού στον Κλιντ Ίστγουντ, αλλά μετά την άρνηση του, πρόσφερε τον ρόλο στον Μπρόνσον. Κατά τη παραγωγή της ταινίας, ο Λεόνε προσέλαβε τον Ντονάτι για να ξαναγράψει το σενάριο εξαιτίας ανησυχιών σχετικά με χρονικούς περιορισμούς.

Η πρώτη έκδοση από τον σκηνοθέτη είχε διάρκεια 166 λεπτά (2 ώρες και 46 λεπτά) όταν κυκλοφόρησε στις 21 Δεκεμβρίου 1968. Αυτή ήταν η έκδοση που προβλήθηκε στους Ευρωπαϊκούς κινηματογράφους και ήταν μεγάλη επιτυχία στα ταμεία. Όμως, για την κυκλοφορία στις ΗΠΑ, στις 28 Μαΐου 1969, η ταινία είχε διάρκεια 145 λεπτά (2 ώρες και 25 λεπτά) από την Paramount και έλαβε κυρίως αρνητικές κριτικές, ενώ ούτε στα ταμεία τα πήγε καλά. Στο παρόν, η ταινία αναγνωρίζεται γενικά ως αριστούργημα και ως μία από τις καλύτερες ταινίες που έγιναν ποτέ.

Το 2009 η ταινία χαρακτηρίστηκε από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου ως «πολιτιστικά, αισθητικά και ιστορικά σημαντική» και επιλέχθηκε να ενταχθεί στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.[6]

Η ταινία δείχνει δύο συγκρούσεις που λαμβάνουν χώρα γύρω από τη Φλάγκστοουν, μια φανταστική πόλη της Αμερικανικής Δύσης: Μια «μάχη» σχετικά με τη γη για την κατασκευή ενός σιδηροδρόμου, και μια αποστολή εκδίκησης εναντίον ενός φονιά. Η κύρια ιστορία εξελίσσεται γύρω στον αγώνα για το Sweetwater, ένα κομμάτι γης κοντά στο Φλάγκστοουν, το οποίο έχει τη μόνη πηγή νερού στην περιοχή. Η γη αγοράστηκε από τον Μπρετ Μακμπέιν, ο οποίος προέβλεψε πως ο σιδηρόδρομος έπρεπε να περάσει από εκείνη την περιοχή για να παρέχει νερό για τις μηχανές ατμού. Όταν ο μεγιστάνας των σιδηρόδρομων Μόρτον μαθαίνει αυτό, προσλαμβάνει τον πληρωμένο πιστολέρο Φρανκ για να εκφοβίσει τον Μακμπέιν να φύγει από τη γη του. Όμως ο Φρανκ αντί να εκφοβίσει, σκοτώνει τον Μακμπέιν τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά του, βάζοντας αποδείξεις στη σκηνή για να ενοχοποιήσει τον ληστή Τσεγιέν και τη συμμορία του. Τότε καταφθάνει η νιόπαντρη σύζυγος του Μακμπέιν, η Τζιλ, από τη Νέα Ορλεάνη, και βρίσκοντας την οικογένεια νεκρή, γίνεται η κληρονόμος και η νέα ιδιοκτήτρια της γης.

Ενώ έχουν συμβεί αυτά, ένας μυστηριώδης πιστολέρο που παίζει φυσαρμόνικα, και ο Τσεγιέν βαφτίζει «Φυσαρμόνικα», κυνηγά τον Φρανκ. Στην εναρκτήρια σκηνή της ταινίας, ο Φυσαρμόνικας σκοτώνει τρεις άντρες που ο Φρανκ έστειλε να σκοτώσουν και, σε ένα μοτέλ στο δρόμο για το Sweetwater, πληροφορεί τον Τσεγιέν πως οι τρεις πιστολάδες που σκότωσε, πόζαραν για άντρες του. Λίγο αργότερα, ο Φυσαρμόνικας σκοτώνει δύο άντρες που έστειλε ο Φρανκ να σκοτώσουν την Τζιλ.

Πίσω στο Sweetwater, καταφτάνουν κατασκευαστικά υλικά για να χτιστεί ένας σιδηροδρομικός σταθμός και μια μικρή πόλη. Ο Φυσαρμόνικας εξηγεί στον Τσεγιέν πως η Τζιλ θα χάσει το Sweetwater εκτός κι αν ο σταθμός κτιστεί μέχρι να φτάσουν τα συνεργεία κατασκευής του σιδηροδρόμου σ’ εκείνο το σημείο, και ο Τσεγιέν βάζει τους άντρες του να τον χτίσουν.

Εν τω μεταξύ, ο Φρανκ γυρίζει εναντίον του Μόρτον, που ήθελε να κάνει συμφωνία μ την Τζιλ. Η προδοσία του Φρανκ γίνεται ευκολότερη από το γεγονός πως ο Μόρτον είναι ανάπηρος. Αφού κάνει έρωτα με την Τζιλ, ο Φρανκ την αναγκάζει να πουλήσει την περιουσία της σε πλειστηριασμό. Προσπαθεί να αγοράσει τη φάρμα φτηνά εκφοβίζοντας τους άλλους πλειοδότες, αλλά φτάνει ο Φυσαρμόνικας, κρατώντας τον Τσεγιέν, και κάνει πολύ μεγαλύτερη προσφορά, με τα λεφτά της επικήρυξης του Τσεγιέν. Αφού αρνείται ακόμα μια εκβιαστική προσφορά από τον Φρανκ, ο Φυσαρμόνικας πουλάει τη φάρμα πίσω στην Τζιλ. Σε εκείνο το σημείο, κάποιοι από τους άνδρες του Φρανκ προσπαθούν να σκοτώσουν τον αρχηγό τους, έχοντας πληρωθεί από τον Μόρτον, αλλά ο Φυσαρμόνικας βοηθά τον Φρανκ να τους σκοτώσει, επειδή θέλει να κρατήσει αυτό το προνόμιο για τον εαυτό του.

Αφότου ο Μόρτον και η υπόλοιπη συμμορία του Φρανκ σκοτώνονται σε μάχη με τη συμμορία του Τσεγιέν, ο Φρανκ πηγαίνει στο Sweetwater για να βρει τον Φυσαρμόνικα. Σε δύο περιπτώσεις, όταν ο Φρανκ ρώτησε τον Φυσαρμόνικα ποιος είναι, ο Φυσαρμόνικας αρνήθηκε να του απαντήσει. Αντιθέτως, του ανέφερε μυστηριωδώς ονόματα ανθρώπων που ο Φρανκ είχε σκοτώσει στο παρελθόν. Οι δυο τους πήραν θέσεις για μονομαχία, όπου το κίνητρο του Φυσαρμόνικα για εκδίκηση αποκαλύπτεται σε’ ένα φλασμπακ : Όταν ο Φυσαρμόνικας ήταν μικρός, ο Φρανκ τον ανάγκασε να σκοτώσει τον ίδιο του τον αδερφό, δένοντας μια αγχόνη στην κορυφή μιας καμάρας, βάζοντας την στο λαιμό του αδερφού του, και αναγκάζοντας τον Φυσαρμόνικα να στηρίζει τον αδελφό του στους ώμους του, με μια φυσαρμόνικα στο στόμα.

Ο Φυσαρμόνικας τραβάει πρώτος και πυροβολεί τον Φρανκ. Ξεψυχώντας ο Φρανκ, ρωτάει τον αντίπαλο του ξανά ποιος είναι, κι εκείνος βάζει τη φυσαρμόνικα στο στόμα του Φρανκ. Ο Φρανκ κουνάει το κεφάλι του, δείχνοντας πως θυμήθηκε, και πεθαίνει. Με τον Φρανκ νεκρό, ο Φυσαρμόνικας και ο Τσεγιέν αποχαιρετούν την Τζιλ, που επιβλέπει την κατασκευή του σιδηροδρομικού σταθμού ενώ τα συνεργεία κατασκευή της γραμμής φτάνουν το Sweetwater. Ο Τσεγιέν καταρρέει, αποκαλύπτοντας πως πυροβολήθηκε κατά τη μάχη με τη συμμορία του Φρανκ. Το πρώτο τρένο φτάνει, και ο Φυσαρμόνικας φεύγει με τη σορό του Τσεγιέν.

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 (Τσεχικά) Česko-Slovenská filmová databáze. 2001.
  2. (Γερμανικά) Kinopolis. www.mathaeser.de/mm/film/162A2000012PLXMQDD.php. Ανακτήθηκε στις 21  Ιουλίου 2016.
  3. (Αγγλικά) Internet Movie Database. www.imdb.com/title/tt0064116/releaseinfo. Ανακτήθηκε στις 17  Αυγούστου 2016.
  4. 4,0 4,1 jpbox-office.com/fichfilm.php?id=9020. Ανακτήθηκε στις 3  Ιουλίου 2019.
  5. 5,0 5,1 Ζαν-Νταβίντ Μπλαν: (Γαλλικά) AlloCiné. Ανακτήθηκε στις 3  Ιουλίου 2019.
  6. «Ο πλήρης κατάλογος ταινιών του Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Η.Π.Α» (στα Αγγλικά). loc.gov. Ανακτήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 2021. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]