Πολιορκία των Σαλώνων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πολιορκία στα Σάλωνα
Ελληνική Επανάσταση του 1821
Ο Νικόλαος Μητρόπουλος υψώνει τη σημαία στα Σάλωνα.
(Πίνακας του Λουί Ντυπρέ)
Χρονολογία28 Μαρτίου - 10 Απριλίου 1821
ΤόποςΣάλωνα (Άμφισσα)
Έκβασηπαράδοση του φρουρίου
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Παγχώμιος μπέης , Άγος Μουχούρνταρος
Δυνάμεις
100
5.000 γυναικόπαιδα και 600 ένοπλοι
Απώλειες
4 νεκροί
13 νεκροί, παράδοση του φρουρίου

Η Πολιορκία στα Σάλωνα ήταν πολεμική εμπλοκή της επανάστασης του 1821 με σκοπό την απελευθέρωση των Σαλώνων. Διήρκεσε από την αρχή της Επανάστασης ως τις 10 Απριλίου του ίδιου έτους 1821.

Η εξέλιξη των γεγονότων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οπλαρχηγός (κλέφτης και εν-συνεχεία αρματολός Στερεάς) της επαρχίας Σαλώνων ήταν ο Πανουργιάς, ο οποίος, μυημένος στη Φιλική Εταιρεία, όταν πολιορκήθηκε ο Αλής (1820) και ειδοποιημένος από επιστολή του Παπαφλέσσα, έφυγε από τα Ιωάννινα (όπου ήταν έγκλειστος επί 3ετία) και ήλθε στα Σάλωνα. Στις 24 Μαρτίου, όταν έμαθε ότι επαναστάτησε η Αχαΐα, ο Πανουργιάς βρισκόταν μαζί με τους 60 αρματολούς του (άριστα εκπαιδευμένους και πειθαρχημένος, με εμφάνιση τακτικού στρατιωτικού σώματος) στην Μονή του Προφήτη Ηλία, μιάμιση ώρα έξω από τα Σάλωνα. Εκεί κάλεσε τους προεστούς της πόλης και των χωριών και έκανε γενική συνέλευση στο Γαλαξείδι, στην οποία ομόφωνα αποφασίστηκε να επιτεθούν στους Τούρκους. Στη συνάντηση εκείνη, κατόπιν πρόσκλησης του Ι. Παπαδιαμαντόπουλου (απεσταλμένου του Π.Π. Γερμανού), προσήλθαν, μεταξύ άλλων, οι Οδυσσέας Ανδρούτσος, Γιάννης Γκούρας και Κόντος, ο Δεσπότης Ησαΐας Σαλώνων κ.α. Ο Πανουργιάς έλαβε, επί αποδείξει του, 14.000 γρόσια με σκοπό να καλύψει τα έξοδα της στρατολόγησης μαχητών[1]. Διέταξε τον γαμπρό του και υποπλαρχηγό Θανάση Μανίκα να στρατολογήσει στα Βλαχοχώρια όλους όσους μπορούσαν να κρατήσουν όπλο. Έστειλε και τον εξάδερφό του, Γιάννη Γκούρα στον Άγιο Γεώργιο να στρατολογήσει και αυτός και να συνεννοηθεί με τους κατοίκους του Γαλαξειδίου.

Αφού συνεννοήθηκαν, ξεκίνησαν την νύχτα της 26ης Μαρτίου, ξημερώθηκαν στα Σάλωνα και πολιόρκησαν το φρούριο υπό την αρχηγία του Πανουργιά. Οι Τούρκοι που είχαν υποπτευθεί την εξέγερση των Ελλήνων είχαν προλάβει και κλείστηκαν στο φρούριο με όλα τα γυναικόπαιδα, και με τους πρόσφυγες από τη Βοστίτσα που είχαν καταφύγει εκεί από την Πελοπόννησο. Μεταξύ αυτών ήταν και 600 ένοπλοι.

Οι Τούρκοι ήταν δυνατοί, αλλά και οι Έλληνες επιτέθηκαν με ορμή, ώστε κυρίευσαν την πρώτη κιόλας μέρα τα αποθέματα του νερού. Οι πολιορκημένοι αναγκάστηκαν από έλλειψη νερού να εξορμήσουν στις 8 Απριλίου με σκοπό να κυριεύσουν μια κοντινή πηγή, αλλά απέτυχαν και φονεύθηκαν 13, μεταξύ των οποίων και ο ανδρείος Χάιδας.

Μετά από στενότατη πολιορκία, οι Τούρκοι στερούμενοι τροφών και νερού αναγκάστηκαν μετά από 14 ημέρες στις 10 Απριλίου να παραδοθούν, αφού πρωτύτερα συμφώνησαν να μην τους πειράξουν. Βγήκαν και παρέδωσαν τα όπλα τους στον Πανουργιά που τα παρέλαβε καθιστός μπροστά στην Πύλη. Όσοι ήθελαν και ένοιωθαν ασφαλείς παρέμειναν στα σπίτια τους, ενώ οι άλλοι όλοι διασκορπίστηκαν στα χωριά.

Το φρούριο των Σαλώνων ήταν το πρώτο που κατέλαβαν οι Έλληνες στην Επανάσταση του 1821.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Κραβαρτόγιαννος, Δρόσος, "Ιστορία της Πόλεως Αμφίσσης" (συμπληρώματα), Τόμος 2, σελ. 45: "Η Άλωση του Κάστρου των Σαλώνων", Σύλλογος Απανταχού Αμφισσέων τα Σάλωνα, Άμφισσα, 1997.