Οδυσσέας Ανδρούτσος
Οδυσσέας Ανδρούτσος | |
---|---|
![]() | |
Γέννηση | 4 Μαρτίου 1790 Πρέβεζα, Οθωμανική Αυτοκρατορία |
Θάνατος | 5 Ιουνίου 1825 (35 ετών) Αθήνα, Αττική, επαναστατημένα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπό τον έλεγχο της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος |
Ενταφιασμός | Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών (τον Ιούλιο του 1967 μεταφέρθηκε στην Πρέβεζα) |
Μάχες/πόλεμοι | Επανάσταση του 1821: Μάχη στο Χάνι της Γραβιάς Μάχη των Βασιλικών Φθιώτιδας |
Σύζυγος | Ελένη Καρέλη |
Συγγενείς | Ανδρέας (Ανδρούτσος) Βερούσης (πατέρας) Ακριβή Τσαρλαμπά (μητέρα) |
![]() | |
δεδομένα ( ) |
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος (Ιθάκη, περ. 1790 – Αθήνα, 5 Ιουνίου 1825) ήταν αγωνιστής οπλαρχηγός της Επανάστασης του 1821. Πολέμησε μέχρι το 1820 για λογαριασμό του Αλή Πασά και στη συνέχεια αγωνίστηκε για την επανάσταση. Το 1825 κατηγορήθηκε για συνεργασία με τους Τούρκους και φυλακίστηκε στην Ακρόπολη των Αθηνών όπου και δολοφονήθηκε πριν δικαστεί στις 5 Ιουνίου του ίδιου χρόνου.[1][2]
Γέννηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γιος του καπετάν Ανδρέα Βερούση, γνωστού ως καπετάν Ανδρούτσος, και της Πρεβεζάνας Ακριβής Τσαρλαμπά, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1790 στην Πρέβεζα[3][4][5] ή στην Ιθάκη[6] εξ ού και το όνομα Οδυσσέας[2]. Ως προς το έτος γεννήσεως, υπάρχουν διαφωνίες. Κατ’ άλλους, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1788-1790[7]. Νονοί του ήταν η Μαρία Σοφιανού, σύζυγος του Λάμπρου Κατσώνη, κόρη προύχοντα από την Κέα, και ο Ιωάννης Ζαβός άρχοντας της Ιθάκης.
Παιδικά χρόνια (Πρέβεζα, Ιθάκη, Λευκάδα)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο πατέρας του Οδυσσέα, ο οποίος είχε λάβει μέρος στην επανάσταση του Λάμπρου Κατσώνη, συνελήφθη από τους Βενετούς, παραδόθηκε στους Τούρκους και αποκεφαλίστηκε το 1797 στην Κωνσταντινούπολη με αποτέλεσμα ο μικρός γιος του, Οδυσσέας Ανδρούτσου, να μείνει ορφανός σε ηλικία 7 ετών. Η χήρα μητέρα του Οδυσσέα Ακριβή Τσαρλαμπά μετακόμισε το έτος 1797 στη Λευκάδα και μεταξύ των ετών 1798-1800 ο μικρός Οδυσσέας Ανδρούτσου έκανε παρέα με το γνωστό μετέπειτα ποιητή Ιωάννη Ζαμπέλιο.[8] Τον επόμενο χρόνο 1798 έγινε η Μάχη της Νικόπολης και ο Χαλασμός της Πρέβεζας από τον Αλή Πασά Τεπελενλή και ο μικρός Οδυσσέας και η μητέρα του Ακριβή Τσαρλαμπά διασώθηκαν γιατί είχαν καταφύγει στη Λευκάδα. Αργότερα επέστρεψαν στην Πρέβεζα όπου και έζησε μέχρι το 1806.
Στην αυλή του Αλή Πασά Τεπελενλή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το έτος 1806 ο Αλή Πασάς Τεπελενλής, ενθυμούμενος την προσωπική φιλία που είχε ο ίδιος με τον εκλιπόντα πατέρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου, τον αναζήτησε και τον πήρε στην αυλή του στα Ιωάννινα, ή κατά δεύτερη εκδοχή τον πήγε εκεί με αίτημα η μητέρα του. Εκεί ο Οδυσσέας Ανδρούτσος φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Αλή Πασά και είχε έναν ταραχώδη βίο, όμως σχεδόν πάντα ο Αλή Πασάς του συγχωρούσε κάθε παράπτωμα. Δεκαπενταετής κατατάχτηκε από τον Αλή Πασά στην προσωπική σωματοφυλακή του και σύντομα κατάφερε να γίνει αρχηγός της προσωπικής φρουράς του. Επίσης φαίνεται ότι προσήλθε, άγνωστο αν ήταν επιφανειακά ή συνειδητά εάν συνέβη, στην αλεβιτική θρησκεία των Μπεκτασήδων, στην οποία ανήκε και ο προστάτης του. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και το 1819 διορίστηκε δερβέναγας στην ανατολική Στερεά.
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος πήρε μέρος στις μάχες του Βερατίου, Αργυροκάστρου και Γαρδικίου, και ο Αλή Πασάς του έδωσε την οπλαρχηγία της Λειβαδιάς. Το 1820 όταν και επήλθε η ρήξη του Αλή Πασά με την Πύλη, εγκατέλειψε την Λιβαδειά, αφού πρώτα μύησε τον Αθανάσιο Διάκο στην Φιλική εταιρεία και του εμπιστεύθηκε την εξουσία της οπλαρχηγίας του αφήνοντάς τον ως πρωτοπαλίκαρο.[9] Ο ίδιος κατέφυγε στην Αράχωβα όπου προσπάθησε μαζί με άλλους επιφανείς Έλληνες που όλοι είχαν μεταξύ τους κοινό την θητεία τους στην αυλή του Αλή, να δημιουργήσει μια ελληνοαλβανική συμμαχία πάντα σύμφωνα με τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας. Το εγχείρημα αυτό όμως απέτυχε καθώς ο Ομέρ Βρυώνης αρνήθηκε να συμμετάσχει. Μετά από αυτή την εξέλιξη ο Ανδρούτσος κατέφυγε δια μέσου της Ακαρνανίας στα Επτάνησα, στην Λευκάδα. Εκεί συναντήθηκε στις αρχές του 1821 με τους Καραϊσκάκη, Γεώργιο Βαρνακιώτη, Ζόγγα, Μακρή, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και άλλους οπλαρχηγούς της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας. Στη σύσκεψη που έγινε στην αγγλοκρατούμενη Αγία Μαύρα στα τέλη του Ιανουαρίου του έτους αυτού, συμμετείχε και ο Ανδρούτσος. Το θέμα της ήταν οι προετοιμασίες που έπρεπε να γίνουν για να ξεσηκωθεί η Στερέα Ελλάδα. Αποφασίστηκε η ανάθεση της εξέγερσης της Ανατολικής Στερεάς στον Ανδρούτσο και στον Πανουργιά. Οι αποφάσεις της σύσκεψης μπήκαν αμέσως σε εφαρμογή: ο Ανδρούτσος επιτέθηκε με ομάδα ανδρών του στη γέφυρα της Τατάρνας (αρχές γ΄δεκαημέρου του Μαρτίου) , μαζί με τον ηγούμενο της εκεί μονής Κυπριανό, σε 60 Τούρκους, οι οποίοι με αρχηγό τον Δερβέναγα Χασάν Μπέη Γκέκα, συνόδευαν μεγάλη χρηματαποστολή. Μετά την επιτυχή επιχείρηση έφυγαν αφήνοντας άθικτα τα χρήματα για να φανεί έτσι πως η επίθεση ήταν καθαρά επαναστατική πράξη.[10] Χαρακτηριστική για την έναρξη της επαναστάσεως στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα είναι η επιστολή που στις 22 Μαρτίου έστειλε ο Ανδρούτσος στους Γαλαξειδιώτες: Εγώ είμαι στο ποδάρι με τα παλληκάρια μου, τους γράφει και τους προτρέπει να πάρουν και εκείνοι αμέσως τα άρματα.[11]
Στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Λίγο πριν τον τραγικό θάνατο του Αλή Πασά Τεπελενλή το 1822, και σε συνεννόηση με αυτόν, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος με ένα ασκέρι 2.000 ανδρών, Ελλήνων και Αλβανών, ανεξαρτητοποιήθηκε και άρχισε ένα τρίχρονο αγώνα εναντίον των Οθωμανών με αποκορύφωμα την ηρωϊκή Μάχη στο Χάνι της Γραβιάς (8 Μαίου 1821), όπου μόνο 118 Έλληνες αντιμετώπισαν επιτυχώς 8.000 Οθωμανούς υπό τον Ομέρ Βρυώνη. Μέσα σε αυτούς τους 118 ήρωες Έλληνες ήταν και οι μετέπειτα δολοφόνοι του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Τότε γράφτηκε και το γνωστό δημοτικό τραγούδι «Τ’ Αντρούτσου η μάνα χαίρεται, του Διάκου καμαρώνει. Γιατί έχουν γιους αρματολούς, και γιους καπεταναίους. Ανδρούτσος φυλάει τη Γραβιά, Διάκος την Αλαμάνα»). Στη μάχη αυτή, «η στρατηγική ιδιοφυΐα του Ανδρούτσου θριάμβευσε. Έτσι δικαιωματικά κατέλαβε τη θέση του αρχηγού των όπλων της Βοιωτίας, και ουσιαστικά αυτός επηρέασε την τύχη της επαναστάσεως στην ανατολική Στερεά , κατά τα επόμενα έτη.»[12] Στις 27 Αυγούστου 1822 η γερουσία του Αρείου Πάγου του αναθέτει τη Διοίκηση της Αθήνας και εισέρχεται θριαμβευτής Φρούραρχος στην Ακρόπολη, συνοδευόμενος από τον Ιωάννη Μακρυγιάννη, τον Ιωάννη Γκούρα, τον Ιωάννη Μαμούρη, τον Κατσικογιάννη και 300 ένοπλους επαναστάτες. Η υποδοχή του λαού των Αθηνών ήταν αποθεωτική. Στην Αθήνα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γνώρισε πολλούς ξένους Φιλέλληνες οι οποίοι αναφέρονται ευνοϊκά στα απομνημονεύματά τους σε αυτόν (Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά», 23 Μαρτίου 2009). Ο Βρετανός Εδουάρδος Ιωάννης Τρελώνυ (1792-1881) φίλος του Λόρδου Βύρωνα ήρθε μαζί του στην Ελλάδα. Το Νοέμβριο του 1823 γνώρισε τον Οδυσσέα Ανδρούτσου και γοητεύτηκε από την προσωπικότητά του. Παντρεύτηκε την 13ετή ετεροθαλή αδελφή του Οδυσσέα, Ταρσίτσα Καμένου. Τον ακολούθησε παντού και του έμεινε πιστός ως το τέλος.
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης ο Ανδρούτσος έφυγε από την Λευκάδα και βρέθηκε μέσω της Πάτρας στη Στερεά Ελλάδα, έπεισε τους Γαλαξιδιώτες να επαναστατήσουν και έγραψε μία από τις λαμπρότερες σελίδες της Επανάστασης αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους Τούρκους του Ομέρ Βρυώνη στην μάχη στο Χάνι της Γραβιάς στις 8 Μαΐου του 1821), παίρνοντας παράλληλα εκδίκηση και για τον θάνατο του φίλου του, Αθανάσιου Διάκου στη μάχη της Αλαμάνας. Κατά τα τέλη δε του 1821 ανακηρύχθηκε από τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς, αρχιστράτηγος της ανατολικής Στερεάς, τίτλος που του αναγνωρίστηκε το 1822.Την άνοιξη του 1822 κατηγορήθηκε από τον Ιωάννη Κωλέττη για συνεργασία με τον εχθρό, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί από το αξίωμα. Όμως παρά την παραίτησή του συνέχισε απτόητος την πολεμική του δράση εναντίον των Τούρκων μέχρι το 1824.
Σύλληψη και θανάτωση του Ανδρούτσου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
![]() |
Η ουδέτερη οπτική γωνία αυτού του λήμματος αμφισβητείται. |

Οι παλιές προστριβές του Ανδρούτσου με τους καλαμαράδες, όπως ονόμαζε τους πολιτικούς, οι έντονες αντιδράσεις του, και η τάση του Εκτελεστικού να τον παραγκωνίζει και να μην του χορηγεί τα απαιτούμενα χρήματα και εφόδια για τη συγκρότηση ισχυρού στρατού και στρατοπέδων στη Στερεά, είχαν απογοητεύσει τον Ανδρούτσο. Ο εμφύλιος πόλεμος στην Πελοπόννησο, η απροθυμία της κυβερνήσεως να τον βοηθήσει και ο κίνδυνος των επαρχιών της Στερεάς Ελλάδας από την προέλαση των τουρκικών στρατευμάτων, τον είχαν κάνει στις αρχές Αυγούστου 1824 να έλθει σε επαφή με τους Τούρκους αρχηγούς για να βάλει ξανά καπάκια, μολονότι μόλις τον Απρίλιο, στη συνέλευση των Σαλώνων, είχε αποφασισθεί «κανένας στρατιωτικός να μην ημπορεί να βάλει τα λεγόμενα καπάκια». Διαβλέποντας παντού μηχανορραφίες των πολιτικών, ο Ανδρούτσος αποσύρεται απογοητευμένος στη σπηλιά του, στη Μαύρη Τρύπα, στα βόρεια του Παρνασσού, κοντά στο χωριό Βελίτσα. Οι κινήσεις και οι διαθέσεις του όμως τον έκαναν περισσότερο ύποπτο στην κυβέρνηση, και κυρίως στον Κωλέττη και στους άλλους εχθρούς του, που ζητούσαν να διορίσουν άλλους καπεταναίους στη θέση του. Η καχυποψία του ενισχύθηκε όταν έμαθε τη σύλληψη του Κολοκοτρώνη. Τα γεγονότα αυτά επηρέασαν τόσο πολύ τον Ανδρούτσο, ο οποίος θέλοντας να φοβίσει τους καλαμαράδες, ενώθηκε με τους Τούρκους με τον όρο να του δώσουν την αρχηγία των επαρχιών της Εύβοιας, Ταλαντίου, Λιβαδιάς και Θήβας. Η συμφωνία που κλείστηκε τότε με τον Ομέρ πασά του Ευρίπου «ήταν κάτι περισσότερο από τα συνηθισμένα καπάκια, ήταν μια πράξη απελπισίας που έφθανε στα όρια της προδοσίας».[13] Ο πραγματικός της σκοπός φαίνεται από όσα γράφει ο Σπηλιάδης, «...αν εφάνη συνεννοούμενος με τον εχθρό δεν αποδείχνει άλλο ειμή ότι ηπείλει την κυβέρνησιν, και εν ταυτώ ηπάτα τους Τούρκους δια τον σκοπόν του »[14] Τότε η κυβέρνηση, για να αντιμετωπίσει την ύποπτη στάση του διόρισε στις 20 Φεβρουαρίου 1825 το παλιό πρωτοπαλίκαρό του Γιάννη Γκούρα αρχηγό της εκστρατείας στην ανατολική Ελλάδα και του χορήγησε 140.000 γρόσια. Ο Γκούρας βάδισε προς τη Δόμβραινα και από εκεί στη Λειβαδιά. Οι κυβερνητικές δυνάμεις τον ακολούθησαν καταπόδι και τον ανάγκασαν, αυτόν και τους 400 Τούρκους ντελήδες (ιππείς) που του είχε στείλει ο Ομέρ πασάς από τη Χαλκίδα, να υποχωρήσουν στη Χαιρώνεια και κατόπιν στην πατρίδα του Λιβανάτες. Στο μοναστήρι της Βελιβούς, μεταξύ 27 Μαρτίου- 7 Απριλίου, η θέση του Ανδρούτσου έγινε δύσκολη και τελικά, μετά από συνεννοήσεις με τον Νικόλαο Γκριτζιώτη,εγκατέλειψε κρυφά τους ντελήδες και παραδόθηκε στον Γκούρα που τον έστειλε με συνοδεία στην Αθήνα. Μόλις έφθασε εκεί,τον έκλεισαν σε φυλακή στο κάτω μέρος του ψηλού Γουλά (πύργου) που υψωνόταν δεξιά στην είσοδο των Προπυλαίων της Ακρόπολης.[15] Τότε έγινε απόπειρα απελευθέρωσης του Ανδρούτσου. Όταν ο Γκούρας ο οποίος είχε στρατοπεδεύσει στον Όσιο Λουκά, επειδή είχε ανάγκη από τρόφιμα και πολεμοφόδια για να αντιμετωπίσει τον Ντεμίρ πασά και τον Μουστάμπεη οι οποίοι είχαν μπει στα Σάλωνα, είχε στείλει τον παλαιό γραμματικό του Οδυσσέα Γεωργαντά να κάνει προμήθειες στο Λουτράκι. Εκεί θα συναντήσει τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, φίλο του Ανδρούτσου και τον Κώστα Μπότσαρη. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης μόλις έμαθε τα γεγονότα σχετικά με τη φυλάκιση του Ανδρούτσου, εξοργίστηκε και «έβρισε τον Γκούρα παλιόβλαχο»[16] Ο Καραϊσκάκης θα ξεκινήσει για το στρατόπεδο της Στερεάς για να απελευθερώσει τον φίλο του. Ο Γκούρας θα οχυρωθεί εκεί και ο Καραϊσκάκης δεν θα μπορέσει να τον απελευθερώσει. Για να αποκλιμακώσει την ένταση η Διευθυντική Επιτροπή της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδος έστειλε επιστολή στην έδρα της διοικήσεως γνωμοδοτώντας την μετάθεση του Γκούρα στο στρατόπεδο της Αθήνας. και η κυβέρνηση να μαλακώσει τον Καραϊσκάκη. Περιμένοντας να δικαστεί ο Ανδρούτσος, στις 5 Ιουνίου μετά τα μεσάνυχτα, ο οπλαρχηγός Μαμούρης και Γκούρα. Εκτελεστικά όργανα της δολοφονίας ήταν οι Ιωάννης Μαμούρης, Παπακώστας Τζαμάλας, Μήτρος της Τριανταφυλλίνας και ο στρατιώτης Θεοχάρης από το Λιδωρίκι, ενεργώντας κατά διαταγή του Γκούρα, απομάκρυναν τον δεσμοφύλακα, μπήκαν στο κελλί του Οδυσσέα Ανδρούτσου και τον θανάτωσαν με τα ίδια τους τα χέρια. Ύστερα γκρέμισαν το σώμα του από τον Γουλά κάτω στο λιθόστρωτο του ναού της Απτέρου Νίκης και διέδωσαν ότι τάχα ο φυλακισμένος είχε επιχειρήσει να δραπετεύσει, αλλά το σχοινί που χρησιμοποίησε κόπηκε και έτσι σκοτώθηκε.[17]
Μετακομιδή των οστών στην Πρέβεζα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο τότε εν ενεργεία Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης Στυλιανός Κορνάρος ζήτησε με επιστολή του, στις 12 Οκτωβρίου 1966, Ο τότε τον Δήμαρχο Αθηναίων την άδεια εκταφής των οστών του Ανδρούτσου από το Α΄ Νεκροταφείο, με σκοπό τη μεταφορά και τοποθέτησή τους σε ειδική μαρμάρινη κρύπτη κάτω από τον ανδριάντα του στην Πρέβεζα.[18]
Η ανακομιδή των οστών έγινε στις 12 Ιουνίου 1967, παρουσία του πρώην επισκόπου Καναδά, Ανατόλιου, ο οποίος τέλεσε το τρισάγιο. Παρών ήταν και ο αντιστράτηγος Θρασύβουλος Τσακαλώτος, ως εκπρόσωπος επιτροπής που είχε συγκροτηθεί για τον σκοπό αυτό. Μέσα στον τάφο υπήρχαν τα οστά του Οδυσσέα Ανδρούτσου και της συζύγου του Ελένης Καρέλλη. Τα οστά τοποθετήθηκαν μέσα σε επάργυρη λάρνακα, η οποία καλύφθηκε με την ελληνική σημαία.[19]
Το πρωί της Παρασκευής 14 Ιουνίου το αντιτορπιλικό Λέων απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά για την Πρέβεζα, μεταφέροντας τη λάρνακα με τα λείψανα του Ανδρούτσου και της συζύγου του. Το Λέων κατέπλευσε στην Πρέβεζα την επόμενη ημέρα. Στο πλοίο επέβαιναν ο μητροπολίτης πρώην Καναδά Ανατόλιος Αποστολίδης και ο διάκονός του Σπυρίδων, ο υποστράτηγος Δημήτριος Ζώης, Διευθυντής Διαβιβάσεων Γενικού Επιτελείου Στρατού, ο επιτελάρχης αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Παπαϊωάννου, ο ταγματάρχης Παπαϊωάννου, ο καθηγητής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ιωαννίνων και ιεροψάλτης Νικόλαος Τσιγκούλης και ο γλύπτης Νικόλας.[20] Την ίδια ημέρα, ξεκίνησε η πομπή μεταφοράς των λειψάνων από το Λέων προς τον ανδριάντα του, σε παραλιακή πλατεία της Πρέβεζας, η οποία αργότερα ονομάστηκε Πλατεία Ανδρούτσου. Την κυβέρνηση εκπροσώπησε ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας Αθανάσιος Αθανασίου. Μετά την άφιξη της πομπής στην πλατεία, η λάρνακα τοποθετήθηκε με τιμές μέσα στην μαρμάρινη κρύπτη από τον ταξίαρχο Σκαλούμπακα και τον μητροπολίτη Στυλιανό.
Ο ανδριάντας του Οδυσσέα Ανδρούτσου στην Πρέβεζα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στις 12 Ιουνίου 1964, ο νομάρχης Πρέβεζας, Ηλίας Παπαγιανόπουλος, ενέκρινε, μετά από πρόταση του τότε μητροπολίτη Στυλιανού Κορνάρου και του αντιστρατήγου Θρασύβουλου Τσακαλώτου, τη διενέργεια πανελλήνιου εράνου για την κατασκευή ανδριάντα του Ανδρούτσου.[21] Με την έκδοση του Βασιλικού Διατάγματος συγκροτήθηκε πενταμελής Ερανική Επιτροπή, η οποία αποτελείτο από τον μητροπολίτη Στυλιανό Κορνάρο, τον Τσακαλώτο, τον Δήμαρχο Πρέβεζας Χαρίλαο Τσάντη, τον πρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου Πρέβεζας, Κοσμά Μπουραζάνη και τον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Πρέβεζας, Βασίλειο Δ. Βασώνη.[22] Από τον έρανο συγκεντρώθηκε το ποσό των 189.138 δραχμών.
Μετά τη συγκέντρωση του ποσού, η επιτροπή αποφάσισε, στις 9 Ιανουαρίου 1966, την κατασκευή μαρμάρινου ανδριάντα, καθώς το κόστος κατασκευής μπρούτζινου ανδριάντα υπερέβαινε το συγκεντρωθέν ποσό. Η επιτροπή, μετά την παραλαβή προσφορών, αποφάσισε να φιλοτεχνήσει τον ανδριάντα ο γλύπτης Νικόλας Παυλόπουλος, έναντι 150.000 δραχμών.
Το Λιμενικό Ταμείο Πρέβεζας ενέκρινε, στις 7 Οκτωβρίου 1966, την τοποθέτησή του στην παραλιακή πλατεία που αργότερα ονομάστηκε Πλατεία Ανδρούτσου. Την μεταφορά του ανδριάντα από το εργαστήριο του γλύπτη στην Αθήνα ανέλαβε το Γενικό Επιτελείο Στρατού στις 3 Ιανουαρίου 1967. Την αποκάλυψη του ανδριάντα έκανε στις 16 Ιουνίου 1967 ο τότε βασιλιάς Κωνσταντίνος. Στη βάση του μνημείου από την προηγούμενη ημέρα είχαν τοποθετηθεί τα οστά του Ανδρούτσου και της συζύγου του.
Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ανδρούτσος παντρεύτηκε την Ελένη Καρέλλη, κόρη του εύπορου και ισχυρού Χρήστου Καρέλλη από τους Καλαρρύτες Ιωαννίνων και απέκτησαν μαζί ένα γιο, τον Λεωνίδα Ανδρούτσο (1824-1837)[23], ο οποίος με την υποστήριξη του Όθωνα στάλθηκε στο Μόναχο, για να μεγαλώσει στο περιβάλλον του βασιλιά Λουδοβίκου Α΄. Εκεί αρρώστησε το 1836 όταν ξέσπασε επιδημία χολέρας και πέθανε στις 11 Δεκεμβρίου σε ηλικία δώδεκα χρονών.
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ Kωνσταντίνος Καλαντζής: Αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας, συνέντευξη στην Εφημερίδα "Οι Καιροί", Αθήναι 1898
- ↑ 2,0 2,1 Πέτρος Μπίκος: «Ανδρούτσος, ο θρύλος της Γραβιάς» εκδόσεις Στρατίκη, Αθήνα, 1996
- ↑ Κανδηλώρος Τ.: «Ανδρούτσος Οδυσσεύς», εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη, τόμος 2, Αθήνα 1950
- ↑ Xαράλαμπος Γκούβας: Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας, A έκδοση, ISBN 978-960-87328-2-7
- ↑ Λάζαρος Συνέσιος: Σταγόνες Ιστορίας της Πρέβεζας, έκδοση Νομαρχίας Πρέβεζας, 1994
- ↑ Αναστάσιος Ν. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι των επί της αναγεννήσεως της Ελλάδος διαπρεψάντων ανδρών, H΄, σ. 122.
- ↑ Παναγιώτης Στάθης, ιστορικός, Ελευθεροτυπία «Ιστορικά», Μάρτιος 2009, σελ. 142
- ↑ Ιωάννης Ζαμπέλιος: «Τραγωδίαι», 1860
- ↑ Έφη Αλλαμανή, «Έναρξη της επαναστάσεως στην περιοχή Λιβαδιάς. Μάχη της Λιβαδιάς και απελευθέρωσή της. Απελευθέρωση του Ταλαντίου», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ.ΙΒ, 1975, σελ.98
- ↑ Έφη Αλλαμανή, «Η Σύσκεψη της Λευκάδος και προεπαναστικά γεγονότα στη Δυτική Ελλαδα», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους', Εκδοτική Αθηνών, τόμ. ΙΒ΄, 1975, σελ. 79-80
- ↑ Έφη Αλλαμανή, «Έναρξη της επαναστάσεως στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα και οι πρώτες πολεμικές συγκρούσεις», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμ. ΙΒ΄, 1975, σελ. 96
- ↑ Ιωάννα Διαμαντούρου, «Ο Αγώνας στην Ανατολική Στερεά. Η μάχη της Γραβιάς», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμ. ΙΒ΄, 1975, σελ. 115
- ↑ Απόστολος Βακαλόπουλος, «Πλαστή προσχώρηση του Ανδρούτσου στους Τούρκους», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. ΙΒ΄, 1975, σελ. 375
- ↑ όπ.π.
- ↑ Απόστολος Βακαλόπουλος, «Παράδοση του Ανδρούτσου στον Γκούρα. Φυλάκισή του στην Ακρόπολη», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΒ΄, 1975, σελ.375
- ↑ Απόστολος Βακαλόπουλος, «Προσπάθεια απελευθέρωσης του Ανδρούτσου. Θανάτωσή του από ανθρώπους του Γκούρα» Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΒ΄, 1975, σελ. 375
- ↑ όπ,π
- ↑ Βιτάλης 1967, σελίδες 53-54.
- ↑ Βιτάλης 1967, σελ. 88.
- ↑ Βιτάλης 1967, σελ. 67.
- ↑ Βιτάλης 1967, σελίδες 14-16.
- ↑ Βιτάλης 1967, σελίδες 17-18.
- ↑ Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Εκπαιδευτική Εγκυκλοπαίδεια, Εκδοτική Αθηνών, 1999, τόμος πρώτος, σ. 272.
Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Αγαπητός Σ. Αγαπητός (1877). «Οι Ένδοξοι Έλληνες του 1821, ή Οι Πρωταγωνισταί της Ελλάδος». Τυπογραφείον Α. Σ. Αγαπητού, Εν Πάτραις. σελίδες 67–77. Ανακτήθηκε στις 13 Αυγούστου 2009.
- Βιτάλης, Φιλάρετος Απ. (1967). Οδυσσεύς Ανδρούτσος, ο Πρεβεζαίος ήρως 1790-1825. Τόμος Αναμνηστικός επί τη μετακομιδή και ταφή των λειψάνων αυτού εις Πρέβεζαν και τοις αποκαλυπτηρίοις του ανεγερθέντος ανδριάντος. Αθήνα. σελ. 168.
- Σύγχρονος Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη, τόμος 3ος, σελ.110-111 (1928)
- Συλλογικό: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμ. ΙΒ΄, Αθήνα 1975
- Κουκοβέτσος, Ηλίας Π.: Οδυσσέας Ανδρούτσος: Αρχιστράτηγος της Ρούμελης, 2008, Έκδοση 2η
Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Ανέκδοται επιστολαί Οδυσσέα Ανδρούτσου, Πλειάς Ελληνικά περιοδίκά του 19ου αιώνα Αρχειοθετήθηκε 2009-03-10 στο Wayback Machine.
- Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού
|