Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σαουδική Αραβία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 23°43′00″N 44°07′00″E / 23.7167°N 44.1167°E / 23.7167; 44.1167

Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας
المملكة العربية السعودية
Αλ-Μαμλάκα αλ-Ἁραμπίγια
ας-Σα῾ουντίγια

Σημαία

Εθνόσημο
Εθνικό σύνθημα: «Δεν υπάρχει άλλος Θεός από τον Αλλάχ και ο Μωάμεθ είναι ο Αγγελιοφόρος του»
Εθνικός ύμνος: Aash Al Maleek (Έτη Πολλά στο Βασιλιά)
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
Η θέση της Σαουδικής Αραβίας (σκούρο πράσινο)
Ριάντ
24°38′00″N 46°43′00″E / 24.633333°N 46.716667°E / 24.633333; 46.716667 (Ριάντ)
Αραβικά
Θρησκεία
Σουνιτικό Ισλάμ
Απόλυτη Μοναρχία
Σαλμάν μπιν Αμπντούλ Αζίζ Αλ-Σαούντ
Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν
Νομοθετικό σώμα
Δεν υφίσταται[1]
Ενοποίηση
Ισχύον Σύνταγμα
23 Σεπτεμβρίου 1932
Βασικός Νόμος 1992 (εγκρίθηκε με διάταγμα του Βασιλιά)
 • Σύνολο
 • % Νερό
 • Σύνορα
Ακτογραμμή

2.149.690 km2 (13η)
αμελητέο
4.431 km
2.640 km
Πληθυσμός
 • Εκτίμηση 2022 
 • Πυκνότητα 

32.175.224[2] (48η) 
15,0 κατ./km2 (214η) 
ΑΕΠ (ΙΑΔ)
 • Ολικό  (2016)
 • Κατά κεφαλή 

1.750,864 δισ. $[3] (22η)  
55.158 $[3] (39η) 
ΑΕΠ (ονομαστικό)
 • Ολικό  (2016)
 • Κατά κεφαλή 

639,617 δισ. $[3] (23η)  
20.150 $[3] (42η) 
ΔΑΑ (2021)Αύξηση 0,875[4] (35η) – πολύ υψηλός
ΝόμισμαΡιάλ Σαουδικής Αραβίας (SAR)
AST (UTC +3)
Internet TLD.sa
Οδηγούν σταδεξιά
Κωδικός κλήσης+966

Το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας (αραβικά: المملكة العربيّة السّعوديّة‎‎ Αλ-Μαμλάκα αλ-Αραμπίγια ας-Σαουντίγια) είναι χώρα στην Αραβική χερσόνησο. Συνορεύει με το Ιράκ, την Ιορδανία, το Κουβέιτ, το Ομάν, το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Υεμένη, ενώ βρέχεται από τον Περσικό Κόλπο στα βορειοανατολικά και από την Ερυθρά θάλασσα στα δυτικά. Η εδαφική επικράτεια της Σαουδικής Αραβίας, που παλιά προσδιοριζόταν πολύ αόριστα ως Ζαζιράτ αλ- Αράμπ, δηλαδή «νησί των νομάδων», καταλαμβάνει σχεδόν ολόκληρη την Αραβική Χερσόνησο, ξεδιπλώνοντας τις ακτές της σε ένα συνολικό μήκος 2.600 χλμ. περίπου. Τα χερσαία σύνορά της, εξαιρετικά αβέβαια στον νότο, με τις ακατοίκητες ζώνες της ερήμου, εκτείνονται στον βορρά σε εντελώς ευθεία γραμμή.

Η σημερινή Σαουδική Αραβία, στο σύνολό της, συμπίπτει με τα εδάφη που διαδοχικά κατακτήθηκαν και υποτάχτηκαν από τους Σαουδάραβες Βαχαβίτες, το βασίλειο των οποίων, περιορισμένο αρχικά στις οάσεις του Nέγκεντ (όπου ήταν και η πρωτεύουσα, το Ριάντ), απέκτησε αρχικά διέξοδο στον Περσικό Kόλπο με την κατάληψη της χώρας που ονομαζόταν Αλ-Xάσα (1913) και συνέχισε να επεκτείνεται με την προσάρτηση της Χετζάζης και των ισλαμικών Αγίων Τόπων, Μέκκας και Μεδίνας (1924). Εξάλλου, μαζί με το Ιράκ, η Σαουδική Αραβία διοικεί σήμερα από κοινού την ουδέτερη εδαφική ζώνη, η οποία χωρίζει τις δύο αυτές χώρες.

Επίσημη γλώσσα είναι η Αραβική και το 100% του πληθυσμού αποτελούν Μουσουλμάνοι, κυρίως σουνίτες. Σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2022 ο πληθυσμός της είναι 32.175.224[2] κάτοικοι, το 30% των οποίων είναι μη Σαουδάραβες πολίτες (εκτίμηση 2013)[5].

Τοπογραφικός χάρτης της Σαουδικής Αραβίας

Η Σαουδική Αραβία καταλαμβάνει περίπου το 80% της αραβικής χερσονήσου (της μεγαλύτερης χερσονήσου της γης), και βρίσκεται ανάμεσα στα γεωγραφικά πλάτη 16° και 33° βόρεια και μήκη 34° και 56° ανατολικά. Επειδή τα νότια σύνορα της χώρας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ομάν δεν έχουν καθοριστεί με ακρίβεια, η ακριβής έκταση της χώρας δεν έχει καθοριστεί. Η CIA εκτιμά ότι έχει έκταση 2.149.690 χιλιόμετρα και αναφέρει ότι η Σαουδική Αραβία είναι η 13η μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο.[6]

Η αραβική έρημος και οι σχετιζόμενες ημιερημικές περιοχές και θαμνότοποι καταλαμβάνουν τη μεγαλύτερη έκταση της χώρας. Αποτελούν μια σειρά ερήμων στις οποίες βρίσκεται και η Ρουμπ αλ Χαλί («άδειο τετράπλευρο»), στο νότιο τμήμα της χώρας, η οποία με έκταση 647.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων είναι η μεγαλύτερη έρημος άμμου στον κόσμο.[7] Δεν υπάρχουν ποτάμια ή λίμνες στη χώρα, παρά μόνο πολυάριθμα γουάντι. Τα λίγα εύφορα εδάφη βρίσκονται στις αποθέσεις των γουάντι και σε οάσεις. Το κύριο τοπογραφικό χαρακτηριστικό της χώρας είναι το κεντρικό οροπέδιο, το οποίο ανυψώνεται απότομα από την Ερυθρά Θάλασσα και σταδιακά καταλήγει στο Νατζντ και τον περσικό κόλπο. Στην Ερυθρά Θάλασσα υπάρχει στενή πεδιάδα, γνωστή ως Τιχάμα. Η νοτιοδυτική επαρχία Ασίρ είναι ορεινή και εκεί βρίσκεται η ψηλότερη κορυφή της χώρας, το Τζαμπάλ Σάβντα (3.133 μ.).

Με την εξαίρεση της επαρχίας Ασίρ, η Σαουδική Αραβία έχει ερημικό κλίμα, με ακραία υψηλές θερμοκρασίας την ημέρα και έντονη πτώση της θερμοκρασίας τη νύχτα. Η επαρχία Ασίρ διαφέρει καθώς επηρεάζεται από τους μουσώνες, οι οποίοι λαμβάνουν χώρα ανάμεσα στον Οκτώβριο και στον Μάρτιο, με βροχοπτώσεις συνολικού ύψους 300 χιλιοστών, το 60% των ετήσιων βροχοπτώσεων.[8]

Την προ-ισλαμική εποχή, πέρα από ένα μικρό αριθμό αστικών εμπορικών κέντρων (όπως η Μέκκα και η Μεδίνα), το μεγαλύτερο τμήμα αυτού που έγινε η Σαουδική Αραβία κατοικούταν από νομαδικές φυλές.[9] Ο προφήτης του Ισλάμ, Μωάμεθ, γεννήθηκε στη Μέκκα περίπου του 571 μ.Χ. και στις αρχές του 7ου αιώνα ένωσε τις φυλές της χερσονήσου και δημιούργησε μια ισλαμική πολιτείας.[10] Μετά τον θάνατό του το 632, οι ακόλουθοί του επέκτειναν τις εκτάσεις των μουσουλμάνων πέρα από την Αραβία, καταλαμβάνοντας τεράστιες εκτάσεις (από την ιβηρική χερσόνησο μέχρι το σύγχρονο Πακιστάν) μέσα σε μερικές δεκαετίες, με αποτέλεσμα η Σαουδική Αραβία να βρεθεί να έχει περιφερειακό ρόλο στον μουσουλμανικό κόσμο.[10] Από τον 10ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ού, η Μέκκα και η Μεδίνα ήταν υπό τον έλεγχο του τοπικού Άραβα ηγεμόνα, γνωστού ως Σαρίφ της Μέκκα, όμως δήλωνε υποταγή τις περισσότερες φορές στον ηγέτη κάποιας από τις μεγάλες μουσουλμανικές αυτοκρατορίες με έδρα τη Βαγδάτη, το Κάιρο ήταν Κωνσταντινούπολη. Το μεγαλύτερο τμήμα της υπόλοιπης Αραβίας ελεγχόταν από τις φυλές.[11][12]

Στις αρχές του 16ου αιώνα, ο Οθωμανός Σουλτάνος Σελίμ Α΄ κατέκτησε τις ακτές της Ερυθράς θάλασσας και του περσικού κόλπου και διεκδίκησε την κυριαρχία της ενδοχώρας. Ο βαθμός ελέγχου αυτών των εδαφών ποικίλε τους επόμενους τέσσερις αιώνες, ανάλογα με την ισχύ της κεντρικής εξουσίας της αυτοκρατορίας.[13]

Η δυναστεία των Σαούντ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και η περιοχή της σημερινής Σαουδικής Αραβίας είναι πλούσια σε αρχαία ιστορία, η ανάδειξη της δυναστείας Σαούντ ξεκίνησε στην κεντρική Αραβία το 1744. Εκείνη τη χρονιά ο Μοχάμεντ Ιμπν Σαούντ, ηγεμόνας της πόλης Αντ Ντιριγιάχ κοντά στο Ριάντ, ένωσε τις δυνάμεις του με έναν διάσημο μουσουλμάνο λόγιο και ιμάμη, τον Μοχάμεντ Ιμπν Αμπντ Αλ Γουαχάμπ, ώστε να δημιουργήσουν μία νέα πολιτική οντότητα.[14] Και οι δύο βρήκαν κοινά ενδιαφέροντα και ενώθηκαν με την επιθυμία να επαναφέρουν όλους τους αραβικούς πληθυσμούς της χερσονήσου στην άσκηση του ορθόδοξου ισλαμισμού. Αυτή η συμμαχία του 18ου αιώνα αποτελεί και τη βάση της σημερινής δυναστείας της Σαουδικής Αραβίας.[15]

Τα επόμενα 150 χρόνια οι τύχες της οικογένειας Σαούντ ακολούθησαν μία έντονη πορεία καθώς οι ηγεμόνες της οικογένειας αντιμετώπισαν την Αίγυπτο, την Οθωμανική αυτοκρατορία και άλλες αραβικές οικογένειες για να αποκτήσουν τελικά τον έλεγχο της χερσονήσου. Το τρίτο και σημερινό βασίλειο των Σαούντ ιδρύθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από τον βασιλιά Αμπντούλ Αζίζ Αλ Σαούντ. Πριν από αυτό, άλλα δύο βασίλεια άκμασαν και διαλύθηκαν.

Το πρώτο βασίλειο των Σαούντ ιδρύθηκε το 1756 με την εγκατάσταση του Μοχάμεντ Ιμπν Αμπντ Αλ Γουαχάμπ στο Ντιριγιάχ και την υπόσχεση του τοπικού ηγεμόνα πρίγκηπα Μοχάμεντ Ιμπν Σαούντ να υποστηρίξει την προσπάθεια εξαγνισμού της ισλαμικής θρησκευτικής πρακτικής. Ο οίκος των Σαούντ και οι σύμμαχοί του σύντομα εξελίχθηκαν στο επικρατέστερο βασίλειο στην Αραβία, ελέγχοντας σχεδόν όλη τη σημερινή επικράτεια της Σαουδικής Αραβίας[16] και τις ιερές πόλεις της Μέκκα και της Μεδίνα. Η επέκταση των Σαούντ ανησύχησε τον Οθωμανό σουλτάνο, ο οποίος ζήτησε από τον Μοχάμεντ Αλί Πασά να επανακτήσει τις περιοχές για λογαριασμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Αλί με τους γιους του, Τουσούν Πασά και Ιμπραήμ Πασά, κατάφερε τελικά να εξουδετερώσει τον στρατό των Σαούντ το 1818[17] και τελικά να αποδυναμώσει την κυριαρχία του Αλ Σαούντ στην ευρύτερη περιοχή.

Μετά από μία περίοδο αναδόμησης που ακολούθησε τη διάλυση του πρώτου βασιλείου των Σαούντ, η οικογένεια επέστρεψε στην εξουσία με την ίδρυση του δεύτερου βασιλείου των Σαούντ το 1824. Το βασίλειο αυτό υποτάχθηκε τελικά το 1891 στον Αλ Ρασίντ του Χαίλ και οι Σαούντ εξορίστηκαν στο Κουβέιτ.[11]

Το τρίτο βασίλειο των Σαούντ ιδρύθηκε από τον Ιμπν Σαούντ, ο οποίος το 1902 κατέλαβε το Ριάντ,[11] προγονική πρωτεύουσα της δυναστείας των Αλ Σαούντ, από την αντίπαλη οικογένεια των Αλ Ρασίντ. Συνεχίζοντας την επέκτασή του, ο Αμπντούλ Αζίζ υπέταξε το Αλ Χασά, την υπόλοιπη περιοχή του Νεζντ και τη Χετζάζ, το διάστημα 1913-1926. Τα σύνορα με την Ιορδανία, το Ιράκ και το Κουβέιτ οριοθετήθηκαν με μία σειρά από συμφωνίες τη δεκαετία του 1920, με τη δημιουργία δύο παράλληλων ζωνών, μία με το Ιράκ και μία με το Κουβέιτ. Παράλληλα, το 1916, με την υποστήριξη της Βρετανίας (η οποία ήταν αντίπαλος των Οθωμανών στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Σαρίφ της Μέκκα ηγείται της Αραβικής Επανάστασης ενάντια στην εξουσία των Οθωμανών με στόχο τη δημιουργία ενός ενιαίου αραβικού κράτους.[18] Αν και οι επαναστάσεις του 1916 και του 1918 απέτυχαν, η συμμαχική νίκη στον πόλεμο είχε ως αποτέλεσμα τη λήξη της οθωμανικής κυριαρχίας στην Αραβία.[19]

Το 1926 ο Χουσεΐν Ιμπν Αλί έγινε βασιλιάς της Σαρκίγια, ενώ ένα χρόνο αργότερα, το 1927, πήρε τον τίτλο βασιλιάς της Νατζντ. Με τη συνθήκη της Τζέντα τον Μάιο του 1927, η Μεγάλη Βρετανία αναγνώρισε την ανεξαρτησία της επικράτειας του Αμπντούλ Αζίζ, γνωστής μέχρι τότε ως βασίλεια της Χετζάζ και της Ναζντ.

Μετά την ενοποίηση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1932 οι περιοχές αυτές (Χετζάζ και του Νεζντ) ενώθηκαν ως το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας. Τα νότια σύνορα του βασιλείου με την Υεμένη διαμορφώθηκαν το 1934 με τη συνθήκη του Ταΐφ, τερματίζοντας έναν βραχύβιο μεθοριακό πόλεμο μεταξύ τους. Τότε ήταν μια από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου, με έσοδα μόνο από τη γεωργία και τα προσκυνήματα.[20] Οι στρατιωτικές και πολιτικές επιτυχίες του Αμπντούλ Αζίζ δεν είχαν οικονομικό αντίκτυπο παρά μόνο μετά την ανακάλυψη τεράστιων κοιτασμάτων πετρελαίου το 1938 στην ανατολική Αραβία. Αναπτυξιακά προγράμματα ξεκίνησαν μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και το 1949 η εξόρυξη του πετρελαίου ήταν σε πλήρη ανάπτυξη. Την εκμετάλλευση των πετρελαίων ανέλαβε η αραβοαμερικανική εταιρεία Aramco. Οικονομική ευημερία επικράτησε σε όλη τη χώρα, ενισχύοντας παράλληλα τη διεθνή εικόνα του βασιλείου.[11]

Πριν από τον θάνατό του το 1953, ο Αμπντούλ Αζίζ, γνωρίζοντας τις δυσκολίες των απόλυτων μοναρχιών της ευρύτερης περιοχής, προσπάθησε να ρυθμίσει τη διαδοχή του. Ο Σαούντ διαδέχθηκε τον πατέρα του, αλλά μέσα σε λίγα χρόνια το βασίλειο κινδύνεψε από την οικονομική κακοδιαχείρισή του και την αποτυχία του να χειριστεί αποτελεσματικά την πρόκληση του Αιγύπτιου πρόεδρου Νάσερ, με συνέπεια ο Σαούντ να παραιτηθεί από τον θρόνο υπέρ του Φαϊζάλ το 1964. Το 1973, η Σαουδική Αραβία αποφάσισε να μποϊκοτάρει την πώληση πετρελαίου στις δυτικές χώρες οι οποίες υποστήριξαν το Ισραήλ στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, με αποτέλεσμα τον τετραπλασιασμό των τιμών του πετρελαίου.[11] Το 1976 έγινε ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου παγκοσμίως.[21]

Ενδοοικογενειακές αντιπαλότητες, σε συνδυασμό με την πετρελαϊκή κρίση του 1973, συνέβαλαν στη δολοφονία του Φαϊζάλ από τον ανηψιό του, πρίγκηπα Φαϊζάλ Μπιν Μουσαΐντ, το 1975. Στον θρόνο τον διαδέχθηκε ο Χαλίντ μέχρι το 1982 και στη συνέχεια ο βασιλιάς Φαχντ, γνωστός ως ο πιο διεφθαρμένος μονάρχης του βασιλείου. Η διαφθορά κατά τη βασιλεία του ήταν ιδιαίτερα έντονη, ενώ οι γιοι του απέκτησαν δημόσια περιουσία και εμπορεύονταν ιδιωτικά το κρατικό πετρέλαιο. Με τον θάνατο του Φαχντ το 2005, στον θρόνο της Σαουδικής Αραβίας ανέβηκε ο ετεροθαλής αδελφός του Αμπντουλάχ. Ο Αμπντουλάχ κυβέρνησε ως τον θάνατό του, τον Ιανουάριο του 2015, οπότε τον διαδέχθηκε ο αδερφός του Σαλμάν στον θρόνο.

Από τις 6 Ιανουαρίου του 2015, η Σαουδική Αραβία βρίσκεται σε πόλεμο με το Ισλαμικό Κράτος[22].

Η Σαουδική Αραβία είναι βασίλειο που ιδρύθηκε το 1932 από την ένωση των Βασιλείων του Νέγκεντ και της Χετζάζ, καθώς και των εμιράτων του Ασίρ, του Νατζτάν και του Αλ-Χάσα, τα οποία μέχρι τότε κυβερνούσαν αντίστοιχα αντιβασιλείς και εμίρηδες. Στην πράξη, ο μονάρχης συγκεντρώνει την απόλυτη εξουσία και ασκεί τη νομοθετική λειτουργία με τη συνεργασία μιας συμβουλευτικής συνέλευσης (δημιουργήθηκε το 1993- εκλογές ακόμα δεν έχουν γίνει), και την εκτελεστική με τη βοήθεια υπουργών, που τους διορίζει ο ίδιος και λογοδοτούν σε αυτόν. Το 1960 εγκρίθηκε Σύνταγμα, το οποίο ωστόσο δεν απέκτησε ποτέ ισχύ. Πολιτικά κόμματα δεν υπάρχουν στη χώρα. Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσοι είναι ηλικίας 21 ετών και άνω. Απαγορεύεται να ψηφίζουν οι γυναίκες.[5].

Στο βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας η δικαιοσύνη απονέμεται σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο από έναν ανώτατο δικαστή, που είναι υπεύθυνος για τις νομικές υποθέσεις. Οι αποφάσεις εκδίδονται βάσει των αρχών και των κανόνων που περιέχονται στο Κοράνι και στη Σούνα του Προφήτη. Από πλευράς κλιμάκωσης στην απονομή της δικαιοσύνης, προβλέπονται τρεις βαθμοί δικαιοδοσίας και μία επιτροπή δικαστικού ελέγχου. Στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας έχουμε τους «Μαλχάμα», «Αλ-Ουμούρ», «Αλ-Μούστα Τζάλα», και έπειτα έρχονται τρεις «Μαλχάμα», «Ας-Σαρία» και «Αλ-Κουμπρά», με έδρα τους τη Γέδα, τη Μέκκα, τη Μεδίνα και την Τζέντα, των οποίων η αρμοδιότητα εκτείνεται σε όλες τις νομικές διαφορές. Η επιτροπή δικαστικού ελέγχου έχει την έδρα της στη Μέκκα και δικαιούται να επανεξετάζει τις αποφάσεις όλων των κατωτέρου βαθμού δικαστηρίων.

Στις 12 Δεκεμβρίου 2015 διεξήχθησαν εκλογές για δημοτικά συμβούλια, τα οποία έχουν περιορισμένη εξουσία στη λήψη αποφάσεων για τοπικά ζητήματα, όπως η αποκομιδή των απορριμμάτων και η συντήρηση των δρόμων.[23][24] Στις προηγούμενες εκλογές, που έγιναν το 2005 και το 2011, έλαβαν μέρος μόνο άντρες υποψήφιοι και ψηφοφόροι. Στις εκλογές του 2015 εξελέγησαν τα 2/3 των εδρών του συμβουλίου σε 284 δημοτικά συμβούλια με τόσο άντρες όσο και γυναίκες υποψηφίους και εκλογείς. Ήταν οι πρώτες εκλογές στη χώρα στις οποίες επιτράπηκε να ψηφίσουν και οι γυναίκες, οι πρώτες στις οποίες μπορούσαν να είναι υποψήφιες και οι πρώτες στις οποίες γυναίκες εξελέγησαν σε πολιτικά αξιώματα.[25][26]

Διοικητική διαίρεση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σαουδική Αραβία διαιρείται σε 13 επαρχίες:

Οι 13 επαρχίες της Σαουδικής Αραβίας
  1. Χαΐλ
  2. Κασίμ
  3. Ριάντ
  4. Ταμπούκ
  5. Μαδίνα
  6. Μάκα
  7. Μπαά
  8. Βόρεια σύνορα
  9. Τζοφ
  10. Τζιζάν
  11. Ασίρ
  12. Νατζράν
  13. Ανατολική επαρχία

Η οικονομία της Σαουδικής Αραβίας βασίζεται στο πετρέλαιο, από το οποίο προέρχεται περίπου το 75% των εσόδων του προϋπολογισμού και το 90% των εξαγωγών. Η Σαουδική Αραβία εξαρτάται από ξένους εργάτες και περίπου το 80% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα δεν είναι Σαουδάραβες.[27][28] Η πετρελαιοβιομηχανία αποτελεί περίπου το 45% του ονομαστικού ΑΕΠ της Σαουδικής Αραβίας, σε σχέση με το 40% που αντιστοιχεί στον ιδιωτικό τομέα. Η Σαουδική Αραβία διαθέτει επισήμως αποθέματα πετρελαίου που φτάνουν τα 260 δισεκατομμύρια βαρέλια, και αποτελούν το ένα πέμπτο των επιβεβαιωμένων αποθεμάτων πετρελαίου.[29] Το πετρέλαιο δεν είναι μόνο άφθονο, αλλά και υπό πίεση και κοντά στην επιφάνεια της Γης, με αποτέλεσμα η εξόρυξή του να είναι φθηνότερη και πιο επικερδής στη Σαουδική Αραβία σε σχέση με πολλά άλλα μέρη στον κόσμο.

Κατά τη διάρκεια της πετρελαϊκής κρίσης του 1973 και τις περικοπές στην παραγωγή από τον ΟΠΕΚ, η τιμή του πετρελαίου αυξήθηκε από τα 3$ το βαρέλι σε σχεδόν 12$. Η Σαουδική Αραβία έγινε μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες χώρες στον κόσμο, με σημαντικό εμπορικό πλεόνασμα και από αυτά τα εισοδήματα, η κυβέρνηση άρχισε να χρηματοδοτεί άλλες αραβικές και μουσουλμανικές χώρες. Με άλλη μια αύξηση στην τιμή του πετρελαίου το 1980, κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν-Ιράκ, η Σαουδική Αραβία έφτασε στο οικονομικό της μέγιστο (όσον αφορά το εισόδημα ανά κάτοικο). Τη δεκαετία του 1990, η Σαουδική Αραβία βίωσε σημαντική μείωση των εσόδων από το πετρέλαιο, και σε συνδυασμό με την αύξηση του πληθυσμού, το κατά κεφαλήν εισόδημα έπεσε από 11.700$ το 1981 σε 6.300% το 1998.[30] Οι αυξήσεις στην τιμή του πετρελαίου βοήθησαν στην αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε 17.000$ (7.400$ προσαρμοσμένα στον πληθωρισμό),[31] αλλά μειώθηκε πάλι με την πτώση των τιμών το 2014.[32]

Πέρα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, η Σαουδική Αραβία διαθέτει μικρό τομέα εξόρυξης χρυσού στην περιοχή Μαχντ αντχ Νταχάμπ και άλλες μεταλλευτικές δραστηριότητες, καθώς και αγροτικό τομέα, κυρίως στα νοτιοδυτικά, βασισμένο στους χουρμάδες και την κτηνοτροφία. Επίσης, ενθαρρύνει την καλλιέργεια στην αραβική έρημο, παρέχοντας νερό, κυρίως μη ανανεώσιμο, για την καλλιέργεια αλφάλφα, δημητριακών και την παραγωγή γαλακτομικών.[33] Από αυτήν τη δραστηριότητα έχουν εξαντληθεί τα τέσσερα πέμπτα των συνολικών υπόγειων αποθεμάτων νερού μέχρι το 2012.[34] Μεγάλος αριθμός προσωρινών θέσεων εργασίας δημιουργείται για την εξυπηρέτηση των περίπου 2 εκατομμυρίων μουσουλμάνων που πραγματοποιούν ετησίως το χατζ.

Το Μασγίντ αλ-Χαράμ, στη Μέκκα, το ιερότερο τέμενος του Ισλάμ και προορισμός του χατζ.

Ο πληθυσμός της Σαουδικής Αραβίας τον Ιούλιο του 2013 υπολογίζεται ότι ήταν 26,9 εκατομμύρια, συμπεριλαμβανομένων 5,5 - 10 εκατομμυρίων μεταναστών οι οποίοι δεν έχουν λάβει τη σαουδική υπηκοότητα,[28][35] αν και ο πληθυσμός της χώρας είναι δύσκολος να υπολογιστεί με ακρίβεια, λόγω της τάσης των Σαουδάραβων ηγετών να διογκώνουν τεχνητά τα αποτελέσματα των απογραφών.[36] Ο πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε γρήγορα μετά το 1950, όταν ήταν 3 εκατομμύρια,[37] και για πολλά χρόνια είχε ένα από τους μεγαλύτερους ρυθμούς γεννητικότητας στον κόσμο, με 3% ανά χρόνο. Ο πληθυσμός της χώρας είναι ιδιαίτερα νέος, με τη διάμεση ηλικία να είναι τα 25 χρόνια.[38]

Η εθνοτική σύσταση του πληθυσμού είναι 90% Άραβες και 10% Αφροασιάτες.[39] Οι περισσότεροι κάτοικοι ζουν στη Χετζάζ (35%), τη Νατζντ (28%) και την Ανατολική Επαρχεία (15%).[40] Μεγάλο ποσοστό των κατοίκων της χώρας περιλαμβάνει και ξένους, οι οποίοι εκτιμούνται ότι αποτελούν το 21% του πληθυσμού (CIA factbook), έως και το 30%[41] με 33%,[42] σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970, οι περισσότεροι Σαουδάραβες ζούσαν σε αγροτικούς οικισμούς, αλλά στα τέλη του 20ού αιώνα, το βασίλειο αστικοποιήθηκε γρήγορα. Μέχρι το 2012, το 80% των Σαουδαράβων ζούσε σε μεγάλες αστικές μητροπολιτικές περιοχές, κυρίως το Ριάντ, την Τζέντα ή το Νταμάμ.[43] Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960, στη Σαουδική Αραβία ζούσαν 300.000 δούλοι.[44] Η δουλεία καταργήθηκε επισήμως το 1962.[45][46]

Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 74,3 χρόνια (73,1 χρόνια οι άνδρες και 76,1 οι γυναίκες).[47]

Η Σαουδική Αραβία είναι το επίκεντρο της μουσουλμανικής θρησκείας και αυτό το μαρτυρούν και οι «ιερές» πόλεις: η Μέκκα (όπου γεννήθηκε ο Μωάμεθ) και η Μεδίνα (όπου είναι θαμμένος). Ο εθνικός πληθυσμός, στην πλειονότητά του (75-90%), ακολουθεί το λατρευτικό τυπικό των σουνιτών, οι υπόλοιπο το τυπικό των σιιτών, και σε ορισμένες περιπτώσεις των σαφιιτών. Η επίσημη και κύρια μορφή του σουνιτικού Ισλάμ της Σαουδικής Αραβίας είναι ο ουαχαμπισμός.

Χάρτης της Σαουδικής Αραβίας

Η ύπαρξη νομαδικών φυλών δυσχεραίνει τη σχολική εκπαίδευση. Εκτός αυτού, δεν υφίσταται κάποιος νόμος που να την καθιστά υποχρεωτική, ούτε που να ορίζει σε ποια ηλικία πρέπει να εγγράφονται τα παιδιά στο σχολεί­ο. Μετά το 1955 ξεκίνησε σοβαρή εκστρατεία για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, του οποίου ο δείκτης εξακολουθεί να παραμένει ανάμεσα στους υψηλότερους στον κόσμο. Η στοιχειώδης εκπαίδευση διαρκεί έξι χρόνια, όπως και η μέση, η οποία προετοιμάζει τους μαθητές για τις πανεπιστημιακές σπουδές. Η ανώτατη εκπαίδευση είναι μοιρασμένη ανάμεσα στο πανεπιστήμιο του Ριάντ (φιλολογία, θετικές επιστήμες, φαρμακευτική και ανώτερα εμπορικά μαθήματα) και στο πανεπιστήμιο της Τζέντα, που λειτουργεί από το 1967 και περιλαμβάνει σχολές σχετικές με τον οικονομικό και το διοικητικό τομέα. Το 1964 οργανώθηκε στο Νταχράν και ένα ανώτερο ινστιτούτο για έρευνες του υπεδάφους. Υπάρχει το ισλαμικό πανεπιστήμιο της Μεδίνας για τις θεολογικές σπουδές, όπως και άλλα πανεπιστήμια.

Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά.

Εδώ και τριάντα χρόνια περίπου, οι σαουδαραβικές ένοπλες δυνάμεις, και κυρίως η αεροπορία, επωφελούνται από τη βρετανική και την αμερικανική βοήθεια. Η συνολική δύναμή τους είναι 104.000 άνδρες. Στην αεροπορία υπηρετούν 18.000 και στο ναυτικό 12.000 άνδρες.

  1. Η συμβουλευτική συνέλευση είναι ένα συμβουλευτικό όργανο του μονάρχη.
  2. 2,0 2,1 «Population 2010 - 2022». SaudiCensus. Ανακτήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2024. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 «Σαουδική Αραβία». ΔΝΤ. Απρίλιος 2017. Ανακτήθηκε στις 9 Μαΐου 2017. 
  4. Human Development Report 2021-22: Uncertain Times, Unsettled Lives: Shaping our Future in a Transforming World (PDF). hdr.undp.org. United Nations Development Programme. 8 Σεπτεμβρίου 2022. σελίδες 272–276. ISBN 978-9-211-26451-7. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 8 Σεπτεμβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2022. 
  5. 5,0 5,1 Σαουδική Αραβία Αρχειοθετήθηκε 2019-01-08 στο Wayback Machine. World Factbook
  6. «CIA World Factbook – Rank Order: Area». The World Factbook. 26 Ιανουαρίου 2012. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Μαΐου 2020. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2016. 
  7. Peter Vincent (2008). Saudi Arabia: an environmental overview. Taylor & Francis. σελ. 141. ISBN 978-0-415-41387-9. 
  8. «Saudi Arabia». Weather Online. 
  9. Matthew Gordon (2005). The Rise of Islam. σελ. 4. ISBN 0-313-32522-7. 
  10. 10,0 10,1 James E. Lindsay (2005). Daily Life in the Medieval Islamic World. σελ. 33. ISBN 0-313-32270-8. 
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 11,4 «History of Arabia». Encyclopædia Britannica. 
  12. William Gordon East (1971). The changing map of Asia. σελίδες 75–76. ISBN 978-0-416-16850-1. 
  13. Nikshoy C. Chatterji (1973). Muddle of the Middle East, Volume 2. σελ. 168. ISBN 0-391-00304-6. 
  14. Ian Harris· Stuart Mews· Paul Morris· John Shepherd (1992). Contemporary Religions: A World Guide. σελ. 369. ISBN 978-0-582-08695-1. 
  15. Mahmud A. Faksh (1997). The Future of Islam in the Middle East. σελίδες 89–90. ISBN 978-0-275-95128-3. 
  16. D. Gold (6 April 2003) "Reining in Riyadh" Αρχειοθετήθηκε 2019-02-10 στο Wayback Machine.. NYpost (JCPA)
  17. "The Saud Family and Wahhabi Islam". Library of Congress Country Studies.
  18. Spencer Tucker· Priscilla Mary Roberts (205). The Encyclopedia of World War I. σελ. 565. ISBN 978-1-85109-420-2. 
  19. Albert Hourani (2005). A History of the Arab Peoples. σελίδες 315–319. ISBN 978-0-571-22664-1. 
  20. Mohamad Riad El Ghonemy (1998). Affluence and Poverty in the Middle East. σελ. 56. ISBN 978-0-415-10033-5. 
  21. Joy Winkie Viola (1986). Human Resources Development in Saudi Arabia: Multinationals and Saudization. σελ. 37. ISBN 978-0-88746-070-8. 
  22. «Το Ισλαμικό Κράτος επιτέθηκε στη Σαουδική Αραβία». tribune.gr. 6 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2015. 
  23. «Saudi Arabia elects its first female politicians». Aljazeera. 14 Δεκεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 2015. 
  24. «Women elected to power in Saudi Arabia. What now?». Yahoo. 13 Δεκεμβρίου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Δεκεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 2015. 
  25. Photograph Tasneem Alsultan, National Geographic. «In a Historic Election, Saudi Women Cast First-Ever Ballots». 
  26. Stewart, Ellen (23 Δεκεμβρίου 2015). «Women win seats in the Saudi election for the first time in history». i100. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Δεκεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 2015. 
  27. Peter Coy (16 July 2014). «Online Education Targets Saudi Arabia's Labor Problem, Starting With Women». Bloomberg Businessweek. http://www.businessweek.com/articles/2014-07-16/can-online-classes-fix-saudi-arabias-broken-labor-market. «Saudi citizens account for two-thirds of employment in the high-paying, comfortable public sector, but only one-fifth of employment in the more dynamic private sector, according to the International Monetary Fund (PDF).». 
  28. 28,0 28,1 Economists "estimate only 30–40 percent of working-age Saudis hold jobs or actively seek work," the official employment rate of around 12 percent notwithstanding: Angus McDowall (19 January 2014). «Saudi Arabia doubles private sector jobs in 30-month period». Reuters. http://english.alarabiya.net/en/business/2014/01/20/Saudi-Arabiya-doubles-number-of-citizens-in-private-sector-jobs.html. 
  29. «World Proved Reserves of Oil and Natural Gas, Most Recent Estimates». Eia.doe.gov. 
  30. Country Profile Study on Poverty: Saudi Arabia στη Wayback Machine του Internet Archive (αρχειοθετήθηκε 26 Φεβρουάριος 2008). jica.go.jp
  31. «CPI Inflation Calculator». Data.bls.gov. 
  32. «Crude Oil WTI (NYMEX) Price». nasdaq.com. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2015. 
  33. Elhadj, Elie (May 2004). «Camels Don't Fly, Deserts Don't Bloom: an Assessment of Saudi Arabia's Experiment in Desert Agriculture». SOAS Water Group Publications. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2015-09-21. https://web.archive.org/web/20150921165509/http://www.soas.ac.uk/water/publications/papers/file38391.pdf. Ανακτήθηκε στις Sep 16, 2015. 
  34. «Saudi Arabia Stakes a Claim on the Nile – Water Grabbers – National Geographic». Ανακτήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2015. 
  35. "Census shows Kingdom's population at more than 27 million" Αρχειοθετήθηκε 2014-10-06 στο Wayback Machine.. Saudi Gazette. November 24, 2010
  36. «Saudi Arabia on the Dole». The Economist. 20 April 2000. http://www.economist.com/node/303840. Ανακτήθηκε στις 11 September 2015. 
  37. World Population Prospects: The 2010 Revision στη Wayback Machine του Internet Archive (αρχειοθετήθηκε 7 Μαΐου 2011). United Nations
  38. One journalist states that 51% of the Saudi population is under the age of 25: Caryle Murphy (7 Φεβρουαρίου 2012). «Saudi Arabia's Youth and the Kingdom's Future». Woodrow Wilson International Center for Scholars' Environmental Change and Security Program.  Two other sources state that 60% is under the age of 21: «Out of the comfort zone». The Economist. 3 March 2012. http://www.economist.com/node/21548973. , House, p. 221
  39. «Saudi Arabia». The World Factbook. Cia.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιανουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 2009. 
  40. «Saudi Arabia Population Statistics 2011 (Arabic)» (PDF). σελ. 11. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 15 Νοεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2016. 
  41. Ο The Economist εκτιμά ότι είναι 9 εκατομμύρια: «Go home, but who will replace you?». The Economist. 16 November 2013. http://www.economist.com/news/middle-east-and-africa/21589871-saudi-edict-limit-reliance-foreign-workers-fraught.  σε σύνολο 30 εκατομμυρίων κατοίκων: «Saudi Arabia No satisfaction». The Economist. 1 February 2014. http://www.economist.com/news/middle-east-and-africa/21595480-despite-their-immense-wealth-saudis-are-not-happy-no-satisfaction. 
  42. جريدة الرياض. «جريدة الرياض : سكان المملكة 27 مليوناً بينهم 8 ملايين مقيم». Alriyadh.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2016. 
  43. Harvey Tripp (2003). Culture Shock, Saudi Arabia. Singapore: Portland, Oregon: Times Media Private Limited. σελ. 31. 
  44. Willem Adriaan Veenhoven and Winifred Crum Ewing (1976) Case studies on human rights and fundamental freedoms: a world survey, BRILL, p. 452. ISBN 90-247-1779-5
  45. «Religion & Ethics – Islam and slavery: Abolition». BBC. 
  46. «Slavery». Encyclopædia Britannica. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2016. 
  47. Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, Προσδόκιμο ζωής και υγιές προσδόκιμο ζωής, Δεδομένα ανά χώρα

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]