Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Fry1989 (συζήτηση | συνεισφορές)
File renamed. (GlobalReplace v0.6.5)
Γραμμή 302: Γραμμή 302:
|[[Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας]]
|[[Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας]]
|style="font-size:90%;"|[[Σκόπια]]
|style="font-size:90%;"|[[Σκόπια]]
|<center>[[Αρχείο:Flag of the SR Macedonia.svg|70px|border]]</center>
|<center>[[Αρχείο:Flag of North Macedonia (1946–1992).svg|70px|border]]</center>
|<center>[[Αρχείο:Coat of arms of Macedonia (1946-2009).svg|40px]]</center>
|<center>[[Αρχείο:Coat of arms of Macedonia (1946-2009).svg|40px]]</center>
|style="width:4em;"|<center>[[Αρχείο:Locator map Macedonia in Yugoslavia.svg|60px]]</center>
|style="width:4em;"|<center>[[Αρχείο:Locator map Macedonia in Yugoslavia.svg|60px]]</center>

Έκδοση από την 19:12, 17 Φεβρουαρίου 2019

Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας
Socijalistička Federativna
Republika Jugoslavija
Социјалистичка Федеративна
Република Југославија
1945 – 1991
Έμβλημα της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας
Σημαία Έμβλημα
Σύνθημα
Bratstvo i jedinstvo!
(Αδελφοσύνη και ενότητα!)
Ύμνος
(στα 1977) Ύμνος Γιουγκοσλαβίας
Τοποθεσία
Γιουγκοσλαβία
Πρωτεύουσα Βελιγράδι
Γλώσσες Σερβοκροατικά Σλαβομακεδονικά Σλοβενικά
Πολίτευμα Ομοσπονδιακή μονοκομματική λαϊκή δημοκρατία
Γενικός Γραμματέας
 -  1945-1989 Γιόσιπ Μπροζ Τίτο
 -  1989-1991 Μίλαν Πανσέφσκι
Πρωθυπουργός
 -  1945–1953
1991–1991
Ιβάν Ρίμπαρ
Στίπε Μέσιτς
 -  1945–1963
1989-1991
Γιόσιπ Μπροζ Τίτο
Άντε Μάρκοβιτς
Ιστορία
 -  Απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας 1945
 -  Διάλυση της Γιουγκοσλαβίας 1991
Πληθυσμός
 -  εκτ. 23,725,919
92,7/km² 
Νόμισμα Γιουγκοσλαβικό Δηνάριο

Η Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (ΣΟΔ Γιουγκοσλαβίας ή ΣΟΔΓ) ήταν ένα κράτος στην Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη, που υπήρχε από την ίδρυσή της μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι τη διάλυσή της το 1992 κατά τη διάρκεια των Γιουγκοσλαβικών πολέμων. Καλύπτοντας μια έκταση 255.804 χλμ. η ΣΟΔΓ συνόρευε με την Αδριατική Θάλασσα και την Ιταλία στα δυτικά, την Αυστρία και την Ουγγαρία στα βόρεια, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία στα ανατολικά και την Αλβανία και την Ελλάδα στα νότια.

Ηταν ένα σοσιαλιστικό και ομοσπονδιακό κράτος που το κυβερνούσε η Ένωση Κομμουνιστών της Γιουγκοσλαβίας και αποτελείτο από έξι σοσιαλιστικές δημοκρατίες: τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, την Κροατία, τη Μακεδονία, το Μαυροβούνιο, τη Σερβία και τη Σλοβενία ​​με πρωτεύουσα το Βελιγράδι. Επιπλέον περιλάμβανε δύο αυτόνομες επαρχίες εντός της Σερβίας: το Κοσσυφοπέδιο και τη Βοϊβοντίνα.

Η προέλευση της ΣΟΔΓ ανάγεται στις 26 Νοεμβρίου 1942, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ιδρύθηκε το Αντιφασιστικό Συμβούλιο για την Εθνική Απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας. Στις 29 Νοεμβρίου 1945 ανακηρύχθηκε η Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας μετά την εκθρόνιση του Βασιλιά Πέτρου Β΄ και την κατάργηση της μοναρχίας. Μέχρι το 1948 η νέα κομμουνιστική κυβέρνηση εντάχθηκε αρχικά, υπό την ηγεσία του Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, στο Ανατολικό Μπλοκ στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου, αλλά μετά το σχίσμα Τίτο-Στάλιν το 1948 η ΣΟΔΓ ακολούθησε πολιτική ουδετερότητας. Έγινε ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Κινήματος των Αδεσμεύτων και μεταφέρθηκε από σχεδιασμένη οικονομία σε σοσιαλισμό της αγοράς.

Η ΣΟΔ Γιουγκοσλαβίας διατήρησε την ουδετερότητα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου στο πλαίσιο της εξωτερικής της πολιτικής. Ήταν ιδρυτικό μέλος του CERN, των Ηνωμένων Εθνών, του Κινήματος των Αδεσμεύτων, του ΟΑΣΕ, του ΠΟΕ, του Eutelsat και της Σύμβασης Βιολογικών Όπλων.

Μετά τον θάνατο του Τίτο στις 4 Μαΐου 1980 η γιουγκοσλαβική οικονομία άρχισε να καταρρέει, γεγονός που αύξησε την ανεργία[1] και τον πληθωρισμό[2]. Η οικονομική κρίση οδήγησε σε αύξηση των εθνικισμών στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με αποτέλεσμα συγκρούσεις μεταξύ των πολλών εθνοτήτων μέσα στις συνιστώσες δημοκρατίες.

Με την κατάρρευση του κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη απέτυχαν επίσης οι συνομιλίες μεταξύ των δημοκρατιών για τη μεταρρύθμιση της ομοσπονδίας. Το 1991 ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη αναγνώρισαν την ανεξαρτησία τους. Η ομοσπονδία κατέρρευσε κατά μήκος των ομοσπονδιακών συνόρων και ακολούθησε η έναρξη των Γιουγκοσλαβικών πολέμων και η τελική κατάρρευση και διάλυση της ομοσπονδίας στις 27 Απριλίου 1992. Δύο από τις δημοκρατίες της, Σερβία και Μαυροβούνιο, παρέμειναν μέσα σε ένα ανασυγκροτημένο κράτος γνωστό ως «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας», αλλά αυτή η ένωση δεν αναγνωρίστηκε διεθνώς ως το επίσημο διάδοχο κράτος της ΣΟΔΓ. Ο όρος «πρώην Γιουγκοσλαβία» (bivša Jugoslavija / бивша Југославија) ​​χρησιμοποιείται σήμερα για το παρελθόν.

Ονομα

Το όνομα Γιουγκοσλαβία (Jugoslavija) είναι σύνθετη λέξη που αποτελείται από το jug («γιουγκ») και το slavija. Η σλαβική λέξη jug σημαίνει «νότια», ενώ η slavija («Σλάβια») υποδηλώνει μια «χώρα των Σλάβων». Έτσι μια μετάφραση του Jugoslavija θα ήταν «Νότια-Σλαβία» ή «Χώρα των Νότιων Σλάβων». Το πλήρες επίσημο όνομα της ομοσπονδίας διέφερε σημαντικά μεταξύ του 1945 και του 1992.[3]

Η Γιουγκοσλαβία ιδρύθηκε το 1918 με το όνομα Βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων. Τον Ιανουάριο του 1929 ο Βασιλιάς Αλέξανδρος Α΄ επέβαλε δικτατορία στο βασίλειο και το μετονόμασε Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας, χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά τον όρο «Γιουγκοσλαβία» - που είχε χρησιμοποιηθεί επί δεκαετίες (ακόμα και πριν ιδρυθεί η χώρα) - ως επίσημο όνομα του κράτους.[4] Μετά την κατάληψη του Βασιλείου από τον Άξονα κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το Αντιφασιστικό Συμβούλιο για την Εθνική Απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας (AVNOJ) διακήρυξε το 1943 τη δημιουργία της Λαοκρατικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας (ΛΟ Γιουγκοσλαβίας ή ΛΟΓ) στις περιοχές της χώρας τις ελεγχόμενες ουσιαστικά από την αντίσταση. Το όνομα σκόπιμα άφησε το ζήτημα της δημοκρατίας ή του βασιλείου ανοιχτό.

Το 1945 ο Βασιλιάς Πέτρος Β΄ εκθρονίστηκε επίσημα, το κράτος αναδιοργανώθηκε ως δημοκρατία και, επομένως, μετονομάστηκε σε Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (ΟΛΔ Γιουγκοσλαβίας ή ΟΛΔΓ), και το σύνταγμα τέθηκε σε ισχύ το 1946.[5] Το 1963, στο πλαίσιο των ευρέων φιλελεύθερων συνταγματικών μεταρρυθμίσεων, εισήχθη το όνομα Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας. Το κράτος αναφέρεται συνηθέστερα με το τελευταίο όνομα, που είχε στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Στις τρεις κύριες Γιουγκοσλαβικές γλώσσες το όνομα του κράτος ήταν:

Γεωγραφία

Η Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας συνόρευε βόρεια με την Ιταλία και την Αυστρία, βορειοανατολικά με την Ουγγαρία, ανατολικά με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, νότια με την Ελλάδα, νοτιοδυτικά με την Αλβανία και βρεχόταν από την Αδριατική θάλασσα στα δυτικά. Η πιο σημαντική αλλαγή στα σύνορα της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας ήταν η προσάρτηση της περιοχής της Τεργέστης (Τριέστε) το 1954. Το 1991-1992 το έδαφος της Γιουγκοσλαβίας χωρίστηκε στις, Σλοβενία, Κροατία, Βόρεια Μακεδονία και Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Μόνο οι δημοκρατίες της Σερβίας και του Μαυροβουνίου παρέμειναν στην συνομοσπονδία και αποτέλεσαν την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας.

Επίσημες Ονομασίες

Τα επίσημα ονόματα της χώρας ήταν:

  • Λαοκρατική Ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία (Demokrativna Federativna Jugoslavija), από το όνομα της κυβέρνησης αντίστασης που δημιουργήθηκε το 1943 όταν ακόμη η χώρα ήταν υπό την κατοχή του Άξονα. Το μέτωπο υπό την ηγεσία των κομμουνιστών θα ελέγξει ολόκληρο το έδαφος της Γιουγκοσλαβίας το Μάιο του 1945.
  • Στις 27 Νοεμβρίου 1945, Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (Federativna Narodna Republika Jugoslavija).
  • Στις 7 Απριλίου 1963 η χώρα θα λάβει το όνομα, Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (Socijalistička Federativne Republika Jugoslavija), θα διατηρηθεί έως και τις 15 Ιανουαρίου 1992 όπου θα εγκαταλειφθεί οποιαδήποτε αναφορά στη λέξη σοσιαλιστική.

Ιστορία

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

1941

Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οι δυνάμεις του Άξονα εισέβαλαν στο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας και διαμέλισαν το έδαφός της. Ένας σκληρός πόλεμος της αντίστασης οδήγησε σύντομα τους Παρτιζάνους με επικεφαλής τον κομμουνιστή ηγέτη Τίτο, στο να αποτελέσουν το πιο σημαντικό κίνημα της αντίστασης. Στις 6 Απριλίου 1941 η Γιουγκοσλαβία δέχθηκε εισβολή των δυνάμεων του Άξονα υπό την ηγεσία της Ναζιστικής Γερμανίας. Στις 17 Απριλίου 1941 η χώρα είχε πλήρως καταληφθεί και αμέσως διαμελίσθηκε από τον Αξονα. Η γιουγκοσλαβική αντίσταση δημιουργήθηκε σύντομα με δύο μορφές, το Βασιλικό Γιουγκοσλαβικό Στρατό στην Πατρίδα και τους Κομμουνιστές Γιουγκοσλάβους Παρτιζάνους[6]. Ανώτατος διοικητής των Παρτιζάνων ήταν ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο και, υπό τη διοίκισή του, το κίνημα σύντομα άρχισε να εγκαθιστά «απελευθερωμένα εδάφη», που απασχολούσαν τις δυνάμεις κατοχής.

Σε αντίθεση με τις διάφορες εθνικιστικές πολιτοφυλακές που λειτουργούσαν στην κατεχόμενη Γιουγκοσλαβία οι Παρτιζάνοι ήταν ένα πανγιουγκοσλαβικό κίνημα που προωθούσε την «αδελφοσύνη και ενότητα» των γιουγκοσλαβικών εθνών και αντιπροσώπευε τα δημοκρατικά, αριστερά και σοσιαλιστικά στοιχεία του γιουγκοσλαβικού πολιτικού φάσματος. Ο συνασπισμός πολιτικών κομμάτων, φατριών και εξέχοντων ατόμων πίσω από το κίνημα ήταν το Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο (Jedinstveni narodnooslobodilački front, JNOF), υπό την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας (KPJ).

1942

Το Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο σχημάτισε ένα αντιπροσωπευτικό πολιτικό όργανο, το αντιφασιστικό Συμβούλιο Εθνικής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (Antifašističko Vijeće Narodnog Oslobođenja Jugoslavije, AVNOJ).[7] Το AVNOJ, που συνήλθε για πρώτη φορά στο απελευθερωμένο από τους Παρτιζάνους Μπίχατς στις 26 Νοεμβρίου του 1942, αυτοανακηρύχθηκε συνέλευση (κοινοβούλιο) της Γιουγκοσλαβίας.[8][9] [10]

1943

Σημαία της Λαοκρατικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
Εμβλημα της Λαοκρατικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Το 1943 οι Γιουγκοσλάβοι Παρτιζάνοι άρχισαν να παίρνονται σοβαρά υπόψη από τους Γερμανούς. Σε δύο μεγάλες επιχειρήσεις, τη Fall Weiss (Ιανουάριος-Απρίλιος 1943) και τη Fall Schwartz (15 Μαΐου έως 16 Ιουνίου 1943), ο Άξονας προσπάθησε να εξαλείψει την γιουγκοσλαβική αντίσταση μια για πάντα. Στις μάχες του Νερέτβα και της Σουτιέσκα η ισχύος 20.000 Κύρια Επιχειρησιακή Ομάδα των Παρτιζάν αντιμετώπισε μια δύναμη περίπου 150.000 συνεργαζόμενων στρατευμάτων του Άξονα [11]. Και στις δύο μάχες, παρά τις μεγάλες απώλειες, η Ομάδα κατόρθωσε να αποφύγει την παγίδα και να υποχωρήσει στην ασφάλεια.

Οι Παρτιζάνοι εμφανίζονταν τώρα ισχυρότεροι και είχαν καταλάβει σημαντικότερο τμήμα της Γιουγκοσλαβίας. Τα γεγονότα αύξησαν σημαντικά το κύρος των Παρτιζάνων και τους χάρισαν ευνοϊκή φήμη στον πληθυσμό της Γιουγκοσλαβίας, οδηγώντας σε αυξημένες στρατολογήσεις. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943 η Φασιστική Ιταλία συνθηκολόγησε με τους Συμμάχους, αφήνοντας τη ζώνη κατοχής τους στη Γιουγκοσλαβία στη διάθεση των Παρτιζάνων. Ο Τίτο εκμεταλλεύτηκε τα γεγονότα απελευθερώνοντας για λίγο τις ακτές της Δαλματίας και τις πόλεις της. Αυτό εξασφάλισε ιταλικά όπλα και εφόδια για τους Παρτιζάνους, εθελοντές από τις πόλεις που είχαν προηγουμένως προσαρτηθεί από την Ιταλία και τη λιποταξία Ιταλών εφέδρων στους Συμμάχους (Μεραρχία Γαριβάλδη).[12][13]

Μετά από αυτή την ευνοϊκή αλυσίδα γεγονότων το AVNOJ αποφάσισε να συνέλθει για δεύτερη φορά - τώρα στο απελευθερωμένο από τους Παρτιζάνους Γιάιτσε. Η δεύτερη σύνοδος του AVNOJ διήρκεσε από τις 21 έως τις 29 Νοεμβρίου 1943 (πριν και κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης της Τεχεράνης) και κατέληξε σε αρκετά σημαντικές αποφάσεις. Το πιο σημαντικό από αυτά ήταν η ίδρυση της Λαοκρατικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας, κράτους που θα αποτελούσε ομοσπονδία έξι ισότιμων Νότιων Σλαβικών δημοκρατιών (σε αντίθεση με τη φερόμενη Σερβική κυριαρχία στην προπολεμική Γιουγκοσλαβία). Το συμβούλιο αποφάσισε ένα «ουδέτερο» όνομα και σκόπιμα άφησε ανοιχτό το ζήτημα της «μοναρχίας ή δημοκρατίας», ορίζοντας ότι στον Πέτρο Β΄ θα επιτρεπόταν να επιστρέψει από την εξορία στο Λονδίνο μόνο μετά από ευνοϊκό αποτέλεσμα ενός πανγιουγκοσλαβικού δημοψηφίσματος για το ζήτημα αυτό.[14]

Μεταξύ των άλλων το AVNOJ αποφάσισε τη συγκρότηση ενός προσωρινού εκτελεστικού οργάνου, της Εθνικής Επιτροπής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (NKOJ, Nacionalni komitet oslobođenja Jugoslavije), διορίζοντας τον Τίτο ως Πρωθυπουργό. Μετά τις επιτυχίες στις συγκρούσεις του 1943 ο Τίτο έλαβε επίσης το βαθμό του Στρατάρχη της Γιουγκοσλαβίας. Ευχάριστα νέα ήλθαν επίσης από τη Διάσκεψη της Τεχεράνης, όταν οι Σύμμαχοι αποφάσισαν ότι οι Παρτιζάνοι θα αναγνωρίζονταν ως το Συμμαχικό Γιουγκοσλαβικό αντιστασιακό κίνημα και θα τους παρείχαν εφόδια και πολεμική υποστήριξη κατά της κατοχής του Άξονα [15].

1944

Καθώς ο πόλεμος έγειρε αποφασιστικά εις βάρος του Άξονα το 1944 οι Παρτιζάνοι συνέχισαν να κατέχουν σημαντικά τμήματα της γιουγκοσλαβικής επικράτειας. Με τους Συμμάχους στην Ιταλία τα Γιουγκοσλαβικά νησιά της Αδριατικής ήταν ένα καταφύγιο για την αντίσταση. Στις 17 Ιουνίου 1944 η βάση των Παρτιζάνων στο νησί Βις φιλοξένησε διάσκεψη του Τίτο, πρωθυπουργού της NKOJ (εκπροσώπου του AVNOJ) με τον Ιβαν Σούμπασιτς, πρωθυπουργού της εξόριστης βασιλικής Γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης στο Λονδίνο.[16] Οι αποφάσεις, γνωστές ως Συμφωνία Τίτο-Σούμπασιτς, επέφεραν την αναγνώριση από το Βασιλιά του AVNOJ και τη Λαοκρατικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας(ΛΟΓ) και προέβλεπαν την ίδρυση κοινής Γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης συνασπισμού υπό την ηγεσία του Τίτο με το Σούμπασιτς ως Υπουργό Εξωτερικών, ενώ το AVNOJ επικυρώθηκε ως προσωρινό Γιουγκοσλαβικό κοινοβούλιο[17]. Η εξόριστη κυβέρνηση του Πέτρου Β΄ στο Λονδίνο, εν μέρει λόγω της πίεσης του Ηνωμένου Βασιλείου, αναγνώρισε το κράτος με τη συμφωνία που υπεγράφη στις 17 Ιουνίου 1944 μεταξύ του Σούμπασιτς και του Τίτο[18].

Το νομοθετικό σώμα της ΛΟΓ, μετά το Νοέμβριο του 1944, ήταν η Προσωρινή Συνέλευση.[19] Η συμφωνία Τίτο-Σούμπασιτς του 1944 διακήρυττε ότι το κράτος ήταν μια πλουραλιστική δημοκρατία που εγγυάται: δημοκρατικές ελευθερίες, προσωπική ελευθερία, ελευθερία του λόγου, του συνέρχεσθαι και της θρησκείας και ελεύθερο Τύπο. [20] Εντούτοις τον Ιανουάριο του 1945 ο Τίτο είχε απομακρύνει την έμφαση της κυβέρνησής του από την πλουραλιστική δημοκρατία, ισχυριζόμενος ότι αν και αποδεχόταν τη δημοκρατία δεν υπήρχε «ανάγκη» για πολλά κόμματα, καθώς ισχυριζόταν ότι τα πολλά κόμματα ήταν άσκοπα διχαστικά εν μέσω της πολεμικής προσπάθειας της Γιουγκοσλαβίας και ότι το Λαϊκό Μέτωπο εκπροσωπούσε όλους τους Γιουγκοσλαβικούς λαούς [21]. Ο συνασπισμός του Λαϊκού Μετώπου, με επικεφαλής το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας και το γενικό γραμματέα του Τίτο, ήταν σημαντικό κίνημα μέσα στην κυβέρνηση. Άλλα πολιτικά κινήματα που εντάχθηκαν στην κυβέρνηση συμπεριλάμβαναν το κίνημα «Nάπρεντ» που εκπροσωπείτο από το Μιλίβογιε Μάρκοβιτς [22].

Το Βελιγράδι, η πρωτεύουσα της Γιουγκοσλαβίας, απελευθερώθηκε με τη βοήθεια του Σοβιετικού Κόκκινου Στρατού τον Οκτώβριο του 1944 και ο σχηματισμός μιας νέας γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης αναβλήθηκε μέχρι τις 2 Νοεμβρίου 1944, οπότε υπογράφηκε η Συμφωνία του Βελιγραδίου και σχηματίστηκε η προσωρινή κυβέρνηση. Οι συμφωνίες προέβλεπαν επίσης τελικά μεταπολεμικές εκλογές, που θα καθόριζαν το μελλοντικό σύστημα διακυβέρνησης και οικονομίας του κράτους[23].

1945

Το 1945 οι Παρτιζάνοι εκκαθάριζαν τις δυνάμεις του Άξονα και απελευθέρωναν τα υπόλοιπα τμήματα των κατεχόμενων εδαφών. Στις 20 Μαρτίου 1945 εξαπέλυσαν τη Γενική Επίθεσή τους σε μια προσπάθεια να εξαλείψουν εντελώς τους Γερμανούς και τις υπόλοιπες συνεργαζόμενες δυνάμεις[24]. Μέχρι τα τέλη Απριλίου του 1945 απελευθερώθηκαν τα υπόλοιπα βόρεια τμήματα της Γιουγκοσλαβίας και περιοχές της νότιας Γερμανικής (Αυστριακής) και της Ιταλικής επικράτειας γύρω από την Τεργέστη καταλήφθηκαν από Γιουγκοσλαβικά στρατεύματα.

Η Γιουγκοσλαβία αποτελούσε για άλλη μια φορά ένα πλήρως ακέραιο κράτος, που οι Παρτιζάνοι οραματίζονταν ως «Λαοκρατική Ομοσπονδία», που περιλάμβανε έξι ομόσπονδα κράτη: της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης (ΟΚ Βοσνίας-Ερζεγοβίνης), της Κροατίας (ΟΚ Κροατίας), της Μακεδονίας (ΟΚ Μακεδονίας), του Μαυροβουνίου (ΟΚ Μαυροβουνίου), της Σερβίας (ΟΚ Σερβίας) και της Σλοβενίας (ΟΚ Σλοβενίας)[25][26]Η φύση της κυβέρνησής της, ωστόσο, παρέμεινε ασαφής και ο Τίτο ήταν ιδιαίτερα απρόθυμος να συμπεριλάβει τον εξόριστο βασιλιά Πέτρο Β΄ στη μεταπολεμική Γιουγκοσλαβία όπως ζητούσε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ. Το Φεβρουάριο του 1945 ο Τίτο αναγνώρισε την ύπαρξη ενός Συμβουλίου Αντιβασιλείας, που εκπροσωπούσε το Βασιλιά: η πρώτη και μοναδική πράξη του συμβουλίου, όπως καθορίστηκε στις 7 Μαρτίου, ήταν να ανακηρύξει μια νέα κυβέρνηση υπό την πρωθυπουργία του Τίτο[27]. Η φύση του κράτους εξακολουθούσε να είναι ασαφής αμέσως μετά τον πόλεμο και στις 26 Ιουνίου 1945 η κυβέρνηση υπέγραψε το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών χρησιμοποιώντας μόνο το Γιουγκοσλαβία ως επίσημη ονομασία, χωρίς αναφορά ούτε σε Βασίλειο ούτε σε Δημοκρατία [28][29]

Ενεργώντας ως αρχηγός του κράτους, στις 7 Μαρτίου, ο Βασιλιάς διόρισε στο Συμβούλιο Αντιβασιλείας του τους συνταγματολόγους του Σρνταν Μπουντισαβλιεβιτς, Αντε Μάντιτς και Ντούσαν Σέρνετς. Με αυτόν τον τρόπο ο Βασιλιάς εξουσιοδότησε το Συμβούλιο του να σχηματίσει μια κοινή προσωρινή κυβέρνηση με το NKOJ και να αποδεχθεί το διορισμό του Τίτο ως Πρωθυπουργό της πρώτης κανονικής κυβέρνησης. Εξουσιοδοτημένο από το Βασιλιά, το Συμβούλιο Αντιβασιλείας δέχθηκε την υποψηφιότητα του Τίτο στις 29 Νοεμβρίου 1945, όταν ανακηρύχθηκε η ΟΛΔΓ. Με αυτή την άνευ όρων μεταβίβαση εξουσιών ο βασιλιάς Πέτρος Β΄ είχε παραιτηθεί υπέρ του[30]. Αυτή η ημερομηνία, όταν γεννήθηκε η δεύτερη Γιουγκοσλαβία σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, είχε έκτοτε χαρακτηριστεί ως εθνική γιορτή της Γιουγκοσλαβίας, Ημέρα της Δημοκρατίας, ωστόσο, μετά τη διολίσθηση των κομμουνιστών στον αυταρχισμό, αυτή η γιορτή σηματοδότησε επισήμως τη Σύνοδο του AVNOJ του 1943 που συμπτωματικά ήταν την ίδια ημέρα αυτού του έτους.[31]

Περίοδος μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Οι πρώτες γιουγκοσλαβικές εκλογές μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καθορίστηκαν για τις 11 Νοεμβρίου 1945. Τότε ο συνασπισμός των κομμάτων που υποστήριζε τους Παρτιζάνους, το Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο (Jednstveni narodnooslobodilački front, JNOF), μετονομάστηκε σε Λαϊκό Μέτωπο (Narodni Front, NOF). Του Λαϊκού Μετώπου ηγείτο κυρίως το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας (KPJ) και εκπροσωπείτο από τον Τίτο. Η φήμη και των δύο ωφελήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τα πολεμικά τους ανδραγαθήματα και την αποφασιστική επιτυχία τους και απολάμβαναν γνήσια υποστήριξη από το λαό. Εντούτοις τα παλιά προπολεμικά πολιτικά κόμματα ανασυγκροτήθηκαν επίσης.[32] Ήδη από τον Ιανουάριο του 1945, όταν ο εχθρός εξακολουθούσε να κατέχει τα βορειοδυτικά, ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο σχολίαζε:

Δεν είμαι, καταρχήν, κατά των πολιτικών κομμάτων, διότι η δημοκρατία προϋποθέτει επίσης την ελευθερία έκφρασης των ιδεών και των αρχών. Αλλά το να δημιουργούμε κόμματα για χάρη των κομμάτων, τώρα, όταν όλοι μας, ως ένα, πρέπει να κατευθύνουμε όλη μας την δύναμη στην κατεύθυνση της εκδίωξης των κατοχικών δυνάμεων από τη χώρα μας, όταν η πατρίδα έχει ισοπεδωθεί, όταν έχουμε δεν έχουμε τίποτα αρά τη συνειδητοποίηση και τα χέρια μας (...) δεν έχουμε χρόνο για αυτό τώρα. Και εδώ είναι ένα λαϊκό κίνημα [το Λαϊκό Μέτωπο]. Όλοι είναι ευπρόσδεκτοι μέσα σε αυτό, τόσο οι κομμουνιστές όσο και οι δημοκράτες και οι ριζοσπάστες κλπ., όπως και αν ονομάζονταν παλαιότερα. Αυτό το κίνημα είναι η δύναμη, η μόνη δύναμη που μπορεί τώρα να βγάλει τη χώρα μας από αυτή τη φρίκη και τη δυστυχία και να την φέρει σε πλήρη ελευθερία.

— Πρωθυπουργός Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, Ιανουάριος 1945[33]
Ο Στρατάρχης Γιόσιπ Μπροζ Τίτο ηγέτης της Γιουγκοσλαβίας από το 1944 ως το 1980

Ωστόσο η εκστρατεία που προηγήθηκε των εκλογών ήταν εξαιρετικά αντικανονική[34]. Οι εφημερίδες της αντιπολίτευσης απαγορεύθηκαν περισσότερες από μία φορές και στη Σερβία οι ηγέτες της αντιπολίτευσης όπως ο Μίλαν Γκρολ απειλήθηκαν μέσω του Τύπου. Η αντιπολίτευση απείχε από τις εκλογές σε ένδειξη διαμαρτυρίας προς την εχθρική ατμόσφαιρα και η κατάσταση αυτή προκάλεσε την αποχώρηση των τριών αντιπροσώπων των βασιλικών, των Γκρολ, Σούμπασιτς και Γιούρα Σούτεϊ, από την προσωρινή κυβέρνηση. Τελικά η ψηφοφορία έγινε με ένα ενιαίο κατάλογο των υποψηφίων του Λαϊκού Μετώπου με την πρόβλεψη οι ψήφοι της αντιπολίτευσης να πέφτουν σε ξεχωριστές κάλπες, αλλά αυτή η διαδικασία επέτρεπε στους πράκτορες της OZNA (μυστικών υπηρεσιών) να άρουν τη μυστικότητα της ψηφοφορίας.[35] Το αποτέλεσμα των εκλογών της 11ης Νοεμβρίου 1945 ήταν σαφές υπέρ του Λαϊκού Μετώπου, με κατά μέσο όρο το 85% των ψηφοφόρων κάθε ομοσπονδιακού κράτους να ψηφίσει το Λαϊκό Μέτωπο[36].

Στις 29 Νοεμβρίου 1945, τη δεύτερη επέτειο της Δεύτερης Συνόδου του AVNOJ, η Συντακτική Συνέλευση της Γιουγκοσλαβίας κατάργησε επίσημα τη μοναρχία και κήρυξε το κράτος δημοκρατία. Το επίσημο όνομα της χώρας έγινε Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (ΟΛΔ Γιουγκοσλαβίας, ΟΛΔΓ) και τα έξι «ομοσπονδιακά κράτη» έγιναν «Λαϊκές Δημοκρατίες».[37][38] Η Γιουγκοσλαβία έγινε ένα μονοκομματικό κράτος και θεωρείτο στα πρώτα της χρόνια πρότυπο κομμουνιστικής ορθοδοξίας[39].

Η Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση συμμάχησε με τη Σοβιετική Ένωση υπό τον Ιωσήφ Στάλιν και στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου κατέρριψαν δύο αμερικανικά αεροπλάνα που πετούσαν στο γιουγκοσλαβικό εναέριο χώρο στις 9 και 19 Αυγούστου 1946. Αυτές ήταν οι πρώτες καταρρίψεις δυτικών αεροσκαφών κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και προκάλεσαν την έντονη δυσπιστία προς τον Τίτο των Ηνωμένων Πολιτειών, ακόμη και εκκλήσεις για στρατιωτική επέμβαση κατά της Γιουγκοσλαβίας [40]. Η νέα Γιουγκοσλαβία ακολούθησε επίσης στενά το σταλινικό σοβιετικό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης σε αυτή την πρώιμη περίοδο, ορισμένες πτυχές του οποίου σημείωσαν σημαντική επιτυχία. Ιδιαίτερα τα δημόσια έργα εκείνης της περιόδου που κατασκεύασε η κυβέρνηση κατόρθωσαν να ανοικοδομήσουν και ακόμη και να βελτιώσουν τις υποδομές της χώρας (ιδίως το οδικό δίκτυο), με μικρό κόστος για το κράτος. Οι εντάσεις με τη Δύση ήταν έντονες καθώς η Γιουγκοσλαβία προσχώρησε στην Κομινφόρμ και η πρώιμη φάση του Ψυχρού Πολέμου ξεκίνησε με τη Γιουγκοσλαβία να ακολουθεί επιθετική εξωτερική πολιτική[41]. Εχοντας απελευθέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της Βενέτσια Τζούλια και της Καρινθίας, και με ιστορικές διεκδικήσεις και στις δύο αυτές περιοχές, η Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση ξεκίνησε διπλωματικούς ελιγμούς για να τις συμπεριλάβει στη Γιουγκοσλαβία. Και τα δύο αυτά αιτήματα δεν έγιναν δεκτά από τη Δύση. Το μεγαλύτερο σημείο διαμάχης ήταν η πόλη-λιμάνι της Τεργέστης. Η πόλη και η ενδοχώρα της απελευθερώθηκαν κυρίως από τους Παρτιζάνους το 1945, αλλά η πίεση από τους Δυτικούς Συμμάχους τους ανάγκασε να αποσυρθούν στη λεγόμενη «Γραμμή Μόργκαν». Ιδρύθηκε η Ελεύθερη Περιοχή της Τεργέστης και χωρίστηκε σε Ζώνη Α και Ζώνη Β, που διοικούντο από τους Δυτικούς Συμμάχους και τη Γιουγκοσλαβία αντίστοιχα. Αρχικά η Γιουγκοσλαβία υποστηρίχθηκε από το Στάλιν, αλλά το 1947 ο τελευταίος είχε αρχίσει να διαφωνεί με τις φιλοδοξίες του νέου κράτους. Η κρίση τελικά έληξε, όταν ξεκίνησε το σχίσμα Τίτο-Στάλιν, με τη Ζώνη Α να παραχωρείται στην Ιταλία και τη Ζώνη Β στη Γιουγκοσλαβία[42].[43]

Εν τω μεταξύ ο εμφύλιος πόλεμος μαινόταν σ την Ελλάδα - το νότιο γείτονα της Γιουγκοσλαβίας - και η Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να επιφέρει μια νίκη των Κομμουνιστών.[44][45] Η Γιουγκοσλαβία έστελνε σημαντική βοήθεια σε όπλα και πυρομαχικά, προμήθειες, στρατιωτικούς ειδικούς στον ανταρτοπόλεμο (όπως ο στρατηγός Βλαντιμίρ Ντάπτσεβιτς) και μάλιστα επέτρεψε στις ελληνικές ανταρτικές δυνάμεις να χρησιμοποιούν τη Γιουγκοσλαβική επικράτεια ως ασφαλές καταφύγιο. Παρόλο που η Σοβιετική Ένωση, η Βουλγαρία και η (κυριαρχούμενη από τη Γιουγκοσλαβία) Αλβανία παρείχαν επίσης στρατιωτική υποστήριξη, η γιουγκοσλαβική βοήθεια ήταν πολύ πιο σημαντική. Ωστόσο αυτή η γιουγκοσλαβική εξωτερική εμπλοκή έληξε επίσης με το σχίσμα Τίτο-Στάλιν, καθώς οι Έλληνες κομμουνιστές, αναμένοντας την ανατροπή του Τίτο, αρνήθηκαν οποιαδήποτε βοήθεια από την κυβέρνησή του. Χωρίς αυτήν ωστόσο βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση και ηττήθηκαν το 1949.[46]

Περίοδος του Ινφόρμμπιρο

Το σχίσμα Τίτο-Στάλιν (ή Γιουγκοσλαβοσοβιετικό) έλαβε χώρα την άνοιξη και την αρχή του καλοκαιριού του 1948. Ο τίτλος του αναφέρεται στο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, τότε Πρωθυπουργό της Γιουγκοσλαβίας (Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης) και στο Σοβιετικό Πρωθυπουργό Ιωσήφ Στάλιν. Στη Δύση ο Τίτο θεωρήθηκε ως ένας πιστός κομμουνιστικός ηγέτης, δεύτερος μόνο μετά το Στάλιν στο Ανατολικό Μπλοκ. Ωστόσο, έχοντας απελευθερωθεί σε μεγάλο βαθμό η ίδια με περιορισμένη μόνο υποστήριξη από τον Κόκκινο Στρατό,[47] η Γιουγκοσλαβία ακολουθούσε μια ανεξάρτητη πορεία και βίωνε συνεχώς εντάσεις με τη Σοβιετική Ένωση. Η Γιουγκοσλαβία και η Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση θεωρούσαν εαυτές σύμμαχους της Μόσχας, ενώ η Μόσχα θεωρούσε τη Γιουγκοσλαβία δορυφόρο και συχνά την απειλούσε ως τέτοιο. Προηγούμενες εντάσεις είχαν ξεσπάσει σε αρκετά θέματα, αλλά μετά τη συνάντηση της Μόσχας ξεκίνησε μια ανοιχτή αντιπαράθεση[48].

Ακολούθησε απευθείας ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ) και του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας (ΚΚΓ). Στην πρώτη επιστολή του ΚΚΣΕ της 27ης Μαρτίου 1948 οι Σοβιετικοί κατηγόρησαν τους Γιουγκοσλάβους ότι δυσφημούσαν το σοβιετικό σοσιαλισμό μέσω δηλώσεων όπως «ο σοσιαλισμός στη Σοβιετική Ένωση έχει πάψει να είναι επαναστατικός». Ισχυρίστηκαν επίσης ότι το ΚΚΓ δεν ήταν «αρκετά δημοκρατική» και ότι δεν λειτουργούσε ως πρωτοπορία που θα οδηγούσε τη χώρα στο σοσιαλισμό. Οι Σοβιετικοί ανέφεραν ότι «δεν μπορούσαν να θεωρήσουν μια τέτοια κομουνιστική κομματική οργάνωση ως μαρξιστική-λενινιστική και μπολσεβίκικη». Η επιστολή κατονόμαζε επίσης μια σειρά υψηλόβαθμους αξιωματούχους ως «αμφίβολους μαρξιστές» (Μίλοβαν Τζίλας, Αλεκσάνταρ Ράνκοβιτς, Μπόρις Kίντριτς και Σβετοζάρ Βουκμάνοβιτς-Τέμπο) καλώντας τον Τίτο να τους εκκαθαρίσει και έτσι να προκαλέσει ρήγμα στο ίδιο του το κόμμα. Οι κομμουνιστές αξιωματούχοι Αντριγια Χέμπρανγκ και Σρέτεν Ζούγιοβιτς υποστήριξαν τις σοβιετικές αιτιάσεις.[49][50]

Ο Τίτο όμως αρνήθηκε να συμβιβαστεί το κόμμα του και σύντομα απάντησε με δική του επιστολή. Η απάντηση του KΚΓ στις 13 Απριλίου 1948 ήταν μια έντονη απόρριψη των σοβιετικών κατηγοριών, τόσο υπερασπιζόμενος την επαναστατική φύση του κόμματος όσο και επαναβεβαιώνοντας με ένταση τη γνώμη του για τη Σοβιετική Ένωση. Ωστόσο το ΚΚΓ σημείωσε επίσης ότι «άσχετα με το πόσο καθένας από εμάς αγαπά τη χώρα του σοσιαλισμού, τη Σοβιετική Ένωση, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αγαπά τη χώρα του λιγότερο»[51]. Σε ομιλία του ο Γιουγκοσλάβος Πρωθυπουργός δήλωσε:

Δεν πρόκειται να πληρώσουμε το ισοζύγιο για τους λογαριασμούς άλλων, δεν πρόκειται να χρησιμεύσουμε ως χαρτζιλίκι στην ανταλλαγή χρημάτων κανενός, δεν πρόκειται να επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να εμπλακούν σε πολιτικές σφαίρες επιρροής. Γιατί να κατηγορούνται οι λαοί μας ότι θέλουν να είναι εντελώς ανεξάρτητοι; Και γιατί πρέπει να περιοριστεί η αυτονομία ή το δικαίωμα της διαφωνίας; Δεν θα είμαστε εξαρτημένοι από κανέναν ποτέ ξανά!

— Πρωθυπουργός Γιόσιπ Μπροζ Τίτο[52]

Η 31 σελίδων σοβιετική απάντηση της 4ης Μαΐου 1948 επέπληττε το ΚΚΓ ότι δεν παραδέχτηκε και δεν διόρθωσε τα λάθη του και συνέχισε να το κατηγορεί ότι είναι πολύ υπερήφανο για τις επιτυχίες του εναντίον των Γερμανών, υποστηρίζοντας ότι ο Κόκκινος Στρατός «τους έσωσε από καταστροφή» (μια αβάσιμη δήλωση καθώς οι Παρτιζάνοι του Τίτο είχαν πολεμήσει με επιτυχία τις δυνάμεις του Άξονα για τέσσερα χρόνια πριν από την εμφάνιση του Κόκκινου Στρατού εκεί)[53].[54] Αυτή τη φορά οι Σοβιετικοί κατονόμαζαν το Γιόσιπ Μπροζ Τίτο και τον Έντβαρντ Καρντέλι ως τους κύριους «αιρετικούς», ενώ υπερασπίστηκαν τους Χέμπρανγκ και Ζούγιοβιτς. Η επιστολή πρότεινε οι Γιουγκοσλάβοι να φέρουν την «υπόθεσή τους» στην Κομινφόρμ. Το ΚΚΓ απάντησε αποβάλλοντας τους Χέμπρανγκ και Ζούγιοβιτς από το κόμμα και απαντώντας στους Σοβιετικούς στις 17 Μαΐου 1948 με μια επιστολή που επέκρινε έντονα τις σοβιετικές προσπάθειες να υποτιμηθούν οι επιτυχίες του Γιουγκοσλαβικού αντιιστασιακού κινήματος[55].

Στις 19 Μαΐου 1948 μια επιστολή του Μιχαήλ Σουσλώφ ενημέρωνε το Γιόσιπ Μπροζ Τίτο ότι το Κομμουνιστικό Γραφείο Πληροφοριών, ή Κομινφόρμ (Ινφόρμμπιρο στα Σερβοκροατικά) θα οργανώσει μια σύνοδο στις 28 Ιουνίου 1948 στο Βουκουρέστι σχεδόν ολοκληρωτικά αφιερωμένο στο «Γιουγκοσλαβικό ζήτημα». Η Κομινφόρμ ήταν μια ένωση Κομμουνιστικών κομμάτων, το βασικό εργαλείο των Σοβιετικών για τον έλεγχο των πολιτικών εξελίξεων στο Ανατολικό Μπλοκ. Η ημερομηνία της συνεδρίασης, 28 Ιουνίου, είχε επιλεγεί σκόπιμα από τους Σοβιετικούς ως τριπλή επέτειος της Μάχης του Κοσσυφοπεδίου (1389), της Δολοφονίας του Αρχιδούκα Φερδινάνδου στο Σαράγεβο (1914), και την υιοθέτηση του Συντάγματος του Βίντοβνταν (του πρώτου της Γιουγκοσλαβίας) (1921).[56]

Ο Τίτο, προσκεκλημένος προσωπικά, αρνήθηκε να παρευρεθεί με μια προσχηματική δικαιολογία ασθένειας. Όταν μια επίσημη πρόσκληση έφτασε στις 19 Ιουνίου 1948 αρνήθηκε και πάλι. Την πρώτη ημέρα της συνόδου, στις 28 Ιουνίου, η Κομινφόρμ ενέκρινε το προετοιμασμένο κείμενο ενός ψηφίσματος, γνωστό στη Γιουγκοσλαβία ως «ψήφισμα του Ινφόρμμπιρο» (Rezolucija Informbiroa). Με αυτό τα άλλα μέλη της Κομινφόρμ (Ινφόρμμπιρο) απέβαλαν τη Γιουγκοσλαβία, κάνοντας λόγο για «εθνικιστικά στοιχεία» που «κατάφεραν κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ή έξι μηνών να κατακτήσουν δεσπόζουσα θέση στην ηγεσία» του KΚΓ. Το ψήφισμα προειδοποιούσε τη Γιουγκοσλαβία ότι βρισκόταν στην πορεία προς τον αστικό καπιταλισμό λόγω των εθνικιστικών και ανεξάρτητων θέσεών της και κατηγορούσε το ίδιο το κόμμα για «Τροτσκισμό»[57]. Ακολούθησε η διακοπή των σχέσεων μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας και της Σοβιετικής Ένωσης, εγκαινιάζοντας την περίοδο της σοβιετογιουγκοσλαβικής σύγκρουσης μεταξύ 1948 και 1955, γνωστή ως Περίοδο του Ινφόρμμπιρο [58].

Μετά τη ρήξη με τη Σοβιετική Ένωση η Γιουγκοσλαβία βρέθηκε απομονωμένη οικονομικά και πολιτικά, καθώς η προσανατολισμένη προς το Ανατολικό Μπλοκ οικονομία της χώρας άρχισε να παραπαίει. Ταυτόχρονα οι σταλινικοί Γιουγκοσλάβοι, γνωστοί στη Γιουγκοσλαβία ως «κομινφορμιστές», άρχισαν να υποκινούν πολιτικές και στρατιωτικές αναταραχές. Έγιναν αρκετές εξεγέρσεις κομινφορμιστών και στρατιωτικές στάσεις, μαζί με πράξεις σαμποτάζ. Ωστόσο η υπηρεσία ασφαλείας της Γιουγκοσλαβίας, με επικεφαλής τον Αλεκσάνταρ Ράνκοβιτς, η UDBA, ήταν γρήγορη και αποτελεσματική στην εξουδετέρωσή τους. Η εισβολή εμφανίστηκε επικείμενη, καθώς οι σοβιετικές στρατιωτικές μονάδες συσσωρεύθηκαν κατά μήκος των συνόρων με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Ουγγαρίας, ενώ ο Ούγγρος Λαϊκός Στρατός αυξήθηκε γρήγορα από 2 σε 15 μεραρχίες. Η UDBA άρχισε να συλλαμβάνει υποτιθέμενους κομινφορμιστές ακόμη και με την υπόνοια ότι είναι φιλοσοβιετικοί.

Ωστόσο από την αρχή της κρίσης ο Τίτο άρχισε να κάνει ανοίγματα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δύση. Κατά συνέπεια τα σχέδια του Στάλιν ματαιώθηκαν καθώς η Γιουγκοσλαβία άρχισε να αλλάζει τον προσανατολισμό της. Η Δύση εξέφρασε την ικανοποίησή της για το σχίσμα Γιουγκοσλαβίας-Σοβιετικής Ένωσης και το 1949 ξεκίνησε μια ροή οικονομικής βοήθειας, βοήθησε στην αποφυγή του λιμού το 1950 και κάλυψε μεγάλο μέρος του εμπορικού ελλείμματος της Γιουγκοσλαβίας για την επόμενη δεκαετία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να μεταφέρουν όπλα στη Γιουγκοσλαβία το 1951. Ο Τίτο όμως ήταν επιφυλακτικός στο να γίνει υπερβολικά εξαρτημένος και από τη Δύση και οι στρατιωτικές ρυθμίσεις ασφαλείας ολοκληρώθηκαν το 1953 καθώς η Γιουγκοσλαβία αρνήθηκε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και άρχισε να αναπτύσσει σημαντική στρατιωτική βιομηχανία.[59][60] Μετά την αμερικανική αντίδραση στον Πόλεμο της Κορέας, που αποτέλεσε παράδειγμα της δέσμευσης της Δύσης, ο Στάλιν άρχισε να ξεχνάει τον πόλεμο με τη Γιουγκοσλαβία.

Μεταρρυθμίσεις

Γιουγκοσλαβικά δελτία για γάλα, 1950

Η Γιουγκοσλαβία ξεκίνησε μια σειρά θεμελιωδών μεταρρυθμίσεων στις αρχές της δεκαετίας του 1950, επιφέροντας αλλαγές σε τρεις κύριες κατευθύνσεις: ταχεία φιλελευθεροποίηση και αποκέντρωση του πολιτικού συστήματος της χώρας, θέσπιση ενός νέου, μοναδικού οικονομικού συστήματος και αδέσμευτη διπλωματική πολιτική. Η Γιουγκοσλαβία αρνήθηκε να συμμετάσχει στο Κομμουνιστικό Σύμφωνο της Βαρσοβίας και αντ΄ αυτού τήρησε ουδέτερη στάση στον Ψυχρό Πόλεμο, και έγινε ιδρυτικό μέλος του Κινήματος των Αδεσμεύτων, μαζί με χώρες όπως η Ινδία, η Αίγυπτος και η Ινδονησία ακολουθώντας κεντροαριστερή κατεύθυνση και προωθώντας μη συγκρουσιακή πολιτική έναντι των ΗΠΑ.

Η χώρα απομακρύνθηκε από τους Σοβιετικούς το 1948 και άρχισε να οικοδομεί το δικό της δρόμο προς το σοσιαλισμό υπό την ισχυρή πολιτική ηγεσία του Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, αποκαλούμενο μερικές φορές ανεπίσημα «Τιτοϊσμός». Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις άρχισαν με την εισαγωγή της αυτοδιαχείρισης των εργαζομένων τον Ιούνιο του 1950. Στο σύστημα αυτό τα κέρδη μοιράζονταν μεταξύ των ίδιων των εργαζομένων, καθώς εργατικά συμβούλια έλεγχαν τόσο την παραγωγή όσο και τα κέρδη. Ένας βιομηχανικός τομέας άρχισε να εμφανίζεται χάρη στην εφαρμογή από την κυβέρνηση προγραμμάτων ανάπτυξης της βιομηχανίας και των υποδομών[61].[62] Οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, κυρίως βαρέων μηχανημάτων, μηχανών μεταφοράς (ειδικά στη ναυπηγική βιομηχανία) και στρατιωτικής τεχνολογίας και εξοπλισμού αυξάνονταν με ετήσιο ρυθμό 11%. Συνολικά η ετήσια αύξηση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ήταν κατά μέσο όρο 6,1% [63].[64]

Η πολιτική φιλελευθεροποίηση άρχισε με τη μείωση του τεράστιου κρατικού (και κομματικού) γραφειοκρατικού μηχανισμού, μια διαδικασία που χαρακτηρίστηκε ως «περικοπή του κράτους» από το Μπόρις Κίντριτς, Πρόεδρο του Γιουγκοσλαβικού Οικονομικού Συμβουλίου (υπουργού οικονομικών). Στις 2 Νοεμβρίου 1952 το έκτο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας εισήγαγε το «Βασικό Νόμο», που έδινε έμφαση στην «προσωπική ελευθερία και τα δικαιώματα του ανθρώπου» και στην ελευθερία των «ελεύθερων ενώσεων του εργαζόμενου λαού». Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας (KΚΓ) άλλαξε το όνομά του αυτήν την περίοδο σε Ενωση Κομμουνιστών της Γιουγκοσλαβίας (ΕΚΓ), μετατρεπόμενο σε ομοσπονδία έξι Κομμουνιστικών κομμάτων των δημοκρατιών.

Το αποτέλεσμα ήταν ένα καθεστώς που ήταν κάπως πιο ανθρώπινο από τα άλλα κομμουνιστικά καθεστώτα. Ωστόσο η ΕΚΓ διατήρησε απόλυτη ισχύ. Οπως σε όλα τα κομμουνιστικά καθεστώτα ο νομοθέτης δεν έκανε τίποτα περισσότερο παρά να εγκρίνει τις αποφάσεις που είχαν ήδη ληφθεί από το Πολιτικό Γραφείο της ΕΚΓ. Η μυστική αστυνομία, η Υπηρεσία Κρατικής Ασφάλειας (UDBA), ενώ λειτουργούσε πολύ πιο συγκρατημένα από τις ομολόγους της στην υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη, αποτελούσε, ωστόσο, ένα φοβερό εργαλείο κυβερνητικού ελέγχου. Η UDBA ήταν ιδιαίτερα γνωστή για τη δολοφονία υποτιθέμενων «εχθρών του κράτους» που ζούσαν εξόριστοι στο εξωτερικό.[65]Τα μέσα ενημέρωσης παρέμεναν υπό περιορισμούς που ήταν κάπως επαχθείς για τα δυτικά πρότυπα, αλλά είχαν κάπως μεγαλύτερο περιθώριο από τα ομόλογα τους άλλων κομμουνιστικών χωρών. Οι εθνικιστικές ομάδες ήταν ιδιαίτερος στόχος των αρχών, με πολυάριθμες συλλήψεις και πολυετείς ποινές φυλάκισης για αποσχιστικές δραστηριότητες.

Η διαφωνία από μια ριζοσπαστική φράξια εντός του κόμματος με επικεφαλής το Μίλοβαν Τζίλας, που υποστήριζε τη σχεδόν πλήρη διάλυση του κρατικού μηχανισμού, πατάχθηκε αμέσως με την παρέμβαση του Τίτο[66].[67]

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 η ανησυχία για προβλήματα όπως η οικοδόμηση οικονομικά παράλογων «πολιτικών» εργοστασίων και ο πληθωρισμός οδήγησαν μια ομάδα μέσα στην κομμουνιστική ηγεσία να υποστηρίξει μεγαλύτερη αποκέντρωση [68]. Αντίθετη σε αυτούς τους φιλελεύθερους ήταν μια ομάδα γύρω από τον Αλεκσάνταρ Ράνκοβιτς.[69] Το 1966 οι φιλελεύθεροι (με σημαντικότερους τους Έντβαρντ Καρντέλι και Βλαντιμίρ Μπάκαριτς της Κροατίας και τον Πέταρ Στάμπολιτς της Σερβίας) κέρδισαν την υποστήριξη του Τίτο. Σε μια κομματική συνάντηση στο Μπριούνι ο Ράνκοβιτς αντιμετώπισε έναν πλήρως προετοιμασμένο φάκελο κατηγοριών και μια καταγγελία από τον Τίτο ότι είχε δημιουργήσει μια κλίκα με πρόθεση την κατάληψη της εξουσίας. Ο Ράνκοβιτς αναγκάστηκε να παραιτηθεί από όλες τις θέσεις του κόμματος και ορισμένοι από τους υποστηρικτές του εκδιώχθηκαν από το κόμμα.[70]

Κατά τις δεκαετίες του 1950 και του '60, η οικονομική ανάπτυξη και η φιλελευθεροποίηση συνεχίστηκαν με ταχείς ρυθμούς[71].Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8</ref> Με περαιτέρω μεταρρυθμίσεις εισήχθη ένα είδος σοσιαλισμού της αγοράς, που τώρα συνεπαγόταν μια πολιτική ανοιχτών συνόρων. Με σοβαρές ομοσπονδιακές επενδύσεις ο τουρισμός στη ΣΔ Κροατίας αναζωογονήθηκε, επεκτάθηκε και μετατράπηκε σε σημαντική πηγή εισοδήματος. Με αυτά τα επιτυχημένα μέτρα η γιουγκοσλαβική οικονομία πέτυχε σχετική αυτάρκεια και συναλλασσόταν εκτενώς τόσο με τη Δύση όσο και με την Ανατολή. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ξένοι παρατηρητές σημείωναν ότι η χώρα «ακμάζει» και ότι όλοι οι Γιουγκοσλάβοι πολίτες απολάμβαναν πολύ μεγαλύτερες ελευθερίες από τη Σοβιετική Ένωση και τα κράτη του Ανατολικού Συνασπισμού[72]. Ο αλφαβητισμός αυξήθηκε θεαματικά και έφτασε το 91%, η ιατρική περίθαλψη ήταν δωρεάν σε όλα τα επίπεδα και το προσδόκιμο ζωής ήταν 72 χρόνια.[73].[74] [75]

Συνάντηση κορυφής ΗΠΑ-Γιουγκοσλαβίας, 1978

Το 1971 η ηγεσία της Ένωσης Κομμουνιστών της Γιουγκοσλαβίας, ιδίως ο Μίκο Τρίπαλο και η Σάβκα Ντάμπτσεβιτς-Κούτσαρ, σε συμμαχία με εθνικιστικές μη κομματικές ομάδες, ξεκίνησαν ένα κίνημα για την αύξηση των εξουσιών των επί μέρους ομοσπονδιακών δημοκρατιών. Το κίνημα ήταν γνωστό ως Μαζικό Κίνημα (MASPOK) και κατέληξε στην Κροατική Άνοιξη[76]. Ο Τίτο αντέδρασε στο γεγονός κάνοντας εκκαθάριση του Κροατικού Κομμουνιστικού Κόμματος ενώ οι Γιουγκοσλαβικές αρχές συνέλαβαν μεγάλο αριθμό Κροατών διαδηλωτών. Για να αποτρέψει τις εθνοτικές διαμαρτυρίες στο μέλλον ο Τίτο άρχισε να εισάγει μερικές από τις μεταρρυθμίσεις που ζητούσαν οι διαδηλωτές[77]. Την εποχή εκείνη οι εκτός Γιουγκοσλαβίας συμπαθούντες τους Ούστασε προσπάθησαν μέσω τρομοκρατικών και αντάρτικων ενεργειών να δημιουργήσουν ένα αυτονομιστικό κύμα[78], αλλά απέτυχαν, μερικές φορές προκαλώντας την εχθρότητα ακόμη και των συμπατριωτών τους Ρωμαιοκαθολικών Κροάτων της Γιουγκοσλαβίας[79] Από το 1971 οι δημοκρατίες είχαν τον έλεγχο των οικονομικών τους σχεδίων. Αυτό οδήγησε σε ένα κύμα επενδύσεων, που με τη σειρά του συνοδεύτηκε από αυξανόμενο επίπεδο χρέους και αυξανόμενη τάση εισαγωγών που δεν καλύπτονταν από εξαγωγές[80].

Πολλά από τα αιτήματα που διατυπώθηκαν στην Κροατική Άνοιξη του 1971, όπως η μεγαλύτερη αυτονομία στις επί μέρους δημοκρατίες, υλοποιήθηκαν με το νέο ομοσπονδιακό σύνταγμα του 1974. Ενώ το σύνταγμα έδινε περισσότερη αυτονομία στις δημοκρατίες, απονεμήθηκε το ίδιο καθεστώς σε δύο αυτόνομες επαρχίες της Σερβίας: το Κοσσυφοπέδιο, μια περιοχή σε μεγάλο βαθμό κατοικούμενη από Αλβανούς, και τη Βοϊβοντίνα, μια περιοχή με Σερβική πλειοψηφία, αλλά με μεγάλο ποσοστό εθνικών μειονοτήτων, όπως οι Ούγγροι. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις ικανοποίησαν τις περισσότερες δημοκρατίες, ιδίως την Κροατία και τους Αλβανούς του Κοσσυφοπεδίου και τις μειονότητες της Βοϊβοντίνας. Αλλά το σύνταγμα του 1974 δυσαρέστησε έντονα τους Σέρβους Κομμουνιστές αξιωματούχους και τους ίδιους τους Σέρβους, που δεν εμπιστεύτηκαν τα κίνητρα των υποστηρικτών των μεταρρυθμίσεων. Πολλοί Σέρβοι είδαν τις μεταρρυθμίσεις ως παραχωρήσεις σε Κροάτες και Αλβανούς εθνικιστές, καθώς δεν δημιουργήθηκαν παρόμοιες αυτόνομες επαρχίες για να αντιπροσωπεύσουν το μεγάλο αριθμό Σέρβων της Κροατίας ή της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης. Οι Σέρβοι εθνικιστές απογοητεύτηκαν από την υποστήριξη του Τίτο για την αναγνώριση των Μαυροβουνίων και των Σλαβομακεδόνων ως ανεξάρτητων εθνικοτήτων, καθώς ισχυρίστηκαν ότι δεν υπήρχε εθνική ή πολιτισμική διαφορά αυτών από τους Σέρβους, που θα μπορούσε να επαληθεύσει ότι τέτοιες εθνικότητες πραγματικά υπήρχαν.

Ο Τίτο διατήρησε ένα πολυάσχολο, ενεργό πρόγραμμα ταξιδιών παρά την προχωρημένη ηλικία του. Τα 85α γενέθλιά του τον Μάιο του 1977 σηματοδοτήθηκαν από τεράστιους εορτασμούς. Τη χρονιά εκείνη επισκέφθηκε τη Λιβύη, τη Σοβιετική Ένωση, τη Βόρεια Κορέα και τελικά την Κίνα, όπου η μεταμαοϊκή ηγεσία έκανε τελικά ειρήνη μαζί του μετά από περισσότερα από 20 χρόνια καταγγελίας της ΣΟΔΓ ως «ρεβιζιονιστών στην υπηρεσία του καπιταλισμού». Ακολούθησε μια περιοδεία στη Γαλλία, την Πορτογαλία και την Αλγερία, μετά την οποία οι γιατροί του προέδρου του τον συμβούλευσαν να ξεκουραστεί.

Τον Αύγουστο του 1978 ο Κινέζος ηγέτης Χούα Γκουοφέγκ επισκέφθηκε το Βελιγράδι, ανταποδίδοντας την επίσκεψη του Τίτο στην Κίνα το προηγούμενο έτος. Το γεγονός επικρίθηκε έντονα από το σοβιετικό Τύπο, ειδικά καθώς ο Τίτο το χρησιμοποίησε ως δικαιολογία για να επιτεθεί έμμεσα στη σύμμαχο της Μόσχας Κούβα για «προώθηση διχασμού στο κίνημα των αδεσμεύτων». Όταν η Κίνα εξαπέλυσε εκστρατεία εναντίον του Βιετνάμ τον επόμενο Φεβρουάριο, η Γιουγκοσλαβία πήρε ανοιχτά το μέρος του Πεκίνου στη διαμάχη. Το αποτέλεσμα ήταν η επιδείνωση των γιουγκοσλαβοσοβιετικών σχέσεων.

Την περίοδο αυτή ήταν υπό κατασκευή ο πρώτος πυρηνικός αντιδραστήρας της Γιουγκοσλαβίας στο Kρσκο της Σλοβενίας, από την αμερικάνικη. Το έργο τελικά ολοκληρώθηκε το 1980 λόγω διαφωνιών με τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με ορισμένες εγγυήσεις που έπρεπε να υπογράψει το Βελιγράδι προτού μπορέσει να λάβει πυρηνικά υλικά (που περιείχαν την υπόσχεση ότι δεν θα πωλούνταν σε τρίτους ή δεν θα χρησιμοποιούνταν για μη ειρηνικούς ειρηνικούς σκοπούς).

Η περίοδος μετά τον Τίτο

Ο Τίτο πέθανε στις 4 Μαΐου 1980 λόγω επιπλοκών μετά από χειρουργική επέμβαση. Ενώ ήταν ήδη γνωστό ότι η υγεία του 87χρονου προέδρου δεν ανέκαμπτε, ο θάνατός του παρόλα αυτά προκάλεσε σοκ στη χώρα. Και αυτό γιατί ο Τίτο θεωρείτο ως ο ήρωας της χώρας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και υπήρξε η κυρίαρχη μορφή και η ταυτότητά της για πάνω από τρεις δεκαετίες. Η απώλειά του σηματοδότησε μια σημαντική μεταβολή και αναφέρθηκε ότι πολλοί Γιουγκοσλάβοι θρηνούσαν ανοιχτά τον θάνατό του. Στο στάδιο ποδοσφαίρου του Σπλιτ Σέρβοι και Κροάτες επισκέφτηκαν το φέρετρο, μεταξύ άλλων αυθόρμητων εκδηλώσεων θλίψης, και η κηδεία οργανώθηκε από την Ενωση Κομμουνιστών[81].

Μετά το θάνατο του Τίτο το 1980 υιοθετήθηκε μια νέα συλλογική προεδρία των κομμουνιστικών ηγεσιών των Δημοκρατιών.

Την εποχή του θανάτου του Τίτο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής κυβέρνησης ήταν Βέσελιν Τζουράνοβιτς (που κατείχε τη θέση από το 1977). Είχε έρθει σε σύγκρουση με τους ηγέτες των Δημοκρατιών υποστηρίζοντας ότι η Γιουγκοσλαβία έπρεπε να μειώσει τις δαπάνες λόγω του αυξανόμενου προβλήματος του εξωτερικού χρέους. Ο Τζουράνοβιτς υποστήριζε ότι χρειαζόταν υποτίμηση, την οποία ο Τίτο αρνιόταν να δεχτεί για λόγους εθνικού γοήτρου[82].

Η Γιουγκοσλαβία μετά το Τίτο αντιμετώπισε σημαντικό δημοσιονομικό χρέος τη δεκαετία του 1980, αλλά οι καλές της σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες οδήγησαν σε μια αμερικανική ομάδα οργανώσεων που ονομάστηκε "Φίλοι της Γιουγκοσλαβίας" για να εγγυηθεί και να πετύχει σημαντική ελάφρυνση του χρέους της Γιουγκοσλαβία το 1983 και το 1984, αν και τα οικονομικά προβλήματα συνεχίστηκαν μέχρι τη διάλυση του κράτους τη δεκαετία του 1990. [83]

Η Γιουγκοσλαβία ήταν χώρα διοργάνωσης των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1984 στο Σαράγεβο. Για τη Γιουγκοσλαβία οι αγώνες συμβόλιζαν το συνεχιζόμενο όραμα του Τίτο για αδελφοσύνη και ενότητα, καθώς οι πολλές εθνότητες της Γιουγκοσλαβίας παρέμειναν ενωμένες σε μία ομάδα και η Γιουγκοσλαβία έγινε το δεύτερο κομμουνιστικό κράτος που διοργάνωσε Ολυμπιακούς Αγώνες (μετά τη Σοβιετική Ένωση το 1980). Ωστόσο στους αγώνες της Γιουγκοσλαβίας συμμετείχαν οι χώρες της Δύσης ενώ εκείνους της Σοβιετικής Ένωσης ορισμένες τους είχαν μποϊκοτάρει.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση άρχισε να απομακρύνεται από τον κομμουνισμό, καθώς προσπάθησε να μεταμορφωθεί σε οικονομία της αγοράς υπό την ηγεσία του Πρωθυπουργού Άντε Μάρκοβιτς, που υποστήριξε τακτικές θεραπείας σοκ για την ιδιωτικοποίηση τμημάτων της γιουγκοσλαβικής οικονομίας. Ο Μάρκοβιτς ήταν δημοφιλής, καθώς θεωρήθηκε ως ο πιο ικανός πολιτικός για να μπορέσει να μετατρέψει τη χώρα σε μια φιλελεύθερη δημοκρατική ομοσπονδία, αν και αργότερα έχασε τη δημοτικότητά του, κυρίως λόγω της αυξανόμενης ανεργίας. Το έργο του έμεινε ημιτελές καθώς η Γιουγκοσλαβία διαλύθηκε τη δεκαετία του 1990.

Διάλυση και πόλεμος

Οι εντάσεις μεταξύ των δημοκρατιών και των εθνών της Γιουγκοσλαβίας εντάθηκαν τις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Οι αιτίες της κατάρρευσης της χώρας συνδέονται με τον εθνικισμό, τις εθνοτικές συγκρούσεις, τις οικονομικές δυσκολίες, την απογοήτευση με την κυβερνητική γραφειοκρατία, την επιρροή σημαντικών προσωπικοτήτων στη χώρα και τη διεθνή πολιτική.

Η ιδεολογία και ιδιαίτερα ο εθνικισμός έχουν θεωρηθεί από πολλούς ως η κύρια πηγή της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας[84]. Από τη δεκαετία του 1970 το Κομμουνιστικό καθεστώς της Γιουγκοσλαβίας ήταν έντονα διχασμένο σε μια φιλελεύθερη-αποκεντρωτική εθνικιστική φράξια με επικεφαλής την Κροατία και τη Σλοβενία ​​που υποστήριζαν μια αποκεντρωμένη ομοσπονδία με μεγαλύτερη τοπική αυτονομία και σε μιας συντηρητική-συγκεντρωτική εθνικιστική με επικεφαλής τη Σερβία που υποστήριζε μια συγκεντρωτική ομοσπονδία για να διασφαλίσει τα συμφέροντα της Σερβίας και των Σέρβων στη Γιουγκοσλαβία - καθώς ήταν η μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα στη χώρα συνολικά[85]. Από το 1967 ως το 1972 στην Κροατία και σε διαμαρτυρίες στο Κοσσυφοπέδιο το 1968 και το 1981 εθνικιστικές θεωρίες και ενέργειες προκάλεσαν εθνοτικές εντάσεις που αποσταθεροποίησαν τη χώρα [86]. Η καταστολή των εθνικιστών από το κράτος πιστεύεται ότι είχε ως αποτέλεσμα να θεωρηθεί ο εθνικισμός ως πρωταρχική εναλλακτική λύση στον ίδιο τον κομμουνισμό και τον κατέστησε ισχυρό υπόγειο κίνημα[87]. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η ελίτ του Βελιγραδίου αντιμετώπισε ισχυρή αντιπολιτευτική δύναμη μαζικών διαμαρτυριών από Σέρβους και Μαυροβούνιους του Κοσσυφοπεδίου, καθώς και δημόσια αιτήματα πολιτικών μεταρρυθμίσεων από τους επικριτικούς διανοούμενους της Σερβίας και της Σλοβενίας[88].

Στα οικονομικά από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, το διευρυνόμενο χάσμα οικονομικών πόρων μεταξύ των ανεπτυγμένων και των υπανάπτυκτων περιοχών της Γιουγκοσλαβίας επιδείνωσε σοβαρά την ενότητα της ομοσπονδίας[89]. Οι πιο ανεπτυγμένες δημοκρατίες, η Κροατία και η Σλοβενία, απέρριψαν τις προσπάθειες περιορισμού της αυτονομίας τους, που προβλεπόταν στο Σύνταγμα του 1974 [90]. Η κοινή γνώμη στη Σλοβενία ​​το 1987 έβλεπε καλύτερες οικονομικές προοπτικές ως ανεξάρτητη από τη Γιουγκοσλαβία παρά μέσα σε αυτή[91]. Υπήρχαν επίσης περιοχές, που δεν έβλεπαν κανένα οικονομικό όφελος από την παραμονή στη Γιουγκοσλαβία. Για παράδειγμα η αυτόνομη επαρχία του Κοσσυφοπεδίου ήταν ανεπαρκώς ανεπτυγμένη και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μειώθηκε από το 47% του γιουγκοσλαβικού μέσου όρου στην αμέσως μεταπολεμική περίοδο σε 27% τη δεκαετία του 1980.[92] Ωστόσο τα οικονομικά ζητήματα δεν έχουν αποδειχθεί ότι ήταν ο μοναδικός καθοριστικός παράγοντας της διάλυσης, καθώς η Γιουγκοσλαβία κατά την περίοδο αυτή ήταν το πιο ευημερούσα Κομμουνιστική χώρα στην Ανατολική Ευρώπη και ουσιαστικά διαλύθηκε σε μια περίοδο οικονομικής ανάκαμψης μετά την εφαρμογή των οικονομικών μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης του Άντε [93]. Επιπλέον κατά τη διάρκεια της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας οι ηγέτες της Κροατίας, της Σερβίας και της Σλοβενίας απέρριψαν όλες τις ανεπίσημες προσφορές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας παροχής ουσιαστικής οικονομικής στήριξης με αντάλλαγμα τον πολιτικό συμβιβασμό [94]. Ωστόσο το ζήτημα της οικονομικής ανισότητας μεταξύ των δημοκρατιών, των αυτόνομων επαρχιών και των εθνοτήτων της Γιουγκοσλαβίας οδήγησε σε εντάσεις με ισχυρισμούς υποτίμησης και κατηγορίες για προνόμια των μεν εναντίον των δε [95].

Οι πολιτικές διαμαρτυρίες στη Σερβία και τη Σλοβενία, που αργότερα εξελίχθηκαν σε εθνοτικές συγκρούσεις, ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ως διαμαρτυρίες ενάντια στην υποτιθέμενη αδικία και γραφειοκρατικοποίηση της πολιτικής ελίτ[96]. Μέλη της πολιτικής ελίτ κατάφεραν να εκτρέψουν αυτές τις διαμαρτυρίες ενάντια στους "άλλους".[97] Οι Σέρβοι διαδηλωτές ανησυχούσαν για τη διάλυση της χώρας και ισχυρίζονταν ότι οι "άλλοι" (Κροάτες, Σλοβένοι και διεθνείς θεσμοί) ήταν υπεύθυνοι[98]. Η Σλοβενική πνευματική ελίτ υποστήριζε ότι «οι άλλοι» (Σέρβοι) ήταν υπεύθυνοι για τα «επεκτατικά σχέδια της Μεγάλης Σερβίας», για την οικονομική εκμετάλλευση της Σλοβενίας και για την καταστολή της Σλοβενικής εθνικής ταυτότητας[99]. Αυτές οι ενέργειες εκτροπής των λαϊκών διαδηλώσεων επέτρεψαν στις αρχές της Σερβίας και της Σλοβενίας να επιβιώσουν με κόστος την υπονόμευση της ενότητας της Γιουγκοσλαβίας[100]. Άλλες δημοκρατίες, όπως η Βοσνία και Ερζεγοβίνη και η Κροατία, αρνήθηκαν να ακολουθήσουν αυτές τις τακτικές της Σερβίας και της Σλοβενίας ​​με αποτέλεσμα την ήττα στη συνέχεια της αντίστοιχης Ενωσης Κομμουνιστών των δημοκρατιών αυτών από εθνικιστικές πολιτικές δυνάμεις[101].

Από τη σκοπιά της διεθνούς πολιτικής έχει υποστηριχθεί ότι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου συνέβαλε στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας επειδή η χώρα έχασε τη στρατηγική διεθνή πολιτική της σημασία ως ενδιάμεσος μεταξύ του Ανατολικού και του Δυτικού συνασπισμού[102]. Κατά συνέπεια η Γιουγκοσλαβία έχασε την οικονομική και πολιτική στήριξη που της παρείχε η Δύση και η αυξημένη πίεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για μεταρρύθμιση των θεσμών της κατέστησε αδύνατο για την γιουγκοσλαβική μεταρρυθμιστική ελίτ να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη κοινωνική αναταραχή[103] Η κατάρρευση του κομμουνισμού σε ολόκληρη την Ανατολική Ευρώπη και τη Σοβιετική Ένωση υπονόμευσε την ιδεολογική βάση της χώρας και ενθάρρυνε τις αντικομμουνιστικές και εθνικιστικές δυνάμεις στις δυτικόστροφες δημοκρατίες της Κροατίας και της Σλοβενίας να αυξήσουν τις απαιτήσεις τους[104].

Το εθνικιστικό κλίμα μεταξύ των Σέρβων αυξήθηκε θεαματικά μετά την επικύρωση του Συντάγματος του 1974, που περιόρισε τις εξουσίες της [[Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Σερβίας|ΣΔ Σερβίας] στις αυτόνομες επαρχίες της του Κοσσυφοπεδίου και της Βοϊβοντίνα. Στη Σερβία αυτό προκάλεσε την αυξανόμενη ξενοφοβία εναντίον των Αλβανών. Στο Κοσσυφοπέδιο (που διοικείτο κυρίως από αλβανικούς κομμουνιστές), η Σερβική μειονότητα κατήγγελλε όλο και περισσότερο κακομεταχείριση και καταχρήσεις από την Αλβανική πλειοψηφία. Οι αντιδράσεις εξαπλώθηκαν περαιτέρω το 1986, όταν η Σερβική Ακαδημία Επιστημών και Τεχνών (SANU) δημοσίευσε το ομώνυμο Μνημόνιο[105]. Σε αυτό οι Σέρβοι συγγραφείς και ιστορικοί εξέφρασαν «διάφορα ρεύματα σερβικής εθνικιστικής δυσαρέσκειας».[106] Η Ενωση Κομμουνιστών της Γιουγκοσλαβίας (ΕΚΓ) καταδίκασε τότε ενωμένη το μνημόνιο και συνέχισε να ακολουθεί την αντιεθνικιστική πολιτική της.[107]

Το 1987 ο Σέρβος κομμουνιστής αξιωματούχος Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς εστάλη για να ηρεμήσει σε μια εθνικιστική διαμαρτυρία των Σέρβων εναντίον της Αλβανικής διοίκησης της ΣΑΕ του Κοσσυφοπεδίου. Ο Μιλόσεβιτς ήταν μέχρι τότε ένας σκληροπυρηνικός κομμουνιστής, που είχε καταγγείλει όλες τις μορφές εθνικισμού ως προδοσία, μεταξύ αυτών και το Μνημόνιο της SANU ως "τίποτα άλλο εκτός από τον πιο σκοτεινό εθνικισμό" [108]. Ωστόσο η αυτονομία του Κοσσυφοπεδίου ήταν ανέκαθεν μια μη δημοφιλής πολιτική στη Σερβία και εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση, απομακρυνόμενος από την παραδοσιακή κομμουνιστική ουδετερότητα στο ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου.

Ο Μιλόσεβιτς διαβεβαίωσε τους Σέρβους ότι η κακομεταχείριση τους από τους Αλβανούς θα σταματούσε.[109] [110] [111] [112] Στη συνέχεια ξεκίνησε μια εκστρατεία εναντίον της κυβερνώσας κομμουνιστικής ελίτ της Σερβίας, απαιτώντας περιορισμούς της αυτονομίας του Κοσσυφοπεδίου και της Βοϊβοντίνα. Αυτές οι ενέργειες τον κατέστησαν δημοφιλή μεταξύ των Σέρβων και βοήθησαν την άνοδό του στην εξουσία στη Σερβία. Ο Μιλόσεβιτς και οι σύμμαχοί του υιοθέτησαν ένα επιθετικό εθνικιστικό πρόγραμμα για την αναγέννηση της ΣΔ της Σερβίας εντός της Γιουγκοσλαβίας, υποσχόμενοι μεταρρυθμίσεις και προστασία όλων των Σέρβων.

Ο Μιλόσεβιτς προέβη στην ανάληψη του ελέγχου των κυβερνήσεων της Βοϊβοντίνας, του Κοσσυφοπεδίου και της γειτονικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου με την ονομασθείσα από τα σερβικά μέσα ενημέρωσης «αντι-γραφειοκρατική επανάσταση». Και οι δύο ΣΑΕ είχαν από μία ψήφο για τη Γιουγκοσλαβική Προεδρία σύμφωνα με το σύνταγμα του 1974 και μαζί με το Μαυροβούνιο και τη δική του Σερβία, ο Μιλόσεβιτς έλεγχε τώρα απευθείας τέσσερις από τις οκτώ ψήφους στη συλλογική ηγεσία κράτους τον Ιανουάριο του 1990. Αυτό προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερη δυσαρέσκεια στις κυβερνήσεις της Κροατίας και της Σλοβενίας και στους Αλβανούς του Κοσσυφοπεδίου (η ΣΔ Βοσνίας και Ερζεγοβίνης και η ΣΔ Μακεδονίας παρέμειναν σχετικά ουδέτερες)[113].

Ενοχλημένες από τη χειραγώγηση της συνέλευσης από το Μιλόσεβιτς, πρώτα η αντιπροσωπεία της Ενωσης Κομμουνιστών της Σλοβενίας με επικεφαλής το Μίλαν Κούτσαν και στη συνέχεια της Ένωσης Κομμουνιστών της Κροατίας, με επικεφαλής τον Ίβιτσα Ράτσαν, αποχώρησαν κατά τη διάρκεια του έκτακτου 14ου Συνεδρίου της Ενωσης Κομμουνιστών Γιουγκοσλαβία (Ιανουάριος 1990), διαλύοντας ουσιαστικά το πανγιουγκοσλαβικό κόμμα. Μαζί με την εξωτερική πίεση αυτό προκάλεσε την υιοθέτηση πολυκομματικών συστημάτων σε όλες τις δημοκρατίες. Όταν οι επί μέρους δημοκρατίες διοργάνωσαν τις πολυκομματικές εκλογές τους το 1990, οι πρώην κομμουνιστές δεν κατάφεραν να επανεκλεγούν. Στην Κροατία και τη Σλοβενία τις εκλογές κέρδισαν τα εθνικιστικά κόμματα.

Στις 8 Απριλίου 1990 διεξήχθησαν οι πρώτες πολυκομματικές εκλογές στη Σλοβενία ​​(και τη Γιουγκοσλαβία) από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο συνασπισμός DEMOS κέρδισε τις εκλογές και σχημάτισε κυβέρνηση η οποία άρχισε να εφαρμόζει προγράμματα εκλογικής μεταρρύθμισης.

Δημογραφία

Η Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας αναγνώριζε τις έννοιες «έθνη» (narodi) και «εθνικότητες» (narodnosti) ως διαφορετικές. Στο πρώτο περιλαμβάνονταν οι σλαβικές εθνότητες που αποτελούσαν την ΣΟΔΓ ενώ στο δεύτερο άλλες σλαβικές ή μη ομάδες όπως Ούγγροι και Αλβανοί.

Οι βασικές εθνότητες ήταν οι εξής:

Ο όρος Γιουγκοσλάβος, προσδιόριζε όλους τους κατοίκους της χώρας αλλά και άτομα που είχαν γεννηθεί από μεικτούς γάμους.

Πολιτική

Γιουγκοσλαβικές Δημοκρατίες

Η γιουγκοσλαβική ομοσπονδία αποτελείτο από τις έξι σοσιαλιστικές δημοκρατίες που δημιουργήθηκαν το 1944 καθώς και από δύο αυτόνομες περιοχές, το Κόσοβο και τη Βοϊβοντίνα, επιμέρους επαρχίες της Σερβίας. Ομοσπονδιακή πρωτεύουσα ήταν το Βελιγράδι.

Όνομα
Πρωτεύουσα
Σημαία
Εθνόσημο
Περιοχή
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης Σεράγεβο
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Κροατίας Ζάγκρεμπ
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας Σκόπια
Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Μαυροβουνίου Τίτογκραντ
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Σερβίας
Σοσιαλιστική Αυτόνομη Επαρχία του Κοσσυφοπέδιου
Σοσιαλιστική Αυτόνομη Επαρχία της Βοϊβοδίνας
Βελιγράδι
Πρίστινα
Νόβι Σαντ
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Σλοβενίας Λιουμπλιάνα

Εξωτερική Πολιτική

Υπό τον Τίτο, η Γιουγκοσλαβία υιοθέτησε μια πολιτική ουδετερότητας κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου. Ανέπτυξε στενές σχέσεις με τις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου (Ομάδα Αδέσμευτων Χωρών), ενώ παράλληλα βελτίωσε τις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Ο Στάλιν θεωρούσε τον Τίτο προδότη και γι' αυτό το λόγο είχε καταδικαστεί από το Κρεμλίνο. Το 1968, μετά τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία, προστέθηκε επιπλέον αμυντική γραμμή στα σύνορα με τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Την 1η Ιανουαρίου 1967, η Γιουγκοσλαβία ήταν η πρώτη κομμουνιστική χώρα που άνοιξε τα σύνορά της για όλους τους ξένους επισκέπτες και μάλιστα χωρίς απαίτηση βίζας. Την ίδια χρονιά ο Τίτο προωθούσε μια ειρηνική επίλυση των Αραβοϊσραηλινών διαφορών. Πρότεινε στις αραβικές χώρες να αναγνωρίσουν το Ισραήλ με αντάλλαγμα να δοθούν πίσω τα εδάφη που είχε κατακτήσει. Οι αραβικές χώρες απέρριψαν την πρόταση ειρήνης.

Οι σχέσεις της Γιουγκοσλαβίας με την Αλβανία του Εμβέρ Χότζα ήταν αρκετά καλές. Οι δυο χώρες είχαν εμπορικές σχέσεις, με την Γιουγκοσλαβία να απαιτεί τη διδασκαλία των σερβοκροατικών στα σχολεία. Εκείνη την περίοδο ήταν στα σκαριά η δημιουργία μιας βαλκανικής ομοσπονδίας μεταξύ Γιουγκοσλαβίας, Αλβανίας και Βουλγαρίας. Η Αλβανία ήταν σε πλήρη οικονομική εξάρτηση από την Γιουγκοσλαβία, για τη χρηματοδότηση δημιουργίας υποδομών στη χώρα. Οι σχέσεις κλονίστηκαν όταν οι Αλβανοί διαμαρτυρήθηκαν θεωρώντας ότι οι Γιουγκοσλάβοι πλήρωναν πολύ φθηνά τους αλβανικούς φυσικούς πόρους. Από το 1948 και έπειτα, η Σοβιετική Ένωση ήταν στο «πλευρό» της Αλβανίας με σκοπό να βρίσκεται απέναντι από τη «αποσχιθείσα» Γιουγκοσλαβία. Σχετικά με το αλβανόφωνο Κόσοβο, οι δύο χώρες προσπαθούσαν να αμβλύνουν τις διαφορές τους με σκοπό να μειώσουν τον εθνικισμό που αναπτυσσόταν. Ο Χότζα αν και ήταν αντίθετος με την καλλιέργεια εθνικισμού στην Αλβανία μιας και ήταν πιστός στα κομμουνιστικά ιδεώδη της αδελφότητας των λαών, τη δεκαετία του 1980 με μερικές εμπρηστικές ομιλίες για του αλβανόφωνους του Κοσόβου και εναντίον της γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης, προκάλεσε τα αντίθετα αποτελέσματα.

Το 1992, τα Ηνωμένα Έθνη, επέβαλαν κυρώσεις στη Γιουγκοσλαβία λόγω των πολεμικών συγκρούσεων. Οι κυρώσεις περιελάμβαναν από εμπορικό εμπάργκο έως και αποκλεισμό ποδοσφαιρικών ομάδων από διεθνείς διοργανώσεις.

CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα République fédérale socialiste de Yougoslavie της Γαλλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).
  1. Labor Force 1992. CIA Factbook. 1992. Retrieved April 30, 2018.
  2. Inflation Rate % 1992. CIA Factbook. 1992. Retrieved April 30, 2018.
  3. Benson, Leslie; Yugoslavia: a Concise History; Palgrave Macmillan, 2001 ISBN 0-333-79241-6
  4. Benson, Leslie; Yugoslavia: a Concise History; Palgrave Macmillan, 2001 ISBN 0-333-79241-6
  5. Proclamation of Constitution of the Federative People's Republic of Yugoslavia, 31. 1. 1946. at the Wayback Machine (archive index)
  6. "History – World Wars: Partisans: War in the Balkans 1941–1945". BBC. Retrieved 12 August 2011.
  7. Tomasevich, Jozo; War and Revolution in Yugoslavia, 1941–1945: Occupation and Collaboration, Volume 2; Stanford University Press, 2001 ISBN 0-8047-3615-4
  8. Benson, Leslie; Yugoslavia: a Concise History; Palgrave Macmillan, 2001 ISBN 0-333-79241-6
  9. Tomasevich, Jozo; War and Revolution in Yugoslavia, 1941–1945: Occupation and Collaboration, Volume 2; Stanford University Press, 2001 ISBN 0-8047-3615-4
  10. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  11. Tomasevich, Jozo; War and Revolution in Yugoslavia, 1941–1945: Occupation and Collaboration, Volume 2; Stanford University Press, 2001 ISBN 0-8047-3615-4
  12. Benson, Leslie; Yugoslavia: a Concise History; Palgrave Macmillan, 2001 ISBN 0-333-79241-6
  13. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  14. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  15. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  16. Martin, David; Ally Betrayed: The Uncensored Story of Tito and Mihailovich; New York: Prentice Hall, 1946
  17. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  18. Walter R. Roberts. Tito, Mihailović, and the allies, 1941–1945. Duke University Press, 1987. Pp. 288.
  19. Vojislav Koštunica, Kosta Čavoški. Party pluralism or monism: social movements and the political system in Yugoslavia, 1944–1949. East European Monographs, 1985. Pp. 22.
  20. Sabrina P. Ramet. The three Yugoslavias: state-building and legitimation, 1918–2005. Bloomington, Indiana, USA: Indiana University Press. Pp. 167–168.
  21. Sabrina P. Ramet. The three Yugoslavias: state-building and legitimation, 1918–2005. Bloomington, Indiana, USA: Indiana University Press. Pp. 167–168.
  22. Vojislav Koštunica, Kosta Čavoški. Party pluralism or monism: social movements and the political system in Yugoslavia, 1944–1949. East European Monographs, 1985. Pp. 22.
  23. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  24. Tomasevich, Jozo; War and Revolution in Yugoslavia, 1941–1945: Occupation and Collaboration, Volume 2; Stanford University Press, 2001 ISBN 0-8047-3615-4
  25. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  26. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  27. Walter R. Roberts, Tito, Mihailović, and the allies, 1941–1945, Duke University Press, 1987, pages 312–313
  28. Reports of Judgments, Advisory Opinions and Orders, United Nations Publications, 2006, page 61
  29. .Konrad G. Bühler, State Succession and Membership in International Organizations: Legal Theories Versus Political Pragmatism, Brill, 2001, page 252
  30. ΤίτοCharles D. Pettibone (2014) The organization and order of battle of militaries in World War II, Trafford Publishing, Bloomington, Indiana SAD, p.393.
  31. "29 November, Yugoslavia: Day of the Republic", Faculty of Humanities Research Projects page, University of Oslo, Norway. Publication date: 24 August 2008.
  32. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  33. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  34. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  35. Encyclopædia Britannica, 1967 edition, vol. 23, page 923, article: "Yugoslavia", section: communist Yugoslavia Communist Yugoslavia, 1969, published in Australia
  36. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  37. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  38. John R. Lampe, Yugoslavia as History : twice there was a country, Cambridge University Press, 2000, page 233
  39. John B. Allcock, Explaining Yugoslavia, C Hurst & Co Publishers, 2000, page 271
  40. "Cold War Shootdowns".
  41. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  42. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  43. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  44. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  45. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  46. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  47. Tomasevich, Jozo; War and Revolution in Yugoslavia, 1941–1945: Occupation and Collaboration, Volume 2; Stanford University Press, 2001 ISBN 0-8047-3615-4
  48. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  49. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  50. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  51. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  52. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  53. Tomasevich, Jozo; War and Revolution in Yugoslavia, 1941–1945: Occupation and Collaboration, Volume 2; Stanford University Press, 2001 ISBN 0-8047-3615-4
  54. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  55. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  56. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  57. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  58. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  59. "Military Assistance Agreement Between the United States and Yugoslavia, November 14, 1951". Lillian Goldman Law Library. Retrieved 4 August 2009.
  60. "Yugoslavia – The Yugoslav-Soviet Rift". Retrieved 4 August 2009
  61. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  62. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  63. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  64. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  65. Schindler, John (4 February 2010), Doctor of Espionage: The Victims of UDBA, Sarajevo: Slobodna Bosna, pp. 35–38
  66. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  67. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  68. Nationalism and Federalism in Yugoslavia 1962–1991 S Ramet pp.84–5
  69. Nationalism and Federalism in Yugoslavia 1962–1991 S Ramet p.85
  70. Nationalism and Federalism in Yugoslavia 1962–1991 S Ramet pp.90–91
  71. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  72. Barnett, Neil. 2006 Tito. Hause Publishing. P. 14
  73. Lampe, John R.; Yugoslavia as History: Twice There Was a Country; Cambridge University Press, 2000 ISBN 0-521-77401-2
  74. Ramet, Sabrina P.; The Three Yugoslavias: State-building and Legitimation, 1918–2005; Indiana University Press, 2006 ISBN 0-253-34656-8
  75. Michel Chossudovsky, International Monetary Fund, World Bank; The Globalisation of Poverty: Impacts of IMF and World Bank Reforms; Zed Books, 2006; (University of California) ISBN 1-85649-401-2
  76. "The Specter of Separatism", Time,
  77. "Yugoslavia: Tito's Daring Experiment", Time, 9 August 1971
  78. "Conspiratorial Croats", Time, 5 June 1972
  79. "Battle in Bosnia", Time, 24 July 1972
  80. Jugoslavija država koja odumrla, Dejan Jović p.224-3
  81. Borneman. 2004. 167
  82. Jugoslavija država koja odumrla, Dejan Jović[page needed]
  83. Lampe, John R. 2000. Yugoslavia as History: Twice There Was a Country. Cambridge: Cambridge University Press, p.321
  84. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 19
  85. Worldmark Encyclopedia of the Nations: Europe. Gale Group, 2001. Pp. 73.
  86. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 19
  87. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 21.
  88. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 21.
  89. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 15
  90. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 15
  91. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 15
  92. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. pp. 15–16
  93. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 16
  94. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 16
  95. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 16
  96. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 18
  97. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 16
  98. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 18
  99. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 18
  100. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 18
  101. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 18
  102. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 26.
  103. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 26.
  104. Dejan Jović. Yugoslavia: a state that withered away. Purdue University Press, 2009. p. 26.
  105. Lampe, "Yugoslavia as History," 347.
  106. Benson, "Yugoslavia: A Concise History," 146.
  107. Benson, Leslie; Yugoslavia: a Concise History; Palgrave Macmillan, 2001 ISBN 0-333-79241-6
  108. Lampe, John R. 2000. Yugoslavia as History: Twice There Was a Country. Cambridge: Cambridge University Press. p347
  109. https://www.nytimes.com/books/first/b/branson-milosevic.html?mcubz=3
  110. "The Serbs sacrifice Milosevic".
  111. Dobbs, Michael (29 June 2001). "Hubris Brought Fall of Milosevic" – via www.washingtonpost.com.
  112. "Why Trump reminds me of Milosevic: Milan Panic".
  113. Benson, Leslie; Yugoslavia: a Concise History; Palgrave Macmillan, 2001 ISBN 0-333-79241-6