Τουρκοκύπριοι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τουρκοκύπριοι
Kıbrıs Türkleri
Συνολικός πληθυσμός
Άγνωστος
Περιοχές με σημαντικούς πληθυσμούς
Βόρεια Κύπροςπερίπου 150.000[1]
Τουρκία300.000 έως 650.000
(Οι υψηλότεροι υπολογισμοί συμπεριλαμβάνουν τους απογόνους των μεταναστών στις αρχές του 20ού αιώνα.[2][3][4][5][6][7]
Ηνωμένο Βασίλειο130.000 μόνο υπήκοοι της ΤΔΒΚ - αποκλείονται γεννημένοι στη Βρετανία και κάτοχοι διπλής υπηκοότητας [8][9][10]
300.000 έως 400.000 (με απογόνους)[11][12][13][14][15][16]
Αυστραλία30.000 (Τουρκοκύπριοι μετανάστες το 1993)[2])
υπολογίζονται από 40.000 έως 120.000[6][7][15][17][18]
Καναδάς6.000 (Τουρκοκύπριοι μετανάστες το 1993[2])
Ηνωμένες Πολιτείες6.000 (Τουρκοκύπριοι μετανάστες το 1993[2])
Κράτος της Παλαιστίνης4.000 (Στις αρχές του 20ού αιώνα, πουλήθηκαν ως νύφες (ο αριθμός δεν περιλαμβάνει απογόνους b[19][20]
Κύπρος (περιοχές ελεγχόμενες από την Δημοκρατία)1.128 (απογραφή του 2011 της Κυπριακής Δημοκρατίας [21])
est.2,000[22]
Άλλες χώρες, ιδίως στη Δυτική Ευρώπη, Νέα Ζηλανδία και νότια Αφρική.5.000 (2001 εκτίμηση του Υπ.Εξ. της ΤΔΒΚ)[6]
Γλώσσες
Τουρκικά, Αγγλικά
Θρησκεία
Σουνιτικό Ισλάμ
Σχετιζόμενες εθνικές ομάδες
Τούρκοι

a Αυτός ο αριθμός δεν συμπεριλαμβάνει Τούρκους έποικους από την Τουρκία.
bΑυτός ο αριθμός συμπεριλαμβάνει μόνο Τουρκοκύπριες γυναίκες οι οποίες πουλήθηκαν σε Παλαιστίνιους στις αρχές του 20ού αιώνα. Ο αριθμός δεν περιλαμβάνει τους απογόνους

Οι Τουρκοκύπριοι (Τουρκικά: Kıbrıs Türkleri ή Kıbrıslı Türkler) είναι οι Τούρκοι που κατάγονται από την Κύπρο.[α] Μετά την κατάκτηση του νησιού από τους Οθωμανούς το 1571, εδαφικές εκτάσεις παραχωρήθηκαν σε περίπου 30.000 Τούρκους εποίκους με την άφιξή τους στην Κύπρο.[24][25] Μελέτη που βασίζεται σε οθωμανικά έγγραφα, υποστηρίζει ότι η πλειονότητα αυτών των εποίκων αναφέρεται ως ραγιάδες ή άπιστοι.[26]

Τότε ο πληθυσμός της Κύπρου ήταν περίπου 200.000 κάτοικοι. Στις αρχές του 17ου αιώνα, ο φορολογήσιμος πληθυσμός (άνδρες) ήταν 20.000 μουσουλμάνοι και 85.000 χριστιανοί. Οι άποικοι ήταν στρατιωτικοί και πολίτες, πιθανότατα ανάμεικτοι πληθυσμοί από την Ανατολία, πιθανώς με Έλληνες και Αρμένιους μεταξύ αυτών.[27] Επιπλέον, αρκετοί από τους γηγενείς κατοίκους του νησιού ασπάστηκαν το Ισλάμ κατά τα πρώτα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας.[28] Παρόλα αυτά, η άφιξη κυρίως Μουσουλμάνων εποίκων στην Κύπρο συνεχίστηκε κατά διαστήματα έως και το τέλος της περιόδου της Οθωμανικής κυριαρχίας στο νησί.[29] Σύμφωνα με τον Nevzat Hatay, το γεγονός ότι τα τουρκικά ήταν η κύρια γλώσσα που ομιλούνταν από τους Μουσουλμάνους του νησιού αποτελεί σημαντική ένδειξη ότι οι περισσότεροι εξ αυτών ήταν είτε Τουρκόφωνοι Ανατολίτες είτε έχουν τουρκικό υπόβαθρο και από αυτούς προέκυψε η σημερινή τουρκοκυπριακή κοινότητα[30] Σύμφωνα με μελέτη του Αλέξανδρου Ηρακλείδη και συνεργατών, οι Τουρκοκύπριοι και Ελληνοκύπριοι έχουν κοινή προ-οθωμανική πατρογραμμική καταγωγή.[31]

Σήμερα, ενώ στο κατεχόμενο από την Τουρκία τμήμα της Κύπρου κατοικεί σημαντικός αριθμός Τουρκοκυπρίων, αρκετοί Τουρκοκύπριοι κατοικούν στο εξωτερικό. Η διασπορά αυτή άρχισε να υφίσταται μετά την παραχώρηση του νησιού από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Βρετανική Αυτοκρατορία, καθώς αρκετοί Τουρκοκύπριοι μετανάστευσαν πρωτίστως στην Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους. Η μετανάστευση αυτή κλιμακώθηκε με αφορμή τις διακοινοτικές ταραχές της δεκαετίας του 1960, όταν οι περισσότεροι Τουρκοκύπριοι μετακινήθηκαν σε θύλακες που ελέγχονταν στρατιωτικά από τους ίδιους στην Κύπρο και αρκετοί μετανάστευσαν.

Η καταγωγή των Τουρκοκυπρίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γενετική μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2017, η οποία ανάλυσε τους απλότυπους στο Υ-χρωμοσώματος (κληρονομείται από τον πατέρα) Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων, έδειξε ότι υπάρχει εξαιρετικά υψηλή γενετική ομοιότητα μεταξύ τους. Θέτει τους Κύπριους στη μέση μιας γονιδιακής ομάδας που απλώνεται από το Λεβάντε (Συρία) έως τη νοτιοανατολική Ευρώπη, και βρίσκει πως Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι ομοιάζουν γενετικά περισσότερο μεταξύ τους παρά με οποιαδήποτε άλλη ομάδα στην περιοχή.[32] Οι Τουρκοκύπριοι μοιράζονται το μεγαλύτερο αριθμό απλοτύπων (7-8%) με τους Ελληνοκυπρίους, σε σύγκριση με οποιονδήποτε άλλο γειτονικό πληθυσμό. Έχουν 3% κοινούς απλοτύπους με τον πληθυσμό της Μικράς Ασίας. Από την άλλη, η είσοδος δέκα χιλιάδων Τούρκων στρατιωτών, και αργότερα πολιτών, από την Ανατολία και άλλες περιοχές (Καύκασο, Ασία, Βόρεια Αφρική) στους τρεις αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας, εξηγεί τον μέτριο αριθμό κοινών απλοτύπων (3%) μεταξύ Τουρκοκυπρίων και Τούρκων της Μικράς Ασίας. Η μελέτη συμπεραίνει ότι Τουρκοκύπριοι και Ελληνοκύπριοι έχουν κοινή προ-οθωμανική καταγωγή από την πλευρά των πατέρων. Διαπιστώνεται μόνο μικρή συνεισφορά στο πατρικό γενετικό υλικό των Κυπρίων από γειτονικούς πληθυσμούς μέσα στην τελευταία χιλιετία. Η σχετικά υψηλή συγγένεια που διαπιστώνεται με τους πληθυσμούς της Καλαβρίας (ειδικά μεταξύ Ελληνοκυπρίων), αν και ασαφής λόγω του μικρού δείγματος της Ιταλίας, μπορεί να εξηγηθεί από το ότι και η Καλαβρία ήταν μέρος του αρχαίου ελληνικού κόσμου.[33] Σύμφωνα με την έρευνα, παρόλα τα ιστορικά αρχεία για τις καταγωγές των δυο κοινοτήτων, δεν έχει ερευνηθεί ακόμη ικανοποιητικά. [34]

Άλλη γενετική μελέτη έδειξε πως οι Τουρκοκύπριοι έχουν αυτόχθονο χαρακτήρα, και ομοιάζουν περισσότερο με τον πληθυσμό από τη νοτιοανατολική Ανατολία και λιγότερο με πληθυσμούς από Κιλικία, βόρεια Ελλάδα ή Αίγυπτο[35]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πριν την Οθωμανική κατάκτηση της Κύπρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πριν την κατάκτηση της Κύπρου από τους Οθωμανούς το 1570-71, ορισμένοι Οθωμανοί Τούρκοι συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν ως αιχμάλωτοι στην Κύπρο το 1400, κατά τη διάρκεια κυπριακών επιδρομών σε ασιατικές και αιγυπτιακές ακτές.[36] Ορισμένοι από αυτούς αποδέχτηκαν τον Χριστιανισμό, ενώ άλλοι εξαναγκάστηκαν διά της βίας να γίνουν χριστιανοί, ωστόσο ορισμένοι Τούρκοι σκλάβοι έμειναν αβάφτιστοι.[37]

Μέχρι το 1425 μερικοί από αυτούς βοήθησαν τον στρατό των Μαμελούκων να αποκτήσει πρόσβαση στο κάστρο της Λεμεσού.[38]

Μολονότι ορισμένοι αιχμάλωτοι απελευθερώθηκαν μετά από καταβολή λύτρων, ορισμένοι από τους Τούρκους που ήταν σκλάβοι, ιδίως αυτοί, βαφτίστηκαν και παρέμειναν στο νησί. Ο ιστοριογράφος του Μεσαίωνα Λεόντιος Μαχαιράς, έγραψε πως οι Τούρκοι που βαφτίστηκαν δεν είχαν άδεια να φύγουν όταν οι Τούρκοι πλησίασαν τη Λευκωσία μετά τη μάχη της Χοιροκοιτίας το 1426.[39] Σύμφωνα με τον καθηγητή Charles Fraser Beckingham «..άρα πρέπει να υπήρξαν ορισμένοι Κύπριοι, Χριστιανοί στο όνομα μόνο, οι οποίοι ήταν τουρκικής, αραβικής ή αιγυπτιακής καταγωγής.»[36]

Ένας χάρτης της Κύπρου του 1521-25) από τον οθωμανό Χαρτογράφο Πίρι Ρέης

Το 1488 οι Οθωμανοί έκαναν την πρώτη τους απόπειρα να κατακτήσουν την Κύπρο όταν ο σουλτάνος Βαγιαζήτ Β΄ έστειλε στόλο να κατακτήσει την Αμμόχωστο. Ωστόσο η γρήγορη εμπλοκή του βενετσιάνικου στόλου, απέτρεψε την κατάληψη της πόλης.[40] Μετά η βασίλισσα της Κύπρου, Αικατερίνη Κορνάρο, αναγκάστηκε να παραδώσει τον θρόνο της στη Δημοκρατία της Βενετίας, το 1489. Τον ίδιο χρόνο, οθωμανικά πλοία έφταναν στις ακτές της Καρπασίας και οι Βενετοί ξεκίνησαν να ενισχύουν τις οχυρώσεις στο νησί.[41] Παρά ταύτα, ως το 1500, οι επιδρομές οθωμανικών πλοίων οδήγησαν σε μεγάλες απώλειες στο βενετσιάνικο ναυτικό, εξαναγκάζοντας τους Βενετούς να διαπραγματευτούν συμφωνία ειρήνης το 1503. Ωστόσο, τον Μάη του 1539, ο Σουλεϊμάν Α΄ ο Μεγαλοπρεπής αποφάσισε να επιτεθεί στη Λεμεσό, επειδή οι Βενετοί έδιναν καταφύγιο σε πειρατές οι οποίοι έκαναν επιθέσεις σε Οθωμανικά πλοία. Η Λεμεσός έμεινε κάτω από οθωμανικό έλεγχο μέχρι τη σύναψη ειρηνευτικής συμφωνίας το 1540. Παρόλα αυτά, η Κύπρος συνέχισε να αποτελεί ορμητήριο πειρατών που εμπόδιζαν τη διέλευση οθωμανικών εμπορικών πλοίων και μουσουλμάνων προσκυνητών προς τη Μέκκα και Μεδίνα.[42] Το 1569 οι πειρατές αιχμαλώτισαν τον υπεύθυνο για το θησαυροφυλάκιο της Αιγύπτου (κάτι σαν υπουργός οικονομικών σήμερα) και ο Σελίμ Β΄ αποφάσισε να εξασφαλίσει την οδό από την Κωνσταντινούπολη ως την Αλεξάνδρεια, καταλαμβάνοντας το νησί και διώχνοντας όλους τους εχθρούς του, το 1570-71.[43]

Οθωμανική Κύπρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια οθωμανική μινιατούρα η οποία απεικονίζει την απόβαση των Οθωμανών στρατιωτών στη Λεμεσό κατά τη διάρκεια της κατάκτησης της Κύπρου το 1570-71.
Το οθωμανικό κτίριο Μπουγιούκ Χάνι χτίστηκε το 1572. Σήμερα αποτελεί πολιτισμικό κέντρο των Τουρκοκυπρίων
Το υδραγωγείο του Μπεκίρ Πασά, χτίστηκε το 1747.

Η παρουσία σημαντικής τουρκικής κοινότητας στην Κύπρο, εμφανίστηκε όταν οθωμανικά στρατεύματα κατάκτησαν την Κύπρο το 1571, η οποία μέχρι τότε ήταν κτήση της Δημοκρατίας της Βενετίας.[44] Η κοινότητα μουσουλμάνων που εγκαταστάθηκε αποτελείτο από στρατιώτες που κατέκτησαν το νησί καθώς και άλλο πληθυσμό που κατέφθασε από την Ανατολία όπως επίτασσε η παραδοσιακή πολιτική των Οθωμανών.[45] Ωστόσο, υπήρχαν μεταστροφές προς το Ισλάμ, κατα τα πρώτα χρόνια της διοίκησης των Οθωμανών.[28] Επιπρόσθετα, κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας, διάφορα διατάγματα, έστελναν στην Κύπρο «ανεπιθύμητα» πρόσωπα, κυρίως όσους επίσημα χαρακτηρίζονταν ως αιρετικοί.[46][29]

Μέχρι το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, περίπου 30.000 Μουσουλμάνοι ζούσαν στην Κύπρο και αποτελούσαν περίπου το 35% του συνολικού πληθυσμού. Το γεγονός ότι η Τούρκικη γλώσσα ήταν η κύρια γλώσσα των μουσουλμάνων, είναι σημαντική ένδειξη πως η κοινότητα αυτή είχε τούρκικη προέλευση.[47]

Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Κυριαρχίας, η δημογραφική αναλογία ανάμεσα σε μουσουλμάνους (Τούρκους) και χριστιανούς (Έλληνες) άλλαζε συχνά. [48] Κατά το 1745-1814, οι μουσουλμάνοι Τουρκοκύπριοι αποτελούσαν την πλειονότητα στο νησί, έναντι των χριστιανών Ελληνοκυπρίων. (με τους Τουρκοκυπρίους να φτάνουν στη μέγιστη αναλογία 75% του πληθυσμού του νησιού (Drummond, 1745: 150.000 vs. 50.000; Kyprianos, 1777: 47.000 vs. 37.000;[49][50] De Vezin, 1788-1792: 60.000 vs. 20.000; Kinneir 1814: 35.000 vs. 35.000)[51] Ωστόσο ως το 1841, οι Τούρκοι αποτελούσαν το 27% του νησιού.[52] Ένας από τους λόγους της μείωσης του πληθυσμού, ήταν επειδή η τούρκικη κοινότητα ήταν υποχρεωμένη να υπηρετεί στον τούρκικο στρατό για χρόνια, συνήθως μακριά από την Κύπρο, πεθαίνοντας σε ατελείωτους πολέμους.[53] Άλλος ένας λόγος ήταν η μετανάστευση περίπου 15.000 Τουρκοκυπρίων στην Ανατολία το 1878, όταν οι Οθωμανοί μεταβίβασαν την εξουσία στη Βρετανία.[54][55]

Η πρώτη καταγραφή πληθυσμού έγινε το 1832 και κατέγραψε 92 μουσουλμανικά χωριά και 172 μεικτά. Αυτός ήταν τυπικός κοινοτικός σχηματισμός στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Η οργάνωση στη βάση της θρησκευτικής αυτονομίας εμπόδισε την ένωση πληθυσμών. Οι μουσουλμάνοι και χριστιανοί της Κύπρου ζούσαν στις ίδιες σκληρές κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες και συμμετείχαν σε κοινές εξεγέρσεις τον 18ο αιώνα. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής δεν υπήρξε εθνική σύγκρουση μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων. Όπως και σε άλλα μέρη, οι εξεγέρσεις αυξήθηκαν με την εμφάνιση της χριστιανικής αστικής τάξης στο ιστορικό προσκήνιο.[56]

Αγγλοκρατία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τουρκοκύπρια γυναίκα το 1878.

Το 1878, στο Συνέδριο του Βερολίνου, οι Οθωμανοί Τούρκοι συμφώνησαν να παραδώσουν την Κύπρο στη Βρετανία να τη διοικούν και ελέγχουν, αλλά όχι να έχουν την κυριαρχία του εδάφους.[57] Σύμφωνα με την πρώτη βρετανική απογραφή το 1881, το 95% των μουσουλμάνων μιλούσε τουρκικά ως μητρική γλώσσα.[58] Μέχρι το 1920, το ποσοστό των ελληνόφωνων μουσουλμάνων έπεσε από το 5% στο 2% του συνολικού μουσουλμανικού πληθυσμού.[59] Κατά τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, ο οθωμανισμός έγινε ακόμη πιο δημοφιλής ταυτότητα ανάμεσα στους Τουρκοκυπρίους διανοούμενους, κυρίως μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων. Μεγάλος αριθμός Νεότουρκων, που επαναστάτησαν κατά του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίντ Β΄, έψαξαν καταφύγιο στην Κύπρο. Διανοούμενοι στα αστικά κέντρα έφεραν τις ιδέες της ελευθερίας και του μοντερνισμού. [60] Το κάλεσμα των Ελληνοκυπρίων με σύνθημα «ένωσις» έδωσε ώθηση ανάμεσα στους Τουρκοκύπριους να εμφανιστεί ένας δειλός «τουρκισμός» σε συγκεκριμένη εφημερίδα και να ακούγεται σε πολιτικές συζητήσεις στην Κύπρο.[61] Στην ίδια γραμμή με τις αλλαγές που συνέβησαν στην οθωμανική αυτοκρατορία μετά το 1908, τα τουρκοκυπριακά σχολεία υιοθέτησαν μια πιο κοσμική (λιγότερο θρησκευτική) διδασκαλία με αυξημένα στοιχεία εθνικισμού. Πολλοί από τους απόφοιτους κατέληξαν να γίνουν δάσκαλοι σε αστικές και αγροτικές περιοχές ως το 1920.

Ο Μεχμέτ Ρεμζι Οκαν με τη γυναίκα και τα παιδιά του το 1919, Η οικογένεια είχε ως ιδιοκτησία την εφημερίδα "Söz Gazetesi".

Το 1914 η Οθωμανική αυτοκρατορία συμμάχησε στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο εναντίον της Αντάντ και η Βρετανία κήρυξε κτήση της το νησί. Οι μουσουλμάνοι της Κύπρου ρωτήθηκαν αν επιθυμούσαν βρετανική υπηκοότητα ή να διατηρήσουν το Οθωμανικό τους στάτους, και 4.000 με 8.500 αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το νησί και να μετακομίσουν στην Τουρκία.[62][63] Μετά την ήττα της στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο η Τουρκία ήρθε αντιμέτωπη με τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1919-22 όπου η ελληνική επέκταση στη Μικρά Ασία στόχευε να διεκδικήσει αυτό που η Ελλάδα πίστευε ότι ήταν ιστορικά ελληνικό έδαφος.[64] Για τους Οθωμανούς Τούρκους της Κύπρου, οι οποίοι ήδη φοβόταν τους Ελληνοκυπρίους που επιδίωκαν ένωση, καθώς αναφορές και ρεπορτάζ για βιαιότητες των Ελλήνων κατά των Τούρκων στη Μικρά Ασία, καθώς κατά την ελληνική κατοχή της Σμύρνης, δημιούργησε φόβους ανάμεσα στους Τουρκοκύπριους για το δικό τους μέλλον. Οι ελληνικές δυνάμεις εκδιώχθηκαν υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος το 1923 κήρυξε τη νέα Δημοκρατία της Τουρκίας και αρνήθηκε αλυτρωτικές βλέψεις σε πρώην οθωμανικές περιοχές πέρα από τη Μικρασιατική κύρια χώρα. Οι μουσουλμάνοι της Κύπρου αποκόπηκαν από το νέο κράτος αν και πολλοί άκουσαν το κάλεσμα του Ατατούρκ να ενσωματωθούν στο νεοϊδρυθέν κράτος και επέλεξαν να αιτηθούν τουρκική υπηκοότητα. Μεταξύ 1881 και 1927 περίπου 30.000 Τουρκοκύπριοι μετανάστευσαν στην Τουρκία.[65][54]

Η άνοδος του τουρκοκυπριακού εθνικισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η δεκαετία του 1920 αποδείχτηκε πως ήταν κρίσιμη σχετικά με τις διαδικασίες της διαμόρφωσης εθνικής ταυτότητας, καθώς σταδιακά οι Τουρκοκύπριοι αποδέχτηκαν την ιδεολογία του τούρκικου εθνικισμού, λόγω της επίδρασης της Κεμαλιστικής Ιδεολογίας.[66]Οι βασικές αρχές του κεμαλισμού ήταν η κοσμικότητα, ο μοντερνισμός, η δυτικοποίηση και μεταρρυθμίσεις όπως η εισαγωγή νέου αλφαβήτου, η αποδοχή της δυτικής ενδυμασίας, τα οποία σταδιακά και εθελοντικά έγιναν αποδεκτά από τους Τουρκοκύπριους, καθώς η αποδοχή αυτών των αλλαγών προετοιμάστηκε από δεκαετίες αγγλικής κυριαρχίας[67] Πολλοί Κύπριοι που μέχρι τότε αναγνώριζαν τον εαυτό τους ως μουσουλμάνο, άρχισαν να αυτοχαρακτηρίζονται ως Τούρκοι της Κύπρου.[68]

Η τουρκοκυπριακή κοινότητα κινητοποιήθηκε αρχικά σε επίπεδο ελίτ και μετά σε μαζικό επίπεδο κατά της Ενωσις και ακολούθως κινητοποιήθηκε η Τουρκία, και επομένως είναι ανακριβής η ελληνοκυπριακή θέση ότι που θέλει τις τουρκοκυπριακές διεκδικήσεις ελεγχόμενες από το Τουρκικό κράτος ή αποτελεσμα του αγγλικού «διαίρει και βασίλευε[69]. Η Τουρκία απέφευγε να ενθαρρύνει αλυτρωτική πολιτική για τους Τουρκοκυπρίους, ενώ ενθάρρυνε τη μετανάστευση τους στην Τουρκία[70]

Το σύνδρομο της Κρήτης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι κρίσιμοι σταθμοί στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων όπως η Ελληνική Επανάσταση του 21, η προσάρτηση των Επτανήσων στην Ελλάδα το 1864, ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897, οι βαλκανικοί πόλεμοι το 1912-13 και ο πόλεμος του 1922 διαμόρφωσαν ένα κλίμα καχυποψίας ανάμεσα στις δυο κοινότητες. Ωστόσο, το γεγονός που καθόρισε από τη δεκαετία του 1980 τον συγκρουσιακό χαρακτήρα των δύο κοινοτήτων και επέδρασε καταλυτικά στη δημιουργία της τουρκοκυπριακής συλλογικής συνείδησης, ήταν το «σύνδρομο της Κρήτης», η διαδικασία δηλαδή της προσάρτησης της Κρήτης από το ελληνικό Κράτος και παράλληλα ο εκτοπισμός των μουσουλμάνων από το νησί[71][72]

Δεν είναι τυχαίο που η συνεχής ανακίνηση του ζητήματος, καλυπτόταν από τον τουρκοκυπριακό τύπο. Ο ύπατος αρμοστής στην Κύπρο Haynes Sith με αφορμή τις ενθουσιώδεις διαδηλώσεις Ελληνοκυπρίων για τη χορήγηση αυτονομίας στην Κρήτη, υποδείκνυε την αγανάκτηση της τούρκικης κοινότητας στην αναφορά του προς τον Υπουργό αποικιών το 1898.[73] Η εξέλιξη των γεγονότων του κρητικού ζητήματος επηρέασαν τον υπαρξιακό τρόμο που είχε κυριεύσει τους Τουρκοκυπρίους, οι οποίοι μάλιστα εκτιμούσαν πως η πορεία των γεγονότων έδειχνε πως οι Μεγάλες Δυνάμεις μεροληπτούσαν.[74]

Η πορεία του κρητικού συνδρόμου είχε διπλή επίδραση στην Κύπρο. Από τη μια ενίσχυσε τον εθνικισμό ανάμεσα στους Ελληνοκυπρίους και ταυτόχρονα βοήθησε στην εκκόλαψη της τουρκοκυπριακής συνείδησης. [75] Η ελληνοκυπριακή πολιτική ελίτ δεν ενδιαφερόταν να καθησυχάσει τους Τουρκοκυπρίους. Αντιθέτως, για παράδειγμα ο Θεοφάνης Θεοδότου, στο Νομοθετικό Συμβούλιο, ισχυρίστηκε πως «αν οι μουσουλμάνοι της Θεσσαλίας και της Κρήτης έφυγαν για να πάνε να ζήσουν με τους ομοεθνείς τους, αυτό δεν ήταν λάθος της Ελλάδας»[75] Η κατάσταση εκτραχύνθηκε περαιτέρω μετά την ήττα των Οθωμανών από τους Ιταλούς. Σε μια απότομη όξυνση του κλίματος, ξέσπασαν αιματηρά επεισόδια στη Λεμεσό στις 27 Μαΐου 1912 στα οποία πέντε άνθρωποι σκοτώθηκαν. Ο ύπατος αρμοστής στην ενημέρωνε το Λονδίνο πως η κατάσταση στην Κύπρο είναι ηλεκτρισμένη και πως οι Ελληνοκύπριοι προσέβαλλαν τους Τουρκοκυπρίους ενώ καμάρωναν για τις ιταλικές στρατιωτικές νίκες. Οι Ελληνοκύπριοι, ήταν το 1912 ότι επίκειται ένωση με την Ελλάδα, (μέσω δημοσιευμάτων τύπου) και ο Τουρκοκύπριος μέλος του Νομοθετικού Σώματος Sevket Bey ζητούσε από τις βρετανικές αρχές να διαβεβαιώσουν πως θα ληφθούν σε τέτοια περίπτωση μέτρα, για προστασία των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων και περιουσιών των Τουρκοκυπρίων. Ήταν μια εποχή που η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέρρεε και η ένωση ήταν αρκετά πιθανό ενδεχόμενο.[76]

Το κρητικό ζήτημα θα επανερχόταν τακτικά στον τούρκικο και τουρκοκυπριακό τύπο.[77]

Το 1950, διενεργήθηκε το Ενωτικό δημοψήφισμα στο οποίο 95,7% των Ελληνοκυπρίων υποστήριξαν την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα.[78] Σε αυτόν τον αγώνα του οποίου ηγήθηκε μια ένοπλη οργάνωση το 1955, η ΕΟΚΑ με αρχηγό τον Γεώργιο Γρίβα, ο οποίος στόχευε να τερματίσει τη βρετανική διοίκηση και να ενώσει την Κύπρο με την Ελλάδα. Αρκετοί Τουρκοκύπριοι ως συνέπεια, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.[79] Το 1958, οι Τουρκοκύπριοι έφτιαξαν τη δική τους ένοπλη ομάδα με τίτλο ΤΜΤ και από τις αρχές του 1958, ένα πρώτο κύμα συγκρούσεων ανάμεσα στις δύο κοινότητες, ξεκίνησε. Μερικές εκατοντάδες Τουρκοκύπριοι έφυγαν από τα χωριά και γειτονιές τους και δεν ξαναγύρισαν.[80]

Κυπριακή Δημοκρατία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τουρκοκυπριακή γειτονιά (μαχαλλάς) στην Πάφο. (1969).

Στις 16 Αυγούστου 1960 το νησί της Κύπρου έγινε ανεξάρτητο κράτος, με την εξουσία μοιρασμένη ανάμεσα στις δύο κοινότητες σύμφωνα με τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου με τη Βρετανία, την Ελλάδα και την Τουρκία ως εγγυήτριες δυνάμεις. Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος εκλέχθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας ενώ ο Φαζίλ Κιουτσούκ εκλέχτηκε αντιπρόεδρος εκ μέρους των Τουρκοκυπρίων. Ωστόσο τον Δεκέμβριο του 1963, στα γεγονότα που έγιναν γνωστά ως «Ματωμένα Χριστούγνεννα»[81] όταν ο Μακάριος προσπάθησε να αλλάξει το σύνταγμα, οι Ελληνοκύπριοι ξεκίνησαν στρατιωτικό αγώνα κατά των Τουρκοκυπρίων, και ξεκίνησαν να επιτίθενται σε τουρκικά χωριά. Ως τις αρχές του 1964, οι Τουρκοκύπριοι ξεκίνησαν να αποσύρονται σε θύλακες, όπου οι Ελληνοκύπριοι τους απέκλεισαν, με αποτέλεσμα γύρω στους 25.000 Τουρκοκύπριους να γίνουν πρόσφυγες ή να καταστούν εσωτερικά εκτοπισμένοι πολίτες.[82][80] Αυτό οδήγησε στην έλευση της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, της στρατιωτικής δύναμης του ΟΗΕ, αλλά και σε μεγάλη μετανάστευση Τουρκοκυπρίων στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Τουρκία, τη Βόρεια Αμερική και την Αυστραλία.[83] Η στρατιωτική χούντα της Ελλάδας, μια δεκαετία αργότερα, μαζί με την ΕΟΚΑ Β΄, που υποστήριζε την ένωση με την Ελλάδα, πραγματοποίησαν πραξικόπημα.[84] Αυτή η πράξη επιτάχυνε την τουρκική εισβολή στην Κύπρο,[85] η οποία με τη σειρά της οδήγησε στην κατάληψη του 37% του νησιού. [82] Μετά την τούρκικη εισβολή και τις συμφωνίες της Βιέννης που επακολούθησαν το 1975, 60 χιλιάδες Τουρκοκύπριοι κατέφυγαν από τον νότο στον βορά. [86] Η μετακίνηση του 1974-1975 οργανώθηκε από την προσωρινή τουρκική Διοίκηση που προσπάθησε να διατηρήσει άθικτες τις κοινότητες.[80]

Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βόρειο μέρος της Κύπρου, de facto διοικείται από τους τουρκοκύπριους

Το 1983 οι Τουρκοκύπριοι ανακήρυξαν την Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου η οποία αναγνωρίζεται επίσημα μόνο από την Τουρκία..[87] Το 2004, στο δημοψήφισμα για την επανένωση του νησιού, το σχέδιο Ανάν, έγινε αποδεκτό από το 65% των Τουρκοκυπρίων, αλλά απορρίφθηκε από το 76% των Ελληνοκυπρίων.[88]

Κουλτούρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Τουρκοκύπριοι μιλάνε την τουρκική γλώσσα και θεωρούν τους εαυτούς τους κοσμικούς μουσουλμάνους. Είναι δε περήφανοι για την κληρονομιά της οθωμανικής αυτοκρατορίας.[89] Πάντως, διαφοροποιούνται από τους Τούρκους της Μικράς Ασίας, ιδίως τους θρησκευτικά συντηρητικούς που έχουν έρθει πρόσφατα στην Κύπρο.[90] Έτσι, η τουρκοκυπριακή ταυτότητα βασίζεται σε εθνικές ρίζες και δεσμούς με την κυρίως Τουρκία, αλλά και με τον κυπριακό χαρακτηρια με πολιτισμικές και γλωσσικές ομοιότητες με τους ελληνοκύπριους.[91] Δίνουν μεγάλη σημασία στην οικογενειακή ζωή, στους δεσμούς με γονείς, αδέλφια και άλλους συγγενείς, ενώ σημασία δίνουν και στη γειτονιά. Σημαντικό είναι να βοηθάνε όσους έχουν ανάγκη.[92] Η ζωή τους κινείται γύρω από κοινωνικές ασχολίες και το φαγητό είναι σημαντικό μέρος των συναντήσεων τους. Οι τουρκοκυπριακοί χοροί και η μουσική είναι σημαντικό στοιχείο της κουλτούρας τους.[92]

Θρησκεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Χαλά Σουλτάν Τεκκες χτίστηκε από τους οθωμανούς τον 18ο αιώνα.

Η πλειονότητα των Τουρκοκύπριων είναι σουνίτες μουσουλμάνοι.[93] Πάντως η κοσμικότητα του Κεμαλισμού, είχε σημαντική επίδραση στους Τουρκοκύπριους.[94] Από πολλές πηγές διαπιστώνεται η απροθυμία των Τουρκοκυπρίων να συμμετέχουν σε μουσουλμανικές τελετές. Μεταξύ των εξηγήσεων που έχουν δοθεί είναι ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι στην πραγματικότητα κρυπτοχριστιανοί, ή ότι είναι απόγονοι Αλεβιτών. Ο ερευνητής Mete Hatay πιστεύει ότι η υποχώρηση των θρησκευτικών πρακτικών μεταξύ των Τουρκοκυπρίων συνέβη στα μέσα του 19ου αιώνα, με τις οθωμανικές μεταρρυθμίσεις που προσπάθησαν να ξεριζώσουν τις λαϊκές πρακτικές των Σούφι που ήταν συνηθισμένες στην Κύπρο. Κατά τον ίδιο, η καταπίεση του Σουφικού Ισλάμ επέτρεψε την άνοδο των κοσμικών κεμαλιστών στις δεκαετίες του 1920 και 1930.[95]

Οι θρησκευτικές πρακτικές θεωρούνται ιδιωτική υπόθεση και αρκετοί δεν είναι ενεργοί πιστοί.[96] Καταναλώνουν συχνά αλκοόλ και οι Τουρκοκύπριες δεν καλύπτουν το κεφάλι τους.[93] Τα αγόρια υπόκεινται σε περιτομή σε βρεφική ηλικία, αλλά αυτή η πρακτική μοιάζει περισσότερο ως παράδοση παρά θρησκευτική πρακτική.[97]

Γλώσσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τουρκική γλώσσα εισήχθη στην Κύπρο με την κατάκτηση του νησιού από τους Οθωμανούς και ήταν η πολιτικά κυρίαρχη γλώσσα, και με ανάλογο κύρος, γλώσσα της διοίκησης.[98] Στη μεταοθωμανική περίοδο, οι Τουρκοκύπριοι ήταν γενικά απομονωμένοι από την Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι επηρεάστηκαν από την ελληνοκυπριακή διάλεκτο. Η συνύπαρξη με τους Ελληνοκυπρίους οδήγησε τους Τουρκοκυπρίους να είναι δίγλωσσοι, καθώς η ελληνική ήταν σημαντική γλώσσα σε περιοχές όπου οι δύο κοινότητες ζούσαν και εργάζονταν μαζί.[99] Ο Beckingham σε μια εργασία του το 1957, αναφέρει ότι ο θρησκευτικός διαχωρισμός δεν συμπίπτει πάντα με τον γλωσσικό. Υπάρχουν "Τουρκικά" χωριά (εισαγωγικά όπως στην πηγή), δηλαδή μουσουλμανικά, όπου η κανονική γλώσσα είναι η Ελληνική. Μεταξύ αυτών των χωριών περιλαμβάνονταν τα Λαπιθιού, Πλατανιστό, Άγιος Συμεών. Ωστόσο εξηγεί πως δεν μπορεί να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα με βάση αυτό το γεγονός, καθως πολλοί τούρκοι, των οποίων η μητρική γλώσσα ήταν τα τούρκικα, μάθαιναν ελληνικά για να μπορούν να συνεννοούνται με την πλειοψηφία των κατοίκων.[100]

Η κατάσταση άλλαξε δραματικά το 1974, όταν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι διαχωρίστηκαν, με αποτέλεσμα να ζουν σε διαφορετικές περιοχές. Σήμερα η τουρκοκυπριακή διάλεκτος επηρεάζεται έντονα από την Τουρκία, μέσω των εποίκων των μέσων μαζικής ενημέρωσης και τα νέα εκπαιδευτικά ιδρύματα.[98] Πάντως, κάποιος γνώστης της διαλέκτου, μπορεί εύκολα να ξεχωρίσει την τουρκοκυπριακή διάλεκτο.[101] Αν και αρκετοί Τουρκοκύπριοι μιλούν καλά τα τουρκικά, γενικά προτιμούν να μιλούν στη δική τους διάλεκτο για να ενισχύουν την ταυτότητα τους. Οι περισσότερες διαφορές με την τουρκική γλώσσα είναι στην προφορά αλλά επεκτείνονται και στο λεξικό και τη γραμματική. [101] Υπάρχουν επίσης, ορισμένες λέξεις, τόσο στην τουρκοκυπιρακή διάλεκτο, όσο και την ελληνοκυπριακή που είναι αυθεντικής κυπριακής προέλευσης.[101]

Μουσική και χορός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λαϊκή μουσική και οι χοροί είναι βασικό κομμάτι της κοινωνικής ζωής των Τουρκοκυπρίων. Ο παραδοσιακός τουρκοκυπριακός χορός μπορεί να χωριστεί σε πέντε κατηγορίες: καρσιλαμάς, συρτός, ζεϊμπέκικο, τσιφτετέλι και τοπικοί χοροί όπως οράκ, κοζάν, καρτάλ και τοπάλ. Τουρκοκυπριακά χορευτικά σχήματα συνήθως παρουσιάζουν πρόγραμμα κατά τη διάρκεια φεστιβάλ, εθνικών εορτών, γάμων ή σε βραδιές σε τουριστικά καταλύματα.[εκκρεμεί παραπομπή]

Δημογραφικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Απογραφή 2011[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, οι 160.207 Τουρκοκύπριοι που γεννήθηκαν στο νησί, κατοικούν στην ΤΔΒΚ.[102]

Τόπος Γέννησης Αριθμός [103] Άρρεν Θήλυ
ΤΔΒΚ 131.423 65.880 65.543
Λευκωσία 66.833 33.306 33.527
Αμμόχωστος 37.027 18.634 18.393
Κερύνεια 12.719 6.477 6.242
Μόρφου 10.457 5.158 5.299
Τρίκωμο 4.387 2.305 2.082
Κυπριακή Δημοκρατία 28.784 13.615 15.169
Λευκωσία 2.958 1.412 1.546
Αμμόχωστος 237 104 133
Λάρνακα 5.872 2.760 3.112
Λεμεσός 8.579 4.031 4.548
Πάφος 11.138 5.308 5.830
Σύνολα 160.207 79.495 80.712

Διασπορά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχει σημαντική τουρκοκυπριακή μετανάστευση από την Κύπρο κατά τον 19ο και 20ό αιώνα, κυρίως προς τη Μεγάλη Βρετανία, Αυστραλία και Τουρκία. Η μετανάστευση από Κύπρο έγινε εξ αιτίας οικονομικών και πολιτικών λόγων. Σύμφωνα με την ΤΔΒΚ το 2011, 500.000 Τουρκοκύπριοι ζουν στην Τουρκία, 200.000 στη Μεγάλη Βρετανία, 40.000 στην Αυστραλία, γύρω στους 10.000 στη Βόρεια Αμερική και 5.000 σε άλλες χώρες, κυρίως Γερμανία..[6]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Η Δημοκρατία της Κύπρου, ως "Τουρκοκυπρίους" αναφέρει τους Τούρκους που ζούσαν στην Κύπρο πριν από την Τουρκική κατοχή της Β. Κύπρου το 1974, και τους απογόνους τους, τους οποίους εξετάζει ως διαφορετικό πληθυσμό από τους λεγόμενους εποίκους που ήρθαν από την Τουρκία μετά το 1974.[23]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Hatay, Mete (2017). «Population and Politics in north Cyprus: An overview of the ethno-demography of north Cyprus in the light of the 2011 census». PRIO Cyprus Centre. σελ. 48. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Φεβρουαρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2018. Taking the estimate of a current ‘TRNC’ citizen population at around 215,000, then, and subtracting the approximately 6,000 persons born in third countries whose heritage is not known, we may assume that there are around 150,000 persons of native Cypriot heritage, including 12,000-15,000 of mixed parentage (one Cypriot parent). 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 European Population Conference: Proceedings, Geneva, 2, Council of Europe, 1993, https://books.google.co.uk/books?id=grk3AQAAMAAJ&q=number+of+Turkish+Cypriots+now+living+in+Turkey+is+about+300+000+while+the+number+of+those+who+have+settled+in+England+is+100+000.+There+are+also+approximately+30+000+Turkish+Cypriots+living+in+Australia+and+about+6+000+in+Canada+and+the&dq=number+of+Turkish+Cypriots+now+living+in+Turkey+is+about+300+000+while+the+number+of+those+who+have+settled+in+England+is+100+000.+There+are+also+approximately+30+000+Turkish+Cypriots+living+in+Australia+and+about+6+000+in+Canada+and+the&hl=en&sa=X&ved=0ahUKEwjx-ub3hqzaAhWDmbQKHe6DD60Q6AEIKzAB 
  3. Kanlı, Yusuf (2017). «Migration is a killer of Turkish Cyprus». Hurriyet Daily News. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2018. ...Turkish Cypriot backgrounds living in Turkey. There are many figures. Some say it is around 300,000, some claim it is well over 650,000. 
  4. Kanlı, Yusuf (2018). «Bridging the population gap in Cyprus». Hurriyet Daily News. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2018. It is often said that if the descendants of those who migrated from Cyprus to Turkey back in 1931 are included, the number of Turkish Cypriots living in the “motherland” might exceed 600,000. 
  5. Country Report: Cyprus, Malta, Economist Intelligence Unit, 1997, https://books.google.co.uk/books?id=LewzAQAAIAAJ&q=the+original+called+for+Turkey+to+grant+dual+citizenship+to+Turkish+Cypriots+%E2%80%94+some+500,000+Turkish+Cypriots+living+in+Turkey+would+be+considered+citizens+of+the+TRNC,+and+the+approximately+200,000+persons+living+in+the+TRNC+would+be+given+Turkish+citizenship&dq=the+original+called+for+Turkey+to+grant+dual+citizenship+to+Turkish+Cypriots+%E2%80%94+some+500,000+Turkish+Cypriots+living+in+Turkey+would+be+considered+citizens+of+the+TRNC,+and+the+approximately+200,000+persons+living+in+the+TRNC+would+be+given+Turkish+citizenship&hl=en&sa=X&ved=0ahUKEwjMr8y5x6vaAhVPKVAKHffNDTgQ6AEIJzAA 
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 «Briefing Notes on the Cyprus Issue». Ministry of Foreign Affairs and Defence, Turkish Republic of Northern Cyprus. Μαΐου 2001. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιουλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 5 Οκτωβρίου 2010. It should be noted that there are currently about 500,000 Turkish Cypriots living in Turkey; 200,000 in Great Britain; 40,000 in Australia and some 10,000 in North America and 5,000 in other countries. 
  7. 7,0 7,1 Star Kıbrıs (2012). «'Sözünüzü Tutun'». Ανακτήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2012. Tarihsel süreç içerisinde yaşanan bazı olaylar nedeniyle Kıbrıs’tan göç etmek zorunda kalan Türklerin, bugün dünyanın farklı bölgelerinde yaşam sürdüklerine dikkat çeken Kasapoğlu, “Kıbrıslı Türklerin 300 bin kadarı İngiltere’de, 500 bini Türkiye’de, 120 bini Avustralya’da, 5 bini ABD’de, bin 800’ü Kanada’da, çok az bir popülasyon Güney Afrika Cumhuriyeti’nde, bin 600’ü Yeni Zellanda’da, 2 bin kadarının da Almanya’da olduğu tahmin ediliyor” ifadelerini kullandı. 
  8. Edwards, Viv. «Turkish today». Your Voice. BBC. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2008. 130.000 nationals of the Turkish Republic of Northern Cyprus currently live in the UK. These figures, however, do not include the much larger numbers of Turkish speakers who have been born or have obtained British nationality. 
  9. «Turkish community in the UK». Consulate General for the Republic of Turkey in London. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2008. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2010. Please note that approximately 130,000 nationals of the Turkish Republic of Northern Cyprus, whose mother tongue is Turkish, are living in the UK as well. 
  10. «The Turkish and Turkish Cypriot Muslim Community in England» (PDF). Department for Communities and Local Government. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2018. In addition, there are estimated to be 130,000 Turkish Cypriots in the UK. It is unlikely that any of the official figures available provide a true indication of the size of the Turkish speaking population in the country as much of the official data is only available by country of birth and excludes British born and dual heritage children 
  11. «Implications for the Justice and Home Affairs area of the accession of Turkey to the European Union» (PDF). The Stationery Office. 2011. σελ. Ev 34. There are approximately 150,000 Turkish nationals in the UK at present, of a total of about 500,000 people of Turkish origin in the UK, including Cypriot Turks (about 300,000) and Turks with Bulgarian or Romanian citizenship 
  12. «Network Radio BBC Week 39: Wednesday 28 September 2011: Turkish Delight?». BBC. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2011. Turkish influence on the UK began with the arrival of coffee houses in the 17th century. There are now estimated to be 150,000 immigrants from mainland Turkey as well as 300,000 Turkish Cypriots, many leaving Cyprus during the Fifties and Sixties during the internal war. 
  13. Implications for the Justice and Home Affairs area of the accession of Turkey to the European Union, The Conversation (website), 2016, https://theconversation.com/turks-living-in-britain-see-it-as-their-duty-to-integrate-60465, ανακτήθηκε στις 8 April 2016 
  14. Turkish people and British politics: Where are the other 499,997?, Operation Black Vote, 2012, http://www.obv.org.uk/news-blogs/turkish-people-and-british-politics-where-are-other-499997, ανακτήθηκε στις 8 April 2016 
  15. 15,0 15,1 Akben, Gözde (11 Φεβρουαρίου 2010). «OLMALI MI, OLMAMALI MI?». Star Kibris. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2011. 
  16. Cemal, Akay (2 Ιουνίου 2011). «Dıştaki gençlerin askerlik sorunu çözülmedikçe…». Kıbrıs Gazetesi. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Αυγούστου 2011. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουνίου 2011. 
  17. Kibris Gazetesi. «Avustralya'daki Kıbrıslı Türkler ve Temsilcilik...». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2011. 
  18. BRT. «AVUSTURALYA'DA KIBRS TÜRKÜNÜN SESİ». Ανακτήθηκε στις 18 Ιουλίου 2011. 
  19. Cahit 2014, 11.
  20. Sabah. «Küçük adanın talihsiz kızları». Ανακτήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2015. 
  21. «Population - Country of Birth, Citizenship Category, Country of Citizenship, Language, Religion, Ethnic/Religious Group, 2011». Statistical Service of the Republic of Cyprus. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Ιουνίου 2018. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2016. 
  22. Hatay 2007, 40.
  23. «Δημοκρατία της Κύπρου, Υπουργείο Εξωτερικών». Illegal Demographic Changes. 21 Απριλίου 2016 [2006]. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2018. 
  24. Welin & Ekelund 2004, 2.
  25. Hüssein 2007, 14.
  26. Κυριάκος Χατζηιωάννου, "Η Καταγωγή των Τουρκοκυπρίων και το Κυπριακό", 1976, σ. 10 του pdf Αρχειοθετήθηκε 2018-12-22 στο Wayback Machine.. Για βιογραφικό του συγγραφέα βλέπε Πανεπιστήμιο Κύπρου Αρχειοθετήθηκε 2019-05-06 στο Wayback Machine.
  27. Al. Heraclides et al. (2017), Introduction. Παραπέμπει στα Arbel B (2000), Ahmet D (2004), Bryer A (1988), Nesim Ş (2013), Jennings R (August, 1992)
  28. 28,0 28,1 Jennings 1993, 137-38.
  29. 29,0 29,1 Çevikel 2000, 178.
  30. Nevzat & Hatay 2009, 912ps=:The fact that Turkish was the main language spoken by the Muslims of the island is a significant indicator that the majority of them were either Turkish speaking Anatolians or otherwise from a Turkic background.
  31. Heraclides A, et al., Y-chromosomal analysis of Greek Cypriots reveals a primarily common pre-Ottoman paternal ancestry with Turkish Cypriots. PLoS One. 2017 Jun 16;12(6):e0179474.
  32. EVIE ANDREOU (JUNE 21ST, 2017). «Study finds Greek and Turkish Cypriots to be close genetically». Cyprus Mail. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-08-28. https://web.archive.org/web/20170828091234/http://cyprus-mail.com/2017/06/21/study-finds-greek-turkish-cypriots-close-genetically/. Ανακτήθηκε στις 26/4/2018. 
  33. Alexandros Heraclides et al., Y-chromosomal analysis of Greek Cypriots reveals a primarily common pre-Ottoman paternal ancestry with Turkish Cypriots. PLoS ONE 12(6) (2017) e0179474. https://doi.org/10.1371/journal.pone.0179474
  34. EVIE ANDREOU (JUNE 21ST, 2017). «Study finds Greek and Turkish Cypriots to be close genetically». Cyprus Mail. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-08-28. https://web.archive.org/web/20170828091234/http://cyprus-mail.com/2017/06/21/study-finds-greek-turkish-cypriots-close-genetically/. Ανακτήθηκε στις 26/4/2018. 
  35. Cemal Gurkan, Huseyin Sevay, Damla Kanliada Demirdov, Sinem Hossoz, Deren Ceker, Kerem Teralı & Ayla Sevim Erol (2016) Turkish Cypriot paternal lineages bear an autochthonous character and closest resemblance to those from neighbouring Near Eastern populations, Annals of Human Biology, 44:2, 164-174, DOI: 10.1080/03014460.2016.1207805 quote=a. Indeed, results from the MDS analysis confirmed that the Turkish Cypriot population was closest to that from the Southeastern Anatolia in both dimensions, and less so to those from Cukurova, Northern Greece and Egypt
  36. 36,0 36,1 Beckingham 1957, 171.
  37. Hill 1948, 469.
  38. Hill 1948, 473.
  39. Machairas 1932, 657.
  40. Hill 1948B, 736.
  41. Gazioğlu 1990, 16.
  42. Constantini 2009, 52.
  43. Gazioğlu 1990, 16.
  44. Shawn 1976, 178.
  45. Orhonlu 1971, 99.
  46. Jennings 1993, 232.
  47. Nevzat & Hatay 2009, 912.
  48. Hatay 2007, 17.
  49. Claude Delaval Cobham Excerpta Cypria, Cambridge University Press, 1908, p.366-67
  50. Archimandrite Kyprianos Istoria Khronoloyiki tis Nisou Kiprou (History and Chronicles of the Island of Cyprus, Ιστορία χρονολογική της νήσου Κύπρου) 1788, p.495
  51. Hatay 2007, 19.
  52. Spilling 2000, 25.
  53. Hatay 2007, 18.
  54. 54,0 54,1 Heper & Criss 2009, 92.
  55. Çakmak 2008, 201.
  56. Kizilyurek 1990, σελ. 12.
  57. Nevzat & Hatay 2009, 916.
  58. Percival 1948, 25.
  59. Percival 1948, 9-11.
  60. Kızılyürek 2006, 317.
  61. Nevzat 2005, 224.
  62. Hatay 2007, 21.
  63. Hill 1952, 413n.
  64. Clogg 1992, 93-97.
  65. St. John-Jones 1983, 56.
  66. Nevzat & Hatay 2009, 918.
  67. Xypolia, Ilia (2011). «Cypriot Muslims among Ottomans, Turks and British». Bogazici Journal 25 (2): 109–120. 
  68. Nevzat & Hatay 2009, 919.
  69. Κτωρής 2013, η φυσιογνωμία του τουρκικού εθνικισμού, σελ. 24 & 75.
  70. Κτωρής 2013, σελ. 76.
  71. Κτωρής 2013, σελ. 80.
  72. Kizilyürek 2011, σελ. 198 - 199:The Turkish Cypriot nationalism mainly developed in reaction to the Greek Cypriot national desire for union with Greece. In the desire of the Greek Cypriots to unify with Greece, the Turkish Cypriot community saw a danger to its own existence. This perception of threat is partly related to the historical experience of the dissolution of the Ottoman Empire in a period of national movements, which ended up in creating independent nation states. The experiences of the Muslim population in the Balkans, where national struggles caused atrocities and deportation, were the main points of reference in the construction of Turkish Cypriot nationalism. Particularly, the example of Crete was to become among the Turkish Cypriots what can be called a ‘‘Crete syndrome’’. Crete’s attempts to unify with Greece and, finally, the realization of this dream of union in 1912 had resulted in the deportation of the Muslim population of the island and its emigration to Turkey. A few years later (1922), the expedition of the Greek army to Asia Minor increased the fears of uprooting among the Turkish Cypriots
  73. Κτωρής 2013, σελ. 81.
  74. Κτωρής 2013, σελ. 83.
  75. 75,0 75,1 Κτωρής 2013, σελ. 84.
  76. Κτωρής 2013, σελ. 91.
  77. Κτωρής 2013, σελ. 92.
  78. Panteli 1990, 151.
  79. Sonyel 2000, 147.
  80. 80,0 80,1 80,2 Kliot 2007, 59.
  81. Papadakis 2005, 82
  82. 82,0 82,1 Cassia 2007, 21.
  83. Hüssein 2007, 18.
  84. Savvides 2004, 260.
  85. Eyal Benvenisti (23 Φεβρουαρίου 2012). The International Law of Occupation. Oxford University Press. σελ. 191. ISBN 978-0-19-958889-3. 
  86. Tocci 2007, 32.
  87. Bryant & Papadakis 2012, 5.
  88. Bryant & Papadakis 2012, 121.
  89. Broome 2004, 279.
  90. Broome 2004, 282.
  91. Güven-Lisaniler & Rodriguez 2002, 183.
  92. 92,0 92,1 Broome 2004, 286.
  93. 93,0 93,1 Boyle & Sheen 1997, 290.
  94. Nevzat & Hatay 2009, 928.
  95. Mete Hatay, ‘Reluctant’ Muslims? Turkish Cypriots, Islam, and Sufism, The Cyprus Review, 27:2 , 2015
  96. Darke 2009, 10
  97. Nevzat & Hatay 2009, 911.
  98. 98,0 98,1 Johanson 2011, 738.
  99. Johanson 2011, 739.
  100. Beckingham 1957, σελ. 170:In Cyprus religious and linguistic divisions do not quite coincide. While many Turks habitually speak Turkish there are 'Turkish', that is, Muslim villages in which the normal language is Greek; among them are Lapithiou (P i), Platanisso (F i), Ayios Simeon (F i) and Galinoporni (F i). This fact has not yet been adequately investigate. With the growth of national feeling and the spread of education the phenomenon is becoming not only rarer but harder to detect. In a Muslim village the school teacher will be a Turk and will teach the children Turkish. They already think of themselves as Turks, and having once learnt the language, will sometimes use it in talking to a visitor in preference to Greek, merely as a matter of national pride. On the other hand many Turks, whose mother tongue is Turkish, learn Greek because they find it useful to understand the language of the majority, though it is much less common for them to write it correctly
  101. 101,0 101,1 101,2 Güven-Lisaniler & Rodriguez 2002, 184.
  102. TRNC General Population and Housing Unit Census, TRNC Prime Ministry State Planning Organization, 2006, σελ. 7, http://www.devplan.org/nufus-2011/nufus%20ikinci_.pdf, ανακτήθηκε στις 11 April 2018 
  103. TRNC General Population and Housing Unit Census, TRNC Prime Ministry State Planning Organization, 2006, σελ. 38, http://www.devplan.org/nufus-2011/nufus%20ikinci_.pdf, ανακτήθηκε στις 11 April 2018 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Κτωρής, Σώτος (2013). Τουρκοκύπριοι: από το περιθώριο στο συνεταιρισμό, 1923-196. Αθήνα: Παπαζήσης. ISBN 9789600228984. 
  • Kizilyurek, Niyazi (1990). Ολική Κύπρος. Λευκωσία: Κασουλίδη. 
  • Κρανιδιώτης, Γιάννος (1984). Το Κυπριακό Πρόβλημα, η Ανάμιη του ΟΗΕ και οι ξένες επεμβάσεις στην Κύπρο 1960-1974. Αθήνα: Θεμέλιο. 
  • Niyazi Kizilyürek. The politics of identity in the Turkish Cypriot communit : a response to the politics of denial ? [article] Actes du colloque tenu à Nicosie les 20-22 octobre 2001, Université Lumière-Lyon 2, Université de Chypre
  • C. F. Beckingham, "The Turks of Cyprus", The Journal of the Royal Anthropological Institute of Great Britain and Ireland, Vol. 87, No. 2 (Jul. - Dec., 1957)

Περαιτέρω μελέτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Baybars, Taner, Plucked in a far-off land, London: Victor Gollancz, 1970.
  • Beckingham, C. F., The Cypriot Turks, Journal of the Royal Central Asian Society, vol. 43, pp. 126–30, 1956.
  • Beckingham, C. F., The Turks of Cyprus, Journal of the Royal Anthropological Institute of Great Britain and Ireland. vol 87(II), pp. 165–74. July-Dec. 1957.
  • Beckingham, C. F., Islam and Turkish nationalism in Cyprus, Die Welt des Islam, NS, Vol 5, 65-83, 1957.
  • Committee on Turkish Affairs, An investigation into matters concerning and affecting the Turkish community in Cyprus: Interim report, Nicosia: Government Printing Office, 1949.
  • Dandini, Jerome. Voyage du Mont Liban / traduit de l'Italien du R. P. Jerome Dandini ... Ou il est traité tant de la créance ... des Maronites, que des plusieurs particularitez touchant les Turcs ... avec des remarques sur la theologie des chrétiens & ... des mahometans. Par R. S. P.
  • Jennings, Ronald C., Christians and Muslims in Ottoman Cyprus and the Mediterranean World, 1571–1640, New York University Studies in Near Eastern Civilization-Number XVIII, New York University Press, New York and London, 1993-Acknowledgments ix-xi + 428 pp.
  • Oakley, Robin, The Turkish peoples of Cyprus, in Margaret Bainbridge, ed, The Turkic peoples of the world. (pp. 85–117), New York: Kegan Paul, 1993
  • Xypolia, Ilia, 'Cypriot Muslims among Ottomans, Turks and British', Bogazici Journal, vol.25, pp. 109–120, 2011.
  • Κρανιδιώτης Γιάννος. ‘’Το Κυπριακό Πρόβλημα, η Ανάμιη του ΟΗΕ και οι ξένες επεμβάσεις στην Κύπρο 1960-1974 Θεμέλιο Αθήνα 1984


Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]