Γαλλική τέχνη του 19ου αιώνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Ελευθερία οδηγεί το Λαό, 1830, Ευγένιος Ντελακρουά

H γαλλική τέχνη του 19ου αιώνα αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια των επαναστατικών γεγονότων και διαδοχικών πολιτικών αλλαγών της εποχής, μιας από τις επαναστατικότερες της ιστορίας της Γαλλίας.[1] ok

Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Νεοκλασικισμός, με κύριο εκπρόσωπο στη ζωγραφική τον Ζακ-Λουί Νταβίντ (1748–1825), ήταν ο επίσημος καλλιτεχνικός ρυθμός που υποστηρίχθηκε και από τον Ναπολέοντα, ως Πρώτο Ύπατο και ως αυτοκράτορα από το 1804. Πολύ σύντομα, ένα νέο ανερχόμενο ρεύμα, ο Ρομαντισμός -με επίδραση σε καλλιτέχνες, συγγραφείς, ποιητές και φιλοσόφους- πρότεινε μια νέα αισθητική που εξύψωσε το συναίσθημα και τη φύση έναντι του ορθολογισμού και του κλασικισμού.

Από τα μέσα του αιώνα, εν μέσω των ταξικών αγώνων και τον απόηχο των επαναστατικών εξεγέρσεων στη Γαλλία, ο ρομαντισμός αντικαταστάθηκε από τον ρεαλισμό στις εικαστικές τέχνες και τη λογοτεχνία, ο οποίος επικεντρώθηκε στα σύγχρονα θέματα και τη ζωή των κατώτερων τάξεων.

Δύο μεγάλα καλλιτεχνικά κινήματα κυριαρχούν τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες του αιώνα. Μια ομάδα ζωγράφων που είναι γνωστοί ως Ιμπρεσιονιστές ανέτρεψαν τους ισχύοντες καλλιτεχνικούς θεσμούς και απελευθέρωσαν τους καλλιτέχνες, επιτρέποντας την εξερεύνηση νέων μορφών έκφρασης. Ζωγράφιζαν κυρίως τοπία με σπασμένα χρώματα και χαλαρές πινελιές που αντικατόπτριζαν την παροδική φύση των θεμάτων που απεικόνιζαν. Σε απάντηση, μια ομάδα καλλιτεχνών γνωστών ως Μετα-Ιμπρεσιονιστές ανέπτυξαν ανεξάρτητα στυλ ζωγραφικής, απορρίπτοντας τον ρεαλισμό των ιμπρεσιονιστών.

Στο τέλος του αιώνα, πολλοί καλλιτέχνες, σχεδιαστές και συλλέκτες προώθησαν μια καλλιτεχνική μεταρρύθμιση που οδήγησε σε ένα στυλ γνωστό ως Αρ Νουβώ. Βασισμένο σε ασύμμετρες, οργανικές φόρμες και επηρεασμένο από την ιαπωνική τέχνη, το στυλ Αρ Νουβώ εφαρμόστηκε στη ζωγραφική και τις γραφικές τέχνες καθώς και στην αρχιτεκτονική και τον σχεδιασμό καθημερινών αντικειμένων.[2]

Πολλά από τα ρεύματα που αναπτύχθηκαν στη γαλλική τέχνη αυτή την περίοδο είχαν παράλληλες εξελίξεις και στη Γαλλική λογοτεχνία του 19ου αιώνα.

Ιστορικό πλαίσιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα στη Γαλλία επικράτησαν τα ακόλουθα πολιτικά καθεστώτα: η Υπατεία του Ναπολέοντα Βοναπάρτη (1799–1804) και η Πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία (1804–1814), η Παλινόρθωση με τον Λουδοβίκο ΙΗ΄ και τον Κάρολο Ι΄ (1814–1830), η Ιουλιανή μοναρχία με τον Λουδοβίκο Φίλιππο (1830–1848), η Δεύτερη Δημοκρατία (1848–1852), η Δεύτερη Αυτοκρατορία με τον Ναπολέοντα Γ’ (1852–1871) και οι πρώτες δεκαετίες της Τρίτης Δημοκρατίας (από το 1871). Δύο επαναστάσεις: η Ιουλιανή Επανάσταση (1830), η Επανάσταση του 1848 και μετά το τέλος του γαλλοπρωσικού πολέμου η εγκαθίδρυση της Παρισινής Κομμούνας (1871).[3]

Ζωγραφική - Καλλιτεχνικά ρεύματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νεοκλασικισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ζακ Λουί Νταβίντ, Η στέψη της Αυτοκράτειρας Ιωσηφίνας, 1805-07, Λούβρο

Ο νεοκλασικισμός, με έμφαση στις εξιδανικευμένες μορφές και τη μυθολογία των αρχαίων ελληνικών και ρωμαϊκών πολιτισμών, που είχε εμφανισθεί στη Γαλλική τέχνη του 18ου αιώνα από το δεύτερο μισό και αργότερα, συνέχισε να ακμάζει και έως τα μέσα του 19ου αιώνα. Μετά τη Γαλλική επανάσταση, η Υπατεία και η Πρώτη Αυτοκρατορία στήριξαν αυτόν τον ρυθμό και έδωσαν νέα καλλιτεχνική ανάπτυξη, κυρίως στις διακοσμητικές τέχνες, ρυθμός Αμπίρ, με πλούσια παραγωγή επίπλων σε πομπώδες στυλ και την ανάπτυξη της χρυσοχοΐας.

Ζαν Ωγκύστ Ντομινίκ Ενγκρ, Η μεγάλη οδαλίσκη, 1814, Λούβρο

Η νεοκλασική ζωγραφική, με πρωτεργάτη τον Ζακ Λουί Νταβίντ, συνέχισε το πρόγραμμα της εξύψωσης και μυθοποίησης του αυτοκράτορα Ναπολέοντα Α' της Γαλλίας. Εκλεγμένος στο γαλλικό κοινοβούλιο μετά την επανάσταση, ο Νταβίντ κυριάρχησε στην τέχνη στη Γαλλία, καθιερώνοντας τον νεοκλασικισμό ως ένα είδος επίσημου στυλ της Γαλλικής Επανάστασης και αργότερα της Πρώτης Αυτοκρατορίας. Σκηνές της ζωής του αυτοκράτορα φιλοτέχνησαν και ο Αντουάν-Ζαν Γκρο, ο Πιέρ-Ναρσίς Γκερέν και ο Φιλιποτώ.[4]

Κύριος εκπρόσωπος του νεοκλασικισμού μέχρι τη δεκαετία του 1850 και εξέχων δάσκαλος ήταν ο Ζαν Ωγκύστ Ντομινίκ Ενγκρ, μαθητής του Νταβίντ, ο οποίος έδωσε προτεραιότητα στο σχέδιο έναντι του χρώματος. Διατήρησε την ακρίβεια του στυλ του δασκάλου του και στη θεματολογία του περιλαμβάνονται έργα μυθολογικά (Ο Οιδίποδας Λύνει το Αίνιγμα της Σφίγγας, Δίας και Θέτις) και ανατολικά (Η μεγάλη οδαλίσκη) στο πνεύμα του Ρομαντισμού.

Άλλοι σημαντικοί εκπρόσωποι του νεοκλασικισμού είναι ο Αν-Λουί Ζιροντέ-Τριοζόν, ο Φρανσουά Ζεράρ, ο Μερί-Ζοζέφ Μπλοντέλ και οι προσωπογράφοι Ζαν-Μπατίστ Ιζαμπέ και Ρομπέρ Λεφέβρ.

Παρά τη σύγκρουση και την ιδεολογική αντιπαλότητα μεταξύ νεοκλασικισμού και ρομαντισμού, πολλοί καλλιτέχνες κυμάνθηκαν μεταξύ των δύο τεχνοτροπιών, ενώ υπήρχαν και καλλιτέχνες ανεπηρέαστοι, όπως ο ζωγράφος ρωπογραφιών Λουί-Λεοπόλντ Μπουαγί, ο Ανρί Φαντέν-Λατούρ και άλλοι.[5]

Ρομαντισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σχεδία της Μέδουσας, 1819, Τεοντόρ Ζερικώ, Μουσείο του Λούβρου

Από το 1815, καθώς η Αυτοκρατορία έφτανε στο τέλος της, ο νεοκλασικισμός άρχισε να θεωρείται συντηρητικός και ακαδημαϊκός και οι ανερχόμενοι καλλιτέχνες αναζητούσαν κάτι διαφορετικό. Η τέχνη εξελισσόταν, έβγαινε από το εργαστήρια και από την Ακαδημία, και η πρώτη μεγάλη σχολή τέχνης που αμφισβήτησε με επιτυχία το κατεστημένο ήταν ο Ρομαντισμός, που υιοθέτησε μια πιο συναισθηματική και οικεία προσέγγιση στο θέμα, ευνοώντας τις σύγχρονες και προσωπικές σκηνές έναντι των ιστορικών ή μυθολογικών θεμάτων του νεοκλασικισμού. Ο οριενταλισμός, τα αιγυπτιακά μοτίβα, ο τραγικός αντιήρωας, το άγριο τοπίο, το ιστορικό μυθιστόρημα και σκηνές από τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση, δημιούργησαν μια νέα θεματολογία και ενσωματώθηκαν στο νέο κίνημα.[6]

Η Σφαγή της Χίου, Ευγένιος Ντελακρουά, 1824

Ως κίνημα, είχε ξεκινήσει στην Αγγλία και στη Γερμανία, στα μέσα του 18ου αιώνα. Σε μια εποχή που ο νεοκλασικισμός κυριαρχούσε στην Αυτοκρατορική Γαλλία, καλλιτέχνες όπως ο Ουίλλιαμ Τέρνερ στην Αγγλία και ο Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ στη Γερμανία παρήγαγαν ένα ριζικά διαφορετικό είδος τέχνης. Από τους πρώτους που εισήγαγε τον ρομαντισμό στη Γαλλία ήταν ο Τεοντόρ Ζερικώ με τη μνημειώδη Σχεδία της Μέδουσας που εκτέθηκε στο Σαλόν του 1819, ένας ιστορικός πίνακας συγκρίσιμος σε μέγεθος με τα μεγάλα έργα του Γκρο και του Ζεράρ αλλά εντελώς διαφορετικός ως προς το θέμα και τα συναισθήματα. Δεν απεικονίζει κάποιο ηρωικό γεγονός της σύγχρονης γαλλικής ιστορίας, αλλά τον απόηχο ενός ναυαγίου, με τους επιζώντες να ζητούν βοήθεια.

Ο καλλιτέχνης που καθιερώθηκε γρήγορα ως ο σημαντικότερος της γαλλικής ρομαντικής τέχνης ήταν ο Ευγένιος Ντελακρουά, ο οποίος αναζήτησε έμπνευση σε συναισθηματικά φορτισμένες σκηνές και εξωτικά τοπία. Δημιούργησε επίσης αυτόν που είναι ίσως ο πιο εμβληματικός γαλλικός πίνακας όλων των εποχών: Η Ελευθερία οδηγεί τον λαό (1830), έργο εμπνευσμένο από την Ιουλιανή επανάσταση, δείχνει μια ατημέλητη αλλά θριαμβευτική Ελευθερία που αναδύεται από το βίαιο χάος της επανάστασης ενώ υψώνει την τρίχρωμη σημαία. Από τον Ντελακρουά εμπνεύστηκαν και άλλοι καλλιτέχνες που μετέφεραν την τέχνη σε νέα επίπεδα ως προς τη μορφή και το θέμα, όπως ο Ιπολίτ-Πωλ Ντελαρός με ιστορικούς πίνακες που είχαν τεράστια απήχηση στο κοινό.[7]

Άλλοι σημαντικοί εκπρόσωποι του ρομαντικού κινήματος είναι ο Πιερ-Πωλ Πρυντόν και ο Αν-Λουί Ζιροντέ-Τριοζόν, πρόδρομοι του Ρομαντισμού, ο Οράς Βερνέ, ο Τεοντόρ Σασεριώ, επηρεασμένος από τον εξωτισμό της Ανατολής, Άρι Σέφερ, Λεόν Κονιέ, Λουί Μπουλανζέ, η Ανριέτ Λοριμιέ, o Αλεξάντρ-Γκαμπριέλ Ντεκάν, Εζέν Ντεβεριά, Εζέν Ιζαμπέ κλ.


Ακαδημαϊσμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ζαν-Λεόν Ζερόμ, Ο θάνατος του Καίσαρα (1867), Walters Art Gallery, Βαλτιμόρη.

Η ακαδημαϊκή τέχνη που αναπτύχθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα στην Ακαδημία των Καλών Τεχνών είχε μεγάλη ανταπόκριση στο κοινό και τις κρατικές παραγγελίες: ζωγράφοι όπως ο Ζαν-Λεόν Ζερόμ, ο Ουιλιάμ-Αντόλφ Μπουγκερώ, ο Τομά Κουτύρ, ο Αλεξάντρ Καμπανέλ, Αμωρύ Ντυβάλ, ζωγράφισαν μυθολογικά θέματα και ιστορικές σκηνές εμπνευσμένες από την αρχαιότητα, ακολουθώντας τα βήματα του Ζαν Ωγκύστ Ντομινίκ Ενγκρ και των νεοκλασικών.[8]

Αν και επικρίθηκαν για τη συμβατικότητά τους από τους νέους ζωγράφους και κριτικούς, οι πιο ταλαντούχοι από τους ακαδημαϊκούς ζωγράφους ανανέωσαν το ιστορικό είδος, αντλώντας έμπνευση από διάφορους πολιτισμούς και τεχνικές, όπως η Ανατολή και τις νέες τεχνικές που έγιναν δυνατές με την εφεύρεση της φωτογραφίας.

Σχολή της Μπαρμπιζόν - Ρεαλισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γκυστάβ Κουρμπέ, Αγρότες που επιστρέφουν από την αγορά, 1850

Οι ρομαντικές τάσεις συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια του αιώνα, ωστόσο, καθώς οι επαναστάσεις επέφεραν σημαντικές αλλαγές στη γαλλική κοινωνία, από τα μέσα του 19ου αιώνα μια επιθυμία για ισότητα άρχισε να εμφανίζεται στο έργο των καλλιτεχνών. Απομακρυνόμενοι από τη μεγαλειώδη και συναισθηματικά φορτισμένη θεματολογία και τις ιστορικές συνθέσεις του Νεοκλασικισμού, του Ρομαντισμού και του Ακαδημαϊσμού, οι καλλιτέχνες εστίασαν την προσοχή τους στην καθημερινή ζωή και στους κοινούς ανθρώπους. Έτσι, πολλαπλασιάστηκαν οι πίνακες με χωρικούς που μοχθούν στο χωράφι, με κατοίκους της πόλης, με εργάτες, με πολυσύχναστους δρόμους της πόλης ή με την τοπιογραφία της σχολής της Μπαρμπιζόν, της οποίας τα σημαντικότερα μέλη ήταν ο Τεοντόρ Ρουσώ, ο Σαρλ-Φρανσουά Ντωμπινί, ο Ζυλ Ντυπρέ, ο Κονστάν Τρουαγιόν, ο Σαρλ Ζακ και ο Ναρσίς Ντιάζ ντε λα Πένια. Σ' αυτό το κλίμα, ο Γκουστάβ Κουρμπέ ηγέτης του ρεαλιστικού ρεύματος, ζωγράφισε σκηνές φτώχειας και καθημερινών αγώνων. [9]

Άλλοι σημαντικοί εκπρόσωποι του γαλλικού ρεαλισμού του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα είναι οι Ζαν Φρανσουά Μιλέ, Ονορέ Ντωμιέ, Αλεξάντρ Αντινιά, Ζυλ Μπαστιάν-Λεπάζ και Ζαν-Μπατίστ Καμίλ Κορό. [10]

Ιμπρεσιονισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κλωντ Μονέ, Πρόγευμα στην χλόη, 1866 Παρίσι, Μουσείο Ορσέ

Μετά το 1860, η αναζήτηση πάνω στις εντυπώσεις που προκαλεί το φως αλλά και η αντίδραση στους περιορισμούς της Ακαδημίας και στο υπερβολικό συναίσθημα του Ρομαντισμού, οδήγησε στην εμφάνιση του Ιμπρεσιονισμού. Επρόκειτο για ζωγραφική με ζωντανά χρώματα, με έμφαση στις αναπαραστάσεις του φωτός όπως αποτυπώνονται σε εξωτερικούς χώρους με μεταβαλλόμενο φως (με επιρροές από τους πίνακες των Ουίλλιαμ Τέρνερ και Εζέν Μπουντέν). [11]

Οι κύριοι ιμπρεσιονιστές ζωγράφοι ήταν ο Κλωντ Μονέ, ο Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ, ο Καμίλ Πισαρό, ο Άλφρεντ Σίσλεϋ, η Μπερτ Μοριζό, ο Φρεντερίκ Μπαζίλ, ο Αρμάν Γκιγιομέν και ο Γκυστάβ Καγιεμπότ, οι οποίοι εργάστηκαν μαζί, επηρέασαν ο ένας τον άλλον και εξέθεταν μαζί. Ο Εντγκάρ Ντεγκά και ο Πωλ Σεζάν ζωγράφισαν επίσης σε ιμπρεσιονιστικό στυλ για ένα διάστημα στις αρχές της δεκαετίας του 1870. Ο καθιερωμένος ζωγράφος Εντουάρ Μανέ, του οποίου το έργο στη δεκαετία του 1860 επηρέασε πολύ τον Μονέ και άλλους της ομάδας, υιοθέτησε ο ίδιος την ιμπρεσιονιστική προσέγγιση περίπου το 1873.[12][13]

Μετα-ιμπρεσιονιστικά κινήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι τελευταίες δύο δεκαετίες του αιώνα είδαν μια έκρηξη ρευμάτων και τάσεων στη γαλλική ζωγραφική. Ο μετα-ιμπρεσιονισμός, που συνήθως συνδέεται με τον Ζωρζ Σερά, τον Πωλ Σεζάν, τον Πωλ Γκωγκέν και τον Βαν Γκογκ, διαφοροποιήθηκε από τις νατουραλιστικές και ρεαλιστικές τάσεις που είχαν διαμορφώσει τον ιμπρεσιονισμό, που τις αντικατέστησε σε μεγάλο βαθμό με συμβολικές και φανταστικές πηγές έμπνευσης.

Ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ, γεννημένος στην Ολλανδία, αλλά που ζούσε στη Γαλλία, επέδρασε σημαντικά στη διαμόρφωση μεταγενέστερων καλλιτεχνικών ρευμάτων της αφηρημένης τέχνης. Ο Ζωρζ Σερά, επηρεασμένος από τη θεωρία των χρωμάτων των έργων των ιμπρεσιονιστών, εισήγαγε την τεχνική του πουαντιγισμού και τον ακολούθησε ο Πωλ Σινιάκ. Ο Ανρί Ρουσσώ έγινε το πρότυπο της ναΐφ τέχνης. Ο Πωλ Σεζάν είχε επίσης επιδράσεις από τους ιμπρεσιονιστές όπως και ο Πωλ Γκωγκέν και ο Εμίλ Μπερνάρ.[14]

Ανρί ντε Τουλούζ-Λωτρέκ, Χορός στο Μουλέν Ρουζ, 1890, Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφεια

Η Ομάδα Ναμπί, μια ομάδα νέων Γάλλων καλλιτεχνών που δραστηριοποιήθηκαν στο Παρίσι από το 1888 έως το 1900, με εκπροσώπους τους Πωλ Σερυζιέ, Πιέρ Μπονάρ, Εντουάρ Βιγιάρ και Μωρίς Ντενί, στράφηκαν προς την ανανέωση της τέχνης της ζωγραφικής. Πίστευαν ότι ένα έργο τέχνης δεν ήταν μια απεικόνιση της φύσης, αλλά μια σύνθεση μεταφορών και συμβόλων που δημιουργούσε ο καλλιτέχνης, και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη μετάβαση από τον ιμπρεσιονισμό και τον ακαδημαϊσμό στην αφηρημένη τέχνη, στον συμβολισμό και τα άλλα πρώιμα κινήματα της μοντέρνας τέχνης.

Γύρω στο 1887, ο Λουί Ανκετέν και ο Εμίλ Μπερνάρ ανέπτυξαν τον κλουασονισμό, ένα καλλιτεχνικό ρεύμα που χρησιμοποιούσε έντονα χρώματα και μορφές, οι οποίες διαχωρίζονται από αδρά, σκουρόχρωμα περιγράμματα και που βρήκε εφαρμογή στην Αρ Νουβώ και επίσης στο έργο του Ανρί ντε Τουλούζ-Λωτρέκ. Αυτά τα ρεύματα και οι ζωγράφοι ενώνονται στο τεράστιο κίνημα του Μετα-Ιμπρεσιονισμού.

Συμβολισμός-Τέλος του αιώνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την ίδια περίοδο αναπτύχθηκε το ρεύμα του συμβολισμού, το οποίο ξεκίνησε από τη λογοτεχνία και την ποίηση και επηρέασε όλες τις τέχνες, συμπεριλαμβανομένης της ζωγραφικής. Στη Γαλλία οι κύριοι εκπρόσωποι είναι ο Γκυστάβ Μορώ, ο Πιέρ Πυβί ντε Σαβάν και ο Οντιλόν Ρεντόν. Η συμβολιστική ζωγραφική χαρακτηρίζεται από ονειρικά, μυθολογικά και φανταστικά θέματα, σε αντίθεση προς τον νατουραλισμό και τον ρεαλισμό.[15]

Στο τέλος του αιώνα εμφανίστηκε μια νέα γενιά καλλιτεχνών που γεννήθηκαν γύρω στο 1870-1880 και η οποία επηρεάστηκε από τον πουαντιγισμό και την τεχνική της ομάδας Ναμπί. Ο Ανρί Ματίς, ο μεγαλύτερος της ομάδας, με τους Αντρέ Ντεραίν και Μωρίς ντε Βλαμένκ στο Φθινοπωρινό Σαλόν του 1903 παρουσίασαν τα πρώτα έργα του Φωβισμού, βραχύβιου ρεύματος αλλά με σημαντικό αντίκτυπο στην εξέλιξη της τέχνης του 20ού αιώνα.

Γλυπτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ωγκύστ Ροντέν, Ο σκεπτόμενος, 1882, Μουσείο Ροντέν, Παρίσι

Η γαλλική γλυπτική του 19ου αιώνα χαρακτηρίζεται από την ποικιλομορφία των ρευμάτων και τεχνοτροπιών, που κυμαίνονται από τον νεοκλασικισμό στις αρχές του αιώνα, με σημαντικότερο εκπρόσωπο τον Αντόνιο Κανόβα, έως την Αρ-Νουβώ και τον Μοντερνισμό στα τέλη του αιώνα.[16]

Μια πολύ σημαντική παραγωγή γλυπτών δημιουργήθηκε από κρατικές παραγγελίες που συνδέονται με τους αστικούς μετασχηματισμούς και την εκκοσμίκευση της δημόσιας ζωής: πόλεις και κυβερνήσεις, ιδίως υπό τον Ναπολέοντα Γ' και την Τρίτη Δημοκρατία, ανταγωνίζονταν στον τομέα. Η άνοδος της πλούσιας αστικής τάξης συνέβαλε επίσης στη μόδα των αγαλμάτων σε ιδιωτικά ταφικά μνημεία και των μικρών μπρούτζινων έργων, στα οποία πολλοί γλύπτες ειδικεύθηκαν.

Μεγάλοι καλλιτέχνες σημάδεψαν τον αιώνα όπως ο Ωγκύστ Ροντέν, η Καμίλ Κλοντέλ, ο Φρανσουά Ρυντ, ο Ζαν-Μπατίστ Καρπώ, ο Ωγκύστ Μπαρτολντί, δημιουργός του Αγάλματος της Ελευθερίας, ο Φρανσουά Ζοζέφ Μποζιό, ο Νταβίντ ντ'Ανζέ, ο Ζαν-Ζακ Πραντιέ, ο Αντουάν-Λουί Μπαρί, ο Καριέ-Μπελέζ, ο Εμανουέλ Φρεμιέ και ο Ζυλ Νταλού. [17]

Αρκετοί ζωγράφοι ασχολήθηκαν επίσης με τη γλυπτική, μεταξύ των οποίων οι Ονορέ Ντωμιέ, Γκυστάβ Ντορέ, Ζαν-Λεόν Ζερόμ, Εντγκάρ Ντεγκά και Πωλ Γκωγκέν.

Αρχιτεκτονική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Όπερα Γκαρνιέ, 1861-1875

Στην αρχιτεκτονική του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, ο νεοκλασικός ρυθμός, ήδη παρών στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, εξακολουθεί να εξελίσσεται - και επέζησε ως τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Ανάμεσα στα μνημεία και οικοδομήματα της εποχής, χαρακτηριστικές είναι η Αψίδα του Θριάμβου του Καρουζέλ και η Αψίδα του Θριάμβου στην πλατεία Σαρλ ντε Γκωλ στο Παρίσι, παραγγελία του Ναπολέοντα το 1806 που ολοκληρώθηκε το 1836 επί Λουδοβίκου-Φίλιππου και δανείζεται τις αναλογίες και το ύφος από τις θριαμβικές αψίδες των αρχαίων Ρωμαίων. Η εκκλησία της Μαντλέν, βασισμένη στον ρωμαϊκό ναό Μαιζόν Καρέ της Νιμ, η εκκλησία Νοτρ-Νταμ-ντε Λορραίν, κλ [18]

Είσοδος Μετρό του Παρισιού Αρ Νουβώ, 1900, έργο του Εκτόρ Γκιμάρ

Στα μέσα του 19ου αιώνα, εμφανίστηκε μια νέα τάση, ο αρχιτεκτονικός εκλεκτικισμός. Συνδυάζει διαφορετικά αρχιτεκτονικά στυλ, με έμπνευση από διάφορες τεχνοτροπίες του παρελθόντος σε νέους συνδυασμούς. Πολλά δημόσια κτήρια κατασκευάστηκαν αυτή την εποχή, ιδιαίτερα μεταξύ 1853 και 1870 που πραγματοποιήθηκε ο μετασχηματισμός του Παρισιού από τον βαρόνο Οσμάν. Η Όπερα Γκαρνιέ στο Παρίσι είναι ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα του αρχιτεκτονικού εκλεκτικισμού της εποχής.

Στη συνέχεια, οι νέες τεχνικές και τα νέα δομικά υλικά όπως χάλυβας, χυτοσίδηρος, γυαλί, σίδηρος ή αργότερα οπλισμένο σκυρόδεμα επέτρεψαν νέες κατασκευές που χρησιμοποιήθηκαν στα τέλη του αιώνα και από την Αρ Νουβώ.[19]Οι εκθεσιακοί χώροι και μουσεία Γκραν Παλαί και το Πετί Παλαί που κατασκευάστηκαν για την Παγκόσμια έκθεση του 1900 συνδυάζουν την κλασική αρχιτεκτονική με την αρ νουβώ.

Σχετικά άρθρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. . «oxfordbibliographies.com/Nineteenth-Century France». 
  2. . «metmuseum.org/France, 1800–1900 A.D.». 
  3. . «espacefrancais.com/histoire-de-la-france-au-xixe-siecle/». 
  4. . «artsy.net/article/artsy-editorial-french-art-history-in-a-nutshell». 
  5. . «cdi-garches.com/art/la-bataille-romantique/». 
  6. . «cosmovisions.com/peintureFranceRomantisme». 
  7. . «artguide.fr/le-romantisme-en-peinture/». 
  8. . «histoire-image.org/de/etudes/art-pompier-art-officiel». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Δεκεμβρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2021. 
  9. . «histoire-image.org/de/albums/courants-artistiques-realisme». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Νοεμβρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2021. 
  10. . «fr.gallerix.ru/pedia/history-of-art--realist-painting/». 
  11. . «pariscityvision.com/fr/giverny/les-impressionnistes». 
  12. . «galerie-peinture.com/les-premiers-maitres-de-lmpressionnisme-en-peinture/». 
  13. . «britannica.com/art/Impressionism-art». 
  14. . «roemerholz.ch/sor/fr/home/museum/la-collection/les-epoques/france--xixe-et-debut-du-xxe-siecle---postimpressionnisme-». 
  15. . «connaissancedesarts.com/arts-expositions/paris/le-saviez-vous-le-symbolisme-et-la-peinture-onirique». 
  16. . «grandpalais.fr/fr/article/la-sculpture-au-xixe-siecle». 
  17. . «universalis.fr/encyclopedie/sculpture-du-xixe-siecle/». 
  18. . «lesmaconsparisiens.fr/batiment/levolution-des-styles-architecturaux-au-19eme-siecle-a-paris/». 
  19. . «hisour.com/fr/19th-century-architecture».