Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιωάννης Ε΄
Mικρογραφία από τον κώδικα Mutinensis gr. 122 (folio 294v) της Βιβλιοθήκης των Έστε στη Μόντενα.
Περίοδος15 Ιουνίου 1341 - 12 Αυγούστου 1376
ΠροκάτοχοςΑνδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος
ΔιάδοχοςΑνδρόνικος Δ΄ Παλαιολόγος
ΠερίοδοςΙωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός (31 Μαρτίου 1347 - 10 Δεκεμβρίου 1354)
Περίοδος1 Ιουλίου 1379 - 14 Απριλίου 1390
ΠροκάτοχοςΑνδρόνικος Δ΄ Παλαιολόγος
ΔιάδοχοςΙωάννης Ζ΄ Παλαιολόγος
Περίοδος17 Σεπτεμβρ. 1390 - 16 Φεβρουαρ. 1391
ΠροκάτοχοςΙωάννης Ζ΄ Παλαιολόγος
ΔιάδοχοςΜανουήλ Β΄ Παλαιολόγος
Γέννηση18 Ιουνίου 1332
Διδυμότειχο, Βυζαντινή Αυτοκρατορία
Θάνατος16 Φεβρουαρίου 1391 (58 ετών)
Κωνσταντινούπολη
ΣύζυγοςΕλένη Καντακουζηνή
ΕπίγονοιΑνδρόνικος Δ΄ Παλαιολόγος
Ειρήνη Παλαιολογίνα
Μανουήλ Β´ Παλαιολόγος
Θεόδωρος Α΄ Παλαιολόγος
Μιχαήλ Παλαιολόγος
Μαρία Παλαιολογίνα
κ.ά.
ΟίκοςΔυναστεία των Παλαιολόγων
ΠατέραςΑνδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος
ΜητέραΆννα της Σαβοΐας
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Ιωάννης Ε´ Παλαιολόγος (18 Ιουνίου 1332 - 16 Φεβρουαρίου 1391) ήταν Βυζαντινός Αυτοκράτορας, ο οποίος κυβέρνησε επισήμως από το 1341 μέχρι το θάνατό του το 1391, ουσιαστικά όμως είχε τη διοίκηση μόνο μετά το 1354, κατόπιν της παραιτήσεως του συναυτοκράτορά του Ιωάννη ΣΤ´ Καντακουζηνού. Ο Ιωάννης ΣΤ΄ ήταν αυτός που άσκησε την εξουσία μετά το θάνατο του φίλου του και πατέρα του Ιωάννη Ε΄, Ανδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου. Επίσης, απείχε της εξουσίας κατά τη διάρκεια πραξικοπήματος από το γιο του και συναυτοκράτορα Ανδρόνικο Δ´ Παλαιολόγο, μεταξύ του 1376 και του 1379.

Η δράση του ως αυτοκράτορα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την παραίτηση του Ιωάννη ΣΤ´, ο Ιωάννης Ε´ ξεκινά την αυτόνομη διακυβέρνησή του με επιθετική τακτική. Αποφάσισε ότι μοναδικός τρόπος ριζικής αντιμετώπισης του κινδύνου των Τούρκων ήταν η εξολόθρευσή τους. Αρχικά απευθύνθηκε στον Πάπα Ιννοκέντιο το 1355, ζητώντας στρατιωτική βοήθεια, με αντάλλαγμα την υποταγή της Ανατολικής Εκκλησίας στη Ρώμη. Η προσπάθειά του αυτή δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, ούτε ως προς το μέτωπο των Τούρκων, αλλά ούτε σε ό,τι αφορά την ένωση των Εκκλησιών. Εν τω μεταξύ, οι Τούρκοι προήλαυναν ακάθεκτοι στη Θράκη, τη Μακεδονία, την Αλβανία, τη Σερβία και τη Βουλγαρία. Ο Αυτοκράτορας αποφάσισε το 1364 να ξεκινήσει νέα διπλωματική προσπάθεια στη Δύση, ξεκινώντας από τον Λουδοβίκο της Ουγγαρίας, στον οποίο πήγε αυτοπροσώπως. Μια τέτοια κίνηση θα ήταν αδιανόητη για έναν Βυζαντινό Αυτοκράτορα, όχι όμως για τον ηγέτη του υπό κατάρρευση κράτους του 14ου αιώνα. Ο Ούγγρος ηγεμόνας ζήτησε την άμεση και άνευ όρων υποταγή της Ανατολικής Εκκλησίας ως προαπαίτηση για οποιαδήποτε συμφωνία. Γνωρίζοντας το ανέφικτο μιας τέτοιας δέσμευσης, έφυγε απογοητευμένος, αλλά καθ' οδόν τον περίμεναν νέα δεινά. Οι Βούλγαροι αρνήθηκαν να του επιτρέψουν τη διέλευση, κρατώντας τον ουσιαστικά όμηρο. Μόνο η επέμβαση του εξαδέλφου του Αμεδαίου της Σαβοΐας του εξασφάλισε την επιστροφή.

Το ταξίδι στη Ρώμη και τη Βενετία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1367 ξεκίνησε νέα περιοδεία. Προορισμός του η Ρώμη, όπου ήταν αποφασισμένος να δηλώσει την προσωπική του υποταγή στη ρωμαιοκαθολική εκκλησία, προκειμένου να εξασφαλίσει κάποια βοήθεια. Στη Ρώμη υπέγραψε τις απαραίτητες συμφωνίες και, υποκλινόμενος, προσκύνησε τον πάπα Ουρβανό. Ήταν μια προσωπική πράξη[1], που δεν αποτελούσε δέσμευση για το λαό του, πολλώ, δε, μάλλον για την έντονα αντιτιθέμενη Ορθόδοξη ιεραρχία. Στη Ρώμη, άφησε αποστολή ιεραρχών, με επικεφαλής το μοναχό Ιωάσαφ, τον πρώην αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό, ένθερμο υποστηρικτή της ένωσης.

Στην επιστροφή του, πέρασε από τη Βενετία. Εκεί, ο Δόγης Ανδρέα Κονταρίνι το φιλοξένησε υποτυπωδώς. Στις συνομιλίες τους, συμφώνησαν την επιστροφή των αυτοκρατορικών κοσμημάτων και κάποιες χρηματικές και ναυτικές ενισχύσεις, με αντάλλαγμα τη νήσο Τένεδο. Στη συμφωνία του αυτή αντέδρασε ο πρωτότοκος γιος του Ανδρόνικος Δ´ Παλαιολόγος, ήδη συναυτοκράτορας, επηρεασμένος από τους συμμάχους του Γενουάτες. Κατά τη στιγμή της αναχώρησής του από τη Βενετία, διαπίστωσε ότι δεν είχε καν αρκετά χρήματα για το ταξίδι της επιστροφής. Μόνο η εσπευσμένη έλευση του άλλου γιου του Μανουήλ (μετέπειτα αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου), μαζί με ικανό ποσό, μπόρεσε να του εξασφαλίσει την επιστροφή.

Η προέλαση των Τούρκων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον ίδιο καιρό, συνεχίζονταν οι δυσμενείς διεθνείς συγκυρίες - και κυρίως η προέλαση των Τούρκων. Ήταν τώρα η σειρά των Σέρβων να γνωρίσουν συντριπτικές ήττες, πρώτα στη Μαριτσά το 1371, και αργότερα στο Κόσοβο το 1389. Οι εχθροί των Τούρκων στη Βαλκανική είχαν εξολοθρευτεί. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ο Ιωάννης να αναγκαστεί να δηλώσει την υποτέλειά του στο Σουλτάνο Μουράτ Α΄, με υποχρεώσεις καταβολής φόρων αλλά και παροχής στρατιωτικών ενισχύσεων κατά τις ανάγκες του. Είναι ίσως από τις πικρότερα ειρωνικές στιγμές του Βυζαντίου, ο Αυτοκράτορας που ξεκίνησε αποφασισμένος για την εξόντωση των Τούρκων να καταλήξει μέσα σε είκοσι χρόνια υποτελής τους. Χαρακτηριστικό ήταν το γεγονός ότι ο γιος του Μανουήλ, βρέθηκε πολλές φορές όμηρος στα χέρια των Τούρκων.

Τα πραξικοπήματα εναντίον του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την απουσία του πατέρα του μέχρι το 1369 εκμεταλλεύτηκε ο Ανδρόνικος Δ΄ για να κάνει αρχικά αποτυχημένο πραξικόπημα το 1373, αλλά επιτυχημένο το 1376, συλλαμβάνοντας και φυλακίζοντας τον Ιωάννη και το Μανουήλ. Το 1379 τους απελευθέρωσαν οι Τούρκοι και οι Βενετοί, σταθερά εχθροί του Ανδρόνικου. Στον Ανδρόνικο Δ΄ δόθηκε μια περιοχή στη Σηλυμβρία, όπου βασίλεψε έως το 1385, οπότε και πέθανε.

Ως μέρος της ίδιας συμφωνίας, ο Μανουήλ διορίστηκε κυβερνήτης της Θεσσαλονίκης. Η πόλη πολιορκήθηκε από το 1383 έως το 1387 από τους Τούρκους, και ο Μανουήλ αποδείχθηκε άξιος υπερασπιστής της. Τη χρονιά αυτή, ο λαός της πόλης ζήτησε να παραδοθεί στον εχθρό και να αποφύγει την παραδοσιακή σφαγή και λεηλασία. Αηδιασμένος ο Μανουήλ από αυτή τη λιποψυχία, εγκατέλειψε τη Θεσσαλονίκη και αυτοεξορίστηκε στη Λήμνο.

Το 1390, ο γιος του Ανδρόνικου Δ΄, ο Ιωάννης Ζ΄ Παλαιολόγος, με την υποστήριξη των Γενουατών, πραγματοποίησε με τη σειρά του πραξικόπημα και έριξε τον παππού του. Το κίνημά όμως αυτό καταπνίγηκε γρήγορα και παππούς και εγγονός επέστρεψαν στα καθήκοντά τους ως υποτελείς του Σουλτάνου.

Με ασυγκράτητη την επέλαση των Τούρκων και καμία ουσιαστική επιτυχία, το βυζαντινό κράτος έχει ήδη συρρικνωθεί σε ένα βασίλειο ήσσονος σημασίας. Μέσα στο τραγικό αυτό κλίμα και με το βασίλειό του στο χείλος της κατάρρευσης, ο Ιωάννης πέθανε το 1391.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νυμφεύτηκε το 1347 την Ελένη Καντακουζηνή, κόρη του Ιωάννη ΣΤ΄ και της Ειρήνης Μίτσο-Ασέν, δισεγγονής του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου. Είχε τέκνα:

  • Ανδρόνικος Δ΄ 1348-1385, Αυτοκράτορας των Ρωμαίων (1376-79).
  • Ειρήνη π. 1349-μετά το 1362, παντρεύτηκε τον εξάδελφό της Χαλίλ, γιο του Ορχάν Α΄ της Βιθυνίας και της Θεοδώρας Καντακουζηνής.
  • Μανουήλ Β΄ 1350-1425, Αυτοκράτορας των Ρωμαίων (1391-1425).
  • Θεόδωρος Α΄ π. 1355-1407, δεσπότης του Μωρέως (1383-1407).
  • Μιχαήλ απεβ. 1376/7, δεσπότης Μεσημβρίας, νυμφεύθηκε την κόρη του Ντομπρότιτς πρίγκιπα της Βάρνας.
  • Μαρία απεβ. 1376, αρραβωνιάστηκε με τον Μουράτ Α΄, αλλά απεβίωσε πριν τον γάμο.
  • (κόρη), αρραβωνιάστηκε με τον Πέτρο Β΄ των Πουατιέ βασιλιά της Κύπρου, ίσως δεν είναι η Ειρήνη ή η Μαρία.
  • (δύο κόρες). Αναφέρεται ότι δύο κόρες εισήλθαν σε μονή το 1373, ίσως δεν είναι κάποιες από τις προηγούμενες.
  • (νόθη) Ζαμπία Παλαιολογίνα, παντρεύτηκε τον Ιλάριο Ντόρια.

Νομισματική παραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιωάννης Ε΄ εισήγαγε τα 1/2 υπερπύρου , 1/4 υπερπύρου και 1/16 υπερπύρου, όλα αργυρά. Επίσης τα χάλκινα τορνέζια και τα χάλκινα φόλλαρα. Εκτός από αυτά έκοψε αργυρά βασιλικά, χάλκινα ιστάμενα και ασσάρια. Το ότι δεν έκοψε χρυσά (ολόκληρα) υπέρπυρα, φανερώνει τη δύσκολη οικονομική κατάσταση.

Στο 1/2 υπερπύρου εικονίζεται προτομή του και γύρω επιγραφές IΩ. ΔΕCΠOTHC Ο ΠAΛAIOΛOΓOC / ΘV ΧΑΡΙΤΙ ΒΑCΙΛΕVC ΡΩΜΑΙΩΝ. Στην άλλη όψη προτομή του Χριστού.

Τα νομισματοκοπεία ήταν στην Κωνσταντινούπολη και στη Θεσσαλονίκη.[2]

Πρόγονοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Mitrea, Mihail (2017). A Late-Byzantine Hagiographer: Philotheos Kokkinos and His Vitae of Contemporary Saints (PhD thesis). University of Edinburgh. σελ. 77. Ανακτήθηκε στις 29 Μαΐου 2021. 
  2. David R. Sear, Byzantine coins & their values, Seaby Ltd., 2nd edition 1996

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Norwich, J.J. "Byzantium", Vol. III-The Decline and Fall
  • Vasiliev, A. "History of the Byzantine Empire, 324–1453"
  • Ostrogorsky, G. "History of the Byzantine State"
Προηγούμενος
Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου
συναυτοκράτορας Ιωάννης ΣΤ´ Καντακουζηνός
(1347-1354)
Επόμενος
Ανδρόνικος Δ΄ Παλαιολόγος
Προηγούμενος
Ανδρόνικος Δ΄ Παλαιολόγος
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου
Επόμενος
Ιωάννης Ζ΄ Παλαιολόγος
Προηγούμενος
Ιωάννης Ζ΄ Παλαιολόγος
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου
Επόμενος
Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος