Μετάβαση στο περιεχόμενο

Απόλλων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Αγρέας)
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Απόλλων (αποσαφήνιση).
Θεός Απόλλωνας
θεός της μουσικής, του χορού, της ποίησης, της επιστήμης, του ήλιου και του φωτός, της μέρας, της γνώσης, της θεραπείας, της γιατρειάς, της τοξοβολίας, των τεχνών, της αλήθειας και της μαντείας
Άγαλμα του Απόλλωνος (Ακαδημία Αθηνών)
Σύμβολαλύρα, σπαθί, τόξο και βέλη
Σύζυγος-οιΟυρανία και Άμφισσα
Σύντροφος-οιΜαντώ του Τειρεσία, Πάφος, Χιόνη, Ακάλλη, Αίθουσα, Αντιάνειρα, Κυρήνη, Καλλιόπη, Τερψιχόρη, Κλειώ, Κορωνίς, Αρσινόη, Corycia, Κρέουσα, Δρυόπη, Εὐάδνη, Εκάβη, Υπερμήστρα, Μελία, Οθρήις, Παρθενόπη, Προκλεία, Ψαμάθη, Ροιώ, Σινώπη, Συλλίς, Θάλεια, Θυρώ, Θυία, Κελαινώ, Μέλαινα, Thyria, Βολίνα, Ροδόπη, Φιλωνίς, Αγαθίππη, Χρυσόθεμις (του Σταφύλου), Ρυτία, Κία, Leuconoe, Areia, Babylon, Χρυσόρθη, Cleobule, Κυρήνη, Phthia και Cresse
ΓονείςΔίας και Λητώ
ΑδέλφιαΘεά Άρτεμις
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Απόλλωνας (Αττικά, Ιωνικά, και επίσης Ομηρικά ελληνικά: Ἀπόλλων, Apollōn (γεν. Ἀπόλλωνος)· Δωρικά: Ἀπέλλων, Apellōn· Αρκαδοκυπριακά: Ἀπείλων, Apeilōn· Αιολικά: Ἄπλουν, Aploun· Λατινικά: Apollō) είναι ένας από τους 12 θεούς του Ολύμπου, θεός της μουσικής, του φωτός, προστάτης των τεχνών και της μαντείας.[1]

Ο θεός του φωτός και του ήλιου, της ποίησης, της μουσικής και της μαντείας. Στον ύμνο για τον Πύθιο Απόλλωνα, οι Μούσες έψαλλαν, οι Χάριτες και οι Ώρες χόρευαν και ο Απόλλωνας έπαιζε τη λύρα του. Γι' αυτό ήταν ο αρχηγός του χορού των Μουσών, ο Μουσηγέτης και η λύρα ήταν το όργανο του. Οι αρχαίοι Έλληνες του είχαν δώσει τα επίθετα αειγενέτης (εκείνος που γεννιέται ασταμάτητα), ακερσεκόμης (αυτός που έχει μακριά μαλλιά), εκατήβολος (αυτός που ρίχνει τα βέλη του από μακριά), Φοίβος (ο λαμπερός θεός) και χρυσοκόμης (αυτός που έχει ξανθά και χρυσά μαλλιά).

Μύθος για τη γέννησή του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πιο διαδεδομένος μύθος για τη γέννησή του αναφέρει, πως αυτή πραγματοποιήθηκε στο νησί Ορτυγία (τη σημερινή Δήλο) από τη Λητώ, θεάς της έναστρης νύχτας, που υπήρξε σύζυγος του Δία πριν από την Ήρα. Λόγω της μεγάλης ζήλιας της Ήρας για τη Λητώ, κανένας τόπος δεν τη δεχόταν να γεννήσει, εκτός από την Ορτυγία. Ήταν ένα νησί, που έως τότε έπλεε ελεύθερο στα κύματα κι έτσι ήταν δύσκολο η Ήρα να ανιχνεύσει την τοποθεσία στην οποία η Λητώ είχε καταφύγει. Αργότερα, ο Δίας σταθεροποίησε το νησί προκειμένου να πραγματοποιηθεί η γέννηση του Απόλλωνος. Οι πόνοι του τοκετού διήρκεσαν εννιά μέρες και εννιά νύχτες και τότε η Ειλείθυια, η μαμή που η Ήρα κρατούσε επίτηδες κοντά της, μπόρεσε να διαφύγει ώστε να βοηθήσει την ετοιμόγεννη Λητώ. Πρώτη γεννήθηκε η Άρτεμις και ύστερα ο Απόλλων. Η Ορτυγία ονομάστηκε Δήλος, επειδή εκεί αποκαλύφθηκε (έγινε δήλος, δηλαδή φανερός) ο θεός Απόλλων.[2]

Αναθηματικό ανάγλυφο, στο οποίο απεικονίζονται ο Δίας και η Απολλώνια Τριάδα
Ο «κιθαρωδός» Απόλλωνας. Φρεσκογραφία στον, Οίκο του Αυγούστου στη Ρώμη, περ. 20 π.Χ.
Απόλλων Κιθαρωδός και Μουσαγέτης

Σύμφωνα με άλλες απόψεις, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης υποστηρίζει πως γενέθλιος τόπος του Απόλλωνος δεν είναι η Δήλος, αλλά η Κρήτη. Ωστόσο η ελληνικότητα του Απόλλωνος αμφισβητείται από τους σύγχρονους ερευνητές. Ορισμένοι υποστηρίζουν πως προέρχεται από τον Βορρά, άλλοι από την Ανατολή. Αρχαίες πηγές αναφέρουν πως ο Απόλλων προερχόταν ή αποσυρόταν κάθε χρόνο στη χώρα των Υπερβορείων. Προς επίρρωση της εκδοχής αυτής συμβάλλει και το γεγονός ότι ο μελωδικός κύκνος του θεού είναι βόρειο πουλί, καθώς και ότι το ήλεκτρο, που συνδέεται με αυτόν είναι βορεινό προϊόν. Άλλοι θεωρούν ως τόπο προέλευσης του Απόλλωνος το νησί των ωδικών κύκνων, την Ελιγολάνδη. Επικρατέστερη ωστόσο φαίνεται πως είναι η εκδοχή, ότι ο Απόλλωνας κατάγεται από τη Μικρά Ασία, και συγκεκριμένα από τη Λυκία. Είναι χαρακτηριστικό πως επονομάζεται Λητοΐδης, δηλαδή γιος της Λητούς, κάτι που συνέβαινε συχνότατα στη Λυκία, ενώ οι Έλληνες πολύ σπάνια ονομάζονταν από τις μητέρες τους. Η Λητώ καταγόταν πιθανότατα από τη Λυκία, όπου μια παρεμφερής με το όνομα της λέξη, σήμαινε «γυναίκα». Ο ίδιος ο Απόλλωνας ονομαζόταν Λύκιος και οι Δήλιοι πίστευαν πως περνούσε τους χειμερινούς μήνες του χρόνου στη Λυκία. Ο εορτασμός του είχε οριστεί την έβδομη μέρα του μήνα, σύμφωνα με το βαβυλωνιακό έθιμο. Ο προομηρικός ποιητής Ωλήν που και αυτός καταγόταν από τη Λυκία, υπήρξε ιδρυτής του δελφικού μαντείου, εφευρέτης του εξάμετρου και υμνητής των θεοτήτων της Δήλου. Τέλος, είναι χαρακτηριστικό ότι παρ’ όλο που ο Όμηρος περιγράφει τον θεό Απόλλωνα ως ισότιμο των Ολυμπίων, στην Ιλιάδα εμφανίζεται μαζί με την αδερφή του Άρτεμη να πολεμάει στο πλευρό των Τρώων και εναντίον των Αχαιών, ενώ όλοι οι άλλοι θεοί είναι με το μέρος τους, εκτός από τον Άρη και την Αφροδίτη που θεωρούνται θεοί ξενικής καταγωγής.

Προ-ομηρική παράδοση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με την προ-ομηρική παράδοση, ο Απόλλωνας και ο Πάρις ήταν αυτοί που σκότωσαν τον Αχιλλέα, τον μεγαλύτερο και πιο ξακουστό ήρωα των Αχαιών. Το πιθανότερο είναι, λοιπόν, πως οι Έλληνες ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με τη θρησκεία του Απόλλωνος στη μικρασιατική ακτή, κάπου μεταξύ 1100 και 800 π.Χ. Στην Ιλιάδα, είναι ο μεγάλος πολεμικός θεός προστάτης και σύμμαχος των Τρώων και βασικός υπερασπιστής και βοηθός του Έκτορα. Ορθώνει την αιγίδα του εναντίον των Αχαιών και με την πολεμική ιαχή του «λιώνει το θάρρος στα στήθη τους και ξεχνούν το πολεμόχαρο πνεύμα τους»[3]. Σε άλλο σημείο της Ιλιάδας, παρακολουθούμε τον Απόλλωνα, κάνοντας χρήση των θεϊκών του δυνάμεων, να ξεγυμνώνει τον Πάτροκλο από τα άρματά του και να του αφαιρεί κομμάτι-κομμάτι την ένδοξη ακατανίκητη πανοπλία του Αχιλλέα, ώστε να διευκολύνει τον Έκτορα να σκοτώσει τον Αχαιό ήρωα με δόλο. Αλλού, ο Αχιλλέας φαίνεται να αντιλαμβάνεται πως τα αθέατα βέλη που σκοτώνουν τους συντρόφους του προέρχονται από θεϊκό χέρι, αγνοεί όμως για ποιο λόγο ο θεός είναι οργισμένος μαζί τους. Ακόμα, ο Απόλλωνας είναι θεός της προφητείας και της μαντικής τέχνης. Ο Κάλχας, ο μάντης των Ελλήνων, στρέφεται προς αυτόν για να πάρει χρησμούς σχετικούς με το λοιμό που πλήττει το στρατόπεδο των Αχαιών. Αυτός μαθαίνει την αιτία του θυμού του θεού και διευκρινίζεται πως ο θεός που μπορεί να φέρει το σκοτάδι και τον θάνατο, «γρήγορος σαν τη νύχτα», είναι ο ίδιος λαμπρός σαν το φως. Από εκεί αντλείται και το άλλο προσωνύμιό του, Φοίβος. Άλλες γνωστές επικλήσεις του είναι οι Αγραίος, Αγρέτης, Άκτιος, Αμυκλαίος, Γεννήτωρ, Δειραδιώτης, Διονυσοδότης, Εναγώνιος, Επάκυιος, Ήλιος, Κάρνειος, Κιθαρωδός, Κουροτρόφος, Μουσαγέτης ή Μουσηγέτης. Νόμιος, Ογκαίος, Ογκεάτας, Πτώος, Πύθιος, Σπόνδιος, Τμώος, Τυρίτης, Υπερβόρειος κ.ά.

Μάχη με τον Πύθωνα και οι Δελφοί

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημαντικός για τη θρησκεία και την τιμή προς τον Απόλλωνα είναι ο σχετικός μύθος για τον αγώνα του θεού του Φωτός και της Μουσικής με τον δράκοντα Πύθωνα. Σύμφωνα με άλλες παραλλαγές του μύθου, ανταγωνιστής του θεού είναι η δράκαινα Δελφίνη. Ο Πύθωνας καταγόταν από τη Γαία και ο Ευριπίδης αναφέρεται σε αυτόν στην Ιφιγένεια εν Ταύροις ως «γας πελώριον τέρας», το οποίο κατέβαινε στην εύφορη πεδιάδα της Κρίσης, σπέρνοντας την καταστροφή και τον θάνατο. Η Λητώ και οι Νύμφες παρακολούθησαν τον αγώνα του Απόλλωνος με το σαυροειδές αυτό θηρίο, ενθαρρύνοντας τον θεό και ψάλλοντας έπειτα ύμνους και παιάνες για να γιορτάσουν ένδοξα τη νίκη του. Ο Πύθων είχε καταδιώξει τη Λητώ όταν ήταν έγκυος, με διαταγή της ζηλόφθονης Ήρας, οπότε ο φόνος του ήταν πράξη ευλάβειας και ένδειξη αγάπης και σεβασμού του Απόλλωνος προς τη μητέρα του. Πάντως χρειάστηκε να εξιλεωθεί[1] μετά τον φόνο αυτό. Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή του μύθου, ο Απόλλωνας διαδέχτηκε στον χώρο των Δελφών, τον προκάτοχό του Πύρρο ή Λύκο ή Δευκαλίωνα. Μάλιστα, η συγκεκριμένη πάλη ανάμεσα στις δύο αυτές θεότητες, φέρεται να απηχεί συγκρούσεις μεταξύ λαών.[4]

Από το περιστατικό της εξόντωσης του Πύθωνα, προέρχονται οι ονομασίες Πύθια (η εορτή προς τιμή του Απόλλωνος) και Πυθία (η ιέρεια του μαντείου των Δελφών). Ο Απόλλωνας επεμβαίνει άλλες δύο φορές στη μυθολογία υπέρ της μητέρας του: Στην πρώτη, σκοτώνει τον γίγαντα Τιτυού, γιο της Ελάρας, που αποπειράθηκε να τη βιάσει. Στη δεύτερη οδηγεί σε θάνατο τους επτά γιους της Νιόβης, μαζί με τη αδερφή του Άρτεμη, η οποία σκότωσε τις επτά κόρες της. Η αιτία αυτών των θανάτων είναι πως η Νιόβη, εάν και θνητή, είχε καυχηθεί πως είχε 14 παιδιά, ενώ η Λητώ είχε μόνο δύο, διαπράττοντας έτσι ύβρη.[5]

Ίδρυση του Μαντείου των Δελφών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στους Δελφούς ο Απόλλων είχε ιδρύσει το περίφημο μαντείο του, όπου η Πυθία καθόταν, ως ιέρεια του θεού, σε ένα χρυσό τρίποδα σκεπασμένο με το δέρμα του Πύθωνα και μασώντας φύλλα δάφνης, πρόφερε σε εξάμετρα τον χρησμό της δοσμένο από τον θεό, που ήταν πάντα σκοτεινός και αινιγματικός. Για το λόγο αυτό ο Απόλλων ονομαζόταν και Λοξίας, ως «λοξά αποκρινόμενος», σύμφωνα με χωρίο του Λουκιανού, στο έργο του Θεών Διάλογοι. Στους Δελφούς κατέφευγαν άνθρωποι που είχαν διαπράξει κακό εν αγνοία τους ή άθελά τους και υπέφεραν γι’ αυτό, και γενικά όσοι ήθελαν να μάθουν τι πρέπει να κάνουν για να είναι θεάρεστες οι πράξεις τους και να κερδίσουν την υποστήριξη και την εύνοια των θεών. Από την ελληνική μυθολογία έχουμε ποικίλα παραδείγματα ηρώων που καταφεύγουν στο Μαντείο των Δελφών για χρησμό: Στις Ευμενίδες του Αισχύλου, ο Ορέστης οφείλει να πάει στους Δελφούς να εξαγνιστεί, αν και σκότωσε τη μητέρα του με υποκίνηση του ίδιου του θεού Απόλλωνα, υπερασπιζόμενος την τιμή του πατέρα του. Ο Οιδίποδας, όπως μας τον κληροδοτεί ο Σοφοκλής, μέσα στην άγνοιά του και στην προσπάθεια να βρει την αλήθεια και την ατομική του ταυτότητα, επιχειρώντας να αποφύγει την εκπλήρωση του χρησμού του μαντείου, πως θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα συνάψει ερωτική σχέση με τη μητέρα του, εν τέλει άθελά του την επιβεβαιώνει. Η στενή αυτή σχέση του Μαντείου με ηθικά ζητήματα και θέματα δικαιοσύνης, ήταν φυσικό να κάνει το Δελφικό Απόλλωνα νομοθέτη των ελληνικών πόλεων, ειδικά σε θέματα που έχρηζαν θρησκευτικής κύρωσης. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα στην Πολιτεία, ο Απόλλων εξηγεί σε όλους τους ανθρώπους τα των ναών, θυσιών και άλλων υπηρεσιών προς τη θεότητα, καθώς και το τυπικό που συνδέεται με τον θάνατο και τη μεταθανάτια ύπαρξη. Γίνεται έτσι ο ιδρυτής πολλών τελετουργικών πράξεων και του τυπικού της θρησκείας.

Απόλλων του Μπελβεντέρε

Στον ερωτικό τομέα, κατά τη μυθολογία, ο Απόλλωνας αποδεικνύεται μάλλον άτυχος. Οι νέες που τον επιθυμούν ή σχετίζονται μαζί του καταδιώκονται από ατυχία, όπως και ο φίλος του, ο νεαρός Υάκινθος. Οι γυναίκες που εκείνος ερωτεύεται, μένουν μαζί του ψυχρές. Χαρακτηριστικός είναι ο μύθος της Δάφνης, που για να αποφύγει την ερωτική ένωση με τον θεό μετατράπηκε στο δέντρο δάφνη με τη βοήθεια της Γης και από τότε, τιμητικά έγινε το ιερό και αγαπημένο δέντρο του Απόλλωνος και χρησιμοποιήθηκε στη λατρεία του. Πάντως από τους έρωτες του γεννιούνται εξαιρετικά πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας, που φέρουν ιδιότητες αντίστοιχες με του θεού πατέρα τους, όπως ο Ασκληπιός,ο Αρισταίος, ο Άραβος, ο Μόψος και ο Ορφέας. Ως ιερά φυτά του Απόλλωνος, αναφέρονται η δάφνη, το κυπαρίσσι, ο υάκινθος, ο φοίνικας, η μαύρη λεύκα, και η βιολέτα.[6][7]

Η λατρεία του Απόλλωνος έφτασε και διαδόθηκε ήδη πολύ νωρίς στη Ρώμη. Θεωρείται πως η διάδοση της έγινε από την Κύμη (βόρεια της Νεάπολης) και από τη Νότια Ετρουρία (6ος αι. π.Χ.). Το 433 π.Χ. κατασκευάστηκε ο πρώτος ναός του Απόλλωνος, με αφορμή μια επιδημία που ξέσπασε και με σκοπό να εξευμενιστεί η οργή του θεού. Ωστόσο, υπήρχε ήδη στη Ρώμη ένα ιερό προς τιμή του Απόλλωνος, το Απολλινάριον, κοντά στο Πεδίον του Άρεως.

Ο Ρωμαίος Απόλλωνας ήταν θεραπευτής και γιατρός, οι Εστιάδες τον αποκαλούσαν Apollo Medicus, μητέρα του ήταν η Λατόνα και αδελφή του η Άρτεμις – Διάνα. Στον πόλεμο κατά του Αννίβα, εγκαινιάστηκαν οι Ludi Apollinares, για να τιμηθεί ο θεός και να βοηθήσει στη νίκη. Ο Απόλλωνας έπαιξε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στον εξελληνισμό της ρωμαϊκής θρησκείας. Οι ιερείς του, οι quindicemviri, φύλακες των σιβυλλικών (αινιγματικών, θρησκευτικών) βιβλίων της λατρείας του, οργάνωσαν το ελληνικό τυπικό και συνέβαλαν στην εισαγωγή ελληνικών θεοτήτων στη Ρώμη. Ο ναός του θεού στην Κύμη, πάνω από το σπήλαιο της Σίβυλλας, χρονολογείται από τον 6ο αι. π.Χ. και εκείνος του Φλαμινίου πεδίου στη Ρώμη από το 431 π.Χ. Ο Αύγουστος επέλεξε τον Απόλλωνα ως θεό προστάτη του και απέδωσε τη νίκη του εναντίον του Αντωνίου και της Κλεοπάτρας στην υπεροχή του Φοίβου απέναντι στις τερατόμορφες αιγυπτιακές και ανατολικές θεότητες και άρα, σε μία νίκη της αρχαιοελληνικής έναντι της αιγυπτιακής θρησκείας. Το 17 π.Χ. εγκαινίασε τους Ludi Seculares, όπου ο Απόλλων και η Διάνα αναδεικνύονταν ως θεοί ισοδύναμοι με τον Δία και την Ήρα. Το Carmen Seculare του Ορατίου, παρουσίαζε Απόλλωνα και Αύγουστο να ταυτίζονται, να φέρουν κοινές ιδιότητες και ο δεύτερος να είναι εκπρόσωπος του θεού στη Γη και εκτελεστής των θελημάτων του πρώτου. Ο Απόλλωνας αναφέρονταν ως αρχηγός των ρωμαϊκών πεπρωμένων, άρχοντας του ήλιου, τοξότης, μάντης, διώκτης των επιθυμιών, ηθοπλάστης των νέων και ανάλογες ιδιότητες στόλιζαν και τον αυτοκράτορα – προστατευόμενό του. Το 12 π.Χ. τα σιβυλλικά βιβλία μεταφέρθηκαν από τον ναό του Δία στον ναό του Απόλλωνος, που ανοικοδομήθηκε στο μεταξύ στον Παλατινό λόφο.[8]

Γέννηση Απολλώνιου στοιχείου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την επίδραση του Νίτσε και τη διάδοση της φιλοσοφίας του και των βιβλίων του στα νεότερα χρόνια, ο κόσμος άρχισε να βλέπει ως βασική στην ελληνική θρησκεία τη διάκριση και αντίθεση ανάμεσα στον φωτεινό, λογικό, τακτικό, συνετό Απόλλωνα θεό της αρμονίας και της τάξης, και στον συναισθηματικό, μυστικιστή και παράφορο Διόνυσο, θεό της μέθης, των ενστίκτων και του παρορμητισμού. Ο αντιθετικός αυτός διαχωρισμός σε απολλώνιο και διονυσιακό στοιχείο επικράτησε, παρόλο που η σύνδεση του Απόλλωνος με το μαντείο των Δελφών δεν έγινε μόνο βάσει ορθολογιστικών παραγόντων, αλλά κυρίως λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων της εποχής. Επιπρόσθετα, και η τάση του για εξιλασμούς είναι πλησιέστερη στο συναισθηματικό παρά στο λογικό πεδίο. Ωστόσο, με την ανοικοδόμηση του Ναού του Απόλλωνος και την αναπαράσταση σε αυτόν και των δύο αντίθετων θεοτήτων, γίνεται εμφανής μια απόπειρα συγκερασμού των στοιχείων και γεφύρωσης των διαφορών των δύο Θεών και η παγίωση μιας νέας εποχής για τη θρησκευτική λατρεία.[8]

Απόλλων και Δάφνη

Σχέση του Απόλλωνος με τη Μουσική

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο τέλος της πρώτης ραψωδίας της Ιλιάδας (Α 601-604) ο Απόλλων εμφανίζεται ως Κιθαρωδός και Μουσαγέτης.

[Α 601-604] Ὣς τότε μὲν πρόπαν ἦμαρ ἐς ἠέλιον καταδύντα

δαίνυντ᾿, οὐδέ τι θυμὸς ἐδεύετο δαιτὸς ἐΐσης, οὐ μὲν φόρμιγγος περικαλλέος ἣν ἔχ᾿ Ἀπόλλων,

Μουσάων θ᾿ αἳ ἄειδον ἀμειϐόμεναι ὀπὶ καλῇ. - Ομήρου Ιλιάδα από βικιθήκη ' [9]

[Α 601-604] Αυτού ετρώγαν κι έπιναν ολήμερα ως το δείλι,

κι όλες χαρήκαν οι καρδιές το ισόμοιρο τραπέζι, του Φοίβου ακόμη την λαμπράν κιθάραν και τες Μούσες

ως έψαλναν καλόφωνα με την σειρά τους όλες.

Δελφικοί Ύμνοι

Πρόκειται για δύο ύμνους αφιερωμένους στον θεό Απόλλωνα που βρίσκονται χαραγμένοι σε μάρμαρο στον Θησαυρό των Αθηναίων και αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα από τα ελάχιστα δείγματα αρχαίας Ελληνικής μουσικής.

Ορφικος Υμνος Απόλλωνος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

[Ορφικος Υμνος Απόλλωνος] Ἐλθέ, μάκαρ, Παιάν, Τιτυοκτόνε, Φοῖβε, Λυκωρεῦ, Μεμφῖτ᾽, ἀγλαότιμε, ἰήιε, ὀλβιοδῶτα, χρυσολύρη, σπερμεῖε, ἀρότριε, Πύθιε, Τιτάν, Γρύνειε, Σμινθεῦ, Πυθοκτόνε, Δελφικέ, μάντι, ἄγριε, φωσφόρε δαῖμον, ἐράσμιε, κύδιμε κοῦρε, μουσαγέτα, χοροποιέ, ἑκηβόλε, τοξοβέλεμνε, Βράγχιε καὶ Διδυμεῦ, ἑκάεργε, Λοξία, ἁγνέ, Δήλι᾽ ἄναξ, πανδερκὲς ἔχων φαεσίμβροτον ὄμμα, χρυσοκόμα, καθαρὰς φήμας χρησμούς τ᾽ ἀναφαίνων• κλῦθί μου εὐχομένου λαῶν ὕπερ εὔφρονι θυμῶι• τόνδε σὺ γὰρ λεύσσεις τὸν ἀπείριτον αἰθέρα πάντα γαῖαν δ᾽ ὀλβιόμοιρον ὕπερθέ τε καὶ δι᾽ ἀμολγοῦ, νυκτὸς ἐν ἡσυχίαισιν ὑπ᾽ ἀστεροόμματον ὄρφνην ῥίζας νέρθε δέδορκας, ἔχεις δέ τε πείρατα κόσμου παντός• σοὶ δ᾽ ἀρχή τε τελευτή τ᾽ ἐστὶ μέλουσα, παντοθαλής, σὺ δὲ πάντα πόλον κιθάρηι πολυκρέκτωι ἁρμόζεις, ὁτὲ μὲν νεάτης ἐπὶ τέρματα βαίνων, ἄλλοτε δ᾽ αὖθ᾽ ὑπάτης, ποτὲ Δώριον εἰς διάκοσμον πάντα πόλον κιρνὰς κρίνεις βιοθρέμμονα φῦλα, ἁρμονίηι κεράσας {τὴν} παγκόσμιον ἀνδράσι μοῖραν, μίξας χειμῶνος θέρεός τ᾽ ἴσον ἀμφοτέροισιν, ταῖς ὑπάταις χειμῶνα, θέρος νεάταις διακρίνας, Δώριον εἰς ἔαρος πολυηράτου ὥριον ἄνθος. ἔνθεν ἐπωνυμίην σε βροτοὶ κλήιζουσιν ἄνακτα, Πᾶνα, θεὸν δικέρωτ᾽, ἀνέμων συρίγμαθ᾽ ἱέντα• οὕνεκα παντὸς ἔχεις κόσμου σφραγῖδα τυπῶτιν. κλῦθι, μάκαρ, σώζων μύστας ἱκετηρίδι φωνῆι. ' [10]

[Απόδοση] «Έλα, μάκαρ, θεέ Ιατρέ, που φόνευσες τον Τιτυό, Φοίβε, Λυκωρεύ, 2. Μεμφίτη, που τιμάσαι λαμπρά, ιήιε, (ιήκλητε) που παρέχεις ευτυχία, 3. χρυσολύρη, σπέρμιε (σπορικέ), αρότριε (αγροτικέ), Πύθιε, Τιτάν, 4. Γρύνειε, Σμινθεύ, φονέα του Πύθωνα, Δελφικέ, μάντη, 5. αγροτικέ, φωτοφόρε θεέ, αγαπητέ, ένδοξε έφηβε, 6. ηγέτη των Μουσών, δημιουργέ του χορού, μακροβόλε, τοξοβόλε, 7. Βράγχιε και Διδυμέα, τοξότη, Λοξία, αμόλυντε, 8. άνακτα της Δήλου που έχεις οφθαλμό που παρατηρεί συνεχώς τους ανθρώπους, 9. χρυσομάλλη, που μας φανερώνεις ξεκάθαρες προφητείες και χρησμούς. 10. Άκουσέ με που εύχομαι υπέρ των λαών, με ευφρόσυνη (αγνή) ψυχή. 11. Επειδή εσύ ατενίζεις σιμά σου (τόνδε) ολόκληρο τον απέραντο αιθέρα, 12. και την καλόμοιρη γη και από ψηλά και τις ώρες πριν 13. το χάραμα στο ήσυχο σκοτάδι που έχει τα αστέρια για μάτια 14. εποπτεύεις έως τα βαθιά θεμέλια, κατέχεις (παρατηρείς) τα πέρατα του κόσμου 15. όλου. Εσύ το ξεκίνημα και το τελείωμα και αυτό που θα γίνει στο μέλλον, 16. ο παντοθαλής, εσύ κάθε πόλο (άξονα της γης) με την πολύηχη κιθάρα 17. εναρμονίζεις, άλλοτε μεν βαδίζοντας στα τέρματα της νεάτης (κατώτατη χορδή), 18. άλλοτε εδώ στην ύπατη (υψηλότατη χορδή), κάποτε στη Δωρική παράταξη3 19. κάθε άξονα αναμειγνύεις (συνδυάζεις), διαχωρίζεις τα βιοσυντηρούμενα γένη, 20. αναμιγνύοντας αρμονικά την παγκόσμια μοίρα των ανθρώπων. 21. Ανέμιξες σε (δύο) ίσα μέρη τον χειμώνα και το θέρος, 22. ταξινόμισες τον χειμώνα στις ύπατες (ύψιστες), το θέρος στις νεάτες, (κατώτερες) 23. και τον Δώριο (ήχο) στου πολυαγαπημένου έαρος το εποχιακό άνθος. (μεσαίες) 24. Γι’ αυτό οι άνθρωποι σε προσφωνούν με την επωνυμίαν άνακτα, 25. Πάνα, θεό με δύο κέρατα, που δημιουργείς τους συριγμούς των ανέμων. 26. Αυτό επειδή κατέχεις την σφραγίδα που σημαδεύει τα πάντα στον κόσμο. 27. Άκουσέ με μακάριε, και σώσε τους μυημένους με την ικετευτική φωνή.»

Προς τιμήν του Απόλλωνα έχουν γραφτεί λυρικοί ύμνοι και από τον Θράκα μουσικό και ποιητή Φιλάμμωνα, γιο του θεού από τη Χιόνη.[11]

Τα επίθετα του Απόλλωνος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
το άρμα του Φοίβου Απόλλωνα

Αγρεύς = προστάτης της άγρας, του κυνηγιού. Απαντάται σε δύο επιγραφές στη βόρεια Θεσσαλία, η μία από τις οποίες ανακαλύφθηκε στα ερείπια του ναού της θεάς Αθηνάς Πολιάδος, στους Γόννους Λάρισας.
Αγυιεύς = προστάτης θυρών
Ακερσεκόμης = ο έχων την κόμην μη κεκαρμένην, αεί νέος, εξού και Κουροτρόφος (προστάτης της νεότητας). Πράγματι, ο θεός σπάνια εμφανίζεται γενειοφόρος.
Αλασιώτης ήταν μία αρχαία ελληνική θρησκευτική επίκληση, και συγκεκριμένα μια ονομασία του θεού Απόλλωνα, την οποία χρησιμοποιούσαν στην Κύπρο και ιδιαιτέρως στην πόλη Αλασία. Η επίκληση αυτή αναφέρεται σε δίγλωσση επιγραφή, στη φοινικική και την αρχαία κυπριακή γλώσσα, που ανακαλύφθηκε στην Ταμασσό της Κύπρου. Επιπλέον, στις ανασκαφές που έγιναν στην Έγκωμη το έτος 1949 ανακαλύφθηκε ένα αξιόλογο χάλκινο άγαλμα του «Αλασιώτου» Απόλλωνος (Το ομώνυμο λήμμα στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 3, σελίδα 599) • Άναξ και αρχηγέτης· γενέτωρ· επικούριος.

Δελφίνιος ή Δελφίδιος. Η σχέση του θεού με τη θάλασσα είναι έμμεση λόγω και του τόπου γέννησής του, τον οποίο οι πιστοί του προσεγγίζουν μόνο δια θαλάσσης. Η εμφάνιση των δελφινιών ήταν μια έμμεση επιδοκιμασία του θεού για το προσκυνηματικό τους ταξίδι. Ο ίδιος, με τη μορφή δελφινιού, θα οδηγήσει τους Κρήτες στην περιοχή της Κρίσας, για να γίνουν οι πρώτοι ιερείς των Δελφών.

Αργυρότοξος, Τοξοφόρος, Έκατος, Εκατηβόλος, Εκηβόλος, Εκατηβελέτας, Εκάεργος (από το ἑκάς = μακράν). Ως τοξοφόρος και εκηβόλος ο θεός εμφανίζεται στην αρχή της Ιλιάδας (Α 43-53).

Καρτερός (=γενναίος), λόγω της σχέσης του με τον πόλεμο

Λοίμιος (=αυτός που προκαλεί λοιμούς), Ιατρός, Παιάων (Γραμμική Β'), Ακέστωρ και Ακέσιος (= θεραπευτής), Αλεξίκακος, Αποτρόπαιος.

Μουσαγέτας ή Μουσηγέτης, Νυμφηγέτης, Εύυμνος, Κιθαρωδός, Ιηπαιήων (< παιάν), λόγω της σχέσης του με τη μουσική, τις Μούσες και τις Νύμφες.

• Τα επίθετα Αιγλήτης, Λύκιος, Λυκηγένης, Λυκοκτόνος, Ήλιος, Φαναίος, Χρυσάωρ είναι συνδεδεμένα με το φως και το χρώμα του ήλιου.

Φοίβος (= καθαρός, ιερός) από την αδελφή της Θέμιδας Φοίβη, Θούριος από τη μάνα του Χαίρωνα Θουρώ, Πύθιος από το φίδι Πύθωνα Τελφούσιος, από τη νύμφη Τέλφουσα και το όρος Τελφούσιο, κοντά στην Κωπαΐδα, όπου ο Απόλλωνας θα ίδρυε το ιερό του εκτοπίζοντας τη νύμφη, αν εκείνη με πονηριά δεν τον κατηύθυνε προς την Κρίσα, στον Παρνασσό· ο θεός την εκδικήθηκε παραχώνοντας τα νερά της. Και τα τρία τελευταία επίθετα συνδέονται με τους αγώνες του να επικρατήσει στο ιερό των Δελφών.

• Τα επίθετα Σμινθεύς (προστάτης της γεωργίας), Νόμιος (προστάτης βοσκών και κοπαδιών), Παρνόπιος (αυτός που διώχνει τις ακρίδες) Αγραίος (προστάτης των κυνηγών) είναι συνδεδεμένα με την κανονικότητα των αγροτικών εργασιών, όπως αυτή καθορίζεται από την κίνηση του ήλιου και την εποχή και συνδέουν τον θεό με τη γη και τις καλλιέργειες.

Λεσχηνόριος για την προστασία που παρείχε στις συνελεύσεις στις λέσχες.

Δήλιος, από τον τόπο της καταγωγής του, Κύνθιος και Κυνθογενής (από το όρος Κύνθος της Δήλου).

Διδυμαίος, γιατί είναι δίδυμος με την Άρτεμη.

Κλάριος από το μαντείο του στην Κλάρο, Ακραιφιαίος από τη βοιωτική πόλη Ακραιφία, όπου λατρευόταν.

Μαντικός και αφήτωρ, ιατρομάντις, λοξίας, γιατί έδινε λοξούς χρησμούς, δηλαδή αμφίσημους.

Τα επίθετα γενικά του θεού έχουν σχέση με τις ηλιακές ιδιότητές του, τη μουσική, την πολεμική τέχνη, και κατά συνέπεια και τις θεραπευτικές του ιδιότητες, τους αγώνες του μέχρι να κυριαρχήσει σε έναν τόπο. Πηγή : *[1] Η Πύλη της Ελληνικής Γλώσσας.

Γενεαλογικό δέντρο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Απόλλων στην τέχνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. 1,0 1,1 Βαγγέλη Πεντάζου - Μαρίας Σαρλά, Δελφοί, Β. Γιαννίκος - Β. Καλδής Ο.Ε., 1984, 18.
  2. «Δήλος». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2015. 
  3. Ιλιάς, 15, 322
  4. Βαγγέλη Πεντάζου - Μαρίας Σαρλά, 1984, 19.
  5. ὔτεκνος δὲ οὖσα Νιόβη τῆς Λητοῦς εὐτεκνοτέρα εἶπεν ὑπάρχειν· Λητὼ δὲ ἀγανακτήσασα τήν τε Ἄρτεμιν καὶ τὸν Ἀπόλλωνα κατ᾽ αὐτῶν παρώξυνε, καὶ τὰς μὲν θηλείας ἐπὶ τῆς οἰκίας κατετόξευσεν Ἄρτεμις, τοὺς δὲ ἄρρενας κοινῇ πάντας ἐν Κιθαιρῶνι Ἀπόλλων κυνηγετοῦντας ἀπέκτεινεν. ἐσώθη δὲ τῶν μὲν ἀρρένων Ἀμφίων, τῶν δὲ θηλειῶν Χλωρὶς ἡ πρεσβυτέρα, ᾗ Νηλεὺς συνᾐκησε. κατὰ δὲ Τελέσιλλαν ἐσώθησαν Ἀμύκλας καὶ Μελίβοια, ἐτοξεύθη δὲ ὑπ᾽ αὐτῶν καὶ Ἀμφίων... ( βλ. Απολλόδωρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Γ', κεφ. 5.6. )
  6. Ιερά Φυτά 1[νεκρός σύνδεσμος]
  7. Ιερά Φυτά 2[νεκρός σύνδεσμος]
  8. 8,0 8,1 Γιάννης Λάμψας, Λεξικό του Αρχαίου Κόσμου, τ. Α΄, Αθήνα, εκδόσεις Δομή, 1984, 408-413.
  9. Ομήρου Ιλιάδα από βικιθήκη
  10. από τη Βικιθήκη - Ἀπόλλωνος, θυμίαμα μάνναν
  11. «Φιλάμμωνας». mythotopia.eu. Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2023. 
  12. Γενεαλογικό Δέντρο των Ολύμπιων Θεών που βασίζεται στη Θεογονία του Ησίοδου.
  13. Σύμφωνα με τον Ὀμηρο, Ιλιάδα 1.570–579, 14.338, Οδύσσεια 8.312, Ο Ήφαιστος ήταν γιος της Ήρας και του Δία, Gantz, σελ. 74.
  14. Σύμφωνα με τον Ησίοδο, Θεογονία 927–929, Ο Ήφαιστος γεννήθηκε μόνο από την Ήρα χωρίς πατέρα, Gantz, σελ. 74.
  15. Σύμφωνα με τον Ησίοδο, Θεογονία 886–890, για τα παιδιά του Διός από τις επτά συζύγους του, η Αθηνά ήταν κόρη του Δία και της Μήτις. Ο Δίας εμπόδισε τη Μήτι να γεννήσει και την κατάπιε αλλά το παιδί εκείνο ήταν η Αθηνά η οποία γεννήθηκε τελικά από το κεφάλι του. ", Gantz, σελ. 51–52, 83–84.
  16. Σύμφωνα με τον Ησίοδο, Θεογονία 183–200, Η Αφροδίτη γεννήθηκε από τον αφρό που δημιούργησαν τα γεννητικά όργανα του Ουρανού, Gantz, σελ. 99–100.
  17. Σύμφωνα με τον Ὀμηρο, Η Αφροδίτη ήταν κόρη του Διός (Ιλιάδα 3.374, 20.105; Οδύσσεια 8.308, 320) και της Διώνης(Ιλιάδα 5.370–71), Gantz, σελ. 99–100.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]