Σαντορίνη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Θήρα)

Συντεταγμένες: 36°24′02.11″N 25°26′23.75″E / 36.4005861°N 25.4399306°E / 36.4005861; 25.4399306

Το «Θήρα» ανακατευθύνει εδώ. Για άλλες χρήσεις, δείτε: Θήρα (αποσαφήνιση).
Σαντορίνη (Θήρα)
Τα Φηρά από τα βόρεια
Γεωγραφία
ΑρχιπέλαγοςΑιγαίο Πέλαγος
Νησιωτικό σύμπλεγμαΚυκλάδες
Έκταση76,19 km²
Υψόμετρο567 μ
Υψηλότερη κορυφήΠροφήτης Ηλίας
Χώρα
ΠεριφέρειαΝοτίου Αιγαίου
ΝομόςΚυκλάδων
ΠρωτεύουσαΦηρά
Δημογραφικά
Πληθυσμός15.231[1] (απογραφής 2021)
Πρόσθετες πληροφορίες
Ιστοσελίδαwww.thira.gr
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Σαντορίνη ή Θήρα είναι νησί που βρίσκεται στο νότιο Αιγαίο πέλαγος, στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Κυκλάδων, νότια της Ίου, δυτικά από την Ανάφη και αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα νησιά του κόσμου. Απέχει από τον Πειραιά 128 ναυτικά μίλια και 63 ναυτικά μίλια από την Κρήτη. Πρωτεύουσά της είναι τα Φηρά, ενώ ο Αθηνιός, το μεγαλύτερο λιμάνι του νησιού, έχει δημιουργηθεί στον ομώνυμο όρμο. Η έκταση της είναι 76,19 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Σήμερα η Σαντορίνη είναι ένα από τους διασημότερους ταξιδιωτικους προορισμούς- τουριστικά κέντρα του κόσμου.

Είναι γνωστή για το ηφαίστειό της. Η τελευταία ηφαιστειακή δραστηριότητα ήταν το έτος 1950. Τμήματα του ηφαιστείου της Σαντορίνης είναι: Η Νέα Καμένη (1707-1711 μ.Χ.), η Παλαιά Καμένη (46-47 μ.Χ.), το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο (ενεργό) (1650 μ.Χ.), τα Χριστιανά νησιά. Η Σαντορίνη ανήκει στο ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου και χαρακτηρίζεται ενεργό ηφαίστειο μαζί με τα Μέθανα, τη Μήλο και τη Νίσυρο. Η Σαντορίνη καθώς και τα νησιά Θηρασία και Ασπρονήσι είναι απομεινάρια του ηφαιστειογενούς νησιού Στρογγύλη. Η Στρογγύλη ήταν ένας ηφαιστειακός κώνος. Το κεντρικό τμήμα της ανατινάχτηκε μαζί με τον κρατήρα του ηφαιστείου από τη Μινωική έκρηξη που έγινε το 1613 π.Χ. και είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αυτού που σήμερα ονομάζουμε καλδέρα της Σαντορίνης και την καταστροφή του προϊστορικού πολιτισμού του νησιού. Στο θαλάσσιο χάσμα που σχηματίστηκε μεταξύ Θήρας και Θηρασίας, που έχει βάθος 1.500 μέτρων, κατά καιρούς βγήκαν στην επιφάνεια ηφαιστειακοί κώνοι που σχημάτισαν τα εξής νησιά: την Παλαιά, τη Μικρή και τη Νέα Καμένη, την Καμένη Γεωργίου του Α΄, την Καμένη του Φουκέ, την Αφρόσσα και τη Δάφνη. Όλα αυτά τα νησιά μεγάλωναν σιγά-σιγά και ενώθηκαν, εκτός από την Παλαιά Καμένη.

Όνομα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σαντορίνη-Καλντέρα
η Καλντέρα από ψηλά

Πριν τη μεγάλη ηφαιστειακή καταστροφή των προϊστορικών χρόνων η νήσος ήταν στρογγυλή και είχε το όνομα Στρογγύλη, ενώ αργότερα απέκτησε τα ονόματα Καλλίστη ή Καλλιστώ (από το αρχαίο καλλίστη «η ομορφότερη»), Φιλητέρη ή Φιλωτέρα, Καλαυρία, Καρίστη, Τευσία, Θηραμένη καθώς και Ρήνεια.

Το μετέπειτα κλασικό όνομα της νήσου Θήρα προήλθε από τον αρχαίο Σπαρτιάτη Θήρα που από τη Σπάρτη προερχόμενος αποίκησε πρώτος τη νήσο αυτή. Το δε όνομα Σαντορίνη προέρχεται από τους διερχόμενους Φράγκους Σταυροφόρους οι οποίοι κατά το πέρασμα τους στέκονταν για ανεφοδιασμό κοντά σε εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, που βρίσκεται στη σημερινή περιοχή της Περίσας πίσω από τον ιερό ναό του Τιμίου Σταυρού (την αποκάλεσαν Σάντα Ιρίνα), η οποία υπήρχε στο νησί. Αρχικά υπήρχε η άποψη ότι η εκκλησία αυτή ήταν το παρεκκλήσι της Αγίας Ειρήνης που υπήρχε στη Θηρασιά, σήμερα θεωρείται πιθανότερο να πρόκειται για τη μεγαλοπρεπέστατη παλαιοχριστιανική τρίκλιτη βασιλική της Αγίας Ειρήνης στη Θήρα, τα ερείπια της οποίας ανακαλύφθηκαν το 1992.

Επί τουρκοκρατίας οι Τούρκοι την ονόμαζαν Δερμετζίκ ή Διμερτζίκ («μικρός μύλος»), πιθανώς από τους πολλούς μικρούς ανεμόμυλους που ξεχώριζαν από μακριά. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας επίσημα καθιερώθηκε το όνομα Θήρα, πλην όμως οι ξένοι χάρτες συνέχισαν να την ονοματίζουν Σαντα-Ιρίνα από την οποία και παρέμεινε με μικρή παραφθορά από τους Έλληνες ως Σαντορίνη.

Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σαντορίνη (Δεξιά)
Η καλδέρα της Σαντορίνης. 3D απεικόνιση
Η καλδέρα της Σαντορίνης. Αεροφωτογραφία

Η Σαντορίνη βρίσκεται σε γεωγραφικό πλάτος από 36o 19' 56" έως 36o 28' 40" Βόρειο και γεωγραφικό μήκος από 25o 19' 22" έως 25o 29' 13" Ανατολικό. Η σημερινή ημικυκλική και περισσότερο πεταλοειδής μορφή της νήσου οφείλεται στις κατά καιρούς ηφαιστειακές εκρήξεις που μετέβαλαν το αρχικό στρογγυλό σχήμα της. Η όψη της από τη πλευρά του ηφαιστείου παρουσιάζεται βραχώδης και απόκρημνη σε αντίθεση με την ομαλότητα του εδάφους της στο υπόλοιπό της. Η επιφάνειά της, 76,19 τετραγωνικά χιλιόμετρα, είναι κατά το πλείστον ελαφρόπετρα πολύ δεκτική σε καλλιέργεια. Στο ΝΑ τμήμα της, βρίσκεται το βουνό του Προφήτη Ηλία με το ομώνυμο μοναστήρι του 18ου αιώνα, το οποίο έχει υψόμετρο 567 μέτρα και αποτελείται από τιτανώδη βράχια και λευκό μάρμαρο. Αυτά τα ασβεστολιθικά πετρώματα είναι τα παλαιότερα της Σαντορίνης και σχημάτισαν ένα μικρό νησί πριν αρχίσει η ηφαιστειακή δραστηριότητα[2]. Συνέχεια αυτού είναι το Μέσα Βουνό ή Βουνό του Αγίου Στεφάνου, λόγω του παλαιοχριστιανικού ναού που υπάρχει εκεί και το οποίο έχει υψόμετρο 366 μέτρα. Ο ενδιάμεσος αυχένας που συνδέει τα δύο βουνά αποκαλείται Σελλάδα. Η περίμετρος της Σαντορίνης είναι περίπου 36 ναυτικά μίλια και παρουσιάζει έξι όρμους: Το Αμμούδι ή Άγιος Νικόλαος, στην Πάνω Μεριά (Οία Θήρας), της Αρμένης, επίσης στην Πάνω Μεριά, τον όρμο Μουζάκι, τους όρμους Φηρών και Αθηνιού και τον όρμο του Μπάλου στο Ακρωτήρι.

Γενικά η Σαντορίνη είναι άνυδρος και ξερή, χωρίς λίμνες, ποταμούς, ρεματιές ή χαράδρες. Οι αρδευτικές ανάγκες της καλύπτονται κυρίως από γεωτρήσεις που γίνονται στο υπέδαφός της, όπου συγκεντρώνεται κυρίως το βρόχινο νερό. Υφίστανται στη νήσο τρεις κύριες πηγές καθώς και τέσσερις ιαματικές πηγές. Το έδαφος του νησιού είναι ηφαιστειογενές, πεδινό στο μεγαλύτερο μέρος του και βραχώδες από την πλευρά του ηφαιστείου.[3] Το έδαφος είναι εύφορο και ευνοεί την καλλιέργεια των αμπελιών, της φάβας και της ντομάτας (άνυδρη και μικρόκαρπη ποικιλία).[3] Στο νησί καλλιεργούνται 15.000 στρέμματα με αμπελώνες, ενώ σχεδόν τα μισά (7.100 στρέμματα) καλλιεργούνται στην περιοχή της Οίας.[3] Η υψηλότερη κορυφή είναι ο Προφήτης Ηλίας (567μ.).[3]

Πριν αρχίσει η ηφαιστειακή δραστηριότητα στη Σαντορίνη, πριν 2 με 2,5 εκατομμύρια χρόνια, στη θέση της Σαντορίνης υπήρχε ένα μικρό νησί που αποτελούταν από μεταμορφωσιγενή πετρώματα, κυρίως μεταμορφωμένους ασβεστόλιθους και σχιστόλιθους. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα αρχικά έλαβε χώρα στην περιοχή του Ακρωτηρίου και στις νησίδες Χριστιανά Θήρας. Αυτά τα πετρώματα σήμερα έχουν αλλοιωθεί έντονα. Στη συνέχεια, πριν 500.000 χρόνια περίπου, δημιουργήθηκε στα βόρεια του νησιού το ηφαίστειο της Περιστερίας, το οποίο παρήγαγε ανδεσιτικές λάβες. Σήμερα υπολείμματα του ηφαιστείου αυτού βρίσκονται στον Μικρό Προφήτη Ηλία και το Μεγάλο Βουνό. Συγχρόνως μικρότερα ηφαίστεια - κώνοι σκωρίας ήταν ενεργά προς τα νότια, στον Μπάλο, Κόκκινη Παραλία και Κοκκινόπετρα. Στη συνέχεια μέχρι πριν 200.000 χρόνια, δημιουργείται ένα ασπιδωτό ηφαίστειο που ενώνει όλα τα επιμέρους νησιά. Αυτή η φάση τελειώνει με μια σειρά ισχυρών εκρήξεων που δημιουργεί την πρώτη καλντέρα.[2] Η ηφαιστειακή δραστηριότητα παρατηρείται ξανά πριν 180.000 χρόνια. Μια δεύτερη καλντέρα δημιουργείται πριν 40.000 με 60.000 χρόνια από ισχυρές εκρήξεις. Στη συνέχεια σχηματίζονται ηφαίστεια του Σκάρου και της Θηρασιάς, τα οποία καταστρέφονται από την έκρηξη του Ρίβα πριν 21.000 χρόνια. Τον 17ο αιώνα π.Χ. λαμβάνει χώρα η μινωική έκρηξη, η οποία δίνει στην καλντέρα το σημερινό της σχήμα.[2] Η μινωική έκρηξη είναι από τις μεγαλύτερες των ιστορικών χρόνων και είχε σημαντικό αντίκτυπο στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο όγκος των ηφαιστειακών αναβλημάτων υπολογίζεται ανάμεσα σε 39 και 61, ίσως και 99 κυβικά χιλιόμετρα και κάλυψαν με ένα στρώμα πάχους δεκάδων μέτρων τη Σαντορίνη. Η δραστηριότητα κατά τους ιστορικούς χρόνους δημιούργησε τις νησίδες Νέα Καμένη Θήρας και Παλαιά Καμένη Θήρας μέσα στην καλντέρα.[4]

Η ηφαιστειακή δραστηριότητα στη Σαντορίνη είναι αποτέλεσμα της καταβύθισης της Αφρικανικής πλάκας κάτω από την Ευρασιατική, ή ακριβέστερα την υποπλάκα του Αιγαίου. Η καταβύθιση γίνεται με ταχύτητα 5 cm/έτος προς τα βορειοανατολικά με γωνία 30-40°, και το όριο μεταξύ των δύο πλακών βρίσκεται στην ελληνική τάφρο νότια της Κρήτης. Η πλάκα της Αφρικής λιώνει σε μεγάλο βάθος και στη συνέχεια τα λιωμένα πετρώματα ανέρχονται στην επιφάνεια και σχηματίζουν τα ηφαίστεια των Μεθάνων, της Μήλου, της Σαντορίνης και της Νισύρου, τα οποία αποτελούν το Ηφαιστειακό Τόξο του Νοτίου Αιγαίου. Το σύμπλεγμα της Σαντορίνης, που περιλαμβάνει επίσης τις νησίδες Χριστιανά και το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο, είναι το πιο ενεργό του τόξου.[5]

Η καλδέρα της Σαντορίνης. Εικόνα από το Ακρωτήρι

Κλίμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον σταθμό του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών η Σαντορίνη παρουσιάζει ένα θερμό ημίξηρο κλίμα στέπας με μέσο ετήσιο υετό περίπου στα 280 χιλιοστά. Το κλίμα της Σαντορίνης είναι ιδιόμορφο και παρόλο που είναι το νοτιότερο νησί των Κυκλάδων είναι και το ψυχρότερο.[3] Αυτό οφείλεται κυρίως στους βορειοανατολικούς ανέμους, ωστόσο ο χειμώνας είναι ήπιος με μέση θερμοκρασία περίπου 12 °C. Τον χειμώνα δεν παρουσιάζονται συχνές βροχοπτώσεις, ενώ το καλοκαίρι δεν βρέχει σχεδόν ποτέ με αποτέλεσμα η Σαντορίνη να αποτελεί πόλο έλξης πολλών τουριστών από όλο τον κόσμο.[3]

Η έκταση του Δήμου Θήρας
Κλιματικά δεδομένα Σαντορίνη
Μήνας Ιαν Φεβ Μάρ Απρ Μάι Ιούν Ιούλ Αύγ Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Έτος
Μέση Μέγιστη °C (°F) 14.0 14.7 15.8 19.5 23.5 27.8 29.9 30.1 27.1 22.6 19.3 15.4 21,64
Μέση Μηνιαία °C (°F) 11.9 12.5 13.5 16.5 20.3 24.3 26.5 26.7 24.1 20.0 16.9 13.3 18,88
Μέση Ελάχιστη °C (°F) 9.7 10.4 11.1 13.4 17.0 20.8 23.1 23.4 21.1 17.3 14.6 11.3 16,10
Βροχόπτωση mm (ίντσες) 56,2 45,4 48,8 10,4 6,9 1,9 0,04 2,8 3,5 17,9 36,6 51,8 282,24
Πηγή: Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (Ιουλ 2013-Μαρ 2023)[6] [7]

Διοικητική Διαίρεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Δήμος Θήρας

Με βάση το Πρόγραμμα Καλλικράτης, ολόκληρη η Σαντορίνη καθώς και τα νησιά Θηρασία, Ασπρονήσι και Άνυδρος, το σύμπλεγμα νησιών Χριστιανά, και η Παλαιά και η Νέα Καμένη ανήκουν διοικητικά στον Δήμο Θήρας, ο οποίος έχει πρωτεύουσα τη Θήρα. Αποτελείται από τις δημοτικές ενότητες Θήρας και Οίας. Πριν το 2011 η Κοινότητα Οίας ήταν αυτόνομη με πρωτεύουσα την Οία.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πλοίο της Θήρας (μοντέλο), 16ος αιώνας π.Χ., Τεχνολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης

Αρχαιότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν τελείωσε η Εποχή του Χαλκού οι Φοίνικες ίδρυσαν αποικία στη Θήρα, ο Ηρόδοτος γράφει ότι αποκαλούσαν το νησί "Καλλίστη" και έζησαν οχτώ γενιές.[8] Τον 9ο αιώνα π.Χ. εγκαταστάθηκαν στο νησί οι Δωριείς, την ίδια εποχή που έγινε η Κάθοδος των Δωριέων στη Νότια Ελλάδα. Ο αρχηγός των οικιστών ήταν ο Θήρας γιός του βασιλιά της Θήβας Αυτεσίωνα και απόγονος του Κάδμου, η αδελφή του Αργεία είχε παντρευτεί τον Αριστόδημο, γενάρχη των βασιλικών δυναστειών των Δωριέων που εγκαταστάθηκαν στην Αρχαία Σπάρτη. Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος που έζησε τον 3ο αιώνα π.Χ. στην αυλή των Πτολεμαίων της Αιγύπτου έγραψε για τη Θήρα έναν σοβαρό θρύλο. Ο Εύφημος πήρε από τα χέρια του Τρίτωνα τον βώλο γης, κάτι που σήμαινε ότι οι απόγονοί του θα πήγαιναν στην Κυρηναϊκή, έριξε τον βώλο στο Αιγαίο πέλαγος και από αυτόν δημιουργήθηκε η Θήρα.

Οι Δωριείς άφησαν έναν μεγάλο αριθμό από επιγραφές σε λίθο που υποδηλώνει τις Γενετήσιες σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα ανάμεσα στους συγγραφείς των επιγραφών και των ερωμένων τους. Ο Φρειδερείκος Χίλλερ φον Γκέρτρινγκεν που βρήκε τις επιγραφές κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δημιουργήθηκαν τελετουργικά, οι τεχνίτες που τις κατασκεύασαν ήταν επαγγελματίες και δεν ήταν οι συγγραφείς των επιγραφών. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο μετά από επτά χρόνια ξηρασίας η Θήρα έστειλε εποίκους στη Βόρεια Αφρική που ίδρυσαν πολλές πόλεις, ανάμεσα τους την Κυρήνη.[9] Η Θήρα ήταν το μοναδικό νησί από τις Κυκλάδες που αρνήθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. να συμμαχήσει με την Αρχαία Αθήνα και να εισέλθει στη Συμμαχία της Δήλου, όταν ξέσπασε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος δήλωσαν σύμμαχοι της Σπάρτης λόγω Δωρικής καταγωγής. Οι Αθηναίοι την κατέλαβαν αλλά μετά την ήττα τους στη Μάχη στους Αιγός Ποταμούς (404 π.Χ.) αναγκάστηκαν να την παραδώσουν. Στην Ελληνιστική περίοδο έγινε η κύρια ναυτική βάση για τους βασιλείς της Αιγύπτου από τη Δυναστεία των Πτολεμαίων.

Βυζαντινοί χρόνοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 726 μ.Χ. έγινε έκρηξη στη βορειοανατολική πλευρά της Παλαιάς Καμένης και εμφανίστηκε νέο νησί, το οποίο γρήγορα ενώθηκε με αυτήν. Η έκρηξη θεωρήθηκε ως δείγμα θεϊκής οργής κατά του Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Λέοντος Γ΄ του Ισαύρου, ο οποίος ήταν εικονομάχος. Οι αντίπαλοι του αυτοκράτορα χρησιμοποίησαν το γεγονός για να υποκινήσουν εξέγερση, η οποία τελικά εκδηλώθηκε το 727, τόσο στις Κυκλάδες όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα, καθώς και στη Βενετία. Αρχηγός της επανάστασης ήταν ο τουρμάρχης της Ελλάδας Αγαλλιανός και ο Στέφανος. Οι επαναστάτες όρισαν άλλο αυτοκράτορα, έναν Κρητικό που ονομαζόταν Κοσμάς, και πλεύσανε προς την Κωνσταντινούπολη. Ο στόλος καταστράφηκε με το υγρό πυρ, στις 18 Απριλίου του 727, ενώ από τους αρχηγούς της επαναστάσεως, ο μεν Αγαλλιανός ρίχτηκε στη θάλασσα, οι δε Στέφανος και Κοσμάς παραδόθηκαν και αποκεφαλίσθηκαν.[10][11]

Το καστέλι του Εμπορείου.

Από την Άλωση του 1204 έως την Επανάσταση του 1821[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, ο Μάρκος Σανούδος, ίδρυσε το δουκάτο του Αιγαίου με έδρα τη Νάξο (1207). Τα υπόλοιπα νησιά που περιλάμβανε το Δουκάτο του Αιγαίου ή Δουκάτο της Νάξου ήταν η Σύρος, η Κίμωλος, η Μήλος, η Ίος, η Θήρα και η Ανάφη. Η Θήρα και η Θηρασία παραχωρήθηκαν στον Ιάκωβο Μπαρρότσι και παρέμειναν στην οικογένεια αυτή, με μικρά διαλείμματα, ως το 1480. Τότε η Θήρα δόθηκε ως προίκα από τον δούκα της Νάξου Ιάκωβο Γ΄ Κρίσπι στην κόρη του Φιορέντσα και στον σύζυγό της Δομίνικο Πιζάνι, γιο του δούκα της Κρήτης. Το νησί, λίγο μετά τον θάνατο του Ιακώβου Κρίσπι, καταλήφθηκε από τον αδελφό του Ιωάννη και προσαρτήθηκε στη Νάξο. Κατά τους χρόνους της άλωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς, πολλές ελληνικές χώρες παρέμεναν κάτω από λατινική κυριαρχία.

Κατά το 1537 η Θήρα, ακολουθώντας τη μοίρα και των άλλων νησιών του Αιγαίου, δέχτηκε τις επιδρομές του Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα. Ο Μπαρμπαρόσα απέσπασε την Κέα, τη Μύκονο και τη Θήρα από τη λατινική κυριαρχία και ανάγκασε τους δυνάστες των νησιών να αναγνωρίσουν την επικυριαρχία του Σουλτάνου. Η Θήρα περιήλθε τελικά στους Τούρκους το 1566, με εξαίρεση το καστέλι του Ακρωτηρίου, το οποίο πέρασε στα χέρια των Τούρκων το 1617. Όταν το 1579 πέθανε ο Ισπανοεβραίος Ιωσήφ Νασί, στον οποίο είχαν παραχωρηθεί οι Κυκλάδες από την Υψηλή Πύλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι νησιώτες έστειλαν πρεσβεία στον σουλτάνο Μουράτ Γ΄(1574 – 1595) για να ζητήσουν χορήγηση προνομίων. Στους απεσταλμένους των νησιών ανήκαν και εκπρόσωποι της Σαντορίνης. Με ορισμό που εκδόθηκε το 1580, στα νησιά των Κυκλάδων παραχωρήθηκαν σημαντικά προνόμια, τα οποία ανανεώθηκαν το 1628 – 1629 και αργότερα. Το καθεστώς των προνομίων βοήθησε στην οργάνωση συστήματος αυτοδιοίκησης και στην ανάπτυξη εμπορικής δραστηριότητας σε αυτά.

Παρά το άγονο έδαφος και τους καταστρεπτικούς σεισμούς που έπλητταν το νησιωτικό σύμπλεγμα της Σαντορίνης – όπως επικράτησε να ονομάζεται κατά τη Βενετοκρατία – παρουσίασε επίδοση στη γεωργία και στη ναυτιλία. Το 1770 ο πληθυσμός του νησιού έφθανε τους 9.000 και όπως προκύπτει από το ποσό του φόρου που κατέβαλλε το νησί, πρέπει να ήταν ευπορότερο σε σύγκριση με τα άλλα νησιά. Στις αρχές του 19ου αιώνα η οικονομική ευρωστία του νησιού συνεχιζόταν, όπως επίσης και η επίδοση στο ναυτικό. Το 1807, κατά τη ναυτολογία που πραγματοποίησε η Πύλη για την αντιμετώπιση των αναγκών της στη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου, η Θήρα υποχρεώθηκε να αποστείλει στον τουρκικό ναύσταθμο 50 ναύτες, όσους δηλαδή και η Μύκονος, γεγονός που φανερώνει τη μεγάλη ανάπτυξη του ναυτικού του νησιού. Ανάπτυξη παρατηρήθηκε επίσης κατά τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας και στην παιδεία, ενώ η μονή του Προφήτη Ηλία στο νησί αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα μοναστηριακά κέντρα των Κυκλάδων.

Στα τέλη Απριλίου του 1821, μετά από παραγγελία του Αλ. Υψηλάντη, οι Θηραίοι έστειλαν στις Σπέτσες 71 ναύτες με έναν ιερέα και τον προεστώτα Νικόλαο Δεκαζά για να υπηρετήσουν στα σπετσιώτικα πλοία που ήδη είχαν αρχίσει τον επαναστατικό αγώνα.[12] Στις 5 Μαΐου του 1821, κατά την εορτή της πολιούχου του νησιού Αγίας Ειρήνης, ο καπετάνιος Ευάγγελος Ματζαράκης, επίτροπος του Αλ. Υψηλάντη, σήκωσε τη σημαία της επανάστασης στη Σαντορίνη. Μετά από αυτό οι κάτοικοι έδιωξαν τον αρχιεπίσκοπο Ζαχαρία από την αρχιεπισκοπή του επειδή κατά την τελετή της κήρυξης της Επανάστασης καθόταν ήσυχος στο σπίτι του και γι'αυτό θεωρήθηκε από μερικούς τουρκόφιλος. Αργότερα λαϊκοί και κληρικοί, βεβαιώνοντας την αγάπη του προς τον λαό και την πατρίδα, ζήτησαν την επάνοδό του, κάτι που έγινε δεκτό από τον κυβερνήτη Υψηλάντη.[13]

Νεότεροι χρόνοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης της Σαντορίνης του 1848

Μετά την απελευθέρωση της Σαντορίνης και την ένταξή της στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος το 1830, έφτασαν και εγκαταστάθηκαν στο νησί οικογένειες Μικρασιατών που έδωσαν σημαντική ώθηση στην οικονομία και τον πολιτισμό. Κύριες οικονομικές δραστηριότητες της εποχής ήταν το εμπόριο και η ναυτιλία. Το 1852, η Σαντορίνη, με 7.222 κατοίκους είναι το δεύτερο σημαντικότερο εμπορικό κέντρο μετά τη Σύρο στις Κυκλάδες, με συναλλαγές κυρίως με τη Ρωσία, η οποία είναι η κύρια χώρα εισαγωγής σαντορινιού κρασιού. Μια άλλη σημαντική πηγή εισοδήματος ήταν η καλλιέργεια αγροτικών προϊόντων και ιδίως η παρασκευή κρασιού.[14]

Το ηφαίστειο της Σαντορίνης άρχισε να εκρήγνυται τις 26 Ιανουαρίου 1866. Πριν την έκρηξη παρατηρήθηκε αύξηση της θερμοκρασίας των νερών κοντά στη νέα Καμένη. Η έκρηξη περιλάμβανε την έκχυση λάβας και τη δημιουργία δόμων.[4] Ένας σεισμός 6,1 ρίχτερ έλαβε χώρα τις 30 Ιανουαρίου και προκάλεσε ζημίες σε 50 σπίτια και δύο εκκλησίες. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία η έκρηξη τελείωσε τις 15 Οκτωβρίου 1870.[15] Η έκρηξη έλαβε χώρα στον κρατήρα του Αγ. Γεωργίου και της Αφρόεσσας, δημιούργησε τις νησίδες του Μαΐου που σήμερα έχουν καταβυθιστεί,[4] και τριπλασίασε την έκταση της παλαιάς Καμένης.[16]

Η λάβα πάνω στο ηφαίστειο.

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκαν στο νησί οικογένειες Μικρασιατών προσφύγων. Στη Σαντορίνη είχαν εγκατασταθεί και μετά το 1830 πολλοί Μικρασιάτες καθώς το νησί ήταν πλέον ελληνικό και παρείχε ασφάλεια, ενώ και οι σχέσεις των Κυκλάδων με τα παράλια της Μικράς Ασίας ήταν στενές από τα αρχαία ακόμα χρόνια. Οι 548 Μικρασιάτες, άνδρες γυναίκες και παιδιά, εγκαταστάθηκαν σε διάφορους οικισμούς του νησιού όπως ο Βόθωνας, η Έξω Γωνιά, το Ημεροβίγλι, η Θήρα (τα Φηρά), το Μεγαλοχώρι, η Μεσσαριά, η Οία και ο Πύργος.[17]

Στις 28 Ιουλίου 1925 παρατηρήθηκαν σεισμικές δονήσεις, προειδοποιώντας τους κατοίκους ότι μια έκρηξη επίκειται. Στην περιοχή των Κόκκινων Νερών, ανάμεσα στις νησίδες Νέα και Μικρή Καμένη, η θερμοκρασία της θάλασσας αυξήθηκε και η θάλασσα άλλαξε χρώμα. Η έκρηξη ξεκίνησε τις 25 Αυγούστου με φρεατικές εκρήξεις, ενώ αργότερα παρατηρήθηκαν εκρηκτικές στήλες με ηφαιστειακή στάχτη που έφτασε σε ύψος 3,5 χιλιομέτρων. Η δραστηριότητα επικεντρώθηκε στον ηφαιστειακό δόμο Δάφνη, από όπου εκχύθηκε λάβα και οδήγησε στην ένωση της Νέας και τη Μικρή Καμένη. Η πρώτη φάση της έκρηξης τελείωσε το 1926. Ένας δεύτερος, μικρότερος δόμος που σχηματίστηκε σε νέα έκρηξη το 1928 πήρε το όνομα Ναυτίλος.[4][18] Το ηφαίστειο εξερράγει ξανά το 1939, και δημιούργησε τους δόμους Τρίτωνα, Κτενά κα Φουκέ και τις ροές λάβας Σμιθ, Ρεκ και Νίκης. Η έκρηξη τελείωσε τον Ιούλιο του 1941.[4] Η πιο πρόσφατη έκρηξη του ηφαιστείου έλαβε χώρα από τις 10 Ιανουαρίου 1950 μέχρι 2 Φεβρουαρίου του ίδιου χρόνου και δημιούργησε το δόμο του Λιάστικα. Αυτά τα ηφαιστειακά πετρώματα είναι τα πιο πρόσφατα που δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα.[4]

Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Σαντορίνη καταλήφθηκε πρώτα από Ιταλικές (το 1941) και έπειτα, το 1943, από Γερμανικές δυνάμεις κατοχής. Στις 9 Ιουλίου 1956 σημειώθηκε κοντά στην Αμοργό σεισμός μεγέθους 7,8 ρίχτερ, ο οποίος ήταν ο ισχυρότερος που έλαβε χώρα στην Ευρώπη κατά τον 20ο αιώνα. Ο κύριος σεισμός, μαζί με ένα μετασεισμό 6,9 ρίχτερ που ακολούθησε 12 λεπτά αργότερα, προκάλεσαν εκτεταμένες καταστροφές σε Σαντορίνη, Αστυπάλαια, Ανάφη, Κάλυμνο, Λέρο, Αμοργό και Πάτμο[19], 53 θανάτους, καθώς και ένα από τα μεγαλύτερα τσουνάμι στο Αιγαίο, με ύψος μέχρι 25 μέτρα.[20] Μετά αυτό το γεγονός μεγάλο μέρος του πληθυσμού έφυγε από το νησί. Τη δεκαετία του 1960 άρχισε να αναπτύσσεται ο τουρισμός στη Σαντορίνη, φτάνοντας στο αποκορύφωμα του στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Από τότε ο τουρισμός στο νησί γνωρίζει συνεχή ανάπτυξη, έχοντας καταστήσει πλέον τη Σαντορίνη σε ένα από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς σε διεθνές επίπεδο. Οι κρουαζιέρες ξεκινούν στο νησί από τον Μάρτιο και συνεχίζονται μέχρι και τέλη Νοεμβρίου, έχοντας επεκτείνει χρονικά πολύ την τουριστική περίοδο. Τους καλοκαιρινούς μήνες περισσότερα από 30 με 40 έκτακτες πτήσεις (τσάρτερς) από κάθε γωνιά του κόσμου προσγειώνονται στο αεροδρόμιο του νησιού.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και τους χειμερινούς μήνες οι επισκέψεις τουριστών στο νησί δεν σταματούν, ιδιαίτερα από χώρες της Ασίας. Η τεράστια τουριστική ανάπτυξη της Σαντορίνης είναι φυσικό να έχει αλλοιώσει και τον χαρακτήρα του νησιού. Εκατοντάδες νέα κτίσματα έχουν κάνει την εμφάνιση τους παντού και οι περίφημες αγροτικές καλλιέργειες του νησιού και οι αμπελώνες του έχουν περιοριστεί κατά πολύ σε έκταση, δίνοντας τη θέση τους σε πολυτελείς ξενοδοχειακές μονάδες, μπαρ, εστιατόρια κλπ.

Στη Σαντορίνη μεγάλος αριθμός μπαρ και νυχτερινών κέντρων λειτουργεί χωρίς τις απαιτούμενες πολεοδομικές ή υγειονομικές άδειες, δημιουργώντας προβλήματα στους μόνιμους κατοίκους του νησιού.[εκκρεμεί παραπομπή]

Το 2020 το Υπουργείο Τουρισμού ξεκίνησε την καμπάνια ευαισθητοποίησης «Plastic-free Santorini» για την προώθηση της μείωσης αλόγιστης χρήσης πλαστικού, κάνοντας έτσι τη Σαντορίνη το πρώτο ελεύθερο από πλαστικό νησί των Κυκλάδων.[21]

Οικονομικός και κοινωνικός χώρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους ξεκινά σταδιακά ο μετασχηματισμός της ελληνικής κοινωνίας ενώ η εκβιομηχάνιση βραδυπορεί. Η χώρα εξειδικεύεται σταδιακά στην εξαγωγή αγροτικών προϊόντων και μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ελληνικό και ευρωπαϊκό, και η ναυτιλία αποτέλεσε μοχλό για τον εκσυγχρονισμό του αγροτικού τομέα κι ευρύτερα της οικονομίας. Την εποχή της δημιουργίας εθνικών κρατών στη Μεσόγειο, τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφυπνίζεται και διεκδικεί οντότητα. Καθώς η αυτοκρατορία αποδιαρθρώνεται προκύπτουν ανακατατάξεις στον χώρο. Το νεοσυσταθέν Ελληνικό κράτος επιχειρεί να οργανώσει τον δικό του χώρο κι αυτό περνάει μέσα από τη σχέση πρωτεύουσας και λοιπής χώρας. Για πολλές δεκαετίες οι περιοχές εκτός πρωτεύουσας παραμένουν σε ένα καθεστώς που συνεχίζει τη δομή της τοπικής αυτοδιοίκησης, τουλάχιστον άτυπα. Η διασύνδεση των κατοικημένων σημείων, άτακτη και αποσπασματική, δεν είχε οργανωμένο και σταθερό αποτύπωμα στον χώρο. Η κατάσταση αυτή όμως ήταν ένας ακόμη παράγοντας που ευνόησε την ανάγκη για αυτάρκεια τόσο στην ηπειρωτική όσο και στη νησιωτική Ελλάδα.

Η βελτίωση και ανάπτυξη των λιμανιών γίνεται στήριγμα του θαλάσσιου δικτύου. Η οργάνωση της λιμενικής υποδομής σε εθνικό επίπεδο εκφράζει μια τάση ανάπτυξης εμπορική, οικονομική σε τοπικό και ευρύτερο κρατικό επίπεδο. Είναι βεβαίως μεγάλη η διαφοροποίηση μεταξύ των λιμανιών και των νησιών, σε αυτό έχει καθοριστική επίδραση το φυσικό περιβάλλον.

Όσον αφορά την οργάνωση των επαγγελμάτων στον χώρο των Κυκλάδων κύρια δραστηριότητα ήταν η παραγωγή, επεξεργασία και διακίνηση του κρασιού, που αποτέλεσε ένα από τα βασικά εξαγώγιμα προϊόντα της Ελλάδας από την εποχή της σύστασης του Ελληνικού Κράτους.

Μετά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1768-1774, διευρύνεται το πεδίο δράσης των ελληνικών πλοίων. Το άνοιγμα της Μαύρης Θάλασσας επιτρέπει στους νησιώτες να επεκτείνουν το εμπόριό τους στη μεταφορά των ρωσικών δημητριακών. Η ιστιοφόρος ναυτιλία αντέχει γερά ως τη δεκαετία του 1880, παρά τις δυσκολίες και τις επιζήμιες επιπτώσεις του Κριμαϊκού πολέμου (1854-1855). Από κει και πέρα τα ιστιοφόρα υποχωρούν μπροστά στα ατμόπλοια, που κερδίζουν γρήγορα έδαφος από το 1875.

Το σημαντικότερο αγροτικό προϊόν που εισήγαγε η Ελλάδα είναι τα δημητριακά, ειδικότερα το σιτάρι. Οι εισαγωγές δημητριακών παρουσιάζουν άνοδο μέχρι το 1887 και παραμένουν σταθερές μέχρι το 1904. Η σιτοπαραγωγός Θεσσαλία προσαρτήθηκε στο Ελληνικό κράτος από το 1881 αλλά παρόλα αυτά δεν μειώθηκαν οι εισαγωγές σιτηρών από το εξωτερικό.

Ο νησιωτικός πληθυσμός των Κυκλάδων τον 19ο αιώνα, στον μεγαλύτερο βαθμό, βρίσκεται ακινητοποιημένος και περιχαρακωμένος σε μικρές νησίδες γης με σημαντική ανεπάρκεια εγχώριων πόρων. Οι επαφές με το «εξωτερικό» όμως, η εμπορική δραστηριότητα που αναπτύσσουν εξασφαλίζουν ζωτικές προμήθειες και σε κάποιες περιπτώσεις αποτελούν πηγή πλουτισμού για τους τόπους αυτούς. Οι Κυκλάδες ανταλλάσσουν το κρασί τους και τα κουκούλια μεταξιού ή μετάξι ή προϊόντα του υπεδάφους τους με ζάχαρη και καφέ, κατεργασμένα προϊόντα, κυρίως υφάσματα, δέρματα και ξυλεία.

Το 1852 η Σαντορίνη (με έκταση 76,2 χλμ² και πληθυσμό 7.222 κατοίκους) καταφέρνει να παρουσιάσει μια εμπορική κίνηση που υπερβαίνει κατά πολύ, σε όγκο, την αντίστοιχη των άλλων Κυκλάδων με εξαίρεση τη Σύρο. Η ναυτική περιφέρεια της Σαντορίνης περιλαμβάνει τα νησιά Αμοργός, Ίος, Ανάφη. Εμπορεύεται απ’ ευθείας με τη Ρωσία όπου διοχετεύεται το σύνολο του παραγόμενου κρασιού. Από εκεί τα μεγάλα σαντορινιά πλοία μεταφέρουν δημητριακά και αφού ξεφορτώσουν μέρος αυτών στο νησί, συνεχίζουν για τη Γαλλία, την Ιταλία και την Αγγλία. Επίσης η Σαντορίνη εξάγει θηραϊκή γη (5%) στην Αυστρία και σε ελληνικά λιμάνια. Τα προϊόντα που φέρνουν προς τη Σαντορίνη τα πλοία είναι κυρίως υφάσματα (βαμβακερά και μεταξωτά), είδη κιγκαλερίας, αρώματα, αποικιακά είδη. Για τη διεξαγωγή εμπορίου με δικά τους καράβια, οι έμποροι και πλοιοκτήτες της Σαντορίνης διαθέτουν πλοία μεγάλης χωρητικότητας. Ο στόλος της ναυτικής αποτελείται από 200 πλοία συνολικής χωρητικότητας 14.755 τόνων, ενώ τα 31 υπερβαίνουν τους 200 τόνους.

Στον τομέα της ναυτιλιακής και εμπορικής δραστηριότητας η Σαντορίνη διαθέτει το 40% του συνολικού αριθμού των πλοίων των Κυκλάδων. Η Άνδρος, όπως και η Σαντορίνη, έχει έναν στόλο που επίσης περιλαμβάνει μεγάλης χωρητικότητας πλοία και εμπορεύεται απ’ ευθείας με λιμάνια του εξωτερικού χωρίς να περνούν τα πλοία της απαραίτητα από τη Σύρο ή τον Πειραιά αργότερα.

Η Μεσόγειος γενικότερα διέθετε μεγάλα ιστιοφόρα χωρητικότητας 600 έως 1.000 ακόμα και 1.300 τόνους ήδη πριν τον 16ο αιώνα. Από το 1870 όμως και εξής η επέκταση της χρήσης του ατμού, συνέπεια της ταχείας ευρωπαϊκής οικονομικής ανάπτυξης, επέφερε σημαντικές αλλαγές. Οι αλλαγές εντατικοποιούνται και σταδιακά θέτουν εκτός μάχης τα ελληνικά ιστιοφόρα. Στο μεταξύ έχει δρομολογηθεί η τακτική ατμοπλοϊκή επικοινωνία μεταξύ Σύρου και Πειραιά. Με νόμο της 22ας Απριλίου 1855 «Περί συστάσεως συγκοινωνίας μεταξύ των νήσων και των παραλίων μερών της Ελλάδος.» η Κυβέρνηση προσπαθεί να εισαγάγει στις θαλάσσιες συγκοινωνίες και μεταφορές που συνδέουν τα ελληνικά παράλια τη χρήση του ατμού. Διαμορφώνεται ένα δίκτυο άγονων και μη αποδοτικών γραμμών.

Η οικονομική ζωή της Σαντορίνης πριν από το 1960, όταν άρχισε σταδιακά η κίνηση ξένων επισκεπτών στο νησί για τουριστικούς λόγους, βασιζόταν στις καλλιέργειες και στο εμπόριο. Η σπουδαιότητα του εμπορίου κάθε νησιού δεν είναι συνάρτηση του μεγέθους του, αλλά των ιδιομορφιών της νησιωτικής οικονομίας και, ειδικότερα, της σημασίας που αποκτά στις εξωτερικές αγορές το κυριότερο εξαγωγικό του προϊόν, όπως εν προκειμένω στη Σαντορίνη συμβαίνει με το κρασί (85%). Σε αρκετά υψηλό ποσοστό βρίσκεται η εξαγωγή του κρασιού και στην Πάρο, στην οποία επίσης αποτελεί το κύριο προϊόν εξαγωγής (60%). Οι μελέτες για την ελληνική ναυτιλία του 19ου αιώνα εστιάζουν περισσότερο στον ρόλο των ελληνικών πλοίων στην επανάσταση του 1821 και λιγότερο στις εμπορικές δραστηριότητες.

Ως τα μέσα του 19ου αιώνα ο κυκλαδίτικος πληθυσμός αποτελεί εν μέρει το υπόβαθρο της εμπορικής ανάπτυξης της Σύρου. Η άνοδος της Ερμούπολης θεωρήθηκε ότι οδήγησε στη μετανάστευση νησιωτών προς τη Σύρο και έτσι σταδιακά ο νησιωτικός χώρος έχασε την ενότητά του και την αλλοτινή του ιδιαιτερότητα. Η εξέλιξη αυτή όμως έφερε στο φως και αρκετές περιφερειακές ανισότητες, που είχε δημιουργήσει, κατά τα προηγούμενα χρόνια, η απομόνωση.

Επαγγελματικός βίος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης της Σαντορίνης, χαλκογραφία του Όλφερτ Ντάπερ, 17ος αιώνας

Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας, αρχικά των Λατίνων και στη συνέχεια των Τούρκων στα νησιά των Κυκλάδων, φαίνεται πως κάθε νησί ακολούθησε μια ιδιαίτερη πορεία μέσα στο σύνολο. Παρόλο που υπάρχουν κοινά στοιχεία στην οικονομία τους, κάθε νησί αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση. Όταν μια κοινότητα χάσει την ανεξαρτησία και την κρατική αυτονομία της, αγωνίζεται με κάθε τρόπο να περισώσει την όποια δυνατότητα έχει για εσωτερική ελευθερία και ομαδική συσπείρωση γύρω από κάποια σημεία αναφοράς. Τέτοιο σημείο αναφοράς μπορεί να είναι το σπίτι του – στο οικογενειακό πλαίσιο και κατ’ επέκταση στο ευρύτερο τοπικό πλαίσιο. Με τα προνόμια που έδωσαν οι Οθωμανοί στους νησιώτες ευνοήθηκαν αφ' ενός η Εκκλησία κι αφ' ετέρου οι τοπικές κοινότητες και οι αστικές συντεχνίες.

Στα χρόνια της Οθωμανικής Κυριαρχίας σημειώνονται μια σειρά εξελίξεων της κοινοτικής ζωής, από την κλειστή περιχαράκωση και ασφάλεια (καστέλια, πύργοι (μπούργκο), γουλάδες, καταφύγια, λοξά καλντερίμια, πυργόμορφα σπίτια, βίγλες κ.λ.π) ως τα ανοιχτά χοροστάσια στα αλώνια και τις γιορτές των πανηγύρεων.

Μετά την οικογένεια, αρχηγός της οποίας ήταν ο πατέρας, η κοινότητα είχε τους δικούς της αρχηγούς (πρωτόγερους, δημογέροντες, κοτζαμπάσηδες) Ο ρόλος της εκάστοτε δημογεροντίας έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον στις δύσκολες ώρες του κοινωνικού συνόλου. Πολλές φορές σε τέτοιες περιστάσεις το μεγαλύτερο βάρος έπεφτε στους ώμους της εκκλησίας και κυρίως της ανεπίσημης. Η κοινότητα απασχολούσε ντελάληδες, βιγλιάρηδες, νυχτοφύλακες, δραγάτες, λογαριαστάδες. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει η ορολογία των κοινοτικών ενεργειών και εισφορών, όπως το «ψυχομέτρι» (= απογραφή), η λόντζα (=γενική συνέλευση), η μάννα (=κτηματολόγιο), η φέρτα (=εισφορά για τον ιερέα).

Τα έθιμα της αλληλοβοήθειας και συνεργασίας, τόσο στις οικογενειακές όσο και σε άλλες περιστάσεις, είναι από τις πιο συγκινητικές εκδηλώσεις των μελών μιας κοινότητας. Θέρος, τρύγος (βεντέμα), συγκομιδή άλλων καρπών, χτίσιμο σπιτιού και περισσότερο εκκλησίας, ανασύσταση κοπαδιού, αρδεύσεις και κατασκευή περιφράξεων, δρόμων γίνονταν με πρόθυμη συμμετοχή όλων, που κάποτε την κήρυσσε μετά τη λειτουργία ο παπάς. Οι εκδηλώσεις αυτές είναι γνωστές με ποικίλα ονόματα: ξέλαση, ληλοβόηθο, αντοβόηθο, δανεικαριά, παρασπόρι, αγγαρειά. Στο τέλος κάθε εργασίας ακόμα και οι πιο φτωχοί «βοηθούμενοι» εξασφάλιζαν στους «βοηθούντες» το απαραίτητο κρασί και φαγητό για να τους περιποιηθούν. Με τη σειρά τους οι «βοηθούντες» θεωρούν καθήκον τους να τραγουδήσουν και να ευχαριστήσουν με στίχους τους «βοηθούμενους». Καταλήγει έτσι η αλληλοβοήθεια σε ένα συμπόσιο αγάπης.

Συγκεντρώσεις αλληλεγγύης αποτελούν και τα νυχτέρια ή αποσπερίδια σε συγγενικά ή γειτονικά σπίτια του χωριού, στα οποία μαζεύονταν και βοηθούσαν στις οικιακές δουλειές περισσότερο οι γυναίκες. Δουλειές όπως η προετοιμασία φαγητών για τις μεγάλες γιορτές, Χριστούγεννα, Πάσχα, ετοιμασία γάμου, ξάσιμο μαλλιού, ύφανση, κέντημα, γίνονταν τις περισσότερες φορές ομαδικά.

Από την οργάνωση των επαγγελματιών της πρώτης μετατουρκικής κοινωνίας δημιουργήθηκε η νέα αστική ζωή του Ελληνισμού, τόσο στην ίδια την οθωμανική κοινωνία όσο και στην άλλη, τη διεθνή. Τα δημιουργικά στοιχεία, όσο και τα παράγωγα από την οργάνωση σε συντεχνίες έχουν πολλαπλό ενδιαφέρον.

Πανοραμική άποψη της Καλντέρας από την Οία
Πανοραμική άποψη του οικισμού των Φηρών
Άποψη της Οίας όπως ανεβαίνουμε από το Αμμούδι

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λεπτομερείς ναυτιλιακές πληροφορίες για τη Σαντορίνη παρέχει ο Ελληνικός Πλοηγός 2ος τόμος και ιδιαίτερα ο χάρτης ελληνικής έκδοσης: ΧΕΕ-423/8, που αποτελεί τον λιμενοδείκτη του λιμένα της, καθώς και ο ΧΕΕ-423 που καλύπτει όλες τις ΝΑ. Κυκλάδες.

Η πρόσβαση στο νησί μπορεί να γίνει τόσο αεροπορικώς, όσο και ακτοπλοϊκώς. Τους καλοκαιρινούς μήνες η συχνότητα των δρομολογίων είναι πολύ μεγαλύτερη.

Ο αμπελώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αμπέλι

Σήμερα η αμπελοκαλλιέργεια αποτελεί τον σημαντικότερο τομέα αγροτικής παραγωγής στη Σαντορίνη. Η ιστορία της χάνεται στους προϊστορικούς χρόνους.Σήμερα ο αμπελώνας της Σαντορίνης αποτελεί τον πλέον παραδοσιακό σε ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο. Άνυδρος με μόνη δροσιά τις λίγες βροχές του χειμώνα και τη νυχτερινή υγρασία του καλοκαιριού που προέρχεται από την εξάτμιση της καλντέρας και την οποία αποθηκεύει η κίσσηρη του εδάφους. Οι αντίξοες κλιματικές συνθήκες και ιδιαίτερα οι ισχυροί άνεμοι υποχρέωσαν τους καλλιεργητές να υιοθετήσουν ένα μοναδικό χαμηλό σχήμα κλαδέματος, σαν καλάθι, προκειμένου να προφυλάσσονται τα σταφύλια, τόσο από τον άνεμο όσο και από τον καύσωνα του καλοκαιριού. Η έκταση του αμπελώνα σήμερα είναι 14.000 στρέμματα και η απόδοσή του είναι περίπου 500 κιλά/στρέμμα. Το πιο σημαντικό στοιχείο του αμπελώνα της Σαντορίνης είναι ο ποικιλιακός της πλούτος. Αποτελεί μια μεγάλη αμπελογραφική συλλογή, αφού διασώζει περισσότερες από 50 ποικιλίες αμπέλου ορισμένες από τις οποίες είναι σπάνιες και έχουν μοναδικά αμπελογραφικά και οινολογικά χαρακτηριστικά. Βασική ποικιλία του αμπελώνα είναι το Ασύρτικο, η καλύτερη κατά πολλούς, λευκή ποικιλία σε ολόκληρη τη μεσογειακή λεκάνη, η οποία στο ιδιόμορφο εδαφοκλιματικό περιβάλλον της Σαντορίνης έχει προσαρμοστεί τέλεια και δίνει προϊόντα με ξεχωριστά χαρακτηριστικά. Το Ασύρτικο συμπληρώνουν οι δύο άλλες βασικές λευκές ποικιλίες του αμπελώνα, το Αθήρι και το Αϊδάνι, από τη συνοινοποίηση των οποίων προκύπτει το Ονομασίας Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητος λευκό ξηρό (ΟΠΑΠ) ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ. Άλλες λευκές ποικιλίες αμπέλου που φιλοξενούνται στον αμπελώνα της Σαντορίνης είναι η Αγριογλυκάδα, το Ασπροβουδόματο, η Ασπρούδα Σαντορίνης, η Γαϊδουριά, η Άσπρη Βάφτρα, η Ασπρομαντηλαριά, η Γλυκάδα, το Κρητικό, το Ποταμίσι, το Πλατάνι, το Κατσανό, το Φλασκασύρτικο, ο Σταυραχιώτης. Το Μπρούσκο σημαίνει (άγριο) και είναι παραδοσιακό κρασί της Σαντορίνης μπορεί να είναι κόκκινο από Αιγαιοπελαγίτικη Μαντηλαριά η λευκό απο σταφύλια ασύρτικου ή ενα μείγμα και των δύων με αποτέλεμσμα ένα ροζέ κρασί όπως προκύπτει από το ίδιο του το όνομά πρόκειται για ένα κρασί υψηλής περιεκτικότητας σε οινόπνευμα 16 με 17 %. Από τις ερυθρές ποικιλίες η Αιγαιοπελαγίτικη Μαντηλαριά κατέχει την πιο σημαντική θέση στον αμπελώνα της Σαντορίνης και πλαισιώνεται από το Μαυράθηρο, τη Βάφτρα, το Βουδόματο, το Μαυροτράγανο, το Σιδερίτη, τη Γλυκάδα την κόκκινη, το μαύρο Αϊδάνι. Χάρη στη μεγάλη παράδοση του νησιού στον χώρο του κρασιού τα οινοποιεία που λειτουργούν είναι πολλά.

Τα υπόσκαφα σπίτια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπόσκαφα σπίτια Σαντορίνης

Μια μορφή δόμησης που συναντάμε στη Σαντορίνη είναι το υπόσκαφο,[22] το σπίτι δηλαδή που είναι σκαμμένο μέσα στο έδαφος. Τα σπίτια αυτά εντοπίζονται κυρίως στα πρανή της καλδέρας, στις πλαγιές των ρεμάτων αλλά και εντός των καστελλιών όταν δεν υπήρχε άνεση χώρου. Το υπόσκαφο σπίτι είναι στενόμακρος χώρος με θολωτή οροφή που φωτίζεται και αερίζεται μόνο από την πρόσοψη. Στην πρόσοψη υπάρχει μια μικρή πόρτα, τοποθετημένη στο κέντρο, δεξιά και αριστερά της έχει από ένα παράθυρο και πάνω από την πόρτα τον φεγγίτη. Στο εσωτερικό του σπιτιού υπάρχουν δύο χώροι. Η σάλα μπροστά και ένα μικρό δωμάτιο στο βάθος του σπιτιού, η κάμαρη. Ένας τοίχος χωρίζει τους δυο χώρους και σ’ αυτόν επαναλαμβάνονται τα παράθυρα και η πόρτα της πρόσοψης για λόγους αερισμού και φωτισμού της κάμαρης.

Τα υπόσκαφα κτίσματα της Σαντορίνης είναι λαξευμένα στο κάθετο μέτωπο του στρώματος της «άσπας». Είναι θολωτά, σκαμμένα στον βράχο χωρίς θεμέλια, με στενή πρόσοψη και μεγάλο βάθος. Η στέγαση των κτισμένων τμημάτων τους γίνεται με θόλους ή σταυροθόλια με ένα είδος χυτής καλουπωτής κατασκευής. Τα υλικά τους είναι πέτρα (κόκκινη ή μαύρη) και η θηραϊκή γη. Αυτά μαζί με τον ασβέστη δημιουργούν ένα πολύ ισχυρό κονίαμα.

Ο παραδοσιακός οικισμός της Μεσαριάς

Η θηραϊκή γη έχει μονωτικές ιδιότητες κι έτσι τα υπόσκαφα διατηρούνται δροσερά το καλοκαίρι και ζεστά τον χειμώνα. Επίσης, αυτός ο τρόπος κατασκευής επιτρέπει τη δημιουργία μιας ποικιλίας μορφών με μεγάλη πλαστικότητα. Στους οικισμούς της Καλντέρας ο κοινόχρηστος και ο ιδιωτικός χώρος συνδέονται, ή και ταυτίζονται.

Σε πείσμα του κατηφορικού βράχου όπου είναι σκαμμένα, τα υπόσκαφα προσπαθούν να χωρέσουν τα πάντα! 

Μπροστά είναι η σάλα και πίσω η κρεβατοκάμαρα, που φωτίζεται και αερίζεται μέσω της σάλας. Η κουζίνα είναι μια μικρή και χαμηλή γωνία, που επικοινωνεί με τη σάλα. Πολύ ενδιαφέροντα είναι τα υπόλοιπα στοιχεία της κατασκευής –όπως οι σκάλες και οι καμινάδες.

Υπόσκαφα δεν υπάρχουν μόνο στην Οία, αλλά και στους οικισμούς της Φοινικιάς, του Βόθωνα, του Καρτεράδου, του Πύργου.

Η Θηραϊκή Γη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παλαιές σκάλες φόρτωσης θηραϊκής γης, Σαντορίνη
Ορυκτολογικό Μουσείο Σαντορίνης

Η θηραϊκή γη, αποτελώντας ένα σημαντικό οικοδομικό υλικό, εξορύχθηκε σε εντατικούς ρυθμούς από τον 19ο αιώνα μέχρι τις αρχές τις δεκαετίας του 1980, κυρίως στις περιοχές της Οίας, των Φηρών, του Ακρωτηρίου και της Θηρασιάς. Χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλα λιμενικά και άλλα έργα όπως η διώρυγα του Σουέζ καθώς και τα λιμάνια της Αλεξάνδρειας και της Κωστάντζας. Η μεγάλη τουριστική ανάπτυξη της Σαντορίνης από τη δεκαετία του 1970 και μετά δημιούργησε πιέσεις για τη διακοπή της λειτουργίας των ορυχείων, προκειμένου να προστατευθεί το φυσικό περιβάλλον και η βιοποικιλότητα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα το κλείσιμο των περισσότερων λατομικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνταν στο νησί. Το 1984 διακόπτεται με νόμο η εκμετάλλευση όλων των ορυχείων θηραϊκής γης που δεν διέθεταν άδεια εκμετάλλευσης ορυχείων βιομηχανικών ορυκτών.[23]

Πασχαλινά έθιμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μελιτίνια
Σήμαντρα.

Για τον εορτασμό του Πάσχα, οι προετοιμασίες ξεκινούν από την Παρασκευή, πριν το Σάββατο του Λαζάρου. Σε πολλά χωριά της Σαντορίνης κατασκευάζουν έναν μεγάλο, συνήθως ξύλινο, σταυρό - τον Λάζαρο - στολισμένο με δενδρολίβανο, αλισμαρί όπως το λένε, και λουλούδια που έχουν μαζέψει τα παιδιά κάθε ενορίας και τον στήνουν στις πλατείες του νησιού για να δείξουν την ανάσταση του Λαζάρου. Εκεί μένει μέχρι το Μεγάλο Σάββατο, που τον ξεστολίζουν. Τα παιδιά φτιάχνουν μικρότερους σταυρούς και πηγαίνουν από πόρτα σε πόρτα τραγουδώντας τα κάλαντα του Λαζάρου, ενώ ταυτόχρονα χτυπούν τις καμπάνες των εκκλησιών που θα βρεθούν στον δρόμο τους. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας οι γυναίκες φτιάχνουν τα μελιτίνια, ένα παραδοσιακό γλυκό με μέλι, βανίλια, μαστίχα και μυζήθρα.

Τη Μεγάλη Παρασκευή το μεσημέρι στο Εμπορειό, αναβιώνουν τα σήμαντρα. Οι άντρες του χωριού μαζεύονται και, για να κάνουν θόρυβο, χτυπάνε οτιδήποτε μεταλλικό, περνώντας μέσα από τις εκκλησίες του χωριού και προσκυνώντας τις εικόνες τους ενώ κατά τη διαδρομή τους στον δρόμο οι γυναίκες τους κερνούν ρακί και καραμέλες. Πιστεύουν ότι έτσι διώχνουν τα κακά πνεύματα προετοιμάζοντας την Ανάσταση.

Τη Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ, στον Πύργο, στην Έξω Γωνιά, στο Ακρωτήρι, στον Καρτεράδο αλλά και σε άλλες ενορίες του νησιού, γεμίζουν τενεκεδάκια με στουπί και πετρέλαιο και τους βάζουν φωτιά, καθώς κάνουν την περιφορά του Επιταφίου και ψάλουν τα εγκώμια.

Την Κυριακή του Πάσχα αναβιώνει το κάψιμο του Ιούδα. Στην Περίσσα αλλά και σε άλλες περιοχές του νησιού φτιάχνουν ένα ομοίωμα που παρουσιάζει τον Ιούδα, το γεμίζουν με εκρηκτικά και το κρεμούν από κάποιο ψηλό σημείο όπου και το πυροβολούν.

Αθλητισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο νησί υπάρχουν οι εξής αθλητικοί σύλλογοι:

  • Α.Ο. Θήρας, βόλεϊ
  • Αθλητική Ένωση Σαντορίνης (Α.Ε.Σ.), μπάσκετ, Τάε Κβον Ντο
  • Α.Σ. Σαντορίνη 2020, ποδόσφαιρο
  • Πανθηραϊκός Α.Ο. (Φηρά Σαντορίνης), ποδόσφαιρο
  • Α.Ο. Πύργου (Πύργος Σαντορίνης), ποδόσφαιρο
  • Α.Σ. Τάε Κβον Ντο Σαντορίνης Λέοντες

Πανιώνιος Γυμναστικός Σύλλογος Σαντορίνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πανιώνιος Γυμναστικός Σύλλογος Σαντορίνης ιδρύθηκε το 1990 και αναγνωρίστηκε επίσημα στις 13 Ιανουαρίου 1992 από φίλους του Πανιωνίου που μένουν μόνιμα στη Σαντορίνη. Αρχικά είχε έδρα τον οικισμό Καμάρι, γι' αυτό έως το 1997 αναφερόταν ως Γ.Σ. Καμαρίου Θήρας «Πανιώνιος».

Έχει τα κυανέρυθρα χρώματα του Πανιωνίου της Σμύρνης.

Το τμήμα του Ταεκβοντό έχει λάβει 3 μετάλλια σε πανελλήνιους αγώνες ανδρών/γυναικών - εφήβων/νεανίδων, πολλούς διεθνείς αγώνες, συμμετοχές στην επίλεκτη ομάδα της ΕΤΑΝΕ και μια συμμετοχή στην εθνική Ελλάδος Εφήβων (Ζήκας Γεώργιος - Τυνησία 2018).

Διατηρεί ενεργά τα εξής αθλητικά τμήματα: μπάσκετ, που υπήρξε το αρχικό τμήμα του συλλόγου, ταεκβοντό και ενόργανης γυμναστικής. Παλαιότερα λειτούργησαν επίσης τμήματα στίβου και ποδοσφαίρου.

Εικόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Αποτελέσματα της Απογραφής Πληθυσμού-Κατοικιών έτους 2021 που αφορούν στο Μόνιμο Πληθυσμό της Χώρας» (PDF). Ελληνική Στατιστική Αρχή. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2024. 
  2. 2,0 2,1 2,2 «Ηφαιστειότητα και δημιουργία της Σαντορίνης». Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2013. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 Μποζινέκη-Διδώνη, Π. (χωρίς χρονολογία). ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΕΟΤ 1975-1995. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΟΙΑΣ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ. Ανακτήθηκε 27/05/2012: http://library.tee.gr/digital/books_notee/book_59509/book_59509_bozineki.pdf
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 «6.4. Η Παλαιά και Νέα Καμένη». Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2013. 
  5. «Γεωλογία της Σαντορίνης». Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2013. 
  6. «Monthly Bulletins». www.meteo.gr. 
  7. https://penteli.meteo.gr/stations/santorini/
  8. Ηροδότου Ιστορίαι IV.147
  9. Ηροδότου Ιστορίαι IV.149–165
  10. Θεοφάνους: Χρονογραφία. Εκδόσεις Bonn. Α., 623.
  11. Γεώργιος Κεδρηνός: Σύνοψη Ιστοριών Α, 796.
  12. Ορλάνδος Αναστάσιος Κ., "Ναυτικά, ήτοι ιστορία των κατά τον υπέρ ανεξαρτησίας της Ελλάδος αγώνα πεπραγμένων : υπό των τριών ναυτικών νήσων, ιδίως δε των Σπετσών", Αθήνα, 1869, τ. Α' σ. 74
  13. Δανιήλ Δενάξας, Η ιερά μητρόπολις Θήρας: Οι σεβ. επίσκοποι και παν. μητροπολίται αυτής 1592-1931, Πειραιάς, 1933, σ. 18, 19
  14. Αποστολάκη Μαρία (2007). «Σαντορίνη - Θηρα» (PDF). Δίκτυο Αειφόρων Νήσων (ΔΑΦΝΗ). Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. σελίδες 13, 15. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 12 Σεπτεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2013. 
  15. «Σαντορίνη 1866». Οργανισμός Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Αυγούστου 2014. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2013. 
  16. The Santorini Volcano greek-islands.us. Ανακτήθηκε την 4 Ιανουαρίου 2013
  17. Πέρρος, Ι. (2014), Όψεις της εκπαίδευσης στη Σαντορίνη 1880-2000, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών, Παιδαγωγικό Τµήµα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Τοµέας Ανθρωπιστικών Σπουδών, Πρόγραµµα Μεταπτυχιακών Σπουδών, Κατεύθυνση: Ιστορία και ∆ιδακτική της Ιστορίας.
  18. «Το ηφαίστειο : Δραστηριότητα του 20ου αιώνα». santorinigreece.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2013. 
  19. «1956 Το Τσουνάμι της Αμοργού». aegiali.gr. 12 Μαρτίου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2013. 
  20. «Σεισμός Σαντορίνης 1956: Ο μεγαλύτερος σεισμός του 20ου αιώνα στην Ευρώπη». atlantis-santorini.net. 9 Ιουλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2013. 
  21. «Από σήμερα η Σαντορίνη είναι «Plastic-Free»». Athens Voice. Ανακτήθηκε στις 15 Μαΐου 2020. 
  22. Αικατερίνη Ριτζούλη. Η εξέλιξη της αρχιτεκτονικής και της οικοδομικής τέχνης στη Σαντορίνη από τη Βενετοκρατία (1204) μέχρι τον σεισμό του 1956. Διδακτορική Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2016.
  23. «Η θηραϊκή γη και το ορυκτολογικό μουσείο Σαντορίνης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Απριλίου 2017. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αγριαντώνη, Χριστίνα: «Το κρασί στην οικονομία της Σαντορίνης», Ο σαντορίνη της Σαντορίνης, Ίδρυμα Φανή Μπουτάρη, Αθήνα 1994, σσ. 67–74, 198–203
  • Γαρουφαλής, Δημήτριος Ν.: «Σαντορίνη 1500 π.Χ.: Η Πομπηία του Αιγαίου», Περισκόπιο της Επιστήμης, τεύχος 218 (Ιούνιος 1998), σσ. 69-78
  • Κονταράτος, Αντώνης: ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ - πορεία στο χρόνο, Εκδόσεις «Ηλιότοπος», 2007, ISBN 978-960-89882-0-0
  • «Σαντορίνη: Η έκρηξη των αισθήσεων». Ειδικό αφιέρωμα περιοδικού Γεωτρόπιο, τεύχος 9, σσ. 22-47 (Ιούνιος 2000).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ