Πατριάρχης Προκόπιος
Πατριάρχης Προκόπιος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1734 |
Θάνατος | 1803 ή 1804 ή 1812 |
Θρησκεία | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ορθόδοξος ιερέας |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως |
Ο Προκόπιος (κατά κόσμον Πελεκάσης) διετέλεσε Οικουμενικός Πατριάρχης μεταξύ των ετών 1785 και 1789.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γεννήθηκε στη Σίτσοβα της Μεσσηνίας το 1730[1]. Καταγόταν από την οικογένεια των Πελεκάνων[1]. Σε ηλικία 12 ετών ακολούθησε το μεγαλύτερο αδερφό του Νεόφυτο, Μητροπολίτη Γάνου και Χώρας, ο οποίος τον βοήθησε να τελειώσει τη βασική εκπαίδευση. Αργότερα τον χειροτόνησε διάκονο και πρεσβύτερο, ενώ όταν πέθανε, τον διαδέχτηκε ο Προκόπιος[2], κατόπιν αιτήματος του λαού της Μητρόπολης. Χειροτονήθηκε στις 4 Οκτωβρίου 1749 στην Παναγία του Μουχλίου[1].
Παρέμεινε στη Μητρόπολη αυτή για είκοσι χρόνια, μέχρι τον Ιανουάριο του 1770, οπότε και προβιβάστηκε στη Μητρόπολη Σμύρνης[3], την οποία κατόρθωσε να ειρηνεύσει με τον πράο χαρακτήρα του[1], από τις αναστατώσεις που είχε προκαλέσει ο προκάτοχός του Καλλίνικος. Ο Προκόπιος χειροτόνησε διάκονο και ανέδειξε μέχρι και Πρωτοσύγκελο της Μητροπόλεως τον Γεώργιο Αγγελόπουλο, τον μετέπειτα Εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄. Επί των ημερών του οικοδομήθηκαν πολλοί ναοί, όμως δεν έγινε εφικτό να ληφθεί άδεια για την οικοδόμηση του ναού της Αγίας Φωτεινής. Κατά την περίοδο 1780-1782 ο Προκόπιος ήταν μέλος της Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου και διέμενε στην Κωνσταντινούπολη.
Στις 29 Ιουνίου 1785 εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και ενθρονίστηκε στις 29 Ιουλίου[4]. Η εκλογή αυτή είναι η πρώτη στην οποία μαρτυρείται ανάμειξη των συντεχνιών[5]. Ήταν ασκητικός, σεμνός και εργατικός[6]. Ασχολήθηκε με τα οικονομικά και τα διοικητικά θέματα του Πατριαρχείου, προσπαθώντας να περιορίσει τις εξωτερικές επιρροές στα εκκλησιαστικά θέματα. Έτσι, συγκρούστηκε με τον ηγεμόνα της Μολδαβίας Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ο οποίος είχε εκλέξει μόνος του Μητροπολίτη Μολδαβίας τον επίσκοπο Ρωμανού Λέοντα[7]. Με συνοδική απόφαση καταδίκασε το βιβλίο «περί της συνεχούς Μεταλήψεως» και επέβαλε επιτίμια σε όσους το διαβάσουν[8].
Το 1787 ξέσπασε ο Β' Ρωσοτουρκικός πόλεμος και ο Σουλτάνος τον ανάγκασε να αποκηρύξει τα επαναστατικά κινήματα, καθώς και να συγκεντρώσει ως επιπλέον φόρους 5.000 οκάδες ασήμι, και να στρατολογήσει χιλιάδες ναύτες (γεμιτζήδες) για τον τουρκικό στόλο. Ο Προκόπιος αδυνατούσε να πραγματοποιήσει αυτές τις απαιτήσεις και γι' αυτό έπεσε στη δυσμένεια της Πύλης. Ταυτόχρονα, είχε προκαλέσει την εχθρότητα ορισμένων αρχιερέων τους, οποίους επέκρινε για την πολυτελή τους διαβίωση και για την ανικανότητά τους στις υποθέσεις του Πατριαρχείου. Είχε έρθει και σε αντίθεση με ορισμένες οικογένειες Φαναριωτών. Τελικά, με διάταγμα του Σουλτάνου Σελίμ Γ΄ εξαναγκάστηκε σε παραίτηση στις 30 Απριλίου 1789[9] και εξορίστηκε στη Μονή Μεγίστης Λαύρας στο Άγιο Όρος[10][11].
Το 1797 επέστρεψε στη γενέτειρά του. Εκεί έζησε σε ένα κελάκι πλησίον του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου Σίτσοβας. Ο Προκόπιος πέθανε (ίσως το 1803, κατ' άλλη εκδοχή το 1814[12]) και ετάφη πλησίον του ναού. Αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Μονή Μαρδακίου, μετά από φροντίδες του Μητροπολίτη Μεσσηνίας Μελετίου Σακελλαροπούλου. Επί Μητροπολίτου Μεσσηνίας Χρυσοστόμου Θέμελη έγιναν τα αποκαλυπτήρια προτομής του[13].
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 Δουκάκης 1911, σελ. 72.
- ↑ Μανουήλ Γεδεών, σελ. 669.
- ↑ Μανουήλ Γεδεών, σελ. 670.
- ↑ Μακραίος 1872, σελ. 341.
- ↑ Χαμχούγιας 2006, σελ. 47.
- ↑ Μακραίος 1872, σελ. 362.
- ↑ Μακραίος 1872, σελ. 344 κ.ε..
- ↑ Γαλανοπούλου, σελίδες 116-117.
- ↑ Χαμουδόπουλος, Μηνάς (1882). «Πατριαρχικαί πινακίδες». Εκκλησιαστική Αλήθεια Β (ΙΖ): 262. https://books.google.de/books?id=7EkWAAAAYAAJ&hl=el&pg=PA262#v=onepage&q&f=false. Ανακτήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 2022.
- ↑ Δουκάκης 1911, σελ. 73.
- ↑ Οικονομόπουλος Νίκος, ανακοίνωση για τον Πατριάρχη Προκόπιο, 8-6-1930, δημοσιεύεται στο περιοδικό «Μεσαιωνικά Γράμματα», τόμ. Α' τεύχ. 2, 1931, σελ. 181, 182.
- ↑ Δουκάκης 1911, σελ. 74.
- ↑ Μπουγάς, Ιωάννης Π. (13 Ιανουαρίου 2021). «Αποκαλυπτήρια προτομής Οικουμενικού Πατριάρχου Προκοπίου Πελεκάση. Εκκλησιαστικές φωτογραφίες του 20ου αιώνος. Ανάρτηση 197η». ENOTHTA. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουνίου 2021.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Γεδεών, Μανουήλ (1885). Πατριαρχικοί Πίνακες: Ειδήσεις ιστορικαί βιογραφικαί περί των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως: από Ανδρέου του Πρωτοκλήτου μέχρις Ιωακείμ Γ' του από Θεσσαλονίκης, 36-1884. Κωνσταντινούπολη: Lorenz & Keil.
- Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larousse-Britannica, 2007, τόμ. 43, σελ. 650
- Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού
- Δουκάκης, Δημήτριος (1911). «Ο εξ Αλαγονίας Προκόπιος, Οικουμενικός Πατριάρχης». Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας 10: 72-74. http://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/deltion/article/view/5143/4914. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουνίου 2021.
- Γαλανοπούλου, Δήμητρα (2011). «Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Νεόφυτος Ζ΄ και το έργο του». Διδακτορική διατριβή (Πανεπιστήμιο Αθηνών). http://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/26883#page/1/mode/2up.
- Μακραίος, Σέργιος (1872). Εκκλησιαστική Ιστορία. Βενετία: Τύποις του Χρόνου.
- Χαμχούγιας, Χρήστος (2006). Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ΣΤ' ο Φουρτουνιάδης εν μέσω εθνικών και εθνοφυλετικών ανταγωνισμών, διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Θεολογική Σχολή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας.