Ιωάσαφ Β΄ Μεγαλοπρεπής

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιωάσαφ Β΄ Μεγαλοπρεπής
Γενικές πληροφορίες
ΘρησκείαΟρθόδοξος Χριστιανισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταχριστιανός ιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΟικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ο Ιωάσαφ Β΄, ο επονομαζόμενος «Μεγαλοπρεπής»[α], ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 1556 έως το 1565.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στο χωριό Κράψη Ιωαννίνων[4] στην Ήπειρο. Ήταν πλούσιος και σπούδασε στη Μονή Φιλανθρωπινών στα Γιάννενα και κατόπιν στο Ναύπλιο. Έμαθε αραβικά, περσικά και τουρκικά, καθώς επίσης και εκκλησιαστική μουσική[4]. Ο συντοπίτης του Πατριάρχης Ιερεμίας Α΄ τον χειροτόνησε Μητροπολίτη Αδριανουπόλεως το 1535. Παρέμεινε στη θέση αυτή είκοσι χρόνια και, μετά τη δολοφονία του Πατριάρχη Διονυσίου Β΄ τον Ιούλιο του 1556, τον διαδέχτηκε στον Οικουμενικό Θρόνο. Φαίνεται πως εξελέγη Πατριάρχης με την στήριξη των Γαλατιανών (κατοίκων του Γαλατά) και παρά την θέληση των αρχιερέων και των αρχόντων της Κωνσταντινούπολης[5].

Μολυβδόβουλο με την υπογραφή του Ιωάσαφ Β΄ (1560)

Κατά τη διάρκεια της Πατριαρχίας του ασχολήθηκε με τα οικονομικά της Εκκλησίας, τα οποία και βελτίωσε. Μείωσε στο μισό τα χρέη του πατριαρχείου, αλλά και κατά χίλια φλουριά το πεσκέσι εκλογής Πατριάρχη[6]. Το 1564 συνέστησε Οικονομική Επιτροπή, αποτελούμενη από τον Μέγα Οικονόμο και μερικούς λαϊκούς[7]. Ξεκίνησε επίσης μεγάλη ανοικοδόμηση για την επέκταση του Πατριαρχείου και δώρισε από προσωπική του περιουσία χίλια φλουριά στη Μονή Παμμακαρίστου.

Ασχολήθηκε και με την προώθηση των γραμμάτων, μοναστηριακά και ενοριακά ζητήματα. Απεκατέστησε την πατριαρχική τιμή για την Μητρόπολη Πεκίου της Σερβίας[8] κατόπιν επιμονής του Σοκολού Μεχμέτ Πασά. Έδειξε ενδιαφέρον για το δυτικό σχίσμα Καθολικών-Διαμαρτυρομένων και απέστειλε μάλιστα στη Βιτεμβέργη τον ιεροδιάκονο Δημήτριο, για να ενημερωθεί από κοντά. Εκείνος του έφερε το 1559 το κείμενο της Αυγουσταίας ομολογίας. Ο Ιωάσαφ απογοητεύτηκε με τις θέσεις των Διαμαρτυρομένων και δεν ασχολήθηκε περαιτέρω[9]. Επί των ημερών του συντάχθηκε το «Νόμιμον της Μεγάλης Εκκλησίας», που αποτέλεσε επίσημη νομική συλλογή για τους Χριστιανούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επί μακρόν[8].

Εναντίον του στράφηκε ο ισχυρός πρόκριτος της εποχής Μιχαήλ Καντακουζηνός και ο Μητροπολίτης Καισαρείας Μητροφάνης, οι οποίοι τον διέβαλαν και κατάφεραν να καθαιρεθεί ως σιμωνιακός[10] τον Ιανουάριο του 1565 από Σύνοδο πενηνταενός επισκόπων, μάλλον υπό την προεδρία του Αχριδών Παϊσίου[4]. Αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος και ζήτησε επανεξέταση του ζητήματός του. Η Ιερά Σύνοδος τον αθώωσε και τον επανέφερε στη Μητρόπολη Αδριανουπόλεως, όπου παρέμεινε ως το θάνατό του.

Υποσημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Θεωρείται ότι το προσωνύμιο «Μεγαλοπρεπής»[1], σε μια εποχή που Σουλτάνος ήταν ο Σουλεϊμάν, ο επονομαζόμενος επίσης «Μεγαλοπρεπής», συνιστά υπόμνηση της φιλοδοξίας του Πατριαρχείου να παίξει έναν ρόλο αρχής παράλληλης προς την σουλτανική[2]. Φαίνεται δε ότι πρώτος του το απέδωσε ο Μελέτιος Αθηνών[3].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Κοµνηνός Υψηλάντης 1870, σελ. 96.
  2. Ζαχαριάδου 1996, σελ. 24.
  3. Μανουήλ Γεδεών, σελ. 510.
  4. 4,0 4,1 4,2 Μανουήλ Γεδεών, σελ. 511.
  5. Ζαχαριάδου 1996, σελ. 67.
  6. Μανουήλ Γεδεών, σελ. 512.
  7. Χαμχούγιας 2006, σελ. 47.
  8. 8,0 8,1 Πανώτης 2008, σελ. 395.
  9. Angold, Michael (2006). The Cambridge history of Christianity. Cambridge, UK: Cambridge University Press. σελίδες 188–9. ISBN 978-0-521-81113-2. 
  10. Σάθας, Κωνσταντίνος (1865). Χρονικόν ανέκδοτον Γαλαξειδίου. Αθήνα: Ιω. Κασσανδρέως και Σας. σελ. 102. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Άγνωστο
Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως
1535-1556
Διάδοχος
Αρσένιος
Προκάτοχος
Διονύσιος Β΄
Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
1556-1565
Διάδοχος
Μητροφάνης Γ΄
Προκάτοχος
Αρσένιος
Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως
1572-;
Διάδοχος
Άγνωστο