Κωνσταντίνος Γ΄ Λειχούδης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κωνσταντίνος Γ΄ Λειχούδης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση10ος αιώνας
Κωνσταντινούπολη
Θάνατος9  Αυγούστου 1063 ή 10  Αυγούστου 1063
Κωνσταντινούπολη
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΟρθόδοξος Χριστιανισμός
Eορτασμός αγίου29 Ιουλίου
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςμεσαιωνική ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΟικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ο Κωνσταντίνος Γ΄ Λειχούδης ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 1059 ως το 1063.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν μαθητής του Ιωάννη Μαυρόποδα και φίλος του Μιχαήλ Ψελλού, και του (μετέπειτα διαδόχου του στον Οικουμενικό Θρόνο) Ιωάννη Ξιφιλίνου. Ήταν ευνούχος και κάτοχος μεγάλης παιδείας[1].

Ανέβηκε σε υψηλά αξιώματα στην ιεραρχία της Αυτοκρατορίας: έγινε πρωτοβεστιάριος, πρόεδρος της Συγκλήτου και σύμβουλος των Αυτοκρατόρων Μιχαήλ Ε΄ Καλαφάτη και Κωνσταντίνου Θ΄ του Μονομάχου, του οποίου εκτελούσε και χρέη πρωθυπουργού, διαχειριζόμενος εξ ολοκλήρου την διακυβέρνηση του κράτους[2]. Όταν όμως περί το 1050 ο Κωνσταντίνος Θ΄ ο Μονομάχος θεώρησε ότι ο Λειχούδης είχε συγκεντρώσει πολλή εξουσία και δεν μπορούσε πια να τον ελέγξει[3], φοβήθηκε μήπως του σφετεριστεί και τον Θρόνο[2] και τον απομάκρυνε από την Αυλή, εξαναγκάζοντάς τον να γίνει μοναχός[4].

Διετέλεσε ηγούμενος της Μονής Μαγγάνων, στην οποία εκείνη την εποχή οικοδομήθηκε επιβλητικό κτιριακό συγκρότημα με φιλανθρωπικά παραρτήματα, των οποίων τις τεράστιες προσόδους διαχειριζόταν ο ίδιος[5].

Με την εύνοια του Αυτοκράτορα Ισαάκιου Κομνηνού[1], αλλά και με τον εκβιασμό του να παραιτηθεί από την επιστασία και τα δικαιώματα της Μονής Μαγγάνων[6], εξελέγη με ψήφο κλήρου και λαού Πατριάρχης[α] τον Φεβρουάριο του 1059, μετά την απομάκρυνση του Μιχαήλ Κηρουλάριου.

Πέθανε στις 9 ή 10 Αυγούστου του 1063[8] και ο Μιχαήλ Ψελλός έγραψε επιτάφιο λόγο προς τιμήν του. Ανακηρύχθηκε άγιος και η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 29 Ιουλίου.

Μακρυνοί απόγονοι της οικογενείας του ήταν οι λόγιοι αδερφοί Ιωαννίκιος[9] και Σωφρόνιος Λειχούδης[10] (17ος αιώνας).

Έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διασώζονται δύο κείμενά του[6]:

  1. Περί δούλου εγκληματικού
  2. Περί του φονεύσαντος ιερέως και καθαιρεθέντος

Επίσης προέτρεψε τον Μιχαήλ Ψελλό να γράψει το πρώτο μέρος της Χρονογραφίας του[11], δηλαδή της ιστορίας των ετών 976-1059.

Υποσημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Προχειρίζεται πατριάρχης Κωνσταντίνος πρόεδρος και πρωτοβεστιάριος Λειχούδης, πρότερον ψήφου προβάσης επ' αύτω παρά των μητροπολιτών και του κλήρου και του λαού παντός[7]».

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Μιχαήλ Α΄
Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
1059-1063
Διάδοχος
Ιωάννης Η΄