Γένος Κλαυδίων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Τιβέριος Καίσαρας Αύγουστος, δεύτερος Ρωμαίος Αυτοκράτορας

Το γένος των Κλαυδίων, λατιν.: gens Claudia, που μερικές φορές γράφτηκε Clodia, ήταν ένας από τους πιο εξέχοντες Οίκους πατρικίων στην αρχαία Ρώμη. Το γένος εντοπίζει την καταγωγή του στις πρώτες ημέρες της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Ο πρώτος από τους Κλαυδίους που έλαβε την υπατεία, ήταν ο Άππιος Κλαύδιος Σαβίνος Ρεγιλένσις, το 495 π.Χ., και από τότε τα μέλη του κατείχαν συχνά τα ανώτατα αξιώματα τού κράτους, τόσο υπό τη Δημοκρατία όσο και στους Αυτοκρατορικούς χρόνους. [1]

Οι πληβείοι Κλαύδιοι βρίσκονται αρκετά νωρίς στην ιστορία της Ρώμης. Μερικοί μπορεί να κατάγονταν από μέλη της οικογένειας, που είχαν περάσει στους πληβείους, ενώ άλλοι πιθανότατα ήταν απόγονοι ελεύθερων τού γένους. [1] Στην μετέπειτα Δημοκρατία, ένα από τα πατρίκια μέλη της μετατράπηκε οικειοθελώς σε πληβείο, και υιοθέτησε την ορθογραφία "Κλόδιος".

Στον Βίο τού Αυτοκράτορα Τιβέριου, που ήταν γόνος των Κλαυδίων, ο ιστορικός Σουητόνιος κάνει μία περίληψη τού γένους και λέει, ότι «καθώς περνούσε ο καιρός τιμήθηκε με είκοσι οκτώ υπατείες, πέντε δικτατορίες, επτά τιμητείες, έξι θριάμβους και δύο πανηγυρικές υποδοχές». Γράφοντας αρκετές δεκαετίες μετά την πτώση της λεγόμενης «δυναστείας των Ιουλιο-Κλαυδίων », ο Σουητόνιος φρόντισε να αναφέρει τόσο τις καλές, όσο και τις κακές πράξεις που αποδίδονταν στα μέλη της οικογένειας. [2]

Οι πατρίκιοι Κλαύδιοι διακρίνονταν για την υπερηφάνεια και την αλαζονεία τους και το έντονο μίσος για τα κοινά. Στην Ιστορία της Ρώμης, ο Nήμπουρ γράφει,

Αυτός ο Οίκος κατά τη διάρκεια των αιώνων παρήγαγε αρκετούς πολύ επιφανείς, λίγους σπουδαίους άνδρες, σχεδόν ούτε έναν ευγενή. Σε όλες τις εποχές διακρίθηκε εξίσου από ένα πνεύμα αγέρωχης υπερηφάνειας, από περιφρόνηση για τους νόμους και σκληρότητα καρδιάς. [3]

Κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας, κανένας πατρίκιος Κλαύδιος δεν υιοθέτησε μέλος άλλου γένους. Ο Αυτοκράτορας Κλαύδιος ήταν ο πρώτος, που έσπασε αυτή την κατάσταση, υιοθετώντας τον Λεύκιο Δομίτιο Αηνοβάρβο VIII, τον μετέπειτα Αυτοκράτορα Νέρωνα. [1] [4] [5]

Προέλευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με το μύθο, ο πρώτος από τους Κλαυδίους ήταν ένας Σαβίνος, με το όνομα Άττιος Κλαύσος, ο οποίος ήρθε στη Ρώμη με τους ακολούθους του το 504 π.Χ., το έκτο έτος της Δημοκρατίας. [6] Αυτή τη στιγμή, η νεοσύστατη Δημοκρατία είχε εμπλακεί σε τακτικό πόλεμο με τους Σαβίνους, και ο Κλαύσος λέγεται ότι ήταν ο αρχηγός μίας φατρίας, που προσπαθούσε να τερματίσει τη σύγκρουση. Όταν οι προσπάθειές του απέτυχαν, αυτομόλησε στους Ρωμαίους, φέρνοντας μαζί του όχι λιγότερους από πεντακόσιους άνδρες ικανούς να φέρουν όπλα, σύμφωνα με τον Διονύσιο. [7]

Ο Κλαύσος, ο οποίος αντάλλαξε το σαβινικό όνομα του με το λατινικό Άππιος Κλαύδιος, εγγράφηκε μεταξύ των πατρικίων και τού δόθηκε μία θέση στη Σύγκλητο, και έγινε γρήγορα ένα από τα μέλη της με τη μεγαλύτερη επιρροή. [6] [8] Στους απογόνους του παραχωρήθηκε ένας τόπος ταφής, στους πρόποδες τού λόφου τού Καπιτωλίου και στους οπαδούς του παραχωρήθηκε γη στην άκρη τού Άνιο, όπου αποτέλεσαν τον πυρήνα αυτού, που έγινε η φυλή των Παλαιών Κλαυδίων. [6] [8] [7]

Ο Αυτοκράτορας Κλαύδιος λέγεται ότι αναφέρθηκε σε αυτές τις παραδόσεις, σε μία ομιλία που έγινε ενώπιον της Συγκλήτου, στην οποία υποστήριξε υπέρ της αποδοχής Γαλατών σε αυτό το σώμα. «Οι πρόγονοί μου, ο αρχαιότερος από τους οποίους έγινε ταυτόχρονα πολίτης και ευγενής της Ρώμης, με ενθαρρύνουν να κυβερνήσω με την ίδια πολιτική της μεταφοράς σε αυτή την πόλη όλων των αξιοσημείωτων αξιών, όπου και αν βρεθούν». [9] Την εποχή της Αυτοκρατορίας, η επιρροή των Κλαυδιων ήταν τόσο μεγάλη, που ο ποιητής Βιργίλιος τους κολάκευε με έναν εσκεμμένο αναχρονισμό. Στην Αινειάδα του, κάνει τον Άττιο Κλαύσιο σύγχρονο τού Αινεία, στο πλευρό τού οποίου συσπειρώνεται με ένα πλήθος λογχοφόρων (quirites). [10]

Το όνομα Claudius, αρχικά Clausus, συνήθως λέγεται ότι προέρχεται από το λατινικό επίθετο claudus, που σημαίνει "κουτσός". Ως γνωστόν, ο Claudus ως επίθετο βρίσκεται περιστασιακά σε άλλα γένη. Ωστόσο, δεδομένου ότι δεν υπάρχει παράδοση ότι κάποιοι από τους πρώτους Κλαυδίους ήταν κουτσοί, το όνομα μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον πρόγονο τού Άττιου Κλαύσου. Θα μπορούσε επίσης να ήταν μεταφορικό ή ειρωνικό, αν και παραμένει η πιθανότητα αυτή η παραγωγή να είναι λανθασμένη. Η μετάθεση του Clausus σε Claudius, και η κοινή του παράπλευρη μορφή, Clodius, περιλαμβάνει την εναλλαγή των «au» και «o», που φαίνεται να ήταν συνηθισμένο σε λέξεις σαβινικής προέλευσης. Η εναλλαγή των 's' και 'd' εμφανίζεται σε λέξεις δανεισμένες από την ελληνική: λατινική rosa από την ελληνική rhodon, αλλά σε αυτήν την περίπτωση το clausus ή το *closus είναι μια σαβινική λέξη, που γίνεται clod- στα λατινικά. Το όνομα θα μπορούσε να προέρχεται από Έλληνες αποίκους στο Λάτιο, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία υπέρ αυτής της υπόθεσης. [11] [12]

Μικρό όνομα (Praenomina)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτοι Κλαύδιοι προτιμούσαν τα praenomina Άππιος, Γάιος και Πόπλιος. Αυτά τα ονόματα χρησιμοποιήθηκαν από τους πατρίκιους Κλαυδίους σε όλη την ιστορία τους. Το Τιβέριος χρησιμοποιήθηκε από τον κλάδο των Κλαυδίων Νερόνων, ενώ το Mάρκος, αν και χρησιμοποιήθηκε περιστασιακά από τους παλαιότερους πατρίκους Κλαυδίους, προτιμήθηκε από τους πληβείους κλάδους της οικογένειας. [13] Σύμφωνα με τον Σουητόνιο, το γένος απέφευγε το praenomen Λεύκιος, επειδή δύο πρώιμα μέλη με αυτό το όνομα είχαν ατιμάσει τον Οίκο: το ένα είχε καταδικαστεί για ληστεία σε μεγάλο δρόμο και το άλλο για φόνο. [1] [8] Ωστόσο, το όνομα χρησιμοποιήθηκε από τουλάχιστον έναν κλάδο των Κλαυδίων τον τελευταίο αιώνα της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένου ενός που, ως Rex Sacrorum, ήταν σίγουρα πατρίκιος. Σε αυτά τα ονόματα, οι πληβείοι Κλαύδιοι πρόσθεσαν το Κόιντος και το Σέξτος.

Το praenomen Άππιος (Appius) λέγεται συχνά ότι ήταν μόνο στους Κλαυδίους, και τίποτε περισσότερο από μία λατινοποίηση τού σαβινικού Attius. Αλλά στην πραγματικότητα υπάρχουν και άλλες μορφές στη ρωμαϊκή ιστορία με το όνομα "Appius", και σε μεταγενέστερους χρόνους το όνομα χρησιμοποιήθηκε από οικογένειες πληβείων, όπως οι Ιούνιοι και οι Άννιοι. Έτσι, φαίνεται πιο ακριβές να πούμε ότι οι Κλαύδιοι ήταν η μόνη οικογένεια πατρικίων στη Ρώμη, που ήταν γνωστό ότι χρησιμοποιούσε το Άππιος. Όσο για το αντίστοιχο σαβινικό, το Attius έχει γίνει αντικείμενο πολλών συζητήσεων από φιλολόγους. Η μορφή Attus αναφέρεται από τον Βαλέριο Μάξιμο, ο οποίος το συνέδεσε με το βουκολικό ελληνικό όνομα Άτυς. Ο Braasch το μετέφρασε ως Väterchen, «μικρός πατέρας» και το συνέδεσε με μία σειρά από ονόματα απόδοσης τού πατέρα από τα βρέφη: «atta, tata, acca» και τα παρόμοια, και έγιναν ονόματα όπως Tatius (επίσης σαβινικό) και Atilius. [14]

Κατά τη διάρκεια της ύστερης Δημοκρατίας και της πρώιμης Αυτοκρατορίας, οι Κλαύδιοι Νέρωνες, οι οποίοι δημιούργησαν την Αυτοκρατορική οικογένεια, υιοθέτησαν το praenomen Δέκιμος, που σπάνια χρησιμοποιήθηκε από οποιοδήποτε γένος πατρικίων. Στη συνέχεια άρχισαν να ανταλλάσσουν τα παραδοσιακά μικρά ονόματα (praenomina) με ονόματα, που μπήκαν για πρώτη φορά στην οικογένεια ως επίθετα (cognomina), όπως Nέρων, Δρούσος και Γερμανικός.

Κλάδοι και επίθετα (cognomina)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πατρίκιοι Κλαύδιοι έφεραν διάφορα επίθετα, όπως Caecus, Caudex, Centho, Crassus, Nero, Pulcher, Regillensis και Sabinus. Τα δύο τελευταία, αν και ίσχυαν για όλα τα γένη, χρησιμοποιήθηκαν σπάνια, καθώς υπήρχε ένα πιο συγκεκριμένο επίθετο (cognomen). Μερικοί από τους πατρίκιους Κλαυδίους αναφέρονται χωρίς κανένα επίθετο. Τα επίθετα των πληβείων Κλαυδίων ήταν Asellus, Canina, Centumalus, Cicero, Flamen, Glaber και Marcellus. [1]

Οι παλαιότεροι Κλαύδιοι έφεραν το επίθετο Sabinus, ένα κοινό επίθετο που συνήθως αναφέρεται σε έναν Σαβίνο, ή σε κάποιον Σαβινικής καταγωγής, που σύμφωνα με την παράδοση ήταν οι Κλαύδιοι. Αυτό το cognomen υιοθετήθηκε για πρώτη φορά από τον Άππιο Κλαύδιο, τον ιδρυτή τού γένους, και διατηρήθηκε από τους απογόνους του, έως ότου αντικαταστάθηκε από το Crassus. [1]

Το Regillensis ή Inregillensis, ένα επίθετο των παλαιότερων Κλαυδίων, λέγεται ότι προέρχεται από την πόλη Regillum, έναν οικισμό των Σαβίνων, όπου ο Άππιος Κλαύδιος έζησε με την οικογένειά του και τους ακολούθους του πριν έρθει στη Ρώμη. Η ακριβής τοποθεσία του είναι άγνωστη, αλλά πρέπει να βρισκόταν κοντά στη λίμνη Regillus, όπου δόθηκε μία από τις σημαντικότερες μάχες στην πρώιμη ιστορία της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Το ίδιο επίθετο έφερε μία οικογένεια των Postumii, αν και σε αυτήν την περίπτωση το επίθετο υποτίθεται ότι προήλθε από τη μάχη της λίμνης Regillus, στην οποία ο νικητής Ρωμαίος στρατηγός ήταν ο δικτάτορας Aύλος Πόστουμος Άλβος. [8] [15] [16]

Το Crassus, που μερικές φορές δίνεται ως το υποκοριστικό Crassinus, ήταν ένα κοινό επίθετο, που συνήθως μεταφράζεται ως "χοντρό, συμπαγές" ή "θαμπό". [17] Αυτό το επίθετο (cognomen) διαδέχθηκε αυτό του Sabinus ως το επίθετο της κύριας οικογένειας τού γένους των Κλαυδίων. Το έφεραν μέλη της οικογένειας από τον 5ο έως τον 3ο αι. π.Χ. Οι άλλες κύριες οικογένειες των πατρίκιων Κλαυδίων κατάγονταν από τον Άππιο Κλαύδιο Καίκο, το τελευταίο καταγεγραμμένο μέλος των Κλαυδίων Κράσσων, ο οποίος έδωσε διαφορετικό όνομα σε καθέναν από τους τέσσερις γιους του: RussusRufus), Pulcher, Cento ή Centho και Nero. [13]

Το Pulcher, το επίθετο τού επόμενου μεγάλου κλάδου τού γένους των Κλαυδίων, σημαίνει όμορφος, αν και μπορεί να δόθηκε ειρωνικά. [18] Οι Claudii Pulchri ήταν μία εκτεταμένη οικογένεια, η οποία προμήθευε τη Δημοκρατία με αρκετούς υπάτους και επέζησε μέχρι τους Αυτοκρατορικούς χρόνους. [13]

Ο Κλαύδιος ήταν ο τέταρτος Ρωμαίος Αυτοκράτορας.

Ο άλλος κύριος κλάδος των πατρίκιων Κλαυδίων έφερε το επώνυμο Nero, αρχικά ένας Σαβινικό μικρό όνομα (praenomen), που σημαίνει fortis ac strenuus, το οποίο χονδρικά μεταφράζεται σε "δυνατός και στιβαρός". Μπορεί να είναι το ίδιο με τον Ουμβριανό μικρό όνομα Nerius. Αυτή η οικογένεια διακρίθηκε σε όλη την τελευταία Δημοκρατία και έδωσε αρκετούς από τους πρώτους Αυτοκράτορες, συμπεριλαμβανομένου τού Τιβέριου, τού Κλαύδιου και τού Νέρωνα. Ένα παράξενο από τα ονόματα με τα οποία είναι γνωστοί αυτοί οι Αυτοκράτορες σήμερα είναι, ότι αρκετοί από τους προγόνους τους έφεραν το όνομα Τιβέριος Κλαύδιος Νέρων: από τρεις Αυτοκράτορες που ανήκουν στην ίδια οικογένεια, ο ένας είναι γνωστός με το μικρό όνομα, ένας με το όνομα (nomen) και ο άλλος με το επίθετο. [8]

Η πιο επιφανής οικογένεια των πληβείων Κλαυδίων έφερε το επώνυμο Marcellus, το οποίο είναι υποκοριστικό τού praenomen Marcus. Απέκτησαν αιώνια φήμη από τα κατορθώματα τού Μάρκου Κλαύδιου Μάρκελλου, ενός από τους καλύτερους στρατηγούς της Ρώμης, και μία πανύψηλη μορφή τού Β' Καρχηδονιακού Πολέμου, ο οποίος ήταν πέντε φορές ύπατος, και κέρδισε το spolia opima, νικώντας και σκοτώνοντας τον Γάλλο βασιλιά, Βιριδόμαρο σε μονομαχία. [19]

Οι περισσότεροι από εκείνους που χρησιμοποίησαν την ορθογραφία Clodius προέρχονταν από πληβεία μέλη τού γένους, αλλά μία οικογένεια με αυτό το όνομα ήταν κλάδος των πατρικίων Κλαυδίων Πούλχερι, ο οποίος πήγε οικειοθελώς στους πληβείους και χρησιμοποίησε την ορθογραφία Clodius, για να διαφοροποιηθεί από τους πατρίκιους συγγενείς του. [20]

Το Caecus (= τυφλός), το επώνυμο ενός από τους Κλαυδίους Κράσσους, αναφέρεται στην κατάσταση της τύφλωσής του, η οποία είναι καλά αποδεδειγμένη, αν και φαίνεται ότι δεν είχε τυφλωθεί μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Το αρχικό όνομα τού Καίκου ήταν Κράσσος. [21] [22] Σύμφωνα με έναν μύθο, τυφλώθηκε από τους θεούς κατά τη διάρκεια της τιμητείας του, αφού παρότρυνε την αρχαία οικογένεια των Ποτιτίων να διδάξει τις ιερές τελετές τού Ηρακλή στους δημόσιους σκλάβους. Οι ίδιοι οι Ποτίτιοι λέγεται ότι χάθηκαν, ως αποτέλεσμα αυτής της ιεροσυλίας. Ωστόσο, ο Κλαύδιος ήταν σχετικά νέος την εποχή που ήταν τιμητής το 312 π.Χ., και εξελέγη ύπατος δεκαέξι χρόνια αργότερα, το 296 [23].

Ο αδελφός τού Καίκου, ο οποίος μοιραζόταν το ίδιο μικρό όνομα (praenomen), διακρίθηκε με το επίθετο (ognomen) Caudex, που κυριολεκτικά σημαίνει «κορμός δέντρου», αν και μεταφορικά σημαίνει «δουλάκι», που ήταν υποτιμητικό. Σύμφωνα με τον Σενέκα, πήρε το επώνυμο από την προσοχή του στις ναυτικές υποθέσεις. [24]

Μέλη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης Κλόδιος για τα μέλη τού γένους, που χρησιμοποιούσαν την εναλλακτική ορθογραφία τού ονόματος κυρίως ή αποκλειστικά. Παρακάτω χρησιμοποιούνται οι συνήθεις ρωμαϊκές συντομογραφίες για το μικρό όνομα (praenomen): Ap Appius, C (ή G) Gaius, D Decimus, L Lucius, Μ Marcus, P Publius, Ti Tiberius, f filius (γιος), n neptis (εγγονός).

1. Κλαύδιοι Σαβίνοι και Κράσσοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Mάρκος Κλαύσος, ο πατέρας τού Άππιου Κλαύδιου..
  • Άππιος Κλαύδιος M. f. Σαβίνος Ρεγιλένσις, ύπατος το 495 π.Χ. Γεννήθηκε ως Άττιος Κλαύσιος, ήταν Σαβίνος· έφερε την οικογένειά του και τους ακολούθους του στη Ρώμη το 504 π.Χ. και έγινε δεκτός ως πατρίκιος.
  • Άππιος Κλαύδιος Αp. f. Μ. n. Σαβίνος Ρεγιλένσις, ύπατος το 471 π.Χ., στάλθηκε εναντίον των Αικούων και των Βόλσκων (Volsci), αλλά οι δικοί του στρατιώτες επαναστάτησαν και τιμωρήθηκαν με αποδεκατισμό. Αντιτάχθηκε σθεναρά στον αγροτικό νόμο, που προτάθηκε αρχικά από τον Σπούριο Κάσσιο Βεκελλίνο και οδηγήθηκε σε δίκη, αλλά αυτοκτόνησε. [25] [26] [27]
  • Γάιος Κλαύδιος Ap. f. M. n. Σαβίνος Ρεγιλένσις, ύπατος το 460 π.Χ., τη χρονιά που ο Άππιος Ηρδόνιος κατέλαβε το Καπιτώλιο. Ήταν ένθερμος πολέμιος διαφόρων νόμων και μεταρρυθμίσεων, που ευνοούσαν τους πληβείους. [28] [29] Ίσως ταυτίζεται με τον ομώνυμο ύπατο τού 471 π.Χ.
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f., Αp. n. Κράσσος, ύπατος το 451 π.Χ., έγινε επικεφαλής του συλλόγου των Δέκα Ανδρών (decemvir), διατηρώντας το αξίωμα μέχρι το 449, όταν φυλακίστηκε για τις πράξεις του ως decemvir, και είτε αυτοκτόνησε, είτε θανατώθηκε. [30] [31]
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f. Αp. n. Κράσσος, υπατικός τριβούνος το 424 π.Χ., που είπε ο Λίβιος ότι αντιτάχθηκε βίαια στους πληβείους και στους τριβούνους τους. [32]
  • Πόπλιος Κλαύδιος Ap. f. Αp. n. Κράσσος, ο μικρότερος γιος του decemvir. [33]
  • Άππιος Κλαύδιος P. f. Αp. n. Κράσσος Ρεγιλένσις, υπατικός τριβούνος το 403 π.Χ., κατά την πολιορκία των Βηίων. Πρότεινε έναν νόμο, που θα επέτρεπε σε έναν από τους τριβούνους των πληβείων να σταματήσει τις διαδικασίες των άλλων. [34] [35]
  • Άππιος Κλαύδιος P. f. Αp. n. Κράσσος Ρεγιλένσις, αντιτάχθηκε στις Λικινιανές Παρακλήσεις (Licinian Rogations), ανοίγοντας την υπατεία στους πληβείους. Το 362 π.Χ. διορίστηκε δικτάτορας, για να διεξάγει τον πόλεμο κατά των Ερνίκων. Ύπατος το 349, απεβίωσε στην αρχή τού έτους της θητείας του. [36]
  • Γάιος Κλαύδιος (Ap. f. P. n.) Ρεγιλένσις, διορίστηκε δικτάτορας το 337 π.Χ., αλλά παραιτήθηκε αμέσως, αφού οι οιωνοί κήρυξαν άκυρο τον διορισμό. [37]
  • Άππιος Κλαύδιος C. f. Αp. n. Καίκος, τιμητής το 312 π.Χ., και ύπατος το 307 και το 296. Ήταν στα χέρια του, που το αξίωμα της τιμητείας απέκτησε πολύ περισσότερη δύναμη και κύρος. Έγινε κάποτε δικτάτορας, αλλά η χρονιά είναι άγνωστη. Σε αντίθεση με το μεγαλύτερο μέρος τού Οίκου του, ο Καίκος υποστήριξε αρκετές μεταρρυθμίσεις υπέρ των πληβείων. Είναι ο παλαιότερος γνωστός Ρωμαίος συγγραφέας πεζογραφίας και στίχων.
  • Άππιος Κλαύδιος C. f. Αp. n. Καύδηξ, ύπατος το 264 π.Χ., στην αρχή του Α΄ Καρχηδονιακού Πολέμου. αποβιβαζόμενος στη Σικελία, νίκησε τον Ιέρωνα Β΄ και τους Καρχηδόνιους, και πολιόρκησε τη Μεσσήνη.
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f. C. n. Ρούσσος, ο μεγαλύτερος γιος του Αππίου Κλαύδιου Καίκου, έγινε ύπατος το 268 π.Χ. και απεβίωσε κατά τη διάρκεια τού αξιώματός του. [38] [39]
  • Κλαυδία, το όνομα πέντε κορών τού Άππιου Κλαύδιου Καίκου. [40] [41] [42]

2. Κλαύδιοι Πούλχεροι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πόπλιος Κλαύδιος Ap. f. C. n. Πούλχερ, ο δεύτερος γιος τού Άππιου Κλαύδιου Καίκου, ύπατος το 249 BC· αγνοώντας τους οιωνούς, επιτέθηκε στον Καρχηδονιακό στόλο στα Δρέπανα, και ηττήθηκε ολοσχερώς. Ανακληθηκε στη Ρώμη και ονόμασε τον Μάρκο Κλαύδιο Γλικία, τον γιο ενός απελεύθερου, ως δικτάτορα. Ακολούθως παραπέμφθηκε σε δίκη και τού επιβλήθηκε πρόστιμο.
  • Άππιος Κλαύδιος P. f. Ap. n. Πούλχερ, ύπατος το 212 π.Χ., κατά τη διάρκεια τού Β΄ Καρχηδονικακού Πολέμου· με τον συνάδελφό του πολιόρκησαν την Καπύη (Capua). Η εξουσία του επιμηκύνθηκε έπειτα από το έτος της θητείας του, και πληγώθηκε θανάσιμα σε μάχη με τον Αννίβα.
  • Κουίντα Κλαυδία P. f. Ap. n., ελευθέρωσε ένα πλοίο, που είχε προσαράξει στα ρηχά, το οποίο μετέφερε το άγαλμα της Κυβέλης στη Ρώμη.
  • Κλαυδία P. f. Ap. n., παντρεύτηκε τον Πακούβιο Καλάβιο της Κάπουα.
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f. P. n. Πούλχερ, ύπατος το 185 π.Χ.
  • Πόπλιος Κλαύδιος Ap. f. P. n. Pulcher, ύπατος το 184 π.Χ.
  • Γάιος Κλαύδιος Ap. f. P. n. Πούλχερ, ύπατος το 177 π.Χ., έλαβε την Ίστρια ως επαρχία του· ήταν τιμητής το 169.
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f. Ap. n. Πούλχερ, ύπατος το 143 π.Χ., και τιμητής το 136. Νίκησε τους Σαλασούς, αλλά η Σύγκλητος τού αρνήθηκε να τελέσει θρίαμβο, και το έκανε με δικά του έξοδα.
  • Γάιος Κλαύδιος Πούλχερ, ύπατος το 130 π.Χ., ανέφερε στη Σύγκλητο τις ενοχλήσεις που έκανε ο Γάιος Παπίριος Κάρβων.
  • Γάιος Κλαύδιος Πούλχερ, ίσως ο μεγαλύτερος γιος τού Γάιου Κλαύδιου Πούλχερ, υπάτου το 130 π.Χ.
  • Άππιος Κλαύδιος Πούλχερ, ίσως ο νεότερος γιος τού Γάιου Κλαύδιου Πούλχερ, υπάτου το 130 π.Χ.
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f. Ap. n. Πούλχερ, γιος τού ύπατου τού 143 π.Χ., το 107 συμμετείχε στις συζητήσεις σχετικά με τον αγροτικό νόμο τού Σπούριου Θόριου.
  • Κλαυδία Ap. f. Ap. n., κόρη τού Άππιου Κλαύδιου Πούλχερ, υπάτου του 143 π.Χ., ήταν μία Εστιάδα Παρθένα, και συνόδευσε τον πατέρα της κατά τον θρίαμβό του.
  • Κλαυδία Ap. f. Ap. n., άλλη κόρη τού Άππιου Κλαύδιου Πούλχερ, υπάτου το 143 π.Χ., παντρεύτηκε τον Τιβέριο Γράκχο.
  • Κλαυδία Ap. f. Ap. n., τρίτη κόρη τού Κλαύδιου Πούλχερ, υπάτου το 143 π.Χ., παντρεύτηκε τον Κόιντο Μάρκιο Φίλιππο, και έγινε η μητέρα τού Κόιντου και τού Λεύκιου Μάρκιου Φιλίππου· ο δεύτερος έγινε ύπατος το 91 π.Χ.
  • Γάιος Κλαύδιος Ap. f. C. n. Πούλχερ, ύπατος το 92 π.Χ..
  • Άππιος Κλαύδιος (Ap. f. C. n.) Πούλχερ, στρατιωτικός τριβούνος το 87 π.Χ., μάλλον ταυτίζεται με τον interrex τού 77 π.Χ.
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f. C. n. Πούλχερr, ύπατος το 79 π.Χ.
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f. Ap. n. Πούλχερ, πραίτωρ το 89 π.Χ.
  • Γάιος Κλαύδιος Ap. f. Ap. n. Πούλχερ, πραίτωρ το 73 π.Χ., νικήθηκε από τον Σπάρτακο στο όρος Βεζούβιο.
  • Άππιος Κλαύδιος Πούλχερ, υιοθετήθηκε από τον Μάρκο Λίβιο Δρούσο, και έγινε ο Μάρκος Λίβιος Δρούσος Κλαυδιανός, ο πατέρας της μετέπειτα Αυτοκράτειρας Λιβίας.
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f. Ap. n. Πούλχερ, ύπατος το 54 π.Χ., και ύπατος το 50.
  • Γάιος Κλαύδιος Ap. f. Ap. n. Πούλχερ, πραίτωρ το 56 π.Χ.
  • Κλοδία Ap. f. Ap. n. Tέρτια, σύζυγος τού Κόιντου Μούκιου Ρεξ.
  • Κλοδία Ap. f. Ap. n., σύζυγος τού Κόιντου Καικίλιου Μέτελλου Κέλερ και αμφιλεγόμενη κυρία της ύστερης Δημοκρατίας
  • Κλοδία Ap. f. Ap. n., wife of Λεύκιος Λικίνιος Λούκουλος.
  • Πόπλιος Κλόδιος Ap. f. Ap. n. Πούλχερ, κατάφερε να γίνει τριβούνος των πληβείων· υιοθετήθηκε από έναν πληβείο, και έλαβε το όνομα Κλόδιος, όταν έλαβε την τριβουνική εξουσία το 58 π.Χ.
  • Κλαυδία Ap. f. Ap. n., μεγαλύτερη κόρη τού υπάτου τού 54 π.Χ., σύζυγος τού Γναίου Πομπήιου Μάγνου.
  • Κλαυδία Ap. f. Ap. n., παντρεύτηκε, περί την υπατεία τού πατέρα της το 54 π.Χ., τον Bρούτο, που αργότερα τη διαζεύχθηκε χωρίς εξήγηση.[43]
  • Γάιος Κλαύδιος C. f. Ap. n. Πούλχερ, υιοθετήθηκε από τον θείο του Άππιο, τού οποίου έλαβε το μικρό όνομα. Αυτός και ο αδελφός του εδίωξαν τον Τίτο Άννιο Μίλωνα το 51 π.Χ. Ίσως είναι ο Άππιος Κλαύδιος Πούλχερ που ήταν ύπατος το 38 π.Χ., αλλά ίσως είναι ο αδελφός του.
  • Άππιος Κλαύδιος C. f. Ap. n. Πούλχερ, ακολούθησε τον αδελφό του στη δίωξη τού Μίλωνα· αργότερα κατηγορήθηκε για εκβιασμό από τους Σερβιλίους.
  • Κλοδία P. f. Ap. n., κόρη τού τριβούνου Κλοδίου και της ΦΟυλβίας· έγινε η πρώτη σύζυγος τού Οκταβιανού μετέπειτα Αυτοκράτορα Aύγουστου).
  • Πόπλιος Κλαύδιος P. f. Ap. n. Πούλχερ, γιος τού τριβούνου Κλοδίου και της Φουλβίας· ήταν παιδί την εποχή τού τέλους τού πατέρα του. Πέρασε τη ζωή του με τη λαιμαργία και την ακολασία και απεβίωσε νέος.
  • Άππιος Κλαύδιος Ap. f. (Ap./C. n.) Πούλχερ, συγκλητικός το 25 π.Χ., ίσως αυτός που ο Αύγουστος καταδίκασε ως εραστή της Ιουλίας.[43]
  • Άππιος Κλαύδιος Πούλχερ, (υιοθετήθηκε ως Mάρκος Βαλέριος Μεσάλα Αππιανός), ύπατος το 12 π.Χ.
  • (Κλαύδιος P. f. P. n.) Πούλχερ, ένας των τριών ανδρών τού νομισματοκοπείου από το 11 ως το 8 BC, μάλλον εγγονός τού τριβούνου Κλοδίου.[43]
  • Κλαυδία, Ap. f., υποτιθέμενη πρόγονος της Ιουνίας Κλαυδίας και τού Άππιου Ιούνιου Σιλανού.
  • Κλαυδία, Ap. f., σύζυγος τού Πόπλιου Σουλπίκιου Κουιρίνιου.
  • Κλαυδία Πούλχρα, σύζυγος τού Πόπλιου Κουινκτίλιου Βάρου, καταδικάστηκε για ανηθικότητα και συνωμοσία εναντίον τού Tιβέριου.[43]

3. Κλαύδιοι Κένθωνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

4. Κλαύδιοι Νέρωνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τιβέριος Κλαύδιος Ap. f. C. n. Nέρων, ο τέταρτος γιος τού Άππιου Κλαύδιου Καίκου.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Ti. f. (Ap. n.) Nέρων, πατέρας τού υπάτου τού 207 π.Χ.[49]
  • Πόπλιος Κλαύδιος Ti. f. (Ap. n.) Nέρων, πατέρας τού υπάτου τού 202 π.Χ.[49]
  • Γάιος Κλαύδιος Ti. f. Ti. n. Nέρων, ύπατος το 207 π.Χ.· με τον συνάδελφό του τέλεσαν θρίαμβο μετά τη νίκη τους επί τού Ασδρούβαλ στη μάχη τού Μεταύρου. Έγινε τιμητής το 204.
  • Tιβέριος Κλαύδιος P. f. Ti. n. Nέρων, ύπατος το 202 π.Χ., είχε την Αφρική ως επαρχία του, αλλά ο στόλος του καθυστέρησε από καταιγίδες, και αναγκάστηκε να διαχειμάσει στη Σαρδηνία ως τη λήξη τού έτους θητείας του.
  • Άππιος Κλαύδιος Νέρων, πραίτωρ in 195 π.Χ., είχε την Εκείθεν Ισπανία ως επαρχία του· το 189 ήταν ένας από τους απεσταλμένους που εστάλησαν στην Aσία, με σκοπό να διευθετήσει ζητήματα.
  • Tιβέριος Κλαύδιος (Ti. f. Ti. n.) Nέρων, πραίτωρ το 181 π.Χ., είχε ως επαρχία τη Σικελία.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Nέρων, πραίτωρ το 178 και το 167 π.Χ.
  • Πόπλιος Κλαύδιος Nέρων, αξιωματούχος το 125 π.Χ.[49]
  • Γάιος Κλαύδιος P. f. Nέρων, ανθύπατος της Ασίας το 79 π.Χ.
  • Άππιος Κλαύδιος Nέρων, προ-προπάππος τού Αυτοκράτορα Τιβέριου.[49]
  • Tιβέριος Κλαύδιος Ap. f. Nέρων, προπάππος τού Αυτοκράτορα Τιβέριου.[49]
  • Tιβέριος Κλαύδιος Ti. f. Ap. n. Nέρων, πάππος τού Αυτοκράτορα Τιβέριου, έγινε πραίτωρ το 67 BC, το έτος το οποίο υπηρέτησε υπό τον Πομπήιο κατά τον Πόλεμο εναντίον των πειρατών. Τέσσερα έτη μετά, συνέστησε ότι οι συνωμότες τού Κατιλίνα να κρατηθούν μέχρι να κατασταλεί η συνωμοσία, και τα γεγονότα γίνουν γνωστά.
  • Κλαυδία, θεία τού Τιβέριουs, σύζυγος τού Κόιντου Βολούσιου.[49]
  • Tιβέριος Κλαύδιος Ti. f. Ti. n. Nέρων, πατέρας τού Τιβέριου, ήταν πραίτωρ περί το 42 π.Χ.· έπειτα ακολούθησε τον Λεύκιο Αντώνιο κατά τον Πόλεμο της Περουζίας.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Ti. f. Ti. n. Nέρων, ο μετέπειτα Αυτοκράτορας Τιβέριος, υιοθετήθηκε από τονy Aύγουστο, γενόμενος Τινέριος Ιούλιος Καίσαρ.
  • Δέκιμος Κλαύδιος Ti. f. Ti. n. Δρούσος, μετέπειτα Νέρων Κλαύδιος Δρούσος, έγινε ύπατος το 9 π.Χ., και πατέρας τού Αυτοκράτορα Κλαύδιου.
  • Nέρων Κλαύδιος D. f. Ti. n. Δρούσος Γερμανικός, πιο γνωστός ως "Γερμανικός",Πρότυπο:Efn-lr was the nephew of Tiberius. Consul in AD 12, he triumphed over the Pannonians and Dalmatians.
  • Κλαυδία D. f. Ti. n. Λιβία, πιο γνωστή ως "Λιβίλλα", ήταν ανιψιά τού Τιβέριου. Παντρεύτηκε πρώτα τον Γάιο Καίσαραr· μετά τον εξάδελφό της Δρούσο, γιο τού Τιβέριουs, τον οποίο δηλητηρίασε.
  • Tιβέριος Κλαύδιος D. f. Ti. n. Δρούσος, ανιψιός τού Τιβέριου, διαδέχθηκε τον ανιψιό του Καλιγούλα ως Αυτοκράτορας "Κλαύδιος", από τοD 41 ως το 54.
  • Νέρων Κλαύδιος Ti. f. Ti. n. Δρούσος, μετέπειτα Δρούσος Ιούλιος Καίσαρ ή "Δρούσος ο Νεότερος", ήταν γιος τού Τιβέριου.Έγινε ύπατος το 15 και το 21, αλλά ακολούθως δηλητηριάστηκε από τη σύζυγό του, Λιβίλλα, κατά την αρχή της περιόδου τού Σηιανό.
  • (Τιβέριος) Κλαύδιος Ti. f. D. n. Δρούσος, γιος τού Κλαύδιου, απεβίωσε μικρός.
  • Κλαυδία (Ti. f. D. n.) Αντωνία, κόρη τού Αυτοκράτορα Κλαύδιου και της Aιλίας Παιτίνας· παντρεύτηκε πρώτα τον Γναίο Πομπήιο Μάγνο, έναν απόγονο τού διάσημου Γναίου Πομπήιου Μάγνου· έπειτα παντρεύτηκε τον εξάδελφό της Φαύστο Κορνήλιο Σύλλα Φήλικα. Αυτή και ο Σύλλας εκτελέστηκαν με διαταγή τού Νέρωνα το 66.
  • Κλαυδία (Ti. f. D. n.) Oκταβία, κόρη τού Αυτοκράτορα Κλαύδιου και της Βαλερίας Μεσσαλίνας· αμφιθαλής αδελφή τού Βρετανικού; παντρεύτηκε τον υιοθετημένο αδελφό της, τον Αυτοκράτορα Νέρωνα· διαζεύχθηκαν· αργότερα τιμωρήθηκε και υποτίθεται ότι σκοτώθηκε με διαταγή τού Νέρωνα το 62.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Ti. f. D. n. Γερμανικός, καλύτερα γνωστός ως "Bρετανικός", ήταν ο γιος και φυσικός διάδοχος τού Αυτοκράτορα Κλαυδίου. Η θετή μητέρα του, Aγριππίνα, εξασφάλισε τη διαδοχή στον γιο της, τον μελλοντικό Αυτοκράτορα Νέρωνα, πείθοντάς τον να δηλητηριάσει τον ετεροθαλή αδελφό του.
  • Nέρων Κλαύδιος Καίσαρ Δρούσος Γερμανικός, ο Αυτοκράτωρ Νέρων, βασίλευσε από το 54 ως το 68; he was born "Λεύκιος Δομήτιος Αηνόβαρβος", ο γιος τού Γναίου Δομίτιου Αηνόβαρβου και της Αγριππίνας, αλλά υιοθετήθηκε από τον Κλαύδιο το 50, όταν ο Αυτοκράτορας νυμφεύτηκε τη μητέρα τού Νέρωνα.
  • Κλαυδία Αυγούστα, βρέφος κόρη τού Αυτοκράτορα Νέρωνα και της Ποππαίας Σαβίνας]. Απεβίωσε ως βρέφος το 63.

5. Κλαύδιοι Μάρκελλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δηνάριο τού Πόπλιου Κορνήλιου Λέντουλου Μαρκελίνου (MARCELLINUS), 50 π.Χ. Το τρισκελές πίσω από το κεφάλι του παραπέμπουν στην Τρινακρία (Σικελία) και στην κατάληψη των Συρακουσών το 212 π.Χ. Η πίσω όψη τιμά τον πρόγονό του Κλαύδιο Μάρκελλο: τον δείχνει να θέτει τα spolia opima του σε έναν ναό. Η επιγραφή MARCELLUS CO[N]S[UL] QUINQ αναφέρεται στις πέντε υπατείες του. [50]
  • Γάιος Κλαύδιος (Mάρκελλος), πάππος τού Μάρκου Κλαύδιου Μάρκελλου, υπάτου το 331 π.Χ.
  • Γάιος Κλαύδιος C. f. (Mάρκελλος), πατέρας τού Μάρκου Κλαύδιου Μάρκελλου.
  • Mάρκος Κλαύδιος C. f. C. n. Mάρκελλος, ύπατος το 331 π.Χ.· ορίστηκε δικτάτορας με σκοπό να κάνει τις εκλογές το 327, αλλά απετράπει να το κάνει από τους οιωνοσκόπους, που προφανώς δεν ήθελαν έναν πληβείο δικτάτορα.
  • Mάρκος Κλαύδιος (M. f. C. n) Mάρκελλος, ύπατος το 287 BC.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. (M. n.) Mάρκελλος, πατέρας τού υπάτου το 222 BC.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. M. n. Mάρκελλος, ύπατος τα έτη 222, 215, 214, 210 και 208 π.Χ., ο μεγάλος ήρωας τού Β΄ Καρχηδονιακού Πολέμου.
  • Mάρκος Κλαύδιος Mάρκελλος, αγορανόμος των πληβείων (plebeian aedile) το 216 π.Χ.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. M. n. Mάρκελλος, πραίτωρ το 198 BC, του δόθηκε η επαρχία της Σικελίας. Ως ύπατος το 196, τέλεσε θρίαμβο επί των Bοΐων and των Λιγούρων.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. M. n. Mάρκελλος, πραίτωρ της πόλεως το 188 π.Χ., και ύπατος το 183.
  • Mάρκος Κλαύδιος Mάρκελλος, πραίτωρ το 185 π.Χ.
  • Mάρκος Κλαύδιος Mάρκελλος, τριβούνος των πληβείων το 171 π.Χ.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. M. n. Mάρκελλος, ύπατος το 166, 155 και 152 π.Χ.· θριάμβευσε επί των Γαλατών των Άλπεων και των Λιγούρων.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. M. n. Mάρκελλος, γιος τού υπάτου τού 166 π.Χ.
  • Mάρκος Κλαύδιος Mάρκελλος, πραίτωρ το 137 π.Χ., σκοτώθηκε από κεραυνό κατά το έτος της θητείας του.
  • Mάρκος Κλαύδιος Mάρκελλος, υποδιοικητής τού Λεύκιου Ιούλιου Καίσαρα κατά τον Κοινωνικό Πόλεμο· κράτησε το φρούριο της Αισέρνια στο Σάμνιον για κάποιο διάστημα, αλλά τελικά αναγκάστηκε να το παραδώσει. Ήταν αντίπαλος τού ρήτορα Λεύκιου Λικίνιου Κράσσου.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. M. n. Mάρκελλος, αγορανόμος καθέδρας (curule aedile) το 91 π.Χ.
  • Γάιος Κλαύδιος M. f. M. n. Mάρκελλος, πραίτωρ το 80 π.Χ., και μετά κυβερνήτης της Σικελίας· η ηπιότητα και η δικαιοσύνη της διοίκησής του αντιπαρατίθεται με αυτήν τού προκατόχου του, και τού μετά από αυτόν Βήρρη.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. Mάρκελλος Αισερνίνος, νέος άνδρας που εμφανίζεται ως μάρτυρας στη δίκη τού Βήρη το 70 π.Χ.
  • Κλαύδιος M. f. Mάρκελλος, αδελφός τού Μάρκελλου Αεσερνίνου, υιοθετήθηκε από έναν των Κορνελίων Λεντούλων, και έγινε ο Πόπλιος Κορνήλιος Λέντουλος Μαρκελλίνος. Πολέμησε υπό τον Πομπήιο κατά τον πόλεμο εναντίον των πειρατών το 67 π.Χ., και ήταν ένας αξιόλογος ρήτωρ. Για τους απογόνους του, δες το γένος των Κορνηλίων.
  • Mάρκος Κλαύδιος Mάρκελλος, ένας από τους συνωμότες με τον Κατιλίνα το 63 π.Χ. Με την ανακάληψη τού σχεδίου, προσπάθησε να υποκινήσει μία εξέγερση μεταξύ τ ων Παιλιγνών (Paeligni), αλλά νικήθηκε από τον πραίτορα Μάρκο Καλπούρνιο Βίβουλο και εκτελέστηκε.
  • Γάιος Κλαύδιος M. f. Mάρκελλος, γιος τού συνωμότη, επίσης έλαβε μέρος στην συνωμοσία τού Κατιλίνα, αλλά προσπάθησε να υποκινήσει μία εξέγερση των δούλων στην Καπύη, αλλά εκδιώχθηκε από τον Πόπλιο Σέστιο, και κατέφυγε στο Bruttium, όπου εκτελέστηκε.[51]
  • Mάρκος Κλαύδιος Mάρκελλος, ύπατος το 51 π.Χ., και ένας αξιοσέβαστος ρήτωρ; ακολούθησε τον Πομπήιο κατά τη διάρκεια τού Εμφυλίου Πολέμου, και μετά συγχωρέθηκε από τον Καίσαρα.
  • Γάιος Κλαύδιος C. f. M. n. Mάρκελλος, ύπατος το 50 π.Χ.· υποστήριξε τον Πομπήιο, αναθέτοντάς του τη διοίκηση εναντίον τού Καίσαρα κατά τη διάρκεια τού Εμφυλίου Πολέμου· αλλά παρέμεινε στη Ρώμη και έλαβε τη συγχζώρηση τού Καίσαρα γι' αυτόν και τον εξάδελφό του Μάρκο.
  • Γάιος Κλαύδιος M. f. M. n. Mάρκελλος, ύπατος το 49 π.Χ.· ήταν οπαδός τού ΠΟμπήιου, και ίσως απεβίωσε κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Συγχέεται συχνά με τον εξάδελφό του, που ήταν ύπατος το προηγούμενο έτος.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. (M. n.) Mάρκελλος Αισέρνινος, ταμίας (quaestor) στην Ισπανία το 48 π.Χ., εστάλη από τον Γάιο Κάσσιο Λογγίνο να καταστήλει μία εξέγερση στην Κορδύβη, αλλά ακολούθησε την εξέγερση και μετέβη στον Καίσαρα, θέτοντας τις λεγεώνες του υπό τη διοίκηση τού Mάρκου Αιμίλιου Λέπιδου.
  • Κλαυδία Μαρκέλλα η Πρεσβύτερη, η πρώτη κόρη τού υπάτου τού 49 π.Χ.
  • Κλαυδία Μαρκέλλα η Νεότερη, η δεύτερη κόρη τού υπάτου τού 49 π.Χ.
  • Mάκος Κλαύδιος C. f. C. n. Mάρκελλος, ανιψιός τού Aυγούστου και προγονός (γιος της συζύγου) τού Mάρκου Αντώνιου· παντρεύτηκε την εξαδέλφη του Ιουλία. Έγινε αγορανόμος καθέδρας (curule aedile) το 23 π.Χ. αλλά απεβίωσε εκείνο το φθινόπωρο.
  • Mάρκος Κλαύδιοςs M. f. M. n. Mάρκελλος Αισερνίνος, ύπατος το 22 π.Χ., ίσως ο ίδιος με τον Μάρκελλο που υπηρέτησε υπό τον Λέπιδο κατά τη διάρκεια τού Εμφυλίου Πολέμου.
  • Mάρκος Κλαύδιος M. f. M. n. Mάρκελλος Αισερνίνος, γιος τού Αισερνίνου υπάτου το 22 π.Χ., εκπαιδεύτηκε ως ρήτορ από τον πατέρα του, Γάιο Ασάνιο Πολίωνα.

6. Κλαύδιοι Κανίναι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γάιος Κλαύδιος Κανίνα. Γιος του ήταν ο:
  • Mάρκος Κλαύδιος C. f. Κανίνα. Γιος του ήταν ο:
  • Γάιος Κλαύδιος M. f., C. n. Κανίνα, ύπατος το 285 και το 273 π.Χ. [52]

7. Κλαύδιοι Άσελοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Tιβέριος Κλαύδιος Άσελος, στρατιωτικός τριβούνος υπό τον Γάιο Κλαύδιο Νέρωνα, τον ύπατο το 207 π.Χ. Το επόμενο έτος έγινε πραίτορας και πήρε τη Σαρδηνία ως επαρχία του. Ήταν τριβούνος των πληβείων το 204. [53] [54]
  • Tιβέριος Κλαύδιος Άσελος, ένας ιππέας που στερήθηκε το άλογό του και μειώθηκε στη θέση τού ταμία (aerarian) από τον τιμητή Σκιπίωνα Αιμιλιανό το 142 π.Χ. Στη συνέχεια αποκαταστάθηκε από τον συνάδελφο τού Σκιπίωνα, Λεύκιο Μόμμιο, και ως τριβούνος των πληβείων το 140 κατηγόρησε τον Σκιπίωνα. [55] [56] [57]

8. Πομπηιανοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τιβέριος Κλαύδιος Πομπηιανός, ύπατος το 173 μ.Χ., και πιθανώς αντικαταστάτης ύπατος (suffectus consul) το 176· νυμφεύτηκε τη Λουκίλα, κόρη τού Μάρκου Αυρήλιου. [58] [59] [60] [61] [62] [63]
  • Κλαύδιος Κουιντιανός Πομπηιανός, νεαρός συγκλητικός, και γαμπρός τού Τιβέριου Κλαύδιου Πομπηιανού και της Λουκίλας. Πείστηκε από τη Λουκίλα να επιχειρήσει να σκοτώσει τον αδελφό της, τον Αυτοκράτορα Κόμμοδο· απέτυχε και θανατώθηκε. [64] [65] [66] [67]
  • Λεύκιος Αυρήλιος Κόμμοδος Πομπηιανός, ύπατος το 209 μ.Χ., ίσως γιος τού Τιβέριου Κλαύδιου Πομπηιανού. [63]
  • (Tιβέριος Κλαύδιος) Πομπηιανός, αντικαταστάτης ύπατος το 212 μ.Χ., ίσως γιος τού Τιβέριου Κλαύδιου Πομπηιανού. [63]
  • Κλαύδιος Πομηιανός, ύπατος το 231 μ.Χ. [63]
  • Λεύκιος Τιβέριος Κλαύδιος Αυρήλιος Κουιντιανός (Πομπηιανός), ένας των τριών υπεύθυνων του νομισματοκοπείου (triumvir monetalis) περί το 222 μ.Χ., και υποψήφιος για ταμίας (quaestor) το 228· ήταν πραίτορας το 233 και ύπατος το 235.
  • Ο Κλόδιος Πομπηιανός, ύπατος το 241 μ.Χ., με τον Αυτοκράτορα Γορδιανό Γ΄. Το 244 ήταν επιμελητής ιερών κτιρίων (curator aedium sacrarum). [63]

9. Λοιποί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γάιος Κλαύδιος Κικέρων, σε μερικά χειρόγραφα τού Λίβιου, τριβούνος των πληβείων το 454 π.Χ.· εκτέλεσε τον Τίτο Ρομίλιο, ύπατο τού προηγούμενου έτους, διότι πώλησε τα λάφυρα τού πολέμου με τους Aέκουους χωρίς την άδεια των στρατιωτών. Σε άλλα χειρόγραφα το όνομα είναι Κάλβιος.
  • Γάιος Κλαύδιος Ορτάτωρ, διορίστηκε μάγιστρος τού ιππικού (magister equitum) από τον δικτάτορα Γάιο Κλαύδιο Κράσσο το 337 π.Χ.
  • Mάρκος Κλαύδιος C. f. Γλικίας, γιος ενός απελεύθερου, ορίστηκε δικτάτωρ από τον Πόπλιο Κλαύδιο Πούλχερ, μετά τη μάχη στα Δρέπανα το 249 π.Χ. Ο διορισμός τού Γλικία αμέσως αντικαταστάθηκε, παρόλα αυτά καταγράφεται στους πίνακες υπάτων (Fasti consulares). Το 236 ήταν απεσταλμένος (legate) τού υπάτου Γάιου Λικίνιου Βάρου,Πρότυπο:Efn-lr, αλλά τιμωρήθηκε για το ότι έκανε αθέμιτη συμφωνία με τους Κόρσους.
  • Κόιντος Κλαύδιος, τριβούνος των πληβείων το 218 π.Χ,· ίσως ταυτίζεται με τον Κόιντο Κλαύδιο Φλάμεν, πραίτορα το 208.
  • Κόιντος Κλαύδιος Φλάμεν, πραίτωρ το 208 π.Χ., και ακολούθως αντιπραίτωρ στη χώρα των Σαλεντίνων και τού Τάραντα, κατά τον Β΄ Καρχηδονιακό Πόλεμο.
  • LΛεύκιος Κλαύδιος, πραίτωρ το 174 BC, ανέλαβε την επαρχία της Σικελίας.
  • Κόιντος Κλαύδιος Ap. f., συγκλητικός το 129 π.Χ.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Κεντουμάλος, μηνύθηκε για απάτη στην πώληση ιδιοκτησίας τού Πόπλιου Καλπούρνιου Λανάριου· δικαστής εναντίον τού Κλαύδιου Mάρκου Πόρκιου Κάτωνα, πατέρα τού Κάτωνα του Νεότερου.
  • Γάιος Κλαύδιος C. f. ΓΛάβερ,Πρότυπο:Efn-lr πραίτωρ το 73 π.Χ., νικήθηκε από τον Σπάρτακο. Ίσως σχετίζεται με τους Κλαυδίους Μάρκελλους, καθώς ανήκε στη φυλή Arniensis, όπως ο Μάρκος Κλαύδιος Μάρκελλος, ο αγορανόμος (aedile) τού έτους 91.
  • Λεύκιος Κλαύδιος L. f., συγκλητικός το 73 π.Χ., ίσως ο πατέρας και προκάτοχος τού Λεύκιου Κλαύδιου, τού Rex Sacrorum.
  • Λεύκιος Κλάυδιος (L. f. L. n.), Rex Sacrorum πριν το 60 π.Χ.Πρότυπο:Efn-lr
  • Κόιντος Κλαύδιος Κουαδριγάριος, ιστορικός των αρχών τού 1ου αι. π.Χ.,, έγραψε μία ιστορία της Ρώμης από την άλωσή της από τους Γαλάτες το 390 π.Χ., ως το τέλος τού Σύλλα.
  • Σέξτος Κλαύδιος, ρήτορας από τη Σικελία, υπό τον οποίο ο Μάρκος Αντώνιος σπου΄δασε ρητορική, και που με τη σειρά του έλαβε μία μεγάλη ιδιοκτησία στην περιοχή των [Λεντίνι|Λεοντίνων]].
  • Λεύκιος Κλόδιος, έπαρχος των τεχνιτών (praefectus fabrum) στον Άππιο Κλαύδιο Πούλχερ, ύπατο τού έτους 54 π.Χ., τριβούνος των πληβείων το 43.
  • Γάιος Κλαύδιος, ίσως είναι απόγονος ενός απελεύθερου τού Οίκου των Κλαυδίων· ήταν ένας από την ακολουθία τού Πόπλιου Κλόδιου Πούλχερ στο τελευταίο του ταξίδι στην Aricia.
  • Πόπλιος Κλόδιος M. f., ίσως ο Κλόδιος που εστάλη στη Mακεδονία από τον Καίσαρα το 48 π.Χ., και ταυτίζεται με τον Κλαύδιο Βιθυνικό, που πολέμησε στην πλευρά τού Αντώνιου στον Πόλεμο της Περουζίας, και εκτελέστηκε με διαταγή τού Oκταβιανού το 40.
  • Άππιος Κλαύδιος C. f., αναφέρεται από τον Κικέρωνα σε μία επιστολή προς τον Bρούτο· πήγε με το μέρος τού Μάρκου Αντώνιου, που είχε αποκαταστήσει τον πατέρα του. Δεν είναι σίγουρο αν μπορεί να ταυτιστεί με ένα από δύο πρόσωπα με το ίδιο όνομα, που προγράφτηκαν από τη Β΄ Τριανδρία.
  • Σέξτος Κλόδιος, ο συνένοχος τού Πόπλιου Κλόδιου Πούλχερ, που μετά το τέλος εκείνου εξορίστηκε· αποκαταστάθηκε από τον Μάρκο Αντώνιο το 44 π.Χ.
  • Γάιος Κλαύδιος, ακόλουθος τού Μάρκου Ιούνιου Βρούτου, που τον διέταξε να εκτελέσει τον Γάιο Αντώνιο· έπειτα εστάλη στη Ρόδο να διοικήσει μία μοίρα, και έπειτα από το τέλος τού πάτρωνά του, ακολούθησε τον Κάσσιο Παρμένσις.
  • Γάιος Κλόδιος Licinus, ύπατος αντικαταστάτης (suffectus) το έτος 4 μ.Χ.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Θράσυλλος, Ελληνο-Αιγύπτιος αστρονόμος και φίλος τού Τιβερίου, καλύτερα γνωστός ως Θράσυλλος από τη Μένδη. Έγινε ρωμαίος πολίτης και υιοθέτησε το όνομα τού πάτρωνά του.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Bάλβιλος, γιος τού Θράσυλλου, αστρολόγος των Κλαύδιου, Νέρωνα και Βεσπασιανού.
  • Κλαυδία Καπιτωλίνα, dκόρη τού Βάλβιλου, παντρεύτηκε τον έλληνα πρίγκιπα Γάιο Ιούλιο Αρχέλαο Αντίοχο Επιφανή.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Nάρκισσος, επελεύθερος και σύμβουλος τού Κλαύδιου, εκτελέστηκε από την Αγριππίνα τη Νεότερη.
  • Κλαύδιος Φήλιξ, όνομα που δίνεται στο συγγραφέα Mάρκο Αντώνιο Φήλικα, απελεύθερο τού Αυτοκράτορα Κλαύδιου, που μετά έγινε επόπτης (procurator) της Ιουδαίας.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Βέρος, ένας από τους δύο άνδρες (duumvirs) στην Πομπηία το 62, όταν έναν σεισμός κατέστρεψε την πόλη στις 5 Φεβρουαρίου.
  • Κλαύδιος Σεβήρος, ηγέτης των Ελβετίων (Helvetii) το 69.
  • Κλαύδιος Σίβιλις, επίσης γνωστός ως Γάιος Ιούλιος Σίβιλις, ηγέτης των Μπαταβίων (Batavi), οδήγησε την εξέγερσή τους το 69.
  • Κλαύδιος Λαβέο, ηγέτης των Μπαταβίων, και ανταγωνιστής τού Σίβιλις, που τον νίκησε κατά την εξέγερση των Μπαταβίων.
  • Κλαύδιος Ίουλος (ή ίσως Ιούλιος ή Ιόλαος), Ρωμαίος συγγραφέας που έγραψε ένα έργο για τη Φοινίκη στα Ελληνικά, και μάλλον άλλο ένα για την Πελοπόννησο, υποθέτουμε πριν την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Πιθανώς ήταν απελεύθερος.
  • Κλαύδιος Ιούλιος, αντιπρόσωπος τού πραίτορα (legatus pro praetore) στην Ασία, πιθανώς ο ίδιος με τον συγγραφέα.
  • Κλαύδιος Αθηνόδωρος, πραίτωρ των προμηθειών (praefectus annonae) κατά τη βασιλεία τού Δομιτιανού.
  • Κλαύδιος Καπίτο, ρήτωρ, σύγχρονος τού Πλίνιου τού Νεότερου.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Σακέρδος, ύπατος αντικαταστάτης (suffectus) το 100.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Λιβιανός, πραιτοριανός έπαρχος υπό τον Τραϊανό.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Mάξιμος, ιππέας στον Αυτοκρατορικό Ρωμαϊκό στρατό, που είναι γνωστός από το ότι παρουσίασε στον Τραϊανό με το κεφάλι τού βασιλιά των Δακών Δεκέβαλου. Υπηρέτησε στη ρωμαϊκή λεγεώνα και στο Βοηθητικό σώμα υπό τους Αυτοκράτορες Δομιτιανό και Tραϊανό την περίοδο 85–117.
  • Mάρκος Κλόδιος Κάτουλος, από την τάξη των ιππέων, κυβερνήτης της Μαυριτανίας Τινγιτανής το 109.
  • Γάιος Κλαύδιος Σεβήρος, ύπατος αντικαταστάτης (suffectus) το 112.
  • Λεύκιος Κατίλιος Σεβήρος Ιουλιανός Ρεγίνος, ύπατος το 120.
  • Mάρκος Γάβιος Κλαύδιος Σκουίλα Γαλλικανός, ύπατος το 127.
  • Κλαύδιος Πτολεμαίος, Έλληνας μαθηματικός και αστρονόμος τού 2ου αι.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Αττικός Ηρώδης, διάσημος ρήτωρ, ύπατος το 143.
  • Γναίος Κλαύδιος Σεβήρος, ύπατος το 146.
  • Κλαύδιος Μάξιμος, a στωϊκός φιλόσοφος κατά την εποχή των Αντωνίνων.
  • Κλαύδιος Σατουρνίνος, δικαστής κατά την εποχή των Aντωνίνου Πίου και Μάρκου Αυρηλίου, και συγγραφέας τού Μοναδικού Βιβλίου για τις Παγανιστικές Ποινές (Liber Singularis de Poenis Paganorum).
  • Κλαύδιος Απολλινάρις, επίσκοπος της Ιεραπόλεως στη Φρυγία από το 170· ένας πρώιμος Χριστιανικός απολογητής, έγραψε στον Αυτοκράτορα Mάρκο Αυρήλιο. Έγραψε επίσης εναντίον των Ιουδαίων και των Εθνικών, όπως επίσης για διάφορα δόγματα, θεωρούμενα αιρετικά στην πρώιμη εκκλησία.
  • Γναίος Κλαύδιος Σεβήρος, ύπατος το 173.
  • Mατέρνος Τιβέριος Κλαύδιος, ύπατος το 185.
  • Κλαύδιος Γαληνός, όνομα που δίδεται στον ιατρό Γαληνό.
  • Άππιος Κλαύδιος Λατερανός, υποδιοικητής τού Αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου κατά την εκστρατία του εναντίον των Αράβων και των Πάρθων το 195. Ήταν ύπατος το 197.
  • Κλαύδιος Τρυφώνιος, δικαστής κατά τη βασιλεία τού Σεπτίμιου Σεβήρου.
  • Tιβέριος Κλαύδιος Σεβήρος, ύπατος το 200.
  • Κλαύδιος Αιλιανός, λόγιος, ρήτωρ, και αρχαιόφιλος στις αρχές τού 30υ αι.
  • Άππιος Κλαύδιος Ιουλιανός, ύπατος το 224.
  • Γναίος Κλαύδιος Σεβήρος, ύπατος το 235.
  • Μάρκος Κλόδιος Ποπηινός Μάξιμος, Αυτοκράτωρ τοD 238.
  • Tίτος Κλόδιος Ποπηινός Πούλχερ Mάξιμος, γιος τού αυτοκράτορα Πουπηινού, ύπατος αντικαταστάτης (suffectus) περί το 235.
  • Mάρκος Αυρήλιος Κλαύδιος "Γοτθικός", Αυτοκράτωρ από το 268 ως το 270.
  • Mάρκος Κλαύδιος Tάκιτος, Αυτοκράτωρ από το 275 to 276.
  • Tίτος Κλαύδιος Aυρήλιος Αριστόβουλος, ύπατος το 285.
  • Κλαυδία, υποτιθέμενη μητέρα τού Κωνστάντιου Α΄.
  • Κλαύδιος Eυσθένιος, γραμματέας στον Αυτοκράτορα Διοκλητιανό, έγραψε τους βίους των Mαξιμιανού, Γαλερίου και Κωνστάντιος Α΄.[68]
  • Κλαύδιος Mαμερτίνος, συγγραφέας δύο πανηγυρικών προς τιμή τού Αυτοκράτορα Μαξιμιανού· το επίθετο Mαμερτίνος είναι αβέβαιο.
  • Φλάβιος Κλαύδιος Κωνσταντίνος (Κωνσταντίνος Β΄), Αυτοκράτωρ από το 337 ως το 340.
  • Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός, Αυτοκράτωρ από το 361 to 363.
  • Κλαύδιος Μαμερτίνος, ύπατος το 362.
  • Σέξτος Κλαύδιος Πετρόνιος Πρόβος, ύπατος το 371.
  • Κλαύδιος Αντώνιος, ύπατος το 382.
  • Κλαύδιος Κλαυδιανός (Κλαυδίων), ο τελευταίος των Λατίνων κλασικών ποιητών, που άκμασε κατά τις βασιλείς των Θεοδοσίου Α΄, Aρκαδίου και Ονωρίου.
  • Φλάβιος Κλαύδιος Κωνσταντίνος (Κωνσταντίνος Γ΄), Αυτοκράτωρ από το 407 ως το 411.
  • Κλαύδιος Ιούλιος Εκλέσιος Δυνάμεως, ύπατος το 488.
  • Κλαύδιος Δίδυμος, Έλληνας γραμματικός, που έγραψε για τα λάθη στον Θουκυδίδη σχετικά με την αναλογία, ένα χωριστό έργο για την αναλογία μεταξύ των Ρωμαίων, και μία επιτομή των έργων τού Ηρακλέωνος.[69]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, vol. I, p. 762 ("Claudia Gens").
  2. Suetonius, "The Life of Tiberius", 1–3.
  3. Niebuhr, History of Rome, vol. I, p. 599.
  4. Suetonius, "The Life of Claudius", 39.
  5. Tacitus, Annales, xii.
  6. 6,0 6,1 6,2 Livy, ii. 16
  7. 7,0 7,1 Dionysius, v. 40.
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 Suetonius, "The Life of Tiberius", 1.
  9. Tacitus, Annales, xi. 24.
  10. Aeneid, book vii, lines 706, 707.
  11. Dictionnaire étymologique latin, p. 44.
  12. Dictionnaire étymologique de la langue latine, p. 126.
  13. 13,0 13,1 13,2 Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, pp. 765–775 ("Claudius").
  14. Braasch, pp. 7-8.
  15. Livy, xxx. 45.
  16. Niebuhr, History of Rome, vol. i, p. 556.
  17. Cassell's Latin and English Dictionary, "Crassus".
  18. Cassell's Latin and English Dictionary, "Pulcher".
  19. Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, vol. II, p. 927 ("Marcellus", no. 2).
  20. Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, vol. I, p. 771 ("Claudius", no. 40).
  21. Frontinus, De aquaeductu, i. 5, who only gives his original cognomen, "Crassus".
  22. Humm, Appius Claudius Caecus, p. 35.
  23. Livy, ix. 29.
  24. Seneca the Younger, De Brevitate Vitae, 13.
  25. Livy, ii. 56–61.
  26. Dionysius, ix. 43–45, 48–54.
  27. Niebuhr, History of Rome, vol. ii, pp. 186, 219–228.
  28. Livy, iii. 15-21, 35, 40, 58; iv. 6.
  29. Dionysius, x. 9, 12-17, 30, 32; xi. 7-11, 49, 55, 56.
  30. Livy, iii. 33, 35-58.
  31. Dionysius, x. 54–xi. 46.
  32. Livy, iv. 35, 36.
  33. Livy, vi. 40.
  34. Livy, v. 1-6, 20.
  35. Niebuhr, History of Rome, vol. ii, p. 439, note 965.
  36. Livy, vi. 40-42; vii. 6 ff, 24, 25.
  37. Livy, viii. 15.
  38. Velleius Paterculus, i. 14.
  39. Broughton, vol. I, pp. 199, 200.
  40. Valerius Maximus, viii. 1. § 4.
  41. Suetonius, "The Life of Tiberius", 2.
  42. Aulus Gellius, x. 6.
  43. 43,0 43,1 43,2 43,3 RE.
  44. Cicero, Tusculanae Quaestiones, i. 1, Brutus, 18.
  45. Livy, xx. 34, xxv. 2.
  46. Livy, xxxi. 14, 22 ff
  47. Zonaras, Epitome Historiarum, ix. 15.
  48. Livy, xl. 59; xli. 22, 31, 33; xlii. 25; xliii. 11, 12.
  49. 49,0 49,1 49,2 49,3 49,4 49,5 Claudius patrician. Stemma by Strachan.
  50. Crawford, Roman Republican Coinage, p. 460.
  51. Orosius, vi. 6.
  52. Fasti Siculi, 354.
  53. Livy, xxvii. 41; xxviii. 10; xxix. 11.
  54. Appian, Bellum Hannibalicum, 37.
  55. Cicero, De Oratore, ii. 64, 66.
  56. Gellius, ii. 20, iii. 4.
  57. Valerius Maximus, vi. 3. § 8.
  58. Cassius Dio, lxxi. 3, 20, lxxiii. 3.
  59. Herodian, i. 8. § 6.
  60. Julius Capitolinus, "The Life of Marcus Aurelius", 20.
  61. Vulcatius Gallicanus, "The Life of Avidius Cassius", 11.
  62. Aelius Lampridius, "The Life of Commodus".
  63. 63,0 63,1 63,2 63,3 63,4 Mennen, pp. 95–97.
  64. Cassius Dio, lxxii. 4.
  65. Herodian, i. 8.
  66. Aelius Lampridius, The Life of Commodus, 4.
  67. Ammianus Marcellinus, xxix. 4.
  68. Flavius Vopiscus, The Life of Carinus, 18.
  69. Suda, s. v. Δίδυμος.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Gens Claudia στο Wikimedia Commons