Έλληνες στη Γερμανία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Έλληνες στην Γερμανία)
Χάρτης της Γερμανίας που δείχνει τις περιοχές συγκέντρωσης των Ελλήνων στη Γερμανία.

Οι Έλληνες της Γερμανίας αποτελούν την τέταρτη μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα μεταναστών της χώρας, μετά από Τούρκους, Ιταλούς και Πολωνούς.

Στα τέλη του 2006 στη Γερμανία ζούσαν 303.761 πολίτες με ελληνική υπηκοότητα. [1] Η γερμανική Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία (Statistisches Bundesamt) υπολογίζει για το έτος 2005 τον αριθμό πολιτών ελληνικής καταγωγής ανεξαρτήτως υπηκοότητας στα 451.100 άτομα. [2] Η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού υπολογίζει για το έτος 2006 τον αριθμό των απόδημων Ελλήνων στα 521.000 άτομα. [3]

Το 2003 ο μέσος όρος διαμονής Ελλήνων υπηκόων στη Γερμανία ήταν 22 χρόνια. [4] Το 2020 υπήρχαν 364.285 άτομα γεννημένα στην Ελλάδα που ζούσαν στη Γερμανία.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Έλληνες αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες σε μέγεθος πληθυσμιακά ομάδες μεταναστών στη Γερμανία σήμερα.

1700 μέχρι 1945[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναμνηστική πλακέτα στην οδό Katharinenstraße της Λειψίας
Ιερός Ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Μονάχου (Salvatorkirche)

Οι πολιτικά και κοινωνικά μεγάλοι περιορισμοί κατά την Τουρκοκρατία οδήγησαν τους Έλληνες σε κοινωνικές και επαγγελματικές δραστηριότητες όπως τυπογραφία, σχολεία κλπ. Όταν στα τέλη του 17ου αιώνα τα σύνορα της αυτοκρατορίας άνοιξαν για τους εμπόρους, πολλοί Έλληνες αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους που ήταν υπό την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Κέντρο της ελληνικής μετανάστευσης έγινε η Λειψία, η οποία την εποχή εκείνη αποτελούσε σημαντικό εμπορικό κέντρο. Γύρω στο 1700 πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες ελληνορθόδοξες λειτουργίες στο «Ελληνικό Σπίτι» (Griechenhaus).

Σύντομα αυξήθηκε η κοινωνική σημασία του ελληνισμού της Σαξωνίας. Πολλοί Έλληνες σπούδαζαν στο πανεπιστήμιο Universität Leipzig. Ακόμη και ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε γνώρισε αρκετούς Έλληνες συμφοιτητές. Τον 19ο αιώνα ο Πρίγκηπας Εκλέκτορας Φρίντριχ Αουγκούστ Α' απονέμει τίτλο ευγενείας στο γιο του Έλληνα εμπόρου Γεωργίου Καραγιάννη, Τέοντορ φον Κάραγιαν, για τη δραστηριότητά του στη βιομηχανία υφασμάτων της Σαξωνίας (ένας από τους απογόνους του ήταν ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν). Οι Έλληνες της Λειψίας εγκαταστάθηκαν έπειτα από τη διαίρεση της Γερμανίας (μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο) στη Δυτική Γερμανία αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Πολλοί εγκαταστάθηκαν στην πόλη της Φραγκφούρτης, όπου συνέχισαν την εμπορική τους δραστηριότητα. Η κοινότητα διαλύθηκε το 1952 λόγω έλλειψης μελών. [5]

Μια άλλη ελληνική κοινότητα δημιουργήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα στο Μόναχο. Για τις λατρευτικές της ανάγκες ο φιλέλληνας[εκκρεμεί παραπομπή] Βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος Α' της παραχώρησε το 1828 τον Ιερό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Μονάχου, γνωστό ως Salvatorkirche. Η πρώτη Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία έλαβε χώρα στις 6 Δεκεμβρίου 1829. Εκείνο το διάστημα μετανάστευσαν επίσης πολυάριθμοι Βαυαροί τεχνίτες και διανοούμενοι στην Ελλάδα. Από τη Σχολή του Μονάχου δημιουργείται το δέκατο ένατο ένωνα μια Ελληνική ζωγραφική ακαδημαϊκού επιπεδου.

Κατά τη διάρκεια της εθνικοσοσιαλιστικής δικτατορίας (Ναζιστική Γερμανία) πολλοί Έλληνες ιουδαϊκής πίστης χρησιμοποιήθηκαν ως αναγκαστικοί εργάτες. Από την ακμαία τότε εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης επέστρεψαν μονάχα περίπου χίλια άτομα. [6]

1945 μέχρι 1970[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο πολλοί κομμουνιστές έστειλαν τα παιδιά τους στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας και σε άλλες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Επίσης ένα ρεύμα μετανάστευσης Ελλήνων κομμουνιστών σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης (μεταξύ αυτών και η Ανατολική Γερμανία) ακολούθησε και αφότου ο εμφύλιος πόλεμος έληξε.

Το διάστημα εκείνο η Δυτική Γερμανία άρχισε να καλεί για τα εργοστάσια της εργατικό δυναμικό από το εξωτερικό ως «φιλοξενούμενους εργάτες» (Gastarbeiter), πολλοί από τους οποίους ήταν Έλληνες. Ήταν άνθρωποι που βοήθησαν από το μέρος τους στο λεγόμενο θαύμα της γερμανικής οικονομίας, ήταν τα πολύτιμα «εργατικά χέρια» και οι οποίοι δούλεψαν και μόχθησαν, με τη χώρα να απαλλάσσεται από την πολεμική καταστροφή και να βάζει τα θεμέλια για την έξοδο στις αγορές αλλά και να ανοικοδομείται συνεχώς.

Μέσα σε διάστημα λίγων ετών ο αριθμός των Ελλήνων όλο και αυξάνεται. Το 1959 η ελληνική κοινότητα αριθμούσε περίπου τους 85.000, ενώ έναν χρόνο έπειτα, το 1960, περί τους 260.000.

Αναφέρεται πως από το 1960 έως και το 1973, μετέβησαν στη Γερμανία περίπου 615.000 Έλληνες ώστε να εργαστούν, με πολλούς από αυτόν τον αριθμό να μένει μόνιμα στη χώρα.

1967 μέχρι 1990[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πολιτική την εποχή της Χούντας των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα οδήγησε σε ρεύμα πολιτικής μετανάστευσης Ελλήνων και στα δυο τότε γερμανικά κράτη. Μετά το τέλος της δικτατορίας πολλοί από αυτούς επέστρεψαν στην Ελλάδα, όπως π.χ. ο κατοπινός πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Σημίτης, ο οποίος δίδαξε ως τακτικός καθηγητής του Εμπορικού και Αστικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Γκίσεν από το 1971 έως το 1975.

Επίσης μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ σημειώθηκε για μικρό διάστημα αύξηση της ελληνικής μετανάστευσης στη Γερμανία.

Σημερινή κατάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της Ελλάδος οδήγησε στην αρχή της νέας χιλιετίας στην επιστροφή πολλών Ελλήνων μεταναστών ή απογόνων αυτών στην πατρίδα τους. Πολλοί συνταξιούχοι μεταξύ αυτών προτιμούν να διαμένουν μονάχα την άνοιξη και το καλοκαίρι στην Ελλάδα και το υπόλοιπο του χρόνου στη Γερμανία, όπου πολλοί εξ αυτών έχουν παιδιά και εγγόνια.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους της Ελλάδος, το ποσοστό των Ελλήνων μεταναστών προς τη Γερμανία αυξήθηκε πάλι. Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία το 2018 ήλθαν στη Γερμανία 25.631 Έλληνες. Πολλοί μάλιστα είναι νέοι και σε αρκετές περιπτώσεις επιστήμονες ή πτυχιούχοι Πανεπιστημίων, ΑΤΕΙ και ΤΕΙ ή άλλων σχολών.

Πολιτισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολιτιστική επιρροή του Ελληνικού κράτους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας γίνεται κατά το πλείστον στον οικογενειακό τομέα και στην επικοινωνία μεταξύ των Ελλήνων της διασποράς. Στην προσπάθεια της απασχόλησης δημοσιων υπαλληλων της Ελλάδος το Ελληνικό κράτος εγκατέστησε τα λεγόμενα "Ελληνικά Λύκεια" σε διαφορες πόλεις. Το επίπεδο μάθησης προκαλεί σοβαρά προβλήματα ως προς την αναγνώριση από το Γερμανικό κράτος [εκκρεμεί παραπομπή] και από τα κρατίδια (που είναι υπεύθυνα για τον εκπαιδευτικό τομέα). Ένας λόγος για τη φοίτηση σε Ελληνικό Λύκειο [ασαφές] είναι η ελπίδα της ευκολότερης επιστροφής στην Ελλάδα. Σε πολλές περιπτώσεις μετά τη φοίτηση σε ελληνικό σχολείο ακολουθεί η αναγκαστική μετανάστευση στην Ελλάδα λόγω απομόνωσης από τη γερμανική καθημερινότητα. Η πλειοψηφία του Ελληνισμού στέλνει τα παιδιά σε γερμανικά σχολεία και τους διδάσκει τον ελληνικό πολιτισμό και συναφή συνήθως στο οικογενειακό περιβάλλον.

Στατιστικές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αριθμός Ελλήνων κατοίκων της Γερμανίας από το 1967

Έτος 1967 1970 1973 1976 1979 1982 1985 1988 1991 1994 1997 2000 2001 2002 2003
Αριθμός 200.961 342.891 407.614 353.733 296.803 300.824 280.614 274.973 336.893 355.583 363.202 365.438 362.708 389.361 467.600

Πηγή: Statistisches Bundesamt

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Statistisches Bundesamt ([1])
  2. [2] Αρχειοθετήθηκε 2007-06-11 στο Wayback Machine. (PDF, 5,2 MB)
  3. Germany: Ελληνικός πληθυσμός στη Γερμανία, από το Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (Σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας)
  4. Statistisches Bundesamt, Pressemitteilung Nr. 171 vom 19.04.2004 ([3])
  5. Hellas lipsiensis: Griechen in Leipzig von Suppe, Frank-Thomas in Leipziger Blätter Nr. 18/1991 S. 31-33
  6. «History». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Δεκεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2008. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]