Έλληνες της Περσίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έλληνες της Περσίας
Συνολικός πληθυσμός
~100 (επίσημα)
Γλώσσες
Ελληνικά, Ποντιακά, Περσικά, Γαλλικά, Αγγλικά
Θρησκεία
Χριστιανοί Ορθόδοξοι, Ζωροάστρες - Παρσοί

Οι Έλληνες της Περσίας είχαν μια ακμάζουσα παρουσία στη Περσία (ή από το 1979 Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν) κατά τα ελληνιστικά χρόνια και κατόπιν κατά τον 19ο αιώνα έως και τη δεκαετία του '80, όταν το γενικευμένο κλίμα αστάθειας που επικράτησε στη χώρα λόγω της ισλαμικής επανάστασης του 1979 και του πολέμου με το Ιράκ ανάγκασε τους περισσότερους να επιστρέψουν στην Ελλάδα.

Σύγχρονη ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σύγχρονη ελληνική κοινότητα του Ιράν ανάγει την ιστορία της στα πρώτα χρόνια μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, όταν μέλη της οικογένειας Ράλλη και άλλοι έμποροι ξεκίνησαν το συστηματικό εμπόριο μεταξιού και βαμβακιού από τη Ταυρίδα (Ταμπρίζ) της βορειοδυτικής Περσίας προς τη Κωνσταντινούπολη. Στις 6 Μαΐου 1837 ο Π. Α. Ράλλης ορκίστηκε τον προξενικό του όρκο ενώπιον του βασιλιά Όθωνα της Ελλάδας και έγινε ο πρώτος επίσημος γενικός σύμβουλος της Ελλάδας στο Ιράν (Ταυρίδα), επανεκκινώντας επίσημα τις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών μετά από πολλούς αιώνες. Τα επόμενα χρόνια άρχισε σταδιακά να αυξάνεται ο αριθμός των Ελλήνων από τη Χίο, Κωνσταντινούπολη και τον Πόντο στο βορειοδυτικό Ιράν φτάνοντας τα 3000-4000 άτομα. Οι Έλληνες και οι εταιρείες τους ήταν συγκεντρωμένες κυρίως στη Ταυρίδα, τη Ρασχτ και το Μπαντάρ-ε Ανζάλι όπου επιδίδονταν στην παραγωγή της μετάξης, την ξυλεία, τον καπνό, το εμπόριο και τη ναυτιλία. Μεταξύ των Ελλήνων υπήρχαν επιχειρηματίες, πλοιοκτήτες στην Κασπία και γεωκτήμονες, ενώ άλλοι λιγότερο εύποροι ήταν αγρότες και εργάτες. Στις 16 Οκτωβρίου 1861 υπεγράφη στην Κωνσταντινούπολη συνθήκη φιλίας, εμπορίου και ναυτιλίας μεταξύ των δύο χωρών.

Ο πληθυσμός των Ελλήνων στο Ιράν ωστόσο αυξήθηκε σημαντικά κατά τη δεκαετία του 1920, ως αποτέλεσμα της γενικευμένης μετανάστευσης των Ελλήνων του Πόντου τα χρόνια μετά τη γενοκτονία τους από τους Νεότουρκους. Ένας μεγάλος αριθμός Ποντίων αναζήτησε καταφύγιο προς την ανατολή και συγκεκριμένα στον Καύκασο, αλλά το σοβιετικό καθεστώς τους ανακήρυξε ανεπιθύμητους καπιταλιστές με αποτέλεσμα πολλοί να αναγκαστούν να αποχωρήσουν. Οι περισσότεροι θέλησαν να πάνε τότε στην Ελλάδα από τα νότια, παρακάμπτοντας την εχθρική Τουρκία, αλλά τελικά ένας αριθμός τους περνώντας από το Ιράν έκρινε ότι η ζωή θα ήταν από πολλές απόψεις καλύτερη εκεί: Η Περσία ήταν μια απέραντη και πλούσια χώρα σε αντίθεση με την Ελλάδα, που άλλωστε μετά βίας θα μπορούσαν να αποκαλέσουν πατρίδα τους. Οι καλές Ελληνοϊρανικές σχέσεις και η Ελληνο-Ιρανική συνθήκη φιλίας του 1931 συντέλεσαν στην ομαλή ενσωμάτωση των Ποντίων στη νέα τους χώρα και στην προϋπάρχουσα Ελληνική κοινότητα. Η κυβέρνηση τους βοήθησε να ενσωματωθούν και παράλληλα τους έδωσε δουλειές σε διάφορα σπουδαία έργα υποδομής που γίνονταν τότε. Οι Πόντιοι επίσης σχημάτισαν την ραχοκοκκαλιά της Ελληνικής κοινότητας στην Τεχεράνη, η οποία άρχισε να υφίσταται τις δεκαετίες του 1930 και 1940. Το 1951 εγκαινιάστηκε η πρώτη ελληνορθόδοξη εκκλησία στη Τεχεράνη, η Ελληνική Ορθόδοξος Εκκλησία ο Ευαγγελισμός της Υπεραγίας Θεοτόκου, ενώ στο ίδιο κτίριο στεγαζόταν και το σχολείο της κοινότητας. Η εκκλησία βρίσκεται σε πολύ κεντρικό σημείο της πόλης, λίγα μόνο μέτρα από την πρώην Αμερικανική πρεσβεία και σήμερα κέντρο πολιτισμού.

Τις δεκαετίες του 1960 και 1970 η ελληνική κοινότητα αριθμούσε επίσημα 3000 άτομα. Επιφανή μέλη της κοινότητας ήταν ο τραπεζίτης Μίνως Ζομπανάκης, η Έλλη Αντωνιάδου, ο Κωνσταντίνος Κελετσέκης και άλλοι. Επίσης γνωστοί καλλιτέχνες όπως ο Ιάννης Ξενάκης, Μιχάλης Μακρουλάκης, Γιάννης Τσεκλένης και Ηλίας Λαλαούνης επισκέπτονταν συχνά τη χώρα. Η περίοδος αυτή θεωρείται η πιο ευημερεύουσα για την κοινότητα.

Η Ιρανική Επανάσταση το 1979 και στη συνέχεια ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ (1980-1988) κατέστησαν το Ιράν μια μη-ασφαλή χώρα και παράλληλα η διάβρωση των σχέσεων της χώρας με τη Δύση έβλαψε πολύ τις επιχειρήσεις. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με το κοινωνικά περιοριστικό ισλαμικό πολίτευμα που επιβλήθηκε, ώθησαν πολλούς Έλληνες και κυρίως αυτούς που είχαν Ελληνικό διαβατήριο να μεταναστεύσουν μέσα στα επόμενα χρόνια προς την Ελλάδα ή άλλες χώρες της Δύσης. Το 2017 η Ελληνική κοινότητα στο Ιράν αριθμεί επίσημα γύρω στα 100 άτομα, αν και ενδέχεται να υπάρχει ένας σημαντικά μεγαλύτερος αριθμός που έχει πλέον αφομοιωθεί. Στην Τεχεράνη υπάρχει μέχρι σήμερα η Ελληνική Ορθόδοξη εκκλησία που ανοίγει κυρίως κατά τα Χριστούγεννα και τη Μεγάλη Εβδομάδα, καθώς και το Ελληνορθόδοξο νεκροταφείο που είναι πλέον ανενεργό. Η κοινότητα προσπαθεί ενεργά να διατηρήσει τα τελευταία μέλη της, διοργανώνοντας εκδηλώσεις όπως φιλανθρωπικά παζάρια και γιορτάζοντας τις εθνικές επετείους. Η Ελληνική οικονομική κρίση έχει ωθήσει έναν αριθμό Ελλήνων να ασχοληθούν επιχειρηματικά με το Ιράν, στους τομείς των τηλεπικοινωνιών, ναυτιλίας, εμπορίου και τουρισμού. [1][2][3]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]