Βόρις Γ΄ της Βουλγαρίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Μπορίς Γ΄ της Βουλγαρίας)
Βόρις
Βασιλιάς της Βουλγαρίας
Περίοδος1918 - 1943
ΠροκάτοχοςΦερδινάνδος
ΔιάδοχοςΣυμεών
Γέννηση30 Ιανουαρίου 1894
Σόφια, Βουλγαρία
Θάνατος28 Αυγούστου 1943 (49 ετών)
Σόφια, Βουλγαρία
Τόπος ταφήςΜοναστήρι της Ρίλα
ΣύζυγοςΙωάννα της Σαβοΐας
ΕπίγονοιΜαρία Λουίζα
Συμεών
ΟίκοςΟίκος της Σαξονίας-Κόμπουργκ & Γκότα
ΠατέραςΦερδινάνδος
ΜητέραΜαρία Λουίζα των Βουρβόνων-Πάρμας
ΘρησκείαΧριστιανός Ορθόδοξος
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Βόρις Γ΄ (βουλγ. Борис III, 30 Ιανουαρίου 1894 - 28 Αυγούστου 1943), ήταν ο προτελευταίος Τσάρος (Βασιλιάς) της Βουλγαρίας.

Γιος του Φερδινάνδου Α΄, ανέβηκε στον θρόνο το 1918, μετά την παραίτηση του πατέρα του, μετά την ήττα του Βασίλειου της Βουλγαρίας κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή ήταν η δεύτερη μεγάλη ήττα της χώρας μέσα σε πέντε χρόνια, μετά τον καταστροφικό Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Με τη Συνθήκη του Νεϊγύ, η χώρα αναγκάστηκε να παραχωρήσει νέα εδάφη και να πληρώσει εξουθενωτικές αποζημιώσεις στους γείτονές της, απειλώντας έτσι την οικονομική και πολιτική της σταθερότητα. Δύο πολιτικές δυνάμεις, η Αγροτική Ένωση και το Κομμουνιστικό Κόμμα, ζητούσαν ανατροπή της μοναρχίας και αλλαγή της κυβέρνησης. Υπό αυτές τις συνθήκες ανέβηκε στον θρόνο ο Βόρις. Διακρίθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αντιτασσόμενος στον Αδόλφο Χίτλερ, όταν εκείνος του ζητούσε να εκτοπίσει τους Εβραίους της Βουλγαρίας.

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βόρις Κλήμης Ροβέρτος Μαρία Πίος Λουδοβίκος Στανίσλαος Ιαβέρης γεννήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1894 στη Σόφια. Ήταν ο πρώτος γιος του Φερδινάνδου Α΄ της Βουλγαρίας και της συζύγου του Μαρίας Λουίζας των Βουρβόνων-Πάρμας, κόρης του Καρόλου Γ της Πάρμας.

Τον Φεβρουάριο του 1896 ο πατέρας του δρομολόγησε τη συμφιλίωση της Βουλγαρίας και της Ρωσίας με τον προσηλυτισμό του νήπιου πρίγκηπα Βόριδος από τον Ρωμαιοκαθολικισμό στην Ορθοδοξία, με αποτέλεσμα την απογοήτευση της συζύγου του, την εχθρότητα των Καθολικών Αυστριακών συγγενών του (ιδιαίτερα του θείου του Φραγκίσκου Ιωσήφ της Αυστρίας) και τον αφορισμό του από την Καθολική Εκκλησία. Για να αντιμετωπίσει αυτή τη δύσκολη κατάσταση, ο Φερδινάνδος βάφτισε όλα τα υπόλοιπα παιδιά του ως Καθολικούς. Ο Νικόλαος Β΄ της Ρωσίας ήταν ο νονός του Βόριδος και συναντήθηκε με το νεαρό αγόρι κατά την επίσημη επίσκεψη του Φερδινάνδου στην Αγία Πετρούπολη τον Ιούλιο του 1898.

Ο Πρίγκιπας του Στέμματος Βόρις (2ος από δεξιά) και ο Γερμανός Στρατάρχης Φον Μακένσεν επιθεωρούν ένα Βουλγαρικό σύνταγμα συνοδευόμενοι από τον Αρχηγό Στρατού στρατηγό Νικόλα Ζέκοφ και τον Αρχηγό του Επιτελείου Στρατού στρατηγό Κονσταντίν Ζόστοβ κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Έλαβε την αρχική του εκπαίδευση στο λεγόμενο Δευτεροβάθμιο Σχολείο των Ανακτόρων, που ο Φερδινάνδος δημιούργησε το 1908 αποκλειστικά για τους γιους του. Στη συνέχεια ο Βόρις αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή της Σόφιας και κατόπιν πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διετέλεσε αξιωματικός-σύνδεσμος του Γενικού Επιτελείου του Βουλγαρικού Στρατού στο Μακεδονικό Μέτωπο. Το 1916 προήχθη σε συνταγματάρχη και ορίστηκε και πάλι ως αξιωματικός-σύνδεσμος της Στρατιάς Μακένσεν και της Τρίτης Βουλγαρικής Στρατιάς για τις επιχειρήσεις κατά της Ρουμανίας. Ο Βόρις εργάστηκε σκληρά για να εξομαλύνει τις μερικές φορές δύσκολες σχέσεις μεταξύ του Στρατάρχης Μακένσεν και του Αντιστράτηγου Στέφαν Τόσεβ, διοικητή της Τρίτης Στρατιάς. Με το θάρρος και το προσωπικό του παράδειγμα κέρδισε τον σεβασμό των στρατευμάτων και των ανώτερων Βούλγαρων και Γερμανών διοικητών, ακόμη και του Γενικού Επιτελάρχη του Γερμανικού Στρατού Έριχ Λούντεντορφ, που προτιμούσε να συνεργάζεται προσωπικά με τον Βόριδα και τον περιέγραψε ως άριστα εκπαιδευμένο στρατιωτικό και ώριμο παρά το νεαρό της ηλικίας​​του. Το 1918 ο Βόρις έγινε υποστράτηγος.

Πρώτη περίοδος βασιλείας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Tο βασιλικό σκήπτρο του Βόριδος Γ΄.

Με την παραίτηση του πατέρα του, ανέβηκε στον θρόνο ως Τσάρος Βόρις Γ΄ στις 3 Οκτωβρίου 1918.

Ένα χρόνο μετά την ανάρρηση του Βόριδος, εξελέγη πρωθυπουργός ο Αλεξάνταρ Σταμπολίσκι της Βουλγαρικής Λαϊκής Αγροτικής Ένωσης. Αν και δημοφιλής στη μεγάλη τάξη των αγροτών, ο Σταμπολίσκι προκάλεσε την εχθρότητα της μεσαίας τάξης και των στρατιωτικών, που οδήγησε στην ανατροπή του με στρατιωτικό πραξικόπημα στις 9 Ιουνίου 1923 και την εν συνεχεία δολοφονία του. Στις 14 Απριλίου 1925 μια αναρχική ομάδα επιτέθηκε στην έφιππη συνοδεία του Βόριδος, καθώς περνούσε από τη Διάβαση Αραμπάκονακ. Δύο μέρες αργότερα μια βόμβα σκότωσε 150 μέλη της βουλγαρικής πολιτικής και στρατιωτικής ελίτ της Σόφιας, ενώ παρακολούθησαν την κηδεία ενός δολοφονηθέντος στρατηγού. Μετά από μια ακόμη απόπειρα κατά της ζωής του Βόριδος το ίδιο έτος, τα αντίποινα του στρατού στοίχισαν τη ζωή αρκετών χιλιάδων κομμουνιστών και αγροτικών, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων της διανόησης. Τέλος, τον Οκτώβριο του 1925, έγινε ένας σύντομος πόλεμος στα σύνορα με την Ελλάδα, γνωστός ως Επεισόδιο του Πετριτσίου, που έληξε με τη βοήθεια της Κοινωνίας των Εθνών.

Ο Βόρις Γ΄ της Βουλγαρίας και ο Πρωθυπουργός Κίμον Γκεοργκίεφ κατά την εναρκτήρια σύνοδο του Δ΄ Διεθνούς Συνεδρίου Βυζαντινών Σπουδών (Σόφια, 9 Σεπτεμβρίου 1934).

Με το πραξικόπημα στις 19 Μαΐου 1934 η στρατιωτική οργάνωση Ζβενό επέβαλε δικτατορία και κατάργησε τα πολιτικά κόμματα στη Βουλγαρία. Ο βασιλιάς Βόρις περιορίστηκε στον ρόλο ενός βασιλιά-μαριονέτας μετά το πραξικόπημα. Τον επόμενο χρόνο όμως πραγματοποίησε αντιπραξικόπημα και ανέκτησε τον έλεγχο της χώρας. Η πολιτική κατάσταση ελεγχόταν από τον Τσάρο, αλλά επαναφέρθηκε μια μορφή κοινοβουλευτισμού, χωρίς την αποκατάσταση των πολιτικών κομμάτων. Με τη "Βασιλική κυβέρνηση" του 1935, η Βουλγαρία εισήλθε σε μια εποχή ευημερίας και εκπληκτικής ανάπτυξης, που δίκαια χαρακτηρίστηκε ως Χρυσή Εποχή του Τρίτου Βουλγαρικού Βασιλείου και διήρκεσε σχεδόν πέντε χρόνια.

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βόρις Γ΄ με τον Αδόλφο Χίτλερ.

Τις πρώτες ημέρες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Βουλγαρία ήταν ουδέτερη, αλλά ισχυρές ομάδες στη χώρα έστρεφαν την πολιτική της προς τη Γερμανία (με την οποία η Βουλγαρία είχε συμμαχήσει στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο). Αποτέλεσμα των ειρηνευτικών συνθηκών που τερμάτισαν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (Συνθήκη των Βερσαλλιών και Συνθήκη του Νεϊγύ), η Βουλγαρία, που είχε πολεμήσει στο πλευρό των ηττημένων, απώλεσε δύο σημαντικές περιοχές από γειτονικές χώρες: τη βόρεια πεδιάδα της Δοβρουτσάς από τη Ρουμανία, και τη Δυτική Θράκη από την Ελλάδα. Οι Βούλγαροι θεωρούσαν αυτές τις συνθήκες προσβλητικές και ήθελαν να ανακτήσουν τα εδάφη αυτά. Όταν ο Αδόλφος Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία προσπάθησε να αποσπάσει την πίστη του Βασιλιά της Βουλγαρίας Βόρις Γ΄. Το καλοκαίρι του 1940, μετά από ένα χρόνο πολέμου, ο Χίτλερ φιλοξένησε διπλωματικές συνομιλίες μεταξύ της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στη Βιέννη. Στις 7 Σεπτεμβρίου υπογράφηκε συμφωνία για την επιστροφή της Νότιας Δοβρουτσάς στη Βουλγαρία, χαροποιώντας τον βουλγαρικό λαό. Τον Μάρτιο του 1941 ο Βόρις συμμάχησε με τις δυνάμεις του Άξονα, καταλαμβάνοντας έτσι το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας και της Θράκης του Αιγαίου, προστατεύοντας παράλληλα τη χώρα του από τη συντριβή από τη Γερμανικη Βέρμαχτ, που υπέστησαν οι γειτονικές Γιουγκοσλαβία και η Ελλάδα. Για την ανάκτηση αυτών των εδαφών ο τσάρος Βόρις ονομάστηκε Ενοποιητής (Βουλγάρικα: Цар Обедителил). Ο τσάρος Βόρις εμφανίστηκε στο εξώφυλλο του Time στις 20 Ιανουαρίου 1941 φορώντας ολόσωμη στρατιωτική στολή.

Παρά τη συμμαχία αυτή και τη γερμανική παρουσία στη Σόφια και κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής που κατέληγε μέσω της βουλγαρικής πρωτεύουσα στην Ελλάδα, ο Βόρις δεν ήταν διατεθειμένος να προσφέρει πλήρη και άνευ όρων συνεργασία στη Γερμανία. Αρνήθηκε να αποστείλει τακτικά βουλγαρικά στρατεύματα για να πολεμήσουν κατά της Σοβιετικής Ένωσης στο Ανατολικό Μέτωπο στο πλευρό της Γερμανίας και των άλλων συμμάχων του Αξονα και επίσης αρνήθηκε να συμμετάσχουν και ανεπίσημοι εθελοντές (όπως η Κυανή Μεραρχία της Ισπανίας), αν και η γερμανική πρεσβεία στη Σόφια έλαβε 1.500 αιτήματα νεαρών Βουλγάρων, που ήθελαν να πολεμήσουν κατά του Μπολσεβικισμού.

Αλλά υπήρχε αντίτιμο που έπρεπε να καταβληθεί για την επιστροφή της Δοβρουτσάς. Αυτό ήταν η υιοθέτηση του αντιεβραϊκού "Νόμου για την Προστασία του Εθνους" στις 24 Δεκεμβρίου 1940. Ο νόμος αυτός ήταν σύμφωνος με τους Νόμους της Νυρεμβέργης στη Ναζιστική Γερμανία και την υπόλοιπη κατεχόμενη από τον Χίτλερ Ευρώπη. Ο Βούλγαρος Πρωθυπουργός Μπογκντάν Φίλοφ και ο Υπουργός Εσωτερικών Πετάρ Γκαμπρόβσκι, και οι δύο συμπαθούντες τους Ναζί, ήταν οι αρχιτέκτονες αυτού του νόμου, που περιόρισε τα δικαιώματα των Εβραίων, επέβαλε νέους φόρους και καθιέρωσε ποσόστωση για τους Εβραίους σε μερικά επαγγέλματα. Πολλοί Βούλγαροι διαμαρτυρήθηκαν με επιστολές στην κυβέρνησή τους. Ο τσάρος Βόρις υπέγραψε τον νόμο στις 21 Ιανουαρίου 1941. Τον Μάρτιο του 1941 η Βουλγαρία υπέγραψε το Τριμερές Σύμφωνο και προσχώρησε στον Άξονα με την ελπίδα να επανακτήσει τα εδάφη της Μακεδονίας και της Θράκης.

Tο Ολοκαύτωμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το διάταγμα του Βόριδος Γ΄ για την έγκριση του αντισημιτικού Νόμου για την Προστασία του Έθνους.

Στις αρχές του 1943 έφτασε στη Βουλγαρία ο απεσταλμένος του Χίτλερ Τέοντορ Ντάνεκερ. Ο Ντάνεκερ ήταν λοχαγός των SS και ένας από τους συνεργάτες του Άντολφ Άιχμαν, που κατηύθυνε την εκστρατεία για την εκτόπιση των Γάλλων Εβραίων στα στρατόπεδα θανάτου. Τον Φεβρουάριο του 1943 ο Άντολφ Άιχμαν συναντήθηκε με τον Επίτροπο Εβραϊκών Υποθέσεων στη Βουλγαρία Αλεξάντερ Μπέλεφ, διάσημο για τις αντισημιτικές και έντονα εθνικιστικές του απόψεις. Διεξήγαγαν συναντήσεις κεκλεισμένων των θυρών και κατέληξαν σε μια μυστική συμφωνία, που υπεγράφη στις 22 Φεβρουαρίου 1943 για την εκτόπιση 20.000 Εβραίων από τη Δυτική Θράκη και τη Μακεδονία του Βαρδάρη. Αυτά ήταν εδάφη που κατακτήθηκαν από τη Γερμανία και τότε δεν βρίσκονταν επίσημα υπό τη δικαιοδοσία της Βουλγαρίας. Οι Εβραίοι σε αυτά τα εδάφη ήταν πολίτες της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας. Αρκετές ημέρες αργότερα κατέστη σαφές ότι ο αριθμός των Εβραίων στη Δυτική Θράκη και τη Μακεδονία του Βαρδάρη ήταν 11.343, μικρότερος από την ποσόστωση των 20.000. Το αναθεωρημένο σύμφωνο προέβλεψε την κάλυψη αυτής της διαφοράς με άλλους 8.000 από την κυρίως Βουλγαρία. Οι υπόλοιποι Βούλγαροι Εβραίοι επρόκειτο να εκτοπισθούν αργότερα.

Τα πρώτα δρομολόγια επρόκειτο να ξεκινήσουν στις 9 Μαρτίου 1943. Τα βαγόνια παρατάχθηκαν στο Κιουστεντίλ, πόλη στα δυτικά σύνορα. Όμως, καθώς τα νέα σχετικά με τις επικείμενες εκτοπίσεις διέρρευσαν, ξέσπασαν διαδηλώσεις σε ολόκληρη τη Βουλγαρία. Το πρωί της 9ης Μαρτίου μια αντιπροσωπεία από το Κιουστεντίλ, αποτελούμενη από εξέχουσες δημόσιες προσωπικότητες και με επικεφαλής τον Αντιπρόεδρο της Εθνικής Συνέλευσης, Ντιμίταρ Πέσεφ, συναντήθηκε με τον Υπουργό Εσωτερικών Πετάρ Γκαμπρόβσκι. Αντιμετωπίζοντας έντονη αντίδραση στο εσωτερικό της χώρας, ο Γκαμπρόβσκι υποχώρησε. Την ίδια μέρα έστειλε τηλεγραφήματα στα κέντρα συγκέντρωσης για την ακύρωση των εκτοπίσεων.

Σε έκθεση της 5ης Απριλίου 1943 ο Aντολφ Χόφμαν, Γερμανός σύμβουλος της κυβέρνησης και αστυνομικός ακόλουθος στη γερμανική πρεσβεία στη Σόφια (1943-1944) έγραψε: «Ο Υπουργός Εσωτερικών έχει λάβει άνωθεν εντολή να σταματήσει η σχεδιαζόμενη εκτόπιση των Εβραίων από τα παλιά σύνορα της Βουλγαρίας». Πραγματικά η απόφαση Γκαμπρόβσκι δεν ελήφθη με δική του «προσωπική πρωτοβουλία», αλλά είχε έρθει από την ανώτατη αρχή - τον βασιλιά Βόρι Γ΄, που, διακινδυνεύοντας άμεση αντιπαράθεση με το Ράιχ, αρνήθηκε να απελάσει τους Εβραίους. Τέσσερις ώρες πριν από την προθεσμία η διαταγή ακυρώθηκε. Ενώ οι Εβραίοι που ζούσαν στην κυρίως Βουλγαρία σώθηκαν, οι 11.343 Εβραίοι της Μακεδονίας του Βαρδάρη και της Θράκης εκτοπίσθηκαν στα στρατόπεδα θανάτου της Τρεμπλίνκα και του Μαϊντάνεκ. Οι Εβραίοι υπήκοοι αυτών των νέων εδαφών θεωρούντο εξόριστοι υπό τη στρατιωτική διοίκηση και άμεση δικαιοδοσία του Χίτλερ. Η Βουλγαρία διοικούσε αυτά τα εδάφη, αλλά η Ναζιστική Γερμανία δεν τα είχε προσαρτήσει επίσημα στη Βουλγαρία και το καθεστώς τους θα αποφασιζόταν μόνο μετά τον πόλεμο.

Απρόθυμα πάντα να συμμορφωθεί με το αίτημα της Γερμανίας για εκτοπίσεις, τα ανάκτορα χρησιμοποίησαν ελβετικούς διπλωματικούς διαύλους για να διερευνήσουν αν ήταν δυνατό να απελάσουν τους Εβραίους με πλοία στην ελεγχόμενη από τους Βρετανούς Παλαιστίνη, αντί με πλοία σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Πολωνία. Αλλά αυτό μπλοκαρίστηκε από τον Βρετανό Υπουργό Εξωτερικών Άντονυ Ήντεν.

Έχοντας επίγνωση της αναξιοπιστίας της Βουλγαρίας για το Εβραϊκό ζήτημα, οι Ναζί υποπτεύονταν περισσότερο την αθόρυβη δραστηριότητα βοήθειας των Εβραίων της Ευρώπης ενός παλιού φίλου του βασιλιά Βόριδος, του ιεράρχη Άντζελο Ρονκάλλι (μέλλοντα Πάπα Ιωάννη ΚΓ΄), Παπικού Νούντσιου στην Κωνσταντινούπολη. Αναφερόμενος στις ανθρωπιστικές προσπάθειες του Ρονκάλλι, ο γραμματέας του στη Βενετία και το Βατικανό, ο Ιεράρχη Λόρις Καποβίλλα γράφει: «Με την παρέμβασή του και με τη βοήθεια του Βασιλιά Βόρις Γ΄ της Βουλγαρίας χιλιάδες Εβραίοι από τη Σλοβακία, που είχαν αρχικά σταλεί στην Ουγγαρία και στη συνέχεια στη Βουλγαρία και που κινδύνευαν να σταλούν σε ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, εφοδιάστηκαν με υπογεγραμμένα από τον ίδιο διαβατήρια για την Παλαιστίνη.

Συναντήσεις με τον Χίτλερ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βόρις Γ΄ της Βουλγαρίας (1894 - 1943), γλύπτης Κούνιο Νοβάτσεφ, αρχιτέκτονας Μιλομίρ Μπογκάνοφ. Είναι το πρώτο άγαλμα του Τσάρου. Από το 2016 εκτίθεται στο κεντρικό αίθριο του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου της Βουλγαρίας στη Σόφια.
Κέντρο της πόλης Ντόμπριτς - Πλατεία Τσάρου Βόριδος Γ΄ της Βουλγαρίας". Μεταλλικό μνημείο "Τσάρος Βόρις Γ΄ ο Ενοποιητής" στο Δημαρχείο από το 1992 στη μνήμη των ευχαριστιών για την απελευθέρωση της Νότιας Δοβρουτσάς το 1940 και την επιστροφή της στη Βουλγαρία.

Η ναζιστική πίεση στον βασιλιά Βόρι Γ΄ για την εκτόπιση των Εβραίων της Βουλγαρίας συνεχίστηκε. Στα τέλη Μαρτίου ο Χίτλερ κάλεσε τον Βασιλιά να τον επισκεφτεί. Μετά την επιστροφή του ο βασιλιάς Βόρις διέταξε τους άνδρες Εβραίους να ενταχθούν σε μονάδες σκληρής εργασίας για να κατασκευάσουν δρόμους στο εσωτερικό του βασιλείου του. Πιστεύεται ευρέως ότι αυτό ήταν προσπάθεια του Βασιλιά να αποφύγει την εκτόπισή τους. Τον Μάιο του 1943 ο Ντάνεκερ και ο Μπέλεφ, Επιτρόπος Εβραϊκών Υποθέσεων, σχεδίαζαν την εκτόπιση 50.000 Βούλγαρων Εβραίων, φορτώνοντάς τους σε ατμόπλοια στον ποταμό Δούναβη. Ο Βόρις Γ΄ συνέχισε το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι ότι οι Βούλγαροι Εβραίοι ήταν απαραίτητοι για την κατασκευή δρόμων και σιδηροδρομικών γραμμών στο εσωτερικό του βασιλείου του. Οι Ναζί αξιωματούχοι ζήτησαν από τη Βουλγαρία να εκτοπίσει τον Εβραϊκό πληθυσμό της στην κατεχόμενη από τη Γερμανία Πολωνία. Το αίτημα προκάλεσε δημόσια κατακραυγή και οργανώθηκε μια καμπάνια με σημαντικότερους ηγέτες τον Αντιπροέδρου του Κοινοβουλίου Ντιμίταρ Πέσεφ και τον επικεφαλής της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Βουλγαρίας Αρχιεπίσκοπο Στέφανο. Μετά από αυτή την καμπάνια, ο Βόρις Γ΄ αρνήθηκε να επιτρέψει την έκδοση των 50.000 Εβραίων της Βουλγαρίας.

Στις 30 Ιουνίου 1943 ο Παπικός Αντιπρόσωπος Άντζελο Ρονκάλλι, μελλοντικός Πάπας Ιωάννης ΚΓ΄, έγραψε στον βασιλιά Βόρι, ζητώντας έλεος για «τους γιους του εβραϊκού λαού». Έγραψε ότι ο βασιλιάς Βόρις δεν έπρεπε σε καμία περίπτωση να συμφωνήσει με αυτή την ανέντιμη πράξη. Στο αντίγραφο της επιστολής, ο μελλοντικός πάπας σημείωσε ιδιοχείρως ότι ο Βασιλιάς απάντησε προφορικά στο μήνυμά του. Το σημείωμα αναφέρει "Il Re ha fatto qualche cosa" ("Ο Βασιλιάς κάτι έκανε") και σημειώνοντας επίσης τη δύσκολη θέση του μονάρχη ο Ρονκάλλι τόνισε και πάλι "Però, ripeto, ha fatto" ("Αλλά επαναλαμβάνω, ενήργησε").

Ένα απόσπασμα από το ημερολόγιο του ραβίνου Δανιήλ Ζιόν, πνευματικού ηγέτη της Εβραϊκής κοινότητας της Βουλγαρίας κατά τη διάρκεια των πολέμων, αναφέρει:

Μη φοβάστε, αγαπητοί αδελφοί και αδελφές! Έχετε εμπιστοσύνη στον Ιερό Βράχο της σωτηρίας μας ... Χθες ενημερώθηκα από τον Επίσκοπο Στέφανο για τη συζήτησή του με τον Βούλγαρο Βασιλιά. Όταν πήγα να δω τον Επίσκοπο Στέφανο, είπε: "Πείτε στον λαό σας, ο Βασιλιάς έχει υποσχεθεί, ότι οι Βούλγαροι Εβραίοι δεν θα εγκαταλείψουν τα σύνορα της Βουλγαρίας ...". Όταν επέστρεψα στη συναγωγή, βασίλεψε σιωπή εν όψει της έκβασης της συνάντησής μου με τον Επίσκοπο Στέφανο. Όταν μπήκα, τα λόγια μου ήταν: "Ναι, αδελφοί μου, ο Θεός εισάκουσε τις προσευχές μας ...

Το πιο ενοχλητικό για τον Χίτλερ ήταν η άρνηση του Τσάρου να κηρύξει τον πόλεμο στη Σοβιετική Ένωση ή να στείλει βουλγαρικά στρατεύματα στο Ανατολικό Μέτωπο. Στις 9 Αυγούστου 1943 ο Χίτλερ κάλεσε τον Βόριδα σε μια θυελλώδη συνάντηση στο Ράστεμπουργκ της Ανατολικής Πρωσίας. Ο τσάρος Βόρις έφτασε με αεροπλάνο από τη Βράζντεμπνα (Αεροπορική Βάση της Σόφιας) στις 14 Αυγούστου. Ο Βασιλιάς επιβεβαίωσε τη στάση του για άλλη μια φορά να μη στείλει Βούλγαρους Εβραίους σε στρατόπεδα θανάτου στην Πολωνία και τη Γερμανία. Ενώ η Βουλγαρία είχε κηρύξει «συμβολικά» πόλεμο στα μακρινά Ηνωμένο Βασίλειο και Ηνωμένες Πολιτείες, σε αυτή τη συνάντηση ο Βόρις αρνήθηκε και πάλι να συμμετάσχει στον πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ένωσης δίνοντας δύο βασικούς λόγους για την απροθυμία του να στείλει στρατεύματα στη Ρωσία. Πρώτον, πολλοί απλοί Βούλγαροι είχαν ισχυρά φιλορωσικά αισθήματα και δεύτερον, η πολιτική και στρατιωτική θέση της Τουρκίας παρέμενε ασαφής. Ο «συμβολικός» πόλεμος εναντίον των Δυτικών Συμμάχων μετατράπηκε σε καταστροφή για τους πολίτες της Σόφιας, καθώς η πόλη υπέστη σφοδρούς βομβαρδισμούς από την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ και τη Βρετανική Βασιλική Πολεμική Αεροπορία το 1943 και το 1944. Πάντως οι βομβαρδισμοί άρχισαν μόνο μετά τον θάνατο του Βόριδος.

Η αντίδραση της Βουλγαρίας κορυφώθηκε σε αυτή την τελευταία επίσημη συνάντηση μεταξύ του Χίτλερ και του βασιλιά Βόριδος Γ΄ τον Αύγουστο του 1943. Τα πρακτικά της συνάντησης δείχνουν ότι ο Χίτλερ ήταν εξοργισμένος με τον Βασιλιά επειδή αρνήθηκε να συμμετάσχει στον πόλεμο εναντίον της ΕΣΣΔ και να εκτοπίσει τους Εβραίους του βασιλείου του. Στο τέλος της συνάντησης συμφωνήθηκε ότι «οι Βούλγαροι Εβραίοι δεν επρόκειτο να εκτοπισθούν επειδή ο βασιλιάς Βόρις είχε επιμείνει ότι χρειαζόταν τους Εβραίους για διάφορες εργασίες, συμπεριλαμβανομένης της συντήρησης των δρόμων». Αυτή η πράξη γενναιότητας του βασιλιά Βόριδος έσωσε και τους 50.000 Εβραίους της Βουλγαρίας.

Το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τάφος του Τσάρου Βόριδος Γ΄ στο Μοναστήρι της Ρίλα.
Ξυλόγλυπτο φτιαγμένο από κατοίκους του χωριού Οσόι, της επαρχίας Ντέμπαρ, με την επιγραφή: Στον Τσάρο Απελευθερωτή τον Βόριδος Γ΄, από την ευγνωμονούσα Μακεδονία.

Λίγο μετά την επιστροφή στη Σόφια από τη συνάντηση με τον Χίτλερ, ο Βόρις πέθανε κατά τα φαινόμενα από καρδιακή προσβολή στις 28 Αυγούστου 1943. Σύμφωνα με το ημερολόγιο του τότε Γερμανού επιτελούς στη Σόφια, Συνταγματάρχη φον Σένεμπεκ, οι δύο Γερμανοί γιατροί που παρακολουθούσαν τον Βασιλιά - ο Σάλιτς και ο Χανς Επινγκερ, πίστεψαν και οι δύο ότι είχε πεθάνει από το ίδιο δηλητήριο που ο Δρ. Επινγκερ είχε βρει πριν δύο χρόνια στη νεκροψία του Έλληνα Πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά, ένα αργό δηλητήριο που απαιτεί εβδομάδες για να δράσει και προκαλεί την εμφάνιση κηλίδων στο δέρμα του θύματος πριν από τον θάνατο.

Τον Βόριδα διαδέχτηκε ο εξάχρονος γιος του Συμεών Β΄, υπό ένα Συμβούλιο Αντιβασιλείας, με επικεφαλής τον αδελφό του Βόριδος Πρίγκιπα Κύριλλο της Βουλγαρίας.

Μετά από μια μεγάλη, εντυπωσιακή κρατική κηδεία στον Καθεδρικό του Αγίου Aλέξανδρου Νιέφσκυ στη Σόφια, όπου οι δρόμοι ήταν γεμάτοι από πλήθη, το φέρετρο του Τσάρου μεταφέρθηκε με το τρένο στα βουνά και θάφτηκε στο μεγαλύτερο και σημαντικότερο μοναστήρι της Βουλγαρίας, το Μοναστήρι της Ρίλα. Μετά την ανάληψη της εξουσίας τον Σεπτέμβριο του 1944 η ελεγχόμενη από τους κομμουνιστές κυβέρνηση ξέθαψε το σώμα του και το ενταφίασε κρυφά στην αυλή του Ανακτόρου Βράνια, κοντά στη Σόφια. Σε μεταγενέστερο χρόνο οι κομμουνιστικές αρχές μετέφεραν το φέρετρο από ψευδάργυρο από τη Βράνα σε μυστική τοποθεσία, που παραμένει άγνωστη μέχρι σήμερα. Μετά την πτώση του κομμουνισμού πραγματοποιήθηκε ανασκαφή στο ανάκτορο. Βρέθηκε μόνο η καρδιά του Βόριδος Γ΄, που είχε τοποθετηθεί σε γυάλινο κύλινδρο έξω από το φέρετρο. Η καρδιά του μεταφέρθηκε από τη χήρα του το 1993 στο Μοναστήρι της Ρίλα, όπου ξαναενταφιάστηκε.

Ένα ξυλόγλυπτο είναι τοποθετημένο στην αριστερή πλευρά του τάφου του στο Μοναστήρι της Ρίλα, που φτιάχτηκε στις 10 Οκτωβρίου 1943 από κατοίκους του χωριού Οσόι, της επαρχίας Ντέμπαρ, με την επιγραφή: Στον Τσάρο Απελευθερωτή τον Βόρι Γ΄, από την ευγνωμονούσα Μακεδονία.

Το 1998, για να ευχαριστήσουν τον τσάρο Βόρι, οι Βούλγαροι Εβραίοι στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Εθνικό Εβραϊκό Ταμείο ανήγειραν ένα μνημείο στον «Βουλγαρικό Δρυμό» στο Ισραήλ, τιμώντας τον ως σωτήρα των Βουλγάρων Εβραίων. Τον Ιούλιο του 2003 μια δημόσια επιτροπή με επικεφαλής τον Επικεφαλής της Ισραηλινής Δικαιοσύνης Δρ. Mόσε Μπέισκι αποφάσισε να αφαιρέσει το μνημείο από το «Βουλγαρικό Δρυμό» επειδή η Βουλγαρία είχε συναινέσει στην παράδοση των Εβραίων από τα κατεχόμενα εδάφη της Μακεδονίας και της Θράκης στους Γερμανούς.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βόρις Γ΄ νυμφεύτηκε την Ιωάννα της Σαβοΐας, κόρη του Βίκτωρα Εμμανουήλ Γ΄ της Ιταλίας, με καθολική τελετή στην Ασίζη της Ιταλίας στις 25 Οκτωβρίου 1930 (στην οποία παρευρέθηκε ο Μπενίτο Μουσσολίνι) και στη συνέχεια με ορθόδοξη τελετή στη Σόφια. Από τον γάμο προήλθαν τα εξής τέκνα:

  • Μαρία Λουίζα (γενν. 1933), παντρεύτηκε πρώτα τον Κάρολο του Λάινινγκεν και έπειτα τον Μπρόνισλαβ Χρόμποκ.
  • Συμεών Β΄ (γενν. 1937), Βασιλιάς της Βουλγαρίας, μετέπειτα πρωθυπουργός της.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Bulgaria in the Second World War by Marshall Lee Miller, Stanford University Press, 1975.
  • Boris III of Bulgaria 1894–1943, by Pashanko Dimitroff, London, 1986, ISBN 0-86332-140-2
  • Crown of Thorns by Stephane Groueff, Lanham MD., and London, 1987, ISBN 0-8191-5778-3
  • The Betrayal of Bulgaria by Gregory Lauder-Frost, Monarchist League Policy Paper, London, 1989.
  • The Daily Telegraph, Obituary for "HM Queen Ioanna of the Bulgarians", London, 28 February 2000.
  • Balkans into Southeastern Europe by John R. Lampe, Palgrave Macmillan, New York, 2006.
  • A History of Israel: From the Rise of Zionism to Our Time by Howard M. Sachar, Alfred A. Knopf, New York, 2007, ISBN 978-0-394-48564-5