Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ήλιος (μυθολογία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Ήλιος (αποσαφήνιση).
Ήλιος
Θεός και προσωποποίηση του Ήλιου
Ο Ήλιος στο άρμα του, ναός της Αθηνάς στο Ίλιον
Άλλες ονομασίεςΥπερίων, Φαέθων, Ηλέκτωρ
ΠλανήτηςΉλιος
ΖώαΠετεινός, άλογο
ΣύμβολαΉλιος, άρμα, άλογα, ηλιακό στέμμα
ΗμέραΚυριακή (ἡμέρα ἡλίου)
Σύζυγος-οιΠέρση, Ρόδος, Κλυμένη
Σύντροφος-οιΑίγλη, Κλυμένη, Γαία (μυθολογία), Λευκοθόη, Νέαιρα, Πέρση, Σελήνη, Κρήτη και Κλυτία
ΓονείςΥπερίων και Θεία
ΑδέλφιαΣελήνη και Ηώς
ΤέκναΆκτις, Αιήτης, Αλωέας, Αυγείας, Βισάλτης, Ηλεκτρυώνη, Ηλιάδες, Κάνδαλος, Κέρκαφος, Κίρκη, Λαμπετίη, Μακαρεύς, Όχιμος, Πέρσης, Πασιφάη, Τενάγης, Τρίοπας, Φαέθουσα, Φαέθων, ΑίΘων, Χάριτες,Ώρες
Στην Ρωμαϊκή μυθολογίαΣολ
Στην Ετρουσκική μυθολογίαΟύσιλ
Στον ΙνδουισμόΣούρυα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ήλιος (αρχαία ελληνικά: Ἥλιος‎‎, Ἠέλιος στην Ομηρική διάλεκτο) είναι το όνομα του θεού και προσωποποίησης του ήλιου στην αρχαία Ελληνική θρησκεία και μυθολογία. Στην αρχαία τέχνη συχνά εμφανίζεται ως ένας νεαρός άνδρας με ηλιακό στέμμα που οδηγεί ένα τέθριππο στον ουρανό. Λόγω της ιδιότητάς του ως Ήλιος που βλέπει τα πάντα, ήταν και θεός των όρκων.

Ο Ήλιος εμφανίζεται σε πολλά έργα της Ελληνικής μυθολογίας, ποίησης και λογοτεχνίας, όπου παρουσιάζεται ως ο γιος του Υπερίονα και της Θείας, αδελφός της Σελήνης (θεά του φεγγαριού) και της Ηούς (θεά της αυγής).

Μια σχετικά ασήμαντη μορφή και θεότητα στην αρχαία θρησκεία, ο Ήλιος ωστόσο ταυτίστηκε με κάποιους σημαντικότερους θεούς όπως για παράδειγμα ο Απόλλων και ο ηλιακός θεός των Ρωμαίων Σολ.

Η ελληνική λέξη ἥλιος (πρότερη μορφή ἡϝελιος) προέρχεται από την Πρωτοϊνδοευρωπαϊκή λέξη για τον ήλιο seh₂u-el[1], και συγγενεύει με τη Λατινική sol, Σανσκριτική surya, και Παλαιοαγγλική swegl, Ουαλική haul.[2] Η λέξη "Ελένη" κατά κάποιος έχει παρόμοια ετυμολογία[3][4][5][6] και ίσως υποδεικνύει μια ηλιακή πλευρά της Ελένης.

Οι θηλυκοί απόγονοι του Ήλιου λέγονται Ηλιάδες, και οι αρσενικοί Ηλιάδαι. Ο θεός αυτός είχε πολλά επίθετα, κάποια από τα οποία θεωρούνται ξεχωριστές θεότητες σχετικά με τον ήλιο. Ανάμεσά τους είναι Υπερίων, δηλαδή "αυτός ψηλά", Ηλέκτωρ (άγνωστης ετυμολογίας, χρησιμοποιείται ως "φωτεινός", π.χ Ηλέκτωρ Υπερίων), Φαέθων, Τερψίμβροτος, και Έκατος (όπως και Εκατήβολος, αυτός που τοξεύει από μακριά, καθώς οι ακτίνες του παρομοιάστηκαν με βέλη).

Ο Ήλιος σε θόλο εισόδου λουτρού, Βουδαπέστη

Ο Ήλιος είναι ο γιος του Υπερίονα και της Θείας[7][8][9] ή Ευρυφάεσσας[10] ή Αίθρας.[11] Ο Όμηρος τον αποκαλεί Υπερίων Ήλιος, δηλαδή "ο ήλιος ψηλά". Τόσο στον Όμηρο όσο και τον Ησιοδο και τον Ομηρικό Ύμνο εις Δήμητραν ο Ήλιος αποκαλείται Υπεριονίδης ("ο γιος του Υπερίονα"), και το παράδειγμα αυτό μιμούνται αργότερα άλλοι ποιητές, οι οποίοι πιο καθαρά παρουσιάζουν τον Υπερίονα ως ξεχωριστό θεό από τον Ήλιο.

Ο Ήλιος παρουσιάζεται ως ένας όμορφος νεαρός άνδρας με λάμπερό ακτινωτό στέμμα ή φωτοστέφανο που οδηγά το τέθριππο του στον ουρανό κάθε μέρα, και μέσω του Ωκεανού, του μεγάλου ποταμού που κυκλώνει τη γη, επιστρέφει στην ανατολή το βράδυ. Στον Ομηρικό Ύμνο εις Ήλιον, ο Ήλιος οδηγεί ένα χρυσό άρμα που το σέρνουν αρσενικοί ίπποι, και ο Πίνδαρος κάνει λόγω για τα "φλογερά" άλογά του. Αργότερες παραδόσεις δίνουν και ονόματα σχετικά με το φως και τη φωτιά σε αυτά τα άλογα: Πυρόεις, Ηώος, Αίθων και Φλέγων.

Η εικονοπλασία με το άρμα που οδηγεί μια ηλιακή θεότητα είναι μάλλον Πρωτοϊνδοευρωπαϊκή σε προέλευση,[12][13] και εμφανίζεται σε σε θρησκείες Ελληνικές και της Εγγύς Ανατολής.[14] Οι πρωτύτερες απεικονίσεις ενός θεού σε άρμα έρχονται από την Παρθική περίοδο (τρίτος αιώνας) στην Περσία, όπου έχουμε στοιχεία για τελετές προς τιμήν ενός ηλιακού θεού από Μάγους, που δείχνει μια αφομοίωση της λατρείας του Ήλιου και του Μίθρα.[12]

Ο Ήλιος είναι η προσωποποίηση του ήλιου και η θεμελιακή δημιουργική δύναμη πίσω του, και ως αποτέλεσμα συχνά λατρευόταν ως θεός ζωής και δημιουργίας. Ο Όμηρος τον περιγράφει ως '"τερψίμβροτο", δηλαδή αυτός που δίνει χαρά στους θνητούς, και άλλα αρχαία κείμενα του δίνουν επίθετα όπως ἱλαρός και φασίμβροτος (αυτός που δίνει φως στους θνητούς), καθώς είναι η πηγή ζωής και αναγέννησης που δημιούργησε τον κόσμο. Ένα χωρίο στους Ελληνικούς Μαγικούς Παπύρους γράφει για αυτόν, "η γη άνθησε όταν έλαμψες, και καρποφόρησαν τα δέντρα όταν γέλασες, και έδωσες ζωή στα ζωντανά όντα όταν το επέτρεψες."[12]

Αρχαϊκή και Κλασσική Ελλάδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο LR Farnell υπέθεσε ότι «η λατρεία του Ήλιου υπήρξε κάποτε κυρίαρχη και ισχυρή μεταξύ των λαών του προελληνικού πολιτισμού, αλλά ότι πολύ λίγες από τις κοινότητες της μεταγενέστερης ιστορικής περιόδου τη διατήρησαν ως ισχυρό παράγοντα της κρατικής θρησκείας».[15] Οι σε μεγάλο βαθμό αττικές λογοτεχνικές πηγές που χρησιμοποιούν οι μελετητές παρουσιάζουν την αρχαία ελληνική θρησκεία με αθηναϊκή προκατάληψη και, σύμφωνα με τον J. Burnet, "κανένας Αθηναίος δεν θα μπορούσε να λατρεύει τον Ήλιο ή τη Σελήνη, αλλά μπορεί να τους θεωρήσει θεούς, καθώς ο Ήλιος ήταν ο μεγάλος θεός της Ρόδου και η Σελήνη λατρευόταν στην Ήλιδα και αλλού".[16] Ο Τζέιμς Α. Νοτόπουλος θεώρησε ότι η διάκριση του Burnet ήταν τεχνητή: «Το να πιστεύεις στην ύπαρξη των θεών περιλαμβάνει αναγνώριση μέσω λατρείας, όπως δείχνουν οι Νόμοι 87 D, E» (σημείωση, σελ. 264).[17] Η Ειρήνη του Αριστοφάνη (406–413) αντιπαραθέτει τη λατρεία του Ήλιου και της Σελήνης, ως αντιπροσωπευτικοί θεοί των Αχαιμενιδικών Περσών, με εκείνη των περισσότερο ελληνικών Δώδεκα Ολύμπιων (Δείτε επίσης: Hvare-khshaeta, Mah). Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Ήλιος και η Σελήνη ήταν ελάσσονες θεοί για τους Έλληνες.[18]

Κολοσσός της Ρόδου

Το νησί της Ρόδου ήταν ένα σημαντικό λατρευτικό κέντρο για τον Ήλιο, ένα από τα μόνα μέρη όπου λατρευόταν ως μεγάλη θεότητα στην αρχαία Ελλάδα.[19] Η λατρεία του Ήλιου στη Ρόδο περιελάμβανε ένα τελετουργικό στο οποίο ένα τετράγωνο, ή άρμα που σχεδιάστηκε από τέσσερα άλογα, οδηγούσε πάνω από ένα γκρεμό στη θάλασσα, σε αναπαράσταση του μύθου του Φαέθοντα. Τα ετήσια τουρνουά γυμναστικής πραγματοποιήθηκαν προς τιμήν του Ηλίου. Ο Κολοσσός της Ρόδου ήταν αφιερωμένος σε αυτόν. Ο Ήλιος είχε επίσης μια σημαντική λατρεία στην ακρόπολη της Κορίνθου στην ηπειρωτική Ελλάδα.[20]

Οι Δωριείς φαίνεται επίσης να σέβονται τον Ήλιο και να φιλοξένησαν την κύρια λατρεία του στην ηπειρωτική χώρα. Η διασπορά λατρειών ηλιακού θεού στη Σικυώνα, το Άργος, την Ερμιόνη, την Επίδαυρο και τη Λακωνία, και τα ιερά κοπάδια του στο Ταίναρο, φαίνεται να υποδηλώνουν ότι η θεότητα ήταν σημαντικά σημαντική στη δωρική θρησκεία, σε σύγκριση με άλλα μέρη της αρχαίας Ελλάδας. Επιπλέον, είναι πιθανό οι Δωριείς να έφεραν τη λατρεία του στη Ρόδο.[21]

Η ένταση μεταξύ της κυρίαρχης παραδοσιακής θρησκευτικής λατρείας του Ήλιου, η οποία είχε εμπλουτιστεί με ηθικές αξίες και ποιητικούς συμβολισμούς στον Πίνδαρο, τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή,[22] και της Ιωνικής πρωτοεπιστημονικής εξέτασης του Ήλιου, ένα φαινόμενο της μελέτης που οι Έλληνες ονόμασαν μετέωρα, συγκρούστηκε στη δίκη του Αναξαγόρα περ. 450 π.Χ., στην οποία ο Αναξαγόρας ισχυρίστηκε ότι ο Ήλιος ήταν στην πραγματικότητα μια γιγαντιαία πύρινη μπάλα από μέταλλο.[23] Η δίκη του ήταν πρόδρομος της πολιτισμικά τραυματικής δίκης του Σωκράτη για αθρησκεία, το 399 π.Χ.

Στην Πολιτεία του Πλάτωνα (516 Β), ο Ήλιος είναι ο συμβολικός απόγονος της ιδέας του Καλού.

Ενώ η σημασία του Ήλιου στη Σπάρτη είναι προς το παρόν ασαφής, φαίνεται ότι η Ελένη ήταν η τοπική ηλιακή θεότητα.[24]

Ταύτιση με τον Απόλλωνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
"Ήλιος ως Μεσημέρι" του Άντον Ράφαελ Μενγκς (υπάρχουν ξεκάθαρα Απολλώνια στοιχεία, ενώ λείπουν Ηλιακά)

Ο Ήλιος μερικές φορές ταυτίστηκε με τον Απόλλωνα: "Διαφορετικά ονόματα μερικές φορές αναφέρονται στο ίδιο πράγμα," γράφει ο Γουόλτερ Μπέρκερτ, "ή αλλιώς συνειδητά εξισώνονται, όπως στην περίπτωση του Απόλλωνα και του Ήλιου,"[25] όπως η αδελφή του η Σελήνη ταυτίστηκε με την Άρτεμη, τη δίδυμη αδελφή του Απόλλωνα.

Ο Απόλλων όπως παρουσιάζεται στον Όμηρο, ήταν ξεκάθαρα ένας διαφορετικός θεός, που στέλνει επιδημίες με ασημένιο (και όχι χρυσό) τόξο και δεν έχει ηλιακά χαρακτηριστικά. Η παλαιότερη αναφορά όπου ο Απόλλων και ο Ήλιος συγχέονται έρχεται από ένα απόσπασμα της χαμένης τραγωδίας Φαέθων του Ευριπίδη, όπου, μετά τον θάνατο του άτυχου αγοριού, η μητέρα του Κλυμένη, κλαίει που ο Ήλιος κατέστρεψε το παιδί της.

Ήλιε γλυκόφωτε, πως σε εμένα και σε τούτον τον όλεθρο έφερες! Σωστά Απόλλωνα [καταστροφέας] σε λένε οι θνητοί που ξέρουν τα μυστικά των θεών ονόματα.[26]

Στην Ελληνιστική περίοδο ο Απόλλων είχε συνδεθεί στενά με τον Ήλιο σε λατρεία, και το πιο γνωστό από τα επίθετά του, Φοίβος, που σημαίνει λαμπερός, δόθηκε από Ρωμαίους συγγραφείς στον ηλιακό θεό τους, τον Σολ.

Η ταύτιση έγινε κοινός τόπος σε φιλοσοφικά κείμενα και εμφανίζεται στα γραπτά του Παρμενίδη, Εμπεδοκλή, Πλουτάρχου και του Κράτη Θηβών μεταξύ άλλων ενώ εμφανίζονται και σε μερικά Ορφικά κείμενα. Ο ψευδο-Ερατοσθένης γράφει για τον Ορφέα:

Αλλά έχοντας πάει κάτω στον Άδη για τη σύζυγό του και βλέποντας τι είδους πράγματα υπήρχαν εκεί, δεν συνέχισε να λατρεύει τον Διόνυσο, από τον οποίο ήταν γνωστός, αλλά πίστευσε πως ο Ήλιος είναι ο μεγαλύτερος των θεών, ο Ήλιος στον οποίο επίσης απευθυνόταν ως Απόλλωνα. Ξυπνώντας κάθε νύχτα γύρω στα χαράματα και ανεβαίνοντας στο βουνό Παγκαίον περίμενε την ανατολή του ηλίου, ώστε να τον δει πρώτος. Γι´αυτό, ο Διόνυσος, νευριασμένος μαζί του, έστειλε τις Βασσαρίδες, όπως αναφέρει ο Αισχύλος ο τραγωδός. Τον ξέσκισαν και διασκόρπισαν τα μέλη.[27]

Ο Διόνυσος και ο Ασκληπιός επίσης ταυτίστηκαν με αυτόν τον Απόλλωνα-Ήλιο.[28]

Λατίνοι ποιητές της Κλασσικής περιόδου χρησιμοποίησαν το "Φοίβος" ως ονομασία του ηλιακού θεού, και έτσι έχουμε συχνές αναφορές σε αργότερη Ευρωπαϊκή ποίηση τον Φοίβο και το άρμα του ως μεταφορά για τον Ήλιο, αλλά στις συγκεκριμένες περιστάσεις στη μυθολογία, ο Ήλιος και ο Απόλλων είναι χωριστοί. Ο ηλιακός θεός, ο γιος του Υπερίονα, με το άρμα του, αν και συχνά αποκαλείται Φοίβος, δεν αποκαλείται Απόλλων εκτός από μερικές σκόπιμες μη παραδοσιακές ταυτίσεις.[29]

Νόμισμα με τον Κωνσταντίνο Α΄ και τον Σολ-Απόλλωνα με υπόμνημα SOLI INVICTO COMITI

Μέχρι την Ύστερη Αρχαιότητα, ο Ήλιος είχε συσσωρεύσει μια σειρά από θρησκευτικά, μυθολογικά και λογοτεχνικά στοιχεία από άλλες θεότητες, ιδιαίτερα τον Απόλλωνα και τον Ρωμαίο θεό του ήλιου Σολ. Το 274 μ.Χ., στις 25 Δεκεμβρίου, ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αυρηλιανός καθιέρωσε μια επίσημη κρατική λατρεία στον Sol Invictus (ή Ανίκητος Ήλιος ελληνιστί). Αυτή η νέα λατρεία συγκέντρωσε εικονοπλασία που σχετιζόταν όχι μόνο με τον Ήλιο και τον Σολ, αλλά και έναν αριθμό συγκριτικών στοιχείων από άλλες θεότητες που παλαιότερα αναγνωρίζονταν ως ξεχωριστές. Άλλα συγκριτικά υλικά από αυτήν την περίοδο περιλαμβάνουν έναν Ορφικό Ύμνο στον Ήλιο· η λεγόμενη Λειτουργία του Μίθρα, όπου λέγεται ότι ο Ήλιος κυβερνά τα στοιχεία· ξόρκια και μάγια που επικαλούνται τον Ήλιο στους Ελληνικούς Μαγικούς Παπύρους· έναν Ύμνο στον Ήλιο από τον Πρόκλο· Ρήσεις στον Ήλιο του Ιουλιανού, η τελευταία στάση του επίσημου παγανισμού· και ένα επεισόδιο στη Διονυσιακά του Νόννου.[30] Ο Ήλιος σε αυτά τα έργα συχνά εξισώνεται όχι μόνο με θεότητες όπως ο Μίθρας και ο Αρποκράτης, αλλά και με τον μονοθεϊκό Ιουδαιοχριστιανικό θεό.[31]

Ο τελευταίος ειδωλολάτρης αυτοκράτορας της Ρώμης, ο Ιουλιανός, έκανε τον Ήλιο την πρωταρχική θεότητα της αναγεννημένης ειδωλολατρικής θρησκείας του, η οποία συνδύαζε στοιχεία του Μιθραϊσμού με τον Νεοπλατωνισμό. Για τον Ιουλιανό, ο Ήλιος ήταν μια τριάδα: Ο Ένας, ο οποίος κυβερνά το υψηλότερο βασίλειο το οποίο περιέχει τις τρεις Μορφές του Πλάτωνα ή "κατανοητοί θεοί"· ο Ήλιος-Μίθρας, ο ανώτατος θεός του πνευματικού κόσμου· και ο Ήλιος, η φυσική εκδήλωση του Ήλιου στον Εγκοσμικό, ή ορατό κόσμο. Επειδή η πρωταρχική θέση του Ήλιου σε αυτό το σχήμα ήταν η «μεσαία» σφαίρα, ο Ιουλιανός τον θεώρησε ως διαμεσολαβητή και ενοποιητή όχι μόνο των τριών βασιλείων της ύπαρξης, αλλά όλων των πραγμάτων (που ήταν μια ιδέα που πιθανότατα εισήχθη από τον Μιθραϊσμό και επίσης μπορεί να έχει επηρεαστεί από τη χριστιανική ιδέα του Λόγου).[32] Η θεολογική αντίληψη του Ιουλιανού για τον Ήλιο έχει περιγραφεί ως «πρακτικά μονοθεϊστική», σε αντίθεση με προηγούμενους Νεοπλατωνικούς όπως ο Ιάμβλιχος,[32] αν και συμπεριέλαβε και τους άλλους παραδοσιακούς θεούς που λατρεύονταν γύρω από την αρχαία Μεσόγειο ως τόσο ξεχωριστές οντότητες όσο και ορισμένες αρχές ή εκδηλώσεις που προέρχονται από τον Ήλιο.[32]

Ένα μωσαϊκό που βρέθηκε στη Νεκρόπολη του Βατικανού (Μαυσωλείο Μ) απεικονίζει μια μορφή που μοιάζει πολύ με το στυλ του Σολ / Ήλιου, εστεμμένη με ηλιακές ακτίνες και που οδηγεί ένα ηλιακό άρμα. Μερικοί μελετητές το έχουν ερμηνεύσει ως απεικόνιση του Χριστού, σημειώνοντας ότι ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς έγραψε ότι ο Χριστός οδηγούσε το άρμα του πάνω στον ουρανό.[33] Μερικοί μελετητές αμφισβητούν τις χριστιανικές συσχετίσεις[34] ή προτείνουν ότι η μορφή είναι απλώς μια μη θρησκευτική παράσταση του ήλιου.[35]

Ηλιακός Απόλλων με φωτοστέφανο Ηλίου σε Ρωμαϊκό μωσαϊκό, Τυνησία, 2ος αιώνας

Ο Ήλιος εμφανίζεται στους Ελληνικούς Μαγικούς Παπύρους, μια συλλογή από ύμνους, τελετές και μαγικά ξόρκια που χρησιμοποιήθηκαν από τον 2ο αιώνα π.Χ. Σε αυτά τα ως επί το πλείστον αποσπασματικά κείμενα, στον Ήλιο αποδίδονται πολλοί τομείς· θεωρείται ο δημιουργός της ζωής, ο άρχοντας των ουρανών και του κόσμου, και ο θεός της θάλασσας. Λέγεται ότι παίρνει τη μορφή δώδεκα ζώων που αντιπροσωπεύουν κάθε ώρα της ημέρας, ένα μοτίβο που συνδέεται επίσης με τα δώδεκα ζώδια.[36]

Οι Πάπυροι συχνά συσχετίζουν τον Ήλιο με μια ποικιλία σχετικών θεοτήτων. Περιγράφεται ως «καθισμένος σε λωτό, διακοσμημένος με ακτίνες», όπως ο Αρποκράτης, ο οποίος συχνά απεικονίζεται καθισμένος σε λωτό, που αντιπροσωπεύει τον ανατέλλοντα ήλιο. Σύμφωνα με τον Νεοπλατωνικό φιλόσοφο Ιάμβλιχο, «το να κάθεται σε έναν λωτό συνεπάγεται υπεροχή πάνω από τη λάσπη, χωρίς να αγγίζει ποτέ τη λάσπη, και επίσης εμφανίζει πνευματική και έμπυρη ηγεσία».[36][37]

Ο Ήλιος εξομοιώνεται επίσης με τον Μίθρα σε μερικούς από τους Πάπυρους, όπως ήταν από τον αυτοκράτορα Ιουλιανό. Η Λειτουργία του Μίθρα τους συνδυάζει ως Ήλιος-Μίθρας, που λέγεται ότι αποκάλυψε τα μυστικά της αθανασίας στον μάγο που έγραψε το κείμενο. Μερικά από τα κείμενα περιγράφουν τον Ήλιο-Μίθρα να πλοηγείται στο μονοπάτι του ήλιου όχι σε άρμα αλλά σε βάρκα, μια προφανή ταύτιση με τον Αιγύπτιο ηλιακό θεό Ρα. Ο Ήλιος περιγράφεται επίσης πως «συγκρατά το φίδι», πιθανότατα μια αναφορά στον Απόφη, τον θεό-ερπετό, που, στον αιγυπτιακό μύθο, λέγεται ότι επιτίθεται στο πλοίο του ηλιακού θεού Ρα κατά τη νυχτερινή του διαδρομή μέσω του κάτω κόσμου.[36]

Σε πολλούς από τους Παπύρους, ο Ήλιος ταυτίζεται επίσης έντονα με τον Iao, ένα όνομα που προέρχεται από αυτό του εβραϊκού θεού Yahweh, και μοιράζεται αρκετούς από τους τίτλους του, συμπεριλαμβανομένων των Sabaoth και Adonai.[36] Είναι επίσης εξομοιώνεται με τον Αγαθό Δαίμονα (που ονομάζεται «ο Αγαθοδαίμων, ο θεός των θεών»), ο οποίος επίσης αναγνωρίζεται αλλού στα κείμενα ως «ο μεγαλύτερος θεός, άρχοντας Ώρος Αρποκράτης».[36]

Οι Νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι Πρόκλος και Ιάμβλιχος προσπάθησαν να ερμηνεύσουν πολλές από τις συνθέσεις που βρέθηκαν στο Ελληνικού Μαγικούς Παπύρους και άλλα γραπτά που θεωρούσαν τον Ήλιο ως συνολικό, με τις ιδιότητες πολλών άλλων θεϊκών οντοτήτων. Ο Πρόκλος χαρακτήρισε τον Ήλιο ως κοσμικό θεό που αποτελείται από πολλές μορφές και χαρακτηριστικά. Αυτά είναι «κουλουριασμένα» μέσα στην ύπαρξή του, και διανέμονται ποικίλα σε όσους «συμμετέχουν στη φύση του», συμπεριλαμβανομένων των άγγελος, δαίμονας, ψυχές, ζώα, βότανα και πέτρες. Όλα αυτά ήταν σημαντικά για τη νεοπλατωνική πρακτική της θεουργίας, μαγικές τελετές με σκοπό να επικαλεσθούν τους θεούς για να επιτύχουν τελικά την ένωση μαζί τους. Ο Ιάμβλιχος σημείωσε ότι η θεουργία περιελάμβανε συχνά τη χρήση «λίθων, φυτών, ζώων, αρωματικών ουσιών και άλλων τέτοιων πραγμάτων ιερών και τέλειων και θεϊκών».[38] Για τους λειτουργούς, η στοιχειακή δύναμη αυτών των αντικειμένων ιερή για συγκεκριμένους θεούς χρησιμοποιεί ένα είδος συμπαθητικής μαγείας.[36]

Μέγας Αλέξανδρος ως Ήλιος

Ταύτιση με Άλλους Θεούς

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ηλιακός θεός των Ετρούσκων, ο αντίστοιχος του Ήλιου, ήταν ο Ούσιλ. Το όνομα αυτό εμφανίζεται στο χάλκινο "συκώτι της Πιακέντσα", δίπλα στον Τιουρ, που ήταν ο θεός της Σελήνης.[39] Εμφανίζεται αναδυόμενος από τη θάλασσα, με μία πύρινη σφαίρα σε κάθε εκτεταμένο χέρι, πάνω σε ένα Ετρουσκανό χάλκινο καθρέφτη ύστερου Αρχαϊκού στιλ.[40] Σε Κλασσικού στιλ Ετρουσκικούς καθρέφτες, ο Ούσιλ έχει ένα φωτοστέφανο, όπως και ο Ήλιος. Σε αρχαία τέχνη των Ετρούσκων ο Ούσιλ συχνά εμφανίζεται κοντά με τη Θεσάν, την Ετρουσκική θεά της αυγής, κάτι που δεν παρατηρείται σχεδόν ποτέ με τον Ήλιο και την Ηώ.[41]

Ο Ήλιος μερικές φορές συνδέθηκε στην αρχαία λογοτεχνία με τον ύψιστο των Ολυμπίων θεών, τον Δία. Ο Ήλιος περιγράφεται ρητά ως το μάτι του Δία,[42] ή εξυπονοείται. Για παράδειγμα, ο Ησίοδος κάνει μια τέτοια αναφορά για τον Ήλιο ως μάτι του Δία.[43] Αυτή η πεποίθηση μπορεί να προέρχεται από νωρίτερη Πρωτοϊνδοευρωπαϊκή θρησκεία, όπου ο θεός ήλιος θεωρείτο το μάτι του Dyḗus Pḥatḗr, η πρωταρχική θεότητα από την οποία κατάγονται θεοί του ουρανού όπως ο Δίας και ο Γιούπιτερ (βλέπε και Hvare-khshaeta). Μια Ορφική ρήση, δοσμένη υποτίθεται από το μαντείο του Απόλλωνα, λέει: "Δία, Άδη, Ήλιε-Διόνυσε, τρεις θεοί σε έναν!" Όταν το παρέθεσε αυτό το χωρίο στον Ύμνο εις Ήλιον, ο Αυτοκράτορας Ιουλιανός αντικατέστησε το όνομα Διόνυσος με Σέραπις, του οποίου ο Αιγυπτιακός αντίστοιχος θεός Όσιρις είχε ταυτιστεί με τον Διόνυσο. Βάσει αυτού του μαντείου, ο Ιουλιανός έγραψε ότι "ανάμεσα στους θεούς του πνεύματος, ο Ήλιος και ο Δίας έχουν κοινή ή μάλλον μονή εξουσία."[44]

Ο Διόδωρος Σικελιώτης γράφει πως οι Χαλδαίοι αποκαλούσαν τον Κρόνο με το όνομα του Ήλιου, και το εξήγησε αυτό λέγοντας ότι ήταν επειδή ο Κρόνος είναι ο πιο φανερός πλανήτης.[45]

Τον Ήλιο τον φαντάζονταν σαν θεό που οδηγούσε το άρμα του που το τραβούσαν τέσσερα λευκά άλογα από ανατολή σε δύση. Ούτε σε άρμα ούτε σε ίππους γίνεται αναφορά στον Όμηρο ή τον Ησίοδο, με την παλαιότερη πηγή που τα αναφέρει να είναι ο Ομηρικός Ύμνος εις Ήλιον.[46] Αν και συνήθως το άρμα είναι έργο του Ηφαίστου,[47][48] ο Υγίνος γράφει πως ο ίδιος ο Ήλιος ήταν που εφηύρε το άρμα του.[49] Σε ένα αρχαίο Ελληνικό αγγείο, ο Ήλιος εμφανίζεται να ταξιδεύει στη θάλασσα στο κύπελλο του Δελφικού τρίποδα, που μάλλον είναι ηλιακή αναφορά. Ο Αθήναιος στους Δειπνοσοφιστές λέει πως, κατά το ηλιοβασίλεμα, ο Ήλιος έμπαινε σε ένα μεγάλο κύπελλο από ατόφιο χρυσάφι και με αυτό διέσχιζε τον Ωκεανό από δύση προς ανατολή. Σύμφωνα με τον Αθήναιο, ο Μίμνερμος έγραψε πως ο Ήλιος τη νύχτα ταξιδεύει με ένα μεγάλο κρεβάτι (ομοίως σφυρηλατημένο από τον Ήφαιστο) στο οποίο κοιμάται, αντί για κύπελλο.[50]

Σύμφωνα με τον Πίνδαρο,[51] όταν οι θεοί μοίρασαν τη γη μεταξύ τους, ο Ήλιος έλειπε, και άρα δεν έλαβε κλήρο γης. Παραπονέθηκε στον Δία για αυτό, που προσφέρθηκε να ξανακάνει τη μοιρασιά από την αρχή. Ο Ήλιος αρνήθηκε την προσφορά, καθώς είχε δει καινούριο νησί να αναδύεται από τη θάλασσα. Ο Ήλιος ζήτησε αυτή η νέα γη να του δοθεί, και ο Δίας δέχτηκε. Την ονόμασε Ρόδο, από την αγαπημένη του τη Ρόδο (την κόρη του Ποσειδώνα και της Αφροδίτης[52]). Με τη Ρόδο ο Ήλιος απέκτησε επτά γιους, τους Ηλιάδες, που έγιναν οι πρώτοι άρχοντες του νησιού, και μία κόρη, την Ηλεκτρυώνη.[53]

Μόλις γεννήθηκε η Αθηνά από το κεφάλι του Δία (ένα θέαμα τόσο εντυπωσιακό που έκανε τον Ήλιο να σταματήσει πολλή ώρα στον ουρανό[54]), ο Ήλιος αμέσως πρόσταξε τους Ρόδιους να χτίσουν βωμό για τη θεά, ώστε να πάρουν την εύνοιά της.

Κεφαλή του Ηλίου, μέση περίοδος, Αρχαιολογικό Μουσείο Ρόδου

Η πιο γνωστή ιστορία του Ήλιου είναι αυτή που αφορά τον γιο του τον Φαέθοντα. Ο Φαέθων ήταν ο γιος του Ήλιου από την Κλυμένη,[55][56][57][58] ή εναλλακτικά τη Ρόδη,[59] ή την Πρότη.[60] Στην εκδοχή του Οβιδίου, ο γιος του Δία Έπαφος αμφισβήτησε τον ισχυρισμό του Φαέθοντα ότι ήταν γιος του Ήλιου· η Κλυμένη είπε στον γιο της να πάει να βρει τον πατέρα του για επιβεβαίωση της πατρότητάς του, όπως και έκανε. Ο Ήλιος δέχτηκε θερμά τον γιο του, και του υποσχέθηκε με όρκο στη Στύγα να του πραγματοποιήσει μια, οποιαδήποτε, ευχή. Ο Φαέθων αμέσως ζήτησε να οδηγήσει το άρμα του Ήλιου για μία ημέρα. Αν και ο Ήλιος προειδοποίησε τον Φαέθοντα για το πόσο επικίνδυνο θα ήταν κάτι τέτοιο, δεν μπορούσε να αλλάξει γνώμη στον γιο του, ούτε να πάρει πίσω την υπόσχεσή του. Έτσι αναγκαστικά τον άφησε να πάρει το άρμα του. Ο Φαέθων το οδήγησε με καταστροφικές συνέπειες· η γη πάγωσε όταν ο Φαέθων οδήγησε το άρμα πολύ ψηλά στον ουρανό, και κάηκε όταν ακούμπησε χαμηλά στη γη. Για να σώσει τον κόσμο, ο Δίας έριξε ένα αστροπελέκι στον Φάεθοντα, σκοτώνοντάς τον. Ο Ήλιος στο πένθος του αρνήθηκε να συνεχίσει το καθήκον του, αλλά τελικά ανέλαβε πάλι τα καθήκοντά του, μετά από παρακλήσεις των άλλων θεών και τις απειλές του Δία.[61] Σε μία εκδοχή, ο Ήλιος μετέφερε τον νεκρό γιο του στον ουρανό, ως αστερισμό.[62]

Η Αρπαγή της Περσεφόνης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο Άδης άρπαξε την Περσεφόνη, ο Ήλιος, που τον αποκαλούσαν Πανόπτη Ήλιο, ήταν ο μοναδικός μάρτυρας της σκηνής αυτής. Η μητέρα της Περσεφόνης Δήμητρα, μετά από υπόδειξη της Εκάτης, βρήκε τον Ήλιο και τον ρώτησε αν είχε δει τίποτα. Ο Ήλιος, που τη συμπόνεσε, της αποκάλυψε πως ήταν ο Άδης που με άδεια από τον Δία είχε αρπάξει την Περσεφόνη για να την κάνει γυναίκα του στον Κάτω Κόσμο.[63][64]

Η Αφροδίτη ήταν παντρεμένη με τον Ήφαιστο, ωστόσο τον απατούσε με τον Άρη, θεό του πολέμου. Ο Ήλιος τους έπιασε στην πράξη, και ενημέρωσε τον σύζυγο της Αφροδίτης τον Ήφαιστο. Μόλις το έμαθε, ο Ήφαιστος έφτιαξε ένα δίχτυ τόσο φίνο που μετά βίας φαινόταν, για να τους πιάσει, και ανακοίνωσε ότι έφευγε για Λήμνο. Ακούγοντάς το, ο Άρης πήγε στην Αφροδίτη και οι δύο τους ενώθηκαν στο κρεβάτι.[65] Ο Ήλιος πάλι ενημέρωσε τον Ήφαιστο, που μπήκε μέσα στην κρεβατοκάμαρα και τους παγίδευσε με το δίχτυ. Τότε κάλεσε και τους άλλους θεούς να δουν το γελοίο αυτό θέαμα που παρουσίαζαν.[66] Νεώτερες εκδοχές πρόσθεσαν και έναν νεαρό, τον Αλεκτρυώνα, φίλο του Άρη, τον οποίο ο θεός είχε βάλει να φρουρεί σε περίπτωση που ερχόταν κάποιος. Αλλά ο Αλεκτρυών αποκοιμήθηκε, αφήνοντας τον Ήλιο ανενόχλητο να δει τους δύο εραστές. Στον θυμό του, ο Άρης μεταμόρφωσε τον Αλεκτρυώνα σε πετεινό (ἀλεκτρυών), που ακόμα και σήμερα λαλεί την ανατολή, ειδοποιώντας τον κόσμο για την άφιξη του Ήλιου.[67]

Για την πράξη του Ήλιου αυτή, η Αφροδίτη τον μισούσε καθώς και όλη τη γενιά του.[68]

Λευκοθόη και Κλυτία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για τη μαρτυρία του Ήλιου, η Αφροδίτη πήρε την εκδίκησή της. Τον έκανε να ερωτευτεί μια θνητή πριγκίπισσα ονόματι Λευκοθόη, ξεχνώντας την προηγούμενη αγαπημένη του, την Κλυτία. Παίρνοντας τη μορφή της μητέρας της, ο Ήλιος ήρθε στην κάμαρά της, έδιωξε όλους τους υπηρέτες ώστε να μείνει μόνος μαζί της, και πήρε την αληθινή του μορφή, αποκαλύπτοντας τον εαυτό του. Ωστόσο η Κλυτία ήταν ακόμα ερωτευμένη μαζί του, και αποκάλυψε τη σχέση στον Όρχαμο, τον πατέρα της Λευκοθόης. Εξοργισμένος, ο Όρχαμος έθαψε τη Λευκοθόη ζωντανή στη γη. Ο Ήλιος έφθασε πολύ αργά για να σώσει το κορίτσι, οπότε έριξε νέκταρ στο άψυχο σώμα της, και τη μετέτρεψε σε δέντρο λιβάνι. Η Κλυτία ήλπιζε πως έτσι θα γυρνούσε σε αυτήν ο αγαπημένος της, αλλά πλέον δεν ήθελε να τη βλέπει καθόλου, χολωμένος καθώς ήταν με τον θάνατο της Λευκοθόης. Η Κλυτία κάθισε γυμνή σε έναν βράχο χωρίς φαγητό για εννέα μέρες, μαραζώνοντας για χάρη του. Στο τέλος μεταμορφώθηκε σε ηλιοτρόπιο, το λουλούδι που ακολουθεί διαρκώς την κίνηση του Ήλιου στον ουρανό, με μεταβλημένη τη μορφή της αλλά αμετάβλητη την αγάπη της.[69]

Όταν ο Δίας επιθύμησε να κοιμηθεί με την Αλκμήνη, έκανε τη νύχτα να διαρκέσει όσο τρεις, κρύβοντας το φως του Ήλιου, προστάζοντάς τον να μην ανατείλει για αυτές τις τρεις ημέρες.[70] Από την ένωση αυτή γεννήθηκε ο Ηρακλής. Όταν ο Ηρακλής ταξίδευε προς Ερύθεια για να πάρει τα βόδια του Γηρυόνη για τον δέκατο άθλο του, πέρασε από τη Λιβυκή έρημο. Τόσο καιγόταν από τη ζέστη, που τόξευσε ένα βέλος στον Ήλιο. Ο Ήλιος ωστόσο δεν θύμωσε, απεναντίας θαύμασε το θάρρος και τη γενναιότητα του ήρωα, και για αυτό του δάνεισε το κύπελλό του με το οποίο διέσχιζε τον ωκεανό κάθε νύχτα από δύση σε ανατολή. Με αυτό το κύπελλο ο Ηρακλής έφτασε στην Ερύθεια, και έπειτα το επέστρεψε στον Ήλιο.[71]

Διαγωνισμός με τον Ποσειδωνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως οι Αθηναίοι είχαν την ιστορία για το πως η Αθηνά και ο Ποσειδώνας αναμετρήθηκαν για την Αθήνα, έτσι και οι Κορίνθιοι είχαν μια παρόμοια ιστορία για την Κόρινθο. Ο Ήλιος και ο Ποσειδώνας φιλονίκησαν για το ποιος θα ήταν ο προστάτης της πόλης, και ανέλαβε ο Εκατόγχειρ Βριάρεως να λύσει την έριδά τους. Ο Βριάρεως έδωσε την Ακροκόρινθο στον Ήλιο, και τον ισθμό της πόλης στον Ποσειδώνα.[20]

Διαγωνισμός με τον Βορέα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε έναν μύθο του Αισώπου, ο Ήλιος και ο Βορέας, ο θεός του βόρειου ανέμου, φιλονίκησαν για το ποιος ήταν ο δυνατότερος. Συμφώνησαν ότι όποιος κατάφερνε να κάνει έναν περαστικό να βγάλει τον μανδύα του θα ανακηρυσσόταν νικητής. Ο Βορέας προσπάθησε πρώτος, αλλά όσο κι αν φυσούσε, δεν μπορούσε να αρπάξει τον μανδύα του άνδρα, ο οποίος μάλιστα άρχισε να τον κρατά σθεναρά. Τότε ο Ήλιος έλαμψε και ζέστανε τον περαστικό, ο οποίος, καμένος από τη ζέστη, μόνος του έβγαλε τον μανδύα του. Το ηθικό δίδαγμα είναι ότι η πειθώ είναι πιο αποτελεσματική από την ωμή βία.[72]

Ο Ήλιος στο άρμα του παλεύει με γίγαντα, λεπτομέρεια από ζωοφόρο Γιγαντομαχίας, Βωμός της Περγάμου, Μουσείο Περγάμου, Βερολίνο

Ο Απολλόδωρος έγραψε ότι κατά τη διάρκεια του πολέμου μεταξύ θεών και γιγάντων, ο γίγαντας Αλκυονέας έκλεψε τα βόδια του Ήλιου από την Ερύθεια,[73] ή εναλλακτικά ότι αυτή η κλοπή ήταν η αιτία του πολέμου.[74] Όταν η Γαία έμαθε την προφητεία ότι ένας θνητός θα νικούσε τους γίγαντες, έψαξε να βρει το βοτάνι που θα τους έκανε άτρωτους· γι' αυτό, ο Δίας απαγόρευσε στον Ήλιο και τις αδελφές του, Σελήνη και Ηώ (Αυγή), να λάμπουν, και θέρισε όλο το βοτάνι ο ίδιος, πριν το βρει η Γαία.[73] Κάποια στιγμή στον πόλεμο θεών και γιγάντων στη Φλέγρα, όπου έλαβε τόπο η μάχη,[75] ο Ήλιος πήρε έναν εξαντλημένο από την πάλη Ήφαιστο στο άρμα του.[76] Ένας από τους γίγαντες, ο Πικόλοος, ξέφυγε από τον πόλεμο ενάντια του Δία και πήγε στην Αιαία, το νησί όπου ζούσε η κόρη του Ήλιου η Κίρκη, και προσπάθησε να τη διώξει και να καταλάβει το νησί ο ίδιος, αλλά ο Ήλιος τον σκότωσε. Από το αίμα του γίγαντα φύτρωσε ένα βοτάνι, με άσπρο άνθο από τον λευκό Ήλιο που τον σκότωσε και μαύρη ρίζα από το μαύρο αίμα του γίγαντα,[77] το μώλυ, ονομασμένο έτσι από την πάλη (μώλος).[78] Αυτό το βότανο θα χρησιμοποιούσε ο Οδυσσέας για να σώσει τους συντρόφους του από τα μάγια της Κίρκης αργότερα.

Ο Ήλιος με την Ωκεανίδα Πέρση απέκτησε τον Αιήτη, την Κίρκη, τον Πέρση και την Πασιφάη. Ο Αιήτης με τη σειρά του απέκτησε τη Μήδεια, και έτσι ο Ήλιος, ως παππούς της, έπαιξε ένα ρόλο στη διασκευή του Ευριπίδη του μύθου της Μήδειας και του Ιάσονα. Όταν χαρίζει η Μήδεια κοσμήματα στη Γλαύκη, λέει πως ήταν ο παππούς της που της τα έδωσε. Αφού η Μήδεια σκότωσε τον Κρέοντα, τη Γλαύκη και τα παιδιά της, ο Ήλιος χάρισε στην εγγονή του ένα άρμα που το σέρνουν δράκοι ώστε να ξεφύγει από την Κόρινθο και τον Ιάσονα.[79] Τον Ευριπίδη φαίνεται να ακολουθεί και ο Απολλόδωρος.[80]

Η Όραση του Ωρίωνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αφού ο Ωρίων τυφλώθηκε από τον Βασιλιά Οινοπίωνα της Χίου επειδή επιτέθηκε στην κόρη του, τη Μερόπη, πήρε για οδηγό τον Κηδαλίωνα από τον θεό Ήφαιστο να τον καθοδηγεί. Με τη βοήθειά του ο Ωρίων πήγε στην ανατολή, όπου συνάντησε τον Ήλιο. Ο Ήλιος τότε γιάτρεψε τα μάτια του Ωρίωνα, αποκαθιστώντας την όραση του τυφλού κυνηγού.[81][82][83]

Ο Αιλιανός έγραψε ότι ο Νηρίτης ήταν γιος του θαλασσινού θεού Νηρέα και της Ωκεανίδας Δωρίδας. Στην εκδοχή του μύθου όπου ο Νηρίτης έγινε ερωμένος του θεού της θάλασσας Ποσειδώνα, λέγεται ότι ο Ήλιος μετέτρεψε τον νεαρό σε οστρακόδερμο, για λόγους άγνωστους στον Αιλιανό, που υποθέτει ότι ο Ήλιος πρέπει να προσβλήθηκε με κάποιον τρόπο.[84]

Όταν οι αδελφοί Θυέστης και Ατρέας τσακώθηκαν για το ποιος θα γινόταν βασιλιάς στις Μυκήνες,[85] μετά τον θάνατο του προηγούμενου βασιλιά, Ευρυσθέα, ο Ατρέας πρότεινε ότι όποιος είχε στην κατοχή του ένα υπέροχο χρυσό κριάρι θα ανακηρυχθεί βασιλιάς. Χωρίς να το ξέρει ο Ατρέας, η άπιστη σύζυγός του Αερόπη είχε δώσει πρωτύτερα στον Θυέστη το εν λόγω κριάρι, και έτσι ο Θυέστης έγινε βασιλιάς. Ο Δίας έστειλε τον Ερμή στον Ατρέα, να του πει να κάνει τον Θυέστη να συμφωνήσει ότι εάν ο Ήλιος ανατείλει στη δύση και δύσει στην ανατολή, η βασιλεία θα δοθεί στον Ατρέα. Ο Θυέστης συμφώνησε, και ο Ήλιος όντως ανέτειλε εκεί που συνήθως έδυε, και έδυσε εκεί όπου συνήθως ανέτειλε,[86] καθώς δεν άντεχε την αδικία των πράξεων του Θυέστη.[87] Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ο Ήλιος αρχικά ανέτειλε στα δυτικά και έδυε στα ανατολικά, και το άλλαξε αυτό μόνο μετά το συμβάν του χρυσού κριαριού.[88]

Το Πλήρωμα του Οδυσσέα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι σύντροφοι του Οδυσσέα κλέβουν τα βόδια του Ήλιου, fresco από τον Palazzo Poggi, 1556.

Κατά τη διάρκεια της επιστροφής του Οδυσσέα στην Ιθάκη, έφτασε στο νησί της Κίρκης, που τον προειδοποίησε να μην αγγίξει τα ιερά βόδια του Ήλιου μόλις έβρισκε τη Θρινακία, την ιερή νήσο του θεού, όπου έβοσκαν τα βόδια του.

Στης Θρινακίας το νησί θα φθάσεις, όπου βόσκουν βόδια του Ηλίου πάμπολλα και σαρκωμέν' αρνία· βοδιών επτά κοπές, αρνιών επτά, κι έχει πενήντα κάθε κοπή· και δεν γεννούν, αλλ' ούτε ολιγοστεύουν· δυο νύμφες καλοπλέξουδες επιστατούν εκείνα, Φαέθουσα και Λαμπετιά, και θυγατέρες είναι του Ηλίου του Υπερίονα και της καλής Νεαίρας. Τες γέννησε και ανάστησεν η σεβαστή μητέρα, και εις το νησί τες έβαλε να ζουν της Θρινακίας, τα πατρικά τους πρόβατα και βόδια να φυλάγουν. Και αν δεν τα εγγίζεις κι εννοιασθείς για την επιστροφή σου, τότε, και αν πάθετε πολλά, θα φθάστε εις την Ιθάκη· αλλ' αν τα βλάψεις, όλεθρο προβλέπω εις το καράβι και εις τους συντρόφους· και αν σωθείς μόνος εσύ, θα φθάσεις αργά και κακώς έχοντας, και από συντρόφους έρμος.[89]

Αν και ο Οδυσσέας προειδοποιεί τους άνδρες του να μην αγγίξουν τα βόδια του Ήλιου, μόλις ξεμένουν από προμήθειες και ο Οδυσσέας πέφτει σε βαθύ ύπνο, οι σύντροφοι αρπάζουν μερικά από τα ζώα και α καταβροχθίζουν. Η Λαμπετίη ενημερώνει τον πατέρα της για την ασέβεια, ο οποίος εξοργισμένος απειλεί τον Δία ότι θα πάει στον Άδη να φωτίζει τους νεκρούς αν δεν τιμωρηθούν οι σύντροφοι του Οδυσσέα. Ο Δίας υπόσχεται στον Ήλιο ότι θα το φροντίσει, και καταστρέφει με κεραυνό το πλοίο όταν σαλπάρει, σκοτώνοντας όλους τους άνδρες πλην του Οδυσσέα.

Πολλοί έχουν δώσει λίστα ονομάτων των αλόγων που σέρνουν το τέθριππο του Ήλιου. Αν και τα ονόματα των αλόγων διαφέρουν από εκδοχή σε εκδοχή, πάντοτε ένα κοινό σημείο είναι ότι παραπέμπουν σε φως και λάμψη[90]

  • Σύμφωνα με τον Εύμηλο της Κορίνθου – 7ο με 6ο αιώνα π. Χ.: Τα αρσενικά άλογα λέγονται Ηώος και Αιθίωψ, και τα θηλυκά Βροντή και Στερόπη.
  • Σύμφωνα με τον Οβίδιο — Ρωμαίος, 1ος αιώνας π. Χ. Η Πτώση του Φαέθοντος: Πυρόεις ("πύρινος"), Ηώος ("αυγινός"), Αίθων ("blazing"), και Φλέγων ("καιόμενος").[91][92]

Σύντροφοι και Τέκνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Σύντροφος Παιδιά Σύντροφος Παιδιά Σύντροφος Παιδιά
Αθηνά • Οι Κορύβαντες[93] Ρόδος, νύμφη[94] • Ηλιάδαι[95] Εφύρα (Ωκεανίδα)[96] Αιήτης
Αίγλη, μια Ναϊάδα[97][98] Χάριτες[99] 1. Τενάγης Αντιόπη[100] Αιήτης
1. Αγλαΐα 2. Μάκαρ Αλωέας
2. Ευφροσύνη 3. Ακτίς Κρήτη[101] Πασιφάη
3. Θάλεια 4. Τρίοπας Γαία * Βισάλτης[102]
Κλυμένη (Ωκεανίδα) Ηλιάδες[103] 5. Κάνδαλος Σελήνη • Οι Ώρες[104]
1. Αιθερία 6. Όχιμος Λευκοθόη[105] • Θέρσανων
2. Ηλία 7. Κέρκαφος Ναυσιδάμη[106] Αυγείας, ένας από τους Αργοναύτες
3. Μερόπη 8. Αύγης Υρμίνη[107] Αυγείας
4. Φοίβη 9. Θρίναξ Άγνωστη • Αιγιάλη[108]
5. Διοξίππη Ηλεκτρυώνη Άγνωστη • Αίθων[109]
Φαέθων[110] Πέρση (Ωκεανίδα)[111] • Αίγα Άγνωστη • Αιξ,[112]
• Αστρίς[113] Αιήτης Άγνωστη Αλωέας,[114]
Λαμπετίη Πέρσης Άγνωστη • Κάμειρος,[115]
Ρόδη[116] * Φαέθων Κίρκη Άγνωστη • Ιχναία[117]
Πρότη (Νηρηίδα)[118] Πασιφάη Άγνωστη • Μαυσωλός[119]
Νέαιρα (πιθανώς Ωκεανίδα[120]) Φαέθουσα Αστερόπη[121] Αιήτης Άγνωστη Φόρβας[122]
Λαμπετίη[123][124] Κίρκη Άγνωστη • Στερόπη[125][126]
Ωκυρρόη (Ωκεανίδα)[127] Φάσις Κητώ (Ωκεανίδα)[128] • Αστρίς[129] Άγνωστη Ηώς[130]

Ο Ήλιος σε Αρχαία Κείμενα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

ΟΜΗΡΟΣ -Προοίμιο της Οδύσσειας

ΟΜΗΡΟΣ Απόδοση

«ἄνδρα μοι ἔννεπε, μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ
πλάγχθη, ἐπεὶ Τροίης ἱερὸν πτολίεθρον ἔπερσεν·
πολλῶν δ᾽ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω,
πολλὰ δ᾽ ὅ γ᾽ ἐν πόντῳ πάθεν ἄλγεα ὃν κατὰ θυμόν,
ἀρνύμενος ἥν τε ψυχὴν καὶ νόστον ἑταίρων.
ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ὣς ἑτάρους ἐρρύσατο, ἱέμενός περ·
αὐτῶν γὰρ σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο,
νήπιοι, οἳ κατὰ βοῦς Ὑπερίονος Ἠελίοιο
ἤσθιον· αὐτὰρ ὁ τοῖσιν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ».

«Τον άντρα τον πολύπραγο τραγούδησέ μου, ω Μούσα,
που περισσά πλανήθηκε, σαν κούρσεψε της Τροίας
το ιερό κάστρο, και πολλών ανθρώπων είδε χώρες
κι έμαθε γνώμες, και πολλά στα πέλαα βρήκε πάθια,
για μια ζωή παλεύοντας και γυρισμό συντρόφων.
Μα πάλε δεν τους γλύτωσε, κι αν το ποθούσε, εκείνους,
τι από δική τους χάθηκαν οι κούφιοι αμυαλωσύνη,
του Ήλιου του Υπερίονα σαν έφαγαν τα βόδια,
κι αυτός τους πήρε τη γλυκιά του γυρισμού τους μέρα».

ΟΜΗΡΟΣ - Ἰλιάς 3.375-3.380

ΟΜΗΡΟΣ Απόδοση

Ζεῦ πάτερ Ἴδηθεν μεδέων κύδιστε μέγιστε,
Ἠέλιός θ', ὃς πάντ' ἐφορᾷς καὶ πάντ' ἐπακούεις,
καὶ ποταμοὶ καὶ γαῖα, καὶ οἳ ὑπένερθε καμόντας
ἀνθρώπους τίνυσθον ὅτις κ' ἐπίορκον ὀμόσσῃ,
ὑμεῖς μάρτυροι ἔστε, φυλάσσετε δ' ὅρκια πιστά»'

«Δία πατέρα, δοξαστέ, μεγάλε, όπου δεσπόζεις
από την Ίδην, κι Ήλιε, που ακούς και βλέπεις όλα,
και ποταμοί, και γη, και σεις θεοί, που εκεί στον Άδη
κάθ᾽ επιόρκου την ψυχήν ως πρέπει τιμωρείτε,
γίνεσθε τώρα μάρτυρες και φύλακες των όρκων·

Ορφέας

Ὀρφικός Ὕμνος Ἡλίου, θυμίαμα λιβανομάνναν Απόδοση

«Κλῦθι μάκαρ, πανδερκὲς ἔχων αἰώνιον ὄμμα, Τιτὰν χρυσαυγής,
Ὑπερίων, οὐράνιον φῶς, αὐτοφυής, ἀκάμα<ς>, ζώιων ἡδεῖα πρόσοψι,
δεξιὲ μὲν γενέτωρ ἠοῦς, εὐώνυμε νυκτός, κρᾶσιν ἔχων ὡρῶν,
τετραβάμοσι ποσσὶ χορεύων, εὔδρομε, ῥοιζήτωρ, πυρόεις,
φαιδρωπέ, διφρευτά, ῥόμβου ἀπειρεσίου δινεύμασιν οἶμον ἐλαύνων,
εὐσεβέσιν καθοδηγὲ καλῶν, ζαμενὴς ἀσεβοῦσι, χρυσολύρη,
κόσμου τὸν ἐναρμόνιον δρόμον ἕλκων, ἔργων σημάντωρ ἀγαθῶν,
ὡροτρόφε κοῦρε, κοσμοκράτωρ, συρικτά, πυρίδρομε, κυκλοέλικτε, φωσφόρε,
αἰολόδικτε, φερέσβιε, κάρπιμε Παιάν, ἀιθαλής, ἀμίαντε, χρόνου πάτερ,
ἀθάνατε Ζεῦ, εὔδιε, πασιφαής, κόσμου τὸ περίδρομον ὄμμα, σβεννύμενε λάμπων τε
καλαῖς ἀκτῖσι φαειναῖς, δεῖκτα δικαιοσύνης, φιλονάματε, δέσποτα κόσμου,
πιστοφύλαξ, αἰεὶ πανυπέρτατε, πᾶσιν ἀρωγέ, ὄμμα δικαιοσύνης, ζωῆς φῶς
ὦ ἐλάσιππε, μάστιγι λιγυρῆι τετράορον ἅρμα διώκων».

«Εισάκουσε με μάκαρ, που έχεις πανδερκές αιώνιο όμμα, Τιτάνα με τις χρυσές αυγές,
Υπερίων, ουράνιο φως, αυτοφυή, ακάματε, των ζώων γλυκιά πρόσοψη,
δεξιέ μεν γενέτωρ της ηούς, ευώνυμε της νύκτας, που έχεις την κράσιν των ωρών,
που χορεύεις με τετραβήματα πόδια, εύδρομε, ροιζήτωρ, πυρόεις,
φαιδρωπέ, διφρευτά, έρχεσαι μέσω του δρόμου των δεινών του απείρειτου ρόμβου,
καθοδηγητή ευσεβών & καλών, που έχεις μέγα μένος/οργή για τους ασεβείς, χρυσολύρη,
που έλκεις του Κόσμου το εναρμόνιον δρόμο, σημάντωρα αγαθών έργων,
ωροτρόφε κούρε, Κοσμοκράτορα, συρικτά, πυρίδρομε, κυκλοέλικτε, φωσφόρε,
αιολόδικτε, φερέσβιε, κάρπιμε Παιάν, αιθαλή, αμίαντε, χρόνου πατέρα,
αθάνατε Ζευς, εύδιε, πασιφαή, που είσαι του Κόσμου το περίδρομον όμμα, που λάμπεις και σβήνεις
με ωραίες φαεινές ακτίνες, δείκτη της δικαιοσύνης, φιλονάματε, δεσπότη του Κόσμου,
φύλακα της Πίστης, αεί πανυπέρτατε, πάντων αρωγέ, όμμα της δικαιοσύνης, ζωής φως.
Ώ εσύ που έρχεσαι με ίππους, κυβερνόντας με μαστίγιο λυγερό άρμα με τέσσερεις ίππους.
Εισάκουσε τους λόγους, και φανέρωσε στους μύστες ηδύν βίο».

Μεσομήδης

Ύμνος εις Ήλιον Απόδοση

Χιονοβλεφάρου πάτερ Αούς,
ροδόεσσαν ος άντυγα πώλων
πτανοίς υπ” ίχνεσσι διώκεις,
χρυσέαισιν αγαλλόμενος κόμαις
περί νώτον απείριτον ουρανού
ακτίνα πολύστροφον αμπλέκων,
αίγλας πολυδερκέα παγάν
περί γαίαν άπασαν ελίσσων,
ποταμοί δε σέθεν πυρός αμβρότου
τίκτουσιν επήρατον αμέραν.
Σοι μεν χορός εύδιος αστέρων
κατ” Όλυμπον άνακτα χορεύει
άνετον μέλος αιέν αείδων
Φοιβηίδι τερπόμενος λύρα.
Γλαυκά δε πάροιθε Σελάνα
χρόνον ώριον αγεμονεύει
λευκών υπό σύρμασι μόσχων,
γάνυται δέ τέ σοι νόος ευμενής
πολυείμονα κόσμον ελίσσων.

Πατέρα της χιονοβλέφαρης Αυγής,
που το ρόδινο άρμα σου, με των νεαρών
ίππων τις ιπτάμενες οπλές οδηγείς,
αγαλλόμενος με την χρυσή κόμη σου
στο απέραντο άνοιγμα του ουρανού,
συστρέφοντας την πολύστροφη ακτίνα σου,
την περίβλεπτη πηγή της λαμπρότητας
ελίσσοντας γύρω από ολόκληρη τη γη.
Κι οι ποταμοί του αθάνατου πυρός σου
γεννούν την αξιαγάπητη μέρα.
Για σένα ο φωτεινός χορός των άστρων
χορεύει στον άρχοντα Όλυμπο,
διαρκώς ψάλλοντας μέλος ευφρόσυνο,
τερπόμενος με την λύρα του Φοίβου,
και η γλαυκή Σελήνη κατωθέ σου
ηγεμονεύει τον χρόνο με τις εποχές του,
με το άρμα της που το σέρνουν λευκοί ταύροι.
Κι ευφραίνεται ο ευμενής νούς σου,
περιδιαβαίνοντας τον πολύμορφο κόσμο.


Ο Σωκράτης απολογούμενος αναφέρει τον θεό Ήλιο στην προσπάθειά του να αποδείξει ότι είναι θεοσεβούμενος.

Ταῦτα λέγω, ὡς τὸ παράπαν οὐ νομίζεις θεούς.
Ὦ θαυμάσιε Μέλητε, ἵνα τί ταῦτα λέγεις; οὐδὲ ἥλιον οὐδὲ σελήνην ἄρα νομίζω θεοὺς εἶναι, ὥσπερ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι;
Μὰ Δί᾽, ὦ ἄνδρες δικασταί, ἐπεὶ τὸν μὲν ἥλιον λίθον φησὶν εἶναι, τὴν δὲ σελήνην γῆν.

– Ακριβώς, λέω ότι δεν πιστεύεις καθόλου στους θεούς.
– Καλέ μου Μέλητε, πώς τα λες αυτά; Δεν πιστεύω λοιπόν ούτε για τον ήλιο ούτε
για τη σελήνη ότι είναι θεοί, όπως οι άλλοι άνθρωποι;
– Μα τον Δία, άνδρες δικαστές, για τον ήλιο λέει ότι είναι πέτρα και για τη σελήνη
ότι είναι γη.

Έκθεση φωτογραφιών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Robert S. P. Beekes|R. S. P. Beekes, Ετυμολογικό Λεξικό της Ελληνικής, Brill, 2009, p. 516.
  2. helios. Online Etymology Dictionary.
  3. Euripides, Robert E. Meagher, Helen, Univ of Massachusetts Press, 1986
  4. Dexter, Miriam Robbins. "Proto-Indo-European Sun Maidens and Gods of the Moon". Mankind Quarterly 25:1 & 2 (Fall/Winter, 1984), pp. 137–144.
  5. O'Brien, Steven. "Dioscuric Elements in Celtic and Germanic Mythology". Journal of Indo-European Studies 10:1 & 2 (Spring–Summer, 1982), 117–136.
  6. Skutsch, Otto. "Helen, her Name and Nature". Journal of Hellenic Studies 107 (1987), 188–193.
  7. Ησίοδος, Θεογονία 371
  8. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη 1.2.2
  9. Σχόλια εις Πινδάρου Ισθμιόνικους 5.2
  10. Ομηρικός Ύμνος εις Ήλιον
  11. Υγίνος, Μύθοι πρόλογος
  12. 12,0 12,1 12,2 Παχούμη, Ελένη. 2015. "Οι Θρησκευτικές και Φιλοσοφικές Αφομοιώσεις του Ήλιου στους Ελληνικούς Μαγικούς Παπύρους." Ελληνικές, Ρωμαϊκές και Βυζαντινές Σπουδές, 55: 391–413.
  13. Gelling, P. and H.E. Davidson. The Chariot of the Sun and Other Rites and Symbols of the Northern Bronze Age. Λονδίνο, 1969.
  14. Burkert, W. Greek Religion: Archaic and Classical. Cambridge Mass., 1985, p. 175.
  15. Farnell, The Cults of the Greek States (Νέα Υόρκη/Λονδίνο: Oxford University Press) 1909, vol. v, p 419f.
  16. J. Burnet, Plato: Euthyphro, Apology of Socrates, and Crito (Νέα Υόρκη/Λονδίνο: Oxford University Press) 1924, p. 111.
  17. Τζέιμς Α. Νοτόπουλος, "Socrates and the Sun" The Classical Journal 37.5 (Φεβρουάριος 1942), pp. 260–274.
  18. Νοτόπουλος 1942:265.
  19. Μπέρκερτ, σελ. 174
  20. 20,0 20,1 Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις 2.1.6
  21. Λάρσον, Τζένιφερ. "A Land Full of Gods: Nature Deities in Greek Religion". Και Όγκντεν, Ντάνιελ. A Companion to Greek Religion. Malden, MA: Wiley-Blackwell, 2010, 56–70.
  22. Νοτόπουλος 1942 χωρία Αισχύλος, Αγαμέμνων 508, Χοηφόροι 986, Ικέτιδες 213, και Σοφοκλής, Οιδίπους Τύραννος 660, 1425.
  23. Αναξαγόρας
  24. Euripides, Robert E. Meagher, Helen, Univ of Massachusetts Press, 1986
  25. Walter Burkert, Greek Religion, p. 120.
  26. Φαέθων απόσπασμα 781 N², μετάφραση εκδόσεων Κάκτος (2003), σελ.227
  27. Homer, William Cullen Bryant (1809). The Iliad of Homer. Ashmead. 
  28. G. Lancellotti, Attis, Between Myth and History: King, Priest, and God, BRILL, 2002
  29. O'Rourke Boyle Marjorie (1991). Petrarch's genius: pentimento and prophecy. University of California press. ISBN 978-0-520-07293-0. 
  30. Wilhelm Fauth, Helios Megistos: zur synkretistischen Theologie der Spätantike (Leiden:Brill) 1995.
  31. [1]
  32. 32,0 32,1 32,2 Wright, Wilmer Cave. 1913. The works of Emperor Julian, volume 1.
  33. Webb, Matilda (2001). The Churches and Catacombs of Early Christian Rome. Sussex Academic Press. σελ. 18. ISBN 978-1-90221058-2. 
  34. Kemp, Martin (2000). The Oxford History of Western Art. Oxford University Press. σελ. 70. ISBN 978-0-19860012-1. 
  35. Hijmans 2009, σελ. 567-578.
  36. 36,0 36,1 36,2 36,3 36,4 36,5 Παχούμη, Ελένη. 2015. "Οι Θρησκευτικές και Φιλοσοφικές Αφομοιώσεις του Ήλιου στο Ελληνικούς Μαγικούς Παπύρους." Ελληνικές, Ρωμαϊκές και Βυζαντινές Σπουδές , 55 ': 391–413.
  37. Χαλδαίοι και Ασσύριοι 7.2, 251–252.
  38. («« Μυστικός »» 5.23, 233)
  39. Λαρίσα Μπονφάντ και Τζούντιθ Σουάντλινγκ, Etruscan Myths (Σειρά The Legendary Past, Βρετανικό Μουσείο/Πανεπιστήμιο του Τέξας) 2006:77.
  40. Όπως λέει ο Τζ. Ντ. Μπίζλι, "The World of the Etruscan Mirror" The Journal of Hellenic Studies 69 (1949:1–17) σελ. 3, fig. 1.
  41. Nancy Thomson de Grummond, Erika Simon, The Religion of the Etruscans, University of Texas Press, 20/04/2009
  42. Sick, David H. (2004), "Mit(h)ra(s) and the Myths of the Sun", Numen, 51 (4): 432–467,
  43. Ljuba Merlina Bortolani, Magical Hymns from Roman Egypt: A Study of Greek and Egyptian Traditions of Divinity, Cambridge University Press, 13/10/2016
  44. Ιουλιανός, Ύμνος στον Βασιλιά Ήλιο
  45. Σημείωση στο "επιφανέστατο" – (II. 30. 3–4). Βλέπε και Φραντς Μπολ – Κρόνος-Ήλιος, Archiv für Religionswissenschaft XIX (1919), σελ. 344
  46. Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology
  47. Αισχύλος, Ηλιάδες
  48. Αθήναιος, Δειπνοσοφιστές 11.38
  49. Υγίνος, Αστρονομία 2.13.1
  50. Αθήναιος, Δειπνοσοφιστές 11.39
  51. Πίνδαρος, Ολυμπιόνικοι 7
  52. Σχόλια εις Πινδάρου Ολυμπιόνικους 7.25
  53. Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική Βιβλιοθήκη 5.56.3
  54. Ομηρικός Ύμνος εις Αθηνάν
  55. Οβίδιος, Μεταμορφώσεις
  56. Ευριπίδης, Φαέθων
  57. Νόννος, Διονυσιακά
  58. Υγίνος, Μύθοι 152Α
  59. Σχόλια στον Πίνδαρο, Ολυμπιόνικοι 6.131
  60. Ιωάννης Τζέτζης, Χιλιάδες 4.127
  61. Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 1.7472.400
  62. Υγίνος, Αστρονομία 2.42.2
  63. Ομηρικός Ύμνος εις Δήμητραν
  64. Οβίδιος, Ημερολόγιο 4.575
  65. Όμηρος, Οδύσσεια 8. 266
  66. Όμηρος, Οδύσσεια 8.296
  67. Λουκιανός, Όνειρος ή Αλεκτρυών 3· βλέπε και σχολιαστή εις Αριστοφάνους Όρνιθες 835· Ευστάθιος, Εις Οδύσσειαν 1.300· Αυσόνιος, 26.2.27· Λιβάνιος, Προγυμνάσματα 2.26.
  68. Σενέκας, Φαίδρα 124
  69. Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 4.167-273
  70. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη 2.4.8· Σενέκας, Ηρακλής Μαινόμενος 24· Ορφικά Αργοναυτικά 118· βλέπε και Λουκιανός, Θεών Διάλογοι 14
  71. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη 2.5.10
  72. Αίσωπος, Μύθοι: Ήλιος και Βορέας
  73. 73,0 73,1 Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη 1.6.1
  74. Γκαντς, σελ. 419, 448–449
  75. Αισχύλος, Ευμενίδες 295· Ευριπίδης, Ηρακλής μαινόμενος 1194 και Ίων 988· Αριστοφάνης, Όρνιθες 824· Απολλώνιος ο Ρόδιος, Αργοναυτικά 3.234 και 3.1227. Βλέπε και Ησίοδος απόσπασμα 43a.65 MW (Μοστ 2007, σελ. 143, Γκαντς, σελ. 446)
  76. Απολλώνιος Ρόδιος, Αργοναυτικά 3.233
  77. Ευστάθιος, Εις Οδύσσειαν 10.305 Αρχειοθετήθηκε 2021-01-17 στο Wayback Machine. "Ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Πάφιος ἀναφέρει τὸν μύθο ὅτι ὁ Πικόλοος, ἕνας ἀπὸ τοὺς Γίγαντες, ἀφοῦ ξέφυγε ἀπὸ τὸν πόλεμο κατὰ τοῦ Δία, κατέλαβε τὸ νησὶ τῆς Κίρκης καὶ προσπάθησε νὰ τὴν ἐκδιώξει· ὁ πατέρας της, ὅμως, ὁ Ἥλιος ὑπερασπίζοντας τὴν κόρη του τὸν σκότωσε· καὶ ἀπὸ τὸ αἷμα ποὺ χύθηκε στὴ γῆ φύτρωσε βοτάνι καὶ ὀνομάστηκε αὐτὸ μῶλυ ἐξαιτίας τοῦ μώλου, δηλαδὴ τοῦ πολέμου στὸν ὁποῖο ἔπεσε ὁ Γίγαντας ποὺ προαναφέραμε. Ἔχει δὲ αὐτὸ ἄνθος ὅμοιο στὸ χρῶμα μὲ τὸ γάλα, λόγω τοῦ λευκοῦ ἥλιου ποὺ τὸν σκότωσε, καὶ ρίζα μαύρη γιὰ τὸ μαῦρο αἷμα τοῦ Γίγαντα, ἢ γιὰ τὸ ὅτι ἡ Κίρκη ἀπὸ τὸν φόβο της ἔγινε κάτωχρη."
  78. Πτολεμαίος Χέννος, Καινή Ιστορία Βιβλίο 4 "Περὶ τοῦ παρ´ Ὁμήρῳ μώλυος τῆς βοτάνης, ἣν ἐκ τοῦ αἵματος τοῦ ἀναιρεθέντος ἐν τῇ Κίρκης νήσῳ Γίγαντος λέγουσι φῦναι, ἣ καὶ τὸ ἄνθος ἔχει λευκόν· ὅτι ὁ συμμαχῶν τῇ Κίρκῃ καὶ ἀνελὼν τὸν Γίγαντα ὁ Ἥλιος ἦν· μῶλος δ' ἡ μάχη, ἐξ οὗ καὶ ἡ βοτάνη."
  79. Ευριπίδης, Μήδεια 954 και 1321
  80. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη 1.9.28
  81. Ερατοσθένης, Καταστερισμοί
  82. Υγίνος, Αστρονομία 2.34.3
  83. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη 1.4.3
  84. Κλαύδιος Αιλιανός, Περὶ ζῴων ἰδιότητος 14.28
  85. Απολλόδωρος, Επιτομή 2.11
  86. Απολλόδωρος, Επιτομή 2.12
  87. Ιωάννης Τζέτζης, Χιλιάδες 1.18
  88. Πλάτων, Πολιτικός 268e
  89. Όμηρος, Οδύσσεια 12.127–137, σε μετάφραση Ιακώβου Πολυλά.
  90. Slim, Hédi. "La chute de Phaeton sur une mosaïque de Barrarus-Rougga en Tunisie". In: Comptes rendus des séances de l'Académie des Inscriptions et Belles-Lettres. 147ᵉ année, N. 3, 2003. p. 1121. DOI: https://doi.org/10.3406/crai.2003.22628; www.persee.fr/doc/crai_0065-0536_2003_num_147_3_22628
  91. Υγίνος Μύθοι 183
  92. Dain, Philippe. Mythographe du Vatican III. Traduction et commentaire. Besançon: Institut des Sciences et Techniques de l'Antiquité, 2005. p. 156 (footnote nr. 33) (Collection « ISTA », 854). DOI: https://doi.org/10.3406/ista.2005.2854; www.persee.fr/doc/ista_0000-0000_2005_edc_854_1
  93. Στράβων, Γεωγραφικά 10.3.19.
  94. Κόρη του Ποσειδώνα και της Αφροδίτης ή της Αμφιτρίτης
  95. Ναυτικοί και αστρολόγοι από τη Ρόδο (Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική Βιβλιοθήκη 5.56.3 & Νόννος, Διονυσιακά 14.44)
  96. Επιμενίδης σε σχόλιο στον Απολλώνιο Ρόδιο, Αργοναυτικά 3.242
  97. Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις 9.35.5, με αναφορά στον Αντίμαχο
  98. Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς s. v. Αίγλης Χάριτες
  99. συνήθως κόρες του Δία και της Ευρυνόμης (Ησίοδος, Θεογονία 908) ή της Αφροδίτης και του Διονύσου (Ανακρεόντεια απόσπασμα 38)
  100. Διόφαντος σε σχόλιο στον Απολλώνιο Ρόδιο, Αργοναυτικά, 3.242
  101. Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική Βιβλιοθήκη 4.60.4
  102. Στέφανος ο Βυζάντιος, Εθνικά s.v. Βισαλτία
  103. Τα κορίτσια που θρήνησαν τόσο τον θάνατο του αδελφού τους Φαέθοντα δίπλα στον Ηριδανό ποταμό που μεταμορφώθηκαν σε μαύρες λεύκες, Οβίδιος Μεταμορφώσεις 2.340 & Υγίνος Μύθοι 154
  104. Κόιντος Σμυρναίος, Τα μεθ’ Όμηρον, 10.337, συνήθως όμως είναι κόρες του Δία και της Θέμιδας
  105. Υγίνος, Μύθοι 14.4
  106. Κόρη του Αμφιδάμαντα της Ήλιδας, Υγίνος, Μύθοι 14.3 & Απολλώνιος Ρόδιος, Αργοναυτικά 1.172
  107. Σχόλια στον Απολλώνιο Ρόδιο, Αργοναυτικά 1.172
  108. ίσως η μητέρα της Αλκυόνης από τον Αίολο
  109. Στη Σούδα ο Αίθων τσεκούρευσε το ιερό δάσος της Δήμητρας, και αυτή τον τιμώρησε με αιώνια πείνα, μάλλον παραλλαγή του μύθου του Ερυσίχθονα.
  110. Ο γιος που πήρε το άρμα του πατέρα του και έκαψε τη γη, έπεσε στον Ηριδανό ποταμό
  111. Ησίοδος, Θεογονία 956· Υγίνος, Μύθοι 27· Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική Βιβλιοθήκη 4.45.1 & ψευδο-Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη 1.9.1
  112. Υγίνος Αστρονομία 2.13.7, νύμφη με όμορφο σώμα μα πανάσχημο πρόσωπο
  113. Νόννος, Διονυσιακά [17.269], η σύζυγος του θεού ποταμού Υδάσπη στην Ινδία
  114. Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις 2.1.1, άρχων της Σικυώνας
  115. Υγίνος, Μύθοι 275, ιδρυτής της Καμείρου, πόλη στη Ρόδο
  116. Σχόλια στον Πίνδαρο, Ολυμπιόνικοι 6.131
  117. Λυκόφρων, Αλεξάνδρα 128
  118. Ιωάννης Τζέτζης, Χιλιάδες 4.363
  119. ψευδο-Πλούταρχος, Περί Ποταμών 25
  120. Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς s. v. Νέαιρα
  121. Ορφικά Αργοναυτικά 1217
  122. Στέφανος ο Βυζάντιος, Εθνικά s. v. Αμβρακία
  123. φύλακες των βοδιών του Ήλιου στη Θρινακία (Όμηρος Οδύσσεια 12.131)
  124. Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 2.340, δύο από τις κόρες της Κλυμένης λέγονται Φαέθουσα και Λαμπετίη
  125. Ιωάννης Τζέτζης εις Λυκόφρονος, Αλεξάνδρα 886
  126. Σχόλια εις Πινδάρου Πυθιόνικους 4.57
  127. ψευδο-Πλούταρχος, Περί Ποταμών 5.1
  128. Νόννος, Διονυσιακά 26. 351, Ο Νόννος την αποκαλεί Ναϊάδα, μα γράφει ότι ο πατέρας της είναι ο Ωκεανός
  129. Νόννος, Διονυσιακά 26. 351, εδώ ο Νόννος αντιφάσκει με πρωτύτερη αναφορά του που ήθελε την Αστρίδα κόρη της Κλυμένης
  130. Μεσομήδης, Ύμνος εις Ήλιον, συνήθως όμως είναι αδελφή του
  131. Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 4.192–270.
  132. ψευδο-Πλούταρχος, Περί Ποταμών, 3.3
  • Γκαντς, Τίμοθι, Early Greek Myth: A Guide to Literary and Artistic Sources, Johns Hopkins University Press, 1996, Two Volumes.
  • Σμιθ, Γουίλιαμ, Λεξικό Ελληνικής και Ρωμαϊκής Βιογραφίας και Μυθολογίας, Λονδίνο (1873) "Ήλιος"
  • Καρλ Κέρενυι (1951): "Απόλλων: Ο Άνεμος, το Πνεύμα, και ο Θεός: Τέσσερις Σπουδές". Οι Θεοί των Ελλήνων.
  • Καρλ Κέρενυι (1951): "Ο Ήλιος, η Σελήνη, και η Οικογένειά τους". Οι Θεοί των Ελλήνων σελ. 190–194.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]