Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πέργαμος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτό το λήμμα αφορά την αρχαία ελληνική πόλη της Μικράς Ασίας. Για το χωριό της Κυπριακής Δημοκρατίας, δείτε: Πέργαμος Λάρνακας.

Συντεταγμένες: 39°7′0.01″N 27°10′59.99″E / 39.1166694°N 27.1833306°E / 39.1166694; 27.1833306

Πέργαμος
τὸ Πέργαμον
Χάρτης
Είδοςαρχαία πόλη, αρχαιοελληνικός αρχαιολογικός χώρος και πόλις[1]
Γεωγραφικές συντεταγμένες39°7′0″N 27°11′0″E
Διοικητική υπαγωγήΜπέργκαμα, Επαρχία Ασίας και Βασίλειο της Περγάμου
ΧώραΤουρκία[2]
Έναρξη κατασκευής8ος αιώνας π.Χ.
Προστασίατμήμα μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς (από 2014)
Commons page Πολυμέσα
Μνημείο Παγκόσμιας
Κληρονομιάς της UNESCO
Η Πέργαμος και το πολυεπίπεδο πολιτιστικό της τοπίο
Επίσημο όνομα στον κατάλογο μνημείων Π.Κ.
Ερείπια ναού στον αρχαιολογικό χώρο της Περγάμου
Χάρτης
Χώρα μέλος Τουρκία
ΤύποςΠολιτιστικό
Κριτήριαi, ii, iii, iv, vi
Ταυτότητα1457
ΠεριοχήΕυρώπη και Βόρεια Αμερική
Ιστορικό εγγραφής
Εγγραφή2014 (38η συνεδρίαση)

Η Πέργαμος (αρχαία ελληνικά: τὸ Πέργαμον) ήταν αρχαία ελληνική πόλη της επαρχίας Τευθρανίας της Μυσίας, στη Μικρά Ασία, και πρωτεύουσα του ομώνυμου βασιλείου. Βρισκόταν χτισμένη πάνω σε ένα μικρό λόφο 300 μ. υψόμετρο, (από τον οποίο πήρε το όνομά της, που σημαίνει φρούριο ή ακρόπολη), μέσα σε μια εύφορη κοιλάδα που εκτεινόταν προς Δ. μέχρι τις ακτές του κόλπου Ελαίας (σημ. Τσανταρλί) και του Αδραμυττίου, έναντι της Λέσβου. Η πόλη βρισκόταν ανάμεσα των δύο παραποτάμων του Καΐκου, του Σελινούντα και του Κητείου, που χάριζαν στη πόλη μια πλούσια κοιλάδα!!!

Η Πέργαμος συγκαταλέχθηκε στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO το 2014. Ήταν η βορειότερη από τις επτά εκκλησίες της Ασίας, που αναφέρονται στην Αποκάλυψη του Ιωάννη.[3]

Η ακρόπολη της Περγάμου.

Η Πέργαμος βρίσκεται στο βόρειο άκρο της πεδιάδας του Καΐκου στην ιστορική περιοχή της Μυσίας στα βορειοδυτικά της Τουρκίας. Ο ποταμός Κάικος διασχίζει τα γύρω βουνά και λόφους σε αυτό το σημείο και ρέει σε ένα ευρύ τόξο προς τα νοτιοδυτικά. Στους πρόποδες της οροσειράς στα βόρεια, μεταξύ των ποταμών Σελινούντα και Κητείου, υπάρχει ο ορεινός όγκος της Περγάμου, που υψώνεται 335 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η τοποθεσία απέχει μόλις 26 χλμ. από τη θάλασσα, αλλά η πεδιάδα του Καΐκου δεν είναι ανοιχτή στη θάλασσα, καθώς ο δρόμος είναι φραγμένος από τον ορεινό όγκο Karadağ. Ως αποτέλεσμα, η περιοχή έχει έντονο χαρακτήρα στην ενδοχώρα. Στους ελληνιστικούς χρόνους, η πόλη Ελαία στις εκβολές του Καΐκου χρησίμευε ως λιμάνι της Περγάμου. Το κλίμα είναι μεσογειακό με ξηρή περίοδο από τον Μάιο έως τον Αύγουστο, όπως συνηθίζεται κατά μήκος των δυτικών ακτών της Μικράς Ασίας.[4]

Η κοιλάδα του Καΐκου αποτελείται κυρίως από ηφαιστειακά πετρώματα, ιδιαίτερα ανδεσίτη και ο ορεινός όγκος της Περγάμου αποτελείται επίσης από ένα διεισδυτικό απόθεμα ανδεσίτη. Ο ορεινός όγκος είναι περίπου ένα χιλιόμετρο πλάτος και περίπου 5,5 χιλιόμετρα μήκος από βορρά προς νότο. Αποτελείται από μια πλατιά, επιμήκη βάση και μια σχετικά μικρή κορυφή - την άνω πόλη. Η πλευρά, που βλέπει στον ποταμό Κήτειο είναι ένας απότομος βράχος, ενώ η πλευρά, που βλέπει στον Σελινούντα είναι λίγο τραχιά. Στη βόρεια πλευρά, ο βράχος σχηματίζει ένα βράχο πλάτους 70 μέτρων. Στα νοτιοανατολικά αυτού του τμήματος της οροσειράς, που είναι γνωστό ως «Κήπος της Βασίλισσας», ο ορεινός όγκος φτάνει στο μεγαλύτερο ύψος του και σπάει ξαφνικά αμέσως προς τα ανατολικά. Η πάνω πόλη εκτείνεται για άλλα 250 μ. προς τα νότια, αλλά παραμένει πολύ στενή, με πλάτος μόλις 150 μ. Στο νότιο άκρο του ο ορεινός όγκος πέφτει σταδιακά προς τα ανατολικά και νότια, διευρύνεται στα 350 μ. περίπου και στη συνέχεια κατεβαίνει προς την πεδιάδα προς τα νοτιοδυτικά.[5]

Προελληνιστική περίοδος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο οικισμός της Περγάμου μπορεί να ανιχνευθεί ήδη από την αρχαϊκή περίοδο, χάρη στα μέτρια αρχαιολογικά ευρήματα, ιδιαίτερα θραύσματα αγγείων, που εισάγονται από τη Δύση, ιδιαίτερα την ανατολική Ελλάδα και την Κόρινθο, που χρονολογούνται στα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ.[6] Προγενέστερη κατοίκηση στην Εποχή του Χαλκού δεν μπορεί να αποδειχθεί, αν και στη γύρω περιοχή βρίσκονται λίθινα εργαλεία της Εποχής του Χαλκού.[7]

Η παλαιότερη αναφορά της Περγάμου στις φιλολογικές πηγές προέρχεται από την Ανάβασις του Ξενοφώντα, αφού η πορεία των Μυρίων υπό τις διαταγές του Ξενοφώντα τελείωσε στην Πέργαμο το 400/399 π.Χ.[8] Ο Ξενοφών, που αποκαλεί την πόλη Πέργαμο, παρέδωσε τα υπόλοιπα ελληνικά στρατεύματά του (περίπου 5.000 άνδρες σύμφωνα με τον Διόδωρο) στον Θίβρωνα, ο οποίος σχεδίαζε εκστρατεία εναντίον των Περσών σατραπών Τισσαφέρνη και Φαρνάβαζου, σε αυτήν την τοποθεσία τον Μάρτιο του 399 π.Χ. Εκείνη την εποχή η Πέργαμος βρισκόταν στην κατοχή της οικογένειας Γόγγυλου από την Ερέτρια, ενός Έλληνα, που ευνοούσε την Αχαιμενιδική Αυτοκρατορία, που είχε καταφύγει στη Μικρά Ασία και απέκτησε το έδαφος της Περγάμου από τον Ξέρξη Α' και ο Ξενοφών φιλοξενήθηκε από τη χήρα του Ελλάς.[9]

Το 362 π.Χ., ο Ορόντης, σατράπης της Μυσίας, στήριξε την εξέγερσή του κατά της Περσικής Αυτοκρατορίας στην Πέργαμο, αλλά συντρίφτηκε.[10] Μόνο με τον Μέγα Αλέξανδρο απομακρύνθηκε η Πέργαμος και η γύρω περιοχή από τον περσικό έλεγχο. Τα ίχνη της προελληνιστικής πόλης είναι ελάχιστα, αφού την επόμενη περίοδο το έδαφος άλλαξε ριζικά και η κατασκευή μεγάλων αναβαθμίδων περιελάμβανε την απομάκρυνση σχεδόν όλων των προγενέστερων κατασκευών. Τμήματα του ναού της Αθηνάς, καθώς και οι τοίχοι και τα θεμέλια του βωμού στο ιερό της Δήμητρας ανάγονται στον τέταρτο αιώνα.

Ελληνιστική περίοδος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Βασίλειο της Περγάμου 188 π.Χ.

Ο Λυσίμαχος, ο βασιλιάς της Θράκης, κατέκτησε το 301 π.Χ., αλλά λίγο μετά ο υπαρχηγός του Φιλέταιρος μεγάλωσε την πόλη, το βασίλειο της Θράκης κατέρρευσε το 281 π.Χ. και ο Φιλέταιρος έγινε ανεξάρτητος ηγεμόνας, ιδρύοντας τη δυναστεία των Ατταλιδών. Η οικογένειά του κυβέρνησε την Πέργαμο από το 281 έως το 133 π.Χ.: Φιλέταιρος 281–263; Ευμένης Α' 263–241; Άτταλος Α' 241–197; Ευμένης Β' 197–159; Άτταλος Β' 159–138; και Άτταλος Γ' 138–133. Η επικράτεια του Φιλέταιρου περιοριζόταν στην περιοχή γύρω από την ίδια την πόλη, αλλά ο Ευμένης Α' μπόρεσε να τις επεκτείνει πολύ. Συγκεκριμένα, μετά τη μάχη των Σάρδεων το 261 π.Χ. εναντίον του Αντιόχου Α', ο Ευμένης μπόρεσε να οικειοποιηθεί την περιοχή μέχρι την ακτή και με κάποιο τρόπο στην ενδοχώρα. Η πόλη έγινε έτσι το κέντρο ενός βασιλείου, αλλά ο Ευμένης δεν πήρε τον βασιλικό τίτλο. Το 238 ο διάδοχός του Άτταλος Α' νίκησε τους Γαλάτες, στους οποίους η Πέργαμος είχε καταβάλει φόρο τιμής υπό τον Ευμένη Α'.[11] Ο Άτταλος στη συνέχεια κήρυξε τον εαυτό του αρχηγό ενός εντελώς ανεξάρτητου βασιλείου της Περγαμηνής, το οποίο έφτασε στη μεγαλύτερη ισχύ και εδαφική του έκταση το 188 π.Χ.

Οι Ατταλίδες έγιναν μερικοί από τους πιο πιστούς υποστηρικτές της Ρώμης στον ελληνιστικό κόσμο. Επί Αττάλου Α' (241–197 π.Χ.), συμμάχησαν με τη Ρώμη εναντίον του Φιλίππου Ε' της Μακεδονίας, κατά τον πρώτο και τον δεύτερο μακεδονικό πόλεμο. Στον ρωμαιοσελευκιδικό πόλεμο κατά του βασιλιά των Σελευκιδών Αντίοχου Γ', η Πέργαμος εντάχθηκε στον συνασπισμό των Ρωμαίων και ανταμείφθηκε σχεδόν με όλες τις πρώην επικράτειες των Σελευκιδών στη Μικρά Ασία με την Ειρήνη της Απάμειας το 188 π.Χ. Ο Ευμένης Β' υποστήριξε ξανά τους Ρωμαίους, εναντίον του Περσέα της Μακεδονίας, στον τρίτο μακεδονικό πόλεμο, αλλά οι Ρωμαίοι δεν αντάμειψαν την Πέργαμο γι' αυτό. Με βάση μια φήμη ότι ο Ευμένης είχε ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τον Περσέα κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι Ρωμαίοι προσπάθησαν να αντικαταστήσουν τον Ευμένη Β' με τον μελλοντικό Άτταλο Β', αλλά ο τελευταίος αρνήθηκε. Μετά από αυτό, η Πέργαμος έχασε την προνομιακή της θέση με τους Ρωμαίους και δεν της απονεμήθηκε άλλη επικράτεια από αυτούς. Ωστόσο, υπό τους αδελφούς Ευμένη Β΄ και Άτταλο Β΄, η Πέργαμος έφτασε στην ακμή της και ξαναχτίστηκε σε μνημειακή κλίμακα. Μέχρι το 188 π.Χ., δεν είχε αναπτυχθεί σημαντικά από την ίδρυσή της από τον Φιλέταιρο, και κάλυπτε περίπου 21 εκτάρια (52 στρέμματα). Μετά από αυτό το έτος, κατασκευάστηκε ένα τεράστιο νέο τείχος της πόλης, μήκους 4 χιλιομέτρων, που περικλείει μια έκταση περίπου 90 εκταρίων (220 στρέμματα).[12] Στόχος των Ατταλιδών ήταν να δημιουργήσουν μια δεύτερη Αθήνα, έναν πολιτιστικό και καλλιτεχνικό κόμβο του ελληνικού κόσμου. Αναμόρφωσαν την Ακρόπολη της Περγάμου σύμφωνα με την Ακρόπολη των Αθηνών. Σώζονται επιγραφικά έγγραφα, που δείχνουν πώς οι Ατταλίδες υποστήριξαν την ανάπτυξη των πόλεων στέλνοντας ειδικευμένους τεχνίτες και μειώνοντας φόρους. Επέτρεψαν στις ελληνικές πόλεις στην επικράτειά τους να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους. Έστειλαν δώρα σε ελληνικούς πολιτιστικούς τόπους όπως οι Δελφοί, η Δήλος και η Αθήνα. Η Βιβλιοθήκη της Περγάμου ήταν γνωστή ως η δεύτερη μετά τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Η Πέργαμος ήταν επίσης ακμάζον κέντρο παραγωγής περγαμηνής (η ίδια η λέξη, παραφθορά του περγαμηνού, που σημαίνει «από την Πέργαμο»), που χρησιμοποιούνταν στη Μικρά Ασία πολύ πριν την άνοδο της πόλης. Η ιστορία ότι η περγαμηνή εφευρέθηκε από τους κατοίκους της Περγάμου, επειδή οι Πτολεμαίοι στην Αλεξάνδρεια είχαν το μονοπώλιο στην παραγωγή παπύρων δεν είναι αλήθεια.[13] Τα δύο αδέρφια Ευμένης Β' και Άτταλος Β' παρουσίασαν το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα των Ατταλιδών: μια έντονη αίσθηση οικογένειας χωρίς ανταγωνισμό ή ίντριγκα - σπάνια μεταξύ των ελληνιστικών δυναστειών.[14] Ο Ευμένης Β' και ο Άτταλος Β' (του οποίου το επίθετο ήταν «Φιλάδελφος» - «αυτός που αγαπά τον αδερφό του») συγκρίθηκαν ακόμη και με το μυθικό ζεύγος των αδελφών, τον Κλέοβη και τον Βίτωνα.[15]

Όταν ο Άτταλος Γ' πέθανε χωρίς κληρονόμο το 133 π.Χ., κληροδότησε ολόκληρη την Πέργαμο στη Ρώμη. Αυτό αμφισβητήθηκε από τον Αριστόνικο, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ήταν αδελφός του Άτταλου Γ' και ηγήθηκε μιας ένοπλης εξέγερσης κατά των Ρωμαίων με τη βοήθεια του Γάιου Βλόσιου, ενός διάσημου στωικού φιλοσόφου. Για μια περίοδο γνώρισε επιτυχία, νικώντας και σκοτώνοντας τον Ρωμαίο ύπατο Λικίνιο Κράσσο και τον στρατό του, αλλά ηττήθηκε το 129 π.Χ. από τον πρόξενο Μάρκους Περπέρνα. Το βασίλειο της Περγάμου χωρίστηκε μεταξύ της Ρώμης, του Πόντου και της Καππαδοκίας, με το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς του να γίνεται η νέα ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας. Η ίδια η πόλη κηρύχθηκε ελεύθερη και ήταν για λίγο η πρωτεύουσα της επαρχίας, πριν μεταφερθεί στην Έφεσο.

Το 88 π.Χ., ο Μιθριδάτης ΣΤ' ο Ευπάτωρ έκανε την πόλη έδρα στον πρώτο του πόλεμο εναντίον της Ρώμης, στον οποίο ηττήθηκε. Στο τέλος του πολέμου, οι νικητές Ρωμαίοι στέρησαν την Πέργαμο από όλα τα οφέλη της και την ιδιότητά της ως ελεύθερη πόλη. Στο εξής η πόλη έπρεπε να πληρώσει φόρους και να φιλοξενήσει και να προμηθεύσει ρωμαϊκά στρατεύματα, και η περιουσία πολλών από τους κατοίκους κατασχέθηκε. Τα μέλη της αριστοκρατίας της Περγάμου, ιδιαίτερα ο Διόδωρος Πάσπαρος τη δεκαετία του 70 π.Χ., χρησιμοποίησαν τα δικά τους υπάρχοντα, για να διατηρήσουν καλές σχέσεις με τη Ρώμη, ενεργώντας ως δωρητές για την ανάπτυξη της πόλης. Πολλές τιμητικές επιγραφές υποδεικνύουν το έργο του Πάσπαρου και την εξαιρετική θέση του στην Πέργαμο αυτή την εποχή.[16]

Η Πέργαμος παρέμενε ακόμη διάσημη πόλη και οι αξιοσημείωτες πολυτέλειες του Λούκουλλου περιελάμβαναν εισαγόμενα εμπορεύματα από την πόλη, η οποία συνέχισε να είναι ο τόπος ενός conventus (περιφερειακής συνέλευσης). Υπό τον Αύγουστο, η πρώτη αυτοκρατορική λατρεία, που ιδρύθηκε στην επαρχία της Ασίας ήταν στην Πέργαμο. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος αναφέρεται στην πόλη ως τη σημαντικότερη στην επαρχία[17] και η τοπική αριστοκρατία συνέχισε να φτάνει στους υψηλότερους κύκλους εξουσίας τον 1ο αιώνα μ.Χ., όπως ο Aulus Julius Quadratus, που ήταν ύπατος το 94 και το 105.

Ωστόσο, μόνο επί Τραϊανού και των διαδόχων του έλαβε χώρα ένας ολοκληρωμένος επανασχεδιασμός και αναδιαμόρφωση της πόλης, με την κατασκευή μιας ρωμαϊκής «νέας πόλης» στη βάση της Ακρόπολης. Η πόλη ήταν η πρώτη στην επαρχία, που έλαβε δεύτερο νεοκοράτο, από τον Τραϊανό το 113/4 μ.Χ.

Ο Αδριανός προήγαγε την πόλη στο βαθμό της μητρόπολης το 123 και έτσι την ανύψωσε πάνω από τους τοπικούς αντιπάλους της, την Έφεσο και τη Σμύρνη. Πραγματοποιήθηκε ένα φιλόδοξο οικοδομικό πρόγραμμα: κατασκευάστηκαν τεράστιοι ναοί, ένα στάδιο, ένα θέατρο, ένα τεράστιο φόρουμ και ένα αμφιθέατρο. Επιπλέον, στα όρια της πόλης το ιερό του Ασκληπιού (θεός της θεραπείας) επεκτάθηκε σε ένα πολυτελές σπα. Αυτό το ιερό απέκτησε φήμη και θεωρήθηκε ένα από τα πιο γνωστά θεραπευτικά κέντρα του ρωμαϊκού κόσμου.

Στα μέσα του 2ου αιώνα, η Πέργαμος ήταν μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της επαρχίας, μαζί με αυτές τις δύο, και είχε περίπου 200.000 κατοίκους. Ο Γαληνός, ο πιο διάσημος γιατρός της αρχαιότητας εκτός από τον Ιπποκράτη, γεννήθηκε στην Πέργαμο και έλαβε την πρώιμη εκπαίδευσή του στο Ασκληπιείο. Στις αρχές του τρίτου αιώνα, ο Καρακάλλας παραχώρησε στην πόλη ένα τρίτο νεοκοράτο, αλλά η παρακμή είχε ήδη αρχίσει. Κατά τη διάρκεια της κρίσης του τρίτου αιώνα, η οικονομική ισχύς της Περγάμου κατέρρευσε τελικά, καθώς η πόλη υπέστη σοβαρές ζημιές σε σεισμό το 262 και λεηλατήθηκε από τους Γότθους λίγο αργότερα. Στην ύστερη αρχαιότητα γνώρισε περιορισμένη οικονομική ανάκαμψη.

Βυζαντινή περίοδος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πόλη σταδιακά παρήκμασε κατά τη διάρκεια της Ύστερης Αρχαιότητας και ο πυρήνας της πόλης συρρικνώθηκε στην ακρόπολη, η οποία οχυρώθηκε από τον αυτοκράτορα Κώνστα Β' (641–668).[18] Το 663/4 μ.Χ., η Πέργαμος καταλήφθηκε από επιδρομές Αράβων για πρώτη φορά.[18] Ως αποτέλεσμα αυτής της συνεχιζόμενης απειλής, η περιοχή του οικισμού υποχώρησε στην ακρόπολη, η οποία προστατευόταν από ένα τείχος πάχους 6 μέτρων.

Κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο, η πόλη ήταν μέρος του Θέματος Θρακησίων[18] και από την εποχή του Λέοντος ΣΤ' του Σοφού (886–912) του Θέματος της Σάμου.[19]Η παρουσία αρμενικής κοινότητας, πιθανότατα από πρόσφυγες από τις μουσουλμανικές κατακτήσεις, μαρτυρείται κατά τον 7ο αιώνα, από την οποία καταγόταν ο αυτοκράτορας Φιλιππίκος (711–713).[18][19] Το 716, η Πέργαμος λεηλατήθηκε ξανά από τις στρατιές του Μασλαμά ιμπν Αμπντ αλ-Μαλίκ. Ανοικοδομήθηκε και πάλι και ενισχύθηκε, αφού οι Άραβες εγκατέλειψαν την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 717–718.[18][19]

Υπέφερε από τις επιθέσεις των Σελτζούκων στη δυτική Ανατολία μετά τη μάχη του Μαντζικέρτ το 1071: μετά από επιθέσεις το 1109 και το 1113, η πόλη καταστράφηκε σε μεγάλο βαθμό και ξαναχτίστηκε μόνο από τον αυτοκράτορα Μανουήλ Α' Κομνηνό (1143–1180) περίπου το 1170. Πιθανότατα έγινε η πρωτεύουσα του νέου θέματος Νεοκάστρων, που ιδρύθηκε από τον Μανουήλ.[18][19] Επί Ισαάκιου Β' Αγγέλου (1185–1195), η τοπική έδρα επισκόπου προήχθη σε μητροπολιτική επισκοπή, αφού προηγουμένως ήταν επισκοπή της Μητρόπολης Εφέσου.[19]

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 κατά τη διάρκεια της Τέταρτης Σταυροφορίας, η Πέργαμος έγινε μέρος της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας.[19]Όταν ο αυτοκράτορας Θεόδωρος Β' Λάσκαρης (1254–1285) επισκέφτηκε την Πέργαμο το 1250, του έδειξαν το σπίτι του Γαληνού, αλλά είδε ότι το θέατρο είχε καταστραφεί και, εκτός από τα τείχη στα οποία έδωσε προσοχή, μόνο οι θόλοι πάνω από τον Σελίνο του φάνηκαν αξιοσημείωτοι. Τα μνημεία των Ατταλιδών και των Ρωμαίων είχαν πλέον λεηλατηθεί εκείνη την εποχή.

Με την επέκταση των μπεηλικίων της Ανατολίας, η Πέργαμος απορροφήθηκε από το μπεηλίκι των Καρασιδών λίγο μετά το 1300 και στη συνέχεια κατακτήθηκε από το μπεηλίκι των Οθωμανών.[19] Ο Οθωμανός σουλτάνος ​​Μουράτ Γ' είχε δύο μεγάλα αλαβάστρινα δοχεία, που μεταφέρθηκαν από τα ερείπια της Περγάμου και τοποθετήθηκαν στις δύο πλευρές του ναού στην Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη.[20]

Βωμός της Περγάμου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Βωμός της Περγάμου
Βωμός της Περγάμου στο Μουσείο της Περγάμου στο Βερολίνο

Το πιο διάσημο οικοδόμημα της πόλης είναι ο μνημειώδης βωμός, που πιθανότατα ήταν αφιερωμένος στον Δία και την Αθηνά. Τα θεμέλια βρίσκονται ακόμα στην Άνω πόλη, αλλά τα ερείπια της ζωφόρου της Περγάμου, που τη διακοσμούσε αρχικά, εκτίθενται στο μουσείο της Περγάμου στο Βερολίνο, όπου τα μέρη της ζωφόρου που μεταφέρθηκαν στη Γερμανία έχουν εγκατασταθεί σε μερική ανακατασκευή.

Για την κατασκευή του βωμού δημιουργήθηκε ο απαιτούμενος επίπεδος χώρος μέσω αναβαθμίδων, ώστε να μπορέσει να προσανατολιστεί σε σχέση με τον γειτονικό Ναό της Αθηνάς. Η βάση του βωμού είχε διαστάσεις γύρω στα 36 x 33 μέτρα και εξωτερικά ήταν διακοσμημένη με λεπτομερή απεικόνιση σε υψηλό ανάγλυφο της Γιγαντομαχίας, της μάχης μεταξύ των ολύμπιων θεών και των Γιγάντων. Η ζωφόρος έχει ύψος 2,30 μέτρα και συνολικό μήκος 113 μέτρα, καθιστώντας την τη δεύτερη μεγαλύτερη ζωφόρο, που σώζεται από την αρχαιότητα, μετά τη Ζωφόρο του Παρθενώνα στην Αθήνα. Μια σκάλα πλάτους 20 μέτρων, που κόβεται στη βάση στη δυτική πλευρά οδηγεί στην επάνω κατασκευή, η οποία περιβάλλεται από κιονοστοιχία και αποτελείται από μια αυλή με κιονοστοιχία, που χωρίζεται από τη σκάλα με κιονοστοιχία. Οι εσωτερικοί τοίχοι αυτής της κιονοστοιχίας είχαν μια περαιτέρω ζωφόρο, που απεικόνιζε τη ζωή του Τήλεφου, γιου του Ηρακλή και μυθικού ιδρυτή της Περγάμου. Αυτή η ζωφόρος έχει ύψος περίπου 1,60 μέτρα και επομένως είναι σαφώς μικρότερη από την εξωτερική ζωφόρο.[21][22]

Στην Αποκάλυψη του Ιωάννη της Καινής Διαθήκης, η πίστη των πιστών της Περγάμου, που «κατοικούν εκεί που είναι ο θρόνος του Σατανά» επαινείται από τον συγγραφέα.[23] Πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι η «έδρα του Σατανά» αναφέρεται στο Βωμό της Περγάμου, λόγω της ομοιότητάς του με γιγάντιο θρόνο.[24]

Ναός του Τραϊανού (Τραϊάνειο)

Στο ψηλότερο σημείο της ακρόπολης βρίσκεται ο ναός του Τραϊανού και του Διός Φίλιου. Ο ναός βρίσκεται σε μια εξέδρα ύψους 2,9 μέτρων στην κορυφή μιας θολωτής βεράντας. Ο ίδιος ο ναός ήταν ένας κορινθιακός περίπτερος ναός, πλάτους περίπου 18 μέτρων με έξι κίονες στις κοντές πλευρές και εννέα κίονες στις μακριές πλευρές και δύο σειρές κιόνων in antis. Στα βόρεια, η περιοχή ήταν κλειστή από μια ψηλή στοά, ενώ στη δυτική και ανατολική πλευρά περιβαλλόταν από απλούς τοίχους με λαξευτούς λίθους, έως ότου προστέθηκαν άλλες στοές επί βασιλείας Αδριανού.

Κατά τις ανασκαφές βρέθηκαν στα ερείπια του σηκού θραύσματα αγαλμάτων του Τραϊανού και του Αδριανού, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλιών των πορτρέτων τους, καθώς και θραύσματα του λατρευτικού αγάλματος του Διός Φιλίου.[25]

Το καλοδιατηρημένο Θέατρο της Περγάμου χρονολογείται από την ελληνιστική περίοδο και είχε χώρο για περίπου 10.000 άτομα, σε 78 σειρές καθισμάτων. Σε ύψος 36 μέτρων, είναι το πιο απότομο από όλα τα αρχαία θέατρα. Το κοίλον του θεάτρου χωρίζεται οριζόντια από δύο διαδρόμους, που ονομάζονται διαζώματα, και κατακόρυφα από σκάλες πλάτους 0,75 μέτρων σε επτά τμήματα στο χαμηλότερο μέρος του θεάτρου και έξι στο μεσαίο και πάνω τμήμα. Κάτω από το θέατρο υπάρχει μια βεράντα μήκους 247 μέτρων και πλάτους έως 17,4 μέτρων, η οποία στηριζόταν σε έναν ψηλό τοίχο αντιστήριξης και πλαισιωνόταν στη μακριά πλευρά από μια στοά. Προερχόμενος από την Άνω αγορά, θα μπορούσε κανείς να εισέλθει σε αυτό το χώρο από έναν πύργο στο νότιο άκρο. Αυτό το θέατρο δεν είχε χώρο για την κυκλική ορχήστρα, κάτι που ήταν φυσιολογικό σε ένα ελληνικό θέατρο, έτσι χτίστηκε μόνο ένα ξύλινο κτήριο σκηνής, που μπορούσε να κατεδαφιστεί, όταν δεν γινόταν παράσταση. Έτσι, η θέα κατά μήκος των κερκίδων του θεάτρου προς τον Ναό του Διονύσου στο βόρειο άκρο ήταν ανεμπόδιστη. Ένα μαρμάρινο κτήριο της σκηνής χτίστηκε μόλις τον 1ο αιώνα π.Χ. Πρόσθετα θέατρα χτίστηκαν στη ρωμαϊκή περίοδο, το ένα στη νέα ρωμαϊκή πόλη και το άλλο στο ιερό του Ασκληπιού.[26][27]

Ναός του Διονύσου

Στην Πέργαμο, ο Διόνυσος είχε το επίθετο Καθηγεμών, «ο οδηγός»,[28] και λατρευόταν ήδη το τελευταίο τρίτο του 3ου αιώνα π.Χ., όταν οι Ατταλίδες τον έκαναν τον κύριο θεό της δυναστείας τους.[29] Τον 2ο αιώνα π.Χ., ο Ευμένης Β' (πιθανώς) έχτισε ναό για τον Διόνυσο στο βόρειο άκρο των κερκίδων του θεάτρου. Ο μαρμάρινος ναός βρίσκεται σε εξέδρα, 4,5 μέτρα πάνω από το επίπεδο των κερκίδων του θεάτρου και ήταν τετράστυλος πρόστυλος ναός ιωνικού ρυθμού.[30] Ο πρόναος είχε πλάτος τεσσάρων κιόνων και βάθος δύο κιόνων και προσεγγιζόταν από μια σκάλα είκοσι πέντε σκαλοπατιών.[31] Σώζονται μόνο λίγα ίχνη της ελληνιστικής δομής του κτηρίου. Η πλειονότητα της σωζόμενης κατασκευής προέρχεται από μια ανακατασκευή του ναού, που πιθανότατα έλαβε χώρα υπό τον Καρακάλλα, ή ίσως υπό τον Αδριανό.[32]

Ο παλαιότερος ναός της Περγάμου είναι το ιερό της Αθηνάς από τον 4ο αιώνα π.Χ. Ήταν ένας δωρικός περίπτερος ναός με βόρειο προσανατολισμό με έξι κίονες στη κοντή πλευρά και δέκα στη μακριά και ένα σηκό χωρισμένο σε δύο δωμάτια. Τα θεμέλια, με διαστάσεις περίπου 12,70 x 21,80 μέτρα, είναι ορατά ακόμη και σήμερα. Οι κίονες είχαν ύψος περίπου 5,25 μέτρα, διάμετρο 0,75 μέτρα και η απόσταση μεταξύ των κιόνων ήταν 1,62 μέτρα, επομένως η κιονοστοιχία ήταν πολύ ελαφριά για έναν ναό αυτής της περιόδου. Αυτό ταιριάζει με το σχήμα των τριγλύφων, τα οποία συνήθως αποτελούνται από μια ακολουθία δύο τρίγλυφων και δύο μετόπες, αλλά αντίθετα αποτελούνται από τρία τρίγλυφα και τρεις μετόπες. Οι κίονες του ναού είναι χωρίς αυλακώσεις και διατηρούνται προεξοχές, αλλά δεν είναι σαφές, εάν αυτό ήταν αποτέλεσμα απροσεξίας ή ατελείας.

Μια διώροφη στοά, που περιβάλλει τον ναό στις τρεις πλευρές του προστέθηκε κάτω από τον Ευμένη Β', μαζί με το πρόπυλο στη νοτιοανατολική γωνία, το οποίο βρίσκεται σήμερα, σε μεγάλο βαθμό ανακατασκευασμένο, στο Μουσείο της Περγάμου στο Βερολίνο. Το κιγκλίδωμα του ανώτερου επιπέδου της βόρειας και της ανατολικής στοάς ήταν διακοσμημένο με ανάγλυφα, που απεικόνιζαν όπλα, που μνημόνευαν τη στρατιωτική νίκη του Ευμένη Β'. Η κατασκευή συνδύαζε ιωνικούς κίονες και δωρικά τρίγλυφα (εκ των οποίων σώζονται πέντε τρίγλυφα και μετόπες). Στον χώρο του ιερού, ο Άτταλος Α' και ο Ευμένης Β' κατασκεύασαν μνημεία νίκης, με κυριότερα τα γαλατικά αφιερώματα. Η βόρεια στοά φαίνεται ότι ήταν ο χώρος της Βιβλιοθήκης της Περγάμου.[33]

Η Βιβλιοθήκη της Περγάμου ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στον αρχαίο ελληνικό κόσμο μετά τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, με τουλάχιστον 200.000 ειλητάρια. Η θέση του κτηρίου της βιβλιοθήκης δεν είναι βέβαιη. Από τις ανασκαφές του 19ου αιώνα, έχει γενικά ταυτιστεί με ένα παράρτημα της βόρειας στοάς του ιερού της Αθηνάς στην Άνω Ακρόπολη, που χτίστηκε από τον Ευμένη Β'.[34] Επιγραφές στο γυμνάσιο που αναφέρουν βιβλιοθήκη μπορεί να υποδεικνύουν, ωστόσο, ότι το κτήριο βρισκόταν σε αυτήν την περιοχή.[35][36]

Ένας μεγάλος χώρος γυμναστηρίου χτίστηκε τον 2ο αιώνα π.Χ. στη νότια πλευρά της Ακρόπολης. Αποτελούνταν από τρεις αναβαθμίδες, με την κύρια είσοδο στη νοτιοανατολική γωνία της χαμηλότερης σειράς. Η χαμηλότερη και νοτιότερη αναβαθμίδα είναι μικρή και σχεδόν απαλλαγμένη από κτήρια. Είναι γνωστό ως Κάτω Γυμνάσιο και έχει χαρακτηριστεί ως το Γυμνάσιο των Αρρένων.[37] Η μεσαία αναβαθμίδα είχε μήκος περίπου 250 μέτρα και πλάτος 70 μέτρα στο κέντρο. Στη βόρεια πλευρά του υπήρχε μια διώροφη αίθουσα. Στο ανατολικό τμήμα της αναβαθμίδας υπήρχε ένας μικρός πρόστυλος ναός κορινθιακού ρυθμού.[38]Ένα στεγασμένο στάδιο, γνωστό ως Υπόγειο Στάδιο βρίσκεται ανάμεσα στη μεσαία και την επάνω αναβαθμίδα.[39]

Η επάνω αναβαθμίδα είχε διαστάσεις 150 x 70 μέτρα τετραγωνικά, καθιστώντας την τη μεγαλύτερη από τις τρεις βεράντες. Αποτελούνταν από μια αυλή που περιβάλλεται από στοές και άλλες κατασκευές, διαστάσεων περίπου 36 x 74 μέτρα. Αυτό το συγκρότημα αναγνωρίζεται ως παλαίστρα και διέθετε μια αίθουσα διαλέξεων σε σχήμα θεάτρου πέρα ​​από τη βόρεια στοά, η οποία είναι πιθανώς ρωμαϊκής εποχής και μια μεγάλη αίθουσα δεξιώσεων στο κέντρο. Περαιτέρω δωμάτια αβέβαιης λειτουργίας ήταν προσβάσιμα από τις στοές. Στα δυτικά βρισκόταν ένας ιωνικός ναός με νότιο προσανατολισμό, το κεντρικό ιερό του γυμνασίου. Η ανατολική περιοχή αντικαταστάθηκε με συγκρότημα λουτρών στα ρωμαϊκά χρόνια. Περαιτέρω ρωμαϊκά λουτρά κατασκευάστηκαν στα δυτικά του ιωνικού ναού.[40]

Ιερό της Ήρας από τα δυτικά

Το ιερό της Ήρας Βασίλισσας βρισκόταν βόρεια της επάνω βεράντας του γυμνασίου. Η δομή του βρίσκεται σε δύο παράλληλες αναβαθμίδες, το νότιο περίπου 107,4 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και το βόρειο περίπου 109,8 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Ο Ναός της Ήρας βρισκόταν στη μέση της επάνω βεράντας, με νότιο προσανατολισμό, με μια εξέδρα πλάτους 6 μέτρων στα δυτικά και ένα κτήριο του οποίου η λειτουργία είναι πολύ ασαφής στα ανατολικά. Οι δύο αναβαθμίδες ενώνονταν με μια σκάλα έντεκα σκαλοπατιών πλάτους περίπου 7,5 μέτρων, που κατέβαινε από το μπροστινό μέρος του ναού.

Ο ναός είχε περίπου 7 μέτρα πλάτος επί 12 μέτρα μήκος και βρισκόταν σε ένα θεμέλιο με τρία σκαλοπάτια. Ήταν ένας δωρικός ναός τετράστυλος, με τρία τρίγλυφα και μετόπες για κάθε άνοιγμα στο επιστύλιο. Όλα τα άλλα κτίσματα του ιερού ήταν κατασκευασμένα από τραχύτη, αλλά το ορατό μέρος του ναού ήταν από μάρμαρο ή τουλάχιστον είχε μαρμάρινη επένδυση. Η βάση της λατρευτικής εικόνας μέσα στο σηκό στήριζε τρία λατρευτικά αγάλματα.

Τα σωζόμενα λείψανα της επιγραφής στο επιστύλιο δείχνουν ότι το κτήριο ήταν ο ναός της Ήρας Βασίλισσας και ότι ανεγέρθηκε από τον Άτταλο Β'.[41]

Το Ιερό της Δήμητρας από τα ανατολικά

Το Ιερό της Δήμητρας καταλάμβανε έκταση 50 x 110 μέτρων στο μεσαίο επίπεδο της νότιας πλαγιάς της ακρόπολης. Το ιερό ήταν παλιό. Η δραστηριότητά του εντοπίζεται στον τέταρτο αιώνα π.Χ.

Η είσοδος στο ιερό γινόταν από ένα πρόπυλο από τα ανατολικά, που οδηγούσε σε μια αυλή, που περιβαλλόταν από στοές από τις τρεις πλευρές. Στο κέντρο του δυτικού μισού αυτής της αυλής βρισκόταν ο ιωνικός ναός της Δήμητρας, ένας ευθύς απλός ναός, διαστάσεων 6,45 x 12,7 μέτρα, με προστώο κορινθιακού ρυθμού, που προστέθηκε στην εποχή του Αντωνίνου του Ευσεβούς. Η υπόλοιπη κατασκευή ήταν ελληνιστικής εποχής, χτισμένη με ντόπιο μάρμαρο και είχε μαρμάρινη ζωφόρο διακοσμημένη με βουκράνια. Περίπου 9,5 μέτρα μπροστά από το ανατολικό κτήριο υπήρχε ένας βωμός, ο οποίος είχε μήκος 7 μέτρα και πλάτος 2,3 μέτρα. Ο ναός και ο βωμός χτίστηκαν για τη Δήμητρα από τον Φιλέταιρο, τον αδελφό του Ευμένη και τη μητέρα τους Βόα.

Στο ανατολικό τμήμα της αυλής υπήρχαν πάνω από δέκα σειρές καθισμάτων απλωμένα μπροστά από τη βόρεια στοά για τους συμμετέχοντες στα μυστήρια της Δήμητρας. Περίπου 800 μυημένοι μπορούσαν να χωρέσουν σε αυτές τις θέσεις.[42]

Ιερό του Ασκληπιού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τρία χιλιόμετρα νότια της Ακρόπολης (39° 7′ 9″ N, 27° 9′ 56″ E), κάτω στην κοιλάδα, υπήρχε το Ιερό του Ασκληπιού (γνωστό και ως Ασκληπιείο), του θεού της θεραπείας. Η προσέγγιση στο Ασκληπιείο γινόταν κατά μήκος 820 μέτρων με κιονοστοιχία ιερού δρόμου. Σε αυτό το μέρος άνθρωποι με προβλήματα υγείας μπορούσαν να κάνουν μπάνιο στο νερό της ιερής πηγής και στα όνειρα των ασθενών εμφανιζόταν ο Ασκληπιός σε όραμα, για να τους πει πώς να θεραπεύσουν την ασθένειά τους. Η αρχαιολογία έχει βρει πολλά δώρα και αφιερώσεις, που οι άνθρωποι έκαναν μετά, όπως μικρά μέρη σώματος από τερακότα, που αναμφίβολα αντιπροσωπεύουν αυτό το σημείο του σώματος, που είχε θεραπευτεί. Ο Γαληνός, ο πιο διάσημος γιατρός της αρχαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και προσωπικός γιατρός του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου, εργάστηκε στο Ασκληπιείο για πολλά χρόνια.[43] Αξιοσημείωτα σωζόμενα κτήρια στο Ασκληπιείο περιλαμβάνουν:

  • το ρωμαϊκό θέατρο
  • η Βόρεια Στοά
  • η Νότια Στοά
  • ο ναός του Ασκληπιού
  • ένα κυκλικό κέντρο θεραπείας (μερικές φορές γνωστό ως ο Ναός του Τελεσφόρου)
  • μια θεραπευτική πηγή
  • μια υπόγεια διάβαση
  • μια βιβλιοθήκη
  • η Via Tecta (ή η Ιερά Οδός, που είναι ένας δρόμος με κιονοστοιχία, που οδηγεί στο ιερό) και
  • ένα πρόπυλο

Η άλλη αξιοσημείωτη κατασκευή της Περγάμου είναι ο μεγάλος ναός των αιγυπτιακών θεών Ίσιδος και/ή Σέραπις, γνωστός σήμερα ως «Κόκκινη Βασιλική» (ή Kızıl Avlu στα τουρκικά),[44] περίπου ένα χιλιόμετρο νότια της Ακρόπολης (39 7' 19" N, 27 11' 1" E). Αποτελείται από ένα κεντρικό κτήριο και δύο στρογγυλούς πύργους μέσα σε ένα τεράστιο τέμενος ή ιερό χώρο. Οι πύργοι του ναού, που πλαισιώνουν το κεντρικό κτήριο είχαν αυλές με πισίνες, που χρησιμοποιούνταν για πλύσεις σε κάθε άκρο, πλαισιωμένες από στοές στις τρεις πλευρές. Το προαύλιο του ναού της Ίσιδος/Σαράπις εξακολουθεί να υποστηρίζεται από τη γέφυρα της Περγάμου πλάτους 193 μέτρων, τη μεγαλύτερη γέφυρα της αρχαιότητας.[45]

Μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού στην περιοχή τον 5ο αιώνα μ.Χ. το ιερό αυτό μετατράπηκε σε χριστιανική βασιλική και αφιερώθηκε στον Άγιο Ιωάννη. Στο χώρο της βασιλικής βρέθηκε μία μαρμάρινη κολυμβήθρα, η οποία έχει το σχήμα του ελεύθερου σταυρού εξωτερικά.[44]

Σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, το έτος 92 ο Άγιος Αντύπας, ο πρώτος επίσκοπος της Περγάμου, που χειροτονήθηκε από τον Απόστολο Ιωάννη, έπεσε θύμα μιας πρώιμης σύγκρουσης μεταξύ των πιστών του Σέραπι και των χριστιανών. Ένας εξαγριωμένος όχλος λέγεται ότι έκαψε ζωντανό τον άγιο Αντίπα μπροστά στον ναό μέσα σε ένα θυμιατό που είχε τη μορφή του ταύρου του Φάλαρη, το οποίο παρίστανε τον θεό ταύρο Άπις.[46] Το μαρτύριο του είναι ένα από τα πρώτα, που καταγράφηκαν στη χριστιανική ιστορία, που τονίστηκε από την ίδια την Αγία Γραφή μέσω του μηνύματος, που εστάλη στην Εκκλησία της Περγάμου στο Βιβλίο της Αποκάλυψης.

Πανοραμική άποψη της Περγάμου και της σύγχρονης πόλης Μπέργκαμα.
  1. «An Inventory of Archaic and Classical Poleis». (Αγγλικά) Inventory of Archaic and Classical Poleis. 2004.
  2. (Αγγλικά) GeoNames. 2005. Ανακτήθηκε στις 6  Απριλίου 2015.
  3. Revelation 1:11
  4. Altertümer von Pergamon. 1.1, pp. 47–50.
  5. Altertümer von Pergamon. 1.2, pp. 148–152.
  6. Jörg Schäfer: Hellenistische Keramik aus Pergamon. de Gruyter, Berlin 1968, p. 14 (Pergamenische Forschungen. Vol. 2).
  7. Kurt Bittel, "Zur ältesten Besiedlungsgeschichte der unteren Kaïkos-Ebene," in Kurt Bittel (ed.): Kleinasien und Byzanz. Gesammelte Aufsätze zur Altertumskunde und Kunstgeschichte. Martin Schede zu seinem sechzigsten Geburtstag am 20. Oktober 1943 im Manuskript überreicht. W. de Gruyter, Berlin 1950, pp. 17–29 (Istanbuler Forschungen. Vol. 17).
  8. Xenophon, Anabasis 7.8.8; Hellenica 3.1.6.
  9. Xenophon, Anabasis 7.8.7–8.
  10. Altertümer von Pergamon. 8.2, pp. 578–581 No. 613.
  11. Πρότυπο:Catholic
  12. Errington, R. Malcolm (2008). A History of the Hellenistic World: 323–30 BC. Blackwell History of the Ancient World. 13. Oxford: Blackwell Publishing. ISBN 9781444359596. 
  13. P. Green, Alexander to Actium. The historical evolution of the Hellenistic age, p. 168.
  14. Elizabeth Kosmetatou, "The Attalids of Pergamon" in Andrew Erskine, Companion to the Hellenistic World. Blackwell Publishing, 2003. pp.159-174.
  15. Polybius 22.20.
  16. On Diodorus Pasparus, see Altertümer von Pergamon. 15.1, pp. 114–117.
  17. Pliny, Naturalis historia 5.126.
  18. 18,0 18,1 18,2 18,3 18,4 18,5 (Αγγλικά) Foss, Clive (1991). «Pergamon». Στο: Kazhdan, Alexander, επιμ. The Oxford Dictionary of Byzantium. Οξφόρδη και Νέα Υόρκη: Oxford University Press, σελ. 1628. ISBN 0-19-504652-8. 
  19. 19,0 19,1 19,2 19,3 19,4 19,5 19,6 Parry, V. J. (1960). «Bergama». Στο: Gibb, H. A. R., επιμ (στα αγγλικά). The Encyclopaedia of Islam, New Edition, Volume I: A–B. Λάιντεν: E. J. Brill, σελ. 1187. ISBN 90-04-08114-3. 
  20. E.J. Brill's first encyclopaedia of Islam, 1913–1936 - Page 526
  21. On the Pergamon altar, see Wolf-Dieter Heilmeyer (ed.), Der Pergamonaltar. Die neue Präsentation nach Restaurierung des Telephosfrieses. Wasmuth, Tübingen 1997, (ISBN 3-8030-1045-4); Huberta Heres & Volker Kästner: Der Pergamonaltar. Zabern, Mainz 2004 (ISBN 3-8053-3307-2)
  22. Tucker, pp. 28–29.
  23. Revelation 2:13
  24. Yeomans, S., Ancient Pergamon, Bible History Daily article published in 2013, accessed 10 October 2018
  25. On the Trajaneum: Jens Rohmann: Die Kapitellproduktion der römischen Kaiserzeit in Pergamon. W. de Gruyter, Berlin – New York 1998, (ISBN 3-11-015555-9), pp. 8–38 (Pergamenische Forschungen. Vol. 10); Altertümer von Pergamon. Vol. 2; earlier research in Gottfried Gruben: Die Tempel der Griechen. 3rd edition. Hirmer, München 1980, pp. 434–435.
  26. Altertümer von Pergamon. IV; Gottfried Gruben: Die Tempel der Griechen. 3rd edition. Hirmer, München 1980, pp. 439–440.
  27. «The Acropolis Theater at Pergamum, Turkey». www.whitman.edu. Ανακτήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2007. 
  28. On Dionysus Kathegemon, see Erwin Ohlemutz: Die Kulte und Heiligtümer der Götter in Pergamon. Würzburg 1940, pp. 99–122.
  29. Helmut Müller, "Ein neues hellenistisches Weihepigramm aus Pergamon," Chiron 1989, pp. 539–553.
  30. Καμάρα, Αφροδίτη (9 Ιουνίου 2005). «Πέργαμον (Αρχαιότητα)». Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού - Μικρά Ασία. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Ανακτήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2022. 
  31. Wolfgang Radt, Pergamon: Geschichte und Bauten einer antiken Metropole. Darmstadt 1999, p. 189.
  32. Wolfgang Radt, Pergamon: Geschichte und Bauten einer antiken Metropole. Darmstadt 2005, p. 190.
  33. Altertümer von Pergamon. II; Gottfried Gruben: Die Tempel der Griechen. 3. Auflage. Hirmer, München 1980, pp. 425–429.
  34. Altertümer von Pergamon. II, p. 56–88.
  35. Harald Mielsch, "Die Bibliothek und die Kunstsammlung der Könige von Pergamon," Archäologischer Anzeiger. 1995, pp. 765–779.
  36. Kekeç 1989, p. 40.
  37. On the Lower Terrace: Altertümer von Pergamon. VI, pp. 5–6, 19–27.
  38. Altertümer von Pergamon. VI, pp. 40–43.
  39. On the Middle gymnasium: Altertümer von Pergamon. VI, pp. 5, 28–43.
  40. On the upper terrace: Altertümer von Pergamon. VI, pp. 4, 43–79.
  41. On the Sanctuary of Hera: Altertümer von Pergamon. VI, pp. 102–110, Tables I-II, IV–V, VI–VII, VIII, X–XI, XVIII, XXXII, XXXIII, XXXIV, XXXV.
  42. On the sanctuary of Demeter, see: Altertümer von Pergamon. XIII; earlier research in Gottfried Gruben, Die Tempel der Griechen. 3rd edition. Hirmer, München 1980, pp. 437–440.
  43. Tucker, p. 36.
  44. 44,0 44,1 Βολανάκης, Ιωάννης Ηλ (2008-01-01). «Χριστιανικές αρχαιότητες και μνημεία της Μικράς Ασίας». Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών 15: 163–256. doi:10.12681/deltiokms.261. ISSN 2459-2579. https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/deltiokms/article/view/2642. 
  45. Grewe & Özis 1994, σελίδες 350, 352
  46. Tucker, p. 34.
  • Grewe, Klaus; Özis, Ünal (1994). «Die antiken Flußüberbauungen von Pergamon und Nysa (Türkei)» (στα γερμανικά). Antike Welt 25 (4): 348–352. 
  • Hansen, Esther V. (1971). The Attalids of Pergamon. Ithaca, New York: Cornell University Press; London: Cornell University Press Ltd. (ISBN 0-8014-0615-3).
  • Kekeç, Tevhit. (1989). Pergamon. Istanbul, Turkey: Hitit Color. (ISBN 9789757487012).
  • Kosmetatou, Elizabeth (2003) "The Attalids of Pergamon," in Andrew Erskine, ed., A Companion to the Hellenistic World. Oxford: Blackwell: pp. 159–174. (ISBN 1-4051-3278-7).
  • McEvedy, Colin (2012). Cities of the Classical World. Penguin Global
  • Nagy, Gregory (1998). "The Library of Pergamon as a Classical Model," in Helmut Koester, ed., Pergamon: Citadel of the Gods. Harrisburg PA: Trinity Press International: 185-232.
  • Nagy, Gregory (2007). "The Idea of the Library as a Classical Model for European Culture," http://chs.harvard.edu/publications.sec/online_print_books.ssp/ Αρχειοθετήθηκε 2013-04-15 στο Wayback Machine.. Center for Hellenic Studies
  • Tucker, Jack (2012). Innocents Return Abroad: Exploring Ancient Sites in Western Turkey. ISBN 9781478343585. 
  • Xenophon. Xenophon in Seven Volumes, Carleton L. Brownson. Harvard University Press, Cambridge, MA; William Heinemann, Ltd., London. vol. 1 (1918), vol. 2 (1921), vol. 3 (1922).

Περαιτέρω ανάγνωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Hansen, Esther Violet. 1971. The Attalids of Pergamon. 2nd ed., rev., and expanded. Ithaca: Cornell University Press.
  • Radt, Wolfgang. 1984. Pergamon, Archeological Guide. 3rd ed. Istanbul: Türkiye Turing Ve Otomobil Kurumu.
  • Shipley, Graham. 2000. The Greek world after Alexander 323–30 BC. London: Routledge.
  • Walbank, Frank W. 1993. The Hellenistic world. Revised ed. Cambridge, MA: Harvard Univ. Press.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]