Μετάβαση στο περιεχόμενο

Θόας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Με το όνομα Θόας ή Θόαντας (< θέω (τρέχω, επιταχύνω), «ο γρήγορος, ο πάντοτε έτοιμος»[εκκρεμεί παραπομπή]) αναφέρονται στην ελληνική μυθολογία τουλάχιστον έξι διαφορετικά πρόσωπα, τα εξής:

  1. Γιος του θεού Διονύσου και της Αριάδνης. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ήταν γιος του Θησέα και της Αριάδνης, όπως και τα αδέλφια του Στάφυλος και Οινοπίων. Ο Θόας συνήθως φέρεται να έχει γεννηθεί στη Λήμνο και να βασίλεψε στη Μύρινα, πόλη που πήρε το όνομά της από τη σύζυγό του. Ο Θόας και η Μύρινα απέκτησαν μία κόρη, την Υψιπύλη. Αρκετά χρόνια μετά, όταν οι γυναίκες της Λήμνου, ύστερα από κατάρα της Αφροδίτης, αποφάσισαν να σκοτώσουν τους άντρες τους, μόνο ο Θόας γλύτωσε από τη γενική σφαγή, καθώς η Υψιπύλη του έδωσε το σπαθί με το οποίο θα έπρεπε να τον σκοτώσουν και τον οδήγησε μεταμφιεσμένο στον ναό του Διονύσου, όπου και τον έκρυψε. Την άλλη μέρα τον συνόδευσε ως τη θάλασσα, μεταμφιεσμένο σε Διόνυσο πάνω στο τελετουργικό άρμα, προσποιούμενη ότι πήγαινε να καθαρίσει το ξόανο του θεού από τη νυκτερινή αιματοχυσία. Από την ακτή, ο Θόας βρήκε την ευκαιρία να διαφύγει με μία βάρκα στη Σίκινο, τη Χίο ή την Ταυρίδα (στην εκδοχή που τον συγχέει με τον τρίτο Θόαντα, βλ. παρακάτω). Στη Χίο πάντως βασίλευε ο αδελφός του, ο Οινοπίων.
  2. Γιος του Ιάσονα και της Υψιπύλης, και επομένως εγγονός του προηγούμενου. Αναφέρεται και με τα ονόματα Δηίπυλος ή Νεβρόφονος. Προσπάθησε, μαζί με τον δίδυμο αδελφό του Εύνηο (ή Ευνέα ή Ευνέως), να απελευθερώσει τη μητέρα του, που είχε πουληθεί ως δούλη και υπηρετούσε στο παλάτι του βασιλιά της Νεμέας, πιθανώς του Λυκούργου. Ο Ευριπίδης είχε γράψει ένα σχετικό δράμα με τον τίτλο "Υψιπύλη", του οποίου διασώθηκαν αποσπάσματα.
  3. Βασιλιάς της Ταυρίδας την εποχή που η Ιφιγένεια έφθασε εκεί και έγινε ιέρεια της Αρτέμιδας. Κάποιες πηγές ταυτίζουν αυτόν τον Θόαντα με τον πρώτο, που είχε φύγει κρυφά από τη Λήμνο. Αργότερα, όταν ο Ορέστης και ο Πυλάδης έφθασαν στη Ταυρική, ο Θόας θέλησε να τους θυσιάσει, σύμφωνα με το έθιμο του τόπου. Οι δύο εξάδελφοι όμως κατόρθωσαν να διαφύγουν με την Ιφιγένεια και το ξόανο της θεάς. Ο Θόαντας τους κατεδίωξε μέχρι την πόλη Σμίνθιο της Τρωάδας, όπου ιερέας του Απόλλωνα ήταν ο Χρύσης, γνωστός από την Ιλιάδα. Ο Χρύσης είχε μαζί του τον γιο της κόρης του, της Χρυσηίδας, και του Αγαμέμνονα. Το παιδί αυτό λεγόταν επίσης Χρύσης. Μόλις έφθασαν οι φυγάδες καταδιωκόμενοι από τον Θόαντα, ο νεαρός Χρύσης τους συνέλαβε και ετοιμαζόταν να τους παραδώσει στον Θόαντα. Ο παππούς του τότε του απεκάλυψε ότι ήταν γιος του Αγαμέμνονα και συνεπώς ετεροθαλής αδελφός των δύο από τους τρεις συλληφθέντες. Κατόπιν αυτού, ο νεαρός Χρύσης σκότωσε τον Θόαντα και ακολούθησε τα αδέλφια του στις Μυκήνες.
  4. Γιος του Ανδραίμονα και της Γόργης. Στον «κατάλογο των πλοίων» της Ιλιάδας ο Θόας αναφέρεται ως διαπρεπής Αιτωλός (οπωσδήποτε μνηστήρας της Ελένης), που πήρε μέρος στην εκστρατεία κατά της Τροίας με 40 πλοία (Β 638). Λέγεται επίσης ότι ήταν από αυτούς που μπήκαν μέσα στον Δούρειο Ίππο. Αυτός ο Θόας ήταν ανιψιός του Μελεάγρου από τη μητέρα του. Ο Απολλόδωρος γράφει ότι στην αυλή του κατέφυγε ο Οδυσσέας όταν τον κατεδίωξε ο Νεοπτόλεμος. Ο Οδυσσέας απέκτησε μαζί με την κόρη αυτού του Θόαντα ένα γιο, τον Λεοντόφονο. Κατά τον Τρωικό Πόλεμο ο Θόας παραμόρφωσε το πρόσωπο του Οδυσσέα με χτυπήματα μαστιγίου, ώστε να μπορέσει ο πανούργος ήρωας να περάσει χωρίς να τον αναγνωρίσουν τις πύλες της Τροίας και να δει την Ελένη για να συνεννοηθεί μαζί της με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να αλώσουν την πόλη. Μετά το τέλος του Τρωικού Πολέμου ο Θόας είτε επέστρεψε στην Αιτωλία, είτε πήγε στην Ιταλία.
  5. Κορίνθιος ήρωας, γιος του Όρνυτου, εγγονός του Σισύφου και της Πλειάδας Μερόπης και αδελφός του Φώκου. Ο αδελφός του έφυγε για τη Φωκίδα, η οποία πήρε και το όνομά του, ενώ ο Θόας έμεινε στην Κόρινθο, όπου και κράτησε την εξουσία μετά τον θάνατο του πατέρα του. Παρέμεινε βασιλιάς της Κορίνθου μέχρι την έλευση των Ηρακλειδών. Αυτός ο Θόας είχε ένα γιο, τον Δαμοφώντα.
  6. Με το όνομα Θόας αναφέρεται από μερικούς και ένας γιος του Ικαρίου, αδελφός της Πηνελόπης.
  • Lorenzo Rocci (1956). Vocabolario Greco-Italiano. Società Ed. Dante Alighieri srl. σελίδες 882, 889.  (Ιταλικά)