Πάπας Γρηγόριος Α΄

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πάπας Άγιος
Γρηγόριος Α΄
Από3 Σεπτεμβρίου 590
Έως12 Μαρτίου 604
ΠροκάτοχοςΠελάγιος Β΄
ΔιάδοχοςΣαβινιανός
Αγιοποίηση
Εορτασμός3 Σεπτεμβρίου (Καθολική Εκκλησία)
12 Μαρτίου (Ορθόδοξη Εκκλησία, Αγγλικανισμός, Λουθηρανισμός)
Τιμάται απόΡωμαιοκαθολική Εκκλησία (Άγιος Γρηγόριος ο Μέγας)
Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία (Όσιος Γρηγόριος ο Α΄ Διάλογος)
Αγγλικανισμό
Λουθηρανισμό
Σύμβολαπεριστέρι, βιβλίο, ποιμαντορική ράβδος, άμφια επισκόπου με ωμοφόριο, ευαγγέλιο, δεξί χέρι σε ευλογία, βιβλίο ή χαρτί με μουσικές νότες, μοναστική κουρά
Προστάτης(Δύση) μουσικοί, τραγουδιστές, μαθητές, δάσκαλοι, πάπες, παπάτο, παιδιά εκκλησιαστικής χορωδίας
ΠολιούχοςΔυτικές Ινδίες

Ο Πάπας Γρηγόριος Α΄ (Papa Gregorio I, 540 - 12 Μαρτίου 604), κοινώς γνωστός ως Άγιος Γρηγόριος ο Μέγας, ήταν Πάπας Ρώμης της Χριστιανικής Εκκλησίας, από τις 3 Σεπτεμβρίου του 590 έως τον θάνατό του το 604. Είναι ο Ποντίφηκας με τον οποίο ξεκινά η μεσαιωνική περίοδος της Δυτικής Εκκλησίας. Στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία η μνήμη του τιμάται στις 3 Σεπτεμβρίου. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στους Πατέρες της Εκκλησίας. Είναι επίσης και οι εισηγητής του γρηγοριανού μέλους ως μουσικής των ιερών ακολουθιών της Δυτικής Εκκλησίας, το οποίο φέρει και το όνομά του. Στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι γνωστός ως Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος και η μνήμη του τιμάται στις 12 Μαρτίου. Στην Ανατολή του δόθηκε η προσωνυμία Διάλογος, εξαιτίας ενός ομώνυμου έργου του ("Liber Dialogorum" - Βιβλίο Διαλόγων).

Η ζωή του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γρηγόριος, Πάπας από το 590 έως το 604, και ο τελευταίος των λατίνων Πατέρων της Δυτικής Εκκλησίας, γεννήθηκε στη Ρώμη γύρω στο έτος 540. Ανήκε στην ευγενή χριστιανική οικογένεια της Ρώμης, τους Ανικίους[1], και ο πατέρας του ήταν μέλος της ρωμαϊκής συγκλήτου. Η οικογένειά του είχε αναδείξει ήδη δύο Επισκόπους Ρώμης. Η μητέρα του, Σύλβια και δύο από τις αδελφές του πατέρα του αγιοποιήθηκαν από την Εκκλησία. Στα παιδικά και νεανικά του χρόνια έζησε τις οδυνηρές εμπειρίες των βαρβαρικών επιδρομών εναντίον της Ρώμης. Έλαβε πολύ καλή μόρφωση, σπούδασε νομικά[1] και αρχικά ασχολήθηκε με τα κοινά. Το 573, σε ηλικία τριάντα τριών ετών, ο Γρηγόριος διορίστηκε Praefectus Urbi (έπαρχος της πόλης της Ρώμης), μια θέση ιδιαίτερα σημαντική, αλλά παραιτήθηκε μέσα σε ένα έτος για να ακολουθήσει τη μοναστική ζωή. Ίδρυσε με τη μεγάλη περιουσία του επτά μοναστήρια, εκ των οποίων τα έξι βρίσκονταν στα οικογενειακά του κτήματα στη Σικελία. Ένα έβδομο, που αφιέρωσε στον Άγιο Ανδρέα, δημιουργήθηκε στο Clivus Scauri της Ρώμη. Είναι πιθανό, τα μοναστήρια που ίδρυσε, να ακολουθούσαν το μοναστικό πρότυπο του οσίου Βενεδίκτου, αφού ο Γρηγόριος έτρεφε ιδιαίτερο θαυμασμό προς το μεγάλο διδάσκαλο του κοινοβιακού μοναχισμού και συνέγραψε και την μοναδική αξιόπιστη βιογραφία του οσίου.

Στα 578 η φήμη του ήταν τέτοια που ο Πάπας Βενέδικτος Α΄ (Benedictus I) τον διόρισε ως έναν από τους επτά Regionarii (διακόνους) της Ρώμης. Το επόμενο έτος απεστάλη από τον Πάπα Πελάγιο Β' (Pelagius ΙΙ) Αποκρισάριος (nuntius) στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης[1]. Παρέμεινε στην Πόλη μέχρι το έτος 586, όπου απόκτησε πλούσιες εμπειρίες, χωρίς όμως να μάθει την ελληνική γλώσσα. Το ενδιαφέρον για την πατρίδα του υπήρξε αμείωτο, αφού παρακαλούσε τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο (582-602) να αντιμετωπίσει τη λογγοβαρδική εισβολή στην Ιταλία.

Μετά την επιστροφή του στη Ρώμη ο Γρηγόριος υπηρέτησε ως ηγούμενος στη Μονή του Αγίου Ανδρέα για περίπου πέντε έτη και παράλληλα εργάστηκε ως σύμβουλος και γραμματέας του Πάπα Πελάγιου Β΄. Το 590 η ζωή του άλλαξε ριζικά όταν ο Πελάγιος πέθανε και ο ίδιος επελέγη ομόφωνα ως διάδοχός του. Ενθρονίστηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους.

Το έργο του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γρηγόριος χαρακτηρίστηκε από τους ιστορικούς ως ο πρώτος πάπας του Μεσαίωνα. Η αρχιερατεία του υπήρξε πετυχημένη, αφού κατόρθωσε και κέρδισε το σεβασμό, την αποδοχή, αλλά και τη συμπάθεια όλων, ακόμα και των αντιπάλων του. Στα χρόνια που παρέμεινε στον παπικό θρόνο, ο δυτικός κόσμος ήταν σε αναταραχή. Η Ιταλία ερημωνόταν από τους Λομβαρδούς (ή Λογγοβάρδους), και αντιμέτωπος με αυτήν την μανία ο αυτοκρατορικός Έξαρχος στη Ραβένα αποδεικνυόταν ανίσχυρος. Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι οι πολιτικές δυνάμεις ήταν ανίκανες να αναλάβουν την ασφάλεια των πολιτών τους, ο παπισμός, στο πρόσωπο του Γρηγορίου αναγκάστηκε να αναλάβει την ευθύνη για την ευημερία των ανθρώπων. Χρησιμοποιώντας τις δεξιότητες που είχε αποκτήσει όταν υπηρέτησε ως έπαρχος και πρεσβευτής, σύναψε συμφωνία στα 598 μεταξύ της Αγίας Έδρας και του Λομβαρδού δούκα Σπολέτο, σταματώντας την εισβολή και αποκαθιστώντας την ειρήνη και την ασφάλεια στη χώρα. Αναδιοργάνωσε επίσης τις απέραντες γαίες της εκκλησίας, στην περιοχή που εκτείνεται από την Τοσκάνη μέχρι τη Σικελία, εκεί που αργότερα θα ιδρύονταν τα παπικά κράτη. Μοναχός ο ίδιος, ο πρώτος που εξελέγη Πάπας, μεριμνά για τη διάδοση του μοναχισμού. Η αγγλοσαξωνική αποστολή του υπό την ηγεσία του Αγίου Αυγουστίνου του Καντέρμπουρυ, θα οδηγήσει τελικά στη μεταστροφή της Αγγλίας στον Χριστιανισμό. Αγωνίστηκε για την ομόνοια των επισκόπων της Ιλλυρίας και της βόρειας Ιταλίας από την ένταση που είχε δημιουργήσει η έριδα των Τριών Κεφαλαίων.

Αναμόρφωσε την παπική αυλή, πρόσφερε χρήματα στους φτωχούς από την κληρουχία του Αποστόλου Πέτρου, συντήρησε εκκλησιαστικά και δημόσια οικοδομήματα που υπέστησαν καταστροφές από τις βαρβαρικές επιδρομές, πλήρωνε στρατιωτικούς μισθούς και επανίδρυσε το Βικαριάτο της Αρελάτης (Αρλ). Κατά βάση υπήρξε νομιμόφρονας προς την αυτοκρατορική εξουσία, μολονότι εκδήλωσε κάποιες τάσεις παποκαισαρισμού.

Αντιμετώπισε τους Δονατιστές στη βόρεια Αφρική και έδειξε ουσιαστικό ενδιαφέρον για τον εκχριστιανισμό των ειδωλολατρών Λογγοβάρδων και τη μεταστροφή άλλων από τον Αρειανισμό στην Καθολική Εκκλησία.

Ο Γρηγόριος αντέδρασε στον τίτλο Οικουμενικός που, κατόπιν Συνοδικής απόφασης, εισήγαγε ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Δ΄ Νηστευτής (582-595). Θεώρησε τον τίτλο αυτό εσφαλμένη αξίωση που αντίκειται στο πνεύμα διακονίας που μετέφερε ο Χριστός στους Αποστόλους του[2]. Έτσι, από αντίδραση υιοθέτησε για τον εαυτό του τον τίτλο servus servorum Dei (δούλος των δούλων του Θεού), τίτλο που φέρουν οι Πάπες της Ρώμης μέχρι σήμερα. Παρά το γεγονός αυτό, στα έργα του πρόβαλε το πρωτείο του Αποστόλου Πέτρου και της Αγίας Έδρας: «Petrus namque auctore Deo sanctae Ecclesiae principatum tenens…», Liber Regulae Pastoralis II, 6, 88-89.

Αγωνίστηκε για την εξάλειψη της σιμωνίας και την πνευματική εξύψωση κληρικών και λαϊκών. Αναδιοργάνωσε την εκκλησιαστική ζωή, εκλαΐκευσε τα δόγματα της πίστης, ώστε να είναι κατανοητά από τον απλό πιστό, και αναθεώρησε τη λατινική λειτουργία, εισάγοντας το γρηγοριανό μέλος και ιδρύοντας Σχολή ιεροψαλτών (Schola cantorum). Σημαντική ήταν και η συνεισφορά του στην ζωγραφική, καθώς υποστήριξε την άποψη πως η απεικόνιση θρησκευτικών επεισοδίων εντός των εκκλησιών ήταν πολύ χρήσιμη, καθώς μπορούσε να προσφέρει στους αναλφάβητους πιστούς τα ίδια αποτελέσματα με αυτά της ανάγνωσης των Γραφών από όσους ήξεραν να διαβάζουν. Η άποψη αυτή, από έναν άνθρωπο με τόσο ισχυρή εξουσία, αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό γεγονός στην ιστορία της Δυτικής τέχνης.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος θεωρείται από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως δημιουργός/συγγραφέας της Λειτουργίας των Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων που τελείται κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και της Μεγάλης Εβδομάδος. Η Καθολική Εκκλησία δεν κάνει χρήση αυτής της λειτουργίας.

Ο Γρηγόριος κοιμήθηκε στις 12 Μαρτίου του έτους 604(Τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την ίδια μέρα (12 Μαρτίου)). Μετά από το θάνατό του αγιοποιήθηκε. Ονομάστηκε στη συνέχεια Πατέρας της Εκκλησίας και είναι ένας από τους δύο Ποντίφηκες (ο άλλος είναι ο Λέων Α') που περιβάλλεται με τον τίτλο Μέγας.

Εργογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Όσιος Γρηγόριος Α' υπαγορεύει ψαλμούς (γρηγοριανό μέλος)

Η εργογραφία του Γρηγορίου είναι πλούσια και χαρακτηρίζεται από την απλότητα του λόγου, τη σαφήνεια, τον καλό χειρισμό της γλώσσας και τη θεολογική εμβρίθεια. Η φήμη του ως εκκλησιαστικού Πατέρα στηρίζεται στις ιδέες που μετέδωσε στις μελέτες του για την πνευματική ζωή.

  • Liber Dialogorum (Βιβλίο Διαλόγων). Το έργο γράφτηκε ανάμεσα στα έτη 593-594. Αποτελείται από τέσσερα βιβλία. Σε αυτά εμπεριέχονται οι βίοι, τα θαύματα και οι προφητείες πολλών Ιταλών αγίων, κληρικών, μοναχών και λαϊκών. Μεταφράστηκε στην ελληνική γλώσσα από τον ελληνικής καταγωγής πάπα Ζαχαρία (741-752) και γρήγορα γνώρισε σημαντική διάδοση. Στο έργο αυτό οφείλει ο Γρηγόριος την προσωνυμία ο Διάλογος, η οποία του αποδόθηκε από την ανατολική εκκλησιαστική παράδοση.

Κριτική έκδοση του κειμένου βλ. στους τόμους 251(1978), 260(1979) και 265(1980) της σειράς SCh. Η ελληνική μετάφραση του Α΄, Γ΄ και Δ΄ Βιβλίου υπάρχει στην PL 77, 148 κεξ. , ενώ του Β΄ Βιβλίου στην PL 66, 126-203. Νεοελληνική μετάφραση του έργου εκπόνησε ο Ιερομ. Ιωάννης μ. (Μέσκος), Αγίου Γρηγορίου του Μεγάλου, Διάλογοι ήτοι Βίοι και θαύματα των εν Ιταλία οσίων και περί εξόδου ψυχών και αιωνιότητος, Βιβλία τέσσερα, Μετάφραση στα Νέα Ελληνικά – Πρόλογος – Εισαγωγή – Σημειώσεις, Έκδοσις Συνοδείας Ιερομ. Ιωάννου, Κελλίον «Κοιμήσεως της Θεοτόκου», Αγία Άννα - Άγιον Όρος 1988.

Το 1987, ο Francis Clark δημοσίευσε το δίτομο, περίπου 800 σελίδων βιβλίο του "The Pseudo-Gregorian Dialogues", (Οι Ψευδο-Γρηγοριανοί Διάλογοι) ισχυριζόμενος ότι οι Διάλογοι ήταν μια ψευδεπίγραφη "σύνθεση δανείων" (εράνισμα) από άλλες πηγές, δημιουργημένη σχεδόν έναν αιώνα μετά τον θάνατο του Γρηγορίου από κάποιον που είχε πρόσβαση στα παπικά αρχεία (γραφέα ή βιβλιοθηκάριο).

  • Liber Regulae Pastoralis (Βιβλίο Ποιμαντικού Κανόνα). Το έργο γράφτηκε το έτος 591. Πρόκειται στην ουσία για ένα ποιμαντικό εγχειρίδιο, που στοχεύει στην εξύψωση του λειτουργήματος του ιερέα και του μυστηρίου της ιερoσύνης. Είχε μεγάλη απήχηση στα μεταγενέστερα χρόνια, ενώ μέχρι και τις ημέρες μας προκαλεί το ενδιαφέρον στους ιερατικούς κύκλους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.

Το σύγγραμμα διαδόθηκε και στην ανατολική Εκκλησία. Ο ίδιος ο Γρηγόριος, σε Επιστολή του, η οποία γράφτηκε τον Ιανουάριο του έτους 602, παρέχει την πληροφορία πως το έργο είχε μεταφραστεί στα ελληνικά (Epistula 12, 6, CCL 140A, 976). Τη μετάφραση εκπόνησε ο πατριάρχης Αντιοχείας Αναστάσιος Β΄ (599-609), σύγχρονος του Γρηγορίου. Η μετάφραση αυτή, δυστυχώς, έχει χαθεί.

Την κριτική έκδοση του συγγράμματος βλ. στη σειρά SCh 381-382(1992).

  • Expositio in beatum Job, libri XXXV (Εξήγηση στο μακάριο Ιώβ, βιβλία 35). Το έργο φέρει και την ονομασία Moralia (Ηθικά). Με αυτόν τον τίτλο, άλλωστε, είναι περισσότερο γνωστό. Πρόκειται για σπουδαίο και εμβριθές ερμηνευτικό υπόμνημα με ηθικές προεκτάσεις. Το σύγγραμμα αυτό το αφιέρωσε στο φίλο του Λέανδρο Σεβίλλης, ο οποίος και τον παρότρυνε στη σύνταξή του.

Κριτική έκδοση του συγγράμματος βλ. στους τόμους 143, 143Α, 143Β (1979-1985) της σειράς CCL. Επίσης βλ. τους τόμους 32bis(1975), 212(1974), 221(1975) και 476(2003) της σειράς SCh.

  • Homiliae in Hiezechihelem prophetam (Ομιλίες στον προφήτη Ιεζεκιήλ), SCh 327(1986) και 360(1990).
  • XL Homiliarum in Evangelia Libri duo (40 Ομιλίες στα Ευαγγέλια, βιβλία δύο), PL 76, 1075-1312.
  • Expositio in Canticum Canticorum (Εξήγηση στο Άσμα Ασμάτων), SCh 314(1984).
  • Expositio in Librum primum Regum (Εξήγηση στο Βιβλίο Α΄ Βασιλειών), SCh 351(1989), 391(1993), 432(1998), 449(2000), 469(2003) και 482(2004).
  • Διασώθηκαν, επίσης, 814 Επιστολές του Γρηγορίου. Βλ. την έκδοσή τους στον 77ο τόμο της PL. Επίσης βλ. στη σειρά CCL 140-140A (1982) και στη σειρά SCh 370-371 (1991).

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιογράφος του Αγίου Γρηγορίου είναι ο Ιωάννης, διάκονος Ρώμης (έτος γέννησης άγνωστο, θάνατος πρό του 882 μ.Χ.). Ο Johannes, επονομαζόμενος Hymonides, ήταν γύρω στα μέσα του 9ου αιώνα μοναχός στο Monte Cassino, και αργότερα διάκονος της εκκλησίας της Ρώμης. Έχοντας καλή μόρφωση, συνδέθηκε στενά με τον Αναστάσιο, βιβλιοθηκάριο της Εκκλησίας της Ρώμης (θάνατος 879μ.Χ.), και κατά προτροπή του πάπα Ιωάννη VIII (872-82) συνέγραψε τον βίο του Αγίου Γρηγορίου, βασισμένος στα έργα του και σε αποσπάσματα επιστολών που είχαν διασωθεί στα παπικά αρχεία. Το έργο διαιρείται σε 4 τόμους: το Α' αφηγείται τη ζωή του Αγίου μέχρι την άνοδό του στον παπικό θρόνο. Το Β' το έργο του ως πάπα. Το Γ' την διδασκαλία του και το συγγραφικό του έργο. Το Δ' την πνευματική του εξέλιξη. Έκδοση Mabillon ("Acta SS. ord. S. Benedicti", I, 398-496; "Acta SS.", March, II, 137-211; P.L., LXXV, 50 sqq.).

  • F. Gastaldelli, "Teologia e retorica in S. Gregorio Magno", Salesianum 29(1967), 269-299.
  • G. Cremascoli, "La Bibbia nella 'Regula Pastoralis' di S. Gregorio Magno", Vetera Christianorum 6(1969), 47-70.
  • C. Dagens, "L' Église universelle et le monde oriental chez saint Grégoire le Grand", Istina 20(1975), 457-475.
  • του ίδιου, Saint Grégoire le Grand. Culture et expérience chrétienne, Paris 1977
  • L. La Piana, Teologia e ministeri della parola in S. Gregorio Magno, Palermo 1987
  • Gregorio Magno e il suo tempo, XIX Incontro di studiosi dell' antichità cristiana in collaborazione con l' École Française de Rome, Roma 9-12 maggio 1990, Roma 1991 [Συλλογικός Τόμος]
  • M. Fiedrowicz, Das Kirchenverständnis Gregors des Grossen. Eine Untersuchung seiner exegetischen und homiletischen Werke, Freiburg - Basel - Wien 1995.
  • Φ. Σ. Ιωαννίδη, "Γρηγόριος Μέγας ο Διάλογος και Ιωάννης της Κλίμακος. Παράλληλες αναγνώσεις στη σκιαγράφηση του ποιμένα και του έργου του”, Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,Τμήμα Θεολογίας,Νέα Σειρά,Τιμητικό Αφιέρωμα στον Ομότιμο Καθηγητή Νικόλαο Αθ. Ματσούκα 12(2002), 133-150.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Αριστείδης Πανώτης (2008). Το Συνοδικόν της εν Ελλάδι Εκκλησίας. A. Εκδόσεις Σταμούλη. σελ. 222. ISBN 978-960-8116-17-7. 
  2. Αριστείδης Πανώτης (2008). Το Συνοδικόν της εν Ελλάδι Εκκλησίας. A. Εκδόσεις Σταμούλη. σελ. 223. ISBN 978-960-8116-17-7. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Catholic Encyclopedia: Saint Pope Gregory I (άρθρο του C. Roger Hudleston) (Αγγλικά)
  • oodegr.com Ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος, Πάπας Ρώμης