Ωδείο Ηρώδου του Αττικού

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 37°58′15.03″N 23°43′28.29″E / 37.9708417°N 23.7245250°E / 37.9708417; 23.7245250

Ωδείο Ηρώδου του Αττικού
Ωδείο Ηρώδου του Αττικού και Ηρώδειο
Χάρτης
Είδοςωδείο και αρχαιολογική θέση
Αρχιτεκτονικήαρχαία ρωμαϊκή αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες37°58′15″N 23°43′28″E
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Αθηναίων
ΤοποθεσίαΟδός Διονυσίου Αρεοπαγίτου[1]
ΧώραΕλλάδα[2]
Έναρξη κατασκευής161[3]
Ολοκλήρωση161[4]
ΙδιοκτήτηςΥπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού
Μήκος92 μέτρα
Ύψος28 μέτρα
Όροφοι3
Χωρητικότητα4.680
Υλικάμάρμαρο και πέτρα
ΧρηματοδότηςΗρώδης ο Αττικός
Προστασίααρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα
Commons page Πολυμέσα

Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, περισσότερο γνωστό ως Ηρώδειο, είναι αρχαίο ρωμαϊκό θέατρο ανεγερθέν το 161 μ.Χ. στους πρόποδες του βράχου της Ακροπόλεως των Αθηνών, από τον Ηρώδη τον Αττικό, εις μνήμην της συζύγου του, Ρηγίλλης, αποβιώσασας το 160. Κατεστραμμένο, περίπου, εκατό χρόνια μετά την ολοκλήρωση των εργασιών ανέγερσής του, το ωδείο, στη συνέχεια, ενσωματώθηκε εντός του συστήματος οχυρώσεων της πόλης των Αθηνών. Εκ νέου ανακαλυφθέν κατά τη διάρκεια της πρώιμης νεότερης περιόδου, αποτέλεσε αντικείμενο αρχαιολογικών ανασκαφών, ενώ, παράλληλα, υπέστη εργασίες αναστήλωσης, κατά τη διάρκεια της περιόδου μεταξύ των μέσων του 18ου αιώνα και των μέσων του αμέσως επόμενου αιώνα. Εμβληματική τοποθεσία του Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου, το ωδείο φιλοξενεί ετησίως πολιτισμικές εκδηλώσεις παγκόσμιας εμβέλειας.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα επιβλητικό αρχαίο ρωμαϊκό μνημείο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ηρώδης ο Αττικός, Αρχαίος Έλληνας ρήτορας γνωστός για το μέγεθος της περιουσίας του, καθώς και για τις αγαθοεργίες και τις δημόσιες δωρεές του, χρηματοδότησε την ανέγερση του ωδείου, περίπου, κατά το 160 μ.Χ.. Παρά το γεγονός πως η ακριβής ημερομηνία ανέγερσης δεν είναι γνωστή, ωστόσο, θεωρείται βέβαιο πως η τελευταία έλαβε χώρα μεταξύ του θανάτου της Ρηγίλλης, το 160 μ.Χ., και της επίσκεψης του Παυσανία, το 174 μ.Χ.[5][6]. Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού αποτελεί το τρίτο παρόμοιου είδους κτίριο το οποίο ανεγέρθηκε εντός της πόλεως των Αθηνών, έπειτα από εκείνα του Περικλέους και του Αγρίππα. Η κατάρρευση της οροφής του τελευταίου, περίπου, κατά το 150 μ.Χ., πιθανολογείται πως κατέστησε περαιτέρω αναγκαία την ανέγερση νέου κτιρίου αφιερωμένου στις μουσικές τέχνες[7]. Παλαιότερα, στη συγκεκριμένη τοποθεσία η οποία επελέγη για την ανέγερσή του, επί των νοτιοδυτικών προπόδων της ακροπόλεως, φαίνεται πως βρισκόταν ιερό αφιερωμένο σε νύμφη, συνδεόμενη κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής περιόδου με τη λατρεία της Αφροδίτης Πανδήμου[8].

Το μνημείο έχει χαρακτηριστεί από τον Παυσανία ως το πλέον επιβλητικό ωδείο της Ελλάδας[9][10]. Από την πλευρά του, ο Φιλόστρατος έχει εκφράσει τον θαυμασμό του για την ξύλινη οροφή του, η οποία αποτελείτο από κέδρο[11]. Παράλληλα, η συγκεκριμένη τοποθεσία, περιλαμβάνεται, επίσης, εντός της Σούδας[12].

Κατά τη διάρκεια της επιδρομής και της επακόλουθης λεηλασίας της πόλεως των Αθηνών από τους Έρουλους, μεταξύ του 267 και 268 μ.Χ., το ωδείο πυρπολήθηκε, περίπου, εκατό χρόνια μετά την ανέγερσή του[13].

Ενσωμάτωση εντός του συστήματος οχυρώσεων της πόλης των Αθηνών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τα τέλη της ρωμαϊκής περιόδου, τα ερείπια του μνημείου φαίνεται να ενσωματώθηκαν εντός του συστήματος οχυρώσεων της πόλεως, ενώ, στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια του 11ου αιώνα, εντός ύστερης ημερομηνίας οχυρώσεως, γνωστής ως Ριζόκαστρο[14]. Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου, το μνημείο ενσωματώθηκε εντός του τείχους του Σερπεντζέ, ως τμήμα του οποίου και μετατράπηκε σε προκεχωρημένο οχύρωμα[15][16]. Κατά τη διάρκεια αρχαιολογικών ανασκαφών που πραγματοποιήθηκαν εντός του ωδείου, ανευρέθηκαν, μεταξύ άλλων, κατάλοιπα οικιών, καθώς και εκκλησίας, χρονολογούμενα από τη συγκεκριμένη περίοδο[17].

Εκ νέου ανακάλυψη, εργασίες αναστήλωσης και νεότερη χρήση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καλλιτεχνική αναπαράσταση των ερειπίων του ωδείου το 1813, από τον Έντουαρντ Ντάνιελ Κλαρκ.

Σε μεγάλο βαθμό κατεστραμμένο, εν μέρει επιχωμένο και με την εμφάνισή του να έχει υποστεί σημαντικές τροποποιήσεις, το ωδείο, πλέον, είχε καταστεί μη αναγνωρίσιμο. Κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, μάλιστα, Ιταλός περιηγητής γνωστός ως Νικκολό ντα Μαρτίνι το θεώρησε ως κατάλοιπο παλαιάς γέφυρας[13]. Το 1460, επισκέπτης της συγκεκριμένης τοποθεσίας το ταυτοποίησε ως ανάκτορο του Λεωνίδα και του Μιλτιάδη, καθώς και ως σχολής του Αριστοτέλη. Το 1575, ο Βυζαντινός αξιωματούχος Θεοδόσιος Ζυγομαλάς ταυτοποίησε τα ερείπια του ωδείου ως σχολή του Αριστοτέλη και του Μιλτιάδη. Από την πλευρά του, κάποιος επονομαζόμενος Σιμόν Ραμπέν, κατά τη διάρκεια επισκέψεως του ιδίου στην Αθήνα το 1665, ταυτοποίησε τα ερείπια του ωδείου ως εκείνα του Αρείου Πάγου. Δέκα χρόνια αργότερα, ο Άγγλος περιηγητής Ρέρναμ υπήρξε ο πρώτος ο οποίος διατύπωσε την εικασία σύμφωνα με την οποία τα συγκεκριμένα ερείπια ανήκαν σε χώρο θεάτρου. Ωστόσο, αριθμός περιηγητών όπως, μεταξύ άλλων, οι Ζακόμπ Σπον, Τζωρτζ Ουέλερ, Φραντσέσκο Φανέλλι, Ζακ-Γκιγιώμ Λεγκράν, Νίκολας Ρέβετ, Ρίτσαρντ Πόκοκ, Τζέιμς Στιούαρτ[18][19][20], Ζωρζ Γκιγιέ ντε Σαιν-Ζωρζ και Φράνσις Βέρνον[21], ακολουθώντας το παράδειγμα του Ρέρναμ, οδηγήθηκαν σε σύγχυση μεταξύ των ερειπίων του Ωδείου του Ηρώδη του Αττικού και του Θεάτρου του Διονύσου. Καθώς το συγκεκριμένο μνημείο, ακόμη, δεν είχε ανακαλυφθεί, ο Ζυλιέν-Νταβίντ Λε Ρουά οδηγήθηκε, επίσης, στην ίδια σύγχυση[19] κατά τη διάρκεια επισκέψεώς του στην Ελλάδα κατά την περίοδο μεταξύ Απριλίου 1754 και Απριλίου 1755. Παράλληλα, ο Γάλλος αρχιτέκτονας προχώρησε στη φιλοτέχνηση σχεδίων, καθώς και στην καταγραφή περιγραφών του μνημείου, εντός βιβλιογραφικού έργου του ιδίου, το οποίο και αποτελεί το πλέον γνωστό εξ'αυτών, υπό τον τίτλο Les Ruines des plus beaux monuments de la Grèce, το οποίο και εξέδωσε το 1758, έπειτα από την επιστροφή του στη Γαλλία[22]. Κατά τα τέλη του 18ου αιώνα, από την πλευρά του, ο Λουί-Φρανσουά Κασάς φιλοτέχνησε, επίσης, σχεδιαστικές αναπαραστάσεις του μνημείου[23]. Πρώτη χρονικά ορθή αναφορά του ωδείου ως του Ηρώδη του Αττικού ήταν εκείνη εκ μέρους του Βρετανού αρχαιολόγου Ρίτσαρντ Τσάντλερ, ο οποίος ωστόσο, υπέπεσε σε σφάλμα ταυτοποίησης, καθώς προχώρησε στην ταυτοποίηση του μνημείου στην τοποθεσία του Ωδείου του Περικλέους[18].

Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, πιο συγκεκριμένα κατά την τρίτη πολιορκία της ακροπόλεως, ο συνταγματάρχης Σαρλ Νικολά Φαβιέ πέτυχε να τροφοδοτήσει με πολεμοφόδια τους πολιορκημένους Έλληνες παρακάμπτοντας το μνημείο[16][24].

Το 1849, ξεκίνησαν οι πρώτες οργανωμένες αρχαιολογικές ανασκαφές στη συγκεκριμένη τοποθεσία[25]. Το 1856, ο Χαράλαμπος Χριστόπουλος, Υπουργός των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, ξεκίνησε ευρείας κλίμακας εργασίες κατά τη διάρκεια των δύο αμέσως επόμενων ετών, τα οποία και κατέστησαν δυνατή την ανασκαφή των κερκίδων του ωδείου[26][27]. Υπό τη διεύθυνση του Κυριακού Πιττάκη, οι συγκεκριμένες εργασίες επέτρεψαν, παράλληλα, την ανεύρεση αριθμού επιγραφών, οβίδας η οποία είχε χρησιμοποιηθεί κατά την πολιορκία της ακροπόλεως από τον Φραντσέσκο Μοροζίνι το 1687, καθώς και πληθώρα τέχνεργων τα οποία, κατά καιρούς, είχαν πέσει από τον ιερό βράχο[17]. Παράλληλα, κατά τη διάρκεια των ίδιων εργασιών, ανευρέθηκε, επίσης, κεφαλή γυναικείου αγάλματος[28].

Ο Ρίχαρντ Στράους κατά τη διάρκεια συναυλίας στο Ηρώδειο, τον Μάιο του 1926.

Το 1867, έλαβε χώρα παράσταση προς τιμήν της νεοστεφθείσας βασίλισσας Όλγας[26]. Κατά τη διάρκεια της άνοιξης του 1920, περίπου ενάμισι χρόνο προ του θανάτου του, ο Καμίγ Σαιν-Σανς έδωσε συναυλία. Έξι χρόνια αργότερα, ο Ρίχαρντ Στράους, με τη σειρά του, έδωσε τρεις συναυλίες[29].

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950, το Ηρώδειο υπέστη σημαντικές εργασίες αναστήλωσης των κερκίδων, καθώς και των εξωτερικών χώρων του, υπό την εποπτεία και διεύθυνση του Αναστάσιου Ορλάνδου, οι οποίες και επέτρεψαν, στην πορεία, την φιλοξενία μεγαλύτερου αριθμού θεατών. Η ίδρυση του Φεστιβάλ Αθηνών το 1955[30] κατέστησε το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού ως επίκεντρο της ελληνικής πολιτισμικής σκηνής. Από την πλευρά της, η Μαρία Κάλλας πραγματοποίησε ζωντανές εμφανίσεις στο Ηρώδειο το 1944[31], καθώς και το 1957[32]. Κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, η Έντιθ Χάμιλτον παρουσίασε ζωντανά εντός του ίδιου χώρου μία μετάφρασή της του θεατρικού έργου Προμηθεύς Δεσμώτης του Αισχύλου. Για το συγκεκριμένο έργο της, ο Χρυσός Σταυρός του Τάγματος της Ευποιΐας, εκ των υψηλότερων τιμητικών βραβεύσεων της Ελλάδας, της απονεμήθηκε από τον βασιλέα Παύλο Α΄ της Ελλάδας. Από την πλευρά του, ο Δήμαρχος Αθηναίων την κατέστησε, επίσης, επίτιμη δημότισσα της πόλεως[33][34][35]. Κατά τη διάρκεια του Μαΐου του 1962, ο Φρανκ Σινάτρα έδωσε δύο συναυλίες φιλανθρωπικής φύσεως στο Ηρώδειο[36]. Παράλληλα, εντός των χώρων του ωδείου έλαβε χώρα η διαδικασία εκλογής της Μις Υφήλιος 1973[37]. Στις 22 Αυγούστου 1976, έλαβε χώρα ζωντανή εμφάνιση της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας Ηνωμένων Πολιτειών, υπό τη διεύθυνση του Αντάλ Ντοράτι[38]. Παράλληλα, η Νάνα Μούσχουρη πραγματοποίησε, επίσης, αριθμό ζωντανών εμφανίσεων, όπως, μεταξύ άλλων, το 1984, το 2008[39], καθώς και το 2014[40]. Κατά καιρούς, η σκηνή του Ωδείου Ηρώδου του Αττικού έχει φιλοξενήσει αριθμό δημοφιλών καλλιτεχνών, όπως, μεταξύ άλλων, οι Sting, Yanni, Μονσεράτ Καμπαγιέ, Λάιζα Μινέλι, Έλτον Τζον, Πλάθιντο Ντομίνγκο, Νταϊάνα Ρος[41], Μαργκότ Φοντέιν, Λουτσιάνο Παβαρόττι, Ρουντόλφ Νουρέγιεφ, Μάρθα Γκράχαμ, Σβιατοσλάβ Ρίχτερ, Χοσέ Καρρέρας, η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης, υπό τη διεύθυνση του Λέοναρντ Μπερνστάιν[42], καθώς και η Πάττι Σμιθ[43].

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άποψη αγάλματος στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού.

Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού θεωρείτο ως εκ των πλέον επιβλητικών ωδείων κατά την περίοδο ανέγερσής του, με κερκίδες της τάξεως των 81 μέτρων διαμέτρου[44] ευρισκόμενες επί της νότιας πλαγιάς του λόφου της ακροπόλεως. Το ωδείο φαίνεται να ήταν σε θέση να φιλοξενήσει συνολικό αριθμό, περίπου, 5.000 θεατών[45]. Οι, συνολικά, 32 σειρές εδωλίων[46] είναι μεταξύ τους χωρισμένες σε δύο επίπεδα μέσω ενδιάμεσου διαζώματος πλάτος 1,2 μέτρων. Επί της κορυφής των κερκίδων ευρισκόταν στοά[13]. Οι ανώτερες σειρές εδωλίων, κατασκευασμένες από μάρμαρο, επαναχρησιμοποιήθηκαν έπειτα από την εγκατάλειψη του ωδείου, ενώ αναδιαμορφώθηκαν εκ νέου κατά τη διάρκεια των εργασιών αναστήλωσης οι οποίες έλαβαν χώρα κατά τα μέσα του 20ού αιώνα[17]. Ο χώρος της ορχήστρας, διαμέτρου της τάξεως των 19 μέτρων, ήταν στρωμένος με μαρμάρινες πλάκες. Παράλληλα, μωσαϊκά δάπεδα χαρακτηριζόμενα από γεωμετρικά μοτίβα διακόσμου κάλυπταν τις εισόδους των εσωτερικών κλιμακοστασίων[13], ενώ οι τοίχοι ήσαν καλυμμένοι από μαρμάρινη επένδυση[45]. Από την πλευρά του, το προσκήνιο, κατασκευασμένο από συνδυασμό λευκού μαρμάρου και μαρμάρου Καρύστου, ήταν πλάτους της τάξεως των 35 μέτρων. Το τείχισμα της σκηνής του ωδείου διατηρείται έως σήμερα σε, συνολικά, δύο εκ των αρχικών τριών ορόφων και σε ύψος της τάξεως των 28 μέτρων [46]. Η πρόσοψη του Ηρωδείου φαίνεται να στέγαζε αγάλματα μελών της οικογένειας του Ηρώδου του Αττικού, της συζύγου του, Ρηγίλλης, καθώς και της αυτοκρατορικής δυναστείας[46]. Εντός του εσωτερικού των χώρων του ωδείου διατηρείται ακέφαλο άγαλμα ανδρός το οποίο φέρει ιμάτιο[47].

Παρά το μεγάλο μέγεθός του, πάραυτα, το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού φαίνεται να ήταν καλυμμένο. Πέραν των χρονολογούμενων από την Αρχαιότητα αναφορών περί της ύπαρξης στεγάστρου, οι αρχαιολογικές ανασκαφές οι οποίες έλαβαν χώρα κατά τα μέσα του 20ού αιώνα οδήγησαν στην ανεύρεση λεπτής στρώσεως στάχτης εντός του χώρου των κερκίδων[12]. Ιδιαιτέρως δαπανηρή[13], η ανέγερση του ωδείου, ωστόσο, φαίνεται να ήταν ιδιαιτέρως βιαστική, γεγονός το οποίο αντικατοπτρίζεται ως προς το αρχιτεκτονικό σκέλος από την έλλειψη λεπτομερειών των διακόσμων, καθώς και την προτεραιότητα στην επιβλητικότητα, συνολικά, της κατασκευής[48].

Φωτοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Ωδείον Ηρώδου Αττικού (Ηρώδειο)». (Ελληνικά) Athens Voice. Ανακτήθηκε στις 1  Σεπτεμβρίου 2022.
  2. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 81156. Ανακτήθηκε στις 24  Ιανουαρίου 2024.
  3. «Το φρικτό πρόσωπο του Ηρώδη Αττικού». (Ελληνικά) Η Καθημερινή. 2  Απριλίου 2022. Ανακτήθηκε στις 1  Σεπτεμβρίου 2022.
  4. (Αγγλικά, Τσεχικά, Σλοβακικά, Σλοβενικά, Πολωνικά, Ουγγρικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Σουηδικά, Κροατικά, Ισπανικά, Πορτογαλικά) European Theatre Architecture. Arts and Theatre Institute. 362. Ανακτήθηκε στις 11  Φεβρουαρίου 2020.
  5. (Γαλλικά) Faure, Paul· Gaignerot, Marie-Jeanne (2014) [1991]. Guide grec antique. Παρίσι: Hachette Livre. σελ. 142. ISBN 978-2-01-181766-2. 
  6. Le Glay 1986, σελ. 72 & 73.
  7. (Αγγλικά) McGregor, James H. S. (2014). Athens. Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη: Harvard University Press. σελ. 144& 145. ISBN 978-0-674-36945-0. 
  8. (Γαλλικά) Chatzivasiliou, Despina (2013). Dispositifs rituels et urbanisation en Grèce archaïque : le cas d’Athènes et de l’Attique. Παρίσι: École Pratique des Hautes Études. σελ. 107. 
  9. Παυσανίας: Ελλάδος περιήγησις, 7.20.3.
  10. (Γαλλικά) Von Wiebeking, Carl Friedrich (1827). Architecture civile théorique et pratique, enrichie de l'histoire descriptive des édifices les plus remarquables. 1. Lindauer. σελ. 60. 
  11. Φιλόστρατος: Βίοι Σοφιστών, 2.1.5.
  12. 12,0 12,1 (Αγγλικά) Sear, Frank (2006). Roman Theatres: An Architectural Study. Οξφόρδη: Oxford University Press. σελ. 42. ISBN 978-0-19-814469-4. 
  13. 13,0 13,1 13,2 13,3 13,4 Κοσμά, Μαρία. «Ωδείο Ηρώδου Αττικού». odysseus.culture.gr. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού. Ανακτήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2022. 
  14. Βαβυλοπούλου-Χαριτωνίδου, Αγγελική; Μακρή, Ελένη; Τσάκος, Κωνσταντίνος (1989). «Το Ριζόκαστρο. Σωζόμενα υπολείμματα: Νέες παρατηρήσεις και επαναχρονολόγηση». Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας (Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία) 32: 329-366. doi:10.12681/dchae.1023. ISSN 1105-5758. 
  15. (Αγγλικά) Rous, Sarah A. (2019). Reset in Stone: Memory and Reuse in Ancient Athens. Μάντισον: University of Wisconsin Press. σελ. 234. ISBN 978-0-299-32280-9. 
  16. 16,0 16,1 Joanne 1890, σελ. 75.
  17. 17,0 17,1 17,2 Πιττάκης 1858.
  18. 18,0 18,1 Breton 1862, σελ. 309.
  19. 19,0 19,1 Millin de Grandmaison 1806, σελ. 649.
  20. (Αγγλικά) Frederiksen, Rune· Gebhard, Elizabeth R.· Sokolicek, Alexander (2015). The Architecture of the Ancient Greek Theatre. Μπρίστολ, Κονέκτικατ: ISD LLC. σελ. 20. ISBN 978-87-7124-996-5. 
  21. (Αγγλικά) Walker, Matthew (2017). Architects and Intellectual Culture in Post-restoration England. Οξφόρδη: Oxford University Press. σελ. 137 & 138. ISBN 978-0-19-874635-5. 
  22. (Γαλλικά) Le Roy, Julien-David (1770) [1758]. Les Ruines des plus beaux monuments de la Grèce considérées du côté de l'histoire et du côté de l'architecture. 1 (2η έκδοση). Νιόν: Guérin & Delatour. σελ. 14–15. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2022. 
  23. (Γαλλικά) Cassas, Louis-François. «L'Odéon d'Hérode Atticus à Athènes». collections.louvre.fr. Département des Arts graphiques du Louvre. Ανακτήθηκε στις 8 Μαΐου 2023. 
  24. (Αγγλικά) Gordon, Thomas (1832). History of the Greek Revolution. 2. Εδιμβούργο: Blackwood. σελ. 346 & 347. 
  25. Vidal de La Blache 1872, σελ. 99 & 101.
  26. 26,0 26,1 Isambert & Joanne 1873, σελ. 97.
  27. (Γαλλικά) Vauvert, Maxime (2 Νοεμβρίου 1861). «Ruines du théâtre d'Hérode Atticus». Le Monde illustré: 694. https://gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k6228361f. Ανακτήθηκε στις 2021-12-14. 
  28. Isambert & Joanne 1873, σελ. 103.
  29. (Αγγλικά) Petsalis-Diomidis, N.· Lascelles, George (2001). The Unknown Callas: The Greek Years. Κλέκχιτον: Amadeus Press. σελ. 155. ISBN 978-1-57467-059-2. 
  30. (Αγγλικά) Bolétis, Konstantínos (1998). «The Conservation and Use of Ancient Theatres in Modern Greece-Current Issues Relating to the Epidauros Theatre». Journal of Mediterranean Studies (Μεσογειακό Ινστιτούτου, Πανεπιστήμιο της Μάλτας) 8 (1): 15. ISSN 1016-3476. 
  31. (Γαλλικά) Duault, Alain (2017). Dans la peau de Maria Callas. Παρίσι: Le Passeur. σελ. 17. ISBN 978-2-36890-514-2. 
  32. (Γαλλικά) Sutherland, Robert (2017). Maria Callas, l'ultime tournée. Παρίσι: Éditions de l'Archipel. σελ. 81. ISBN 978-2-8098-2289-2. 
  33. (Αγγλικά) Sicherman, Barbara· Green, Carol Hurd (1980). Notable American women: the modern period, a biographical dictionary. 4. Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη: Harvard University Press. σελ. 308. ISBN 978-0-674-62732-1. 
  34. (Αγγλικά) Forrest Weber, Catherine E. (2002). «A Citizen of Athens: Fort Wayne's Edith Hamilton». Traces of Indiana and Midwestern History (Ιντιανάπολις: Indiana Historical Society) 14 (1): 47. 
  35. (Αγγλικά) Prins, Yopie (2017). Ladies' Greek: Victorian Translations of Tragedy. Πρίνστον, Νιου Τζέρσεϊ: Princeton University Press. σελ. 107. ISBN 978-0-691-14189-3. 
  36. (Αγγλικά) Kaplan, James (2015). Sinatra: The Chairman. Νέα Υόρκη: Little, Brown and Company. σελ. 388. ISBN 978-0-7481-3038-2. 
  37. (Αγγλικά) Stevens, Gerald L. (2019). Acts, Second Edition: A New Vision of the People of God. Γιουτζίν, Όρεγκον: Wipf and Stock Publishers. σελ. 369. ISBN 978-1-5326-9356-4. 
  38. (Αγγλικά) Haroutounian, Joanne (2021). Golden Years of the National Symphony Orchestra: Stories and Photographs of Musicians and Maestros. Λάνχαμ, Μέριλαντ: Rowman & Littlefield. σελ. 65. ISBN 978-1-5381-5378-9. 
  39. (Αγγλικά) Abecassis, Michaël (2018). An Anthology of French and Francophone Singers from A to Z: “Singin’ in French”. Νιούκασλ άπον Τάιν: Cambridge Scholars Publishing. σελ. 491. ISBN 978-1-5275-1205-4. 
  40. (Γαλλικά) «Nana Mouskouri sur scène à l'Acropole à Athènes». France Info. 15 Ιουλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2022. 
  41. (Αγγλικά) Summer, Amanda (2015). 100 Places in Greece Every Woman Should Go. Πάλο Άλτο: Travelers' Tales. σελ. 300. ISBN 978-1-60952-108-0. 
  42. (Αγγλικά) Lascelles, George (2002). «Festivals 2022». Opera 53: 66. https://archive.org/details/sim_opera_2002-01_53_1/page/66. 
  43. (Γαλλικά) Guillot, Adéa· Arvanitis, Françoise (2013). Grèce : La nouvelle odyssée. L'Âme des Peuples. Παρίσι: Primento. σελ. 7. ISBN 978-2-511-01352-6. 
  44. (Γαλλικά) Villetard, Michèle (2018). «L'Auditorium de Mécène. Une réévaluation à la lumière des auditoriums d'Alexandrie». Στο: Bershadsky, Natasha. Dossier : Place aux objets ! Présentification et vie des artefacts en Grèce ancienne. Métis. 16. Παρίσι: Éditions de l'École des hautes études en sciences sociales. σελ. 282. ISBN 978-2-7132-3078-3. 
  45. 45,0 45,1 Le Glay 1986, σελ. 73.
  46. 46,0 46,1 46,2 Vassilantonopoulos & Mourjopoulos 2009, σελ. 292.
  47. (Αγγλικά) Palagia, Olga (2019). Handbook of Greek Sculpture. Βερολίνο: Walter de Gruyter. σελ. 229. ISBN 978-1-61451-353-7. 
  48. Vidal de La Blache 1872, σελ. 99 & 100.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]