Μουράτ Δ΄
| Μουράτ Δ΄ مراد رابع | |
|---|---|
| Ηγέτης των πιστών Θεματοφύλακας των Δύο Ιερών Τζαμιών Καίσαρας των Ρωμαίων Χαλίφης του Ισλάμ Χάνος | |
| Περίοδος | 10 Σεπτεμβρίου 1623 - 8 Φεβρουαρίου 1640 (16 έτη & 4 μήνες) |
| Προκάτοχος | Μουσταφά Α΄ |
| Διάδοχος | Ιμπραήμ Α΄ |
| Αντιβασιλέας | Κιοσέμ Σουλτάν (1623-1632) |
| Γέννηση | 27 Ιουλίου 1612 Κωνσταντινούπολη, Οθωμανική Αυτοκρατορία |
| Θάνατος | 8 Φεβρουαρίου 1640 (27 ετών) Κωνσταντινούπολη, Οθωμανική Αυτοκρατορία |
| Τόπος ταφής | Τουρμπές Αχμέτ Α΄, Μπλε Τζαμί, Κωνσταντινούπολη, Οθωμανική Αυτοκρατορία |
| Σύζυγος | Αϊσέ Σουλτάνα Σεμσισάχ Σεμσπερί Σουλτάνα Σαναβμπέρ Χατούν |
| Απόγονοι | Σαφιγιέ Σουλτάνα Ισμιχάν Καγιά Σουλτάνα Ρουκιγιέ Σουλτάνα |
Πλήρες όνομα | |
Σαχ Μουράτ μπιν Σαχ Αχμέτ Χαν | |
| Οίκος | Οσμανιδών |
| Πατέρας | Αχμέτ Α΄ |
| Μητέρα | Κιοσέμ Σουλτάνα |
| Θρησκεία | Ισλάμ |
| Υπογραφή | |
| δεδομένα () | |
Ο Μουράτ Δ΄ (οθωμανικά τουρκικά: مراد رابع, Murād-ı Rābiʿ· τουρκικά: IV. Murad, 27 Ιουλίου 1612 – 8 Φεβρουαρίου 1640) ήταν σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από το 1623 έως το 1640. Η βασιλεία του διακρίνεται αφενός για την αποκατάσταση του κύρους και της συγκεντρωτικής εξουσίας του κράτους, και αφετέρου για τη σκληρότητα και την αυταρχικότητα των μεθόδων διακυβέρνησής του. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, υιός του Σουλτάνου Αχμέτ Α΄ (βασ. 1603–1617) και της Κιοσέμ Σουλτάνας. Ανήλθε στον θρόνο σε ηλικία μόλις έντεκα ετών, κατόπιν αυλικού πραξικοπήματος, διαδεχόμενος τον θείο του Μουσταφά Α΄ (βασ. 1617–1618, 1622–1623). Κατά τα πρώτα έτη της βασιλείας του, έως ότου αναλάβει προσωπικά και απόλυτα την εξουσία στις 18 Μαΐου 1632, η διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας ασκείτο από τη μητέρα του, Κιοσέμ Σουλτάνα, υπό την ιδιότητά της ως nāʾib-i salṭanat (αντιβασίλισσα ή αντιπρόσωπος του σουλτανικού θρόνου). Η περίοδος της ηγεμονίας του Μουράτ Δ΄ είναι ιδιαιτέρως αξιοσημείωτη για τον Οθωμανο–Σαφαβιδικό Πόλεμο (1623–1639), του οποίου η έκβαση οδήγησε στη διαίρεση του Καυκάσου μεταξύ των δύο αυτοκρατορικών δυνάμεων για περίπου δύο αιώνες. Παράλληλα, οι εδαφικοί συμβιβασμοί της εποχής εκείνης έθεσαν, σε γενικές γραμμές, τα θεμέλια για τη χάραξη των σημερινών συνόρων ανάμεσα στην Τουρκία, το Ιράν και το Ιράκ.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πρώτα χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μουράτ Δ΄ γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1612 από τον σουλτάνο Αχμέτ Α΄ και τη συμβία του, αργότερα σύζυγό του, Κιοσέμ Σουλτάνα, ελληνικής καταγωγής.[1][2] Μετά τον θάνατο του πατέρα του, σε ηλικία μόλις έξι ετών, ο Μουράτ περιορίστηκε, σύμφωνα με το παλαιό παλατιανό έθιμο, στο λεγόμενο Kafes («Κλουβί»), μαζί με τους αδελφούς του Σουλεϊμάν, Κασίμ, Βαγιαζήτ και Ιμπραήμ.[3] Κατά την ίδια περίοδο, ο Μεγάλος Βεζίρης Κεμανκές Αλή Πασάς και ο Σεϊχουλισλάμης Γιαχιά Εφέντης απομακρύνθηκαν από τα αξιώματά τους. Την επόμενη ημέρα, ο εξάχρονος Μουράτ οδηγήθηκε στο Μαυσωλείο του Εϋύπ Σουλτάν, όπου του παραδόθηκαν ως σύμβολα εξουσίας τα ξίφη του Προφήτη Μωάμεθ και του σουλτάνου Γιαβούζ Σελίμ. Πέντε ημέρες αργότερα τελέστηκε η περιτομή του.[3]
Πρώιμη περίοδος βασιλείας (1623–1632)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τα πρώτα έτη της βασιλείας του, ο Μουράτ Δ΄ παρέμενε ουσιαστικά υπό την επιρροή και τον έλεγχο των συγγενών του· η μητέρα του, Κιοσέμ Σουλτάνα, άσκησε στην πράξη την εξουσία εξ ονόματός του, λειτουργώντας ως de facto κυβερνήτρια της Αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Αυτοκρατορία των Σαφαβιδών εισέβαλε στο Ιράκ, ενώ η Βόρεια Ανατολία συγκλονίσθηκε από συνεχείς εξεγέρσεις. Το 1631 οι γενίτσαροι, εξεγερθέντες κατά του σουλτάνου, εισέβαλαν στο παλάτι και δολοφόνησαν, μεταξύ άλλων, τον Μεγάλο Βεζίρη. Σε ηλικία δεκαέξι ετών, το 1628, ο Μουράτ διέταξε την εκτέλεση του γαμβρού του, του Καρά Μουσταφά Πασά, συζύγου της αδελφής του, Φατμά Σουλτάν, και πρώην διοικητή της Αιγύπτου, κατηγορώντας τον για πράξεις «αντίθετες προς τον νόμο του Θεού».[4] Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Βεζίρη Τσερκές Μεχμέτ Πασά κατά τον χειμώνα στη Τοκάτη, ο Μπεηλέρμπεης του Διγιαρμπεκίρ, Χαφίζ Αχμέτ Πασάς, διορίστηκε Βεζίρης στις 8 Φεβρουαρίου 1625.[5] Το ίδιο έτος, το καλοκαίρι του 1625, ξέσπασε επιδημία γνωστή ως «πανούκλα του Μπαϊραμπασά», η οποία εξαπλώθηκε ταχέως απειλώντας τον πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης. Κατά μέσον όρο, χίλια άτομα έχαναν καθημερινά τη ζωή τους. Οι κάτοικοι της πρωτευούσης κατέφυγαν στο Οκμεϊντάνι προσπαθώντας να αποφύγουν τη νόσο, ενώ η κατάσταση υπήρξε ακόμη δεινότερη στις αγροτικές περιοχές πέριξ της πόλεως.[5]
Απόλυτη εξουσία και αυτοκρατορική πολιτική (1632–1640)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από το έτος 1632, ο Μουράτ Δ΄ εγκαθίδρυσε καθεστώς απόλυτης και αυστηρώς συγκεντρωτικής εξουσίας, επιδιώκοντας την αποκατάσταση της τάξεως και της πειθαρχίας εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στο πλαίσιο αυτό, εξέδωσε σειρά διαταγμάτων με τα οποία απαγόρευσε το κάπνισμα καπνού και οπίου, ενώ διέταξε το κλείσιμο των καφενείων, τα οποία θεωρούνταν εστίες αναταραχής και πολιτικής συνωμοσίας. Την ίδια χρονιά, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Δημητρίου Καντεμίρ, ο σουλτάνος έλαβε το εξαιρετικά ασυνήθιστο, και άνευ προηγουμένου, μέτρο να νομιμοποιήσει την πώληση και κατανάλωση οινοπνεύματος ακόμη και από μουσουλμάνους υπηκόους, διάταξη η οποία ανατρέπει τα καθιερωμένα ισλαμικά ήθη της εποχής. Ο ίδιος, ωστόσο, γνωστός για τη ροπή του προς το ποτό κατά τα νεανικά του έτη, φαίνεται πως άλλαξε στάση το 1634, όταν συνειδητοποίησε τις καταστρεπτικές συνέπειες του οίνου· τότε επέβαλε πλήρη απαγόρευση της πώλησης και κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών και διέταξε το κλείσιμο όλων των ταβερνών.[6][7][8] Η παραβίαση των απαγορεύσεων αυτών επίσυρε ποινή θανάτου,[9] καθώς ο Μουράτ Δ΄ υιοθέτησε ένα καθεστώς ακραίας πειθαρχίας και τιμωρητικής αυστηρότητας με σκοπό την αποκατάσταση του δικαίου. Η αυστηρότητα αυτή επεκτεινόταν και στους ανώτατους αξιωματούχους: χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό κατά το οποίο ο ίδιος ο σουλτάνος διέταξε τον στραγγαλισμό ενός Μεγάλου Βεζίρη, επειδή κακομεταχειριζόταν την πεθερά του.[10]
Η πυρκαγιά του 1633
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 2 Σεπτεμβρίου 1633 εκδηλώθηκε η μεγάλη πυρκαγιά του Τζιμπαλί, η οποία κατέκαψε περίπου το ένα πέμπτο της Κωνσταντινουπόλεως.[11] Η φωτιά ξέσπασε κατά τη διάρκεια της ημέρας, όταν ένας καλαφάτης, στην προσπάθειά του να κάψει έναν θάμνο, προκάλεσε ανάφλεξη που επεκτάθηκε σε πλοίο το οποίο ήταν καλαφατισμένο πλησίον των τειχών. Η πυρκαγιά εξαπλώθηκε ταχύτατα σε τρεις κατευθύνσεις προς το εσωτερικό της πόλεως. Ένας από τους βραχίονές της κινήθηκε προς τη θάλασσα,[11] ενώ άλλοι επέστρεψαν από την περιοχή του Ζεϊρέκ και επεκτάθηκαν έως το Ατπάζαν. Οι ωραιότερες συνοικίες της πρωτευούσης καταστράφηκαν ολοσχερώς: από τις περιοχές Γενιοδάς και Μολλαγκιουρανί έως την Πύλη του Φαναρίου, την Σουλτάν Σελίμ, τις συνοικίες Μεσίχ Πασά, Μπαλή Πασά και Λουτφή Πασά, καθώς και τα τεμένη τους· επίσης επλήγησαν το ανάκτορο Σαχί Μπουχάν, το Ουνκαπανί έως το Ατπάζαρι, οι οικίες των Μποστανζαδέ και η αγορά των Σοφουλάρηδων. Η καταστροφική πυρκαγιά διήρκεσε τριάντα ώρες και κατέστη δυνατόν να κατασβεσθεί μόνον όταν έπαυσαν οι ισχυροί άνεμοι που την ενίσχυαν.[11]
Πόλεμος κατά των Σαφαβιδών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η βασιλεία του Μουράτ Δ΄ διακρίνεται πρωτίστως για τον μακροχρόνιο και αποφασιστικό Οθωμανo–Σαφαβιδικό Πόλεμο (1623–1639) εναντίον της Περσίας. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας αυτής, οι οθωμανικές δυνάμεις κατόρθωσαν να κατακτήσουν το Αζερμπαϊτζάν, να καταλάβουν τις πόλεις Ταυρίδα και Χαμαντάν, καθώς και να κυριεύσουν τη Βαγδάτη το 1638. Η ειρήνη που ακολούθησε, γνωστή ως Συνθήκη του Ζουάμπ, επικύρωσε εν γένει τα σύνορα τα οποία είχαν προηγουμένως καθορισθεί με την Ειρήνη της Αμάσειας (1555). Σύμφωνα με τους όρους της νέας συμφωνίας, η ανατολική Γεωργία, το Αζερμπαϊτζάν και το Νταγκεστάν παρέμειναν υπό περσικό έλεγχο, ενώ η δυτική Γεωργία υπήχθη οριστικά στην Οθωμανική επικράτεια.[12] Η Μεσοποταμία, αντιθέτως, απωλέσθη αμετάκλητα για τους Σαφαβίδες και προσαρτήθηκε οριστικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.[13] Τα σύνορα που καθορίστηκαν κατόπιν του πολέμου αυτού αντιστοιχούν, σε γενικές γραμμές, στη σημερινή μεθοριακή γραμμή μεταξύ Ιράκ και Ιράν. Κατά την πολιορκία της Βαγδάτης το 1638, η πόλη αντιστάθηκε επί σαράντα ημέρες, προτού αναγκασθεί να παραδοθεί στις οθωμανικές δυνάμεις. Ο ίδιος ο Μουράτ Δ΄ ηγήθηκε προσωπικά του οθωμανικού στρατεύματος κατά τα τελευταία έτη του πολέμου, γεγονός που ενίσχυσε το κύρος του ως αποφασιστικού και επιβλητικού μονάρχη.
Σχέσεις με την Αυτοκρατορία των Μογγόλων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Βαγδάτη, ο Μουράτ Δ΄ δέχθηκε απεσταλμένους του Μογγόλου αυτοκράτορα Σαχ Τζαχάν, των οποίων η αποστολή είχε σκοπό την εδραίωση διπλωματικών δεσμών μεταξύ των δύο ισχυρών μουσουλμανικών αυτοκρατοριών της εποχής. Οι πρέσβεις, Μιρ Ζαρίφ και Μιρ Μπαράκα, προσέφεραν στον σουλτάνο πολύτιμα δώρα: χίλια τεμάχια λεπτοδουλεμένων, περίτεχνα κεντημένων υφασμάτων, καθώς και εξαιρετικής τέχνης πανοπλίες. Ο Μουράτ, ανταποδίδοντας τη γενναιοδωρία αυτή, χάρισε στους απεσταλμένους τα εκλεκτότερα όπλα, σέλες και καφτάνια της αυλής του, ενώ διέταξε τμήμα του στρατεύματός του να συνοδεύσει τη μογγολική αποστολή μέχρι το λιμάνι της Βασόρας. Από εκεί, οι πρέσβεις απέπλευσαν με ασφάλεια προς τη Θάττα και εν συνεχεία προς τη Σουράτ,[14] επισφραγίζοντας έτσι την αμοιβαία εκτίμηση και την πρόσκαιρη διπλωματική σύμπνοια μεταξύ Οθωμανών και Μογγόλων.
Τελευταία Χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τα τελευταία έτη της βασιλείας του, ο Μουράτ Δ΄ επικέντρωσε τις προσπάθειές του στην αναδιοργάνωση και ανόρθωση του κράτους, εφαρμόζοντας σειρά οικονομικών, διοικητικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούσαν στην αποκατάσταση της δημοσιονομικής σταθερότητας και στην ενίσχυση του κεντρικού ελέγχου επί της επαρχιακής διοίκησης. Ωστόσο απεβίωσε στις 9 Φεβρουαρίου 1640,[15] σε ηλικία μόλις 27 ετών, από κίρρωση του ήπατος· νόσο που αποδίδεται στην υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος είχε επιβάλει αυστηρότατες απαγορεύσεις στην κατανάλωσή του.
Σύμφωνα με φήμες της εποχής, λίγο πριν τον θάνατό του διέταξε την εκτέλεση του αδελφού του, Ιμπραήμ, θεωρώντας τον ακατάλληλο να αναλάβει τον θρόνο, εξαιτίας της ψυχικής και διανοητικής του αστάθειας. Η διαταγή αυτή, ωστόσο, δεν εκτελέστηκε, και μετά τον θάνατο του Μουράτ Δ΄ ο Ιμπραήμ ανήλθε τελικώς στον οθωμανικό θρόνο.[16]
Προσφορά στην αρχιτεκτονική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μουράτ Δ΄ επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική, προωθώντας τη δημιουργία μνημείων που αντανακλούσαν το μεγαλείο και την αισθητική της εποχής του. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ανεγέρθηκαν πολυάριθμα οικοδομήματα, τα οποία διακρίνονται για τη συνύπαρξη οθωμανικών και τοπικών αρχιτεκτονικών στοιχείων.[17] Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν το περίπτερο της Βαγδάτης (Bağdat Köşkü), ανεγερθέν το 1635, και το περίπτερο του Ρεβάν (Revan Köşkü), οικοδομημένο το 1638 στο Γερεβάν, αμφότερα σε ύφος εμπνευσμένο από τις τοπικές αρχιτεκτονικές παραδόσεις. Άλλα έργα της περιόδου περιλαμβάνουν το περίπτερο του ανακτόρου Καβάκ (Kavak Sarayı),[18] το τέμενος του Μεϊντάν (Meydanı Camii), καθώς και το συγκρότημα του Μπαϊράμ Πασά, το οποίο περιελάμβανε τεκές, μαυσωλείο, κρήνη και δημοτικό σχολείο. Σημαντικό επίσης έργο της ίδιας εποχής αποτελεί το τέμενος Σεραφεττίν (Şerafettin Camii) στο Ικόνιο, το οποίο συνιστά χαρακτηριστικό δείγμα της ώριμης οθωμανικής αρχιτεκτονικής του 17ου αιώνα.[14]
Προσφορά στην ποίηση και την μουσική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Και μέσα του το ψάρι τη φωλιά του βρήκε, όπου κολυμπάει.
Στο στόμα του κρατεί λαμπρό μαργαριτάρι που φλέει,
Κι όσο εκεί μένει, το ψάρι το κατασπαράζει.
Αυτός ο γρίφος στους ποιητές από τον Μουράτ προσφέρεται,
Ας απαντήσει όποιος αξίωμα ή θέση ποθεί και επαίρεται.Μουράτ Δ΄, Bir qal‘a-i mu‘allag ichinda oldu derya (μεταφρασμένο στα ελληνικά)
Ottoman Literature, the poets and poetry of Turkey (1901)
Ο Μουράτ Δ΄ υπήρξε επίσης ενεργός στον λογοτεχνικό τομέα, γράφοντας πολυάριθμα ποιήματα υπό το ψευδώνυμο «Μουράντι» (Muradi). Εκτός από τη λογοτεχνία, έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πνευματική πρόκληση των αυλικών και των υπηκόων του, συχνά δοκιμάζοντάς τους με γρίφους και πνευματικά παιχνίδια.Ένα χαρακτηριστικό περιστατικό αναφέρει ότι συνέθεσε έναν ποιητικό γρίφο και ανακοίνωσε πως όποιος κατάφερνε να δώσει τη σωστή απάντηση θα επιβραβευόταν γενναιόδωρα. Ο Τζιχάντι Μπέης, ποιητής της Σχολής Εντερούν, απάντησε ορθά στον γρίφο και, ως αποτέλεσμα, προήχθη σε υψηλότερη θέση.
Ο Μουράτ ήταν επίσης συνθέτης· μία από τις γνωστότερές του συνθέσεις ονομάζεται Uzzal Peshrev.[19]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σύζυγοι
- Αϊσέ Σουλτάνα
- Σεμσισάχ Σεμσπερί Σουλτάνα
- Σαναβμπέρ Χατούν
Παιδιά
- Ηγεμόνας Αχμέτ (1627-1636), γιος της Αϊσέ Σουλτάν
- Φουλανέ Σουλτάν (1627-?)
- Ηγεμόνας Νουμάν (1628-1629)
- Ηγεμόνας Ορχάν (1629-1629)
- Γκεβχέρ Σουλτάν (1630-?), κόρη της Αϊσέ Σουλτάν
- Χανζαντέ Σουλτάν (1630-1630)
- Ηγεμόνας Χασάν (1631-1632)
- Ηγεμόνας Σουλεϊμάν (1632-1635), γιος της Αϊσέ Σουλτάν
- Εσμαχάν Σουλτάν (1632-1632)
- Ηγεμόνας Μεχμέτ (1633-1637), γιος της Αϊσέ Σουλτάν
- Ισμιχάν Καγιά Σουλτάν (1633-1659), κόρη της Αϊσέ Σουλτάν
- Ηγεμόνας Οσμάν (1634-1634)
- Χαφσά Σουλτάν (1634-1678), κόρη της Σεμσισάχ Σεμσπερί Σουλτάν
- Σαφιγιέ Σουλτάν (1634-1685), κόρη της Αϊσέ Σουλτάν
- Ηγεμόνας Αλαεντίν (1635-1637), γιος της Αϊσέ Σουλτάν
- Ηγεμόνας Σελίμ (1637-1640)
- Αϊσέ Μπεντιά Σουλτάν (1637-?), κόρη της Σεμσισάχ Σεμσπερί Σουλτάν
- Ηγεμόνας Αμπντούλ Χαμίτ (1638-1638)
- Ρουκιγιέ Σουλτάν (1639-1716), κόρη της Αϊσέ Σουλτάν
- Ηγεμόνας Μαχμούτ (1640-1647)
- Ηγεμόνας Βαγιαζήτ (1640-1641)
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Finkel, Caroline (2005). Osman's Dream: The Story of the Ottoman Empire, 1300-1923. New York: Basic Books. σελ. 197. ISBN 978-0-465-02396-7.
- ↑ Finkel, Caroline (2006). Osman's dream : the story of the Ottoman Empire, 1300-1923. New York: Basic Books. σελ. 197. ISBN 0-465-02396-7. OCLC 63664444.
- 1 2 Sakaoğlu 2015, σελ. 224.
- ↑ Accounts and Extracts of the Manuscripts in the Library of the King of France. 2. R. Faulder. 1789. σελ. 51.
The sultan Morad put him to death in the year 1037 [AH], for some action which was contrary to the law of God.
- 1 2 Sakaoğlu 2015, σελ. 225.
- ↑ Freely, John (11 Οκτωβρίου 2016). Inside the Seraglio: Private Lives of the Sultans in Istanbul. Bloomsbury Publishing. σελ. 94. ISBN 978-0-85772-870-8.
- ↑ Internet Archive, Halil (1969). The Ottoman Empire : the classical age, 1300-1600. New Rochelle, N.Y. : Aristide D. Caratzas, Publisher. σελ. 99. ISBN 978-0-89241-388-1.
- ↑ Stoianovich, Traian (20 Μαΐου 2015). Balkan Worlds: The First and Last Europe: The First and Last Europe. Routledge. ISBN 978-1-317-47614-6.
- ↑ Hari, Johann (2015). Chasing the Scream: The First and Last Days of the War on Drugs. Bloomsbury USA. σελ. 262. ISBN 978-1620408902.
- ↑ Davis, William Stearns (1922). A short history of the Near East: from the founding of Constantinople (330 A.D. to 1922). Νέα Υόρκη: The Macmillan Company. σελ. 259–260.
- 1 2 3 Sakaoğlu 2015, σελ. 232.
- ↑ Wallimann, Isidor· Dobkowski, Michael N. (1 Μαρτίου 2000). Genocide and the Modern Age: Etiology and Cases Studies of Mass Death. Syracuse University Press. ISBN 978-0-8156-2828-6.
- ↑ Roemer (1989), σελ. 285
- 1 2 Farooqi, Naimur Rahman (1989). Mughal-Ottoman Relations: A Study of Political & Diplomatic Relations Between Mughal India and the Ottoman Empire, 1556-1748. Idarah-i Adabiyat-i Delli.
- ↑ Selcuk Aksin Somel, Historical Dictionary of the Ottoman Empire, 2003, σελ. 201.
- ↑ Barber, Noel (1973). The Sultans
. New York: Simon and Schuster. σελ. 87. ISBN 9780671216245. - ↑ Arnold, Dana· Ergut, Elvan Altan (27 Σεπτεμβρίου 2006). Rethinking Architectural Historiography. Routledge. ISBN 978-1-134-23629-9.
- ↑ Müller-Wiener, Wolfgang (1988). «Das Kavak Sarayı. Ein verlorenes Baudenkmal Istanbuls» (στα γερμανικά). Istanbuler Mitteilungen (38): 363–376.
- ↑ Sultan IV. Murad - Uzzâl Peşrev, https://www.fikriyat.com/webtv/muzik/sultan-iv-murad-uzzl-pesrev, ανακτήθηκε στις 2025-11-04
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Roemer, H.R. (1986). The Safavid Period. The Cambridge History of Iran: The Timurid and Safavid Periods. VI.. Κέιμπριτζ: Cambridge University Press. σελ. 189–350. ISBN 0521200946.
- Sakaoğlu, Necdet (2008). Bu mülkün kadın sultanları: Vâlide sultanlar, hâtunlar, hasekiler, kadınefendiler, sultanefendiler (στα Τουρκικά). Oğlak Yayıncılık. σελ. 303.
- Sakaoğlu, Necdet (2015). Bu Mülkün Sultanları. Alfa Yayıncılık. ISBN 978-6-051-71080-8.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Μουράτ Δ΄ στο Wikimedia Commons