Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ελληνόρρυθμη Καθολική Εκκλησία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ελληνοκαθολικισμός)
Ελληνόρρυθμη Ορθόδοξη Εκκλησία
ΕίδοςΕιδική εκκλησία (sui iuris)
ΚατηγοριοποίησηΟρθόδοξη Εκκλησία
*Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες
ΠροσανατολισμόςΑνατολικός Χριστιανισμός
ΚείμενοΒίβλος (Μετάφραση των Εβδομήκοντα, Πεσίτα)
ΘεολογίαΡωμαιοκαθολική και
Ορθόδοξη
ΔομήΘρησκευτική κοινωνία
Διαχωρισμόςαπό τις αυτοκέφαλες εκκλησίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, των Προχαλκηδόνιων Εκκλησιών και της Εκκλησίας της Ανατολής ανά τους αιώνες
Άλλες ονομασίεςΕλληνική Ορθόδοξη Εκκλησία

Ελληνόρρυθμη Ορθόδοξη Εκκλησία αποκαλείται ένας αριθμός Ανατολικών ορθοδόξων Εκκλησιών με Βυζαντινή ή Ελληνική λειτουργική παράδοση (Ritus Graecus), με αναφορά στην Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη. Η κοινότητα αυτού του τυπικού συνηθίζεται να αποκαλούνται Ουνίτες από τη λατινική λέξη unitus, δηλαδή «ενωμένος» και εννοεί την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία που επιχειρήθηκε να ενωθεί με τη Δυτική Εκκλησία κατ' εφαρμογή των αποφάσεων της Συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας (1439).


Ελληνόρρυθμος Ρωμαιοκαθολικός ναός στην Ουκρανία.

Οι ελληνόρρυθμοι τηρούν στις τελετές τους το τυπικό της Ορθόδοξης Εκκλησίας και τη γενική αισθητική της λατρείας της. Οι κληρικοί φέρουν άμφια του ορθόδοξου τύπου, ενώ οι ναοί είναι επιπλωμένοι και διακοσμημένοι όπως και οι λοιπές ορθόδοξες εκκλησίες. Η λατρευτική μουσική είναι συνήθως το βυζαντινό εκκλησιαστικό μέλος, αν και ενίοτε ψάλλονται ύμνοι σε μέλος δυτικό και χρησιμοποιείται μουσικό όργανο. Μία αξιοσημείωτη διαφοροποίηση των ελληνορρύθμων από τους ορθοδόξους είναι ότι στο πνεύμα των λειτουργικών μεταρρυθμίσεων της Β’ Βατικανής Συνόδου (1965) ορισμένες δεήσεις εκφωνούνται στα νεοελληνικά. Η μετάληψη γίνεται με ένζυμο άρτο και οίνο, αλλά οι ελληνόρρυθμοι, κατά πιστή εφαρμογή μιας διάταξης της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, δεν χρησιμοποιούν λαβίδα (κουτάλι) για τη μετάδοση της Θείας Κοινωνίας. Ο κληρικός παίρνει από το δίσκο με το χέρι μικρές μερίδες άρτου, τις εμβαπτίζει στο ποτήριο του οίνου και μεταδίδει το μυστήριο στους πιστούς.

Περίοδος της οθωμανικής και ενετικής κυριαρχίας ως τον 19ο αιώνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ελληνόρρυθμη εκκλησία στη Ρουμανία.

Σήμερα οι ελληνόρρυθμοι αποτελούν τη φυσική συνέχεια της ομάδας των ενωτικών, που κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο (13ος-15ος αιώνας) υποστήριζαν την ένωση της Ανατολικής με τη Δυτική Εκκλησία. Θεολογικά η θέση αυτή μπορεί να γίνει δεκτή, από την άποψη ότι οι Ελληνόρρυθμες Εκκλησίες αποτελούν την πρακτική εφαρμογή των αποφάσεων της ενωτικής Συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας (1439). Ιστορικά όμως κοινότητες ελληνορρύθμων με δικό τους κλήρο δεν εντοπίζονται στις πρώην βυζαντινές περιοχές πριν τον 19ο αιώνα. Άλλωστε πουθενά οι ουνιτικές κοινότητες δεν σχηματίστηκαν ως φυσική συνέχεια κοινοτήτων και κλήρου ενωτικών ορθοδόξων της μεσαιωνικής περιόδου. Επιπλέον οι ενωτικοί παρ' ότι υπήρξαν ως κίνηση μέσα στη Εκκλησία, δεν σχημάτισαν ιδιαίτερες κοινότητες.

Η ίδρυση και οργάνωση Ελληνόρρυθμων Ορθοδόξων Εκκλησιών άρχισε μετά τη συμφωνία της Ένωσης του Μπρεστ (1596), η οποία αποφάσισε την επιβολή των αποφάσεων της Συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας στις ορθόδοξες κοινότητες του Βασιλείου της Πολωνίας. Έκτοτε άρχισαν να υφίστανται στην κεντρική Ευρώπη κοινότητες πλήρως ενταγμένες , αλλά με τα λατρευτικά έθιμα της Ορθοδοξίας. Το πρότυπο αυτό εφαρμόστηκε στις ορθόδοξες επαρχίες που περνούσαν υπό την κυριαρχία Ρωμαιοκαθολικών ηγεμόνων, είτε της Πολωνίας είτε της Αυστρίας, με αποτέλεσμα την ίδρυση ισχυρών Ελληνόρρυθμων Εκκλησιών που υφίστανται ως τις μέρες μας στη Δυτική Ουκρανία, στην Πολωνία, στην Τρανσυλβανία (Ρουμανία), στην Τσεχία, στη Σλοβακία, στην Ουγγαρία, στην Κροατία και στις βαλτικές χώρες (Λιθουανία, Λετονία, Εσθονία). Το έργο της ιεραποστολής και προώθησης της υπόθεσης του Ουνιτισμού ανέλαβαν κυρίως οι κληρικοί του Τάγματος των Ιησουϊτών.


Το 1887 καταστράφηκε η ορθόδοξη Μονή της Παναγίας της Κρουσσιώτισσας της περιοχής του Κιλκίς από Ουνίτες και Βούλγαρους Εξαρχικούς.[1]

Η Ιερά Σύνοδος υπό τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Θεόκλητο Α’ εξέδωσε Εγκύκλιο το 1903, επισημαίνοντας τον κίνδυνο από την εμφάνιση πρακτόρων της Ουνίας στον ελλαδικό χώρο. Ακόμη, μια επίσημη αντίδραση της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά της Ουνίας έγινε με έγγραφο της Ι. Συνόδου προς το Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως το 1924, επί Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Α’. Η καταγγελία της Ιεράς Συνόδου συνοδευόταν με διαμαρτυρία για την αδιαφορία του κράτους και το αίτημα να κλεισθούν ο ουνιτικός ναός και τα άλλα ουνιτικά ιδρύματα, διότι διευκόλυναν τη λατινική προπαγάνδα στη χώρα μας. Ήταν, δε, ήδη γνωστή η ανθελληνική στάση της Ρώμης και του Πάπα στη Μικρασιατική Καταστροφή, όπως και προηγουμένως στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις 7 Απριλίου 1925 εκδόθηκε Εγκύκλιος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου Α΄ κατά των Ουνιτών.[2]

Το θέμα των Ουνιτών στην Ελλάδα τέθηκε και στη Βουλή των Ελλήνων (1929) χωρίς όμως να δοθεί λύση. Εκδόθηκαν όμως δύο δικαστικές αποφάσεις, με βουλεύματα του Εφετείου Αθηνών (1930) και του Αρείου Πάγου (1931), που επέβαλλαν στους Ουνίτες την απαγόρευση να φορούν το εξωτερικόν ένδυμα των Ορθοδόξων κληρικών της χώρας, για να αποφεύγεται η σύγχυσή τους με τον ορθόδοξο Κλήρο. Οι αποφάσεις αυτές δεν έγιναν σεβαστές από τους Ουνίτες.[3]

Ελληνόρρυθμες Καθολικές Εκκλησίες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αλβανός ιερέας της Ιταλίας (Ιταλοαλβανός), Επαρχία της Πιάνα ντέλι Αλμπανέζι, Ιταλοβυζαντινή Εκκλησία.

Αναφέρονται, επίσης, ως Βυζαντινές Ορθόδοξες Εκκλησίες και είναι οι 14 από τις 23 Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες που ακολουθούν το βυζαντινό ή άλλως, ελληνικό τυπικό:

  • Αλβανική Ορθόδοξη Εκκλησία
  • Λευκορωσική Ορθόδοξη Εκκλησία
  • Βουλγαρική Ορθόδοξη Εκκλησία
  • Ορθόδοξη Εκκλησία της Κροατίας και Σερβίας
  • Ουγγρική Ορθόδοξη Εκκλησία
  • Ρουμανική Ορθόδοξη Εκκλησία
  • Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία
  • Ρουθηνική Ορθόδοξη Εκκλησία
  • Σλοβακική Ορθόδοξη Εκκλησία
  1. Αθανάσιος Α. Αγγελόπουλος, Αι ξέναι Προπαγάνδαι εις την επαρχίαν Πολυανής κατά την περίοδον 1870 - 1912, Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου (ΙΜΧΑ), Θεσσαλονίκη 1973, ανατύπωση 1993, σσ. 103, 104, 105, 106
  2. Γ. Μεταλληνός, Ουνία. Πρόσωπο και προσωπείο. Η Ουνία χθες και σήμερα, εκδ. Αρμός, Αθήνα 19993, σσ. 28-31.
  3. Γ. Μεταλληνός, Ουνία. Πρόσωπο και προσωπείο. Η Ουνία χθες και σήμερα, εκδ. Αρμός, Αθήνα 19993, σσ. 28-31.