Γεράσιμος Α΄ Ιεροσολύμων
Γεράσιμος Α΄ | |
---|---|
Πατριάρχης Ιεροσολύμων | |
Ο Πατριάρχης Γεράσιμος Α΄ (προ του 1897) | |
Από | 1891 |
Έως | 9 Φεβρουαρίου 1897 |
Προκάτοχος | Νικόδημος |
Διάδοχος | Δαμιανός Α΄ |
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | 1839 Άγιος Ιωάννης Αρκαδίας, Ελλάδα |
Θάνατος | 9 Φεβρουαρίου 1897 Ιεροσόλυμα, Ισραήλ |
Πρώην τίτλος | Επίσκοπος Φιλαδέλφειας (1877) Επίσκοπος Σκυθουπόλεως (1881) Πατριάρχης Αντιοχείας (1885) |
Ο Πατριάρχης Γεράσιμος Α΄ (κατά κόσμον Κωνσταντίνος Δ. Πρωτόπαπας, 1839 - 9 Φεβρουαρίου 1897) διετέλεσε Πατριάρχης Αντιοχείας και Ιεροσολύμων για 12 συνολικά χρόνια στα τέλη του 19ου αιώνα.
Βιογραφικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος Δημητρίου Πρωτόπαπας γεννήθηκε το 1839 στον Άγιο Ιωάννη Κυνουρίας Αρκαδίας[1]. Το 1852, σε ηλικία μόλις 13 ετών, μετέβη στα Ιεροσόλυμα, κοντά στον αδελφό του πατέρα του, επίσκοπο Λύδης, Γεράσιμο Πρωτόπαπα. Εκεί σπούδασε στην Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού, από την οποία αποφοίτησε αποφοίτησε το 1861. Στη συνέχεια εστάλη στην Αθήνα, όπου σπούδασε Φυσική και Μαθηματικά στο εκεί Πανεπιστήμιο.
Το 1862 εκάρη μοναχός με το όνομα Γεράσιμος, προς τιμήν του θείου του, και χειροτονήθηκε διάκονος. Μετά την επιστροφή του από την Αθήνα διορίστηκε Καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού Ιεροσολύμων. Το 1872 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Στις 11 Δεκεμβρίου 1877 χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος Φιλαδελφείας. Το 1879 και το 1880 εκπροσώπησε το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων στις διαπραγματεύσεις για το Μοναστηριακό ζήτημα[1] και συμμετείχε στο Συνέδριο του Βερολίνου. Στις 20 Αυγούστου 1881 εξελέγη Μητροπολίτης Σκυθουπόλεως. Ήταν υποψήφιος κατά την πατριαρχική εκλογή των Ιεροσολύμων το 1882-1883 και αντιτάχθηκε σθεναρά στην υποψηφιότητα του Νικοδήμου, ο οποίος θεωρούταν ρωσόφιλος.
Οι Πατριαρχίες του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με την υποστήριξη του Νικόδημου, ο οποίος τον έβλεπε ως κύριο αντίπαλό του και προσπαθούσε να τον απομακρύνει από την Παλαιστίνη, ο Γεράσιμος εξελέγη Πατριάρχης Αντιοχείας στις 30 Μαΐου 1885, παρά την αντίθεση μέρους του αραβόφωνου κλήρου. Η Πατριαρχία του στην Αντιόχεια σημαδεύτηκε από προβλήματα και αναταραχές, καθώς αυξανόταν η αντιπαράθεση του αραβόφωνου κλήρου και λαού με την ελληνόφωνη ιεραρχία, η οποία κατέληξε σε ανοιχτή σύγκρουση τη δεκαετία του 1890.
Στις 27 Φεβρουαρίου 1891, μετά την παραίτηση του Νικοδήμου, εξελέγη Πατριάρχης Ιεροσολύμων. Κατά την Πατριαρχία του αναβίωσε την Σχολή του Τιμίου Σταυρού και επανέλαβε τις λειτουργίες σε αρκετές αρχαίες εκκλησίες. Έδωσε έμφαση στη βελτίωση των υλικοτεχνικών μέσων της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας, καθώς και στην επικράτηση εσωτερικής τάξης και ειρήνης[2].
Πέθανε στα Ιεροσόλυμα σε ηλικία 58 χρονών, στις 9 Φεβρουαρίου 1897[1]. Κατά την παράδοση, πριν πεθάνει, ζήτησε να τοποθετηθεί στον τάφο του, χώμα από την πατρίδα του, τον Άγιο Ιωάννη. Ενίσχυσε τους ναούς της Κυνουρίας με ιερά σκεύη, άμφια, καντήλια, επιταφίους, ευαγγέλια και άλλα. Βοήθησε, επιπλέον, να σπουδάσει ο αδελφός του, τα ανίψια του, αλλά και άλλοι συμπατριώτες του.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Μάρκου, Μάρκος. «Ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων κυρός Γεράσιμος. (1839-1897)». Ανακτήθηκε στις 9 Μαΐου 2021.
- ↑ Геннадий Большаков Краткие сведения о жизни и деятельности Иерусалимских Патриархов в XIX веке // Православие. Ru
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ι. Κουσκουνάς, Κ. Χασαπογιάννης, Ι. Κακαβούλιας - Θυρεάτις Γη, Αθήνα 1981, Ίδρυμα Μνήμης Αγγελικής & Λεωνίδα Ζαφείρη
- Ευστρ. Δαλιάνη - “Αγιάννης”, η άγνωστη πρωτεύουσα της Ελλάδος, Αθήνα 2016