Αποθήκη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αποθήκη στο Σάουθ Τζέρσεϊ, στην Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ,[1] έξω από τη Φιλαδέλφεια, όπου φορτηγά παραδίδουν πλάκες γρανίτη

Αποθήκη είναι ένα κτίριο για την αποθήκευση αγαθών.[2][3] Οι αποθήκες χρησιμοποιούνται από κατασκευαστές, εισαγωγείς, εξαγωγείς, χονδρεμπόρους, μεταφορικές επιχειρήσεις, τελωνεία κ.λπ. Συνήθως είναι μεγάλα, απλά κτίρια σε βιομηχανικά πάρκα στα περίχωρα πόλεων, κωμοπόλεων ή χωριών.

Οι αποθήκες συνήθως διαθέτουν αποβάθρες φόρτωσης για τη φόρτωση και την εκφόρτωση εμπορευμάτων από φορτηγά. Ενίοτε, οι αποθήκες σχεδιάζονται για τη φόρτωση και εκφόρτωση εμπορευμάτων απευθείας από σιδηροδρόμους, αεροδρόμια ή λιμάνια. Συχνά διαθέτουν γερανούς και περονοφόρα ανυψωτικά οχήματα για τη μετακίνηση των εμπορευμάτων, τα οποία συνήθως τοποθετούνται σε παλέτες και στη συνέχεια φορτώνονται σε ράφια. Τα αποθηκευμένα αγαθά μπορεί να είναι πρώτες ύλες, υλικά συσκευασίας, ανταλλακτικά, εξαρτήματα ή τελικά προϊόντα που συνδέονται με τη γεωργία, τον κατασκυαστικό τομέα και την παραγωγή.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προϊστορία και αρχαία ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια αποθήκη μπορεί να οριστεί ως ένα κτήριο στο οποίο αποθηκεύονται χύμα προϊόντα ή αγαθά (εμπορεύματα) για εμπορικούς σκοπούς. Η μορφή της αποθήκης μέσα στον χρόνο εξαρτάται από πολλά: υλικά, τεχνολογίες, τοποθεσίες και πολιτισμούς.

Είσοδος αποθήκης (Horrea Epagathiana) στην αρχαία ρωμαϊκή πόλη Όστια

Υπό αυτήν την έννοια, η αποθήκη προϋπάρχει της ανάγκης για κοινή ή κρατική μαζική αποθήκευση των επιπλέον τροφίμων. Οι προϊστορικοί πολιτισμοί χρησιμοποιούσαν οικογενειακούς ή κοινοτικούς αποθηκευτικούς λάκκους ή αποθήκες ανακτόρων, όπως στην Κνωσό, για να προστατεύσουν τα πλεονάζοντα τρόφιμα. Ο αρχαιολόγος Κόλιν Ρένφριου υποστήριξε ότι η συγκέντρωση και η αποθήκευση γεωργικών πλεονασμάτων στα μινωικά ανάκτορα της Εποχής του Χαλκού ήταν κρίσιμος παράγοντας για τον σχηματισμό πρωτοκρατικής εξουσίας.[4]

Η ανάγκη για αποθήκες αναπτύχθηκε σε κοινωνίες στις οποίες το εμπόριο έφτασε σε μια κρίσιμη μάζα που απαιτούσε αποθήκευση σε κάποιο σημείο της διαδικασίας της συναλλαγής. Αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές στην αρχαία Ρώμη, όπου το horreum (πλ. horrea) ήταν τυπική μορφή κτιρίου.[5] Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα βρίσκονται στην Όστια, το λιμάνι που εξυπηρετούσε τη Ρώμη. Το Horrea Galbae, ένα συγκρότημα αποθηκών στον δρόμο προς την Όστια, δείχνει ότι αυτά τα κτήρια θα μπορούσαν να είναι πολύ ογκώδη, ακόμη και με τα σύγχρονα πρότυπα. Το συγκρότημα Horrea Galbae αποτελούνταν από 140 αίθουσες μόνο στο ισόγειο, καλύπτοντας μια έκταση περίπου 21.000 τετραγωνικών μέτρων. Συγκριτικά, λιγότερες από τις μισές αποθήκες στις ΗΠΑ σήμερα είναι μεγαλύτερες από 9.290 τετραγωνικά μέτρα.

Μεσαιωνική Ευρώπη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Sust, αποθήκη τύπου Μεσαίωνα, στο Χόργκεν της Ελβετίας

Η ανάγκη αποθηκών συνεπάγεται ότι υπάρχουν ποσότητες αγαθών που παραείναι μεγάλες για να αποθηκευτούν σε μια οικιακή αποθήκη. Όμως, όπως φαίνεται από τη νομοθεσία σχετικά με την επιβολή δασμών, ορισμένοι έμποροι στη μεσαιωνική Ευρώπη κρατούσαν συνήθως αγαθά στις μεγάλες οικιακές αποθήκες τους, συχνά στο ισόγειο ή στα κελάρια.[6][7] Ένα παράδειγμα είναι το Fondaco dei Tedeschi, συνοικία Γερμανών εμπόρων στη Βενετία, η οποία συνδύαζε κατοικία, αποθήκη, αγορά και κατάλυμα για ταξιδιώτες.[8]

Από τον Μεσαίωνα, οι αποθήκες κατασκευάζονταν γύρω από λιμάνια και άλλους εμπορικούς κόμβους για να διευκολύνουν το εμπόριο μεγάλης κλίμακας. Οι αποθήκες του εμπορικού λιμανιού Μπρίγκεν στο Μπέργκεν της Νορβηγίας (που σήμερα είναι Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς), επιδεικνύουν χαρακτηριστικές ευρωπαϊκές μορφές ξυλείας που χρονολογούνται από τον ύστερο Μεσαίωνα, αν και αυτό που σώζεται σήμερα ανακατασκευάστηκε σε μεγάλο βαθμό με το ίδιο παραδοσιακό στιλ μετά από μεγάλες πυρκαγιές το 1702 και το 1955.

Βιομηχανική επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορική αποθήκη Atlantic Dock στο Μπρούκλιν το 1800

Κατά τη βιομηχανική επανάσταση, στα μέσα του 18ου αιώνα, η λειτουργία των αποθηκών εξελίχθηκε και έγινε πιο εξειδικευμένη. Η μαζική παραγωγή αγαθών που ξεκίνησε από τη βιομηχανική επανάσταση του 18ου και 19ου αιώνα τροφοδότησε την ανάπτυξη μεγαλύτερων και πιο εξειδικευμένων αποθηκών, που συνήθως βρίσκονται κοντά σε κόμβους μεταφορών σε κανάλια, σιδηροδρόμους και λιμάνια. Η εξειδίκευση των εργασιών είναι χαρακτηριστικό του εργοστασιακού συστήματος, το οποίο αναπτύχθηκε στα βρετανικά κλωστοϋφαντουργεία και αγγειοπλαστεία στα μέσα με τέλη του 1700. Οι εργοστασιακές διαδικασίες επιτάχυναν την εργασία και την ανειδίκευτη εργασία, φέρνοντας νέα κέρδη στις επενδύσεις κεφαλαίων.

Οι αποθήκες εκπληρώνουν επίσης μια σειρά εμπορικών λειτουργιών εκτός από την απλή αποθήκευση, όπως οι αποθήκες βαμβακιού του Μάντσεστερ και οι αυστραλιανές αποθήκες μαλλιού: παραλαβή, αποθήκευση και αποστολή εμπορευμάτων, προβολή αγαθών για εμπορικούς αγοραστές, συσκευασία, έλεγχος και επισήμανση παραγγελιών και αποστολή τους.

Η χρηστική αρχιτεκτονική των αποθηκών ανταποκρίθηκε γρήγορα στις αναδυόμενες τεχνολογίες. Πριν και μέσα στον δέκατο ένατο αιώνα, η βασική ευρωπαϊκή αποθήκη κατασκευαζόταν από φέροντες τοίχους ή βαριά ξυλεία με κατάλληλη εξωτερική επένδυση. Στο εσωτερικό, βαριές ξύλινες δοκοί στήριζαν ξύλινες δοκούς και δοκούς για τα ανώτερα επίπεδα, σπάνια πάνω από τέσσερις έως πέντε ορόφους.

Αποθήκες του 19ου αι. στις αποβάθρες του Γκλόστερ, στο Ηνωμένο Βασίλειο, που χρησιμοποιήθηκαν αρχικά για αποθήκευση εισαγόμενου καλαμποκιού

Συνηθιζόταν η δίρριχτη στέγη, με πόρτα στην πλευρά που έβλεπε στο δρόμο, τις σιδηροδρομικές γραμμές ή το λιμάνι με έναν γερανό να ανυψώνει εμπορεύματα στα παράθυρα κάθε ορόφου. Η πρόσβαση στις οδικές μεταφορές γινόταν μέσω πολύ μεγάλων θυρών στο ισόγειο. Αν δεν ήταν σε ξεχωριστό κτήριο, οι χώροι των γραφείων και των εκθέσεων βρίσκονταν στο ισόγειο ή στον πρώτο όροφο.

Οι τεχνολογικές καινοτομίες των αρχών του 19ου αιώνα άλλαξαν το σχήμα των αποθηκών και τις εργασίες που εκτελούνταν στο εσωτερικό τους: κολόνες από χυτοσίδηρο και αργότερα, στύλοι από χάλυβα.

Οι ισχυρές, λεπτές κολόνες από χυτοσίδηρο άρχισαν να αντικαθιστούν τοιχοποιίες ή ξύλινους στύλους για να μεταφέρουν επίπεδα πάνω από το ισόγειο. Καθώς ο σύγχρονος χαλύβδινος σκελετός αναπτύχθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, η αντοχή και η κατασκευή του επέτρεψαν την ανοικοδόμηση των πρώτων ουρανοξυστών.

Οι ανυψωτήρες και οι γερανοί που λειτουργούσαν με ατμοκίνητη ενέργεια διευκόλυναν την ικανότητα ανύψωσης και να μετακίνησης βαρέων εμπορευμάτων.

20ός αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διάδρομος με παλέτες σε ράφια μοντέρνας αποθήκης

Δύο νέες πηγές ενέργειας, το νερό και ο ηλεκτρισμός, αναμόρφωσαν τον σχεδιασμό και την πρακτική των αποθηκών στα τέλη του 19ου αιώνα και στον 20ό αιώνα.

Δημόσια υδροηλεκτρικά δίκτυα κατασκευάστηκαν σε πολλές μεγάλες βιομηχανικές πόλεις σε όλον τον κόσμο τη δεκαετία 1870-80, με υπόδειγμα το Μάντσεστερ. Αυτά τα δίκτυα ήταν πολύ αποτελεσματικά για την τροφοδοσία γερανών και ανελκυστήρων, των οποίων η εφαρμογή σε αποθήκες επέτρεψε στα κτήρια να γίνουν ψηλότερα και πιο αποδοτικά.

Τα δημόσια δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας εμφανίστηκαν τη δεκαετία του 1890. Χρησιμοποιήθηκαν αρχικά κυρίως για φωτισμό και σύντομα για να ηλεκτροδοτήσουν ανελκυστήρες, καθιστώντας τις αποθήκες πιο αποδοτικές. Χρειάστηκαν αρκετές δεκαετίες για να διανεμηθεί ευρέως η ηλεκτρική ενέργεια σε πόλεις του δυτικού κόσμου.

Οι τεχνολογίες του 20ού αιώνα έκαναν την αποθήκευση ακόμα πιο αποτελεσματική. Η ηλεκτρική ενέργεια έγινε ευρέως διαθέσιμη και μεταμόρφωσε τον φωτισμό, την ασφάλεια, την ανύψωση και τις μεταφορές από το 1900. Ο κινητήρας εσωτερικής καύσης, που αναπτύχθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, εγκαταστάθηκε σε οχήματα που κυκλοφορούσαν μαζικά από τη δεκαετία του 1910.

Βαμβακαποθήκη Adams & Bazemore Cotton στο Μέικον (Τζόρτζια), π. 1877

Το περονοφόρο φορτηγό εφευρέθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα και τέθηκε σε ευρεία χρήση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα περονοφόρα ανυψωτικά μετασχηματίζουν τις δυνατότητες ύπραξης πολυεπίπεδων ραφιών με παλέτες εμπορευμάτων. Όλα τα παραπάνω επέτρεψαν την άνοδο των προσεγγίσεων στην επιμελητεία της αποθήκευσης στα τέλη του 20ού αιώνα.

Ετα τέλη του 20ού αιώνα οι αποθήκες άρχισαν να προσαρμόζονται στην τυποποίηση, τη μηχανοποίηση, την τεχνολογική καινοτομία και τις αλλαγές στις μεθόδους τηςεφοδιαστικής αλυσίδας. Στον 21ο αιώνα, αναμένονται σημαντικές εξελίξεις στον τομέα της αποθήκευσης και του αυτοματισμού.

Διάταξη αποθήκης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια καλή διάταξη αποθήκης αποτελείται από 5 τομείς:

  • Χώρος φόρτωσης και εκφόρτωσης - Αυτή είναι η περιοχή όπου ξεφορτώνονται τα εμπορεύματα και φορτώνονται στο φορτηγό. Μπορεί να είναι μέρος του κτηρίου ή έξω από το κτήριο.
  • Χώρος υποδοχής - Σε αυτό το μέρος, εισερχόμενα αγαθά περνούν από επεξεργασία, έλεγχο και ταξινόμηση πριν οδηγηθύν σε αποθήκευση.
  • Αποθηκευτικός χώρος - Αυτή είναι η περιοχή της αποθήκης όπου βρίσκονται τα εμπορεύματα περιμένοντας την αποστολή. Αυτή η περιοχή μπορεί να υποδιαιρεθεί περαιτέρω σε στατική αποθήκευση για αγαθά των οποίων η αποθήκευση διαρκεί περισσότερο πριν από την αποστολή και σε δυναμική αποθήκευση για αγαθά που πωλούνται ταχύτερα.[9]
  • Περιοχή παραλαβής - Αυτή είναι η περιοχή όπου τα προϊόντα προετοιμάζονται ή τροποποιούνται πριν από την αποστολή.
  • Χώρος αποστολής - Μόλις προετοιμαστούν τα εμπορεύματα, προχωρούν στον χώρο συσκευασίας ή αποστολής όπου περιμένουν να γίνει η αποστολή.

Τυπολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

India House, Μάντσεστερ

Οι αποθήκες θεωρούνται γενικά βιομηχανικά κτήρια[10] και συνήθως βρίσκονται σε βιομηχανικές περιοχές ή ζώνες (όπως τα περίχωρα μιας πόλης).[11] Το LoopNet κατηγοριοποιεί τις αποθήκες με βάση τον «βιομηχανικό» τους τύπο.[12] Το Εγχειρίδιο Εθνικού Κόστους Κτιρίων 2018 της εταιρείας Craftsman Book Company παραθέτει τις "Αποθήκες" στην ενότητα "Βιομηχανικές Κατασκευές".[13] Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι αποθήκες ταξινομούνται σύμφωνα με τον χωροταξιακό νόμο του 1990 ως βιομηχανική κατηγορία B8 Αποθήκευση και διανομή.[14][15]

Είδη αποθηκών είναι οι απλές αποθήκες, τα κέντρα διανομής (όπως κέντρα εφοδιασμού και τερματικά φορτηγών), οι αποθήκες λιανικής, οι αποθήκες ψύξης κ.λπ.[16][17]

Αποθήκες λιανικής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κτήριο Pickles, Μάντσεστερ

Εδώ αποθηκεύονται προϊόντα για το εγχώριο εμπόριο. Αυτά είναι τελικά προϊόντα - όπως ρούχα ή είδη μόδας. Οι αποθήκες είναι πλέον περισσότερο προσανατολισμένες προς την τεχνολογία και βοηθούν στη σύνδεση του στοκ με το κατάστημα λιανικής.

Το κτήριο του Ρίτσαρντ Κόμπντεν στην οδό Μόσλεϊ του Μάντσεστερ ήταν η πρώτη αποθήκη λιανικής τύπου παλάτσο. Υπήρχαν ήδη επτά αποθήκες στην οδό Πόρτλαντ το 1855.[18][19]

Τα κύρια πλεονεκτήματα της αποθήκης λιανικής

  • Ασφάλεια και συντήρηση
  • Χειρισμός χωρίς προβλήματα
  • Εξασφάλιση συνεχούς προμήθειας προϊόντων
  • Εύκολη πρόσβαση σε μικρεμπόρους
  • Πλεονεκτήματα τοποθεσίας
  • Δημιουργία θέσεων εργασίας
  • Εύκολη χρηματοδότηση[20]
  • Βοήθεια στις πωλήσεις
  • Οι αποθήκες λιανικής χρησιμεύουν ως τοπικά και περιφερειακά κέντρα διανομής καταστημάτων.
  • Ευκαιρία απόκτησης τοπικών και περιφερειακών κέντρων διανομής καταστημάτων.
  • Αξιοποίηση ήδη εγκατεστημένων αποθηκών λιανικής και κέντρων λιανικής.
  • Καλύτερο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε εξειδικευμένες αγορές
  • Ανάπλαση αστικών περιοχών που αντιμετωπίζουν προβλήματα, όπως εκείνα όπου ένα τοπικό σούπερ μάρκετ ή μια αλυσίδα σούπερ μάρκετ έχει σταματήσει να λειτουργεί ή έχει φύγει από την πόλη.[21]
  • Οι ανεξάρτητες εγκαταστάσεις παρέχουν καθαρό ύψος συμβατό με τη βιομηχανική χρήση και άφθονο χώρο στάθμευσης.[22]

Δυσκολίες της σποθήκης λιανικής

  • Μικρό περιθώριο κέρδους
  • Υψηλές προσδοκίες πελατών
  • Αναποτελεσματικότητα λειτουργίας
  • Μπορεί να έχει υψηλότερο κόστος από το αναμενόμενο.[23]

Αποθήκες ψύξης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αποθήκες ψύξης συντηρύν αγροτικά προϊόντα. Η αποθήκευση στο ψυγείο βοηθά στην εξάλειψη της μούχλας, της αποσύνθεσης και της ζημιάς από έντομα. Τα βρώσιμα προϊόντα γενικά δεν αποθηκεύονται για περισσότερο από ένα χρόνο. Πολλά ευπαθή προϊόντα απαιτούν θερμοκρασία αποθήκευσης -25°C.

Η ψυχρή αποθήκευση συμβάλλει στη σταθεροποίηση των τιμών της αγοράς και στην ομοιόμορφη κατανομή των αγαθών. Οι αγρότες μπορούν να λαμβάνουν ανταποδοτικές τιμές, ενώ για τους καταναλωτές υπάρχει προσφορά ευπαθών προϊόντων σε χαμηλότερες τιμές.

Σε αποθήκες ψύξης, χρησιμοποιούνται συνήθως συμπιεστές αμμωνίας και φρέον για τη διατήρηση της θερμοκρασίας. Το ψυκτικό μέσο της αμμωνίας είναι φθηνότερο, εύκολα διαθέσιμο και έχει υψηλή λανθάνουσα θερμότητα εξάτμισης, αλλά είναι επίσης πολύ τοξικό και μπορεί να σχηματίσει εκρηκτικό μείγμα αν αναμιχθεί με μαζούτ. Η μόνωση είναι επίσης σημαντική για τη μείωση της απώλειας ψύξης και για τη διατήρηση διαφορετικών τμημάτων της αποθήκης σε διαφορετικές θερμοκρασίες.

Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι συστημάτων ψύξης που χρησιμοποιούνται σε αποθήκες ψύξης: τα συστήματα απορρόφησης ατμών (VAS) και τα συστήματα συμπίεσης ατμών (VCS). Οι VAS, αν και συγκριτικά πιο δαπανηρά στην εγκατάσταση, είναι πιο οικονομικά σε λειτουργία.

Η θερμοκρασία που απαιτείται για τη συντήρηση εξαρτάται από τον απαιτούμενο χρόνο αποθήκευσης και το είδος του προϊόντος. Γενικά, υπάρχουν τρεις ομάδες προϊόντων, τα ζωντανά τρόφιμα (π.χ. φρούτα και λαχανικά), τα τρόφιμα που δεν είναι πλέον ζωντανά και έχουν υποστεί επεξεργασία (π.χ. κρέας και προϊόντα ψαριών) και τα προϊόντα που επωφελούνται από την αποθήκευση σε ελεγχόμενη θερμοκρασία (π.χ. μπίρα, καπνός).

Η τοποθεσία είναι σημαντική για την επιτυχία μιας εγκατάστασης ψύξης. Θα πρέπει να βρίσκεται κοντά σε καλλιέργειες καθώς και σε μια αγορά, να είναι εύκολα προσβάσιμη σε βαρέα οχήματα και να έχει αδιάλειπτη παροχή ρεύματος.

Αποθήκες στο εξωτερικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτές εξυπηρετούν τις εξαγωγές. Έγιναν χώροι συνάντησης για αγοραστές χονδρικής στο εξωτερικό για συζητήσεις και παραγγαλίες.[18]

Χρησιμοποιώντας μια αποθήκη στο εξωτερικό, η ταχύτητα παράδοσης έχει ορισμένα πλεονεκτήματα, τα οποία μπορεί να βελτιώσουν την τιμή του προϊόντος και να αυξήσουν το μεικτό κέρδος σε κάποιο βαθμό. Ταυτόχρονα, μπορεί να βελτιωθεί και την εμπειρία του καταναλωτή, βελτιώνονταςι συνολικά τις πωλήσεις.[24]

Αποθήκες συσκευασίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο κύριος σκοπός της αποθήκης συσκευασίας είναι η συλλογή, ο έλεγχος, η σήμανση και η συσκευασία των εμπορευμάτων για εξαγωγή.[18] Οι αποθήκες συσκευασίας: Asia House, India House και Velvet House στο Μάντσεστερ ήταν από τα ψηλότερα κτήρια της εποχής τους. Όσο πιο αποτελεσματική είναι η διαδικασία συλλογής και συσκευασίας, τόσο πιο γρήγορα μπορούν να αποσταλούν τα προϊόντα στους πελάτες. Όταν παραλαμβάνονται οι αποστολές από την αποθήκη, τα προϊόντα αποθηκεύονται και εισάγονται σε ένα σύστημα διαχείρισης για παρακολούθηση.[25]

Σιδηροδρομικές αποθήκες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τέτοιες αποθήκες χτίζονταν κοντά σε μεγάλους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Η πρώτη σιδηροδρομική αποθήκη που κατασκευάστηκε βρισκόταν απέναντι από την αποβάθρα των επιβατών στον τερματικό σταθμό των σιδηροδρόμων του Λίβερπουλ και του Μάντσεστερ.[18]

Η αποθήκη τους σταθμούς Πικαντίλι στο Λονδίνο ήταν μία από τις τέσσερις αποθήκες που κατασκευάστηκαν περίπου το 1865 για την εξυπηρέτηση του νέου σταθμού του Λονδίνου. Αυτή η αποθήκη ήταν χτισμένη από τούβλα με πέτρινες λεπτομέρειες. Είχε κολόνες από χυτοσίδηρο με δοκούς από σφυρήλατο σίδερο.[26]

Αποθήκες καναλιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όλα αυτά τα είδη αποθηκών προέρχονται από τις αποθήκες καναλιών που χρησιμοποιήθηκαν για μεταφόρτωση και αποθήκευση. Τέτοιο παράδειγμα αποτελούν οι αποθήκες του Κάσλφιλντ στο Μάντσεστερ, που χτίστηκαν στο τέρμα του καναλιού Μπριτζγουότερ το 1761.[27]

Λειτουργίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αποβάθρες φόρτωσης στην εταιρεία Koivunen Oy στο Malmi του Ελσίνκι

Οι λειτουργίες της αποθήκης καλύπτουν μια σειρά από σημαντικές διαδικασίες παραλαβής, οργάνωσης, εκπλήρωσης και διανομής, όπως:

  • Παραλαβή εμπορευμάτων
  • Έλεγχος εμπορευμάτων
  • Οργάνωση και αποθήκευση αποθέματος
  • Παρακολούθησης αποθέματος (όπως εισαγωγή ραβδωτών κωδίκων)
  • Ενσωμάτωση και διατήρηση λογισμικού παρακολούθησης, όπως ένα σύστημα διαχείρισης αποθήκης
  • Επίβλεψη της ενσωμάτωσης νέων τεχνολογιών
  • Επιλογή διαδρομής συλλογής
  • Καθιέρωση πρακτικών διαλογής και συσκευασίας
  • Συντήρηση της αποθήκης
  • Ανάπτυξη σχεδίων ραφιών και υποδομών της αποθήκης[28]

Αυτοματοποίηση και βελτιστοποίηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτόματη αποθήκευση μικροανταλλακτικών

Ορισμένες αποθήκες είναι πλήρως αυτοματοποιημένες και απαιτούν απλώς χειρισμό. Οι παλέτες και τα προϊόντα κινούνται σε ένα σύστημα αυτοματοποιημένων μεταφορέων, γερανών και αυτοματοποιημένων συστημάτων αποθήκευσης και ανάκτησης που συντονίζονται από προγραμματιζόμενους λογικούς ελεγκτές και υπολογιστές που εκτελούν λογισμικό logistics. Αυτά τα συστήματα εγκαθίστανται συχνά σε αποθήκες ψύξης όπου οι θερμοκρασίες διατηρούνται πολύ χαμηλές για να μην αλλοιωθεί το προϊόν. Αυτό ισχύει και για τις αποθήκες ηλεκτρονικών ειδών που απαιτούν συγκεκριμένες θερμοκρασίες για την αποφυγή καταστροφής των εξαρτημάτων τους.

Κόστη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα σημαντικό άρθρο του Τόμας Γ. Σπεχ που δημοσιεύτηκε γύρω στο 1990 ανέφερε ότι ένα σύστημα κοστολόγησης για την αποθήκευση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον χώρο που διατίθεται για αποθήκευση ανά χρονική περίοδο και τον χρόνο που απαιτείται για το χειρισμό των υλικών όπως αυτά παραλαμβάνονται ή απορρίπτονται από την αποθήκη. Ο Σπεχ συμβουλεύει τις επιχειρήσεις σχετικά με τους παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη δημιουργία μιας "τιμής χειρισμού" και μιας "τιμής αποθήκευσης", οι οποίες θα επιτρέψουν σε έναν φορέα να αποκομίσει κέρδος και να λάβει υπόψη κινδύνους όπως ο αχρησιμοποίητος χώρος.[29]

Πρόσφατες τάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σύγχρονες αποθήκες χρησιμοποιούν συνήθως ένα σύστημα ραφιών με μεγάλο διάδρομο για την αποθήκευση εμπορευμάτων που μπορούν να φορτωθούν και να εκφορτωθούν με περονοφόρα οχήματα.

Η παραδοσιακή αποθήκευση έχει παρακμάσει από τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα, με τη σταδιακή εισαγωγή των τεχνικών Just In Time (JIT). Το σύστημα JIT προωθεί την παράδοση προϊόντων απευθείας από τους προμηθευτές στον καταναλωτή χωρίς τη χρήση αποθηκών. Ωστόσο, με τη σταδιακή εφαρμογή του υπεράκτιου εμπορίου, η απόσταση μεταξύ του κατασκευαστή και του λιανοπωλητή (ή του κατασκευαστή ανταλλακτικών και του βιομηχανικού εργοστασίου) αυξήθηκε σημαντικά σε πολλούς τομείς, απαιτώντας τουλάχιστον μία αποθήκη ανά χώρα ή ανά περιοχή σε οποιαδήποτε τυπική έφοδιαστική αλυσίδα για μια δεδομένη σειρά προϊόντων.

Οι πρόσφατες τάσεις στο λιανεμπόριο οδήγησαν στην ανάπτυξη καταστημάτων λιανικής σε στιλ αποθήκης. Αυτά τα ψηλοτάβανα κτίρια κρατούν εμπορεύματα λιανικής σε ψηλά, βαρέως τύπου βιομηχανικά ράφια αντί για συμβατικά ράφια λιανικής. Συνήθως, τα αντικείμενα που είναι έτοιμα προς πώληση βρίσκονται στο κάτω μέρος των ραφιών και τα αποθέματα σε κιβώτια ή παλέτες στο επάνω ράφι. Ουσιαστικά, το ίδιο κτήριο λειτουργεί και ως αποθήκη και ως κατάστημα λιανικής.

Μεγάλοι εξαγωγείς και κατασκευαστές χρησιμοποιούν αποθήκες ως σημεία διανομής για την ανάπτυξη καταστημάτων λιανικής σε μια συγκεκριμένη περιοχή ή χώρα. Αυτή η ιδέα μειώνει το τελικό κόστος για τον καταναλωτή και ενισχύει την αναλογία πωλήσεων της παραγωγής.

Εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν αρκετοί μη κερδοσκοπικοί φορείς που επικεντρώνονται στη μετάδοση γνώσης, εκπαίδευσης και έρευνας στον τομέα της διαχείρισης αποθήκης και του ρόλου της στη βιομηχανία της εφοδιαστικής αλυσίδας. Το Συμβούλιο Εκπαίδευσης και Έρευνας Αποθήκης (WERC)[30] και η International Warehouse Logistics Association (IWLA)[31] στο Ιλινόι των Ηνωμένων Πολιτειών παρέχουν προγράμματα επαγγελματικής πιστοποίησης και συνεχούς εκπαίδευσης για τον κλάδο. Το Αυστραλιανό Κολέγιο Εκπαίδευσης έχει προγράμματα χρηματοδοτούμενα από την κυβέρνηση για τη συνεχή εκπαίδευση σε συστήματα αποθήκευσης.

Ασφάλεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αποθήκευση ενέχει κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια και έχει αναγνωριστεί από το Εθνικό Ινστιτούτο Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας (NIOSH) στις Ηνωμένες Πολιτείες ως κλάδος προτεραιότητας της βιομηχανίας στο Εθνικό Πρόγραμμα Εργασιακής Έρευνας (NORA) για τον εντοπισμό και την παροχή στρατηγικών παρέμβασης σχετικά με την επαγγελματική υγεία και ασφάλεια.[32][33]

Η δημιουργία ενός ασφαλούς και παραγωγικού περιβάλλοντος στην αποθήκη ξεκινά με μια κουλτούρα ασφάλειας. Αυτή η κουλτούρα θα πρέπει να ενισχυθεί από τα στελέχη σε όλα τα επίπεδα, ιδιαίτερα τη διεύθυνση και τους ιδιοκτήτες.

Η δημιουργία ενός ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος ξεκινά με ένα σχέδιο ασφάλειας που καλύπτει όλα τα μέρη της αποθήκης και ισχύει για όλους τους εργαζόμενους. Οι ιδιοκτήτες και οι διαχειριστές θα πρέπει να διαθέσουν χρόνο και χρήμα για την ασφάλεια.

Θα πρέπει να γίνεται τακτική εκπαίδευση και επιθεωρήσεις για να διασφαλίζεται ότι όλοι οι εργαζόμενοι είναι γνώστες των διαδικασιών πυρασφάλειας και ότι όλα τα μέτρα πυρασφάλειας εφαρμόζονται και λειτουργούν όπως απαιτείται.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Jon Hurdle (13 Μαΐου 2021). «Report details surge in warehouse construction…». NJ Spotlight News. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2023. In South Jersey, the area has become the “epicenter” of warehouse construction in the greater Philadelphia region..'Activity in the Southern New Jersey industrial market continues to amaze,' the report said. 
  2. Harris, Cyril M. (2006). «Warehouse». Dictionary of Architecture & Construction (4th έκδοση). McGraw-Hill. σελ. 1056. ISBN 978-0071452373. warehouse: A building designed for the storage of various goods. 
  3. Davies, Nikolas· Jokiniemi, Erkki (2008). «warehouse». Dictionary of Architecture and Building Construction. Elsevier. σελ. 410. ISBN 978-0-7506-8502-3. warehouse: a large building for storing goods and products prior to distribution; a storehouse. 
  4. Renfrew, Colin (1972). The Emergence of Civilisation: The Cyclades and the Aegean in the Third Millennium BC. London: Methuen. ISBN 0-416-16480-3. 
  5. Rickman, Geoffrey (1971). Roman Granaries and Store Buildings. Cambridge: Cambridge University Press. ISBN 0-521-07724-9. 
  6. Schulz, Jurgen (2004). The New Palaces of Medieval Venice. University Park PA: Penn State Press. σελ. 26. ISBN 0-271-04836-0. 
  7. Carus-Wilson, E.M. (2013). Medieval Merchant Venturers: Collected Studies. Hoboken NJ: Routledge. ISBN 978-1-136-58279-0. 
  8. Friedman, John Block (1) & Figg, Kristeb Mossler (2), Eds (2000). Trade, Travel, and Exploration in the Middle Ages: An Encyclopedia. New York: Garland. σελ. 196. ISBN 978-1-135-59094-9. CS1 maint: Πολλαπλές ονομασίες: authors list (link)
  9. «Essential Techniques for Warehouse Efficiency - SIPMM Publications». publication.sipmm.edu.sg (στα Αγγλικά). 12 Οκτωβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2022. 
  10. Sicola, Maria (Μαρτίου 2017). «Industrial Terminology». Commercial Real Estate Terms and Definitions. The NAIOP Research Foundation. σελίδες 21–26. 
  11. Jowsey, Ernie (11 Ιουλίου 2014). Real Estate Concepts: A Handbook (στα Αγγλικά). Routledge. σελίδες § 3.5. ISBN 9781135084424. Warehouses are used for storage of goods by manufacturers, importers, exporters, wholesalers, transport businesses, customs, etc. They are usually large open space buildings in industrial areas of cities and towns. 
  12. «Warehouses for Sale». LoopNet. Ανακτήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2018. 
  13. Moselle, Ben, επιμ. (2018). «2018 National Building Cost Manual» (PDF). Craftsman (42nd έκδοση). σελ. 3. Ανακτήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2018. 
  14. Jowsey, Ernie (11 Ιουλίου 2014). Real Estate Concepts: A Handbook (στα Αγγλικά). Routledge. σελίδες § 3.5. ISBN 9781135084424. From a UK planning perspective, industrial property use generally classified under the Use Classes Order 2010 as: ... B8 Storage or Distribution... 
  15. Jowsey, Ernie (11 Ιουλίου 2014). Real Estate Concepts: A Handbook (στα Αγγλικά). Routledge. σελίδες § 7.5. ISBN 9781135084424. Factories and warehouses usually have shorter building life than offices and most shops, and so the impact of depreciation on them is greater. As a result, yields on industrial property are normally significantly higher than those on other commercial property. 
  16. Sicola, Maria (Μαρτίου 2017). «Retail Terminology». Commercial Real Estate Terms and Definitions. The NAIOP Research Foundation. σελίδες 32–36. 
  17. Schmidt, Robert (2018-11-25). «Types of Commercial Real Estate» (στα αγγλικά). PropertyMetrics. https://www.propertymetrics.com/blog/2013/02/27/types-of-commercial-real-estate/. Ανακτήθηκε στις 2018-11-25. 
  18. 18,0 18,1 18,2 18,3 Wyke, Terry. «Manchester warehouses». Revealing Histories: Remembering Slavery. Manchester City Galleries. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2012. 
  19. Parkinson-Bailey, John J. (2000). Manchester: an Architectural History. Manchester: Manchester University Press. σελ. 81. ISBN 978-0-7190-5606-2. 
  20. «Retail Warehousing: The Benefits, Pros And Cons Of Conversion | Accelerated Analytics». www.acceleratedanalytics.com. Ανακτήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 2020. 
  21. «What Is a Retail Warehouse and What are the Benefits?». Veridian (στα Αγγλικά). 20 Φεβρουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 2020. 
  22. Hansda, Snehasish (5 Μαΐου 2020). «What is a retail warehouse? | Benefits | Challenges | Solutions». Orderhive (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 2020. 
  23. «Retail Warehousing: The Benefits, Pros And Cons Of Conversion | Accelerated Analytics». www.acceleratedanalytics.com. Ανακτήθηκε στις 6 Νοεμβρίου 2020. 
  24. «What Is Overseas Warehouse? The Racking System Is Important!-Maxrac storage rack manufacturer, warehouse solution and logistic supplier». www.maxrac.com. Ανακτήθηκε στις 9 Νοεμβρίου 2020. 
  25. Enterprises, NewStream (29 Σεπτεμβρίου 2019). «What Is Pick and Pack Warehousing?». www.newstreaming.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2020. 
  26. Moss, John. «Victorian Manchester: Textile Industries & Warehouses». Victorian Manchester: Textile Industries & Warehouses. Papillon Graphics. http://www.manchester2002-uk.com/history/victorian/Victorian3.html. Ανακτήθηκε στις 26 January 2012.  Αρχειοθετήθηκε 2012-01-27 στο Wayback Machine.
  27. Nevell, Michael (2003-05-01). «The Archaeology of the Canal Warehouses of North-West England and the Social Archaeology of Industrialisation». Industrial Archaeology Review 25 (1): 43–57. doi:10.1179/iar.2003.25.1.43. ISSN 0309-0728. https://doi.org/10.1179/iar.2003.25.1.43. 
  28. Stazzone, Shelly (26 Δεκεμβρίου 2018). «What is Warehouse Operations?». Camcode (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2020. 
  29. Speh, Thomas W., Understanding Warehouse Costs and Risks, Ackerman Warehousing Forum, volume 24, number 7, June 2009, original written "nearly two decades" previously, edited by Kenneth B. Ackerman, accessed 15 February 2023
  30. «Warehouse Education & Research Council - Warehouse Certification and Online Programs». www.edumaritime.net. 
  31. «International Warehouse Logistics Association (IWLA) - Certified Logistics Professional Program». www.edumaritime.net. 
  32. «CDC - NIOSH Program Portfolio : Transportation, Warehousing and Utilities». www.cdc.gov (στα Αγγλικά). 14 Μαρτίου 2019. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2019. 
  33. «CDC - NORA - Transportation, Warehousing and Utilities Sector Council». www.cdc.gov (στα Αγγλικά). 12 Φεβρουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2019. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]