Μεταφορές

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εννοιολογικός χάρτης μεταφορικών μέσων

Μεταφορές, στον οικονομικό και εμπορικό χώρο, ονομάζονται γενικά οποιεσδήποτε μετακινήσεις επιβατών και φορτίων, από έναν τόπο σε έναν άλλον. Συνήθως η μετακίνηση επιβατών και φορτίων γίνεται έναντι κάποιας αμοιβής που ονομάζεται εισιτήριο, κόμιστρο ή ναύλος. Συνεπώς οι μεταφορές αποτελούν εμπορικές πράξεις, παράγουσες και οικονομική χρησιμότητα.

Η ιστορία των μεταφορών είναι συνυφασμένη με την ύπαρξη της ανθρώπινης ζωής. Ο πρωτόγονος άνθρωπος μετακινούνταν βαδίζοντας σε αναζήτηση τροφής ή από περιέργεια να γνωρίσει το περιβάλλον του, ή ακόμα και για την προστασία του από τους διάφορους φυσικούς κινδύνους (όπως σε αναζήτηση κάποιου καταφυγίου-σπηλιάς). Γρήγορα όμως κατάλαβε ότι οι φυσικές του αντοχές για να διανύει μεγάλες αποστάσεις ήταν περιορισμένες και πολύ περισσότερο περιορισμένη η ικανότητά του να μεταφέρει βάρη σε σημαντικές αποστάσεις.

Οι αδυναμίες αυτές οδήγησαν τον άνθρωπο σε αναζήτηση διαφόρων μέσων μεταφοράς τόσο για τον ίδιο όσο και για τα αγαθά του, ξεκινώντας αρχικά τη χρησιμοποίηση ζώων στη ξηρά και από το πρωτόγονο μονόξυλο στις λίμνες και τους ποταμούς βγήκε στη θάλασσα. Έτσι παράλληλα με τις εφευρέσεις του έφτασε από τον τροχό, το κουπί, το πανί και τον ατμό στα σύγχρονα και εξελιγμένα μέσα μεταφορών.

Επίσης στην εποχή μας ο άνθρωπος κατάφερε να αναπτύξει την τεχνολογία και να κατασκευάσει μηχανήματα που αναπτύσσουν μεγάλη ταχύτητα ή που μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων ή επιβατών.

Ιστορική Εξέλιξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 21ο αιώνα η συντριπτική πλειοψηφία των μεταφορών, όταν δεν εξυπηρετείται από ίδια μέσα, εκτελείται από μεγάλες εταιρείες που αναλαμβάνουν τόσο τις μετακομίσεις ιδιωτών, όσο και τις παραλαβές και παραδόσεις υλικών και αγαθών, απαραίτητων για την ομαλή λειτουργία της επαγγελματικής δραστηριότητας. Η ιστορία της μεταφοράς διαθέτει τεράστιο βάθος και δεν εξαντλείται σε ορίζοντα ενός δύο αιώνων, αφού οι απαρχές της έχουν σημείο εκκίνησης στην αρχαιότητα.

Με τους Φοίνικες να πρωταγωνιστούν στην καθιέρωσή της ως απαραίτητου μέσου ανάπτυξης του θαλάσσιου εμπορίου, η μεταφορά αποτέλεσε επιπλέον τον ακρογωνιαίο λίθο για την επαφή διαφορετικών μεταξύ τους πολιτισμών. Διαχρονικά και σταδιακά, οι μεταφορές πέρασαν στη συνείδηση των λαών σαν απαραίτητο στοιχείο του διαμετακομιστικού εμπορίου, της ναυτιλίας, αλλά και των ανταλλαγών προϊόντων γειτονικών κοινοτήτων.

Στο Μεσαίωνα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της καθεστηκυίας τάξεως των πραγμάτων, ενώ κατά την Αναγέννηση σπουδαία ήταν η συνεισφορά τους για την πρόοδο επιστημών και τεχνών. Αλλά και αργότερα, στη βιομηχανική εποχή, δικαιούνται τη «μερίδα του λέοντος» όσον αφορά στη βοήθεια που πρόσφεραν για την έγκαιρη προμήθεια των πρώτων υλών που απαιτούσαν οι εκάστοτε ανάγκες της παραγωγής.

Στις πόλεις και τα μεγάλα αστικά κέντρα, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, η μεταφορά έλαβε και ένα επιπλέον χαρακτηριστικό, εκείνο της κοινωνικής εξυπηρέτησης, αλλά ήταν και μία από τις απαραίτητες συνιστώσες για το μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας, από την καθαρά αγροτική στη νέα της μορφή. Εμβληματική φυσιογνωμία όλης αυτής της μακράς πορείας αποτέλεσε η δυναμική φιγούρα του μεταφορέα, ενός ηλιοκαμένου βιοπαλαιστή που πάλευε, συχνά μέσα στις πιο αντίξοες καταστάσεις, για τον επιούσιο. Είτε επρόκειτο για έναν «χαμάλη», είτε για έναν οργανωμένο επαγγελματία του είδους, ο «μεταφορεύς» σήκωνε στις πλάτες του (κυριολεκτικά και μεταφορικά) το βάρος της έγκαιρης ολοκλήρωσης μιας διαδικασίας, που συχνά είχε το χρόνο για εχθρό και τις συνθήκες για τροχοπέδια.

Βιομηχανική επανάσταση

Τα χαρακτηριστικά των τεχνολογικών εξελίσεων του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα των μεταφορών, σχετίζονται με τη διαδικασία παραγωγής και εμφανίζονται αρχικά στις ΗΠΑ. Στην Αμερική η έλλειψη εργατικής δύναμης έκανε πολύ έντονη την ανάγκη χρήσης μηχανών και τη μηχανοποίηση της παραγωγής. Αντίθετα, η ανάγκη αυτή δεν ήταν το ίδιο έντονη στην Αγγλία, όπου υπήρχαν άφθονα εργατικά χέρια. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους ανάδυσης του λεγόμενου «αμερικανικού συστήματος» παραγωγής. Ο όρος καθιερώθηκε από τα μέσα του 19ου αιώνα.

Όσον αφορά τις μεταφορές παρατηρήθηκαν τεράστιες ανακατατάξεις με την εμφάνιση των ατμοκίνητων σιδηροδρόμων και πλοίων. Ο ρόλος της ατμομηχανή υπήρξε καθοριστικός. Η πρώτη σιδηροδρομική γραμμή, για τη μεταφορά επιβατών και φορτίων, εγκαινιάζεται το 1830 στην Αγγλία. Στη δεκαετία του 1830 το σιδηροδρομικό δίκτυο επεκτείνεται με αργούς ρυθμούς. Στα μέσα της δεκαετίας του 1840, όμως, η επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου επιταχύνεται σημαντικά παίζοντας σημαντικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη.

Η ατμομηχανή παρέμεινε κυρίαρχη στις μεταφορές έως τη δημιουργία και τη διάδοση της μηχανής εσωτερικής καύσης. Αυτή η μηχανή αποτελεί μετεξέλιξη της ατμομηχανής. Η βασική διαφορά τους είναι η εξής: στην ατμομηχανή η καύση γίνεται έξω από τον κύλινδρο, ενώ στη μηχανή εσωτερικής καύσης η καύση γίνεται μέσα στον κύλινδρο. Οι αρχές λειτουργίας της μηχανής εσωτερικής καύσης ήταν γνωστές από τις αρχές του 19ου αιώνα. Παρ’ όλα αυτά, η πρώτη μηχανή εσωτερικής καύσης εφευρέθηκε το 1860 από το Βέλγο Ζ.Ζ.Ε. Λενουάρ (1822-1900). Το καύσιμο που χρησιμοποιούσε αυτή η μηχανή ήταν φωτιστικό αέριο. Οι πρώτες επιτυχημένες μηχανές εσωτερικής καύσης κατασκευάστηκαν στη Γερμανία το 1864. Το καύσιμο που χρησιμοποιούσαν ήταν μείγματα αερίων από κάρβουνα και τις χρησιμοποιούσαν κυρίως σε εργοστάσια. Το 1876 ο Ν. Όττο (1832- 1891) εφηύρε μία μηχανή εσωτερικής καύσης, που αποτέλεσε τη βάση των μηχανών που χρησιμοποιήθηκαν μετέπειτα στην αυτοκινητοβιομηχανία.

Η βενζίνη άρχισε να χρησιμοποιείται ως καύσιμο στις μηχανές εσωτερικής καύσης από το 1880 και μετά. Το πετρέλαιο, ως νέα μορφή ενέργειας, είχε εμφανιστεί ήδη από το 1859. Τότε άνοιξε η πρώτη πετρελαιοπηγή στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ. Λίγο αργότερα και η Ρωσία άρχισε την άντληση πετρελαίου από τα κοιτάσματα του Μπακού, στην Κασπία Θάλασσα. Ένα παράγωγο του πετρελαίου, η κηροζίνη, χρησιμοποιήθηκε αρχικά σε λάμπες φωτισμού. Τα πιο βαριά προϊόντα της απόσταξης χρησιμοποιούνταν ως καύσιμο για τις ατμομηχανές.

Επιστήμες και μεταφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο παλαιότερος διεθνής όρος transportation έχει σήμερα αντικατασταθεί με τον βραχύτερο transport, τον οποίο χρησιμοποιούν και οι κοινωνιολόγοι με την ευρύτερη σημασία της μεταφοράς ανθρώπων και αγαθών γενικά στο χώρο με επικεντρωμένο το ενδιαφέρον στα μέσα "πολλαπλής φοράς" καθώς και στα προσωπικά μέσα μετακίνησης, θεωρούμενα ως βασικοί δημιουργοί του συστήματος διακίνησης αγαθών μέσα στις κοινότητες, τις κοινωνίες και μεταξύ αυτών.
Παρά ταύτα ενώ όλες οι κοινωνικές επιστήμες έχουν δείξει κάποιο ενδιαφέρον γι΄ αυτές, μόνο η Οικονομική Επιστήμη έχει παρουσιάσει αξιόλογο έργο σε εργασίες έρευνας και μελέτης σε σημείο που η έννοια μεταφορές να έχει επεκταθεί σήμερα σ΄ ένα ευρύ ανεπτυγμένο τεχνικό πεδίο (τομέα) έρευνας στο σημείο που να χαρακτηρίζονται δικαιολογημένα από το εύρος αυτών «Βιομηχανία μεταφορών».

Το ενδιαφέρον των διαφόρων επιστημόνων στην εξέλιξη των μεταφορών θα μπορούσε να συνοψιστεί ως ακολούθως:
Οι μεν κοινωνιολόγοι – ανθρωπολόγοι μελετούν αυτές ως μια μορφή υλικής κουλτούρας (material culture).
Οι πολιτικοί επιστήμονες εκλαμβάνουν τις μεταφορές ως οδηγό μελέτης και εκτίμησης των γεωγραφικών ορίων των πολιτικών μονάδων, ενώ κάθε σημαντική πρόοδος στη τεχνολογία αυτών θεωρείται προάγγελος πιέσεων για επέκταση των ορίων των πολιτικών μονάδων.
Για τους μελετητές της διακυβέρνησης (εθνολόγους και διεθνολόγους) μια αλλαγή στις μεταφορές μπορεί να προοιωνίσει ακόμη και μεταβολές, τόσο στην εσωτερική, όσο και στη διεθνή πολιτική σκηνή και ακόμη αλλαγές στην λεγόμενη ισορροπία δυνάμεων. Για παράδειγμα μια εκτροπή ή αλλαγή ενός οδικού άξονα είναι δυνατόν να ερημώσει μια περιοχή, σφύζουσα προηγουμένως από ζωή, καθώς και το αντίθετο. Η εποχή των ανακαλύψεων επέφερε τεράστιες αλλαγές και ανακατατάξεις στις μέχρι τότε ναυτικές χώρες.
Οι τεχνολόγοι μηχανικοί, αρχιτέκτονες, ναυπηγοί και αεροναυπηγοί κυρίαρχοι του χώρου μελετούν και συνδράμουν τα μέγιστα στη συνεχή εξέλιξη των μεταφορών, ενώ νομοθέτες, νομικοί, μετεωρολόγοι και άλλοι μελετούν την διασφάλιση και την ακώλυτη λειτουργία τους για την οποία έχουν συσταθεί και διεθνείς οργανισμοί και υπηρεσίες (π.χ. IMO, ICAO, IIP κ.ά.)

Βιομηχανία μεταφορών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το γερμανικό Intercity-Express σε σημείο της διαδρομής Νυρεμβέργη-Μόναχο.
Boeing 737-400 των Ολυμπιακών Αερογραμμών

Χερσαίες μεταφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τις σημερινές χερσαίες μεταφορές τις χρησιμοποιούμε για να μεταφερθούμε πάνω στη Γη. Οι μεταφορές στην ξηρά διακρίνονται σε οδικές και σιδηροδρομικές (π.χ. αυτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, τρένα, ποδήλατα, φορτηγά κτλ.). Τα μέσα μεταφοράς είναι: το οδικό δίκτυο ο σιδηρόδρομος, οι αγωγοί πετρελαίου και αγωγοί φυσικού αερίου. Το ορεινό έδαφος της χώρας, τα ψηλά και δύσβατα βουνά, οι οροσειρές και τα μεγάλα φράγματα είναι βασικοί παράγοντες, που δυσκολεύουν τις χερσαίες συγκοινωνίες. Η πρώτη μεγάλη οδική αρτηρία που κατασκευάστηκε στην Ελλάδα ως έργο των Ρωμαίων κατακτητών ήταν η γνωστή Εγνατία οδός.

Θαλάσσιες μεταφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα θαλάσσια μέσα μεταφοράς έχουν ακριβώς την ίδια λειτουργία με τα χερσαία αλλά στη θάλασσα. Είναι ένας τρόπος να διασχίσει κανείς τη θάλασσα και να φτάσει στον προορισμό του.

Με τα θαλάσσια μέσα μεταφοράς ο άνθρωπος εξερευνά τη θάλασσα και τη θαλάσσια ζωή. Η θαλάσσια μεταφορά υπερέχει όταν πρόκειται για τη μεταφορά μεγάλων φορτίων. Κάνουν εφικτό το εμπόριο με πολύ μακρινές χώρες. Επίσης, με αυτά μεταφέρονται το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο κ.λ.π. σε άλλες χώρες που το χρειάζονται. (π.χ. πλοία, υποβρύχια, βάρκες κτλ.)

Ένα πλοίο χρειάζεται πολλά άτομα για να ταξιδέψει και έτσι δημιουργούνται θέσεις εργασίας.

Εναέριες μεταφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορία των εναέριων μεταφορών ξεκινά στις 17 Δεκέμβρη 1903 οι αδελφοί Όρβιλ και Γουίλμπερ Ράιτ. Πραγματοποίησαν επιτυχημένες δοκιμές πτήσης μηχανοκίνητου ανεμόπτερου με έλεγχο περιστροφής (roll) (ή σωστότερα διατοιχιζόμενο), έλεγχο εκτροπής (pitch) ή σωστότερα πρόνευσις.[1]

Τα σύγχρονα επιβατικά τζετ κινούνται με ταχύτητες 500 με 700 Km/h (περίπου 0.5 φορές η ηχητική ταχύτητα).

Σήμερα οι αεροπορικές μεταφορές καταλαμβάνουν σημαντικό κομμάτι της μεταφορικής δραστηριότητας επιβατών και εμπορευμάτων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι για την Ελλάδα το 2005 η κίνηση στα πολιτικά αεροδρόμια ήταν: 400.000 πτήσεις, 36.000 επιβάτες, 140.000 τόνοι εμπορευμάτων περίπου[2].(π.χ. αεροπλάνα, ελικόπτερα, αερόστατα κτλ.)

Ενέργεια και περιβάλλον[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι μεταφορές καταναλώνουν μεγάλο κλάσμα της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής ενέργειας[3]. Επίσης αντιστοιχούν σε σημαντικό κλάσμα της συνολικής εκπομπής CO2, συμβάλλοντας έτσι στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και την παρατηρούμενη άνοδο της θερμοκρασίας στον πλανήτη.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τσέκερης και Τσούμα (2010) Μεταφορές και Οικονομία - Συμβολή, τάσεις και προοπτικές με έμφαση στις χερσαίες μεταφορές. ΚΕΠΕ, Αθήνα.