Κάρολος Μαρτέλος
Κάρολος Μαρτέλος | |
---|---|
Δούκας των Φράγκων | |
Περίοδος | 718 - 22 Οκτωβρίου 741 |
Στέψη | 718 |
Προκάτοχος | Πεπίνος του Χέρσταλ |
Διάδοχος | Πιπίνος ο Βραχύς |
Περίοδος | 717 - 22 Οκτωβρίου 741 |
Προκάτοχος | Θευδοάλδος |
Διάδοχος | Καρλομάν |
Μαγιορδόρμος της Νευστρίας | |
Περίοδος | 717 - 22 Οκτωβρίου 741 |
Προκάτοχος | Ραγεφρείδος |
Διάδοχος | Πιπίνος ο Βραχύς |
Γέννηση | 686 Χέρσταλ, Βέλγιο |
Θάνατος | 22 Οκτωβρίου 741 (55 ετών) Κιερζί, Γαλλία |
Τόπος ταφής | Βασιλική Σαιν-Ντενί |
Σύζυγος | Ροτρούδη Σβάνχιλντ |
Επίγονοι | Καρλομάνος (υιός Καρόλου Μαρτέλου) Βερνάρδος Γκρίφο Ιερώνυμος Πιπίνος ο Βραχύς και άλλοι |
Οίκος | Δυναστεία των Καρολιδών |
Πατέρας | Πεπίνος του Χέρσταλ |
Μητέρα | Αλπαΐδα |
Μάχες | Μάχη του Βινσί Μάχη του Πουατιέ (732) |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Κάρολος Μαρτέλος (γερμ. Karl Martell, γαλλ. Charles Martel, 686 – 22 Οκτωβρίου 741) ήταν Φράγκος πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης, ο οποίος ως δούκας των Φράγκων και μαγιορδόμος ήταν ο de facto ηγεμόνας της Φραγκίας από το 718 μέχρι τον θάνατό του[1][2][3].
Ο Κάρολος Μαρτέλος ήταν γιος του Φράγκου πολιτικού Πεπίνου του Χέρσταλ και μιας ευγενούς ονόματι Αλπαΐδας. Διεκδίκησε επιτυχώς τις αξιώσεις του στην εξουσία ως διάδοχος του πατέρα του που ήταν η δύναμη πίσω από το θρόνο στην πολιτική των Φράγκων. Είναι πασίγνωστος από τη μάχη του Πουατιέ (732), όπου νίκησε τους επιτιθέμενους Μουσουλμάνους της Ισπανίας, εξουδετερώνοντας τον ισλαμικό κίνδυνο από την Ευρώπη. Πέρα από τις στρατιωτικές του επιτυχίες ο Κάρολος Μαρτέλος έμεινε πασίγνωστος για την ανάπτυξη του φεουδαρχικού συστήματος στους Φράγκους.[4] Στο τέλος της ζωής του μοίρασε το Φραγκικό βασίλειο στους γιους του Καρλομάν και Πεπίνο. Ο τελευταίος έγινε ο πρώτος Βασιλεύς των Φράγκων από την Δυναστεία των Καρολιδών. Ο εγγονός του, Καρλομάγνος, έγινε ο πρώτος Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.[5]
Πρώτα χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Κάρολος Μαρτέλος, δηλ. Κάρολος ο «Σφυροκόπος», γεννήθηκε στο Χέρσταλ (σήμερα στο Βέλγιο). Ήταν νόθος γιος του δούκα Πεπίνου του Χέρσταλ και της παλλακίδας του Αλπαΐδας.[6][7] Είχε έναν αδελφό, τον Χίλντεμπραντ Α΄, που έγινε αργότερα Δούκας της Βουργουνδίας.[8] Ενώ ο πατέρας του ήταν παντρεμένος με την Πλεκτρούδη, ένας αγγελιαφόρος έφερε στον Πεπίνο το νέο της γέννησης γιου με την υπηρέτριά του Αλπαΐδα. Για να γλυτώσει την οργή της Πλεκτρούδης, προσπάθησε με τρόπο να πει στον Πεπίνο για την γέννηση του παιδιού αποκαλώντας το "Καρλ", που σήμαινε στα γερμανικά «αγόρι». Έτσι το νεογέννητο πήρε το όνομα Κάρολος. Στην παλαιότερη ιστοριογραφία καταγράφεται ως «Νόθος» αλλά είναι ασαφές αν στη Φραγκία τον 8ο αιώνα υπήρχε σαφής διάκριση μεταξύ συζύγων και παλλακίδων. Έτσι η επίκληση αυτή οφείλεται πιθανότατα στην μεγάλη επιθυμία της Πλεκτρούδης να διαδεχτούν τον Πεπίνο οι δικοί της γιοι.[9][10]
Στην Αυστρασία, μετά τη βασιλεία του Δαγοβέρτου Α΄ (629–639), την πραγματική εξουσία ασκούσε όχι η Μεροβίγγεια δυναστεία αλλά ο Μαγιορδόμος των Ανακτόρων, αξίωμα που κατείχαν ο Πεπίνος του Χέρσταλ και οι απόγονοί του. Αυτός ήλεγχε το βασιλικό θησαυροφυλάκιο και μπορούσε να παραχωρεί προστασία, γη και προνόμια στο όνομα του διακοσμητικού βασιλιά. Ο Πεπίνος του Χέρσταλ, πατέρας του Καρόλου Μαρτέλου, κατέκτησε την Νευστρία και την Βουργουνδία, ενώνοντας ολόκληρο το Φραγκικό βασίλειο. Ήτα ο πρώτος που αποκάλεσε τον εαυτό του «Δούκακαι Πρίγκηπα των Φράγκων», τίτλο που αργότερα κληρονόμησε ο Κάρολος.
Αγώνας για την εξουσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τον Δεκέμβριο του 714, πεθαίνοντας, ο Πιπίνος άφησε διάδοχο του τον εγγονό του Θευδοάλδο, γιο του γιου του Γκρίμοαλντ, για να κατευνάσει την οργή της Πλεκτρούδης.[11]
Οι ευγενείς αντιστάθηκαν, γιατί ο Θευδοάλδος ήταν παιδί μόλις 8 ετών και δεν μπορούσε να κυβερνήσει. Η Πλεκτρούδη φοβήθηκε τον Κάρολο Μαρτέλο και τον φυλάκισε στην Κολωνία που ήθελε να την κάνει πρωτεύουσα. Η φυλάκιση μπόρεσε να αποτρέψει την εξέγερση στην Αυστρασία αλλά όχι στην Νευστρία.
Εμφύλιος πόλεμος (715-718)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο θάνατος του Πεπίνου άφησε μια κατάσταση ανοιχτών συγκρούσεων μεταξύ των διαδόχων του και των Νευστριανών ευγενών οι οποίο επεδίωκαν ανεξαρτησία από τον έλεγχο της Αυστρασίας. Το 715, ο Δαγοβέρτος Γ΄ επέλεξε νέο Μαγιορδόμο των ανακτόρων της Νευστρίας, τον Ραγεφρείδο, τονίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη δική του πολιτική ανεξαρτησία. Οι δυνάμεις του νεαρού Θευδοάλδου συνάντησαν τις δυνάμεις του Ραγεφρείδου στην Κομπιένη (26 Σεπτεμβρίου 715). Ο Θευδοάλδος ηττήθηκε και δραπέτευσε στην Κολωνία.
Αναζητώντας έναν ισχυρό άντρα, οι ευγενείς της Αυστρασίας κάλεσαν τον Κάρολο Μαρτέλο που είχε δραπετεύσει από την φυλακή να τον αντικαταστήσει.[11] Την ίδια χρονιά ο βασιλιάς Δαγοβέρτος Γ΄ πέθανε και οι Νευστριανοί ανακήρυξαν βασιλιά τον Χιλπέριχο Β΄, γιο του Χιλδέριχου Β΄. Το 716, ο Χιλπέριχος Β΄ και ο Ραγεφρείδος συγκέντρωσαν στρατό για εκστρατεία στην Αυστρασία με στόχο να την αρπάξουν τα πλούτη των Πεπινιδών στην Κολωνία. Οι Νευστρασιανοί συμμάχησαν με μία άλλη δύναμη εισβολέων, υπό τον Ρέντμπαντ, ηγεμόνα των Φρισίων, και έδωσε μάχη με τον Κάρολο πλησίον της Κολωνίας, την οποία κρατούσε ακόμα η Πλεκτρούδη. Ο Κάρολος Μαρτέλος δεν πρόλαβε να συγκεντρώσει ή να προετοιμάσει στρατό με αναπόφευκτο αποτέλεσμα να ηττηθεί. Οι Φρίσιοι απώθησαν τον Κάρολο, ενώ ο Χιλπέριχος Β΄ και ο Μαγιορδόμος του πολιόρκησαν την Πλεκτρούδη στην Κολωνία, την ανάγκασαν να τους παραδώσει μεγάλο μέρος του θησαυρού του Πεπίνου προκειμένου να αποχωρήσουν.[12] Αυτή ήταν η μόνη ήττα στη σταδιοδρομία του Μαρτέλου.
Ο Κάρολος Μαρτέλος οπισθοχώρησε στους λόφους του Άιφελ για να συγκεντρώσει άντρες και να τους εκπαιδεύσει. Μετά από αυτό, τον Απρίλιο του 716, συνάντησε τον στρατό των νικητών ο οποίος επέστρεφε στη βάση του και του επιτέθηκε, αιφνιδιάζοντάς τον, μέσα στο μεσημέρι, την ώρα που ξεκουράζονταν. Ακολούθησε η Μάχη της Αμπλέβ στην οποία ο στρατός της Αυστρασίας χωρίστηκε και επιτέθηκε στον εχθρό σε πολλά διαφορετικά μέτωπα με αποτέλεσμα αυτός να τρομοκρατηθεί επειδή πίστευψε ότι βρήκε τεράστιο στρατό και να διασκορπιστεί. Οι περισσότεροι από τον στρατό της Νευστρίας υποχώρησαν πανικόβλητοι και ο Κάρολος Μαρτέλος συγκέντρωσε όλα τα λάφυρα που άφησαν οι αντίπαλοί του στο πεδίο της μάχης. Καθώς η φήμη του δέχθηκε σημαντική ώθηση από αυτή τη νίκη, ο Κάρολος άρισε να προσελκύει περισσότερους οπαδούς. Η μεγάλη νίκη στην Αμπλέβ θεωρείται από τους ιστορικούς ως το καθοριστικότερο σημείο της σταδιοδρομίας του.[13]
Ο Ρίτσαρντ Γκέρμπερντίνγκ σημειώνει ότι μέχρις εκείνο το σημείο, η σημαντική υποστήριξη που λάμβανε ο Κάρολος προερχόταν από τους συγγενείς της μητέρας του οι οποίοι ζούσαν στην περιοχή γύρω από την Λιέγη. Μετά την Αμπλέβ, κέρδισε την στήριξη του Γουίλμπροντ, ιδρυτή του Αβαείου του Έτστερνατ και ανθρώπου με επιρροή. Το Αβαείο είχε κτίστηκε σε εδάφη που είχε δωρίσει η μητέρα της Πλεκτρούδης αλλά η ιεραποστολική δράση του Γουίλμπροντ έλαβε χώρα κυρίως στην Φρισία. Ο Χιλπέριχος Β΄ και ο Ραγεφρείδος ενώθηκαν ξανά με τον Ρέντμπαντ της Φρισίας ο οποίος λεηλάτησε την Ουτρέχτη, έκαψε εκκλησίες και θανάτωσε πολλούς μοναχούς. Ο Γουίλμπροντ και οι μοναχοί του δραπέτευσαν στο Έτστερνατ. Ο Γουίλμπροντ αποφάσισε, σύμφωνα με τον Γκέρμπερντίνγκ, ότι ένας επιτυχημένος στρατηγός όπως ο Κάρολος Μαρτέλος ήταν περισσότερο ικανός να τον βοηθήσει να σώσει το έργο της ζωής του από ό,τι η Πλεκτρούδη. Έτσι, πιθανώς το Πάσχα του 716, βάπτισε τον γιο του Καρόλου, Πεπίνο.[14]
Ο Κάρολος Μαρτέλος χρειάστηκε χρόνο για να συγκεντρώσει περισσότερους άνδρες και να προετοιμαστεί. Την επόμενη άνοιξη επιτέθηκε στην Νευστρία. Ο Κάρολος έστειλε απεσταλμένο και πρότεινε να σταματήσει τις εχθροπραξίες σε περίπτωση που τον αναγνώριζαν Μαγιορδόμο της Αυστρασίας. Η άρνηση του έδωσε την ευκαιρία να πείσει τους άντρες του για τον παραλογισμό της ηγεσίας των Νευστριανών. Ακολούθησε η Μάχη του Βινσί, κοντά στο Καμπραί (21 Μαρτίου 717), ο Κάρολος Μαρτέλος καταδίωξε τον Χιλπέριχο Β΄ και τον Μαγιορδόμο του αλλά δεν ήταν έτοιμος να κρατήσει την πόλη και επέστρεψε για να ασχοληθεί με την Πλεκτρούδη. Κατέλαβε την Κολωνία, διέλυσε τους οπαδούς της Πλεκτρούδης αλλά επέτρεψε στην ίδια να αποσυρθεί σε μοναστήρι. Ο Θευδοάλδος έζησε μετά το 741 στην αυλή του θείου του υπό την προστασία του.
Σταθεροποίηση της εξουσίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά την μεγάλη νίκη του Βινσί, ο Χλωτάριος Δ΄ ανακηρύχτηκε από τον Κάρολο βασιλιάς της Αυστρασίας, ως αντίπαλος του Χιλπέριχου Β΄, και αντικαταστάθηκε ο αρχιεπίσκοπος της Ρενς. Ως απάντηση, το 718, ο Χιλπέριχος Β΄ συμμάχησε με τον Δούκα της Ακουιτανίας, Εύδη τον Μέγα, που είχε γίνει ανεξάρτητος το 715, αλλά ο Κάρολος Μαρτέλος τους νίκησε ξανά στην Μάχη του Σουασόν.[15] Ο Χιλπέριχος Β΄ και ο Δούκας δραπέτευσαν στην περιοχή νότια του Λίγηρα και ο Ραγεφρείδος στην Ανζέ. Σύντομα ο Χλωτάριος Δ΄ πέθανε και ο Εύδης παρέδωσε τον Χιλπέριχο στον Κάρολο με αντάλλαγμα να αναγνωριστεί ο ίδιος ως δούκας. Ο Κάρολος Μαρτέλος δέχτηκε να αναγνωρίσει τον Χιλπέριχο Β΄ ως βασιλιά, με αντάλλαγμα να αναγνωριστεί ο ίδιος ως Μαγιορδόμος σε όλα τα βασίλεια.
Πόλεμοι μεταξύ 718 και 732
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μεταξύ του 718 και του 732, ο Κάρολος εξασφάλισε την εξουσία του με μία σειρά από νίκες. Έχοντας ενώσει κάτω από τα λάβαρά του τους Φράγκους, ήταν αποφασισμένος να τιμωρήσει τους Σάξονες που είχαν επιτεθεί στην Αυστρασία. Έτσι, στα τέλη του 718, λεηλάτησε την χώρα τους προς τις όχθες του Βέζερ, τη Λίπε και το Ρουρ.[16] Τους νίκησε στον Τευτοβούργιο Δρυμό, εξασφαλίζοντας έτσι το φραγικά σύνορα στο όνομα του βασιλιά Χλωτάριου.
Όταν το 719 πέθανε ο Ράντμποντ, ο Κάρολος υπέταξε την Δυτική Φρισία (σημερινή Ολλανδία) χωρίς να συναντήσει ισχυρή αντίσταση από τους Φρίσιους, οι είχαν υποταχθεί στους Φράγκους αλλά επαναστάτησαν όταν πέθανε ο Πεπίνος. Όταν το 721 πέθανε ο Χιλπέριχος Β΄, ο Κάρολος διόρισε βασιλιά τον Θευδέριχο Δ΄, γιο του Δαγοβέρτου Γ΄, ο οποίος ήταν ακόμη ανήλικος. Έτσι τώρα ο Κάρολος διόριζε βασιλείς τους οποίους υποτίθεται θα υπηρετούσε αν και στην πραγματικότητα εκείνοι ήταν απλώς ανδρείκελα. Κατά το τέλος της σταδιοδρομίας του έπαψε εντελώς να διορίζει τέτοιους βασιλιάδες, καταργώντας τα προσχήματα.
Στη συνέχεια, επιτέθηκε ξανά στους Σάξονες. Τότε επαναστάτησαν οι Νευστριανοί, υπό τον Ραγεφρείδο, ο οποίος είχε επιστρέψει από την κομητεία του Ανζού. Ο Κάρολος τους νίκησε εύκολα, το 724, και ο Ραγεφρείδος του παρέδωσε τους γιους του ως ομήρους, με αντάλλαγμα να μπορεί να κρατήσει την κομητεία του. Έτσι τελείωσαν οι εμφύλιοι πόλεμοι του Μαρτέλου.
Τα επόμενα έξη χρόνια ο Κάρολος τα αφιέρωσε στην στερέωση της φραγκικής εξουσίας επί των γειτόνων. Μεταξύ 720 και 723, πολεμούσε με τους Βαυαρούς και οι Αλαμαννοί, των οποίων σύμμαχος ήταν ο βασιλιάς των Λομβαρδών Λιουτπράνδος. Ο δούκας των Αλαμαννών δήλωσε την υποταγή του στους Φράγκους. Το 725, ο Κάρολος επέστρεψε στην έδρα του φέρνοντας την πριγκίπισα Σβάνχιλντ (Swanachild), της οικογένειας των Βαυαρών δουκών Agilolfing, ως δεύτερη γυναίκα του.
Αλαμανία και νίκησε τους παγανιστές . Αποφάσισε να τιμωρήσει τους Σάξονες που επιτέθηκαν στην Αυστρασία, τους νίκησε ξανά στον Τευτοβούργιο Δρυμό, άλωσε ολόκληρη την δυτική Φρισία χωρίς καμιά σοβαρή αντίσταση, ο βασιλιάς τους ασπάστηκε τον Χριστιανισμό.[11] Ο Κάρολος Μαρτέλος έστειλε τον Βίλιμπρορντ, επίσκοπο της Ουτρέχτης, τον επιλεγόμενο απόστολο των Φριζιανών να τους προσηλυτίσει στον χριστιανισμό, υποστήριξε έντονα και τον Βίνφριντ τον αργότερα απόστολο των Γερμανών Άγιο Βονιφάτιο.
Την περίοδο 725-728 βρέθηκε ξανά σε πόλεμο με τους Βαυαρούς και, το 730, βάδισε εναντίον του δούκα των Αλαμαννών Λάντφριντ που είχε γίνει ανεξάρτητος, σκοτώνοντάς τον σε μάχη. Ανάγκασε τους Αλαμαννούς να αναγνωρίσουν την φραγκική επικυριαρχία χωρίς να ορίσει διάδοχο του Λάντφριντ. Με την νίκη αυτή ο Κάρολος Μαρτέλος μπόρεσε να υποτάξει την νότια Γερμανία, με τον ίδιο τρόπο που υπέταξε την βόρεια στο πρώτα έτη της εξουσίας του.
Ακουιτανία και μάχη του Πουατιέ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 731, μετά τη νίκη του επί των Σαξόνων, ο Κάρολος έστρεψε την προσοχή του στον Νότο, εναντίον της Ακουιτανίας. Έτσι, πέρασε τον ποταμό Λουάρ, παραβιάζοντας τη συνθήκη με τον δούκα Εύδη. Οι Φράγκοι λεηλάτησαν την Ακουιτανία δύο φορές και κατέλαβαν την Μπουρζ, αν και την ανακατέλαβε ο Εύδης.
Ο Εμίρης της Κόρδοβα, Αμπντούλ Ραχμάν αλ Γκαφικί, συγκεντρώνοντας ισχυρότατο στρατό, συμπεριλαμβάνοντας και Βέρβερους ιππείς, επιτέθηκε στην Ακουιτανία που ανήκε στο Φραγκικό βασίλειο, αλλά διοικείτο ως ανεξάρτητο δουκάτο από την εποχή που εξασθένησε η εξουσία των Μεροβίγγειων βασιλέων (721). Οι επιτιθέμενοι μουσουλμάνοι βάδισαν εναντίον της Τουρ. Ο Βρετανός μεσαιωνολόγος ιστορικός Πολ Φουράκρε γράφει "«φαίνεται ότι ήταν περισσότερο μια επιδρομή που κράτησε πολύ χρόνο παρά αρχή του πολέμου»".[17] Ο Κάρολος τους συνάντησε μεταξύ Τουρ και Πουατιέ και τους νίκησε στη μάχη του Πουατιέ (ή μάχη της Τουρ, όπως είναι επίσης γνωστή), στις 9 Ιουνίου 721. Στην Mάχη του Πουατιέ ο Κάρολος πήρε το παρατσούκλι «Μαρτέλος», δηλαδή «Σφυροκόπος», από το ανελέητο σφυροκόπημα των εχθρών του. Μεγάλοι ιστορικοί όπως ο Έντουαρντ Γκίμπον, υμνούν τον Κάρολο Μαρτέλο λόγω της μάχης του Πουατιέ ως μια από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές προσωπικότητες που πέρασαν. Την μάχη καταγράφει ο Βέδας στο έργο του Εκκλησιαστικές ιστορίες αλλά την αγνοούν οι αραβικές πηγές.[18] Ο Κάρολος Μαρτέλος παρά τον θρίαμβο δεν μπόρεσε να αποκτήσει εξ΄ολοκλήρου τον έλεγχο στην Ακουιτανία και ο Εύδης παρέμεινε δούκας μέχρι τον θάνατό του (735).
Πόλεμοι από 732 έως 737
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την περίοδο 732-735 ο Κάρολος Μαρτέλος αναδιοργάνωσε το Βασίλειο της Βουργουνδίας, άλλαξε τους δούκες και τους κόμητες με δικούς του οπαδούς. Με τον τρόπο αυτό απέκτησε τον πλήρη έλεγχο. Μετά από επανάσταση του δούκα Μπούμπο της Φρισίας εισέβαλε στην ανυπότακτη Φρισία (734) και σκότωσε τον δούκα στην Μάχη του Μπόαρν. Ο Κάρολος Μαρτέλος κατέστρεψε όλα τα παγανιστικά είδωλα των Φρισίων. Η ειρήνη επέστρεψε στην περιοχή και διατηρήθηκε είκοσι χρόνια.
Το 735, πέθανε ο Εύδης της Ακουιτανίας. Ο Κάρολος προσπάθησε να ενσωματώσει την Ακουιτανία στο βασίλειο των Φράγκων αλλά οι ευγενείς της περιοχής ανακήρυξαν νέο δούκα τον γιο του Εύδη, Χούναλντ Α΄. Ο Κάρολος και ο Χούναλντ αποδέχθηκαν τελικά τη νέα κατάσταση.
Τελευταία χρόνια (737-741)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την εποχή που βρισκόταν σε εκστρατεία στην Προβηγκία και την Σεπτιμανία (737) πέθανε ο Θευδέριχος Δ΄. Ο Κάρολος Μαρτέλος, που ήταν Μαγιορδόμος όλων των Φράγκων, δεν διόρισε νέο βασιλιά ως διάδοχο και ο θρόνος παρέμεινε κενός μέχρι τον θάνατο του Καρόλου. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του Καρόλου Μαρτέλου ήταν ειρηνικά. Συγκάλεσε Σύνοδο (738) και ζήτησε από τους Σάξονες της Βεστφαλίας να υποταχθούν και να πληρώσουν φόρο. Ττην επόμενη χρονιά (739) υπέταξε μια εξέγερση στην Προβηγκία. Κατά την ειρηνική περίοδο ο Κάρολος προσπάθησε να επιβάλλει την Φραγκική εκκλησία, δημιούργησε τέσσερις επισκοπές σε Σάλτσμπουργκ, Ρέγκενσμπουργκ, Φράιζινγκ και Πάσσαου, και έδωσε στον Βονιφάτιο όλη την μητροπολιτική περιοχή ανατολικά του Ρήνου με έδρα το Μάιντς. Ο Βονιφάτιος βρισκόταν από το 723 υπό την προστασία του Καρόλου Μαρτέλου. Χωρίς αυτή την προστασία, όπως εξήγησε ο Βονιφάτιος στον φίλο του Ντάνιελ του Γουίντσεστερ, δεν μπορούσε να ελέγξει την Εκκλησία του, να υπερασπιστεί τον κλήρο και να αποτρέψει την ειδωλολατρεία.
Ο Πάπας Γρηγόριος Γ΄ ζήτησε την βοήθεια του Καρόλου εναντίον του Λιουτπράνδου (739) αλλά εκείνος αρνήθηκε να πολεμήσει τον παλιό του σύμμαχο. Η πρόταση αυτή του πάπα δείχνει πως αυξήθηκε κατακόρυφα η εκτίμηση του Καρόλου Μαρτέλου από την εποχή που απειλήθηκε με αφορισμό. Αυτό άνοιξε τον δρόμο στον γιο του και τον εγγονό του για επέμβουν στην Ιταλική χερσόνησο.
Θάνατος και διαδοχή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Κάρολος Μαρτέλος πέθανε στο Αιν στην Πικαρδία (22 Οκτωβρίου 741) και τάφηκε στην Βασιλική Σαιν-Ντενί στο Παρίσι.[19]
Οι περιοχές της Μαγιορδομίας του μοιράστηκαν στους γιους του. Ο μεγαλύτερος Καρλομάν πήρε την Αυστρασία, την Αλαμμανία και την Θουριγγία, ο μικρότερος Πεπίνος πήρε την Νευστρία, την Βουργουνδία, την Προβηγκία, το Μετς και το Τριρ. Ο Γκρίφο πήρε και αυτός μετρικά εδάφη αλλά αργότερα, λίγο πριν τον θάνατο του πατέρα του.[20] Οι περισσότεροι ιστορικοί γράφουν ότι ο Κάρολος Μαρτέλος άνοιξε πρώτος τον δρόμο στον γιο του να στεφτεί πρώτος βασιλιάς των Φράγκων από την δυναστεία του (751) και ο εγγονός του Καρλομάγνος αυτοκράτορας (800). Ο Πολ Φουράκρε ωστόσο γράφει ότι ήταν «ο σημαντικότερος στρατιωτικός ηγέτης στην Φραγκία αλλά άφησε το έργο του ημιτελές».[21]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με την πρώτη σύζυγό του Ροτρούδη του Εσμπαί (690 – 724) παιδιά του ήταν:
- Καρλομάν π.711-754, μαγιορδόμος στην Αυστρασία.
- Πεπίνος ο Βραχύς π.714-768, μαγιορδόμος στη Νευστρία, βασιλιάς των Φράγκων.
- Χιλτρούδη π.716-754, παντρεύτηκε τον Οδίλο δούκα της Βαυαρίας.
- Άουντα.
Με την δεύτερη σύζυγό του Σβαναχίλδη γιος του ήταν:
- Γκρίφο 726-753, στασιαστής.
Από την μη νόμιμη σχέση με την ερωμένη του Ρούοντχαϊντ είχε φυσικά τέκνα:
- (νόθος) Βερνάρδος π. 720-787, ηγούμενος του Σαιν-Κεντέν.
- (νόθος) Ιερώνυμος απεβ. μετά το 782, επίτροπος του αββαείου.
- (νόθος) Ρεμίγιος απεβ. 771, αρχιεπίσκοπος της Ρουέν.
- (νόθη) Αλμπάνα
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Jana K. Schulman, The Rise of the Medieval World, 500-1300: A Biographical Dictionary[νεκρός σύνδεσμος], σελ. 101, Greenwood Publishing Group (2002) ISBN 0-313-30817-9
- ↑ Nigel Cawthorne, Military Commanders: The 100 Greatest Throughout History[νεκρός σύνδεσμος], σελ. 52-53, Enchanted Lion Books (2004) ISBN 1-59270-029-2
- ↑ Paul Fouracre, The age of Charles Martel[νεκρός σύνδεσμος], Λονδίνο, Longman (2000) ISBN 0-582-06475-9
- ↑ White, Jr., Lynn (1962). Medieval technology and social change. London, England: Oxford University Press. σσ. 2–14
- ↑ Fouracre, Paul (2000) The Age of Charles Martel, London, GBR: Longman
- ↑ Commire, Anne, επιμ. (2002). «Alphaida (c. 654–c. 714)». Women in World History: A Biographical Encyclopedia. Waterford, Connecticut: Yorkin Publications. ISBN 0-7876-4074-3. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2015.
- ↑ Hanson, Victor Davis (18 Δεκεμβρίου 2007). Carnage and Culture: Landmark Battles in the Rise to Western Power (στα Αγγλικά). Knopf Doubleday Publishing Group. ISBN 978-0-307-42518-8.
- ↑ Commire, Anne (24 Σεπτεμβρίου 2015) [2002]. «Alphaida (c. 654–c. 714) - Women in World History: A Biographical Encyclopedia | HighBeam Research». Waterford, Connecticut: Yorkin Publications. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2020.
- ↑ Joch, Waltraud (1999). Legitimität und Integration: Untersuchungen zu den Anfängen Karl Martells. Husum, Germany: Matthiesen Verlag.
- ↑ «Review of Legitimität und Integration: Untersuchungen zu den Anfängen Karl Martells by Waltraud Joch». Speculum 77 (4): σελ. 1322–1323. October 2002.
- ↑ 11,0 11,1 11,2 https://www.newadvent.org/cathen/06238a.htm
- ↑ Costambeys, Marios; Matthew Innes & MacLean, Simon (2011) The Carolingian World, p. 43, Cambridge, GBR: Cambridge University Press
- ↑ Paul., Fouracre (2000). The age of Charles Martel. Harlow, England: Longman. σ. 61
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Οκτωβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουνίου 2020.
- ↑ Strauss, Gustave Louis M. (1854) Moslem and Frank; or, Charles Martel and the rescue of Europe, Oxford, GBR:Oxford University Press
- ↑ Kurth, Godefroid. The Franks. The Catholic Encyclopedia Vol. 6. New York: Robert Appleton Company, 1909
- ↑ Paul., Fouracre (2000). The age of Charles Martel. Harlow, England: Longman. σ. 88
- ↑ Christys, Ann (4 April 2019). "'Sons of Ishmael, Turn Back!'". In Esders, Stefan; Fox, Yaniv; Hen, Yitzhak; Sarti, Laury (eds.). Sons of Ishmael, Turn Back!. East and West in the Early Middle Ages (1 ed.). Cambridge University Press. σσ. 318–328
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιουνίου 2020. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουνίου 2020.
- ↑ Riche, Pierre (1993) The Carolingians: A Family Who Forged Europe, [Michael Idomir Allen, transl.], Philadelphia, PA, USA: University of Pennsylvania Press
- ↑ Paul Fouracre, 'Writing about Charles Martel', in Law, Laity and Solidarities: essays in honour of Susan Reynolds, ed. Pauline Stafford et al. (Manchester, 2001), σσ. 12-26
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Gerberding, Richard A. (October 2002). "Review of Legitimität und Integration: Untersuchungen zu den Anfängen Karl Martells by Waltraud Joch". Speculum. 77 (4)
- Joch, Waltraud (1999). Legitimität und Integration: Untersuchungen zu den Anfängen Karl Martells. Husum, Germany: Matthiesen Verlag
- Kibler, William W.; Zinn, Grover A. (1995). Medieval France: An Encyclopedia
- Paul Fouracre, The Age of Charles Martel, (Routledge, 2000)
- Strauss, Gustave Louis M. (1854) Moslem and Frank; or, Charles Martel and the rescue of Europe, Oxford, GBR:Oxford University Press
- White, Jr., Lynn (1962). Medieval technology and social change. London, England: Oxford University Press