Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αντίο (Μπαλζάκ)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αντίο
ΣυγγραφέαςΟνορέ ντε Μπαλζάκ
ΕικονογράφοςÉdouard Toudouze
ΤίτλοςAdieu
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1830
Μορφήνουβέλα
ΣειράΗ Ανθρώπινη κωμωδία
Δημοσιεύθηκε στοΗ Ανθρώπινη κωμωδία

Αντίο (γαλλικός τίτλος: Adieu) είναι διήγημα του Γάλλου μυθιστοριογράφου και θεατρικού συγγραφέα Ονορέ ντε Μπαλζάκ που δημοσιεύθηκε το 1830 και εντάσσεται στις Φιλοσοφικές μελέτες της Ανθρώπινης κωμωδίας.[1]

Η ιστορία εξελίσσεται σε δύο επίπεδα: στο παρόν, το 1819, όταν ο ήρωας συναντά την αγαπημένη του που είχε χάσει επτά χρόνια πριν, και στο παρελθόν, το 1812, με μια αναδρομή σε ένα επεισόδιο της υποχώρησης των αυτοκρατορικών στρατευμάτων από τη Ρωσία, κατά τη διάρκεια της δραματικής διάβασης του ποταμού Μπερεζίνα όπου χωρίστηκαν υπό τραγικές συνθήκες, όταν τα τελευταία τάγματα της οπισθοφυλακής διέσχισαν τον ποταμό.[2]

Το 1819, ο βαρόνος Φιλίπ ντε Συσί και ο μαρκήσιος ντ'Αλμπόν χάνονται στο δάσος ενώ έχουν βγει για κυνήγι κοντά στο Λ'Ιλ-Αντάμ. Συναντούν ένα παλιό αρχοντικό όπου βλέπουν μια νεαρή γυναίκα, η οποία τους φωνάζει «Αντίο» και φεύγει τρέχοντας. Ο Φιλίπ λιποθυμά και ο ντ' Αλμπόν τον βοηθά να συνέλθει. Δύο μέρες αργότερα ο Φιλίπ, ο οποίος συνήλθε κάπως από το σοκ, ζητά από τον φίλο του ντ' Αλμπόν να πάει και να εξακριβώσει την ταυτότητα της άγνωστης καθώς πιστεύει ότι αναγνώρισε τη νεανική του αγάπη, την κόμισσα Στεφανί ντε Βαντιέρ, που είχε χάσει από το 1812 και την αναζητούσε. Στη συνέχεια, ο ντ'Αλμπόν επισκέπτεται ξανά το παλιό σπίτι και συναντά τον ιδιοκτήτη, ο οποίος του διηγείται την ιστορία της ανιψιά του Στεφανί.[3]

Το 1812, η κόμισσα Στεφανί είχε ακολουθήσει τον ηλικιωμένο σύζυγό της στη Γαλλική εισβολή στη Ρωσία. Ο κόμης ντε Βαντιέρ ήταν στρατηγός και ο Φιλίπ ντε Συσί ήταν στο στράτευμά του. Στις 28 Νοεμβρίου 1812, ο Φιλίπ τους είχε συνοδέψει στην ανατολική όχθη του ποταμού Μπερεζίνα, όπου σταμάτησαν για τη νύχτα μαζί με μεγάλο μέρος του υπόλοιπου στρατού του Ναπολέοντα που υποχωρούσε. Μια προσωρινή γέφυρα κατασκευάστηκε για να επιτρέψει στον στρατό να περάσει.[4]

Ο Φιλίπ φεύγει για λίγο για να ταΐσει το πεινασμένο άλογό του. Όταν επιστρέφει, διαπιστώνει ότι ο στρατηγός και η γυναίκα του κάθονται γύρω από μια φωτιά με αρκετούς πεινασμένους και παγωμένους Γάλλους στρατιώτες. Όταν οι στρατιώτες τον βλέπουν, πυροβολούν το άλογό του, το μαγειρεύουν και όλοι μοιράζονται το κρέας. Το επόμενο πρωί, ο ρωσικός στρατός φαίνεται να συγκεντρώνεται στους λόφους. Ο γαλλικός στρατός βρίσκεται σε πανικό για να περάσει το ποτάμι, αλλά η γέφυρα καταστρέφεται από τους Γάλλους στρατιώτες για να σταματήσει τη ρωσική προέλαση και να σωθούν όσοι κατάφεραν να περάσουν.

Στη συνέχεια, ο Φιλίπ προτείνει να φτιάξουν μια σχεδία από μερικά από τα συντρίμμια της γέφυρας. Όταν τελειώνει, πολλοί στρατιώτες ορμούν και υπάρχει χώρος μόνο για τον στρατηγό και τη Στεφανί, η οποία, τη στιγμή του αποχωρισμού τους, φωνάζει στον Φιλίπ που έμεινε στην άλλη όχθη, «Αντίο». Ο Φιλίπ αιχμαλωτίζεται από τους Ρώσους και παραμένει αιχμάλωτος πολέμου στη Σιβηρία για 6 χρόνια. Ο στρατηγός σκοτώθηκε κατά τη διάβαση. Η Στεφανί πέρασε δύο χρόνια σε ένα άσυλο στη Γερμανία πριν καταφέρει τελικά να επιστρέψει στη Γαλλία, όπου ο θείος της τη βρήκε και την αναγνώρισε.

Ωστόσο, η Στεφανί είναι πλέον τρελή και όταν μιλάει λέει μόνο τη λέξη «Αντίο». Η μόνη της συντροφιά είναι μια νεαρή αγρότισσα, η Ζενεβιέβ, η οποία είναι μουγκή. Ο Φιλίπ που είναι ακόμη ερωτευμένος μαζί της, την επισκέπτεται συχνά, αλλά διαπιστώνει ότι δεν τον θυμάται και αποφασίζει να προσπαθήσει να τη θεραπεύσει. Είναι πεπεισμένος ότι ένα ισχυρό συναισθηματικό σοκ μπορεί να την κάνει να ανακτήσει τη λογική της. Επιστρέφει στο κτήμα του κοντά στο Σαιν-Ζερμαίν και το διαμορφώνει ώστε να μοιάζει με το τοπίο κοντά στον ποταμό Μπερεζίνα. Προσλαμβάνει επίσης πολλούς ντόπιους χωρικούς που ντύνονται σαν Γάλλοι στρατιώτες του 1812. Τον Ιανουάριο του 1820, όταν χιόνισε, προσκαλεί τη Στεφανί και τον θείο της στο κτήμα του ελπίζοντας ότι η ομοιότητα με τη σκηνή στον ποταμό το 1812 θα επαναφέρει τη μνήμη της. Το σχέδιο έχει επιτυχία, η Στεφανί αναγνωρίζει τον Φιλίπ και τον αγκαλιάζει αλλά η επιστροφή στην πραγματικότητα είναι πολύ απότομη και η ευαίσθητη γυναίκα πεθαίνει από τη συγκίνηση. Δέκα χρόνια αργότερα, ο Φιλίπ αυτοκτονεί.[5]

Το Αντίο είναι ένα ακόμη έργο στο οποίο ανακαλούνται δραματικές αναμνήσεις από τους Επαναστατικούς και τους Ναπολεόντειους Πολέμους - όπως στα μυθιστορήματα Ο δήμιος (1830), Ο επαρχιακός γιατρός (1833), Άλλο πορτρέτο γυναίκας (1842), Ο συνταγματάρχης Σαμπέρ (1844) κ. α. Το υλικό από αυτά τα έργα επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί σε μια σειρά από μεγαλύτερα μυθιστορήματα, τα οποία τελικά δεν έγραψε ποτέ ο Μπαλζάκ.[6]

Η ενασχόληση με το θέμα και η περιγραφή της συμπεριφοράς ενός ψυχικά πάσχοντος ατόμου προέκυψε από το ενδιαφέρον του συγγραφέα για τα νέα επιτεύγματα στην ιατρική της εποχής του, ιδιαίτερα στον τομέα των ψυχικών ασθενειών.[7]

Ο Μπαλζάκ χρησιμοποίησε την τεχνική της εγκιβωτισμένης ιστορίας για να δείξει πληρέστερα την άποψη των συμμετεχόντων στα γεγονότα.