Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αθεϊσμός στην Αρχαία Ελλάδα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο αθεϊσμός στην αρχαία Ελλάδα εμφανίστηκε τον πέμπτο αιώνα ΠΚΕ παράλληλα με την ανάπτυξη των υλιστικών φιλοσόφων. Παρόλο που μετά απο στρατιωτικές αποτυχίες λήφθηκαν μέτρα εναντίον του, άνθισε περαιτέρω κατά την Ελληνιστική περίοδο. Σε αντίθεση όμως με την κλασσική περίοδο οπου ο αθεϊσμός εκφραζόταν συνήθως ως θετικός ή ριζοσπαστικός, κατα την επόμενη περίοδο επικράτησε ο αρνητικός αθεϊσμός.

Ο Θετικός Αθεϊσμός στην Κλασική Ελλάδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

O αθεϊσμός στην αρχαία Ελλάδα εμφανίστηκε στα τέλη του πέμπτου αιώνα παράλληλα με την αναπτυξη της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας.[1] Οι φιλόσοφοι τότε αναζητούσαν τη φύση του κόσμου, αναζητούσαν δηλαδή το βασικό υλικό από το οποίο ήταν κατασκευασμένος ο κόσμος· οδηγήθηκαν έτσι αρκετά κοντά στην άποψη πως η φύση ήταν ο θεός, πλησιάζοντας δηλαδή τον πανθεϊσμό. Ενα πανθεϊσμό, όμως, ο οποίος ήταν πιο κοντα στον υλισμό παρά τον ιδεαλισμό.[2]

Αρκετοί φιλόσοφοι ανέπτυξαν ιδέες που προσέγγισαν τον Αθεϊσμό ή ήταν ξεκάθαρα αυτό που θα λέγαμε σήμερα αγνωστικιστές, ωστόσο ποτέ δεν αναπτύχθηκαν σε σημαντικό αριθμό, οι αθεϊστές στην αρχαία Ελλάδα αποτελούσαν μειοψηφία.[3] O Πρωταγόρας ήταν ένας από τους πρώτους που αμφισβήτησαν την ύπαρξη θεών, ενώ ακολούθησαν οι Ξενοφάνης και Αναξαγόρας. Ο Αναξαγόρας διατύπωσε την θέση πως ο Ήλιος είναι μια πύρινη λάβα, κάτι που ερχόταν σε αντίθεση με τη διαδεδομένη στην Αθήνα τότε θέση πως ο Ήλιος ήταν Θεός. Η καινοφανής αυτή άποψη σχολιάστηκε από τους δραματουργούς της εποχής.[4]

Την ίδια εποχή εμφανίστηκε και η κριτική στον ανθρωπομορφισμό της θρησκείας. Ο Ξενοφάνης ο Κολωφώνιος σχολίασε πως «αν τα άλογα και τα βόδια είχαν τα χέρια και μπορούσαν να ζωγραφίσουν οι θεοί τους θα έμοιαζαν πολύ με άλογα και βόδια».[2] Ξεκάθαρο αγνωστικισμό έδειξε ο Πρωταγόρας τονίζοντας πως οι άνθρωποι δεν μπορουν να ξέρουν την πραγματική φύση και την ύπαρξη των θεών. [5] Ο Πρόδικος ο Κείος τον 5ο αιώνα ΠΚΕ προσέφερε μια θεωρία δυο σταδίων για να εξηγήσει τον πολυθεϊσμό. Αρχικά οι άνθρωποι ονόμασαν τα στοιχεία της φύσης θεούς, κινούμενοι από την ευγνωμοσύνη τους προς την φύση (π.χ τα ποτάμια, τον ήλιο κτλ). Αργότερα, όταν έμαθαν να καλλιεργούν τη γη, οδηγήθηκαν στον πολυθεϊσμό, πάλι ως έκφραση της ευγνωμοσύνης (για παράδειγμα θεοποίησαν την Δήμητρα για τη γεωργία, τον Διόνυσο για το κρασί κτλ). Ο γνωστός τραγωδός Ευριπίδης, λέγεται ότι πέρασε απο δίκη για τον αθεϊσμό που περιέγραψε στην τραγωδία του Βελλεροφών.[6]

Σε αυτή την περίοδο ιδιαίτερα γνωστοί για την αθεΐα τους ήταν ο Διαγόρας της Μήλου και ο Θεόδωρος ο Κυρηναίος.[7]

H ανεκτικότητα προς τη θρησκευτική ελευθερία που υπήρχε στην Αθήνα, ανατράπηκε με την κακή πορεία του Πελοποννησιακού πολέμου. Η καταστροφή των Ερμών πριν απο την έναρξη της εκστρατείας στη Σικελία σηματοδότησε μια στροφή προς τον συντηρητισμό, η οποία κορυφώθηκε με τον θάνατο του Σωκράτη.[8] Οι φιλόσοφοι που έκλιναν προς τον αθεϊσμό, αντιμετωπίστηκαν ως ασεβείς, ενώ λήφθηκαν και νομικά μέτρα για να μειωθεί το φαινόμενο της αθεΐας.[9] Υπέρμαχος αυτών των αλλαγών ήταν ο Πλάτωνας.[10]

Ο αρνητικός αθεϊσμός στην Ελληνιστική Περίοδο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ελληνιστική εποχή, οι ιδέες του Πρόδικου βρήκαν αρκετή απήχηση, ιδίως στο έργο του Ευήμερου ο οποίος αναπαρήγαγε την βασική ιδέα πως οι θεοί ήταν ευγενείς της αρχαιότητας [11]. Οι φιλοσοφίες του στωικισμού και επικουρισμού πλησίαζαν αρκετά τον αθεϊσμό και για ένα διάστημα μετά τον 2ο αιώνα ΠΚΕ, η λαϊκη βάση των διαφόρων θρησκειών είχε υποχωρήσει. [12] Ωστόσο, παρόλη την εξάπλωση του αθεϊσμού, η λέξη άθεος έμεινε να χρησιμοποιείται ως ύβρις για τους αντιπάλους, όπως και στα χρόνια του πρώιμου χριστιανισμού [13].

Η επικουρική σχολή αποδεχόταν την ύπαρξη των θεών, ωστόσο επηρεασμένοι καθώς ήταν απο την ατομική θεωρία, τους έδινε υλική υπόσταση, και για αυτό και είχαν κατηγορηθεί για κρυπτο-αθεϊσμό.[14] Μια εξήγηση για τον κρυπτοαθεϊσμό τους ηταν η έλλειψη ανεκτικότητας και ο συνεπακόλουθος κίνδυνος για διώξεις ο οποίος ελλόχευε.[15] [16]

Οι άθεοι οι οποίοι ξεχώρισαν την ελληνιστική εποχή ήταν ο Θεόδωρος ο Άθεος και ο Ευήμερος. Ο Θεόδωρος κατηγορήθηκε για την εξάπλωση του αθεϊσμού σε όλο τον γνωστό κόσμο ενώ η συνεισφορά του Ευήμερου ήταν στην απομυθοποίηση των Θεών, προσφέροντας ανθρωπογενή ερμηνεία.

  1. Bremmer 2006, σελ. 12.
  2. 2,0 2,1 Μινουά 2007, σελ. 56.
  3. Bremmer 2006, σελ. 11.
  4. Bremmer 2006, σελ. 13-14.
  5. Bremmer 2006, σελ. 13.
  6. Bremmer 2006, σελ. 15.
  7. Meert 2017, σελ. 237.
  8. Bremmer 2006, σελ. 18-19.
  9. Meert 2017, σελ. 502.
  10. Μινουά 2007, σελ. 66-69:Στην υποενότητα: «Πλάτων: Ο πατέρας της μισαλλοδοξίας και της καταστολής της αθεΐας
  11. Bremmer 2006, σελ. 20.
  12. Μινουά 2007, σελ. 81.
  13. Bremmer 2006, σελ. 20-21.
  14. Sedley 2013, subchapter “EPICURUS: A CRYPTO-ATHEIST?”, σελ. 129-31.
  15. Meert 2017, σελ. 566.
  16. Sedley 2013, σελ. 131.
  • Bremmer, Jan N. (2011). Μάικλ Μάρτιν, επιμ. The Cambridge Companion to Atheism. Cambridge: Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-60367-6. 
  • Μινουά, Ζωρζ (2007). Η ιστορία της Αθεϊας. Μτφρ. Σερέτη Βάλια. Αθήνα: Νάρκισσος. ISBN 978-960-8239-42-5. 
  • Meert, Alexander (2017). Positive Atheism in Antiquity : a Social and Philosophical Analysis (500 BC-200 AD) (PhD). 
  • Sedley, David (2013). Stephen Bullivant· Michael Ruse, επιμ. The Oxford Handbook of atheism. OUP Oxford. ISBN 978-0-19-964465-0.