Αρβανίτες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αρβανίτες
Συνολικός πληθυσμός
περίπου 150.000[1] (50.000 ομιλούντες)[2]
Περιοχές με σημαντικούς πληθυσμούς
Γλώσσες
Ελληνικά, Αρβανίτικα
Θρησκεία
Χριστιανοί Ορθόδοξοι

Οι Αρβανίτες είναι πληθυσμιακή ομάδα της Ελλάδας, οι οποίοι εκτός από τα ελληνικά μιλούν τα αρβανίτικα, μία διακριτή τοσκική διάλεκτο της αλβανικής γλώσσας.

Οι Αρβανίτες κατάγονταν από πληθυσμούς οι οποίοι μετακινήθηκαν στην Κεντρική και Νότια Ελλάδα από τη περιοχή των Αρβάνων, της Βόρειας περιοχής της Ηπείρου, όπου βρίσκεται η σημερινή Αλβανία. Υπήρξαν διάφορες μετακινήσεις κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, από τον 13ο αιώνα αλλά κυρίως μεταξύ του 14ου και 16ου αιώνα, πυκνώνοντας τον ντόπιο πληθυσμό ο οποίος είχε υποστεί μείωση από τους συνεχείς πολέμους, τους λιμούς και τις θεομηνίες.[3] Οι Αρβανίτες έπαιξαν σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, της Ενετοκρατίας και της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.

Γλώσσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Αρβανίτικη γλώσσα

Τα αρβανίτικα είναι τοσκική διάλεκτος της αλβανικής γλώσσας. Προερχόμενη από τα νοτιοδυτικά ιδιώματα της τοσκικής διαλέκτου του Μεσαίωνα και αποκομμένη[4][5] από τον κύριο κορμό και τη μετέπειτα εξέλιξη της αλβανικής γλώσσας, διατηρεί στοιχεία των μεσαιωνικών αλβανικών,[4] έχοντας παράλληλα επηρεαστεί σημαντικά από την ελληνική γλώσσα.[4][6]

Η γλώσσα πλέον βρίσκεται σε παρακμή, εν μέρει εξαιτίας της μετακίνησης των Αρβανιτών από τα χωριά τους στις ελληνόφωνες πόλεις και εν μέρει λόγω της πλήρους πολιτιστικής ενσωμάτωσης των Αρβανιτών στο ελληνόφωνο περιβάλλον.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κάθοδος των Αρβανίτικων φύλων, 14ος αιώνας.

Στις βυζαντινές πηγές αναφέρονται ως φύλο με κοιτίδα την περιοχή Άρβανον στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, στην κεντρική περιοχή της σημερινής Αλβανίας.[7]

Πρώτη αναφορά γίνεται στα τέλη του 11ου αιώνα στο χρονικό του Κεδρηνού από τον Σκυλίτση:

«Στρατιάν αξιόλογον εκ τε Φράγκων και Βουλγάρων, Ρωμαίων τε και Αρβανιτών»[8]

Αργότερα, τον 12ο αιώνα η Άννα Κομηνή αναφέρει στο βιβλίο της Αλεξιάδα:

«...αυτού δε βαλλομένου απανταχόθεν παρά τε των καλουμένων Αρβανιτών...» και: «την δε γε επίλοιπον πάσαν πόλιν των εξ Αρβάνων ορμομένω Κομισκόρτη τα συνοίσοντα δια γραμμάτων υποθέμενος»[9]

Η κάθοδος των Αρβανιτών στον ελλαδικό χώρο ξεκινά στα μέσα του 13ου αιώνα μετα τις εισβολές των Νορμαδών αλλά κορυφώνεται μετά την κατάλυση του Δεσποτάτου της Ηπείρου και τη δημιουργία του μεσαιωνικού Βασιλείου της Αλβανίας. Οι εισβολείς τα πρώτα μέτρα που παίρνουν είναι η καθιέρωση των όρων «Αλβανία» και «Αλβανοί» και η βίαιη εξάπλωση του Καθολικισμού. Ενώ οι Γκέγκηδες κάτοικοι της Βόρειας Αλβανίας ασπάζονται τους νέους ηγεμόνες και τη θρησκεία τους, οι Τόσκηδες κάτοικοι της Νότιας Αλβανίας, συμπεριλαμβανομένων και των Ορθόδοξων Αρβανιτών στην πλειονότητά τους επιλέγουν τη μετανάστευση στην Θεσσαλία, την Αιτωλία και την Πίνδο.[10]

Κατά τον 14ο αιώνα, κατέφθασαν στον Ελλαδικό χώρο διάφοροι Αρβανίτες φεουδάρχες και φύλαρχοι µε τους στρατούς τους, όπως οι Σπάτα και οι Λιόσα όπως και Αρβανίτες χωρικοί οι οποίοι δεν μπορούσαν να υποφέρουν την καταπίεση των φεουδαρχών ή των νέων κυριάρχων τους, κυρίως Σέρβων. Οι πληθυσμοί αυτοί έφθαναν μαζικά στην Ήπειρο, στη Θεσσαλία, μετακινούμενοι αργότερα στην Εύβοια, την Αττική και την Πελοπόννησο. Εκεί συνάντησαν ευμενή υποδοχή από τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες και ιδίως από τους δεσπότες του Μυστρά, καθώς θα βοηθούσαν στην επίλυση του δημογραφικού προβλήματος των επικρατειών τους. Έτσι, τους δόθηκε καλλιεργήσιμη γη και εντάχθηκαν στον στρατό.[7]

Έχοντας εγκατασταθεί στην κοιλάδα του Σπερχειού από το 1380-81, οι Αρβανίτες παίρνουν άδεια από τον Πέτρο Δ΄ της Αραγωνίας να εγκατασταθούν στο Δουκάτο των Αθηνών το 1382, για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας του δουκάτου απέναντι στις ξένες επιδρομές. Οι βυζαντινές πηγές αναφέρουν την εμφάνιση 10.000 Αρβανιτών στον Ισθμό της Κορίνθου το 1404-05, των οποίων την εγκατάσταση στο Δεσποτάτο του Μυστρά επέτρεψε ο δεσπότης Θεόδωρος Παλαιολόγος, παρά την καχυποψία των συμβούλων του. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή αυτός ο πληθυσμός προερχόταν από τη Θεσσαλία, μετά την κατάληψή της από τους Τούρκους, το 1393. Περί το 1425, οι Βενετοί με υποσχέσεις για φοροαπαλλακτικά μέτρα προσελκύουν αρβανίτικους πληθυσμούς στη νότια Εύβοια, που παρουσίαζε δημογραφική πτώση εξαιτίας της πανώλης, η θέση της οποίας ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή αφού γειτνίαζε με την ηπειρωτική Ελλάδα. Η περιοχή εγκατάστασης των Αρβανιτών στην Εύβοια οριοθετήθηκε από τους Βενετούς αυστηρά στις ορεινές περιοχές της Καρυστίας, ώστε να λειτουργούν και ως προπύργιο σε εχθρικές επιθέσεις εναντίον της Αττικής.

Οι αρβανίτικες φατρίες γενικά ήταν και έμειναν πιστές στην Ελληνική Ορθοδοξία, ένα μέρος τους όμως ασπάστηκε το Ισλάμ. Οι Αρβανίτες υπηρετούσαν στον βυζαντινό στρατό και η Δυναστεία των Παλαιολόγων τους χρησιμοποίησε συχνά σε πολλές στρατιωτικές εκστρατείες. Σε μια περίπτωση, 6.000 Αρβανίτες από την Γλαρέντζα εστάλησαν στο πεδίο μάχης. Στα μέσα του 1454, ένας ηγέτης που ονομαζόταν Πέτρος Μπούας είχε περίπου 30.000 Αρβανίτες υπό την εντολή του.[11]

Οι Βενετοί μίσθωσαν πολυάριθμους Αρβανίτες για να υπηρετήσουν ως stradioti. Με βάση τους υπολογισμούς ενός Γάλλου αυτόπτη μάρτυρα, του Philippe de Commines (1447 - 1511), οι Αρβανίτες επιτήρησαν τις ενετικές περιοχές όπως το Ναύπλιο, ως πεζοί και έφιπποι.[12]

Από το σύνολο των μεταναστών, όσοι έφτασαν στην Πελοπόννησο και είχαν εγκατασταθεί σε δυσπρόσιτες ορεινές ζώνες, σχημάτιζαν συμπαγείς ομάδες. Καθώς συχνά δεν είχαν ενδοιασμό να τεθούν υπό τις διαταγές ενός ελληνόφωνου άρχοντα, που ήταν απευθείας απόγονος της παλαιάς αυτοκρατορικής δυναστείας, μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες αποτέλεσαν βασική εστία αντίστασης στους Οθωμανούς. Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, πολλοί Αρβανίτες συμμετείχαν στον Μακεδονικό Αγώνα (1903), όπως ο Βαγγέλης Κοροπούλης από τη Μάνδρα Αττικής.[13]

Δημογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γλωσσικός χάρτης της Πελοποννήσου του 1890. Η αλβανοφωνία σημειώνεται με κόκκινο.

Οι περιοχές στις οποίες εγκαταστάθηκαν και εντοπίζονται αρβανίτικοι πληθυσμοί είναι η Αττική[14][15], η Βοιωτία (με δυτικότερο άκρο το χωριό Στείρι), η Επαρχία Καρυστίας της νότιας Εύβοιας και συγκεκριμένα η περιοχή νοτίως του Αλιβερίου και του Αυλωναρίου (εξαιρουμένων των περιοχών της Καρύστου, του Πλατανιστού και του Μαρμαρίου), τα νησιά του Αργοσαρωνικού, η Άνδρος (βόρειο κομμάτι), η Παραδημή Ροδόπης, καθώς και τμήματα της Κορινθίας, Αργολίδας, Αχαΐας, Μεσσηνίας, και Λακωνίας[εκκρεμεί παραπομπή].

Ο σημερινός πληθυσμός των Ελλήνων Αρβανιτών δεν μπορεί να εκτιμηθεί με ακρίβεια. Κατά μία εκδοχή, φτάνει τις 150.000.[1] Η τελευταία απογραφή στην οποία καταμετρήθηκαν οι ομιλούντες τη γλώσσα έγινε το 1951 και αναφέρει 23.000 ομιλητές, αριθμός που κατά τους μελετητές είναι υπερβολικά μικρός για να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.[2] Νεότερες επιτόπιες εκτιμήσεις ανεβάζουν τον αριθμό των ομιλούντων αρβανίτικα σε 30.000 για την Αττική και τη Βοιωτία (1977) και 50.000 για όλη την Ελλάδα (1993).[2]

Προέλευση και ιστορία του ονόματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον Κώστα Μπίρη (1960), από το 1350 μ.Χ. έως το 1418 μ.Χ., 81.200 Αρβανίτες, μισθοφόροι στρατιώτες και οι οικογένειές τους, εγκαταστάθηκαν σε ελληνικές περιοχές, μετά από προσκλήσεις Βυζαντινών αυτοκρατόρων (Δυναστεία Παλαιολόγων), των Καταλανών και των Βενετών. Ωστόσο στις αυθεντικές πηγές, απ' όπου αντλούν ειδικοί και μή ιστοριογράφοι, «Αρβανίτης» (ή «Αρναβούτ») σήμαινε γενικά «μισθοφόρος από τα Βαλκάνια», όρος που περιλάμβανε και Έλληνες, Σέρβους, Βλάχους κλπ.[16][17]

Οι Αρβανίτες πρωτοαναφέρονται στις βυζαντινές πηγές από τον Μιχαήλ Ατταλειάτη[18] και αργότερα – ως Αρβανίτες από το Άρβανον – στο βιβλίο της Άννας Κομνηνής, Αλεξιάδα. Το βιβλίο ασχολείται με τις ταραχές στην περιοχή του Αρβάνου που προκάλεσαν οι Νορμανδοί κατά τη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα της, Αυτοκράτορα Αλέξιου Α' Κομνηνού (1081 – 1118). Στην Ιστορία (1079 – 1080 μ.Χ.), ο Βυζαντινός ιστορικός Μιχαήλ Ατταλειάτης ήταν ο πρώτος που ανέφερε τους Αλβανούς ως έχοντες λάβει μέρος σε εξέγερση εναντίον της Κωνσταντινούπολης το 1043 μ.Χ. και τους Αρβανίτες ως υποτελείς του Δούκα του Δυρραχίου και Πρωτοπροέδρου Νικηφόρου του Βασιλάκη (τέλη 1078 ή αρχές 1079). Ωστόσο, η λεπτομερής ανάλυση του αυθεντικού κειμένου του Ατταλειάτη, όπου αναφέρονται δύο φορές «Αλβανοί» και μία φορά «Αρβανίτες», οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο μεν όρος «Αλβανοί» αναφέρεται σε Νορμανδούς που είχαν κατέλθει πρόσφατα στην Ιταλία από την «πέραν των Άλπεων Γαλατία», ενώ ο όρος «Αρβανίται» στους κατοίκους των Βαλκανίων. Αυτή η αναφορά του Ατταλειάτη σε «Αρβανίτες» είναι και η πρώτη τεκμηριωμένη αναφορά στους Αρβανίτες της Βαλκανικής. Η μεταφορά των όρων ως Albani στη Λατινική και λανθασμένα ως Albanais κτλ σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες οδήγησαν Ευρωπαίους ιστορικούς στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι ο «Δουξ του Δυρραχίου» ήταν ο Γεώργιος Μανιάκης και ότι επαναστάτησε το 1043 επικεφαλής Αλβανών.[19]

Ο όρος αρβανίτικα προέρχεται από τη λέξη Αρβανίται. Η ετυμολογία του ελληνικού επιθέτου αρβανίτικα προέρχεται από τη ρίζα Αρβανίτ- του ουσιαστικού Αρβανίτης, σύμφωνα με το λεξικό του Γιάννη Κουλάκη.[20] Σύμφωνα με το λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη, η λέξη προέρχεται από το τοπωνύμιο Άρβανα το οποίο προήλθε από το αλβανικό Ärbena.

Σε πηγές του 19ου αιώνα «Αρβανίτες» ονομάζονται και οι μουσουλμάνοι Αλβανοί που μάχονταν με το Οθωμανικό κράτος ή τον Αλή Πασά ή και αυτόνομα ως ληστές (βλ. δημοτικά τραγούδια συλλογής T. Kind).[21]

Καθώς οι Αλβανοί συνήθως ήταν επαγγελματίες οπλοφόροι, την εποχή της Ελληνικής Επανάστασης, «Αρβανίτες» ή «Αρναούτηδες» ονομάζονταν επίσης οι οπλοφόροι διάφορων εθνικοτήτων.[22][23]

Πολιτισμική ταυτότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όσον αφορά την πολιτισμική ταυτότητα, οι κάτοικοι του Αρβάνου ήταν Ρωμιοί[24] ακρίτες του στρατιωτικού Θέματος του Δυρραχίου,[25] τουλάχιστον από τον 9ο αιώνα,[26] και απέκρουαν τις επεκτατικές βλέψεις των σλαβικών φυλών και των Φράγκων.[27]

Ήταν συνειδητά ορθόδοξοι και έμειναν και μετά το θρησκευτικό σχίσμα του 1054 πιστοί στην Κωνσταντινούπολη. Ως Ρωμιοί αντιμετώπισαν αποτελεσματικά τους Φράγκους, και ειδότερα τους Νορμανδούς, που εισέβαλαν στο Δυρράχιο το 1081. Οι Ενετοί και οι Φράγκοι, συμπεριλαμβανομένων των Νορμανδών, τους ονόμαζαν Γραικούς. Το όνομα Γραικός είναι αρχαίο όνομα των Ελλήνων, κατά τον Αριστοτέλη,[28] που την εποχή εκείνη σήμαινε τον Ελληνορθόδοξο σε αντίθεση με τον Λατίνο, δηλαδή κατά βάση τον Φράγκο που χρησιμοποιούσε ως λειτουργική γλώσσα τα Λατινικά.[27]

Ακόμα και στα νεότερα χρόνια, η Τόσκικη περιοχή νότια του Γενουσού ποταμού η οποία σήμερα ανήκει στην Αλβανία, φαίνεται ότι διατήρησε το Ελληνικό στοιχείο μέσα από τους αιώνες.

Ενδεικτικά, ο Κωνσταντίνος Αμαντός αναφέρε το 1923 ότι είναι τόσο εμφανής η συγγένια των Τόσκηδων με τους Έλληνες που πολλές φορές δεν μπορείς να την ξεχωρίσεις[29] ενώ ο Βικτόρ Μπεράρ στα τέλη του 19ου αιώνα παρατήρησε ότι ακόμα και τότε, την περιοχή που κατοικούν οι Τόσκηδες μπορούσε κάποιος να την ονομάσει Ελληνική. Αναφέρει μάλιστα ότι σε όλα τα πανδοχεία της περιοχής υπήρχαν κρεμασμένες φωτογραφίές και εικόνες των Βασιλέων της Ελλάδας και του Πρωθυπουργού Τρικούπη.[30]

Οι ίδιοι οι Αρβανίτες ανέκαθεν, αλλά κυρίως μετά την ανάπτυξη του Αλβανικού εθνικισμού και λόγω της συμπόρευσής τους με το Ελληνικό στοιχείο, απορρίπτουν οποιαδήποτε συσχέτιση με τους Αλβανούς. Στη δεκαετία του 1990, ο Αλβανός Πρόεδρος Σαλί Μπερίσα περιέγραψε τους Αρβανίτες ως αλβανική μειονότητα στην Ελλάδα, προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση πολιτιστικών οργανώσεων Αρβανιτών.[31]

Παραδοσιακή φορεσιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρόκειται για τη Μεσογείτικη φορεσιά της Αττικής αλλά και άλλων περιοχών. Τα χαρακτηριστικά της διαφέρουν από τόπο σε τόπο, ωστόσο διατηρούν ένα κοινό βασικό μοτίβο.

Φάρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φάρα είναι μορφή κοινωνικής οργάνωσης με βάση την καταγωγή (παρόμοια με το γένος). Οι Αρβανίτες ήταν οργανωμένοι σε φάρες, κυρίως κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Στην κορυφή της ιεραρχίας ήταν ο οπλαρχηγός και η φάρα έπαιρνε το όνομά του (π.χ. η φάρα του Μπότσαρη).

Αρβανίτικες φάρες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπήρχαν πολλές αρβανίτικες φάρες που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα (ιδίως στην Πελοπόννησο). Για ορισμένες από αυτές αμφισβητείται ότι είναι Αρβανίτες και πιστεύεται ότι είναι Βλάχοι ή Σαρακατσάνοι (Έλληνες),[32][33] ενώ οι Δρακαίοι κατάγονταν από το ανέκαθεν ελληνόφωνο χωριό των Μαρτανιών Πρέβεζας (κομμάτι του σημερινού οικισμού Καμαρίνας Πρέβεζας).[34]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Lewis, M. Paul (ed.). ( 2009) στο Albanian, Arvanitika, στο Ethnologue: Languages of the World, Sixteenth edition. Dallas, Tex.: SIL International. Ανακτήθηκε 19/12/2009.
  2. 2,0 2,1 2,2 Trudgill (2002), σ.136
  3. Αγισιλάος Τσελάλης, Πλαπούτας, Εκδότης: Γιαννίκος Β. - Καλδής Β., 1962, σελ. 31, 45. Το 1350 – 1430 επί Μανουήλ Κατακουζηνού και Θεοδώρου Β’ Παλαιολόγου ήρθαν στην Πελοπόννησο αλβανόφωνοι χριστιανοί, καλεσμένοι από τους δεσπότες του Μυστρά να πυκνώσουν τον αραιωμένο από τους συνεχείς πολέμους, τους λιμούς και τις θεομηνίες πληθυσμό.
  4. 4,0 4,1 4,2 Μπαλτσιώτης (2007). σελ. 23.
  5. Κυριαζής, Δώρης Κ. (2001). Ελληνικές επιδράσεις στην αλβανική (Ι. Φωνητική και μορφολογική προσαρμογή των ελληνικών δανείων: ΙΙ. Λεξικό των ελληνικών δανείων της αλβανικής). Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης - Διδακτορική Διατριβή. σελ. 15. 
  6. Dorian, Nancy C., επιμ. (2001) [1989]. Investigating Obsolescence. Studies in Language Contraction and Death. Cambridge: Cambridge University Press. σελ. 199-200. 
  7. 7,0 7,1 Σαββίδης, Αλέξιος (επιμ.). «ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ 11οΣ-15οΣ ΑΙΩΝΑΣ». Βυζαντινός Ελληνισμός - Υστεροβυζαντινοί χρόνοι. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ. 7. Αθήνα: ΔΟΜΗ Α.Ε. σελ. 246-247. 
  8. Σκυλίτσης, Ιωάννης. Κεδρηνός Τομ. Γ. σελ. 865. Στρατιάν αξιόλογον εκ τε Φράγκων και Βουλγάρων, Ρωμαίων τε και Αρβανιτών 
  9. Κομνηνή, Άννα. Αλεξιάς. ΑΓΡΑ. σελ. 132, 221. ISBN 9789603253365. 
  10. Αθανασόπουλος, Δημήτριος Παν. (2005). Σουλιμοχώρια - Ντρέδες. Οι Αδικημένοι της Ιστορίας. Κυπαρισσία: Λύχνος ΕΠΕ. σελ. 31-32. ISBN 960-630-950-9. 
  11. Θ. Κ. Πίτσιος. Ανθρωπολογική Μελέτη του Πληθυσμού της Πελοποννήσου. Η Καταγωγή των Πελοποννήσιων. Βιβλιοθήκη Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος Αρ. 2. Αθήνα, 1978.
  12. Philippe de Commyne. Ήσαν άπαντες Έλληνες, ελθόντες εκ των πόλεων ας κατέχουσα εν Ελλάδι οι Βενετοί, τινές μεν εκ του Ναυπλίου εν Πελοποννήσω, άλλοι δε εξ Αλβανίας, ενώπιον του Δυρραχίου (μετάφραση: Σπ. Λάμπρου).
  13. Χρ. Στάμου. Μακεδονικός Αγώνας 1903-08. θα αγωνισθώ μέχρι να ελευθερωθεί η Μακεδονία και θα πεθάνω εδώ...
  14. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος Ι΄: Ο Ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία (περίοδος 1453 - 1669), Τουρκοκρατία - Λατινοκρατία, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1974, σελ. 49, 158, ISBN 978-960-213-106-0 
  15. Σταματελάτος Μιχαήλ, Βάμβα-Σταματελάτου Φωτεινή (2001). Επίτομο γεωγραφικό λεξικό της Ελλάδος. Ερμής. σελ. 48. ISBN 9789603201335. Το 1671 η Αθήνα έχει 2.053 σπίτια (1.300 ελληνικά, 600 τουρκικά, 150 αρβανίτικα και 3 διαφόρων ξένων) 
  16. Gordon Thomas, History of the Greek revolution, 1844, London & Edinburgh, 2nd edition, volume 1, page 95.
    "Included under the generic name of Arnauts, it was recruited from Roumeliote Greeks, Albanians, Bulgarians and Servians, who acted as body-guards to the princes, the great functionaries, and even the simple Boyards."
  17. Alan W. Fisher, The Russian Annexation of the Crimea 1772-1783, Cambridge University Press, I970, pp. 94, 95.
  18. Michaelis Attaliotae, Historia, Βόννη, 1853. Ελληνική-λατινική έκδοση.
    *Σελ. 9: "... και οί ποτε σύμμαχοι και της ισοπολιτείας ημίν συμμετέχοντες, ως και αυτής της θρησκείας, Αλβανοί και Λατίνοι όσοι μετά την εσπερίαν Ρώμην τοις Ιταλικοίς πλησιάζουσι μέρεσι, ..." *Σελ. 18: "... ο προμνημονευθείς Γεώργιος, ώ Μανιάκης επώνυμον, εκ της Ιταλικής αρχής επαναστάς μετά των εκείσε συνόντων στρατιωτών Ρωμαίων και Αλβανών, ..." *Σελ. "... (είχε γαρ και Ρωμαίων πολλών στρατιωτικόν, Βουλγάρων τε και Αρβανιτών, ..."
  19. Βρανούση, Έρα Λ. (1970). «Οι όροι "Αλβανοί" και "Αρβανίται" και η πρώτη μνεία του ομωνύμου λαού της Βαλκανικής εις τα πηγάς του ΙΑ' αιώνος». Βυζαντινά Σύμμεικτα (2): 207-254. doi:10.12681/byzsym.650. https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/bz/article/view/3462/3322. . Επίσης της ιδίας στο Les termes Αλβανοί et Αρβανίται et la premiere mention des Albanais dans les sources du XI siecle, B' Διεθνές Συνέδριον Σπουδών Νοτιοανατολικής Ευρώπης, Αθήνα, 1970)
  20. Γιάννη Κουλάκη. ISBN 960-239-135-9.
  21. Kind, Theodor, Anthologie neugriechischer Volkslieder : Im original mit deutscher Ubertragung /Herausgegeben von Dr. Theodor Kind. Leipzig :Veit & Comp., 1861 Σελ. 14: "Γεώργαινα, ρίξε τ' άρματα, δεν είν' εδώ το Σούλι. Εδώ 'σαι σκλάβα του Πασσά, σκλάβα των Αρβανίτων" Σελ. 26: "Εξήντα αγάδαις σκότωσα κ' έκαψα τα χωριά τους, κ' όσους στον τόπον άφησα και Τούρκους κ' Αρβανίταις" Σελ. 32: "Να πάω να βρώ τον Μάνταλο, να σμίξω τον Μπαστέκη, που πολεμούν με την Τουρκιά και με τους Αρβανίταις" Σελ. 36: "Κι αν τα δερβένια ετούρκεψαν, τα πήραν Αρβανίταις..."
  22. Κολιόπουλος, Ιωάννης Σ. (2003). Η πέραν Ελλάς και οι άλλοι Έλληνες: Το σύγχρονο ελληνικό έθνος και οι ετερόγλωσσοι σύνοικοι χριστιανοί 1800-1912. Θεσσαλονίκη: Βάνιας. σελ. 145. 
  23. Βακαλόπουλος, Απόστολος (1973). Τουρκοκρατία 1669-1812 - Η οικονομική άνοδος και ο φωτισμός του Γένους. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ. Δ΄. Θεσσαλονίκη. σελ. 727. 
  24. Ducellier, Alain. Οί Αλβανοί στην Ελλάδα (13ος - 15ος αιώνας), Η μετανάστευση μιάς κοινότητας. Αθήνα: Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν. σελ. 15. ISBN 9789607079305. 
  25. Vasiliev, Alexander. Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 324-1453. Πελεκάνος. σελ. 762. ISBN 9789604003846. 
  26. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Μαρία. Οι Βαλκανικοί λαοί κατά τους Μέσους Χρόνους. Θεσσαλονίκη: Βανιάς. σελ. 226. ISBN 978-960-288-002-9. 
  27. 27,0 27,1 Πανομήτρος, Δημήτριος Κ. Ντρέδες: Στην πρώτη γραμμή της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, Αρκαδινοί Ντρέδες: Το ιστορικό πλαίσιο. Αθήνα: Μίλητος. σελ. 71. ISBN 978-618-5438-80-7. Όσων αφορά την πολιτισμική ταυτότητα, οι κάτοικοι του Αρβάνου ήταν Ρωμηοί ακρίτες του στρατιωτικού Θέματος του Δυρραχίου, τουλάχιστον από τον 9ο αιώνα, και απέκρουαν τις επεκτατικές βλέψεις των σλαβικών φυλών και των Φράγκων.» και «Ήταν συνειδητά ορθόδοξοι και έμειναν και μετά το θρησκευτικό σχίσμα του 1054 πιστοί στην Κωνσταντινούπολη. Ως Ρωμηοί αντιμετώπισαν αποτελεσματικά τους Φράγκους, και ειδότερα τους Νορμανδούς, που εισέβαλαν στο Δυρράχιο το 1081. Οι Ενετοί και οι Φράγκοι, συμπεριλαμβανομένων των Νορμανδών, τους ονόμαζαν Γραικούς. Το όνομα Γραικός είναι αρχαίο όνομα των Ελλήνων, κατά τον Αριστοτέλη, που την εποχή εκείνη σήμαινε τον Ελληνορθόδοξο σε αντίθεση με τον Λατίνο, δηλαδή κατά βάση τον Φράγκο που χρησιμοποιούσε ως λειτουργική γλώσσα τα Λατινικά. 
  28. Μετεωρολογικά 1, 352a
  29. Άμαντος, Ι.Κωνσταντίνος. Οι Βόρειοι Γείτονες της Ελλάδος (Βούλγαροι-Αλβανοί-Νοτιοσλάβοι). Αθήνα: Ελευθερουδάκης. σελ. 179. 
  30. Μπεραν, Βικτόρ. Ιστοριογραφία της Ελλάδας. Παρίσι: Armand Colin et cie. σελ. 47. 
  31. Helen Abadzi, "Historical Greek-Albanian Relations: Some Mysteries and Riddles", Mediterranean Quarterly, 2011, p. 57
  32. Αραβαντινός Παναγιώτης, Χρονογραφία της Ηπείρου, Αθήνα 1856, τομ. Α, σελ. 112, υποσημείωση.
  33. Lemprière Hammond Nicholas Geoffrey, Migrations and invasions in Greece and adjacent areas, Noyes Press, 1976, p. 39.
  34. ΛΑΜΠΡΙΔΗΣ, ΙΩΑΝΝΗΣ (1971). Ηπειρωτικά Μελετήματα (τεύχος 10). Ιωάννινα: "ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ". σελ. 20. Προς τους κατοίκους του Σούλι, πολλάχου της περιοχής αυτού κατά πατριάς εις 84 οικογένειας σκηνούντας, εχθρούς δε των εξισλαμισθέντων περίοικων από του 1635 επισήμους κεκηρυγμένους και εκ φύσεως καλώς οχυρουμένους, προσέτρεχον προς αποφυγήν βιαιοπραγιών ή και ματαίωσιν αντιποίνων συγγενικών τιμωριών(γκιακ) εν τη πατρίδι των ου μόνον Χριστιανοί Τσιάμηδες κατά το πλείστον αλλά και Έλληνες αλλαχόθεν. Μεταξύ δε των διαφόρων πατριών, αίτινες εκεί μετανάστευσαν από της 4ης ιδίως δεκαετηρίδος του ΙΖ’ αιώνος μέχρι των αρχών του ΙΗ’ μνημονεύονται η του «Ζέρβα» εξ ομωνύμου της Λάκκας Λέλοβου χωρίου Ζερβό, η του Δράκου εκ του παρά την Καμαρίναν χωρίου Μαρτανιών, ένθα μόνη ανέκαθεν η Ελληνική γλώσσα ομιλείται, η του Τζαβέλα εκ Δράγανης κ.λ.π. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γκίκας, Γιάννης. Οι Αρβανίτες και το αρβανίτικο τραγούδι στην Ελλάδα.
  • Ιστορία των Βαλκανικών Λαών, Παπαδήμας, 1995.
  • Μιχαήλ-Δέδε, Μαρία. Οι Έλληνες Αρβανίτες", 1997.
  • Μπαμπινιώτης, Γ. Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Β' έκδοση, σελ. 268.
  • Μπίρης, Κώστας. Αρβανίτες, οι Δωριείς του νεότερου Ελληνισμού, η ιστορία των Ελλήνων Αρβανιτών, 1η έκδοση, 1960 (3η έκδοση, 1998 ISBN 960-204-031-9).
  • Μωραΐτης, Θανάσης. Ανθολογία Αρβανίτικων τραγουδιών της Ελλάδας, 2002, ISBN 960-85976-7-6.
  • Οι Αλβανοί στην Ελλάδα (13ος -15ος αι.), Ίδρυμα Γουλανδρή, 1991.
  • Trudgill, Peter (2002). Sociolinguistic variation and change. Edinburgh University Press, 2002 ISBN0748615156.

Διαβάστε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Bintliff, John (2003). «The ethnoarchaeology of a 'passive' ethnicity: The Arvanites of Central Greece.». Στο: Brown K.S., Hamilakis Y. The Usable Past. Greek Metahistories. Lanham / Boulder: Lexington. σελίδες 129–144. CS1 maint: Uses editors parameter (link)