Δερβέναγας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η λέξη δερβέναγας ή ντερβέναγας ή ντερβεναγάς είναι τουρκική λέξη σύνθετη εκ των περσικού "ντερμπέντ" (= δίοδος, πέρασμα) και "Αγάς" (= αρχηγός - τοπάρχης) που σημαίνει τον επιτετραμένο αρχηγό φρουράς διάβασης ή περάσματος (Δερβένι).
Στην Ελλάδα επί τουρκοκρατίας η Οθωμανική κυβέρνηση απέφευγε να διορίζει Τουρκαλβανούς ως δερβεναγάδες για να μην έρχονται σε επαφή με τους κλέφτες και αρματωλούς που συνήθως αποτελούσαν τις μισθοφορικές μονάδες φύλαξης τέτοιων περασμάτων και γινόντουσαν περισσότερο επικίνδυνοι. Από το 1759 άρθηκε αυτός ο περιορισμός και πρώτος Τουρκαλβανός που ανέλαβε δερβέναγας ήταν ο Σουλεϊμάν Πασάς.

Έτσι η λέξη λόγω των καταχρήσεων που συνέβαιναν τότε προσέλαβε σιγά - σιγά τη σημασία του αυθαίρετου και μ΄ αυτή συνεχίζεται σήμερα να χρησιμοποιείται στις δημώδεις εκφράσεις του ελληνικού λαού π.χ. δερβέναγας το παίζεις;, ή εδώ τι νομίζεις πως είσαι, δερβέναγας;.

Ομοίως γενικός δερβέναγας είναι δημώδης έκφραση με χαρακτήρα θαυμασμού που συνηθέστερα λέγεται ειρωνικά για άτομο που αξιώνει ή ασκεί, ή φαντάζεται πως ασκεί γενική ανώτατη και ανεξέλεκτη διεύθυνση ή διοίκηση.

Στο ελληνικό θέατρο σκιών οι διάφοροι καραγκιοζοπαίχτες τον παρουσίαζαν με χαρακτήρα στενοκέφαλου και επικίνδυνα εχθρικό.