Οίκος των Σανούδων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Οίκος των Σανούντι)

Ο Οίκος των Σανούδων (Sanudi), καταγόταν από τη Βενετία και μέλη του έγιναν δούκες της Νάξου (του Αρχιπελάγους). Εγκαταστάθηκαν μετά την Δ΄ Σταυροφορία στις Κυκλάδες και επτά μέλη του Οίκου έγιναν διαδοχικά δούκες ως το 1383, οπότε τους διαδέχθηκαν οι Κρίσπι.

Η καταγωγή της Οικογένειας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα σύμβολα του δόγη Πιέτρο Α' Καντιάνο.

Η αρχική καταγωγή της Οικογένειας Σανούδου ήταν η Ηράκλεια, πόλη στον κόλπο της Τεργέστης, λίγο βόρεια της Βενετίας. Η οικογένεια μετανάστευσε στα Βενετικά νησιά μετά την καταστροφή της πόλης τον 9ο αιώνα. Η Οικογένεια Σανούδου λεγόταν πολλούς αιώνες Οικογένεια Καντιάνο και με το όνομα αυτό ανέβηκαν πολλά μέλη της στη θέση του δόγη της Βενετίας, όπως ο Πιέτρο Α΄ Καντιάνο (887 - 888), ο Πιέτρο Β΄ Καντιάνο (932 - 939), ο Πιέτρο Γ΄ Καντιάνο (942 - 959), ο Πιέτρο Δ΄ Καντιάνο (959 - 976) και ο Βιτάλε Καντιάνο (978 - 979). Οι τελευταίοι εκπρόσωποι της οικογένειας Καντιάνο προσπάθησαν να αποκτήσουν κληρονομική εξουσία στη Βενετία τον 10ο αιώνα. Το όνομα από τότε εξαφανίζεται και εμφανίζεται η οικογένεια με το νέο επώνυμο "Σανούδος".[1] Το επώνυμο "Καντιάνο" σχετίζεται με την "Κάντια", την ονομασία που χρησιμοποιούσαν οι Βενετοί για τον Χάνδακα (και συνεκδοχικά για όλη την Κρήτη). Ο όρος "Καντιάνο" μεταφράζεται στη Βενετική γλώσσα σαν "Κρητικός", αλλά η σχέση της οικογένειας με το νησί παραμένει άγνωστη. Πολλές γενεές μετά τον Πιέτρο Δ΄ καταγράφεται στην οικογένεια ο Μάρκος Σανούδος ως "Καπετάνιος" και "Σύμβουλος". Ο Μάρκος ήταν πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη και συμμετείχε σε διαπραγματεύσεις για να αναγνωρίσει ο Αυτοκράτορας την κυριαρχία της Βενετίας στη Δαλματία και την Κροατία (1084 - 1085). Την ίδια εποχή απέκτησε πολλές φιλίες και σχέσεις στον Ελληνικό χώρο, ιδιαίτερα το Αιγαίο Πέλαγος και πήρε το παρωνύμιο "Κωνσταντινουπολίτης". Ο Μάρκος Σανούδος απέκτησε έναν γιο, τον Πιέτρο, που νυμφεύτηκε μία αδελφή του δόγη Ενρίκο Ντάντολο και απέκτησε τρεις γιους: τον Μάρκο, τον Μπερνάρντο και τον Λουνάρδο.[2][3]

Δ΄ Σταυροφορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το οικόσημο των Σανούδων

Από τον 11ο αιώνα οι μεγάλες Ιταλικές πόλεις, ιδιαίτερα η Βενετία και η Γένοβα, ξεκίνησαν έντονες εμπορικές δραστηριότητες με την Ανατολή και ιδιαίτερα την Κωνσταντινούπολη και την Αίγυπτο, τους κύριους εμπορικούς σταθμούς για τον δρόμο του μεταξιού. Ο Αυτοκράτορας Ισαάκιος Β΄ Άγγελος έδωσε σημαντικά προνόμια στη Δημοκρατία της Βενετίας, τα οποία αναίρεσε ο αδελφός του Αλέξιος Γ΄ Άγγελος, όταν τον ανέτρεψε και σφετερίστηκε τον θρόνο στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Μάλιστα ο Αλέξιος Γ´ Άγγελος ευνόησε τις μεγάλες αντιπάλους της Βενετίας, όπως τη Δημοκρατία της Γένοβας και την Πίζα· οι Βενετοί ενοχλήθηκαν και αντέδρασαν. Ο νεαρός γιος του Ισαάκιου Β΄, ο Αλέξιος Δ΄ Άγγελος ζήτησε τη βοήθεια των Βενετών για να ανατρέψει τον σφετεριστή θείο του με μεγάλες υποσχέσεις για νέα προνόμια· οι Βενετοί δέχθηκαν πρόθυμα, ανέτρεψαν τον Αλέξιο Γ΄ και ανέβασαν τον Αλέξιο Δ΄.[4] Ο νεαρός Αυτοκράτορας κυβέρνησε με αυταρχισμό και έβαλε τεράστιους φόρους στον λαό για να μαζέψει τα χρήματα, που είχε υποσχεθεί στους Βενετούς. Ο λαός της Κωνσταντινούπολης επαναστάτησε, ανέτρεψε τον νεαρό Αλέξιο Δ΄, τον διαδέχτηκε ο μέχρι τότε Μέγας Δομέστικος και αρχηγός των επαναστατών Αλέξιος Ε΄ Δούκας Μούρτζουφλος.[5][6] Η βασιλεία του Αλέξιου Ε΄ κράτησε μόλις δύο μήνες (8 Φεβρουαρίου 1204 - 12 Απριλίου 1204). Οι Βενετοί Σταυροφόροι -που ήταν πρωταγωνιστές στην Δ΄ Σταυροφορία- με πρόφαση την ανατροπή του Αλέξιου Δ΄, αποφάσισαν να κυριεύσουν την Κωνσταντινούπολη. Αρχηγός των εισβολέων ήταν ο ίδιος ο υπέργηρος δόγης Ενρίκο Ντάντολο, στις υπηρεσία του οποίου ήταν και οι τρεις ανιψιοί του, οι αδελφοί Μάρκος Α΄ Σανούδος, Μπερνάρντο και Λουνάρδος.

Διανομή της Λατινικής Αυτοκρατορίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Σταυροφόρων (13 Απριλίου 1204) και δημιουργήθηκε η Λατινική Αυτοκρατορία: ο Βαλδουίνος Θ΄ κόμης της Φλάνδρας εξελέγη πρώτος αυτοκράτορας ως Βαλδουίνος Α΄ Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης. Ακολούθησε η διανομή των εδαφών στους νικητές: η Βενετία έπαιρνε τα 3/8 των κατακτήσεων, αλλά οι πανέξυπνοι Βενετοί που γνώριζαν καλά το Αιγαίο Πέλαγος, φρόντισαν επιμελώς να κρύψουν τις Κυκλάδες από τα εδάφη, με στόχο να τις κατακτήσουν οι ίδιοι. Ο άλλος αρχηγός των Σταυροφόρων Βονιφάτιος ο Μομφερρατικός, που ήταν στενά συνδεδεμένος με τη Γένοβα, πήρε -σαν αποζημίωση για την απώλεια του αυτοκρατορικού θρόνου- το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης και την Κρήτη.[7] Ακολούθησε η "Συνθήκη της Αδριανούπολης" (12 Αυγούστου 1204), με την οποία ο Βονιφάτιος -ύστερα από πίεση- πώλησε την Κρήτη στους Βενετούς, ανακηρύχτηκε βασιλιάς της Θεσσαλονίκης και πήρε εξουσιοδότηση να κατακτήσει την κεντρική και νότια Ελλάδα.[8]

Δημιουργία του Δουκάτου του Αρχιπελάγους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η διανομή των Κυκλάδων

Οι Γενουάτες με αίσθηση ανωτερότητας άρχισαν να προκαλούν τους Βενετούς και τους απειλούσαν με πόλεμο, αν δεν εγκαταλείψουν την Κρήτη.[9] Ο Ενρίκο Ντάντολο και ο ανιψιός του Μάρκος Σανούδος εξόπλισαν οκτώ γαλέρες, έτοιμοι να κατακτήσουν τη Νάξο, που ήταν από την αρχή ο στόχος τους.[10][11] Το "κάστρο του Απαλιρού", η Ακρόπολη του νησιού, βρισκόταν τρία χιλιόμετρα εσωτερικά της ακτής με Ελληνική και Γενοβέζικη φρουρά. Ο Μάρκος Σανούδος και ο θείος του πολιόρκησαν το κάστρο πέντε εβδομάδες και στη συνέχεια η φρουρά παραδόθηκε. Έτσι Βενετοί απέκτησαν τον έλεγχο στο μεγαλύτερο νησί των Κυκλάδων.[12][13] Ο υπέργηρος Ενρίκο Ντάντολο πέθανε τον Ιούλιο του 1205 και ο ανιψιός του Μάρκος Σανούδος επέστρεψε στη Βενετία για να ζητήσει την άδεια από την κυβέρνηση της πατρίδας του να ανακηρυχτεί κυρίαρχος του νησιού. Η κυβέρνηση της Βενετίας συμφώνησε, εξέδωσε επίσης διάταγμα, με το οποίο όλοι οι Βενετοί ευγενείς θα μπορούσαν να κατακτήσουν νησιά του Αιγαίου και να ανακηρυχτούν αμέσως ηγεμόνες τους, υπό τον όρο να μην κληροδοτηθούν ποτέ σε μη Βενετούς.[14][15] Ταυτόχρονα οι Γενουάτες επιτέθηκαν στην Κρήτη και κατέλαβαν οκτώ κάστρα, αλλά οι Βενετοί εξόπλισαν οκτώ γαλέρες, τους νίκησαν και τους έδιωξαν οριστικά από την Κρήτη. Στη συνέχεια ο Μάρκος Σανούδος πήγε στην Κωνσταντινούπολη να ζητήσει επιβεβαίωση των κτήσεων από τον αυτοκράτορα και να πάρει την άδεια για να κατακτήσει και τα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων.[16][17]

Κατάκτηση όλων των Κυκλάδων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ύστερα από την άδεια που πήραν οι Βενετοί ευγενείς από την πατρίδα τους και τον Λατίνο αυτοκράτορα, προχώρησαν στην κατάκτηση όλων των υπόλοιπων νησιών. Τα εξαδέλφια του Μάρκου Σανούδου, οι αδελφοί Ανδρέας Γκίζι και Ιερεμίας Γκίζι, άλλοι ανιψιοί του δόγη Ενρίκο Ντάντολο, κατέλαβαν την Τήνο, τη Μύκονο, τις βόρειες Σποράδες, την Κέα και τη Σέριφο.[18] Η Άνδρος κατακτήθηκε από τον Μαρίνο Ντάντολο, που ήταν επίσης ανιψιός του Ενρίκο Ντάντολο. Ο Μάρκος Σανούδος κατέλαβε όλα τα υπόλοιπα νησιά του κεντρικού Αιγαίου: Πάρος, Αντίπαρος, Μήλος, Κίμωλος, Ίος, Αμοργός, Σίκινος, Σύρος, Φολέγανδρος και Κύθνος.[19] Η κατάκτηση των νησιών έγινε ειρηνικά, καθώς δεν υπάρχει καμιά πληροφορία για πολέμους ή αιματοχυσίες· η μόνη ενέργεια που έκαναν οι κατακτητές, ήταν να εμφανιστούν στο λιμάνι και να ανακοινώσουν την κυριότητα. Οι ερμηνείες σχετικά με το φαινόμενο είναι πολλές: Οι πειρατές ρήμαζαν τις ακτές των νησιών και μόνο ο ισχυρός στόλος της Βενετίας μπορούσε να τους αντιμετωπίσει. Επίσης οι νέοι άρχοντες εμφανίστηκαν σαν ιδιωτικά πρόσωπα και όχι σαν εκπρόσωποι της Βενετίας. Ο Μάρκος Σανούδος προσπάθησε να κρατήσει καλές σχέσεις με την προηγούμενη άρχουσα τάξη των Ελλήνων· τους επέτρεψε να διατηρήσουν τα έθιμα, τα προνόμια και τη θρησκεία τους, κάτι που έφερε ασφάλεια στον τοπικό πληθυσμό.[20]

Κυβέρνηση Μάρκου Α΄ Σανούδου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πύργος των Σανούδων στη Νάξο

Ο Μάρκος Α΄ Σανούδος έδωσε όρκο υποτέλειας στον Ερρίκο της Φλάνδρας (1210) και πήρε τον Βυζαντινό τίτλο του "Δούκα του Αρχιπελάγους".[21][22] Η αποδοχή ενός Ελληνικού τίτλου δείχνει ανεξαρτητοποίηση από τη Βενετία, με στόχο να κυβερνήσει σύμφωνα με τα τοπικά έθιμα.[23][24] Ο Μάρκος Α΄ Σανούδος έδωσε ανταμοιβές σε όλους τους στρατιώτες, που τον είχαν βοηθήσει, σύμφωνα με τα φεουδαρχικά πρότυπα της δύσης: έγιναν φεουδάρχες και ήταν η άρχουσα τάξη, έτσι κέρδιζαν όλα τα έσοδα από τα εδάφη τους. Τα νέα έφτασαν στη δυτική Ευρώπη, με αποτέλεσμα πολλοί ιππότες από τη Γαλλία, την Ισπανία και την Ιταλία να έρθουν στις Κυκλάδες για να κερδίσουν εδάφη και τίτλους.[25] Ο Μάρκος Α΄ Σανούδος αναγνώρισε όλα τα δικαιώματα των Ελλήνων αρχόντων· στη Νάξο οι μισές από τις 56 φεουδαρχικές ιδιοκτησίες παρέμειναν σε Έλληνες. Πολλά εδάφη, που ανήκαν στην πρώην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και παρέμειναν έρημα και αναξιοποίητα, ο Μάρκος Α΄ Σανούδος τα έδωσε σε Λατίνους, χωρίς να κάνει κατάσχεση στα εδάφη των Ελλήνων.

Ο δούκας είχε την απ' ευθείας διακυβέρνηση στη Νάξο και τη Μήλο, ενώ στα υπόλοιπα νησιά διόρισε υποτελείς του· κυβέρνησε σύμφωνα με τα Βενετικά πρότυπα με Έλληνες και Λατίνους. Έφερε τον θεσμό του Βικάριου, που ήταν αντικαταστάτης του όταν έλλειπε, του Καπετάνιου σαν αρχηγού του στρατού, του Θησαυροφύλακα, του Καγκελάριου και μια δικαστική διοίκηση· έκοψε το δικό του νόμισμα, το "Δουκάτο".[26][27]

Ο Μάρκος Α΄ Σανούδος άλλαξε την όψη του νησιού, μετακινώντας την πρωτεύουσά του Απαλίριο από το εσωτερικό στη σημερινή Χώρα της Νάξου στην παραλία, όπου κατασκεύασε λιμάνι με μία προβλήτα. Οι πηγές περιγράφουν μία μικρή νησίδα, που είχε σύνδεση με το κυρίως νησί και επάνω στη νησίδα ήταν χτισμένος μία εκκλησία: ο ναός ήταν η Παναγία η Μυρτιδιώτισσα και η νησίδα βρισκόταν στο κέντρο του λιμανιού, επάνω στην προβλήτα. Ο Μάρκος Σανούδος έκτισε στην παλαιά Ακρόπολη της Χώρας τα ανάκτορα, ένα εξωτερικό τοίχος, μια τράπεζα, ένα Γοτθικό παρεκκλήσιο, τα σπίτια των Λατίνων ευγενών και τον Λατινικό Καθεδρικό ναό. Αυτό ήταν το κάστρο. Οι Έλληνες κατοικούσαν ανάμεσα στο λιμάνι και το κάστρο με πιο βασικούς οικισμούς το Μπούργκο και το Νεοχώρι.[28][29] Την ίδια τακτική ακολούθησε και στη Μήλο, όπου οικοδόμησε ένα κάστρο για τους Λατίνους του νησιού στην παραλία: το "Απονόκαστρο".[30] Οι Λατίνοι από τη Δυτική Ευρώπη ήταν πολύ λίγοι στο δουκάτο· συγκεκριμένα στη Νάξο αποτελούσαν το 10% του συνολικού πληθυσμού στη Χώρα και το 5% στο υπόλοιπο νησί. Οι ξένοι και οι Έλληνες αναμείχθηκαν σύντομα σε έναν λαό, καθώς οι Λατίνοι ευγενείς δεν ήταν πρόθυμοι να κάνουν μακρινά ταξίδια στην Ευρώπη για να παντρέψουν τις κόρες τους και τις πάντρεψαν όλες με Έλληνες.[31]

Κυβέρνηση Άγγελου Α΄ Σανούδου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης της Νάξου με τα κύρια σημεία που συνδέονται με τον Μάρκο Σανούδο.

Ο γιος του Μάρκου, ο Άγγελος Α΄ Σανούδος, αφού εξασφάλισε τη διαδοχή του Δουκάτου του Αρχιπελάγους από τον Λατίνο αυτοκράτορα, διαδέχθηκε τον πατέρα του (1227). Υποστήριξε τη Λατινική αυτοκρατορία απέναντι στους εχθρούς της, το Δεσποτάτο της Ηπείρου και την Αυτοκρατορία της Νίκαιας, η οποία προσάρτησε τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου: τη Λέσβο, τη Χίο και τη Σάμο. Η Λατινική Αυτοκρατορία με τη σειρά της προστάτευσε το δουκάτο.[32] Ο Άγγελος Α΄ Σανούδος κλήθηκε να υπερασπιστεί τον Βενετό δούκα της Κρήτης Τζοβάνι Στορλάτο από επανάσταση εναντίον του (1230), αλλά όταν έφτασε, ο ισχυρός στόλος του Αυτοκράτορα της Νίκαιας Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη είχε υποχωρήσει.[32] Ο Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης επιτέθηκε κατόπιν στον άρχοντα της Ρόδου Λέοντα Γαβαλά, που είχε αυτοανακηρυχτεί «Άρχοντας των Κυκλάδων» και τον έκανε υποτελή του. Έτσι ο Άγγελος Σανούδος κατάφερε να απαλλαγεί από τον ισχυρότερο αντίπαλό του στο Αιγαίο. Όταν ο Ιωάννης Γ΄ Βατάτζης -σε συμμαχία με τον Βούλγαρο ηγεμόνα Ιβάν Ασέν Β΄- επιτέθηκε στην Κωνσταντινούπολη, ο Άγγελος Σανούδος πήγε να υπερασπιστεί τη Λατινική αυτοκρατορία, αλλά ο Βούλγαρος βασιλιάς ανέτρεψε τη συμμαχία. Ο Ιωάννης Γ΄ κατέλαβε στη συνέχεια την Αμοργό για να τιμωρήσει τον Άγγελο Α΄, επειδή υποστήριξε τον Λατίνο αυτοκράτορα.[33]

Το 1247 βοήθησε τον πρίγκιπα της Αχαΐας Γουλιέλμο Β΄ Βιλλεαρδουίνο, όταν πολιορκούσε τη Μονεμβασιά και επιτέθηκε στους Τσάκωνες του Ταΰγετου, που επαναστάτησαν εναντίον του. Το 1248 ο Βαλδουίνος Β΄ της Κωνσταντινούπολης μετέφερε την επικυριαρχία στο Δουκάτο του Αρχιπελάγους από τη Λατινική αυτοκρατορία στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας και έτσι οι Σανούδοι έγιναν υποτελείς του Γουλιέλμου Β΄.[34] Ο Άγγελος Α΄ συμμετείχε στη Μάχη της Πελαγονίας (1259), όπου οι Λατινικές δυνάμεις συνετρίβησαν από την Αυτοκρατορία της Νίκαιας. Ο Άγγελος Α΄ αιχμαλωτίστηκε, αλλά σύντομα ελευθερώθηκε και επέστρεψε στη Νάξο. Παρακολούθησε από μακριά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο (1261). [34]

Τελευταίοι δούκες του Οίκου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Δουκάτο του Αρχιπελάγους στη Λατινική Αυτοκρατορία.

Τον Άγγελο Α΄ Σανούδο διαδέχθηκε ο γιος του Μάρκος Β΄ Σανούδος με τον οποίο ξεκίνησε η παρακμή· ο Λατίνος τυχοδιώκτης Λικάριος, που είχε αποστατήσει και είχε μπει στις υπηρεσίες του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου μετά τη Ναυμαχία της Δημητριάδος, κατέλαβε πολλά νησιά του Δουκάτου. Ο Μάρκος Β΄ ανακατέλαβε ένα τμήμα τους με τη βοήθεια των Βενετών, κατόπιν απαρνήθηκε την υψηλή κυριότητα της Βενετίας και έδωσε όρκο υποτέλειας στον Βασιλιά της Νεαπόλεως Κάρολο Β΄ τον Χωλό. Τον Μάρκο Β΄ διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος γιος του Γουλιέλμος Α΄ Σανούδος, με τον οποίο συνεχίστηκε η παρακμή. [35] Όταν πολλοί ηγεμόνες αυτονομήθηκαν από το δουκάτο, η Βενετία δεν βοήθησε τον Γουλιέλμο Α΄, επειδή ο πατέρας του είχε απαρνηθεί την υψηλή κυριότητα της. Τον Γουλιέλμο Α΄ διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος γιος του Νικόλαος Α΄ Σανούδος, που παντρεύτηκε την Ιωάννα ντε Μπριέν, αδελφή του Δούκα των Αθηνών Γκωτιέ Ε΄ από τον Οίκος ντε Μπριέν. Πολέμησε στην καταστροφική γιά τους Φράγκους Μάχη του Αλμυρού (15 Μαρτίου 1311) στο πλευρό του κουνιάδου του Γκωτιέ Ε΄ και ήταν ένας από τους ελάχιστους ευγενείς που γλίτωσαν. Ο πρίγκιπας της Αχαΐας Ιωάννης της Γραβίνας ήρθε στην Πελοπόννησο (1325) για να ανακτήσει τα εδάφη που είχε χάσει από τους Βυζαντινούς.[36] Ο Νικόλαος Α΄ Σανούδος σαν υποτελής του ήρθε και του πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες· ήταν ο τελευταίος δούκας του Αρχιπελάγους που είχε στρατιωτικές επιτυχίες απέναντι στους Βυζαντινούς στην ηπειρωτική Ελλάδα.[37] Ο Νικόλαος Α΄ πέθανε άτεκνος και τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Ιωάννης Α΄ Σανούδος, που ήταν ένας από τους πιο ανίκανους δούκες. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Δημοκρατία της Γένοβας με επιθέσεις κατέλαβαν το μεγαλύτερο τμήμα του δουκάτου του, ακόμη και από το ίδιο το νησί της Νάξου· ο ίδιος συνελήφθη αιχμάλωτος των Γενοβέζων (1354 - 1355).

Το τέλος της δυναστείας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιωάννη Α΄ διαδέχθηκε η κόρη του Φιορέντσα Σανούντο, η τελευταία εκπρόσωπος της οικογένειας των Σανούδων στο Δουκάτο του Αρχιπελάγους. Όταν διαδέχθηκε τον πατέρα της (1361) ήταν ήδη χήρα με τον πρώτο της σύζυγο Τζοβάννι νταλλε Κάρτσερι από το 1358. Έγιναν πολλές προτάσεις στη Φιορέντσα, όπως από τον Φλωρεντιανό Νέριο Α΄ Ατσαγιόλι δούκα των Αθηνών, αλλά οι Βενετοί της το απαγόρευσαν, λόγω του όρου που είχε τεθεί με τη δημιουργία του δουκάτου, δηλ. να μην μεταβιβαστεί σε μη Βενετό: οι Βενετοί διέταξαν τον στόλο τους στην Ελλάδα να εμποδίσει με κάθε μέσο τον γάμο και να απαγορεύσει τη μετάβαση του Νέριο Α΄ στις Κυκλάδες.[38] Οι Βενετοί απήγαγαν τη Φιορέντσα στην Κρήτη και την πάντρεψαν βίαια με τον δεύτερο εξάδελφό της Νικόλαο Β΄ Σπετσαμπάντα μέλος του Οίκου των Σανούδων, με τον οποίο απέκτησε δυο κόρες. Η Φιορέντσα και ο Νικόλαος Β΄ συμβασίλευσαν στο δουκάτο μέχρι τον θάνατο της δούκισσας (1361). Τη διαδέχθηκε ο γιος από τον πρώτο γάμο της, ο Νικόλαος Γ΄ από τον Οίκο νταλε Κάρτσερι. Αυτός συμπεριφέρθηκε προδοτικά στη Βενετία, η οποία σκηνοθέτησε ένα ατύχημά του και ευνόησε τη διαδοχή του από τον Φραγκίσκο Α΄ Κρίσπο, σύζυγο της Φιορέντσας Σανούδου κυρίας της Μήλου, εξαδέλφης της Φιορέντσας δούκισσας της Νάξου. Έτσι το δουκάτο πέρασε στον Οίκο των Κρίσπι.

Γενεαλογία των Σανούδων, δουκών της Νάξου ("του Αρχιπελάγους")[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

 
 
 
 
 
 
 
 
Μάρκος Σανούδος
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Πιέτρο
σύζ. αδελφή του δόγη Ενρίκο Ντάντολο
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Μάρκος Α΄
δούκας του Αρχιπελάγους
1207-1227
σύζ. Λασκαρίνα ΟΙΚΟΣ ΛΑΣΚΑΡΙΔΩΝ
 
Μπερνάρντο
 
Λουνάρδο
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Άγγελος Α΄
δούκας του Αρχιπελάγους
1227-1262
σύζ. ντε Σεν Μενεούλ
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Μάρκος Β΄
δούκας του Αρχιπελάγους
1262-1303
 
(κόρη)
σύζ. Πάολο Ναβιγαγιόζο
κύριος της Λήμνου
 
Μαρίνος
κύριος της Πάρου
σύζ. Πόρσια ντα Βερόνα
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Γουλιέλμος Α΄
δούκας του Αρχιπελάγους
1303-1323
 
Μάρκος
κύριος της Γκρίφα Άνδρου
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Νικόλαος Α΄
δούκας του Αρχιπελάγους
1323-1341
σύζ. Ιωάννα ντε Μπριεν
(κόρη Ελένης Αγγελίνας)
 
Μάρκος
κύριος της Μήλου
 
Ιωάννης Α΄
δούκας του Αρχιπελάγους
1341-1361
σύζ. Μαρία
 
Γουλιέλμος
κύριος της Γκρίφα Άνδρου
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Φιορέντσα
κυρία της Μήλου
σύζ. Φραγκίσκος Α΄ Κρίσπος
δούκας του Αρχιπελάγους
1383-1397
 
Φιορέντσα
δούκισσα του Αρχιπελάγους
1361-1371
σύζ. 1.Τζοβάννι νταλλε Κάρτσερι
ΟΙΚΟΣ ΚΑΡΤΣΕΡΙ
 
2.Νικόλαος Β΄ σπετσαμπάντα
κύριος της Γκρίφα Άνδρου
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Νικόλαος Γ΄
κύριος των 2/6 της Εύβοιας
δούκας του Αρχιπελάγους
1371-1383
ΟΙΚΟΣ ΝΤΑΛΕ ΚΑΡΤΣΕΡΙ
 
Μαρία κυρία της Άνδρου,
Πάρου, Μήλου, 1/6 Εύβοιας
σύζ. Γκάσπαρο Σομμαρίπα
 
Αγγελέτο
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Ιάκωβος Α΄ Κρίσπος
δούκας του Αρχιπελάγους
1397-1418
ΟΙΚΟΣ ΤΩΝ ΚΡΙΣΠΙ
 
 
 
 
 
Φιορέντσα Σομμαρίπα
 
 
 
 
 

Σημείωση: Η Γκρίφα ή Γκρίντια ήταν φέουδο στην Άνδρο.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 1-12.
  2. Mihail-Dimitri Sturdza, Dictionnaire Historique et Généalogique des Grandes Familles de Grèce, d'Albanie et de Constantinople, Paris: Sturdza, 1983, p. 549.
  3. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 12-13.
  4. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 17-20.
  5. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 20-21.
  6. P. Hetherington, op. cit., p. xvii-xviii.
  7. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 24-31.
  8. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 32-33.
  9. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 39.
  10. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 12.
  11. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 41.
  12. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 13.
  13. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 42-44.
  14. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 13-14.
  15. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 48-49.
  16. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 14.
  17. J.K. Fotheringham, op. cit., p. 51-55.
  18. Guillaume Saint-Guillain, op. cit., p. 182, using archives says that the Ghisi came to the Aegean only half a century later. Thus they could not have taken part to this expedition.
  19. Jean Longnon, p. 91, P. Hetherington, p.xix. et J.K. Fotheringham, p. 56-59.
  20. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 15.
  21. It's the date generally used by all sources, although there are no real proof the homage took place then. 1207, 1209 and 1212 have also been suggested (J.K. Fotheringham, op. cit., p. 60-61).
  22. B. J. Slot, Archipelagus Turbatus, p. 35.
  23. P. Hetherington, p.xviii-xix
  24. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 16.
  25. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 16-17.
  26. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 18.
  27. J.K. Fotheringham, p. 80.
  28. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 20-21.
  29. J.K. Fotheringham, p.70-72.
  30. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 43.
  31. Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece., p. 17.
  32. 32,0 32,1 C. Frazee, op. cit., p. 25.
  33. Profil des Sanudi dans Medieval Lands de Charles Cawley
  34. 34,0 34,1 C. Frazee, op. cit., p. 27.
  35. Mihail-Dimitri Sturdza, Dictionnaire Historique et Généalogique des Grandes Familles de Grèce, d'Albanie et de Constantinople, Paris: Sturdza, 1983, p. 549
  36. Frazee 1988, p. 38.
  37. Frazee 1988, p. 39.
  38. Miller, William. The Latins in the Levant: A History of Frankish Greece (1204–1566). London: 1908.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • J.K. Fotheringham and L.R.F. Williams, Marco Sanudo, conqueror of the Archipelago, Clarendon Press, Oxford, 1915.
  • Charles A. Frazee, The Island Princes of Greece: The Dukes of the Archipelago, Adolf M. Hakkert, Amsterdam, 1988.
  • Paul Hetherington, The Greek Islands: Guide to the Byzantine and Medieval Buildings and their Art, Londres, 2001.
  • (in French) Guillaume Saint-Guillain, «Les Conquérants de l'Archipel. L'Empire latin de Constantinople, Venise et les premiers seigneurs des Cyclades.», in Gherardo Ortali, Giorgio Ravegnani et Peter Schreiner (dir.), Quarta Crociata. Venezia - Bisanzio - Impero Latino., Istituto Veneto di Scienze, Lettere ed Arti, Venise, 2006.
  • Setton, Kenneth M. (general editor), A History of the Crusades: Volume II — The Later Crusades, 1189–1311. Robert Lee Wolff and Harry W. Hazard, editors. University of Wisconsin Press: Milwaukee, 1969.
  • (in French) J. Slot, Archipelagus Turbatus. Les Cyclades entre colonisation latine et occupation ottomane. c.1500–1718., Publications de l'Institut historique-archéologique néerlandais de Stamboul, 1982.